Πύλες στον Τάμεση
Του ανταποκριτή του «Ξύπνα!» Στη Βρετανία
ΑΠΟΨΕ ένα εκατομμύριο Λονδρέζοι μπορούν να κοιμηθούν πιο ήσυχα. Μέχρι τώρα η ζωή και τα σπίτια τους βρίσκονταν σε κίνδυνο. Γύρω στα 120 τετραγωνικά χιλιόμετρα (46 τετραγωνικά μίλια) του μείζονος Λονδίνου βρίσκονται κάτω από τα ανώτατα επίπεδα πλημμύρας. Οι χαμηλότερες περιοχές εμφανίζονται με τη σκουρότερη απόχρωση στον παραπάνω χάρτη. Μια σοβαρή πλημμύρα θα προξενούσε ζημιά που θα κόστιζε τουλάχιστον 550 δισεκατομμύρια δραχμές (3,5 δισεκατομμύρια λίρες), παραλύοντας ένα μεγάλο μέρος της πόλης. Η σημερινή λύση δόθηκε μ’ ένα φράγμα από δέκα θύρες υδροφράκτη στο πλάτος του Τάμεση. Αυτές άρχισαν να λειτουργούν τον Νοέμβριο του 1982.
Ο Τάμεσης δεν ήταν πάντα ο αυστηρά προσδιορισμένος υδάτινος δρόμος που είναι σήμερα. Υπήρχε καιρός που η περιοχή από το Λονδίνο μέχρι τη θάλασσα δεν ήταν παρά ένα τεράστιο έλος, που κατά περιόδους πλημμύριζε όταν οι πλημμύρες έφταναν στο ανώτατο όριό τους. Αλλά καθώς η πόλη αυξανόταν, εκχερσωνόταν όλο και περισσότερο έδαφος και χτίστηκαν οι όχθες ώστε να κρατούν το έδαφος ξηρό. Ακόμη κι έτσι, όμως, όταν μερικές φορές οι πλημμύρες ξεπερνούσαν το ανώτατο όριό τους, έσπαζαν ή υπερπηδούσαν αυτά τα ανθρωποποίητα φράγματα. Ένα Αγγλο-Σαξονικό χρονικό ανέφερε μια σοβαρή πλημμύρα το 1099. Αργότερα ο ιστορικός Τζων Στόου έγραψε ότι το 1236 ο Τάμεσης ξεχείλισε και «ένας μεγάλος αριθμός κατοίκων πνίγηκε και στο μεγάλο Παλάτι του Γουεστμίνστερ κωπηλατούσαν μέσα σε βάρκες ανάμεσα από τις αίθουσες.»
Οι πλημμύρες έγιναν τόσο συχνές—κάθε δεκαετία περίπου—ώστε φαίνεται πώς είχαν γίνει δεκτές σαν κάτι το αναπόφευκτο. Επί αιώνες, η άμυνα ενάντια στην πλημμύρα είχε αφεθεί στους γεωκτήμονες που έχτιζαν και συντηρούσαν τις όχθες του ποταμού για να προστατεύσουν την περιουσία τους. Κατόπιν το 1879 μια Πράξη του Κοινοβουλίου κατέστησε υπεύθυνες τις τοπικές αρχές. Κι όμως ο κίνδυνος της πλημμύρας εξακολουθούσε να αυξάνει.
Γιατί; Όπως εξηγεί το περιοδικό Νιου Σάιεντιστ: « Πρώτα-πρώτα, το Λονδίνο προοδευτικά βουλιάζει. Όχι μόνο συμπιέζεται το στρώμα του πηλού πάνω στο οποίο είναι οικοδομημένο το Λονδίνο, αλλά στο διάβα των αιώνων όλη η Βρετανία γέρνει, με ... τη νοτιοανατολική πλευρά να βυθίζεται, προοδευτικά με ρυθμό 30 εκατοστόμετρα [1 πόδι] κάθε αιώνα. Δεύτερο, οι παλίρροιες στη Βόρεια Θάλασσα γίνονται κάθε χρόνο υψηλότερες.» Αυτό θεωρείται ότι οφείλεται στο λειώσιμο των μαζών του πολικού πάγου. Και τρίτο, η διακύμανση της στάθμης του Τάμεση εξαιτίας της παλίρροιας—η ποσότητα των θαλάσσιων νερών που αναβαίνουν και κατεβαίνουν στο ποτάμι—έχει αυξηθεί. Οι επανειλημμένες εκβαθύνσεις και τα ανυψωμένα προχώματα παρέχουν βαθύτερα και καθαρότερα κανάλια για να φεύγει ευκολότερα το νερό. Όλοι αυτοί οι παράγοντες έχουν συμβάλει στην ανύψωση των επιπέδων της παλίρροιας στο κεντρικό Λονδίνο κάπου 76 εκατοστόμετρα (2,5 πόδια) τα περασμένα εκατό χρόνια.
