Προσπάθησαν να Κρατήσουν το Λόγο του Θεού Μακριά από το Λαό
ΚΑΘΩΣ περνούσε ο καιρός, γίνονταν προσπάθειες για να μεταφραστεί η Αγία Γραφή στις γλώσσες που μιλούσε ο κοινός λαός. Ελάχιστοι μπορούσαν να τη διαβάσουν στις μορφές της εβραϊκής και της ελληνικής στις οποίες γράφτηκε. Όσο δε για εμάς σήμερα, οι περισσότεροι θα δυσκολευόμασταν να καταλάβουμε το Λόγο του Θεού αν ήταν διαθέσιμος μόνο στις αρχαίες μορφές αυτών των γλωσσών.
Περίπου 300 χρόνια προτού ζήσει ο Ιησούς στη γη, άρχισε το έργο μετάφρασης των Εβραϊκών Γραφών στην ελληνική. Το προϊόν αυτής της εργασίας είναι γνωστό ως η Μετάφραση των Εβδομήκοντα. Περίπου 700 χρόνια αργότερα, ο Ιερώνυμος παρήγαγε την περίφημη μετάφραση Βουλγάτα. Επρόκειτο για μια απόδοση των Εβραϊκών και των Ελληνικών Γραφών στη λατινική, που ήταν τότε η κοινή γλώσσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Αργότερα, η λατινική άρχισε να χάνει έδαφος ως καθομιλούμενη γλώσσα. Μόνο οι πολύ μορφωμένοι την κατείχαν καλά, και η Καθολική Εκκλησία εναντιωνόταν στις προσπάθειες για μετάφραση της Γραφής σε άλλες γλώσσες. Οι θρησκευτικοί ηγέτες διατείνονταν ότι μόνο η εβραϊκή, η ελληνική και η λατινική ήταν κατάλληλες γλώσσες για το Βιβλικό κείμενο.a
Εκκλησιαστικές Διαιρέσεις και Μετάφραση της Γραφής
Τον ένατο αιώνα Κ.Χ., ο Μεθόδιος και ο Κύριλλος, Θεσσαλονικείς ιεραπόστολοι που ενεργούσαν εκ μέρους της Ανατολικής Εκκλησίας η οποία έδρευε στο Βυζάντιο, προώθησαν τη σλαβική ως εκκλησιαστική γλώσσα. Στόχος τους ήταν να δώσουν τη δυνατότητα στους σλαβικούς λαούς της Ανατολικής Ευρώπης, που δεν καταλάβαιναν ούτε ελληνικά ούτε λατινικά, να μάθουν για τον Θεό στη δική τους γλώσσα.
Εντούτοις, αυτοί οι ιεραπόστολοι συνάντησαν σφοδρή εναντίωση από Γερμανούς ιερείς, οι οποίοι επιδίωκαν να επιβάλουν τη λατινική ως ανάχωμα στην εξαπλούμενη επιρροή της Βυζαντινής Χριστιανοσύνης. Σαφώς, η πολιτική μετρούσε για αυτούς περισσότερο από ό,τι η θρησκευτική παιδεία του λαού. Η κλιμακούμενη ένταση ανάμεσα στο Δυτικό και στο Ανατολικό τμήμα του Χριστιανικού κόσμου οδήγησε στο σχίσμα μεταξύ Ρωμαιοκαθολικής και Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας το 1054.
Πολεμούν τη Μετάφρασή Της
Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία υιοθέτησε τελικά την άποψη ότι η λατινική είναι ιερή γλώσσα. Ως εκ τούτου, όταν το 1079 ο δούκας της Βοημίας Βρατίσλαος ζήτησε άδεια για να χρησιμοποιείται η σλαβική στις τοπικές εκκλησιαστικές λειτουργίες, ο Πάπας Γρηγόριος Ζ΄ του έγραψε: «Δεν μπορούμε επ’ ουδενί να ικανοποιήσουμε αυτό το αίτημα». Ποιος ήταν ο λόγος;
Ο Γρηγόριος δήλωσε: «Είναι προφανές σε όσους εξετάζουν το ζήτημα προσεκτικά ότι ο Θεός ευαρεστήθηκε να κάνει την Αγία Γραφή δυσνόητη σε ορισμένα σημεία, γιατί αν ήταν απολύτως κατανοητή σε όλους, θα μπορούσε να εκχυδαϊστεί και να αντιμετωπιστεί χωρίς σεβασμό ή να παρανοηθεί σε τέτοιον βαθμό από ανθρώπους περιορισμένης νοημοσύνης ώστε να τους οδηγήσει σε πλάνη».
