Δυο Δασκάλες Εξηγούν Γιατί Σταμάτησαν να Διδάσκουν
«Έφθασα στο σημείο ν’ αντιμετωπίζω κάθε μέρα την τάξι με τρόμο, και κατάλαβα ότι ήταν καιρός να φύγω.»
ΕΠΙ δεκαετίες οι εκπαιδευτές προσπαθούν να βρουν μια λύσι στο πρόβλημα, «Γιατί ο Γιαννάκης δεν μπορεί να διαβάση.» Εν τω μεταξύ, ο Γιαννάκης, εφοδιασμένος με το αλφαβητάριο, αρχίζει το δύσκολο έργο κατακτήσεως της έντυπης σελίδας. Πολύ συχνά ο Γιαννάκης απογοητεύεται όταν αλλάζη δύο ή τρεις δασκάλες από τον πρώτο κιόλας χρόνο. Έτσι, ενώ ο Γιαννάκης αγωνίζεται με το αλφαβητάριο, οι εκπαιδευτές έχουν ν’ αντιμετωπίσουν τα δικά τους προβλήματα αναγνώσεως, καθώς επίσης, και διδασκαλίας.
Τι συμβαίνει στον τομέα της εκπαιδεύσεως; Γιατί έμπειροι, αφοσιωμένοι δάσκαλοι εγκαταλείπουν το επάγγελμα για άλλες καρριέρες; Κι’ εμένα, επίσης, μου υπέβαλαν αυτό το ερώτημα, επειδή εγκατέλειψα το επάγγελμα περισσότερο από 10 χρόνια πριν από τη συνταξιοδότησι.
Η Κατάστασις στο Παρελθόν
Προέρχομαι από μια οικογένεια που τα μέλη της είναι κατά παράδοσι εκπαιδευτικοί. Όταν ήμουν παιδί κι’ έπαιζα σχολείο με τις κούκλες μου, ανυπομονούσα να φθάση ο καιρός που οι κούκλες, τα αρκουδάκια και τα πορσελάνινα προσωπάκια θα ζωντάνευαν στη δική μου αίθουσα διδασκαλίας. Τελικά, αυτό έγινε πραγματικότητα, με τη μορφή αγοριών της τρίτης τάξεως του δημοτικού.
Η εκπαιδευτική μου καρριέρα άρχισε τρεις μήνες μετά την έναρξι του σχολικού έτους, και ήμουν η τρίτη δασκάλα που είχε αλλάξει μέχρι τότε η τάξις. Αυτό μου το ανήγγειλαν θριαμβευτικά, καθώς μια φωνούλα ακούσθηκε να λέη. «Τις διώξαμε τις άλλες δυο.» Δεν έδωσα σημασία στο σχόλιό του και άρχισα να συνομιλώ μαζί τους, ρωτώντας για τον εαυτό τους, πράγμα που αμέσως έφερε τη συζήτησι στα αγαπημένα ζωάκια που είχαν στο σπίτι. Άκουα καθώς το κάθε παιδάκι προσπαθούσε να παινέση το δικό του ζωάκι περισσότερο από τα άλλα. Τελικά ρώτησα έναν μικρό, «Όταν το σκυλάκι σου ανεβαίνη πάνω σου και θέλη να παίξη, αλλά συ δεν θέλης να παίξης, τι κάνεις;»
«Το σπρώχνω.»
«Αλλά, τι θα γίνη αν το σπρώξης και δεν ξανάρθη;»
«Δεν θα το έκανε ποτέ αυτό.»
«Γιατί όχι;»
«Επειδή μ’ αγαπά!»
Με σιγανή φωνή, είπα: «Ξέρετε κάτι; Αφού σας άκουσα όλους, είμαι βέβαιη ότι θα σας αγαπήσω κι’ εγώ. Θα είμαι κι’ εγώ όπως εκείνο το σκυλάκι. Θα σας αφήσω να με σπρώχνετε κάπου-κάπου· αλλά, επειδή σας αγαπώ, δεν θα σας αφήσω να με διώξετε. Εν τάξει;»
Εκείνη τη στιγμή τους κέρδισα. Αυτό συνέβη λίγα χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Όπως συμβαίνει μ’ όλους τους δασκάλους, είχα κι’ εγώ τα αγαπημένα μου μαθήματα διδασκαλίας. Το κύριο μάθημα μεταξύ αυτών ήταν «Η Άνοδος και η Πτώσις των Παγκοσμίων Δυνάμεων» στις κοινωνικές μελέτες της έκτης τάξεως του δημοτικού. Μου έκανε μεγάλη εντύπωσι το πόσο συμφωνούσε το βοηθητικό βιβλίο με τη Βιβλική ιστορία. Ακόμη και το Σχολιολόγιο των Δασκάλων σχετικά με το βοηθητικό μας βιβλίο Ζώντας στον Παλιό Κόσμο συνιστούσε να διαβάζουν οι μαθητές την ιστορία του Ναβουχοδονόσορ και του ονείρου του από το βιβλίο του Δανιήλ, κεφάλαιο 2, σχετικά με την άνοδο και την πτώσι των παγκοσμίων δυνάμεων.
Εκείνες οι μέρες ήσαν ευτυχισμένες και η διδασκαλία ήταν μια απόλαυσις. Ο καιρός έφυγε γρήγορα και είχαν περάσει πάνω από δέκα χρόνια από τότε που σταμάτησα να διδάσκω για να γίνω μητέρα.
Στα τέλη της δεκαετίας του εξήντα, επέστρεψα στο επάγγελμα. Η χαρά που είχα κάποτε όταν δίδασκα έπρεπε τώρα να είναι μεγαλύτερη, διότι και το δικό μου παιδί τώρα ήταν στο σχολείο. Αλλά τα πράγματα είχαν αλλάξει!
Η Κατάστασις Σήμερα
Η έλλειψις σεβασμού σε κάθε επίπεδο ήταν τρομακτική. Ο σεβασμός που έδειχναν οι μαθητές στους δασκάλους ήταν πολύ λίγος· αλλά, την ίδια στάσι είχαν και οι καινούργιοι δάσκαλοι προς τους διευθυντές τους. Η πειθαρχία που κάποτε ήταν πολύ εύκολο να διατηρηθή ήταν τώρα σχεδόν ανύπαρκτη. Έμενα άναυδη από τις βλαστήμιες που άκουγα να βγαίνουν πολύ εύκολα από τα στόματα 11-χρονων μαθητών. Σύντομα, έφθασα στο σημείο ν’ αντιμετωπίζω κάθε μέρα την τάξι με τρόμο, και κατάλαβα ότι ήταν καιρός να φύγω.
Αποφάσισα να μιλήσω με πρώην δασκάλους και διευθυντές με τους οποίους είχα διδάξει. Επίσης, και με πρώην μαθητές, πολλοί από τους οποίους ήσαν τώρα γονείς παιδιών σχολικής ηλικίας.
Η πειθαρχία, ή μάλλον η έλλειψις αυτής, ήταν το μεγαλύτερο παράπονό τους. Ένας δάσκαλος σχολίασε τα εξής: «Θα έχετε μια επιτυχή μέρα αν κατορθώσετε να βαδίσετε από το ένα άκρο της αίθουσας ως το άλλο χωρίς να εμπλακήτε σε κάποια αψιμαχία».
Οι υποθέσεις τους ως προς τις αιτίες για την κατάπτωσι της πειθαρχίας ποικίλλαν, αλλά όλοι ανέφεραν ως κύρια αιτία την «έλλειψι σεβασμού προς την εξουσία.» Ένας διευθυντής παρατήρησε: «Πολλά παιδιά μαθαίνουν προτού έλθουν στο σχολείο ότι οι γονείς τους δεν έχουν κανένα σεβασμό για την κυβέρνησι, και πολλοί δεν πιστεύουν στον Θεό. Έτσι, για το παιδί οι γονείς αντιπροσωπεύουν τη μεγαλύτερη εξουσία. Όταν τα παιδιά δεν σέβωνται καθόλου τους γονείς τους, πώς θα σεβασθούν εμάς, τους δασκάλους;»
Ρώτησα μια εν ενεργεία δασκάλα με πείρα 25 ετών και πλέον, πόση έμφασις μπορεί να δοθή στις ηθικές αξίες. Εκείνη είπε ότι οι νεώτεροι δάσκαλοι δεν έβλεπαν το ζήτημα όπως και οι παλιότεροι, και οι πεπειραμένοι δάσκαλοι πρέπει να προσέχουν πολύ μήπως αγγίξουν τη θρησκευτική πλευρά του ζητήματος. Ένας έκανε το εξής σχόλιο: «Όταν η προσευχή βγήκε από τα σχολεία, κι’ εμείς οι δάσκαλοι σταματήσαμε να προσευχώμαστε.»
Πολλοί πιστεύουν ότι ο υποβιβασμός των αρχών στον κώδικα ενδυμασίας ήταν το θανάσιμο πλήγμα της πειθαρχίας στα σχολεία. Ένα ενδιαφέρον σχόλιο ήταν: «Τότε άρχισαν να σκέπτωνται με τον ίδιο τρόπο που ντύνονταν. Όταν εμείς νομίσαμε ότι δεν θα μπορούσαν να χειροτερεύσουν πια άλλο, τότε άρχισαν να ντύνωνται με τον ίδιο τρόπο που σκέπτονταν.» Σχεδόν όλοι οι δάσκαλοι παραδέχτηκαν ότι «όσο καλύτερη είναι η εμφάνισις, τόσο καλύτερος είναι και ο μαθητής.» Ένας δάσκαλος είπε στοχαστικά: «Όταν κάθωνται στις θέσεις τους με βρώμικα ‘μπλου τζηνς,’ με τα πάνω κουμπιά ξεκούμπωτα στα πουκάμισά τους, σας δημιουργείται η εντύπωσις ότι τα πρόσωπα που σας αντικρύζουν δεν δείχνουν καμμιά διάθεσι για μάθησι.»
Η Κατάστασις στο Μέλλον
Μολονότι τα σχόλια αυτά είναι αρνητικά, αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι μαθητές είναι στασιαστικοί. Πρέπει να πω σ’ εκείνους τους αγαπητούς μαθητές που δίνουν χαρά στους δασκάλους τους: «Εξ αιτίας σας, υπάρχουν ακόμη δάσκαλοι. Είσαστε όλοι θύματα ενός μεταβαλλόμενου κόσμου.» Ένας πρώην μαθητής συνώψισε: «Στις αρχές της δεκαετίας του εξήντα, ο κόσμος έμοιαζε μ’ ένα γυροσκόπιο που είχε χάσει, την ισορροπία του, και γύριζε σαν σβούρα. Αυτό σας κάνει να διερωτάσθε αν θα επανακτήση ποτέ την ισορροπία του.»
Ξαναθυμήθηκα τις κοινωνικές μου μελέτες, όταν δίδασκα στην έκτη τάξι του δημοτικού σχολείου, την πορεία των παγκοσμίων δυνάμεων, την άνοδό τους και την πτώσι τους, μέχρι τη σημερινή δύναμι—που ασφαλώς παραπαίει. Πόσο μεγαλειώδες θα είναι όταν κι αυτή η παγκόσμια δυναμις, δώση τη θέσι της σ’ εκείνη που δεν αναφέρεται σε σύγχρονα ιστορικά βιβλία—στη βασιλεία του Θεού υπό τον Χριστό Ιησού—αλλά η οποία τονίζεται στο παλιότερο βιβλίο του ανθρώπου, την Αγία Γραφή. Τότε το να διδάσκη κανείς θα είναι πάλι μια απόλαυσις.—Δ.Μ.
«Ήταν καιρός να σταματήσω την προσπάθεια για την αναχαίτισι του ρεύματος των αδιάφορων γονέων, των απαθών δασκάλων και των παραμελημένων παιδιών.»
ΟΤΑΝ αποφοίτησα από ένα γυμνάσιο του νότου στις αρχές της δεκαετίας του 50, οι μαθητές είχαν ακόμη μεγάλη εκτίμησι για τους διευθυντές και τους δασκάλους των σχολείων τους. Υπήρχε μεγάλη πειθαρχία στην αίθουσα διδασκαλίας, και το χειρότερο πράγμα που παρατηρούσε κανείς το διέπρατταν πολύ λίγα αγόρια που κρύβονταν πίσω από ένα θάμνο για να καπνίσουν ένα τσιγάρο. Δεν είχαμε ιδέα για τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ήδη η πόλις της Νέας Υόρκης, μέχρις ότου η ταινία «Ροκ Αράουντ δε Κλοκ» μας συγκλόνισε με δυσπιστία. Αυτό το είδος βίας και ασέβειας ποτέ δεν θα μπορούσε να συμβή εδώ!
Καθώς τα χρόνια περνούσαν, εξακολουθούσα να διαβάζω για το διαρκώς αυξανόμενο στασιαστικό πνεύμα των νεαρών, και ανησυχούσα τόσο πολύ ώστε όταν το πρώτο μου παιδί πήγε σχολείο, αποφάσισα να πάω κι’ εγώ σαν δασκάλα. Εκεί, μπορούσα να βλέπω τα πράγματα από κοντά, και να έχω μια γνώμη στο εκπαιδευτικό σύστημα.
Στη διάρκεια των έξη ετών που δίδαξα, έμαθα ότι είχαν συμβή πολλές απογοητευτικές αλλαγές. Η εξουσία είχε αφαιρεθή τελείως από τους διευθυντές. Δεν μπορούσαν να ελέγξουν καθόλου το προσωπικό τους. Το Υπουργείο Παιδείας τούς έστελνε δασκάλους κι’ αυτοί έπρεπε να τους δεχθούν. Αν ένας δάσκαλος αποδεικνυόταν ακατάλληλος με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ο διευθυντής δεν μπορούσε να κάνη τίποτε. Πολλοί από τους «απαρχαιωμένους» αφοσιωμένους δασκάλους μας συνταξιοδοτήθηκαν και οι αντικαταστάτες τους δεν μπορούσαν να συγκριθούν μαζί τους. Πολλοί απ’ αυτούς τους δασκάλους μιλούσαν πολύ άσχημα τα Αγγλικά—χρησιμοποιούσαν τη γλώσσα του δρόμου. Μερικοί φιλονικούσαν ανοιχτά με άλλους δασκάλους και εκδήλωναν τις στενές αντιλήψεις τους για εθνικά και θρησκευτικά ζητήματα.
Γονείς Ολίγων Ωρών
Το 90 και πλέον τοις εκατό των μητέρων των παιδιών που έρχονταν στο σχολείο μας—από το νηπιαγωγείο ως την έβδομη τάξι του δημοτικού—εργάζονταν έξω από το σπίτι, και τα μισά τουλάχιστον απ’ αυτά τα σπίτια ήσαν διαλυμένα. Πολλοί γονείς άφηναν τα παιδιά τους στο σχολείο μια ώρα προτού ανοίξουν οι πόρτες, έτσι ώστε να μπορούν να πάνε εγκαίρως στην εργασία τους.