Παλιρροιακές Έφοδοι—Ο Αληθινός Κίνδυνος
Η χειρότερη απειλή, όμως, έρχεται από τις φουσκοθαλασσιές που προξενούνται από θύελλες στη Βόρεια Θάλασσα. Όταν ένα βαρομετρικό χαμηλό κινείται στον Ατλαντικό και γύρω από το άνω τμήμα της Σκωτίας, κάνει τη θάλασσα που βρίσκεται από κάτω του να ανυψώνεται σαν ένας «λοφίσκος» νερού. Όταν ο τεράστιος αυτός όγκος του επιπλέον νερού σπρώχνεται από τους θυελλώδεις ανέμους κάτω στη Βόρεια Θάλασσα που έχει σχήμα χωνιού και προστίθεται πάνω στα νερά μιας υψηλής παλίρροιας, τότε το Λονδίνο απειλείται. Και η κατάσταση επιδεινώνεται ακόμη πιο πολύ αν το γλυκό νερό του ποταμού βρίσκεται το ίδιο σε υψηλό επίπεδο εξαιτίας μιας μεγάλης βροχής.
Η τελευταία φορά που πλημμύρισε το κεντρικό Λονδίνο ήταν το 1928. Δεκατέσσερα άτομα πνίγηκαν και μεγάλες ποσότητες εμπορευμάτων καταστράφηκαν και έγιναν τεράστιες ζημιές σε κτίρια και εγκαταστάσεις. Το 1953, λίγο παρακάτω στην εκβολή του ποταμού, έγινε μια ακόμη πιο καταστροφική πλημμύρα, που κόστισε 300 ζωές. Η ίδια εκείνη πλημμύρα της Βόρειας Θάλασσας κόστισε 2.000 ζωές στις Κάτω Χώρες. Το κεντρικό Λονδίνο, όμως, δεν έπαθε τίποτα γιατί τα αμυντικά έργα εκεί κράτησαν. Κατόπιν, στις 8 Απριλίου 1982, η πόλη έφτασε ξανά κοντά στην τραγωδία. Μια πλημμυρίδα άρχισε να κατεβαίνει από τη Βόρεια Θάλασσα, σε συνδυασμό με μια υψηλή ανοιξιάτικη παλίρροια. Όμως μέσα σε λίγες ώρες ο αέρας άλλαξε και η έκτακτη αυτή ανάγκη πέρασε.
Ένα Κινητό Φράγμα για Προστασία
Κάτι χρειαζόταν που θα προστάτευε το Λονδίνο από την πλημμύρα και ωστόσο θα κρατούσε το ποτάμι ανοιχτό για τη ναυσιπλοΐα. Δύο εκδοχές παρουσιάστηκαν. Η μια ήταν να ανυψωθούν τα τοιχώματα και τα προχώματα άλλα δύο μέτρα (6,5 πόδια). Τα πλεονεκτήματα θα ήταν ότι τα τοιχώματα θα ήταν έτσι αρκετά υψηλά ώστε να διατηρηθούν και δεν θα υπήρχε καμιά πιθανότητα να πέσουν από ανθρώπινο λάθος ή από μηχανική κατάρευση. Αλλά με το να συνεχίζει κανείς να τα υψώνει, θα δημιουργούσε ένα φράγμα για τα μάτια και θα εμπόδιζε τη θέα. Έτσι η ιδέα αυτή εγκαταλείφθηκε.
