Κεφάλαιον 2
Η Αφήγησις της Γενέσεως Περί Δημιουργίας Πραγματικότης ή Μύθος;
1-4. (α) Τι πιστεύουν πολλοί σχετικά με το εδάφιο Γένεσις 1:1; (β) Γιατί είναι σπουδαίο να γνωρίζωμε αν αυτοί οι ισχυρισμοί είναι αληθινοί;
«ΕΝ ΑΡΧΗ εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην.»
2 Με αυτές τις λέξεις αρχίζει η Γένεσις, το πρώτο βιβλίο της Αγίας Γραφής. Πολλοί άνθρωποι σήμερα πιστεύουν ότι η σύγχρονη επιστήμη απέδειξε ότι η αφήγησις της Γενέσεως περί δημιουργίας, περιλαμβανομένων και των πρώτων αυτών λέξεων, είναι πεπλανημένη. Ακόμη και θρησκευτικοί ηγέται λαμβάνουν παρόμοια στάσι.
3 Παραδείγματος χάριν, ένα βιβλίο της Ηνωμένης Προτεσταντικής Εκκλησίας του Καναδά χαρακτηρίζει τα πρώτα ένδεκα κεφάλαια της Γενέσεως ως «μύθον.»2 Μια νέα Καθολική κατήχησις από την Ολλανδία λέγει ότι τα ίδια αυτά κεφάλαια είναι ‘μάλλον ποίησις και θρύλος.’3
4 Είναι αληθινοί αυτοί οι ισχυρισμοί; Είναι ανάγκη να γνωρίζωμε, διότι η αφήγησις της Γενέσεως αποτελεί ακριβώς το θεμέλιο μερικών κεντρικών διδασκαλιών της όλης Βίβλου. Εδιαβάσατε σεις προσωπικά την αφήγησι αυτή; Γιατί να μην ανοίξετε τη Βίβλο στο πρώτο κεφάλαιο και διαβάσετε μόνοι σας τι λέγει. Κατόπιν παραβάλετε τα όσα εδιαβάσατε με τις επόμενες πληροφορίες.
ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΕ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΜΥΘΟΥΣ;
5, 6. (α) Τι λέγει ο κύριος Βαβυλωνιακός μύθος σχετικά με τη δημιουργία; (β) Τι λέγει ένας Αιγυπτιακός μύθος;
5 Μεταξύ των αρχαίων λαών υπήρχαν «θρύλοι της δημιουργίας.» Μπορούν αυτοί οι θρύλοι να παραβληθούν με την αφήγησι της Γενέσεως περί δημιουργίας; Μήπως αποτελούν μια βάσι για την αφήγησι αυτή όπως ισχυρίζονται μερικοί; Εξετάστε τις αποδείξεις:
6 Ο κυριώτερος Βαβυλωνιακός μύθος περί της δημιουργίας λέγει ότι, στη διάρκεια μιας ανταρσίας μεταξύ των θεών, ο θεός Μαρδώκ (Μερωδάχ) πήρε τη θεά Τιαμάτ και την «έσχισε στα δύο σαν ένα οστρακόδερμο·» το μισό της σώμα έγινε η γη, και το άλλο μισό έγινε ο ουρανός. Λέγεται ότι οι θεοί έπλασαν το ανθρώπινο γένος παίρνοντας τα αιμοφόρα αγγεία ενός άλλου θεού που είχε εκτελεσθή. (Αρχαία Κείμενα της Εγγύς Ανατολής, υπό Πρίτσαρντ, σελ. 67, 68) Μεταξύ των Αιγυπτίων, ένας μύθος έλεγε ότι ο θεός του ηλίου Ρα εδημιούργησε το ανθρώπινο γένος από τα δάκρυά του.
7. Εν συντομία, τι λέγει η Γένεσις για τη δημιουργία;
7 Ας δούμε τώρα τι λέγει η αφήγησις της Γενέσεως στην Αγία Γραφή; Πρώτα λέγει ότι ο Θεός εδημιούργησε «τον ουρανόν και την γην.» Κατόπιν άρχισε να προετοιμάζη τη γη για κατοικία του ανθρώπου. Στην αρχή της ενεργείας αυτής ‘έκαμε να γίνη φως,’ για τον πλανήτη γη. Κατόπιν εσχημάτισε το στερέωμα πάνω από την επιφάνεια της υδρογείου σφαίρας, για να διαχωρίζη τα ύδατα που ήσαν κάτω από το στερέωμα από τα ύδατα που ήσαν πάνω απ’ αυτό. Έπειτα, η ξηρά, δηλαδή, οι ήπειροι και άλλες εκτάσεις της ξηράς, εμφανίσθηκαν πάνω από την επιφάνεια των υδάτων που εκάλυπταν όλη τη γη, κι άρχισε ν’ αναπτύσσεται βλάστησις και καρποφόρα δένδρα. Ύστερ’ απ’ αυτό, ‘έγιναν φωστήρες στο στερέωμα,’ για να δείχνουν τις εποχές, τις ημέρες και τους ενιαυτούς. Κατόπιν ήλθε η δημιουργία της θαλάσσιας ζωής και των πτερωτών πλασμάτων. Κατόπιν έγιναν τα χερσαία ζώα, και τελικά ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο από το χώμα της γης.—Γένεσις 1:1-28· 2:7.
8. Πώς παραβάλλεται η αφήγησις της Γενέσεως με τους αρχαίους μύθους περί δημιουργίας;
8 Παραβάλετε αυτή την αφήγησι με τους μύθους που αναφέρονται προηγουμένως. Είναι λογικό να ισχυρισθή κανείς ότι η αφήγησις της Γενέσεως βασίζεται σ’ αυτούς τους μύθους; Ο καθηγητής Ι. Α. Θώμψον λέγει: [Η αφήγησις της Γενέσεως] είναι μια υπέροχη, επιβλητική έκθεσις, απηλλαγμένη από τα χονδροειδή στοιχεία που βρίσκονται στις μη βιβλικές αφηγήσεις της Δημιουργίας.»4 Πραγματικά, η σύγκρισις της αφηγήσεως της Γενέσεως με αυτούς τους μύθους μοιάζει με τη σύγκρισι ενός ανακτόρου μ’ ένα χοιροστάσιο. Είναι αληθές ότι και τα δύο κτίσματα έχουν τοίχους, αλλ’ εκεί τελειώνει η ομοιότης.
9. Τι λέγει η Βίβλος σχετικά με το σχήμα της γης;
9 Και τι θα λεχθή για το σχήμα της γης; Συμφωνεί η Βίβλος με τους μύθους του Μεσαίωνος που έλεγαν ότι η γη είναι επίπεδη; Ή μήπως περιλαμβάνει μύθους σαν εκείνους μιας αρχαίας φυλής της Ινδίας, που παρίστανε τη γη να στηρίζεται στις ράχες ελεφάντων, που έστεκαν πάνω σε μια τεράστια χελώνη η οποία εστηρίζετο σε μια κόμπρα; Απολύτως όχι! Η Βίβλος πριν από πολλούς αιώνες έχει πει σχετικά με τον Θεό:
«Εκτείνει τον βορέαν επί το κενόν κρεμά την γην επί το μηδέν.» «Με τίνα λοιπόν θέλετε εξομοιώσει τον Θεόν; . . . Αυτός είναι ο καθήμενος επί τον γύρον της γης.»—Ιώβ 26:7· Ησαΐας 40:18, 22.
Μολονότι οι συγγραφείς της Βίβλου δεν είχαν κάμει τον γύρο της γης μέσα σε διαστημόπλοιο ούτε την είχαν ιδεί από τα πέριξ της σελήνης, εν τούτοις η περιγραφή των ήταν τελείως ακριβής, απηλλαγμένη από την επιρροή της αρχαίας μυθολογίας.
Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΙΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ
10. Πώς βλέπουν μερικοί αυτά που λέγει η Βίβλος σχετικά με τη δημιουργία του σύμπαντος;
10 Αλλά τι θα λεχθή για τις επιστημονικές ανακαλύψεις σχετικά με την προέλευσι του σύμπαντος; Μήπως δεν απέδειξαν αυτές ότι η αφήγησις της Γενέσεως είναι απηρχαιωμένη και ανακριβής; Μερικοί έτσι νομίζουν, και μερικοί επιστήμονες τουλάχιστον αυτό υπαινίσσονται. Παραδείγματος χάριν, ο διάσημος Βρεττανός αστρονόμος Φρεντ Χόυλ, στο βιβλίο του Η φύσις του Σύμπαντος (που καλείται από μερικούς «η Γραφή στο πεδίον της»), λέγει:
«Φρονώ ότι δεν μπορεί κανείς ν’ αρνηθή ότι η κοσμολογία [μελέτη των φυσικών νόμων του σύμπαντος] των αρχαίων Εβραίων δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα κακότεχνο έργο εν συγκρίσει με το συντριπτικό μεγαλείο της εικόνος που αποκαλύπτεται από τη σύγχρονη επιστήμη . . . είναι πλήρως καταφανές ότι εκείνοι αγνοούσαν τελείως πολλά πράγματα που φαίνονται ως πολύ κοινά σ’ εμάς.»—1960, σελ. 137.
11-16. (α) Τι θεωρίες έχουν οι σύγχρονοι αστρονόμοι σχετικά με την προέλευσι του σύμπαντος; (β) Γιατί δεν μπορούν ν’ αποδείξουν ότι η Βίβλος σφάλλει;
11 Είναι φανερό, ότι οι σύγχρονοι αστρονόμοι έχουν ωρισμένα τεχνικά πλεονεκτήματα που δεν είχε ο Μωυσής, που έγραψε την αφήγησι της Γενέσεως. Δηλαδή, έχουν πελώρια τηλεσκόπια με εστιακά κάτοπτρα 100 και 200 ιντσών και ραδιοτηλεσκόπια που «βλέπουν» πιο μακρυά κι από τις φωτοληπτικές συσκευές.
12 Με όλον αυτόν τον εφοδιασμό, τι έχει ανακαλύψει η σύγχρονη επιστήμη για την προέλευσι του σύμπαντος; Μπορούν να μας πουν οι επιστήμονες κάτι που η αφήγησις της Γενέσεως δεν το λέγει ή να το αποδείξη ότι είναι εσφαλμένον;
13 Οι εξέχοντες Βρεττανοί αστρονόμοι Φ. Δ. Καν και Χ. Π. Πάλμερ, αρχίζουν με σαφείς λέξεις το βιβλίο τους με τίτλο Κουάζαρς, εκδόσεως 1967, με την εξής δήλωσι:
«Αγνοούμε σχεδόν τελείως την αρχική ιστορία του Σύμπαντος.»
14 Μπορεί αυτό να είναι αλήθεια; Ασφαλώς οι επιστήμονες πρέπει να έχουν κάποια ιδέα για την προέλευσι του σύμπαντος. Μάλιστα, έχουν· πραγματικά, έχουν τρεις διάφορες υποθέσεις, που καλούνται κοινώς η «Θεωρία της Μεγάλης Εκρήξεως,» η «Θεωρία του Στατικού Σύμπαντος,» και η «Θεωρία της Διαστολής—Συστολής.»*
15 Θα είχατε μήπως πιο μεγάλη εμπιστοσύνη στην αφήγησι της Γενέσεως, αν συνέπιπτε με μια απ’ αυτές τις σύγχρονες θεωρίες, ας πούμε τη «Θεωρία του Στατικού Σύμπαντος»; Αν ναι, πως θα επηρεάζετο η εμπιστοσύνη σας απ’ αυτή την είδησι που ελήφθη από το περιοδικό Σάιανς Ντάιτζεστ, τεύχος Δεκεμβρίου 1965;
«Ο Βρεττανός αστρονόμος Φρεντ Χόυλ, πρώτιστος υποστηρικτής της θεωρίας του στατικού σύμπαντος, ωμολόγησε ότι μπορεί να έσφαλε στα τελευταία 20 χρόνια όσον αφορά το πώς άρχισε το σύμπαν.»
16 Μήπως η μια από τις άλλες δυο θεωρίες θα ήταν ίσως πιο αξιόπιστη; Εξετάστε τι λέγουν οι επιστήμονες Ρ. Μ. Χάρμπεκ και Λ. Κ. Τζόνσον και για τις τρεις θεωρίες, στο βιβλίο τους Η Γη και η Επιστήμη του Διαστήματος (στην Αγγλική):
«Καμμιά δεν είναι καλύτερη από την άλλη. Συ, ο αναγνώστης, μπορείς να εκλέξης εκείνην που σου αρέσει καλύτερα, ή μπορείς να τις απορρίψης όλες.»—1965, σελ. 224.
17. Πώς παραβάλλεται η Βίβλος με τις θεωρίες των συγχρόνων επιστημόνων;
17 Πραγματικά η αφήγησις της Γενέσεως προχωρεί πολύ πιο πέρα από τις συγκεχυμένες θεωρίες της επιστήμης του εικοστού αιώνος. Πώς αυτό; Οι θεωρίες αυτές δεν ασχολούνται με το μεγαλύτερο ερώτημα: Από πού προήλθε πρώτα—πρώτα η αρχική ύλη ή η ενέργεια που παρήγαγε την ύλη για τον σχηματισμό του σύμπαντος; Αλλά η Βίβλος απαντά σ’ αυτό το ερώτημα.
Η ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΛΗΣ
18-20. (α) Τι είπαν άνθρωποι της επιστήμης σχετικά με τις θεωρίες που αφορούν την προέλευσι του σύμπαντος; (β) Ποια εκλογή αντιμετωπίζομε σχετικά με την προέλευσι της γης;
18 Ο Σουηδός φυσικός Χάννες Αλφβέν, του Βασιλικού Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Στοκχόλμης σχολιάζει ότι οι υποστηρικταί της Θεωρίας της Μεγάλης Εκρήξεως «αποδεικνύονται εξαιρετικά αόριστοι όταν ερωτώνται για το τι είχε γίνει πριν από τη μεγάλη έκρηξι. Μερικές φορές λέγουν ότι υπήρχε ένα προγενέστερο σύμπαν. . . . Αλλ’ εξίσου συχνά μας κάνουν να πιστεύωμε ότι δεν υπήρχε τίποτε προηγουμένως.» Θέτοντας καθαρά το ζήτημα, λέγει:
«Δεν γνωρίζομε πώς εμφανίσθηκε ‘αρχικά’ το σύμπαν, και ίσως δεν θα γνωρίσωμε ποτέ με βεβαιότητα.»—Κόσμοι και Αντίκοσμοι, (στην Αγγλική) 1966, σελ. 3, 17, 18.
19 Είναι, λοιπόν, λογικό να ισχυρισθούμε ότι εκείνος που δίνει πίστι στη Θεία δημιουργία του σύμπαντος, όπως εκτίθεται στη Γένεσι, είναι εύπιστος, ενώ εκείνος που προτιμά κάποια σύγχρονη θεωρία έχει επιστημονικό πνεύμα; Σημειώστε το επόμενο σχόλιο του επιστήμονος ομιλητού Άλλαν Μπρομς στο βιβλίο του Το Αναδυόμενο Σύμπαν Μας. Ο Μπρομς λέγει τα εξής για τον κυριώτερο συνήγορο της «Θεωρίας του Στατικού Σύμπαντος:»
«Δεν μας λέγει πως ήλθε σε ύπαρξι η νέα αυτή ύλη, αλλά μας παρακαλεί (προς το παρόν τουλάχιστον) να δεχθούμε τη βαθμιαία δημιουργία της βασιζόμενοι σε πίστι (δηλαδή, επιστημονική πίστι), πράγμα που σημαίνει, βέβαια, ότι θα παύσωμε να πιστεύωμε σ’ όλ’ αυτά όταν κάποιο θετικό γεγονός μας δώση και την ελάχιστη δικαιολογία. . . . Και όταν φαινώμεθα διστακτικοί να δεχθούμε τόσο πολλά κατά πίστιν, αυτός μας υπενθυμίζει κατάλληλα ότι εμείς οι ίδιοι δεν έχομε άλλον τρόπο για να εξηγήσωμε πώς προήλθε η ύλη . . . και ότι σχεδόν, μόνον με πίστι παραδεχόμεθα τη θεωρία της Μεγάλης Εκρήξεως.»—1961, σελ. 18.
