Η Σοφία του Θεού στην Πολιτεία του με το Ανθρώπινο Γένος
ΟΠΟΙΟΣ εξετάζει αμερόληπτα την απόδειξι δεν δυσκολεύεται ν’ αναγνωρίση την ανυπέρβλητη σοφία που εκδηλώνεται στα δημιουργικά έργα. Αυτά πράγματι αποκαλύπτουν τον Ιεχωβά ως τον Πρώτον Επιστήμονα του Σύμπαντος. Εν τούτοις, η φυσική επιστήμη δεν είναι όλο εκείνο που μπορούμε ν’ αποκαλέσωμε σοφία. Η επιστήμη καθώς αναπτύσσεται στον κόσμο έχει επιδείξει τη σοφία του ανθρώπου τεχνολογικώς. Αλλ’ ο κόσμος βρέθηκε να υστερή πολύ σε σοφία στον τομέα των ανθρωπίνων σχέσεων.
Κυττάζοντας την παρούσα αξιοθρήνητη κατάστασι της ανθρωπότητος, μερικοί αναγκάζονται να ρωτήσουν: Μήπως το πρόβλημα είναι πέρα από τις δυνατότητες της σοφίας του Θεού, όπως απεδείχθη και με τον άνθρωπο; Αν όχι, γιατί, στη διάρκεια σχεδόν 6.000 ετών της ανθρωπίνης ιστορίας, οι συνθήκες ήσαν τόσο θλιβερές;
Ο δούλος του Ιεχωβά Ιώβ αφηγήθηκε την επίδειξι της απαράμιλλης δυνάμεως και σοφίας του Θεού στον τομέα της φυσικής επιστήμης και κατοπιν ανεφώνησε: «Ιδού, ταύτα είναι μέρη [μόνον] των οδών αυτού· αλλά ποσόν ελάχιστον πράγμα ακούομεν περί αυτού!» Ναι, όσο θαυμασία και αν φαίνεται η σοφία του Θεού στη δημιουργία, είναι μόνον μια αμυδρά αντανάκλασις της απεριορίστου σοφίας του πανσόφου Θεού. Αφού έκαμε αυτήν την αναφώνησι, ο Ιώβ προχώρησε στο να δώση μια αφήγησι των πράξεων της σοφίας του Θεού στην πολιτεία του με το ανθρώπινο γένος.—Ιώβ 26:14.
Πρόθεσις για μια Δικαία Διακυβέρνησι
Αν ένα άτομο αμφισβητή τη σοφία του Θεού στην πολιτεία του με το ανθρώπινο γένος στους περασμένους εξήντα αιώνες της ιστορίας, αυτό που πρέπει να κάμη για να είναι έντιμο είναι να εξετάση το ιστορικό υπόμνημα. Αν ένα άτομο είναι ειλικρινές, θα δη ότι αυτό πράγματι αξίζει τον κόπο, διότι θα μπορέση να δη σ’ αυτό την επεξεργασία του σκοπού του θεού να εγκαθιδρύση μια διακυβέρνησι (οικονομία) που θα κυβερνά τις υποθέσεις της γης με δικαιοσύνη.—Εφεσ. 1:8-10.
Για να το δούμε από την ορθή πλευρά, πρέπει πρώτα να κατανοήσωμε ότι ο Θεός βλέπει τα πράγματα με μια πολύ ευρύτερη άποψι από ότι ο άνθρωπος, με πολύ μεγαλύτερη έκτασι χρόνου και τόπου. Ο προφήτης του τον περιγράφει ως «τον καθήμενον επί τον γύρον της γης και οι κάτοικοι αυτής είναι ως ακρίδες.» (Ησαΐας 40:22) Στην πολιτεία του με τους ανθρώπους ο διορατικός Θεός πάντοτε κρατεί προ οφθαλμών την εκτέλεσι του δικαίου σκοπού.
Ο Θεός πρόκειται να κυβερνήση το ανθρώπινο γένος με ενότητα και ειρήνη. Έχει πλάσει τον άνθρωπο ελεύθερο ηθικό παράγοντα, και δεν υποχρεώνει κανένα να Τον υπηρετή. Σκοπεύει να συνάξη κάτω από τη διακυβέρνησί του όλους αυτούς που αναγνωρίζουν και αγαπούν την κυριαρχία Του. Επομένως, για να θέση το θεμέλιο για ένα ολόκληρο κόσμο του ανθρωπίνου γένους που θα τον υπηρετή, ο Θεός έπρεπε να προμηθεύση γνώσι των κανόνων και αρχών της δικαίας του διακυβερνήσεως και του πώς λειτουργεί. Ακόμη πιο σημαντικό, οι άνθρωποι είχαν ανάγκη γνώσεως του ιδίου του Θεού και των ιδιοτήτων του.—Ιωάν. 17:3.