Η άλλη εκδοχή ήταν να ανυψωθεί κάποιο είδος φράγματος στο πλάτος του ποταμού και να υψωθούν τα αμυντικά έργα εναντίον της πλημμύρας στο υπόλοιπο μέρος του ποταμού προς τη θάλασσα. Η πρώτη πρόταση ήταν να γίνει ένα φράγμα με δεξαμενές ρύθμισης της στάθμης του νερού που θα επέτρεπαν στα πλοία να περνούν. Επί έναν αιώνα στο σχέδιο αυτό αντιτάσσονταν με σφοδρότητα οι ιδιοκτήτες των αποβάθρων που φοβούνταν ότι οι άβολες δεξαμενές θα έστρεφαν τα πλοία σε άλλα μέρη. Αργότερα η νεοσχηματισμένη Αρχή του Λιμανιού του Λονδίνου αντιτάχθηκε επίσης γιατί το φράγμα θα αύξανε πάρα πολύ τη δημιουργία λάσπης στον ποταμό, πράγμα το οποίο θα σήμαινε τεράστιους λογαριασμούς για την εκβάθυνση. Και μετά από εκτεταμένη συζήτηση, μαζί μ’ έναν αριθμό εφαρμόσιμων μελετών και πειραμάτων, αποφασίστηκε να δημιουργηθούν κινητά φράγματα τα οποία θα μπορούσαν, αν θα ήταν αναγκαίο, να μετατραπούν σε φράγμα. Τον Αύγουστο του 1972 μια Πράξη του Κοινοβουλίου άνοιξε το δρόμο για ν’ αρχίσει το έργο. Η τοποθεσία που εκλέχθηκε ήταν στο Σίλβερτάουν του Γούλγουιτς Ρητς, κάπου 13 χιλιόμετρα (8 μίλια) μακριά από τη Γέφυρα του Πύργου προς τη μεριά της θάλασσας.
Πώς Λειτουργεί
Για να το θέσουμε απλά το πράγμα, το φράγμα αποτελείται από τρία κύρια συστατικά: πύλες, βάσεις και προβλήτες. Οι δέκα πύλες, η μια δίπλα στην άλλη ανάμεσα στις προβλήτες, καλύπτουν ένα πλάτος 520 μέτρων (570 υαρδών) στον ποταμό. Οι έξι απ’ αυτές είναι «ανορθούμενες», όπως φαίνεται στα διαγράμματα. Αυτές είναι σχεδιασμένες για να επικάθηνται επίπεδα πάνω στις βάσεις, οι οποίες είναι χαμηλά μέσα στην κοίτη του ποταμού όταν δεν βρίσκονται σε χρήση. Έτσι δεν εμποδίζουν την κυκλοφορία πάνω στο ποτάμι. Ωστόσο, όταν ανυψωθούν παρέχουν προστασία από τις κατακλυστικές πλημμυρίδες σε ύψος 1,70 μέτρα (5,5 πόδια) υψηλότερα απ’ όσο η καταστροφική παλίρροια του 1953. Τέσσερις απ’ αυτές τις πύλες έχουν πλάτος 61 μέτρα (200 πόδια), αφήνοντας επαρκή χώρο για να περνούν τα πλοία. Πράγματι, η καθεμιά απ’ αυτές έχει άνοιγμα ίσο με τη Γέφυρα του Πύργου. Κι αυτές οι χαλύβδινες πύλες έχουν ύψος 16 μέτρα (52 πόδια), πράγμα που σημαίνει ότι όταν μπαίνουν σε χρήση ανυψώνονται υψηλότερα από ένα πενταώροφο κτίριο πάνω από το ύψος του ποταμού.
Ένα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό των βάσεων, οι οποίες μαζί με το έρμα τους ζυγίζουν 23.000 τόνους, είναι ότι δεν εξαρτώνται από τη μαλακή κοίτη του ποταμού για τη στήριξή τους. Όπως και οι ίδιες οι πύλες, το βάθος τους βρίσκεται πάνω στις προβλήτες. Και είναι τόσο κατάλληλα τοποθετημένες με ακρίβεια ανάμεσα στις προβλήτες, ώστε μόνο μια αμελητέα ποσότητα νερού μπορεί να περάσει ανάμεσα τους.
Οι εννιά προβλήτες με το τεράστιο βάρος που έχουν πάνω τους τόσο των πυλών όσο και των βάσεων που κρατάνε τις πύλες, έπρεπε να χωθούν καλά κάτω στο ασβεστολιθικό δάπεδο, με σκληρό τσιμέντο 15 μέτρα (50 πόδια) κάτω από την κοίτη του ποταμού. Στην κορφή των προβλητών βρίσκεται το τεράστιο μηχανικό υλικό για το χειρισμό των πυλών. Προστατεύονται από τον καιρό με επενδύσεις από ανοξείδωτο χάλυβα που μοιάζουν με την πλώρη πλοίων και διατηρούν το ναυτικό τόνο που έχουν οι προβλήτες.