20 Πραγματικά είναι ζήτημα αποφάσεως περί του αν θα δώσωμε πίστι στην αφήγησι της Βίβλου, η οποία ποτέ δεν υπήρξε ανάγκη να εκσυγχρονισθή, ή θ’ ακολουθήσωμε μ’ ευπιστία τις μεταβαλλόμενες ανθρώπινες θεωρίες.
21. Ποιο γεγονός σχετικά με την ύλη και την ενέργεια συμφωνεί με την αφήγησι της Βίβλου περί δημιουργίας;
21 Ενδιαφέρει να σημειωθή ότι φαίνεται να υπάρχη ένα σημείο στο οποίο συμφωνούν πολλοί σύγχρονοι επιστήμονες. Ακολουθώντας την εξίσωσι του Αϊνστάιν, ισχυρίζονται ότι ακριβώς όπως η ύλη μπορεί να μετατραπή σε ενέργεια, έτσι και η ενέργεια μπορεί να μετατραπή σε ύλη. Αν είναι έτσι, αυτοί θα εσήμαινε ότι μια νοήμων Πηγή τεραστίας ενεργείας δεν θα εδυσκολεύετο να παραγάγη ένα υλικό σύμπαν. Η Βίβλος ομιλεί για μία τέτοια Πηγή ενεργείας.
«Σηκώσατε υψηλά τους οφθαλμούς σας, και ιδέτε, τις εποίησε ταύτα; Ο εξάγων το στράτευμα αυτών κατά αριθμόν· ο ονομαστί καλών ταύτα πάντα εν τη μεγαλειότητι της δυνάμεως αυτού, διότι είναι ισχυρός εις εξουσίαν δεν λείπει ουδέν.»—Ησαΐας 40:26.
Η Βίβλος προσδιορίζει αυτή την Πηγή ενεργείας ως τον Ιεχωβά Θεόν.—Ιερεμίας 10:10-12, ΜΝΚ.
ΟΙ ΕΞΗ ΗΜΕΡΕΣ
22, 23. (α) Οι έξη «ημέρες» της δημιουργίας με τι σχετίζονται μόνο; (β) Πώς αυτό είναι σπουδαίο;
22 Τι λοιπόν, θα λεχθή για την ηλικία του σύμπαντος; Το βιβλίο Σάιενς Γήαρ του 1968 λέγει ότι η «χρονολογία γεννήσεως των χημικών στοιχείων» είναι «πριν από 7 έως 15 δισεκατομμύρια χρόνια.» Αλλά δεν λέγει η αφήγησις της Γενέσεως ότι το σύμπαν δημιουργήθηκε σε έξη μέρες πριν από έξη χιλιάδες χρόνια περίπου;
23 Καθόλου. Οι έξη ‘ημέρες’ της αφηγήσεως της Γενέσεως χρησιμοποιούνται μόνο εν σχέσει με τον πλανήτη Γη, όχι με το σύμπαν. Η Βίβλος δεν λέγει πριν από τόσον καιρό ήλθε σε ύπαρξι η ύλη που αποτελεί αυτόν τον πλανήτη. Οι έξη ‘ημέρες’ σχετίζονται μόνο με την προπαρασκευή του ήδη υπάρχοντος πλανήτου ως κατοικίας του ανθρωπίνου γένους. Πόσος ακριβώς χρόνος πέρασε μεταξύ της «αρχής» της δημιουργίας του υλικού σύμπαντος, όπως ιστορείται στο πρώτο εδάφιο και της ενάρξεως της πρώτης ‘ημέρας,’ που περιγράφεται στα εδάφια 3 και 4, δεν αναφέρεται. Έτσι, η Βίβλος, ακριβώς με τη σιωπή της για το πότε έλαβε χώραν η «αρχή,» αφήνει περιθώριο για τους παρόντας υπολογισμούς ηλικίας του σύμπαντος ή για οποιεσδήποτε μελλοντικές αναθεωρήσεις των υπολογισμών αυτών.
24-26. Τι δείχνουν οι Γραφές σχετικά με το μήκος που θα μπορούσε να έχη μια «ημέρα»;
24 «Εν τούτοις,» μπορεί να πουν μερικοί, «ακόμη και η ιδέα ότι αυτός ο πλανήτης από μια ‘άμορφη κι ερημική’ κατάστασι έφθασε στην παρούσα μορφή του με ηπείρους, δάση, φυτά, ζώα και ανθρώπους, κι όλ’ αυτά σε έξη εικοσιτετράωρες μέρες μόνο—κι αυτό ακόμη είναι απίστευτο!» Αλλά πού λέγει η αφήγησις της Γενέσεως ότι οι έξη ημέρες ήσαν είκοσι τεσσάρων ωρών η καθεμιά; Μολονότι αυτό διδάσκουν μερικοί θρησκευτικοί όμιλοι, η αφήγησις της Γενέσεως δεν το λέγει αυτό. Και σεις οι ίδιοι χρησιμοποιείτε την έκφρασι «ημέρα» με μια ευρεία έννοια, όταν μιλήτε για τις «ημέρες του πάππου» σας. Ομοίως, η Βίβλος συχνά χρησιμοποιεί τη λέξι «ημέρα» με ευρεία έννοια.—Γένεσις 2:4.
25 Μη ξεχνάτε ότι το πρώτο κεφάλαιο της Γενέσεως ομιλεί για έργα του Θεού, όχι ανθρώπου. Ο άνθρωπος δεν είχε έλθει σε ύπαρξι παρά στο τέλος των ημερών της δημιουργίας. Δεν είναι, λοιπόν, λογικό το ότι οι χρονικές περίοδοι που μνημονεύονται ενταύθα είναι του Θεού και όχι εκείνες που χρησιμοποιούνται από ανθρώπους; Μήπως οι «ημέρες» του έργου του Θεού διέπονται από την περιστροφή της υδρογείου σφαίρας; Προφανώς όχι. Η Βίβλος λέγει για τον Θεό:«Παρά τω Ιεχωβά μία ημέρα είναι ως χίλια έτη, και χίλια έτη ως ημέρα μία.» (2 Πέτρου 3:8, ΜΝΚ.) Και το ότι ακόμη στον Θεό μία «ημέρα» μπορεί να έχη περισσότερες από μία σημασίες καταφαίνεται, όταν παραβάλωμε αυτό το εδάφιο με τον Ψαλμό 90:4 που λέγει: «Χίλια έτη ενώπιον σου είναι [όχι μία πλήρης ημέρα, αλλά] . . . ως φυλακή νυκτός.»
26 Είναι σαφές, λοιπόν, ότι η λέξις «ημέρα» μπορεί να χρησιμοποιηθή για να σημάνη μια εικοσιτετράωρη μέρα, τη διάρκεια ζωής ενός ανθρώπου, 1.000 χρόνια, ή και μακρύτερο ακόμη διάστημα. Πραγματικά, με βάσι τη μακρότητα της έβδομης «ημέρας,» υπάρχει λόγος να πιστεύωμε ότι κάθε δημιουργική περίοδος ή «ημέρα» είχε μήκος 7.000 ετών.
