Κριτές
5 Και εκείνη την ημέρα η Δεββώρα+ μαζί με τον Βαράκ,+ το γιο του Αβινοάμ,+ άρχισαν να υμνούν,+ λέγοντας:
2 «Επειδή τα μαλλιά αφέθηκαν λυτά στον Ισραήλ για πόλεμο,
Επειδή ο λαός προσφέρθηκε εθελοντικά,+
Ευλογείτε τον Ιεχωβά.+
4 Ιεχωβά, όταν ξεπρόβαλες από το Σηείρ,+
Όταν προέλασες από την περιοχή του Εδώμ,+
Η γη σείστηκε+ και οι ουρανοί στάλαξαν,+
Και τα σύννεφα στάλαξαν νερό.
5 Βουνά έρρευσαν και έφυγαν από το πρόσωπο του Ιεχωβά,+
Αυτό το Σινά+ έφυγε από το πρόσωπο του Ιεχωβά,+ του Θεού του Ισραήλ.+
6 Στις ημέρες του Σαμεγάρ,+ του γιου του Ανάθ,
Στις ημέρες της Ιαήλ+ οι δρόμοι δεν είχαν καθόλου κίνηση,
Και οι ταξιδιώτες στους δρόμους ταξίδευαν από παρακαμπτήριες οδούς.+
7 Οι κάτοικοι της υπαίθρου χάθηκαν, μέσα από τον Ισραήλ χάθηκαν,+
Ώσπου εγέρθηκα εγώ, η Δεββώρα,+
Ώσπου εγέρθηκα ως μητέρα στον Ισραήλ.+
8 Αυτοί διάλεξαν καινούριους θεούς.+
Τότε ήταν που ξέσπασε πόλεμος στις πύλες.+
Ασπίδα δεν φαινόταν ούτε κοντάρι,
Ανάμεσα σε σαράντα χιλιάδες στον Ισραήλ.+
9 Η καρδιά μου είναι με τους διοικητές του Ισραήλ,+
Που ήταν εθελοντές ανάμεσα στο λαό.+
Ευλογείτε τον Ιεχωβά.+
10 Εσείς που επιβαίνετε σε κοκκινωπά γαϊδούρια,+
Εσείς που κάθεστε πάνω σε πολυτελή χαλιά,
Και εσείς που περπατάτε στο δρόμο,
Αναλογιστείτε!+
11 Κάποιες από τις φωνές των νεροκουβαλητών στους τόπους όπου αντλείται νερό,+
Εκεί άρχισαν να διηγούνται τις δίκαιες πράξεις του Ιεχωβά,+
Τις δίκαιες πράξεις των κατοίκων της υπαίθρου του Ισραήλ, οι οποίοι ανήκουν σε αυτόν.
Τότε ήταν που ο λαός του Ιεχωβά κατέβηκε στις πύλες.
13 Τότε ήταν που οι επιζώντες κατέβηκαν προς τους μεγαλοπρεπείς·
Ο λαός του Ιεχωβά κατέβηκε προς εμένα εναντίον των κραταιών.
14 Από τον Εφραΐμ ήταν η προέλευσή τους στην κοιλάδα,+
Με εσένα, Βενιαμίν, ανάμεσα στους λαούς σου.
Από τον Μαχίρ+ κατέβηκαν οι διοικητές,
Και από τον Ζαβουλών όσοι χειρίζονταν τα σύνεργα του γραφέα.+
15 Και οι άρχοντες του Ισσάχαρ+ ήταν με τη Δεββώρα,
Και όπως ο Ισσάχαρ, έτσι ήταν και ο Βαράκ.+
Στην κοιλάδα στάλθηκε με τα πόδια.+
Ανάμεσα στις υποδιαιρέσεις του Ρουβήν μεγάλες ήταν οι διερευνήσεις της καρδιάς.+
16 Γιατί έμεινες καθισμένος ανάμεσα στους δύο σάκους του σαμαριού,
Ώστε να ακούς τους ήχους της φλογέρας για τα ποίμνια;+
Για τις υποδιαιρέσεις του Ρουβήν ήταν μεγάλες οι διερευνήσεις της καρδιάς.+
17 Ο Γαλαάδ παρέμεινε στην κατοικία του από την άλλη πλευρά του Ιορδάνη·+
Και ο Δαν γιατί συνέχισε να μένει τότε σε πλοία;+
Ο Ασήρ κάθησε άπραγος στην ακρογιαλιά,
Και στις αποβάθρες του εξακολούθησε να κατοικεί.+
19 Ήρθαν βασιλιάδες, πολέμησαν·
Τότε ήταν που πολέμησαν οι βασιλιάδες της Χαναάν+
Στη Θαανάχ,+ κοντά στα νερά της Μεγιδδώ.+
Κανένα κέρδος σε ασήμι δεν είχαν.+
21 Ο χείμαρρος Κισών τούς παρέσυρε,+
Ο χείμαρρος των αρχαίων ημερών, ο χείμαρρος Κισών.+
Ποδοπάτησες ισχύ,+ ψυχή μου.
22 Τότε ήταν που οι οπλές των αλόγων χτύπησαν το χώμα+
Από τις τόσες εξορμήσεις που έκαναν οι επιβήτορες ίπποι του.
23 “Καταραστείτε+ τη Μηρώζ”, είπε ο άγγελος του Ιεχωβά,+
“Να καταριέστε τους κατοίκους της αδιάκοπα,
Διότι δεν πρόστρεξαν σε βοήθεια του Ιεχωβά,
Σε βοήθεια του Ιεχωβά μαζί με τους κραταιούς”.
24 Η Ιαήλ,+ η γυναίκα του Χέβερ του Κεναίου,+ θα είναι πάρα πολύ ευλογημένη ανάμεσα στις γυναίκες,
Ανάμεσα στις γυναίκες μέσα στη σκηνή θα είναι πάρα πολύ ευλογημένη.+
25 Νερό ζήτησε εκείνος, γάλα έδωσε αυτή·
Σε μεγάλη γαβάθα συμποσίου, που έχουν οι μεγαλοπρεπείς, έφερε πηγμένο γάλα.+
26 Το χέρι της στον πάσσαλο της σκηνής άπλωσε μετά,
Και το δεξί της χέρι στο ξύλινο σφυρί αυτών που εργάζονται σκληρά.+
Και χτύπησε τον Σισάρα με το σφυρί, διατρύπησε το κεφάλι του,+
Και διέλυσε και κατέκοψε τους κροτάφους του.
27 Ανάμεσα στα πόδια της σωριάστηκε, έπεσε, ξαπλώθηκε κάτω·
Ανάμεσα στα πόδια της σωριάστηκε, έπεσε·
Εκεί που σωριάστηκε, εκεί έπεσε νικημένος.+
28 Από το παράθυρο μια γυναίκα έβλεπε και κοίταζε μήπως τον δει,
Η μητέρα του Σισάρα, από το δικτυωτό,+
“Γιατί καθυστέρησε να έρθει το πολεμικό του άρμα;+
Γιατί αργούν τόσο πολύ τα ποδοβολητά των αρμάτων του;”+
29 Οι σοφές από τις αρχόντισσές της+ τής απαντούσαν,
Ναι, και η ίδια αποκρινόταν στον εαυτό της με τα λόγια της: