Η Ελευθερία Λατρείας Θριαμβεύει
Από τον ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στη Βραζιλία
ΠΩΣ θα αισθανόσαστε αν ήσαστε σε μια συνάθροισι με ομοπίστους σας προσφέροντας λατρεία στον Θεό και ξαφνικά έμπαινε μέσα η αστυνομία για να κλείση αυτό το μέρος λατρείας; Αυτό ακριβώς συνέβη στους Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Κασοέιρας ντε Μακάκου και στη Τζαπουίμπα, στην Πολιτεία του Ρίο Ιανέιρο της Βραζιλίας, την Κυριακή, 13 Ιουνίου 1976.
Γιατί συνέβη αυτό το πράγμα; Διότι ωρισμένοι Μάρτυρες είχαν κάνει χρήσι του Γραφικού και νομίμου δικαιώματός των ν’ αρνηθούν μετάγγισι αίματος για το παιδί τους που είχε τραυματισθή.
Τι Είχε Συμβή
Την Παρασκευή, 11 Ιουνίου, ο δεκαεπτάχρονος Σέζαρ ντε Σούζα Κορρέα χτυπήθηκε μόνος του από ατύχημα μ’ ένα κυνηγετικό όπλο. Οι γονείς του τον πήγαν στο νοσοκομείο στην Κασοέιρας ντε Μακάκου, όπου έφθασε γύρω στις 8 το πρωί για να λάβη ιατρική περίθαλψι.
Οι νοσοκόμες και ο γιατρός που ήσαν εν υπηρεσία, διεπίστωσαν ότι ο νεαρός Σέζαρ είχε πάθει εσωτερική αιμορραγία και είχε χάσει αρκετή ποσότητα αίματος. Ο πατέρας του Σέζαρ, ο Οκτάβιο Λουίζ Κορρέα παρακάλεσε ένα χειρουργό και προσωπικό του φίλο, τον οποίο είχε καλέσει, να κάνη ό,τι μπορούσε για να σώση τον γυιο του. Ωστόσο, λόγω συνειδήσεως, ο πατέρας αντετάχθη στη χρήσι μεταγγίσεως αίματος ως μέσον παρατάσεως της ζωής του γυιου του. Συγχρόνως, ο Οκτάβιο δεν έκαμε τίποτε για να εμποδίση την κατάλληλη ιατρική περίθαλψι. Ούτε καν μπήκε στο χειρουργείο. Δυστυχώς, όμως, ο Σέζαρ πέθανε στη διάρκεια της εγχειρήσεως, παρά το γεγονός ότι του έκαναν μετάγγισι παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα του.
Όπως συμβαίνει συνήθως σ’ αυτές τις περιπτώσεις, η κοινή γνώμη εξαγριώθηκε και ακούσθηκαν κατηγορίες για άγνοια, φανατισμό και τα παρόμοια. Προφανώς υποκινούμενος από την κοινή γνώμη και τη δική του μεγάλη εκτίμησι για την ανθρώπινη ζωή, η οποία, όπως πίστευε, είχε παραμεληθή, ο Δικαστής Σέλζο Φ. Πάντζα εξέδωκε απόφασι (Διάταγμα Νο. 5/76) στις 13 Ιουνίου 1976, βάσει της οποίας έκλεισαν δύο Αίθουσες Βασιλείας των Μαρτύρων του Ιεχωβά και απαγορεύθηκε το έργο του κηρύγματός των σχετικά με τη βασιλεία του Θεού στην περιοχή του δήμου του.
Σύντομα τονίσθηκε στον δημόσιο τύπο ότι η ενέργεια του δικαστηρίου ήταν αντισυνταγματική. Παραδείγματος χάριν, ο Δρ. Μπέντζαμιν ντε Μοράες, καθηγητής ποινικού δικαίου στο Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο του Ρίο Ιανέιρο, είπε σε μια δήλωσι που έκανε στην εφημερίδα Ο Γκλόμπο, ότι ο δικαστής «προχώρησε πέρα απ’ ό,τι επιτρέπει το Σύνταγμα.» Αφού ανέφερε το Άρθρο 153 του Συντάγματος της Βραζιλίας, το οποίο εγγυάται ελευθερία συνειδήσεως, έκανε την εξής διαβεβαίωσι: «Οπωσδήποτε, αυτή η δικαστική ενέργεια θ’ ανατραπή στα ανώτερα δικαστήρια.»