Η ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ
27, 28. Γιατί δεν είναι λογικό ν’ αποβλέπωμε στη σύγχρονη επιστήμη για ν’ αποδείξη την ορθότητα της αφηγήσεως της Βίβλου σχετικά με την αρχική ιστορία της γης;
27 Μήπως πρέπει ν’ αποβλέπωμε στη σύγχρονη επιστήμη ν’ αποδείξη την ορθότητα της αφηγήσεως της Γενέσεως για τα πρώτα στάδια της ιστορίας της γης; Όχι, και τούτο για πολύ σοβαρούς λόγους. Η σύγχρονη επιστήμη προσπαθεί ακόμη να βρη τις δικές της εξηγήσεις γι’ αυτά ακριβώς τα ζητήματα, όπως λέγει ο γεωφυσικός Άρθουρ Μπάιζερ:
«Μολονότι η γνώσις για το μέγεθος και το σχήμα της γης είναι τόσο αρχαία όσο και η Ελληνική γεωμετρία και τόσο σύγχρονη όσο και οι πύραυλοι [του Ακρωτηρίου Κέννεντυ], η κατανόησις του ανθρώπου για την προέλευσι του πλανήτου—και την ακριβή σύνθεσί του—είναι διαβοήτως ανακριβής. . . . [Πώς] ήλθαν στο είναι οι ήπειροι . . . είναι ένα από τα πιο δύσκολα ερωτήματα που μπορεί να θέση κανείς για τη γη. . . . Υπάρχουν πολύ περισσότερες υποθέσεις από τον αριθμό των ηπείρων—σχεδόν τόσες όσοι είναι και οι γεωλόγοι.»5
Αυτή η αβεβαιότης ομολογείται με μεγαλύτερη ακόμη ειλικρίνεια, από τον Καθηγητή Ι. Χ. Φ. Ουμπγκρόβ, ο οποίος λέγει:
«Αλλά γιατί να μη μπούμε [σ’ αυτόν τον τομέα] αν ο καθένας που θέλει να μας συνοδεύση στη γεωποιητική εκστρατεία μας μέσα στο άγνωστο βασίλειο της πρώτης βρεφικής ηλικίας της γης προειδοποιήται από την αρχή ότι ίσως δεν μπορέση να γίνη ούτε ένα βήμα σε στερεό έδαφος;» 6
28 Ό, τι συμβαίνει με την προέλευσι του σύμπαντος, το ίδιο και με την πρώτη ιστορία της γης. Η επιστήμη του εικοστού αιώνος ακόμη ερευνά στο σκότος. Πώς, λοιπόν, μπορούν οι θεωρίες της να χρησιμεύσουν ως βάσις με την οποία να μετρηθή η ακρίβεια της αφηγήσεως της Γενέσεως;
29. Γιατί η απλότητα της αφηγήσεως της Γενέσεως δεν μπορεί να αμφισβήτηση την αλήθεια της;
29 Είναι αληθές ότι η αφήγησις της Γενέσεως περί δημιουργίας είναι πολύ απλή. Μήπως αυτό σας κάνει να την υποτιμάτε και να την θεωρήτε ως «μη επιστημονική;» Αυτό θα ήταν σφάλμα. Γιατί; Διότι και οι σύγχρονοι επιστήμονες ακόμη είναι υποχρεωμένοι ν’ αναγνωρίζουν την αξία και τη δύναμι της απλότητος. Το βιβλίο Ο Μετακινούμενος Φλοιός της Γης (στην Αγγλική) λέγει ότι στη φιλοσοφία της επιστήμης του Αϊνστάιν «η απλότης ήταν πρωταρχικής σπουδαιότητος.» Η αφήγησις της Γενέσεως είναι αξιοσημείωτη για την απλότητά της κι εν τούτοις παρέχει μια κατάλληλη απάντησι στα μεγαλύτερα ερωτήματα του ανθρωπίνου γένους.
30, 31. Τι παραδέχονται οι επιστήμονες σχετικά με το τελικό όριο των επιστημονικών πορισμάτων;
30 Θυμηθήτε, επίσης, ότι η γνώσις αυξάνει συνεχώς, και οι νέες ανακαλύψεις επιφέρουν δραστικές αλλαγές στις επιστημονικές απόψεις που εθεωρούντο άλλοτε ως οριστικές, όπως παρατηρεί ο καθηγητής και φυσικός επιστήμων Μέρριτ Στάνλεϋ Κόγκντον:
«Η επιστήμη είναι δοκιμασμένη γνώσις, αλλ’ υπόκειται ωστόσο σε ανθρώπινες φαντασιοπληξίες, αυταπάτες και ανακρίβειες. . . . Αρχίζει και τελειώνει με πιθανότητες, όχι με βεβαιότητες. . . . Δεν υπάρχει τελικόν όριον στα επιστημονικά πορίσματα. Ο επιστήμων λέγει: ‘Έως τώρα, τα πράγματα είναι έτσι κι έτσι.’»7
31 Έχοντας αυτά υπ’ όψιν, ας εξετάσωμε μερικές από τις επικρίσεις που εγείρονται εναντίον της αφηγήσεως της Γενέσεως.
ΤΙ ΕΛΑΒΕ ΧΩΡΑΝ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗ ΗΜΕΡΑ
32. Ποια είναι μια συχνή αντίρρησις που προβάλλουν μερικοί σχετικά με την αφήγησι της Γενέσεως περί δημιουργίας;
32 Μια συχνή αντίρρησις είναι ότι η αφήγησις της Γενέσεως λέγει ότι ο Θεός παρήγαγε φως την «πρώτη ημέρα» αλλά μόνον την «τετάρτη ημέρα» ο Θεός έκαμε τον ήλιο, τη σελήνη και τους αστέρας. (Γένεσις 1:3-5, 14-19) Πώς μπορεί να εξηγηθή αυτό;
33. Γιατί δεν υπάρχει αντίφασις μεταξύ των όσων συνέβησαν την πρώτη και την τέταρτη «ημέρα»;
33 Πρώτα, είναι ανάγκη να λάβωμε ολόκληρη την εικόνα που παρουσιάζεται εκεί. Ούτε η μια ούτε η άλλη «ημέρα» αφορά την πραγματική «δημιουργία» του ηλίου, της σελήνης και των αστέρων. Η Εβραϊκή λέξις που μεταφράζεται «κάμνω,» (‘ασάχ’) που χρησιμοποιείται εν σχέσει με την τετάρτη «ημέρα,» δεν είναι η ίδια με τη λέξι «ποιώ» (μπαρά) που χρησιμοποιείται στα εδάφια 1, 21 και 27. Το εδάφιο Γένεσις 1:1 δείχνει ότι οι «ουρανοί,» οι οποίοι περιλαμβάνουν τον ήλιο, τη σελήνη και τους αστέρας, (παραβάλετε με Ψαλμούς 8:3· 19:1-4) είχαν δημιουργηθή προτού ακόμη αρχίση η «πρώτη ημέρα.» Εν τούτοις, πριν από την «πρώτη ημέρα» η ίδια η γη ήταν στο σκότος. (Γένεσις 1:2) Πώς θα ήταν δυνατόν αυτό, αφού υπήρχε ο ήλιος και η γη περιεστρέφετο γύρω απ’ αυτόν;
34. Γιατί υπήρχε «σκότος» την πρώτη «ημέρα»;
34 Η Βίβλος δεν αναφέρει τι εμπόδιζε τις ακτίνες του ηλίου από το να φθάσουν στον πλανήτη σ’ εκείνο το σημείο του χρόνου. Είναι γνωστόν ότι μέσα στον Γαλαξία, όπου λειτουργεί το ηλιακό μας σύστημα, υπάρχουν σκοτεινές περιοχές που προξενούνται από κοσμική σκόνη, ίσως και αέρια, («διαστημική καπνομίχλη») που μόνο ραδιοτηλεσκόπια μπορούν να τα διαπεράσουν. Οποιαδήποτε κι αν ήταν η αιτία του σκότους, που περιεκάλυπτε τη γη πριν από την «πρώτη ημέρα» ή προπαρασκευαστική περίοδο, εκείνη την «ημέρα» απομακρύνθηκε η αιτία. Από τότε, ο περιστρεφόμενος πλανήτης, αντί να είναι σε πλήρες σκότος, είχε πάντοτε το ένα ημισφαίριο του πλημμυρισμένο στο φως, ενώ το άλλο ήταν στο σκότος.
35-37. (α) Τι ήλθε σε ύπαρξι τη δεύτερη δημιουργική «ημέρα»; (β) Τι ήταν εκείνο που εμπόδιζε τις ακτίνες του ηλίου;
35 Τι, λοιπόν, έγινε την «τετάρτη ημέρα»; Θυμηθήτε ότι μεταξύ της «πρώτης ημέρας» και της «τετάρτης ημέρας» ένας νέος παράγων μπήκε στην εικόνα. Στη διάρκεια της δευτέρας δημιουργικής περιόδου ήλθε σε ύπαρξι το «στερέωμα» της ατμοσφαίρας. Η αναγραφή δείχνει ότι αυτό το στερέωμα, στο οποίο θα πετούσαν αργότερα τα πτερωτά πλάσματα, προέκυψε από μια διαίρεσι ή διαχωρισμό των υδάτων, μερικά από τα οποία ήσαν τώρα κάτω από το στερέωμα και άλλα πάνω από το στερέωμα. Σημειώστε ότι σ’ αυτό το στερέωμα ‘έγιναν’ οι φωστήρες την «τετάρτη ημέρα». (Γένεσις 1:6-8, 20) Πώς έγινε αυτό;
36 Το γεγονός ότι υπήρχαν ‘ύδατα υπεράνω του στερεώματος’ αποτελεί προφανώς την κλείδα για την κατανόησι του ζητήματος. Αυτά τα ύδατα φαίνεται ότι απέκλειαν την είσοδο ακτίνων φωτός μέσα στο στερέωμα. Πραγματικά, το βιβλίο του Ιώβ, περιγράφοντας τον σχηματισμό της γης, σ’ ένα σημείο λέγει «περιέβαλον αυτήν με νεφέλην, και με ομίχλην εσπαργάνωσα αυτήν.»—Ιώβ 38:4-9.
