Η Αποτυχία της Θρησκείας να Φθάση τη Νεολαία
ΥΠΑΡΧΟΥΝ πολλοί νέοι σήμερα, που αμφισβητούν ιδέες οι οποίες ήσαν παραδεκτές από γενεές. Δεν καταλαβαίνουν πώς το να έχης περισσότερα υλικά αγαθά από τον γείτονά σου—ένα μεγαλύτερο αυτοκίνητο ή ένα πιο φανταχτερό σπίτι—είναι ένας σκοπός της ζωής που αξίζει.
Πολλοί απορρίπτουν μια υλιστική κοινωνία που συχνά ρέπει στο να κρίνη έναν άνθρωπο από το πόσα χρήματα κερδίζει μάλλον, παρά από το τι είναι σαν άνθρωπος ή από το τι κάνει. Μερικοί ακόμη απορρίπτουν τον κώδικα ενδυμασίας που προσδιορίζει κάποιον ως μέλος της ευημερούσης, κατεστημένης κοινωνίας, η οποία αισθάνονται ότι έχει καταπιέσει τους πτωχούς και απόρους.
Βλέπουν τις αδικίες του κόσμου και το ψεύδος και την υποκρισία των υλιστικών εκκλησιών. Πολλοί νεαροί θεωρούν τις εκκλησίες των γονέων των απλώς κοινωνικές λέσχες.
Αντιλαμβάνονται, όπως είπε ο Μεθοδιστής λειτουργός Τσαρλς Μέρριλ Σμιθ στο βιβλίο του Το Συνδικάτο των Μαργαριταρένιων Πυλών [στην Αγγλική], ότι πολλοί άνθρωποι ενώνονται με μια θρησκεία για λόγους που δεν έχουν καμμιά σχέσι με την πνευματικότητα—δηλαδή, επειδή είναι δημοφιλής, ή κοινωνικώς επωφελής, ή είναι πηγή λαμπρών επιχειρηματικών γνωριμιών, ή είναι καλή από πολιτικής απόψεως, ή για οποιουσδήποτε άλλους αξιέπαινους λόγους, αλλ’ όχι ακριβώς για πνευματικούς λόγους.»
Αυτά τα γεγονότα τα αντελήφθησαν οι ιδιαίτερα απαιτητικοί και πολύ παρατηρητικοί νέοι της εποχής μας. Το περιοδικό Τάιμ ανέφερε ότι οι προσήλυτοι του «Κινήματος του Ιησού» συχνά «μιλούν υποτιμητικά για την κολακεία ή την υποκρισία των πρώην εκκλησιών των.»
«Η Αμερική πνευματικώς λιμοκτονεί μέχρι θανάτου,» είπε ο Τζόζεφ Λαϊακόνα, ένας πρώην Ρωμαιοκαθολικός ιεροσπουδαστής, ο οποίος προσεχώρησε σ’ ένα από τα «Χριστιανικά κοινόβια» της πολιτείας της Νέας Υόρκης.
Ο Δρ Νόρμαν Βίνσετ Πηλ, ένας διάσημος Διαμαρτυρόμενος κληρικός, είπε σ’ ένα άρθρο του στο Ρήντερς Ντάιτζεστ: «Από χρόνια παρακολουθούμε να αναπτύσσεται ένα θρησκευτικό κενό μεταξύ των νέων μας.» Οι εκκλησίες προσέφεραν «πενιχρή τροφή για τους πνευματικά λιμοκτονούντας,» είπε. « ‘Φύγετε,’ τούς είπαμε. ‘Κάμετε ένα μπάνιο. Κόψτε τα μαλλιά σας. Φορέστε κανονικά ρούχα. Παραδεχθήτε τις αξίες μας. Και τότε ελάτε και θα μιλήσωμε μαζί σας.’»
Οι εκκλησίες ενδιαφέρονται περισσότερο για τα κοινωνικά δεινά του κόσμου παρά για το «Ευαγγέλιον της σωτηρίας του Χριστού,» παρεδέχθη ο διάσημος Καθολικός ιερεύς Φούλτον Σην. «Όταν οι άμβωνες δεν αντηχούσαν πλέον αυτό το Όνομα ‘το υπέρ παν όνομα,’ οι νέοι άρχισαν να ονομάζωνται ‘λαός του Ιησού.’»
Αυτοί οι νέοι ρωτούν: «Ποια είναι η ικανοποίησις από ένα σπίτι, ένα νέο αυτοκίνητο και μια σταδιοδρομία αν ζης μόνο για να πεθάνης, και όλο το ανθρώπινο γένος δεν απέχει περισσότερο από 20 λεπτά από τον αφανισμό;» Κανένας δεν θέλει να εξαφανισθή η ανθρώπινη φυλή σε είκοσι λεπτά σ’ ένα ατομικό ολοκαύτωμα. «Κανένας δεν θέλει να πιστέψη ότι η ζωή του δεν έχει νόημα,» λέγουν, και προσθέτουν: «Ο Ιησούς δίνει νόημα.»