Ο Δρ Τζοζέ Χ. Ντούτρα, εγκληματολόγος και καθηγητής ποινικού δικαίου, δήλωσε: «Κάνοντας κατάχρησι της θέσεώς του, ο Δικαστής [Σέλζο] Φελίτσιο Πάντζα . . . υπεσκέλισε, όπως φαίνεται, τις δύο άλλες Δυνάμεις: τη νομοθετική και την εκτελεστική, και αυτό έρχεται σε αντίθεσι με τη θέσι που ώρισε ο Μοντεσκιέ πριν από πολύν καιρό. . . . Προφανώς, η πορεία που ελήφθη επιβάλλει δικαστική ενέργεια, επειδή οι Μάρτυρες του Ιεχωβά βρίσκονται μέσα στα πλαίσια των καταφανών και απολύτων δικαιωμάτων τους.»
Μεταξύ άλλων νομικών, ο Δρ Θεμιστοκλής Καβαλκάντι εξέφρασε την πεποίθησί του ότι το ζήτημα, αφού υπεβλήθη προς εξέτασιν σ’ ένα ανώτερο δικαστήριο, θ’ απέβαινε υπέρ των Μαρτύρων του Ιεχωβά. (Ο Γκλόμπο 15 και 21 Ιουνίου 1976) Και αυτό συνέβη, πραγματικά, προς χαράν όλων εκείνων που αγαπούν την ελευθερία και τη δικαιοσύνη.
Η Ελευθερία Λατρείας Θριαμβεύει
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έκαναν χρήσι του δικαιώματός των να ‘απολογούνται και να βεβαιώνουν (να κατοχυρώνουν νομίμως) το ευαγγέλιον.’ (Φιλιππ. 1:7) Μέσω ενός τοπικού επισκόπου, του Λ. Λεκύ, έκαναν αίτησι για προδικαστική απόφασι. (Νο. 188/76) Η αίτησις αυτή υπεγράφη από τέσσερις νομικούς.
Σε μια εξέχουσα συνοπτική ανακεφαλαίωσι, ο νομικός σύμβουλος Δρ Αντόνιο Αουγκούστο ντε Βασκονσέλος Νέτο είπε: «Η απόφασις [η οποία επέβαλε το κλείσιμο των Αιθουσών Βασιλείας] υπερέβη τα όρια της εξουσίας που έχει ο Δικαστής, δηλαδή, να χειρίζεται ωρισμένες περιπτώσεις προς όφελος των νέων. Δεν γνωρίζω κανένα νόμο ο οποίος εξουσιοδοτεί τον Δικαστή να εκδίδη διάταγμα σύμφωνα με το οποίο η αστυνομία να κλείση όλες τις αίθουσες όπου τελεί τα της λατρείας του ένα θρησκευτικό δόγμα, του οποίου το τυπικόν λατρείας έχει δεόντως επικυρωθή από τις ειδικές επί τούτου εξουσίες. . . . Το διάταγμα περί σφραγίσματος όλων των τόπων συναθροίσεως των Μαρτύρων του Ιεχωβά, βρίσκεται σε αντίθεσι με τη συνταγματική αρχή της ελευθερίας της θρησκείας και τα δικαιοδοτικά όρια του Δικαστού.»
Αξιοσημείωτο επίσης ήταν το Έγγραφο Νο 274/76, λόγω του ότι σαφώς υπεράσπιζε την ελευθερία λατρείας. Εξεδόθη εκ μέρους του Δικαστικού Τμήματος του Υπουργείου Δικαιοσύνης, από τον Δρα Τζοζέ Αντόνιο Μάρκες, και λέγει τα εξής:
«Αρχικά, όπως έδειξε ο επιφανής Αρχηγός του Γραφείου του Θεματοφύλακος αυτού του Χαρτοφυλακίου στην ομιλία του, η Εκκλησία που πρόκειται να τεθή εκτός νόμου υπάρχει παγκοσμίως και σε όλη τη Βραζιλία.