37 Για να φέρωμε ένα παράδειγμα: Ένας πλανήτης του ηλιακού μας συστήματος, η Αφροδίτη, είναι τελείως καλυμμένος από ένα αδιάσπαστο στρώμα νεφών. Οι αστρονόμοι, και με τα ισχυρά των τηλεσκόπια ακόμη, ποτέ δεν είδαν την επιφάνειά του. Μολονότι το «σπαργάνωμα» της γης μπορεί να ήταν διαφορετικής συνθέσεως, η παρούσα κατάστασις της Αφροδίτης τουλάχιστον δίνει ένα παράδειγμα του τι θα ήταν η κατάστασις του γειτονικού της πλανήτου Γης έως την «τετάρτη ημέρα».
38. Ποια αλλαγή, λοιπόν, έλαβε χώρα την τέταρτη δημιουργική «ημέρα»;
38 Ένα πράγμα είναι βέβαιο: Μια αξιοσημείωτη αλλαγή έλαβε χώραν στην τετάρτη εκείνη περίοδο. Δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζωμε ακριβώς τι ενέργειες διεξήχθησαν. Η Βίβλος δεν αναφέρει. Οι επιστήμονες δεν μπορούν να μας πουν. Αλλά τώρα ο Θεός προφανώς έκαμε το ‘σπάργανον’ που ήταν ψηλά πάνω από τη γη, να γίνη ημιδιαφανές, διαλύοντας έτσι το υποκάτω σκότος. Με τη δημιουργική, λοιπόν, δύναμι του Θεού, ο ήλιος, η σελήνη και οι αστέρες «έγιναν» τώρα ορατοί μέσα στην ατμόσφαιρα της γης, «δια να φέγγωσιν επί της γης.» (Γένεσις 1:15) Όταν θα εδημιουργείτο αργότερα ο άνθρωπος, θα μπορούσε να τα χρησιμοποιή για τη μέτρησι του χρόνου. Τώρα η ανατολή και δύσις του ηλίου θα χώριζαν την ημέρα και τη νύχτα. Οι φάσεις της σελήνης θα καθώριζαν τα όρια των μηνών. Η θέσις του ηλίου στον ουρανό, που θα εφαίνετο να κινήται προς νότον ή προς βορράν, θα προσδιώριζε τις εποχές και τα έτη.
Η ΒΛΑΣΤΗΣΙΣ ΤΗΝ «ΤΡΙΤΗΝ ΗΜΕΡΑΝ»
39, 40. Τι λέγει η Βίβλος ότι δημιουργήθηκε την τρίτη «ημέρα», πράγμα το οποίο εγείρει ποια φαινομενική δυσκολία;
39 Την τρίτη δημιουργική«ημέρα,» μετά την εμφάνισι των γηίνων εκτάσεων και τον σχηματισμό των θαλασσών, ο Δημιουργός έκαμε να «βλαστήση η γη χλωρόν χόρτον, χόρτον κάμνοντα σπόρον, και δένδρον κάρπιμον κάμνον καρπόν κατά το είδος αυτού.»—Γένεσις 1:9-13.
40 Εγείρεται το ερώτημα: Πώς μπορούσε αυτή η βλάστησις ν’ αυξάνη και να επιζή επί χιλιάδες χρόνια ως την έλευσι της «τετάρτης ημέρας» και την εμφάνισι του ηλίου; Τι θα λεχθή για τη φωτοσύνθεσι, δηλαδή, την ενέργεια με την οποία η πράσινη ουσία των φυτών που λέγεται χλωροφύλλη αντιδρά στο φως και μετατρέπει το νερό και το διοξείδιο του άνθρακος σε τροφή που συντηρεί τη ζωή; Μήπως η εμφάνισις της βλαστήσεως την τρίτη δημιουργική περίοδο δεν είναι εν τάξει;
41, 42. Ποιο επιστημονικό πείραμα υποστηρίζει τη Βιβλική αφήγησι σχετικά με την τρίτη «ημέρα»;
41 Κι εδώ πάλι είναι πρόδηλον ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να πουν με καμμιά βεβαιότητα τι ήταν και τι δεν ήταν δυνατόν να γίνη στην αρχαία εκείνη περίοδο της ιστορίας της γης. Εξετάστε μια έκθεσι από το περιοδικό Σάιενς Νιούς Λέττερ της 25ης Αυγούστου 1962, υπό τον τίτλο «Φωτοσύνθεσις Χωρίς Φως». Το άρθρο αυτό αναφέρει ότι οι βιοχημικοί Κούνιο Ταγκάβα και Ντανιέλ Άρνον κατώρθωσαν να ‘εξαλείψουν την ανάγκη φωτός σε μια βασική αντίδρασι μεταβολής ενεργείας της φωτοσυνθετικής λειτουργίας’ σε σπανακόφυλλα—«κατώρθωμα που θα εθεωρείτο αδύνατον σύμφωνα με τις θεωρίες . . . που επικρατούσαν έως τα τελευταία χρόνια. Το άρθρο συνεχίζει και λέγει:
«Στη θέσι του φωτός, εφωδίασαν την αρχική ενεργειακή ‘ώθησι’ με υδρογόνον, αέριον που είναι γνωστόν ότι είναι μια ισχυρή πηγή ηλεκτρονίων.»
«Το αποτέλεσμα ήταν η παραγωγή περιωρισμένης πυριδικής πυρηνοτίδης δια χλωροπλάστων (δηλαδή, η παραγωγή ενός βασικού αποθέματος χημικής ενεργείας) εντελώς μέσα στο σκότος.»
42 Αυτό το πείραμα περιελάμβανε μόνο την παραγωγή ενός «μέρους της αρχικής φωτοχημικής ενεργείας χωρίς φως.» Αυτό μπορεί να μη συμπίπτη, ή ακόμη να πλησιάζη, μ’ εκείνο που επραγματοποίησε ο Δημιουργός στη διάρκεια της τρίτης δημιουργικής περιόδου. Παρέχει όμως ένα παράδειγμα που δείχνει ότι πράγματα που θεωρούνται συχνά ως «αδύνατα» καταλήγουν να είναι δυνατά, όταν επεμβαίνουν ωρισμένοι άγνωστοι προηγουμένως παράγοντες. Ποιος μπορεί να πη πώς ήσαν οι ατμοσφαιρικές συνθήκες της γης στον καιρό που άρχισε η βλάστησις, ή τι δυνάμεις ενεργούσαν τότε; Είναι λογικό ν’ αμφισβητή κανείς την ορθότητα της αφηγήσεως της Γενέσεως, όταν υπάρχουν τόσα πράγματα που δεν είναι γνωστά; Ο Ρωσικής καταγωγής βιοχημικός και φυσικός Ευγένιος Ραμπίνοβιτς ανέφερε:
«Όσον αφορά στη φωτοσύνθεσι, είμεθα ως ταξιδιώται σε μια άγνωστη χώρα, γύρω από τους οποίους η πρώτη πρωινή ομίχλη αρχίζει σιγά να υψώνεται, αποκαλύπτοντας αόριστα τη διαμόρφωσι του τοπίου.»8
Ο ορίζων της ανθρωπίνης γνώσεως θα εξακολουθήση να ευρύνεται. Ήδη έχει αποδείξει ότι πολλοί κριτικοί της Βίβλου υπήρξαν πολύ στενοί στις απόψεις των.