Οι σημερινές «κατεστημένες» θρησκείες έχουν από ένα πόδι στον κάθε κόσμο. Ισχυρίζονται ότι ακολουθούν τον Ιησού, αλλ’ είναι αναμεμιγμένες στην κοινωνική και πολιτική ζωή του κόσμου. Και ασφαλώς δεν απαιτούν υπακοή στις αυστηρές αρχές της ηθικής, της τιμιότητος, της πίστεως και του ζήλου που καθώρισε ο Ιησούς για τους ακολούθους του.
Το ενδιαφέρον των εκκλησιών για μη Γραφικά θέματα τις έχει οδηγήσει μακρυά από τις διδασκαλίες που δημιουργούσαν τόσο ζήλο μεταξύ των πρώτων Χριστιανών, που ζούσαν στις ημέρες του Ιησού και λίγο αργότερα. Πολλοί νέοι είδαν πολύ λίγα στις εκκλησίες σήμερα που θα μπορούσαν να τους συγκρατήσουν. Μερικοί έχουν απορρίψει τη θρησκεία ως «ανεφάρμοστη και υποκριτική.» Ο «λαός του Ιησού» τονίζει το γεγονός ότι δεν επιστρέφουν στη «θρησκεία,» αλλά στον «Ιησού.»a
Γιατί Ελκύονται;
Τι, λοιπόν, είναι αυτό που ελκύει τόσο πολλά άτομα σ’ αυτό το κίνημα; Ο «λαός του Ιησού» δεν ενδιαφέρεται για το τι εντύπωσι κάνει ένας άνθρωπος ή πώς είναι ντυμένος. Κάποιος, είτε ένας από τους λειτουργούς των ή ένα μέλος του ποιμνίου, βγήκε ειδικά για να προσελκύση αυτούς τους νέους, και αν ένα άτομο έχη πουκάμισο ή κάλτσες λίγο τους ενδιαφέρει.
Μερικές φορές η λειτουργία διευθύνεται από ένα νέο, που λέγει ότι και αυτός επίσης έπαιρνε ναρκωτικά, αλλ’ ανεκάλυψε ότι τα ναρκωτικά δεν οδηγούν εκεί που νόμιζε. Οι νέοι που πεινούν για τον Θεό βοηθούνται να αισθάνωνται άνετα. Και επειδή αγαπούν τη συντροφιά και αισθάνονται τη φυσική παρόρμησι να βοηθήσουν άλλους, φέρνουν τους φίλους των.
Ένα άλλο πράγμα που προσελκύει αυτούς τους νέους είναι η ευκαιρία να συμμετέχουν. Μπορούν να χειροκροτούν και να ψάλλουν. Μερικοί υψώνουν τα χέρια τους στον ουρανό και βογγούν. Δίνουν «μαρτυρίες» πώς εγκατέλειψαν τα ναρκωτικά, την πορνεία ή άλλα ελαττώματα.
Πολλοί άνθρωποι θα εκπλαγούν με το ενδιαφέρον με το οποίο τόσο πολλοί νέοι άνθρωποι προσέχουν μια συζήτησι για ένα βιβλίο της Γραφής, όπως ο Ωσηέ, και με την προσπάθεια που καταβάλλεται να το εφαρμόσουν στη ζωή τους. Το ενδιαφέρον των στην ερμηνεία της Βίβλου είναι μεγάλο· και αυτό συμβαίνει, επειδή οι εκκλησίες αγνόησαν αυτήν την ανάγκη, και πολλοί νέοι απομακρύνθηκαν απ’ αυτές σε μη ακριβείς ερμηνείες, χωρίς να γνωρίζουν που μπορούν να βρουν κάτι καλύτερο.
Αλλά τι δεν είναι σωστό στις ερμηνείες; Και υπάρχει μήπως κάτι καλύτερο;
[Υποσημειώσεις]
a Ένας διάλογος σ’ ένα από τα εικονογραφημένα βιβλία τους του Ιησού δείχνει ένα νέο να προσφέρη σ’ έναν άλλο λίγο ναρκωτικό («κόκκινο»). Λέγει τα εξής: «Θες λίγο κόκκινο;» «Όχι φίλε, έχω κάτι καλύτερο!» «Τι είν’ αυτό;» «Ο Ιησούς!» «Ωχ, θρησκεία.» «Όχι, φίλε, ο Ιησούς!»