«Δεύτερον, πρέπει να σημειωθή ότι το κλείσιμο των εκκλησιών δεν σημαίνει και την εξολόθρευσι του δόγματος, το τέλος των θρησκευτικών κανόνων που τηρούν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Η Χριστιανική θρησκεία ησκείτο ακόμη και στις Ρωμαϊκές κατακόμβες και, όσο περισσότερο εδιώκοντο οι ακόλουθοί της, τόσο περισσότερο η θρησκεία αυτή εξαπλούτο σ’ όλον τον κόσμο.
«Από την άποψι του Συντάγματος, το Έγγραφο Νο 5/76, που εξέδωσε ο Δρ Σέλζο Φελίτσιο Πάντζα, είναι αβάσιμο, διότι αντιτίθεται στο Άρθρο 153 ¶5 του Ομοσπονδιακού Συντάγματος.»
Η οριστική κρίσις απεδόθη το απόγευμα της 26ης Οκτωβρίου 1976. Η σοβαρή ατμόσφαιρα που επικρατούσε στην δικαστική αίθουσα του Πρώτου Πολιτικού Θαλάμου των Δικαστηρίων του Ρίο Ιανέιρο, στο Μέγαρο της Δικαιοσύνης, έδινε αφορμή για σοβαρές σκέψεις. Γύρω στις 4 το απόγευμα άρχισε η συνεδρίασις. Αρκετοί αντιπρόσωποι των Μαρτύρων του Ιεχωβά ήσαν παρόντες, περιλαμβανομένων και δύο νομικών, του Χ. Σ. Σίλβα και του Ο. ντο Ν. Πάουλα.
Όταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου ρώτησε αν ήταν παρών κάποιος δικηγόρος των Μαρτύρων του Ιεχωβά, ο Ο. ντο Ν. Πάουλα ζήτησε ν’ αγορεύση και έκαμε μια σύντομη προφορική υπεράσπισι, βασισμένη στη συνοπτική ανακεφαλαίωσι του συνηγόρου υπερασπίσεως. Κατόπιν, οι δικασταί του Σεβαστού Πρώτου Πολιτικού θαλάμου απεφάσισαν ομόφωνα υπέρ της εφέσεως και έκριναν την απόφασι που εξεδόθη από τον Δρα Πάντζα ως άκυρη και μη ισχύουσα, επιτρέποντας συγχρόνως την επαναλειτουργία των Αιθουσών Βασιλείας καθώς επίσης και το κήρυγμα του αγγέλματος της Βασιλείας στην περιοχή του δήμου της Κοσοέιρας ντε Μακάκου. Για μια φορά ακόμη, η ελευθερία λατρείας θριάμβευσε.—Βλέπε Ντιάριο Οφισιάλ της Πολιτείας του Ρίο Ιανέιρο, 11 Νοεμβρίου 1976, μέρος III.
Σπουδαία Ζητήματα Περιλαμβάνονται
Προς όφελος των ειλικρινών ατόμων που επιθυμούν να εξετάσουν αυτά τα περιστατικά, παραθέτομε εδώ μερικές ζωτικές ερωτήσεις που σχετίζονται με την περίπτωσι.
Ερ. Ποια άποψι διακρατούν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σχετικά με τη ζωή;
Απ. «Ο Ιεχωβά ως πηγή της ζωής εδήλωσε ότι η ανθρώπινη ζωή είναι πολύτιμη, ιερή. (Γέν. 9:5· Ψαλμ. 36:9) . . . Εμείς που αγαπούμε τη ζωή, τηρώντας ιερή κάθε μέρα της ζωής μας, προσπαθούμε να διεξάγουμε τις καθημερινές μας υποθέσεις και συναναστροφές μ’ έναν τρόπο που ν’ αξίζη την επιδοκιμασία Εκείνου που έδωσε ζωή στην ανθρωπότητα.»—Σκοπιά 1 Νοεμβρίου 1975, σελ. 671.
Για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά ο θάνατος δεν είναι ευλογία. Είναι ένας «εχθρός» που σύντομα θα καταστραφή από τον Θεό.—1 Κορ. 15:26, 54· Αποκάλ. 21:4.