43-45. Γιατί το γεγονός ότι η φυτική ζωή προηγήθηκε της δημιουργίας των εντόμων δεν μπορεί να χρησιμοποιηθή σαν επιχείρημα εναντίον αυτών που λέγει η Βίβλος σχετικά με την τρίτη «ημέρα»;
43 Το ίδιο συμβαίνει και με τη γονιμοποίησι των φυτών. Το γεγονός ότι η δημιουργία της βλαστήσεως (την «τρίτην ημέραν») προφανώς προηγήθηκε από τη δημιουργία των εντόμων δεν αποτελεί λόγο για αμφισβήτησι της αληθινότητος της αφηγήσεως της Βίβλου. Υπάρχουν πολυάριθμοι τρόποι, με τους οποίους μπορούν τα φυτά να γονιμοποιηθούν. Σημειώστε τα επόμενα από τον Καθηγητή Ι. Ντ. Μέγιουζ στο βιβλίο του Η Ιστορία της Γονιμοποιήσεως, (στην Αγγλική) εκδόσεως 1961:
«Πρώτ’ απ’ όλα, παρά το περίφημο αξίωμα του Δαρβίνου, (‘Η φύσις μας βεβαιώνει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι αποστρέφεται τη διαρκή αυτογονιμοποίησι’), γεγονός είναι ότι η αυτογονιμοποίησις γίνεται με επιτυχία και με τρόπο πολύ κανονικό σ’ ένα μεγάλο αριθμό φυτών, περιλαμβανομένων και σημαντικών γεωργικών ειδών όπως είναι τα μπιζέλια. Υπάρχει κατόπιν η γονιμοποίησις με τον άνεμο που γίνεται στα σιτοειδή φυτά, στα αειθαλή και στα διάφορα φυλλοβόλα δένδρα που ανθίζουν την άνοιξι. Σε μερικές περιπτώσεις, το τρεχούμενο νερό βοηθεί στη γονιμοποίησι· τελικά υπάρχουν μερικές πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις όπου δεν απαιτείται καμμιά γονιμοποίησις οποιουδήποτε είδους.»—Σελ. 209.
44 Επιπρόσθετα, αυτός ο συγγραφεύς δείχνει ότι ακόμη και μέσα στην ίδια οικογένεια δένδρων, στα οποία περιλαμβάνονται οι σφένδαμνοι, οι βαλανιδιές και οι καστανιές, μια ποικιλία μπορεί να γονιμοποιήται με τον άνεμο, ενώ άλλες γονιμοποιούνται με τα έντομα. Ποιος ξέρει ποιες ποικιλίες ήσαν οι αρχαιότερες που υπήρχαν; Και γιατί ν’ αμφιβάλλωμε ότι εκείνος που εδημιούργησε τη βλάστησι με όλες τις καταπληκτικές της ποικιλίες θα εφρόντιζε, επίσης, ώστε, πριν από την εμφάνισι των εντόμων, να γονιμοποιούνται τα φυτά μ’ ένα από τους ανωτέρω τρόπους, ή και με άλλους επί πλέον τρόπους που δεν ανεκάλυψαν οι άνθρωποι ακόμη;
45 Δεν πρέπει να παραβλέπεται ένας αποφασιστικός παράγων. Η αφήγησις της Γενέσεως τονίζει ότι το πνεύμα ή η ενεργός δύναμις του Θεού ενεργούσε με μια θαυμαστή ποικιλία τρόπων στη διάρκεια εκείνων των δημιουργικών ημέρα.—Γένεσις 1:2.
Η ΓΕΝΕΣΙΣ, Η ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΚΑΙ «Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΩΝ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ»
46, 47. Τι λέγει η Βίβλος ότι έλαβε χώρα την πέμπτη και την έκτη δημιουργική «ημέρα», και ποια αντίρρησις εγείρεται σχετικά μ’ αυτό;
46 Η αφήγησις της Γενέσεως, αφού είπε ότι ο Θεός παρήγαγε τη βλάστησι και έκαμε να φανούν τα ουράνια σώματα, περιγράφει τη δημιουργία των θαλασσίων ζώων, των πτηνών και των χερσαίων ζώων την πέμπτη και την έκτη «ημέρα.»—Γένεσις 1:20-25.
47 Μολονότι η Βίβλος αφήνει να νοηθούν χιλιάδες χρόνια γι’ αυτές τις δημιουργικές «ημέρες,» αυτό δεν θα ικανοποιήση μερικούς. Αυτοί έχουν αναγνώσει δηλώσεις γεωλόγων και άλλων ότι η επίγεια ζωή, φυτική και ζωϊκή, υπήρχε επί εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια. Τι θα λεχθή γι’ αυτό; Τι είναι η λεγομένη «μαρτυρία των πετρωμάτων,» που αποδεικνύει δήθεν αυτόν τον ισχυρισμό;
48-50. Τι πρέπει να λεχθή σχετικά με τις θεωρίες των γεωλόγων;
48 Ο μέσης μορφώσεως άνθρωπος, διαβάζοντας ένα βιβλίο γεωλογίας, μπορεί να παραπλανηθή ακόμη και να εντυπωσιασθή από παραδόξους όρους, όπως είναι η Κάμβριος, η Δεβόνιος και η Ανθρακοφόρος περίοδος. Μπορεί να μη καταλάβη ότι οι περίοδοι που φέρουν αυτά τα ονόματα, καθώς και οι άλλες που αναφέρονται από τους γεωλόγους, προέρχονται βασικά από ανθρώπινες ερμηνείες. Σημειώστε τι λέγει ένας καθηγητής της γεωλογίας σε πανεπιστήμιο στο βιβλίο του Στοιχεία της Γεωλογίας (στην Αγγλική):
«Πολλές από τις πληροφορίες που περιέχονται σ’ αυτό το βιβλίο είναι εντός της καλά φωτιζόμενης ζώνης των αποδεδειγμένων γεγονότων. Κανείς όμως δεν πρέπει να επιδοθή σε μια μελέτη έστω και των στοιχείων της γεωλογίας χωρίς να κατανοήση ότι γοργά μεταβαίνομε από το γεγονός προς μια αμυδρώς φωτιζόμενη ζώνη πορισμάτων, στην οποία μπορούμε να πούμε, όχι ‘Αυτό είναι αληθές,’ αλλά μόνο ‘Πιθανώς αυτό είναι αληθές’ και ότι απ’ εκεί μεταβαίνομε σε μια χώρα σκότους φωτιζόμενη εδώ κι εκεί από μια υπόθεσι, από θεωρίες. Η θεωρία είναι μια θεμιτή . . . σκεπτική ενέργεια, αρκεί ο σκεπτόμενος να κατανοή πλήρως ότι θεωριολογεί μόνον. Αλλ’ όταν θεωριολογή, και συγχρόνως πείθη τον εαυτό του (καθώς, αλλοίμονον, και τους ακροατάς του) ότι εξάγει ορθά πορίσματα, τότε η γνώσις δεν προοδεύει. Ο αναγνώστης αυτού του βιβλίου πρέπει να θυμάται διαβάζοντας κάθε σελίδα . . . ότι το ‘Δεν γνωρίζομε’ πρέπει να λέγεται ή να υπονοήται σχεδόν κάθε φορά, και τελικά ότι εκείνο που δεν γνωρίζομε τώρα θα γέμιζε ένα ακαθόριστο αριθμό τόμων.»—1949, σελ. 12.
49 Εξετάστε, λοιπόν, μερικές από τις αποδείξεις για τη «μαρτυρία των πετρωμάτων.» Όταν αντικρύζη κανείς ένα χάρτη γεωλόγου με τις χρονικές περιόδους της γης, μπορεί να νομίση ότι οι γεωλόγοι βρίσκουν μια τέτοια μαρτυρία σχεδόν παντού όπου σκάψουν αρκετά βαθιά. Είναι έτσι; Διόλου! Το βιβλίο Η Γη η Κατοικία Μας (στην Αγγλική) λέγει:
«Η μαρτυρία των πετρωμάτων είναι συγκεχυμένη και τεμαχιασμένη, και πολλά μέρη αυτής ελλείπουν εντελώς.»1957, σελ. 30.
