«Ο Λόγος ο Σος Αλήθεια Εστί»
‘Γνώσις που Προσθέτει Πόνον’—Πρέπει να Αποφεύγεται;
«ΔΙΟΤΙ εν πολλή σοφία είναι πολλή λύπη και όστις προσθέτει, γνώσιν, προσθέτει πόνον.» (Εκκλησ. 1:18) Αυτό ήταν το θεόπνευστο συμπέρασμα του σοφού Βασιλέως Σολομώντος. Αλλά γιατί έφτασε σ’ αυτό το συμπέρασμα; Πρέπει αυτό να μας εμποδίση από το ν’ αποκτήσουμε περισσότερη γνώσι;
Πρέπει να θυμηθούμε ότι στο Βιβλίο του Εκκλησιαστού, ο Σολομών εξέταζε τον «οχληρόν περισπασμόν» των αμαρτωλών και θνητών ανθρώπων. Είπε: «Έδωκα την καρδίαν μου εις το να εκζητήσω και να ερευνήσω διά της σοφίας περί πάντων των γινομένων υπό τον ουρανόν τον οχληρόν τούτον περισπασμόν ο Θεός έδωκεν εις τους υιούς των ανθρώπων, διά να μοχθώσιν εν αυτώ.» (Εκκλησ. 1:13, 14) Έτσι, η σοφία και η γνώσις που ο Σολομών εξέταζε εδώ δεν περιλαμβάνει τη γνώσι που είναι αναγκαία για την απόκτησι θείας επιδοκιμασίας και ευλογίας.
Η αύξησις σε ανθρώπινη και κοσμική γνώσι είναι εκείνη που μπορεί να προσθέση πόνο. Τέτοια γνώσις μπορεί να φέρη απογοήτευσι κι ερεθισμό. Αυτό συμβαίνει διότι γίνεται κανείς οδυνηρά ενήμερος του γεγονότος ότι πάρα πολλά πράγματα στην ατελή ανθρώπινη κοινωνία είναι ελλειπή και δεν μπορεί η ικανότης του ανθρώπου να τα διορθώση. Ο Σολομών ετόνισε αυτό το σημείο όταν είπε: «Το στρεβλόν δεν δύναται να γίνη ευθές, και αι ελλείψεις δεν δύνανται ν’ αριθμηθώσιν.»—Εκκλησ. 1:15.
Εκτός αυτού, η ανθρώπινη ζωή, είναι πολύ σύντομη. Γι’ αυτό όταν κανείς, αναπτύσσεται σε γνώσι και σοφία, αρχίζει να εννοή πόσο περιωρισμένες ευκαιρίες έχει για να χρησιμοποιήση τη γνώσι και τη σοφία του. Και είναι ακόμη πιο μάταιο όταν προβλήματα και δυσμενείς συνθήκες εμποδίζουν τις προσπάθειές του να εφαρμόση τη γνώσι και τη σοφία του.
Αλλ’ αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει κανείς ν’ αποφύγη κάθε ανθρώπινη γνώσι για ν’ αποφύγη τον πόνο. Διότι σε κάθε προσπάθεια, είτε είναι εμπόριο, τέχνη, επιχείρησις είτε άλλη απασχόλησις, ένα άτομο χρειάζεται κάποια γνώσι. Αυτή η γνώσις θα τον προφυλάξη από το να σπαταλήση τους πόρους του, τις προσπάθειες και τις ικανότητές του άσκοπα. Πράγματι, η γνώσις χρειάζεται για να διατηρηθή κανείς στη ζωή. Ο Εκκλησιαστής λέγει στο 7:12: «Η υπεροχή της γνώσεως είναι, ότι η σοφία ζωοποιεί τους έχοντας αυτήν.» Η γνώσις μπορεί να προστατεύση κάποιον, όχι μόνον από συμφορά που οφείλεται σε απερισκεψία ή σε ανοησία, αλλ’ ακόμη από αυτοκαταστροφή λόγω ακολασίας, αχαλίνωτων παθών και επιβλαβών συναισθημάτων.