Ερ. Εφόσον δεν επρόκειτο για τη δική του ζωή, αλλά για τη ζωή ενός άλλου ανθρωπίνου όντος, ποια ήσαν τα ελατήρια που ώθησαν τον Οκτάβιο, ένα Μάρτυρα, ν’ αρνηθή τη μετάγγισι αίματος για τον γυιο του;
Απ. Κάθε Μάρτυς αγαπά πολύ τα παιδιά του. Σ’ αυτή την περίπτωσι, ο Οκτάβιο και η σύζυγός του φρόντιζαν πάντοτε πολύ τα οκτώ παιδιά τους και την υιοθετημένη θυγατέρα τους. Συνεπώς, όταν ο Οκτάβιο πήρε αυτή την απόφασι, έλαβε υπ’ όψι του: (1) την πατρική του ευθύνη ενώπιον του Θεού, η οποία διασαφηνίζεται καλά στην Αγία Γραφή και στους νόμους αυτής της χώρας· (2) τις επιθυμίες του γυιου του ως ατόμου.
Σύμφωνα με τον Δρα Τζην Τσάζαλ, επίτιμο πρόεδρο της Διεθνούς Ενώσεως των Δικαστών Ανηλίκων, «Το παιδί, εφόσον είναι ένα άτομο, πρέπει πάντοτε να τυγχάνη μεταχειρίσεως ως άτομο και όχι σαν αντικείμενο.» (Τα δικαιώματα του παιδιού, όπως αναφέρεται από τον Α. Καβαλλιέρι, σελ. 20) Οπωσδήποτε αυτό αληθεύει και στην παρούσα περίπτωσι ενός μικρού ο οποίος ήταν Μάρτυς. Ένας δικαστής που έχει μεγάλη εκτίμησι για το πρόσωπο ενός παιδιού, δεν θα έκανε ποτέ δια της βίας μετάγγισι αίματος σ’ αυτόν σε αντίθεσι με τη θέλησι και τη συνείδησι αυτού του ατόμου.
Ερ. Γιατί ο Οκτάβιο Κορρέα αρνήθηκε τη μετάγγισι αίματος;
Απ. Βασικά λόγω της απαγορεύσεως της Αγίας Γραφής σχετικά με τη χρήσι του αίματος, για τροφή ή για την παράτασι της ζωής. Η Μεγάλη Εγκυκλοπαιδεία Δέλτα Λαρούς (The Great Encyclopedia Delta Larousse, στην Πορτογαλική) λέγει: «Το αίμα είναι ζων ιστός που ρέει στο κυκλοφοριακό σύστημα και του οποίου οι κύριες λειτουργίες είναι: 1) να μεταφέρη τα απαραίτητα θρεπτικά στοιχεία και το οξυγόνο σε όλους τους ιστούς του σώματος· 2) να συλλέγη και να οδηγή τα κατάλοιπα, τα οποία είναι άχρηστα ή επικίνδυνα για την κυτταρική δραστηριότητα, στα όργανα απεκκρίσεως (νεφρά, πνεύμονες, δέρμα, κλπ.).» (Σελ. 6079) Έτσι, το αίμα τρέφει και καθαρίζει το σώμα.
Ο Ιεχωβά Θεός, ο οποίος γνωρίζει περισσότερα για το αίμα από οποιονδήποτε άλλον, απηγόρευσε τη βρώσι αίματος. Ο Λόγος Του, η Αγία Γραφή, αναφέρει: «Κρέας όμως με την ζωήν αυτού, με το αίμα αυτού, δεν θέλετε φάγει.»—Γέν. 9:4.
Οι απόστολοι του Ιησού Χριστού και οι πρώτοι Χριστιανοί πρεσβύτεροι υπήκουαν σ’ αυτή τη θεία εντολή. Υπό την κατεύθυνσι του Αγίου πνεύματος του Θεού, απαιτήθη από τους Χριστιανούς να ‘απέχουν από ειδωλοθύτων και αίματος και πνικτού και πορνείας.’—Πράξεις των Αποστόλων 15:29· 21:25.