Διαπίστωσα επίσης ότι οι μαθητές μου δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία να συνομιλούν με ενηλίκους. Οι γονείς τους μιλούσαν σ’ αυτά αλλά όχι μαζί μ’ αυτά. Προφανώς, ήμουν το μόνο ενήλικο άτομο που τα είχε ακούσει ποτέ και επαινέσει. Όταν μπορούσα να διευθετώ συναντήσεις με τους γονείς—με τους λίγους που έρχονταν ποτέ στο σχολείο—τους ενθάρρυνα να δαπανούν τουλάχιστον μισή ώρα τα βράδια ακούοντας τα παιδιά τους και ρωτώντας τα πώς πέρασαν τη μέρα τους, τι συνέβη στο σχολείο, και λοιπά. Πολλά απ’ αυτά τα παιδιά των εργαζομένων γονέων τούς έβλεπαν μόνο δυο ώρες κάθε βράδυ, και μερικοί γονείς εργάζονταν με βάρδιες, πράγμα που περιώριζε αυτό το χρόνο σε δυο μόνο μέρες τη βδομάδα, τα Σαββατοκύριακα.
Ταραχοποιοί της Τάξεως από Διαλυμένα Σπίτια
Διαπίστωσα ότι οι ταραχοποιοί της τάξεως προέρχονταν από διηρημένα σπίτια και από σπίτια όπου οι γονείς έλειπαν τις περισσότερες ώρες. Τα παιδιά αυτά χρειάζονταν αγάπη και προσοχή και έκαναν το παν για να τα αποκτήσουν. Έδειχναν με έντονο τρόπο πιστότητα στους γονείς τους και καυχώντο πάρα πολύ γι’ αυτούς. Διαισθανόμουν ότι έλεγαν στην πραγματικότητα: «Θέλω οι γονείς μου να είναι εκείνο που λέω ότι είναι.»
Μια άλλη σκέψις: Στο σπίτι, ποτέ δεν επιβάλλοντο οι κανόνες που έθεταν οι γονείς. Σαν αποτέλεσμα, τα παιδιά έπαιρναν στα ελαφρά τους σχολικούς κανόνες, επειδή νόμιζαν ότι ούτε και το σχολείο θα επέβαλε ποτέ τους νόμους του—πράγμα που συνέβαινε συχνά.
Ποτέ δεν προσπάθησα να διδάξω σε γυμνάσιο. Παρατηρούνται αρκετοί πυροβολισμοί, μαχαιρώματα, βιασμοί και καθημερινά συμβάντα κλοπής και εξωθήσεως σε ναρκωτικά στα σχολικά κτίρια. Αξιωματικοί της ασφαλείας είναι απαραίτητοι στα περισσότερα γυμνάσια. Αλλά οι εκπαιδευτές και η αστυνομία του σχολείου κάνουν στραβά μάτια στη συνεχή χρήσι της μαριχουάνας. Μερικοί μαθητές, στην πραγματικότητα πολλοί, παίρνουν «τις δόσεις τους» τον περισσότερο καιρό του σχολικού έτους.
Όταν άρχισα ν’ απογοητεύωμαι και να εξοργίζωμαι κάθε μέρα στο σχολείο, μεταφέροντας την απελπισία μου στο σπίτι, κατάλαβα ότι ήταν καιρός να σταματήσω την προσπάθεια για την αναχαίτισι του ρεύματος των αδιάφορων γονέων, των απαθών δασκάλων και των παραμελημένων παιδιών. Εγκατέλειψα το επάγγελμα της δασκάλας και χρησιμοποίησα αυτές τις ώρες για να εκπληρώσω τα καθήκοντα και τα προνόμιά μου στην οικογένειά μου. Τώρα έχω χρόνο να διδάσκω ένα πιο ικανοποιητικό θέμα—το νέο σύστημα του Θεού υπό τον Χριστό Ιησού, που είναι η απάντησις σε όλα τα προβλήματα τη ανθρωπότητας.—Σ. Φ.