Η πρόσβαση του κοινού λαού στη Γραφή ήταν εξαιρετικά περιορισμένη, και αυτό δεν έπρεπε να αλλάξει. Με αυτόν τον τρόπο, ο κλήρος μπορούσε να εξουσιάζει τις μάζες. Δεν ήθελαν να ανακατεύεται ο κοινός λαός σε τομείς που θεωρούσαν δικά τους «χωράφια».
Το 1199, ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ αναφέρθηκε με κείμενό του στους «αιρετικούς» που είχαν μεταφράσει τη Γραφή στη γαλλική και τολμούσαν να τη συζητούν μεταξύ τους. Ο Ιννοκέντιος εφάρμοσε σε αυτούς τα λόγια του Ιησού: «Μη δώσετε ό,τι είναι άγιο στους σκύλους, ούτε να ρίξετε τα μαργαριτάρια σας μπροστά στα γουρούνια». (Ματθαίος 7:6) Ποιο ήταν το σκεπτικό του; «Κανένας απλός και αμαθής άνθρωπος δεν πρέπει να τολμάει να ασχοληθεί με το μεγαλείο των ιερών Γραφών ή να τις κηρύξει σε άλλους». Όσοι παρήκουαν την εντολή του πάπα παραδίδονταν συνήθως στους ιεροεξεταστές, οι οποίοι τους υπέβαλλαν σε βασανιστήρια για να τους αποσπάσουν ομολογίες. Όσοι αρνούνταν να αποκηρύξουν τις πεποιθήσεις τους καίγονταν ζωντανοί.
Στη διάρκεια της μακράς μάχης εναντίον της κατοχής και της ανάγνωσης της Γραφής, πολλοί επικαλούνταν την επιστολή του Πάπα Ιννοκέντιου για να υποστηρίξουν την απαγόρευση της χρήσης της και της μετάφρασής της σε άλλες γλώσσες. Σύντομα μετά το διάταγμά του, άρχισαν να στέλνουν στην πυρά τις Γραφές που ήταν σε καθομιλούμενες γλώσσες καθώς και κάποιους από τους κατόχους τους. Στους μετέπειτα αιώνες, οι επίσκοποι και οι ηγέτες της Καθολικής Ευρώπης έκαναν τα αδύνατα δυνατά για να διασφαλίσουν την τήρηση της απαγόρευσης που είχε επιβάλει ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ΄.
Η Καθολική ιεραρχία ασφαλώς γνώριζε ότι πολλές από τις διδασκαλίες της βασίζονταν στην εκκλησιαστική παράδοση και όχι στη Γραφή. Αναμφίβολα, αυτό εξηγεί εν μέρει την απροθυμία τους να επιτρέψουν στους πιστούς τους την πρόσβαση στη Γραφή. Αν οι άνθρωποι τη διάβαζαν, θα διαπίστωναν την ασυμβατότητα των εκκλησιαστικών τους δοξασιών με τις Γραφές.
Τα Επακόλουθα της Μεταρρύθμισης
Η εμφάνιση του Προτεσταντισμού μεταμόρφωσε το θρησκευτικό τοπίο στην Ευρώπη. Οι προσπάθειες του Μαρτίνου Λούθηρου να μεταρρυθμίσει την Καθολική Εκκλησία και η τελική του ρήξη με αυτήν το 1521 βασίστηκαν ουσιαστικά στην κατανόηση των Γραφών που είχε αποκτήσει. Όταν, λοιπόν, αυτή η ρήξη ήταν οριστική, ο Λούθηρος, όντας χαρισματικός μεταφραστής, επιδίωξε να καταστήσει τη Γραφή διαθέσιμη στο κοινό.
Η γερμανική μετάφραση του Λούθηρου με την ευρεία διάδοσή της δεν πέρασε απαρατήρητη από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, η οποία θεωρούσε ότι έπρεπε να αντισταθμίσει την επίδραση της Γραφής του Λούθηρου με μια μετάφραση εγκεκριμένη από την εκκλησία. Σύντομα εμφανίστηκαν δύο τέτοιες μεταφράσεις στη γερμανική. Το 1546 όμως, λιγότερο από 25 χρόνια μετά, η Ρωμαιοκαθολική Σύνοδος του Τριδέντου ουσιαστικά έθεσε κάθε εκτύπωση θρησκευτικών συγγραμμάτων, μη εξαιρουμένων των μεταφράσεων της Γραφής, υπό τον έλεγχο της εκκλησίας.