Ερ. Με το ν’ αρνηθή τη μετάγγισι αίματος, δεν περιώριζε ο Οκτάβιο Κορρέα την επαγγελματική ελευθερία του χειρουργού να διαλέξη την καλύτερη θεραπεία για τον ασθενή του;
Απ. Ο Κώδιξ Ιατρικής Ηθολογίας δηλώνει στο Άρθρο 48 ότι είναι προνόμιο του ιατρού να εκλέξη τη θεραπεία για τον ασθενή του. Αλλά το Άρθρο 31 τονίζει, επίσης, ότι ο γιατρός έχει καθήκον να πληροφορήση τον ασθενή για τη διάγνωσί του και την πρόγνωσί του, καθώς επίσης και για τον σκοπό της θεραπείας. Είναι προφανές ότι αυτές οι πληροφορίες παρέχονται για να δώση ο ασθενής τη συγκατάθεσί του. Στο κάτω κάτω, ποιος θα πληρώση τη θεραπεία; Ποιος πραγματικά αποφασίζει για το πρόσωπο και την ευημερία του;
Το Άρθρο 32 ¶f του κώδικος Ιατρικής Ηθολογίας είναι περιοριστικό όταν λέγη: «Ο ιατρός δεν επιτρέπεται να: ασκή την εξουσία του με τέτοιο τρόπο ώστε να περιορίζη τα δικαιώματα του ασθενούς ν’ αποφασίζη για τον εαυτό του και για την ευημερία του.» Αυτή η ηθολογική αρχή επιβεβαιώνεται από διατάγματα του πολιτικού και ποινικού κώδικος και δείχνει ότι ο ιατρός είναι υποχρεωμένος να δώση λόγο για οποιαδήποτε βλάβη συμβή στον ασθενή του.
Ας εξετάσωμε το παράδειγμα ενός ιατρού ο οποίος νοσηλεύεται από ένα συνάδελφό του, ίσως από κάποιον ειδικό. Δεν θα χρησιμοποιήση ‘τα δικαιώματά του ως ασθενούς’ για ν’ αποφασίση αν θα δεχθή ή αν θ’ απορρίψη την προτεινομένη θεραπεία;
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν περιορίζουν την επαγγελματική ελευθερία του ιατρού όταν του ζητούν να σεβασθή το δικό του Κώδικα Ηθολογίας και ούτε υπερβάλλουν τη σοβαρότητα της περιπτώσεως, ούτε ισχυρίζονται ότι η μετάγγισις αίματος είναι αλάνθαστη θεραπεία, όπως και δεν είναι.—Βλέπε Άρθρο 32, ¶d, και Άρθρο 5, ¶e.
Ερ. Μήπως ο Οκτάβιο Κορρέα ενήργησε εναντίον της επιστήμης, ή μήπως ενήργησε με άγνοια, όταν απέρριψε τη μετάγγισι αίματος για τον γυιο του;
Απ. Ο Δρ Άρθουρ Δ. Κέλλυ, πρώην γραμματεύς του Καναδικού Ιατρικού Συνδέσμου, δήλωσε: «Κανένας ιατρός δεν μπορεί με βεβαιότητα να πη ότι ένα άτομο θα πεθάνη αν δεν κάνη μετάγγισι ή θα ζήση αν κάνη. . . . Καταδικάζω τις μεθόδους με τις οποίες προσπαθούν να κάνουν δια της βίας μια μετάγγισι ή να επιβάλουν ένα οποιοδήποτε είδος θεραπείας. Τοποθετείτε τον εαυτό σας στη θέσι του Θεού.»—Θρησκεία, Ιατρική και Νόμος.
Κανένας πληροφορημένος ιατρός δεν αρνείται ότι τα καλά ιατρικά βιβλία περιέχουν σοβαρές προειδοποιήσεις εναντίον των μεταγγίσεων αίματος. Μερικά νοσοκομεία μάλιστα κάνουν διαλέξεις για τους κινδύνους των μεταγγίσεων.—Βλέπε HED, περιοδικό του Νοσοκομείου Ερνέστο Ντορνέλλες, του Μαρτίου 1972, σελ. 87-108, και την ιατρική εφημερίδα Ιάμσπε, του Οκτωβρίου—Δεκεμβρίου 1975, σελ. 28.