Αλλά ο Ιεχωβά είναι ένας αόρατος Θεός. Επομένως, πώς θα έκανε ανθρώπους από σάρκα και αίμα να κατανοήσουν στην καρδιά τους αυτά τα πράγματα; Όχι με μια απλή επίδειξι δυνάμεως ομιλώντας με βροντώδη φωνή από τον ουρανό. Όχι με απλές δηλώσεις ή βεβαιώσεις μέσω αγγέλων ή προφητών. Όχι, ο Θεός θα απεκάλυπτε τις αρχές του και τις ιδιότητές του με το να έχη σχέσεις με τους ανθρώπους, με την έντονη έλξι της ανθρωπίνης πείρας. Πόσο περισσότερο διδακτικό, πειστικό και συγκινητικό είναι όχι να ακούη και να διαβάζη κανείς τις διακηρύξεις και τους λόγους του Θεού όπως κατεγράφησαν από πιστούς ανθρώπους, αλλά, επιπροσθέτως, να βλέπη στο ανεξίτηλο ιστορικό υπόμνημα την απόδειξι των όσων είπε. Τι αποκαλύπτει, όμως, αυτό το υπόμνημα;
Από τον καιρό του Αδάμ έως τον Κατακλυσμό, μία περίοδο περίπου 1656 ετών, ο Θεός δεν επενέβη να διορθώση τις ανθρώπινες υποθέσεις. Ο Αδάμ με ανυπακοή απομακρύνθηκε από την υπηρεσία του Θεού, φέροντας την αμαρτία και την ατέλεια στα παιδιά του, με αποτέλεσμα την ανυπακοή από μέρους της πλειονότητας. Αλλ’ ο Θεός άφησε τους ανθρώπους ν’ ακολουθήσουν τον δρόμο της ανυπακοής που είχαν εκλέξει. Με αυτόν τον τρόπο τους άφησε να καταγράψουν ένα υπόμνημα που στέκει σαν απόδειξις της ανικανότητος των ανθρώπων να αυτοκυβερνηθούν. (Ιερ. 10:23) Τελικά με τον Κατακλυσμό ο Θεός επενέβη, διότι η βία είχε φθάσει στο κατακόρυφο, αλλά διετήρησε ζώντας αυτούς που αναγνώριζαν την κυριαρχία του.—Γεν. 6:11-13, 17-20.
Από τους αρχαιοτάτους χρόνους της ιστορίας βλέπομε ότι ο Θεός είχε ένα ωρισμένο σκοπό σε κάθε τι που έκανε. Από την αρχή εδήλωσε τον σκοπό του να ελευθερώση το ανθρώπινο γένος, όταν υπεσχέθη «το σπέρμα της γυναικός,» που θα συνέτριβε τον όμοιο με όφιν εχθρόν του Θεού και αυτούς που τον υπηρετούν.—Γεν. 3:15.
Εν τούτοις ο Θεός, αν και έχει τη δύναμι να το κάμη αυτό, ποτέ δεν ενεργεί αυθαίρετα. Προτού ενεργήση θέτει ένα στερεό θεμέλιο. Επί παραδείγματι, όταν πρόκειται να εκτελέση κρίσιν, δίνει πλήρη προειδοποίησι. (Ιεζ. 3:17-21· Αμώς 3:7) Περαιτέρω, αφήνει την κατάστασι να προχωρήση μέχρι του σημείου που να είναι καταφανές ότι είναι απαραίτητο να δράση και ότι δεν υπάρχει νομικός ή ηθικός λόγος για να χρονοτριβήση. Αυτό κατεδείχθη στα 1,656 χρόνια προ του Κατακλυσμού και αργότερα όταν υπομονετικά ανέβαλε την καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων και των Χαναναίων (μεταξύ των οποίων διεκρίνοντο οι Αμοραίοι).—Γέν. 18:20, 21· 15:13-16.