Η Σύνοδος του Τριδέντου όρισε ότι «στο εξής οι ιερές Γραφές . . . θα τυπώνονται με τον ορθότερο δυνατό τρόπο· ότι δεν θα είναι νόμιμο για κανέναν να τυπώνει ή να φροντίζει να τυπωθούν οποιαδήποτε βιβλία για ιερά θέματα χωρίς το όνομα του συγγραφέα· ή στο μέλλον να τα πουλάει ή έστω να τα έχει στην κατοχή του, εκτός αν έχουν πρώτα εξεταστεί και εγκριθεί από τον [τοπικό επίσκοπο]».
Το 1559, ο Πάπας Παύλος Δ΄ εξέδωσε τον πρώτο κατάλογο βιβλίων που ήταν απαγορευμένα από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Ο κατάλογος απαγόρευε την κατοχή μεταφράσεων της Γραφής στην αγγλική, στη γαλλική, στη γερμανική, στην ισπανική, στην ιταλική και στην ολλανδική, καθώς και ορισμένων στη λατινική. Όποιος ήθελε να διαβάσει τη Γραφή έπρεπε να πάρει γραπτή άδεια από τους επισκόπους ή τους ιεροεξεταστές—προοπτική καθόλου δελεαστική για όσους δεν ήθελαν να κινήσουν υποψίες ότι είναι αιρετικοί.
Όσοι τολμούσαν να έχουν ή να διανέμουν Γραφές στην καθομιλούμενη γλώσσα της περιοχής τους βρίσκονταν αντιμέτωποι με το μένος της Καθολικής Εκκλησίας. Πολλοί συλλαμβάνονταν, καίγονταν στην πυρά, σουβλίζονταν, καταδικάζονταν σε ισόβια δεσμά ή στέλνονταν στις γαλέρες. Οι Γραφές που κατάσχονταν παραδίδονταν στις φλόγες. Μάλιστα, Καθολικοί ιερείς εξακολουθούσαν να κατάσχουν και να καίνε Γραφές ακόμα και μέχρι τον 20ό αιώνα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Προτεσταντισμός υπήρξε πραγματικός φίλος και υπέρμαχος της Γραφής. Το 18ο και το 19ο αιώνα, μερικοί Προτεστάντες θεολόγοι πρωτοστάτησαν στην ανάπτυξη μεθόδων μελέτης που έγιναν γνωστές ως ανώτερη κριτική. Με τον καιρό, πολλοί αποδέχτηκαν διδασκαλίες επηρεασμένες από τις δαρβινικές θεωρίες ότι η ζωή δεν δημιουργήθηκε αλλά με κάποιον τρόπο εμφανίστηκε τυχαία και εξελίχθηκε χωρίς την παρέμβαση Δημιουργού.
Θεολόγοι, ακόμα και πολλοί κληρικοί, δίδασκαν ότι η Γραφή βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε θρύλους και μύθους. Ως αποτέλεσμα, σήμερα δεν είναι ασυνήθιστο να ακούμε Προτεστάντες κληρικούς, καθώς και πολλούς ενορίτες τους, να απορρίπτουν τη Γραφή ισχυριζόμενοι ότι είναι ιστορικά ανακριβής.
Ίσως έχετε δει να αμφισβητείται η αυθεντικότητα της Γραφής, και πιθανώς εκπλήσσεστε με τις προσπάθειες που έγιναν τους περασμένους αιώνες για να καταστραφεί. Μολαταύτα, οι επιθέσεις απέτυχαν. Η Γραφή βγήκε αλώβητη από όλες!
Γιατί Επέζησε
Είναι αλήθεια ότι πολλοί αγάπησαν τη Γραφή και ήταν διατεθειμένοι να καταθέσουν ως και τη ζωή τους για να την υπερασπιστούν. Το μυστικό της επιβίωσής της όμως έγκειται σε μια δύναμη μεγαλύτερη από την ανθρώπινη αγάπη. Η Γραφή επιβίωσε για τον απλούστατο λόγο ότι όλοι όσοι συνέταξαν τα συγγράμματα που την απαρτίζουν είχαν εμπνευστεί από τον Θεό.—Ησαΐας 40:8· 1 Πέτρου 1:25.
Με την ανάγνωση και την εφαρμογή των όσων διδάσκει η Γραφή, μπορούμε να βελτιώσουμε τη ζωή, την υγεία και την οικογενειακή ζωή μας. Ο Θεός θέλει να επιζήσει η Γραφή και να μεταφραστεί σε όσο το δυνατόν περισσότερες γλώσσες, ώστε όλοι να έχουν την ευκαιρία να μάθουν να τον αγαπούν, να τον υπηρετούν και τελικά να απολαύσουν τις αιώνιες ευλογίες του. Ασφαλώς, αυτό επιθυμούμε όλοι!