50 Ένα άλλο επιστημονικό σύγγραμμα μάς λέγει:
«Δεν υπάρχει στη γη ένα μέρος όπου να μπορή να βρεθή όλη αυτή η σειρά των πετρωμάτων συνενωμένη. Σ’ ένα οποιονδήποτε τόπο, μερικά πετρώματα έχουν καταστραφή. Οι γεωλόγοι έχουν μελετήσει τα καλύτερα δείγματα πετρωμάτων σε πολλά μέρη. Κατόπιν, αφού έκαμαν μακρά και υπομονητική εργασία, συνεδύασαν τη σειρά των πετρωμάτων.»9
51. Πώς έφθασαν οι γεωλόγοι στους υπολογισμούς τους σχετικά με το μήκος των γεωλογικών περιόδων;
51 Επειδή οι γεωλόγοι ποτέ δεν ανεκάλυψαν μια πλήρη γεωλογική σειρά, είναι προφανές ότι αυτοί οι ίδιοι καθώρισαν τη σειρά με την οποία συνεδύασαν τα πετρώματα που συνέλεξαν από πολλά μέρη και αυτοί επίσης καθώρισαν τον χρόνο που εθεώρησαν καλύτερο για κάθε περίοδο. Έτσι, τα εκατομμύρια των ετών, που υποτίθεται ότι καλύπτει κάθε μια απ’ αυτές τις γεωλογικές περιόδους, είναι αυθαίρετοι αριθμοί των γεωλόγων. Πώς κατέληξαν σ’ αυτούς τους υπολογισμούς; Πρωτίστως από το μήκος του χρόνου που υπελόγισαν ότι θα εχρειάζετο για να συμφωνή με τη θεωρία της εξελίξεως.*
52. Με ποια μέσα υπολόγισαν οι γεωλόγοι πιο πρόσφατα τις χρονικές περιόδους;
52 Προσφάτως, όμως, οι γεωλόγοι ισχυρίζονται ότι οι νέες μέθοδοι χρονολογήσεως επιβεβαιώνουν τους υπολογισμούς των εκατομμυρίων ετών για ωρισμένες γεωλογικές περιόδους. Αυτές οι μέθοδοι χρησιμοποιούν ωρισμένα στοιχεία, όπως είναι ο ραδιοάνθραξ, το ραδιενεργόν κάλιον, το ουράνιον και το θόριον, τα οποία εκλύουν ραδιενεργά μόρια. Οι επιστήμονες μετρούν την ποσότητα του ραδιενεργού στοιχείου και το προϊόν που προκύπτει από την «αποσύνθεσί» του ή απώλεια ραδιενέργειας. Κατόπιν παραβάλλουν αυτό με ό,τι πιστεύεται ότι είναι το ποσοστόν «αποσυνθέσεώς» του. Υποθέτοντας ότι τίποτε δεν έχει διαταράξει αυτή την ύλη αφότου σχηματίσθηκε και ότι το ποσοστόν «αποσυνθέσεως» του ραδιενεργού στοιχείου υπήρξε πάντοτε σταθερό, χρησιμοποιούν αυτή την πληροφορία για να υπολογίσουν την ηλικία της ουσίας στην οποία βρίσκεται η ραδιενεργός ύλη. Πόσο αξιόπιστοι είναι αυτοί οι ραδιενεργοί «χρονομετρηταί»;
53, 54. Τι θα έπρεπε να γνωρίζουν οι επιστήμονες για να φθάσουν σ’ ένα ορθό συμπέρασμα σχετικά με το χρόνο κατά τον οποίο δημιουργήθηκε η ύλη;
53 Για να μετρηθή ο χρόνος πρέπει να υπάρχη μια αφετηρία, ένα «σημείον μηδέν,» από το οποίον αρχίζει ο χρονομετρητής να μετρά. Ο αστρονόμος Άλλαν Γ. Σάνταζ, τονίζοντας την ανάγκη προσδιορισμού της αρχικής συγκεντρώσεως της ραδιενεργού αυτής ύλης για να γίνη δυνατόν να εξακριβωθή πότε ο χρονομετρητής ήταν στο μηδέν, λέγει τα εξής στο βιβλίο Επιστημονικό Έτος του 1968:
«Γνωρίζομε σήμερα τις ποσότητες αυτών των στοιχείων στο σύμπαν. Μπορούμε ν’ αναγνώσωμε τον χρόνο, αν μπορούμε να βρούμε πώς σχηματίσθηκαν αυτά τα στοιχεία, διότι μπορούμε τότε να υπολογίσωμε τι ποσότης από το καθένα στοιχείο υπήρχε στην αρχή.»—Σελ. 64.
54 Μπορούν οι επιστήμονες να προσδιορίσουν αυτό το απαραίτητο σημείο; Ο Άλλαν Σάνταζ λέγει, Όχι. Γιατί; «Διότι κανένας αστροφυσικός δεν ήταν παρών στη δημιουργία των.» Κι ο Καθηγητής της Μεταλλουργίας Μέλβιν Α. Κουκ λέγει:
«Ατυχώς, μόνο υποθέσεις μπορεί να κάμη κανείς γι’ αυτές τις συγκεντρώσεις [ραδιενεργών στοιχείων], και τα χρονολογικά αποτελέσματα που επιτυγχάνονται έτσι δεν μπορούν να είναι παρά υποθέσεις.»10
55, 56. Ποιο άλλο γεγονός ενσπείρει αμφιβολίες σχετικά με την ακρίβεια των ραδιενεργών «χρονομετρητών»;
55 Εκτός απ’ αυτό το σημείο της υποθετικής ενάρξεως, τι θα λέγαμε αν ο χρονομετρητής διαφωνούσε με άλλους χρονομετρητάς ή ακόμη αν έδειχνε σημεία βλάβης στον μηχανισμό του; Σημειώστε τι λέγει το βιβλίο Ποια Ηλικία Έχει η Γη; (στην Αγγλική) για τις μετρήσεις χρόνου που βασίζονται στην αποσύνθεσι των ραδιενεργών στοιχείων:
«Το μειονέκτημα ως προς τη μέθοδο [της ραδιενεργού αποσυνθέσεως], είναι η έλλειψις γενικής κατανομής ραδιενεργών ορυκτών και το γεγονός ότι αυτά τα ραδιενεργά ορυκτά έχουν υποστή τόσο μεγάλη βλάβη από ακτινοβολία ώστε συχνά δείχνουν ηλικίες που δεν συμφωνούν.»—1959, σελ. 105.
56 Δεν είναι εκπληκτικό, λοιπόν, ότι η μέθοδος χρονολογήσεως δια της ραδιενεργού αποσυνθέσεως παρήγαγε εσφαλμένα αποτελέσματα. Ως αποτέλεσμα της συγχύσεως που προέρχεται από τη χρήσι αυτού του ελαττωματικού «χρονομετρητού,» μια ειδική έκθεσις από τη Ρουμανία που δημοσιεύθηκε στους Τάιμς Νέας Υόρκης της 26 Μαρτίου 1967, έλεγε:
«Επί 50 σχεδόν χρόνια, η χρονολόγησις του πολιτισμού της Βίνκα υπήρξε θέμα ανοιχτής αντιλογίας μεταξύ ανθρωπολόγων. Μια ραδιοανθρακική δοκιμή σε σχίζες ξύλου καμένου δάσους της περιοχής Βίνκα στο έτος 1953-54 έδειχνε ότι εχρονολογούντο από το έτος 4.100 π.Χ. περίπου. Αλλ’ αυτή η χρονολογία ευρίσκετο σε αντίφασι με τις ενδείξεις των πετρωμάτων, που έδειχναν ότι ο πολιτισμός εχρονολογείτο από το έτος 2.900 π.Χ. περίπου.»
Και σε άλλες περιπτώσεις αναγνωρίζονται πιθανά λάθη χιλιάδων ετών.
57. Τι πρέπει να ρωτήσωμε τον εαυτό μας σχετικά με τις μεθόδους χρονολογήσεως;
57 Μια μέθοδος χρονολογήσεως που μπορεί να σφάλλη κατά χιλιάδες χρόνια και που αρχίζει με υποθέσεις, αποτελεί ισχυρή βάσι για ν’ αμφισβητήσωμε την ακρίβεια της αφηγήσεως της Γενέσεως; Θα είχατε εμπιστοσύνη σ’ ένα ωρολόγι, που δεν είναι σωστά κανονισμένο από την αρχή και του οποίου ο μηχανισμός είναι ελαττωματικός;
ΑΔΑΜ ΚΑΙ ΕΥΑ
58, 59. Ποιο μέρος της αφηγήσεως της Γενέσεως περί δημιουργίας υπέστη τη μεγαλύτερη επίθεσι και σε ποια ερωτήματα ωδήγησε αυτό;
58 Ίσως κανένα μέρος της αφηγήσεως της Γενέσεως δεν έχει υποστή περισσότερη επίθεσι από το μέρος που σχετίζεται με τη δημιουργία του πρώτου ανδρός και της πρώτης γυναικός στον Κήπο της Εδέμ:
«Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον κατ’ εικόνα εαυτού· κατ’ εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν· άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς.»—Γένεσις 1:27· 2:8.