Η ανθρώπινη γνώσις και η σοφία έχουν βέβαια μεγαλύτερη αξία από την καθαρή απερισκεψία. Ο Βασιλεύς Σολομών παρετήρησε: «Και εγώ είδον ότι η σοφία υπερέχει της αφροσύνης, καθώς το φως υπερέχει του σκότους. Του σοφού οι οφθαλμοί είναι εν τη κεφαλή αυτού, ο δε άφρων περιπατεί εν τω σκότει.» (Εκκλησ. 2:13, 14) Ο σοφός άνθρωπος έχει μάτια που πραγματικά βλέπουν, προσέχοντας και εξετάζοντας πρόσωπα και πράγματα. Τα μάτια του υπηρετούν τις διανοητικές του δυνάμεις και αυτές τρέφουν την καρδιά. Αλλά το άτομο που υστερεί σε γνώσι και σοφία δεν βλέπει με προσεκτική οξυδέρκεια. Τα μάτια του είναι «εις τα άκρα της γης.» (Παροιμ. 17:24) Πλανώνται εδώ κι εκεί χωρίς συγκεκριμένο σκοπό υπ’ όψιν, διότι οι σκέψεις του είναι παντού, εκτός από εκεί που έπρεπε να είναι. Αυτό είναι βλαβερό στον ίδιο όπως και στους άλλους.
Αλλά δεν είναι ωφέλιμη όλη η ανθρώπινη γνώσις και σοφία. Η «σοφία του κόσμου» ίσως ν’ αντιτάσσεται στον Θεό. Αυτό συμβαίνει διότι η γενική άποψις, οι μέθοδοι, οι αρχές και οι σκοποί του κόσμου της αποξενωμένης από τον Θεό ανθρωπότητος, συχνά είναι αντίθετα με τον Θείο σκοπό. Σχετικά μ’ αυτό ο Απόστολος Παύλος έγραψε: «Δεν εμώρανεν ο Θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου; Διότι επειδή εν τη σοφία του Θεού ο κόσμος δεν εγνώρισε τον Θεόν διά της σοφίας, ηυδόκησεν ο Θεός διά της μωρίας του κηρύγματος να σώση τους πιστεύοντας. Επειδή και οι Ιουδαίοι σημείον αιτούσι και οι Έλληνες σοφίαν ζητούσιν· ημείς δε κηρύττομεν Χριστόν εσταυρωμένον, εις μεν τους Ιουδαίους σκάνδαλον, εις δε τους Έλληνας μωρίαν εις αυτούς όμως τους προσκεκλημένους, Ιουδαίους τε και Έλληνας, Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν· διότι το μωρόν του Θεού είναι σοφώτερον των ανθρώπων· και το ασθενές του Θεού είναι ισχυρότερον των ανθρώπων.»—1 Κορ. 1:20-25.
Και για τους αρχαίους Έλληνες και τους Ιουδαίους, ένας νεκρός κρεμασμένος στο ξύλο θα φαινόταν πράγματι σαν κάτι «ασθενές.» Για τους Ιουδαίους ήταν μια αιτία για πρόσκομμα, διότι κάθε κρεμασμένος σε ξύλο εθεωρείτο ως καταραμένος. Και για τους Έλληνες μόνον η ιδέα ότι κάτι καλό θα προήρχετο από τον θάνατο κάποιου στο ξύλο εφαίνετο μωρία. Όμως, ο θάνατος του Ιησού στο σταυρό δεν ήταν ούτε ανίσχυρο πράγμα ούτε μωρία. Επρομήθευσε τη βάσι για εκπλήρωσι όλων των υποσχέσεων του Θεού σχετικά με τη μέλλουσα ευλογία των υπάκουων ανθρώπων. Η κοσμική σοφία, που απορρίπτει την προμήθεια του αντιλύτρου, είναι μωρία.