Αντιμετωπίζοντας μια Έκτακτη Ανάγκη
Όλα τα ζωτικά μέρη του μηχανισμού του φράγματος είναι διπλά ώστε να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα αποτυχίας στη διάρκεια μιας έκτακτης ανάγκης. Η ηλεκτρική ενέργεια είναι προσιτή από τρεις πηγές: από το ίδιο το εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος του φράγματος και από το εθνικό δίκτυο είτε από το βορρά είτε από το νότο του ποταμού. Τίποτα δεν έχει αφεθεί στην τύχη. Μέσα σε 30 λεπτά μόνο, οι πύλες μπορούν όλες να κλείσουν—σε 15 λεπτά σε τρομερή ανάγκη. Δύο φορές το μήνα όλες οι πύλες κλείνονται διαδοχικά για να βεβαιωθεί η σωστή λειτουργία τους.
Τα πλοία και τα μικρότερα σκάφη πάνω στον Τάμεση καθοδηγούνται διαρκώς από το ραντάρ, ακριβώς όπως και τα αεροπλάνα που πετούν πάνω από ένα αεροδρόμιο. Σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης θα τους δοθεί προειδοποίηση δύο ωρών. Κατόπιν οι μαζικοί ανυψωτικοί δοκοί θα ανυψώσουν τις πύλες. Θα ασφαλιστούν στη θέση αυτή και το Λονδίνο θα είναι ασφαλές—κρατώντας μακριά τη θάλασσα. Αυτό αποδείχτηκε για πρώτη φορά από τότε που μπήκε σε λειτουργία όταν, το βράδυ 1/2 Φεβρουαρίου 1983, ένας συνδυασμός από υψηλές παλίρροιες και θύελλες της Βόρειας Θάλασσας απείλησε το Λονδίνο. Οι αρχές ανέφεραν ότι «το σύστημα λειτούργησε τέλεια.»
Με κόστος που έχει ξεπεράσει τα 80 δισεκατομμύρια δραχμές (500 εκατομμύρια λίρες), δημιουργήθηκε το εξής ερώτημα: Άξιζε τη δαπάνη—ιδιαίτερα εφόσον αναμένεται ότι το φράγμα θα χρειάζεται μόνο δύο ή τρεις φορές το χρόνο στο υπόλοιπο του αιώνα μας; Αλλά αν οι πλημμύρες εξακολουθούν να γίνονται υψηλότερες με τον ίδιο ρυθμό που είχαν στη διάρκεια των προηγούμενων 200 ετών, και καθώς το Λονδίνο εξακολουθεί να βουλιάζει, το φράγμα θα χρησιμοποιείται ολοένα και περισσότερο. Έχει κατασκευαστεί για να διαρκέσει εκατό χρόνια. Με σχετικά χαμηλό κόστος λειτουργίας, μπορεί να θεωρηθεί σαν ένα ασφάλιστρο για την προστασία της πρωτεύουσας, το οποίο πληρώθηκε εξ ολοκλήρου και προκαταβολικά. Ο πληθυσμός και η τεράστια επένδυση σε περιουσίες στο Λονδίνο, στη βιομηχανία, στο εμπόριο και στις αναγκαίες υπηρεσίες τώρα θα είναι ασφαλείς.
Οι θύρες του υδροφράκτη του Τάμεση είναι πραγματικά ένα καλό παράδειγμα των ωφελειών που μπορεί να απολαύσει ο άνθρωπος όταν βάζει τις αξιοσημείωτες μηχανικές του δεξιότητες σε ειρηνική χρήση.
[Χάρτης στη σελίδα 24]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Γουεστμίνστερ
Λάμπεθ
Σίτυ
Σάουθγορκ
Τάουερ Χάμλετς
Λιούισαμ
Νιούχαμ
Τοποθεσία του Φράγματος
Γκρήνουιτς
Μπέξλυ
Μπάρκιν
[Εικόνες στη σελίδα 25]
Α. Ο υδατοφράκτης εκτός λειτουργίας, βρίσκεται μέσα στην κοίτη του ποταμού
Β. Ο υδατοφράκτης ανυψωμένος για προστασία από την πλημμύρα, φράζοντας το νερό που έρχεται από τη θάλασσα
Α. Ανοιχτή θέση
Β. Κλειστή θέση