Ένα Θεμέλιο για την Πίστι
Συνεπώς, ο Θεός θα έθετε ένα θεμέλιο για τη διακυβέρνησι από μέρους του των ανθρωπίνων υποθέσεων υπό το «σπέρμα» που είχε υποσχεθή. Αλλά για να το πράξη αυτό ο Θεός θα επρομήθευε αυτά τα απαραίτητα πράγματα: (1) μια στερεή βάσι για πίστι στη διακυβέρνησι που θα επρομήθευε, (2) γνώσι των αρχών της κυβερνήσεώς του, (3) γνώσι των ιδιοτήτων του ως Άρχοντος του Σύμπαντος και (4) ένα βέβαιο και αλάνθαστο τρόπο προσδιορισμού της ταυτότητος του «σπέρματος,» Αυτού που θα γινόταν ο Λυτρωτής του ανθρωπίνου γένους και ο Βασιλεύς που θα κυβερνούσε εν ονόματι του Ιεχωβά.—Γαλ. 3:24.
Η γνώσις αυτή ότι η διακυβέρνησις του κόσμου από τον Ιεχωβά με δικαιοσύνη ήταν μέλλουσα, σ’ έναν καιρό προσδιωρισμένο εκ των προτέρων απ’ αυτόν, μας βοηθεί να κατανοήσωμε ωρισμένες από τις πράξεις του. Εξέλεξε ένα έθνος για μια ζωντανή επίδειξι των αρχών του και της πολιτείας του. Με αυτόν τον τρόπο ο Ιεχωβά απεκάλυψε τον εαυτό του και τις θαυμάσιες ιδιότητές του της δικαιοσύνης, της σοφίας, της αγάπης και του ελέους όταν εναλλάξ τιμωρούσε τον Ισραήλ για τις αμαρτίες τους και έδειχνε μακροθυμία προς αυτούς όταν μετανοούσαν. (Ησ. 65:2· Ρωμ. 10:21) Επί πλέον η Ισραηλιτική ιστορία δείχνει τι συμβαίνει όταν οι σοφοί και δίκαιοι νόμοι του Θεού τυγχάνουν υπακοής ή ανυπακοής· ενώ η κοσμική ιστορία αποκαλύπτει το αποτέλεσμα αυτών που ζουν χωρίς τον νόμο του.—1 Κορ. 12:2· Εφεσ. 4:17-19.
Επομένως, δεν ήταν η δικαιοσύνη και η υπακοή αυτού του έθνους που επεδείκνυε ο Θεός, διότι είχαν γίνει πείσμονες και στασιαστικοί.» (Δευτ. 9:4-6) Μάλλον ήταν αυτό που είπε ο Μωυσής στον αποχαιρετιστήριο λόγο του προς τον Ισραήλ: «Ιδού, εγώ σας εδίδαξα διατάγματα και κρίσεις, . . . Φυλάττετε λοιπόν και κάμνετε αυτά· διότι αύτη είναι η σοφία σας . . . ενώπιον των εθνών· τα οποία θέλουσιν ακούσει πάντα τα διατάγματα ταύτα και θέλουσιν ειπεί, Ιδού, λαός σοφός και συνετός είναι το μέγα τούτο έθνος. Διότι ποιον έθνος είναι τόσον μέγα, εις το οποίον ο Θεός είναι ούτω πλησίον αυτού, καθώς Ιεχωβά ο Θεός ημών είναι εις πάντα όσα επικαλούμεθα αυτόν; Και ποιον έθνος είναι τόσον μέγα, το οποίον να έχη διατάγματα και κρίσεις ούτως δικαίας, καθώς πας ο νόμος ούτος, τον οποίον θέτω ενώπιον σας σήμερον;»—Δευτ. 4:5-8.
Ο Ισραήλ είχε προτιμηθή από τα άλλα έθνη λόγω της αγάπης του Θεού για τον Αβραάμ. (Δευτ. 7:7-8· 2 Βασ. 13:23) Περίπου 400 χρόνια μετά τον Κατακλυσμό, ο Ιεχωβά είδε ότι ο Αβραάμ ήταν ένας άνθρωπος που εδέχετο τους λόγους του Θεού με τυφλή υπακοή. (Γεν. 15:1, 6· Ρωμ. 4:18-22) Ο Αβραάμ υπήκουε σύμφωνα με τη γνώσι που είχε λάβει για τον Θεό και την πολιτεία του με τους προπάτορας του Αβραάμ, Νώε και Σημ. Κατά συνέπειαν το σπέρμα του μέσω της πιστής γυναικός του Σάρας έλαβε τη μοναδική ευλογία να γίνη ο λαός της διαθήκης του Θεού, που θα εχρησιμοποιείτο για τον σκοπό του.