Επίσης, άσχετα με το πόση γνώσι ή σοφία μερικά άτομα μπορεί να έχουν από πείρα στις συναλλαγές, από διορατικότητα στο εμπόριο, από διοικητική ικανότητα ή επιστημονική και φιλοσοφική μάθησι, όλες οι προσπάθειες για διαιώνισι του παρόντος συστήματος πραγμάτων είναι καταδικασμένες σε αποτυχία. Όταν γίνονται προσπάθειες που αγνοούν την προμήθεια του αντιλύτρου του Θεού και τον σκοπό του να πολιτεύεται με την ανθρωπότητα πάνω σ’ αυτή τη βάσι, η γνώσις σταματά να έχη αξία. Δεν μπορεί να φέρη τα ποθούμενα αποτελέσματα, και όταν χρησιμοποιήται έτσι, δεν διαφέρει από την άγνοια. Είναι ακριβώς όπως αναφέρεται στον Ψαλμό 127:1: «Εάν ο Ιεχωβά δεν οικοδομήση οίκον, εις μάτην κοπιάζουσιν οι οικοδομούντες αυτόν. Εάν ο Ιεχωβά δεν φύλαξη πόλιν, εις μάτην αγρυπνεί ο φυλάττων.»
Αν θέλωμε να αποφύγωμε να δοκιμάσωμε πόνο λόγω του ότι χρησιμοποιήσαμε ανθρώπινη γνώσι και σοφία μ’ ένα εσφαλμένο τρόπο, πρέπει ν’ αποφεύγουμε οτιδήποτε αντιτάσσεται στον Δημιουργό και τον σκοπό του. Πρέπει επίσης να οικοδομήσωμε τη γνώσι μας στο ορθό θεμέλιο. Ποιο είναι αυτό το θεμέλιο; Το Ιώβ 28:28, ΜΝΚ, απαντά: «Ο φόβος του Ιεχωβά, ούτος είναι η σοφία, και η αποχή από του κακού σύνεσις.»
Ο φόβος του Ιεχωβά είναι ένα σέβας, μια βαθειά ευλάβεια γι’ αυτόν με έναν υγιή φόβο μήποτε τον δυσαρεστήσωμε. Όταν άτομα έχουν αυτή την ορθή άποψι για τον Δημιουργό, δεν χρησιμοποιούν εσκεμμένως τη γνώσι τους για εγωιστικούς σκοπούς, αλλά επιδιώκουν την ωφέλεια των συνανθρώπων τους. Η σοφία που έχει ως αφετηρία της τον φόβο του Ιεχωβά, παράγει καλύτερους ανθρώπους και βελτιωμένες σχέσεις, διότι τέτοια σοφία «πρώτον μεν είναι καθαρά, έπειτα ειρηνική, επιεικής, ευπειθής, πλήρης ελέους και καλών καρπών, αμερόληπτος και ανυπόκριτος.»—Ιακ. 3:17.
Έτσι, μπορούμε να διακρίνωμε ότι η γνώσις σχετικά με τον Δημιουργό είναι η πιο αξιόλογη. Η ανθρώπινη γνώσις, αν και συνοδεύεται από οδυνηρές διαπιστώσεις για την περιωρισμένη χρήσι που εφαρμόζεται, λόγω των συνθηκών και της σύντομης ζωής, έχει επίσης τη θέσι της, ώστε κάνομε καλά όταν αποκτούμε ένα μέρος αυτής. Αλλά γνώσις που αντιτάσσεται στον σκοπό του Θεού πρέπει ν’ αποφεύγεται, αν θέλωμε ν’ αποφύγωμε τον πόνο βλέποντας τα έργα μας να καταλήγουν σε μηδέν. Το κυνήγι της «ψευδωνύμου γνώσεως» δεν θα μας εξασφαλίση την επιδοκιμασία κι ευλογία του Θεού, διότι αποτύχαμε να αποκτήσωμε τη σοφία που έχει τον φόβο του Ιεχωβά ως αφετηρία της.—1 Τιμ. 6:20.