Ο Ιησούς είπε προσευχόμενος στον ουράνιο Πατέρα του: «Ο λόγος σου είναι αλήθεια». (Ιωάννης 17:17) Η Βίβλος—οι Γραφές που διάβαζε και δίδασκε ο Ιησούς—είναι το μέσο με το οποίο ο Θεός δίνει απαντήσεις στα ερωτήματα που απασχολούν τους ειλικρινείς ανθρώπους.
Σας προτρέπουμε θερμά να μάθετε περισσότερα για το άγγελμα του Θεού προς την ανθρωπότητα το οποίο περιέχεται στην Αγία Γραφή. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι οποίοι διανέμουν αυτό το περιοδικό, θα χαρούν να σας βοηθήσουν.b
[Υποσημειώσεις]
a Αυτή η αντίληψη φαίνεται πως προήλθε από τα συγγράμματα του Ισπανού επισκόπου Ισίδωρου της Σεβίλης (560-636 Κ.Χ.), ο οποίος ισχυριζόταν το εξής: «Υπάρχουν τρεις ιερές γλώσσες, η εβραϊκή, η ελληνική και η λατινική, και είναι υπέρτατες σε όλο τον κόσμο. Διότι σε αυτές τις τρεις γλώσσες έγραψε ο Πιλάτος την κατηγορία κατά του Κυρίου πάνω από το σταυρό». Βέβαια, την απόφαση να αναγραφεί η κατηγορία σε αυτές τις τρεις γλώσσες την πήραν ειδωλολάτρες Ρωμαίοι. Δεν επρόκειτο για απόφαση που πάρθηκε υπό την κατεύθυνση του Θεού.
b Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί τους, χωρίς δεσμεύσεις, σε μια από τις διευθύνσεις που αναφέρονται στη σελίδα 5 ή στον ιστότοπο www.watchtower.org.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 6]
Η πρόσβαση του κοινού λαού στη Γραφή ήταν εξαιρετικά περιορισμένη και με αυτόν τον τρόπο ο κλήρος μπορούσε να εξουσιάζει τις μάζες
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 8]
Όταν γίνονταν αντιληπτοί εκείνοι που τολμούσαν να έχουν ή να διανέμουν Γραφές, καίγονταν στην πυρά ή καταδικάζονταν σε ισόβια δεσμά
[Πλαίσιο στη σελίδα 9]
ΟΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ
Ο Δημιουργός θέλει να ξέρουμε τις απαντήσεις στα εξής θεμελιώδη ερωτήματα:
● Γιατί βρισκόμαστε εδώ;
● Γιατί υπάρχουν τόσο πολλά βάσανα;
● Πού βρίσκονται οι νεκροί;
● Πού οδεύει η ανθρωπότητα;
Η Αγία Γραφή δίνει απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα καθώς και πρακτικές συμβουλές για το πώς να βρούμε αληθινή ευτυχία.
[Πίνακας/Εικόνες στις σελίδες 6, 7]
ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ ΣΕ ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ
περ. 636 Κ.Χ.
Ο Ισίδωρος της Σεβίλης διατείνεται ότι η εβραϊκή, η ελληνική και η λατινική είναι «ιερές» γλώσσες και επομένως οι μόνες κατάλληλες για την Αγία Γραφή
1079
Ο Πάπας Γρηγόριος Ζ΄ απορρίπτει κατηγορηματικά το αίτημα του Βρατίσλαου για χρήση της σλαβικής στην εκκλησία, δηλώνοντας ότι οι Γραφές δεν πρέπει να είναι προσβάσιμες σε ανθρώπους «περιορισμένης νοημοσύνης»
1199
Ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ θεωρεί αιρετικούς όσους τολμούν να μεταφράζουν και να συζητούν τη Γραφή. Όσοι αψηφούν την εντολή του πάπα συνήθως βασανίζονται και θανατώνονται
1546
Η Σύνοδος του Τριδέντου ορίζει ότι προτού τυπωθούν οποιεσδήποτε μεταφράσεις της Γραφής πρέπει να δοθεί έγκριση από την Καθολική Εκκλησία
1559
Ο Πάπας Παύλος Δ΄ απαγορεύει την κατοχή Γραφών στις καθομιλούμενες γλώσσες. Οι μεταφράσεις κατάσχονται και καίγονται, πολλές φορές μαζί με τους κατόχους τους
[Ευχαριστίες]
Pope Gregory VII: © Scala/White Images/Art Resource, NY; Pope Innocent III: © Scala/Art Resource, NY; Council of Trent: © Scala/White Images/Art Resource, NY; Pope Paul IV: © The Print Collector, Great Britain/HIP/Art Resource, NY
[Ευχαριστίες για την προσφορά της εικόνας στη σελίδα 8]
From Foxe’s Book of Martyrs