Τα άλλα έθνη ακολούθησαν τον δικό τους δρόμο αυτοκυβερνήσεως και ανυπακοής στον Θεό. Ο Θεός τους επέτρεψε ν’ απολαμβάνουν τον ήλιο και τη βροχή και τους καρπούς της γης, αλλ’ ο Θεός δεν εισήλθε σε σχέσεις μαζί τους και δεν παρενέβαινε σ’ αυτά παρά μόνον όταν έθιγαν τις υποθέσεις του εκλεκτού του έθνους. (Δευτ. 32:8) Ακόμη και τότε η παρέμβασις του Θεού δεν ήταν επειδή το άξιζε ο Ισραήλ, αλλά λόγω του δικαίου του σκοπού. Όταν, λόγου χάριν, ο Βαλάκ βασιλεύς του Μωάβ εμίσθωσε τον προφήτη Βαλαάμ για να καταρασθή τον Ισραήλ, ο Θεός κατέστησε αδύνατον για τον Βαλαάμ να προφέρη μια κατάρα, η οποία θα έκανε ικανόν τον Βαλάκ να καταστρέψη τον Ισραήλ, διότι ο Θεός χρησιμοποιούσε τον Ισραήλ για τον σκοπό του.—Αριθμ. 22:12· 24:10.
Αλλ’ ο Ιεχωβά δεν είχε λησμονήσει τα άλλα έθνη. Ενώ επολιτεύετο αποκλειστικά με τον Ισραήλ, επεξεργάζετο ένα σκοπό για να τα ευλογήση αργότερα, αν και εκείνα αγνοούσαν τελείως αυτό το γεγονός.
Καμμιά Αδικία από Μέρους του Θεού
Κανένας δεν μπορεί να παραπονεθή επειδή ο Θεός εξέλεξε ένα έθνος για να προμηθεύση αυτό το θεμέλιο για την πίστι μας και την κατανόησί μας σήμερα. Στη διάρκεια εκείνης της περιόδου ο Ισραήλ ήταν ευλογημένος υπεράνω των άλλων εθνών, αυτό είναι αλήθεια. Αλλά, με το να φέρη το όνομα του Ιεχωβά επάνω του, εκείνο το έθνος αντιμετώπισε επίσης μια πολύ βαρειά ευθύνη που τα άλλα έθνη δεν έφεραν. Ο Ισραήλ έπρεπε να δίνη λόγον απ’ ευθείας στον Θεό. Ο λαός ετιμωρείτο αυστηρά από τον Ιεχωβά όταν αμάρτανε, υποφέροντας πληγές, αιχμαλωσία και, τελικά, λόγω αμετανοήτου ανυπακοής, την ερήμωσι της γης του.—Δευτ. κεφ. 28.
Έτσι η θαυμαστή σοφία του Ιεχωβά Θεού επεδείχθη με το να κάμη ένα ζωντανό υπόμνημα. Η σοφία του κατεδείχθη, επίσης, με τον τρόπο με τον οποίον διεφύλαξε την αλήθεια του με το να την εμπιστευθή στο ένα έθνος και να το κρατήση ενωμένο κάτω από τη διαθήκη του Νόμου του, ενώ τα άλλα, κάτω από την κυριαρχία του ανθρώπου, συνεχώς ελάτρευαν ψευδείς θεούς ιδικής των κατασκευής.—Ψαλμ. 96:5· 115:2-8· Ρωμ. 3:1, 2.
Όλες όμως μαζί οι ενέργειες του Ιεχωβά έδειχναν την πιο θαυμαστή δωρεά του για το ανθρώπινο γένος. Αυτή είναι η προμήθεια από μέρους του του Σπέρματος, του Βασιλέως της διακυβερνήσεως του Θεού για τη γη, που θα σημάνη ζωή για όλους τους ευπειθείς ανθρώπους. (Πράξεις 17:30, 31) Πώς λάμπει η σοφία του Ιεχωβά με το να προμηθεύση ένα αλάνθαστο τρόπο προσδιορισμού της ταυτότητος του Μεσσίου στη γενεαλογία, τη χρονολογία και την προφητεία των Εβραϊκών Γραφών! (Ιωάν. 5:39· Αποκάλ. 19:10) Επί πλέον, το ιστορικό υπόμνημα όχι μόνον δίνει παρηγορία και ελπίδα, αλλά χρησιμεύει επίσης ως οδηγός για τη σημερινή ζωή, διότι προμηθεύει εικόνες καθώς και παραδείγματα για μας «εις τους οποίους τα τέλη των αιώνων έφθασαν.»—1 Κορ. 10:11, Εβρ. 10:1.