Μήπως οι επόμενες δηλώσεις είναι αντεπιστημονικές;
Ο Δρ Αλμέιντα Μασάντο, Υπουργός Υγείας στη Βραζιλία, δήλωσε: «Ο ασθενής πρέπει να έχη το ελάχιστον της ασφαλείας όταν κάνη μετάγγισι αίματος. . . . Δεν πρέπει να εκτίθεται στον κίνδυνο ελονοσίας, ηπατίτιδος, συφιλίδος και τρυπανοσωμιάσεως, (ασθενείας του Σάγκα).» (Βέγια, 31 Μαρτίου 1976, σελ. 54) Και όταν παρουσίαζε αποδείξεις ενώπιον της Βουλευτικής Επιτροπής Πληροφοριών του Καταναλωτού, στη Βουλή, ο Δρ Μασάντο είπε ότι το μολυσμένο αίμα «παράγει περισσότερα άσχημα αποτελέσματα από όσο όλα τα απαγορευμένα φάρμακα μαζί.»—Ο Εστάντο ντε Σάο Πάολο, 26 Νοεμβρίου 1976.
Ο Δρ Μπαρούχ Μπλάμπεργκ, κάτοχος Βραβείου Νόμπελ της ιατρικής το 1976, σχολίασε: «Ιδιαίτερα στη Βραζιλία, η πώλησις του αίματος πρέπει ν’ απαγορευθή, διότι μέσω των μεταγγίσεων μεταδίδεται όχι μόνο ηπατίτις, αλλά πολλές άλλες ασθένειες, όπως είναι η τρυπανοσωμίασις (νόσος του Σάγκα) και η ελονοσία.»—Εφημερίς της Βραζιλίας, 20 Σεπτεμβρίου 1976, σελ. 4.
Ερ. Από ιατρική άποψι, ποια αξιόπιστα υποκατάστατα προτείνουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αντί των μεταγγίσεων αίματος;
Απ. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι ευγνώμονες στους επιστήμονες οι οποίοι ανεκάλυψαν τα λεγόμενα υποκατάστατα του πλάσματος και, επίσης, στους ιατρούς οι οποίοι είναι πρόθυμοι να τα χρησιμοποιήσουν, ιδιαίτερα ως εκτατήρες όγκου πλάσματος. Ο Οκτάβιο Κορρέα είπε στον χειρουργό ότι θα επέτρεπε τη χρήσι εκτατήρων όγκου πλάσματος, όπως είναι η αλατούχος διάλυσις, το γαλακτικόν διάλυμα Ρίνγκερ, η επιταχυντική αίματος (αιμοεπιταχυντής), η κλινική δεξτράνη (ντεξτράν), η PVP (Πολυβινυλική Πυρρολιδόνη) και άλλα.
Όχι Φανατικοί, αλλά Σταθεροί
Αυτή η σύντομη εξέτασις υπογραμμίζει τα εξής: Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν είναι φανατικοί, αλλά οι απόψεις των για τη χρήσι αίματος είναι στερεά ριζωμένες στον αλάνθαστο Λόγο του Θεού. Το θεωρούν τελείως ζωτικό ν’ ακολουθούν τη Χριστιανική τους συνείδησι που είναι εκπαιδευμένη από τον Λόγο του, ακόμη και όταν διακυβεύεται η ζωή τους. Επί πλέον, εκτιμούν τις προσπάθειες των γιατρών και των επιστημόνων να παρατείνουν τη ζωή, οποτεδήποτε αυτές οι προσπάθειες δεν παραβιάζουν τη Γραφική υποχρέωσι του Χριστιανού να ‘απέχη από αίματος.’—Πράξ. 15:20, 29.
Παρ’ όλα αυτά, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι σταθεροί στην απόφασί τους να υπακούουν στον Παντοδύναμο Θεό και στον Λόγο του. Έτσι, θα συνεχίζουν ν’ απέχουν από αίμα. Επίσης, θα συνεχίζουν τις προσπάθειές τους να υποστηρίζουν την ελευθερία λατρείας. Γι’ αυτό τον σκοπό, ως αληθινοί Χριστιανοί, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ακολουθούν τη Γραφική συμβουλή να προσεύχωνται «υπέρ βασιλέων και πάντων των όντων εν αξιώμασι, δια να διάγωμεν βίον ατάραχον και ησύχιον εν πάση ευσεβεία και σεμνότητι.»—1 Τιμ. 2:1-5.