59 Τι απαιτείται για να πεισθή ένα άτομο για την αληθινότητα της αφηγήσεως σχετικά με τον Αδάμ και την Εύα; Μήπως χρειάζεται κάποιο αντίτυπο των Τάιμς της Εδέμ του έτους 4.026 π.Χ. με μια φωτογραφία για το πώς έγινε η δημιουργία του ζεύγους; Αυτό, φυσικά, ποτέ δεν μπορεί να παρασχεθή. Αλλά τι αντίρρησι θα μπορούσε να έχη ένας λογικός άνθρωπος στη Βιβλική αφήγησι; Υπάρχει βάσις για ν’ αμφιβάλλη ότι υπήρξε κάποτε ένα αρχικό ανθρώπινο ζεύγος; Μήπως η πίστις σ’ ένα αρχικό ζεύγος «είναι αντεπιστημονική»;
60-62. Σε ποια συμπεράσματα έφθασαν διάφοροι επιστήμονες σχετικά με το ότι πρέπει να υπάρχη ένα αρχικό ζεύγος ανθρώπων;
60 Για απάντησι, σημειώστε τα εξής από ένα σύγγραμμα που τυπώθηκε στο Παρίσι από την Ουνέσκο, την Οργάνωσι των Ηνωμένων Εθνών για την Εκπαίδευσι, την Επιστήμη και τον Πολιτισμό:
«Όλοι μας, αν ανατρέξωμε αρκετά πίσω, επί εκατοντάδες γενεών, θα εφθάναμε στο ίδιο σημείο—στη βάσι του δένδρου της ανθρωπίνης οικογενείας με τον πρώτο «HOMO SAPIENS». (νοητικόν άνθρωπον) . . . Ο κοινός μας πρόγονος θα μπορούσε, ομοίως, να ονομασθή Αδάμ, που σημαίνει, επίσης, άνθρωπος στην Εβραϊκή γλώσσα, διότι η γνωστή Βιβλική ιστόρησις προεσκίαζε την πιστοποίησι της επιστήμης σύμφωνα με την οποία οι σημερινοί άνθρωποι προέρχονται από ένα κοινόν πρόγονον.»11
61 Ένα άλλο επιστημονικό βιβλίο, Οι Φυλές του Ανθρωπίνου Γένους, (στην Αγγλική) λέγει:
«Η Βιβλική ιστορία περί του Αδάμ, και της Εύας, πατρός και μητρός ολοκλήρου της ανθρωπίνης φυλής, είπε πριν από αιώνες την ίδια αλήθεια, που κατέδειξε σήμερα η επιστήμη: ότι όλοι οι λαοί της γης αποτελούν μια ενιαία οικογένεια κι έχουν μια κοινή προέλευσι.»—1951, σελ. 3, 4.
62 Τι είν’ εκείνο που ωδήγησε τους επιστήμονας σ’ αυτά τα συμπεράσματα; Ο ανθρωπολόγος Μ. Φ. Άσλεϋ Μόνταγκιου εξηγεί:
Όλες οι φυλές των ανθρώπων ανήκουν στο ίδιο είδος κι έχουν τους ίδιους μακρινούς προγόνους. Σ’ αυτό το συμπέρασμα κατευθύνουν όλες οι σχετικές αποδείξεις της συγκριτικής ανατομίας, της παλαιοντολογίας, της ορρολογίας και της γενετικής. Για τους λόγους της γενετικής και μόνον είναι ουσιαστικά αδύνατο να συλλάβη κανείς ότι οι φυλές των ανθρώπων έχουν διαφορετικές προελεύσεις.»12
63. Ποια βασικά γεγονότα αποδεικνύουν ότι όλοι προήλθαμε από ένα αρχικό ζεύγος;
63 Η κοινή μορφολογία των ανθρώπων όλων των φυλών και το γεγονός ότι μπορούν όλοι να συνάπτουν γάμους μεταξύ των και να τεκνοποιούν πιστοποιεί ότι έχομε προέλθει από ένα αρχικό ανθρώπινο ζεύγος, άρρεν και θήλυ. Γιατί, λοιπόν, ν’ αποφεύγωμε να ονομάζωμε τους πρώτους αυτούς προγόνους Αδάμ και Εύα;
64, 65. Τι λέγει η Βίβλος σχετικά με τη δημιουργία της πρώτης γυναίκας, και πώς μερικοί είναι ασυνεπείς όταν έχουν αντιρρήσεις σχετικά μ’ αυτό;
64 Η δημιουργία της πρώτης γυναικός, όπως αναγράφεται στη Γένεσι, έχει χλευασθή από μερικούς. Η αφήγησις αναφέρει ότι, ενώ ο Αδάμ εκοιμάτο, ο Θεός έλαβε μια από τις πλευρές του «και κατεσκεύασε . . . την πλευράν, την οποίαν έλαβεν από του Αδάμ, εις γυναίκα, και έφερεν αυτήν προς τον Αδάμ.» (Γένεσις 2:21, 22) Μερικοί μπορεί ν’ αρνούνται να το πιστέψουν αυτό. Ωστόσο θ’ αναγνώσουν με μεγάλο ενδιαφέρον και σοβαρότητα ένα άρθρο όπως αυτό που ανεγράφη στο περιοδικό Λάιφ, της 10ης Σεπτεμβρίου 1965. Επραγματεύετο για πειράματα που έγιναν σε φυτικά κύτταρα από βιολόγους, και περιείχε την επόμενη δήλωσι:
«Αυτοί [οι βιολόγοι] αναμένουν παρόμοιες επιτεύξεις με τα ζωικά κύτταρα. Δεν είναι, λοιπόν, παράλογο να φαντασθούμε την ημέρα που ένα και μόνο μικροσκοπικό κύτταρο παρμένο από το δέρμα της μεγαλύτερης ιδιοφυΐας στον κόσμο θα μπορούσε ν’ αναπτυχθή και να γίνη ένα δεύτερο άτομο ομοιότυπο απ’ όλες τις απόψεις.»—Σελ.72.
65 Μερικοί, λοιπόν, κρίνουν πιο ευλογοφανές το να κάμη ένας επιστήμων έναν άνδρα ή μια γυναίκα από ένα και μόνο κύτταρο παρά να παραδεχθούν ότι ο Θεός μπορούσε να δημιουργήση μια γυναίκα από μια πλευρά. Αυτά αφήνει να υπονοηθή ότι, γι’ αυτά τα άτομα, η αφήγησις της Γενέσεως θα ήταν πιο «παραδεκτή» αν οι λέξεις «ανθρώπινος επιστήμων» αντικαθιστούσαν τη λέξι «Θεός».
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΕΔΕΜ
66-68. Ποια πράγματα διασαφηνίζει η αφήγησις της Γενέσεως σχετικά με τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στον Κήπο της Εδέμ, τα οποία αλλιώς θα έμεναν ανεξήγητα;
66 Διαβάζοντας την υπόλοιπη αφήγησι των γεγονότων του Κήπου της Εδέμ, μπορεί κανείς πάλι να παρατηρήση την απλότητά της. Αλλ’ είδαμε ότι η απλότης δεν αποτελεί λόγο για ν’ αμφισβητούμε την αληθινότητα της αφηγήσεως. Και το πιο σπουδαίο είναι ότι η αφήγησις της Γενέσεως εξηγεί ωρισμένα πράγματα, τα οποία αλλιώς θα ήσαν ανεξήγητα.
67 Όποιοι κι αν είμεθα, όπου κι αν κατοικούμε σ’ αυτόν τον πλανήτη, είμεθα υποχρεωμένοι, ν’ αγνωρίσωμε ότι υπάρχουν αποδείξεις ότι έχομε κοινούς προγόνους. Η μεγάλη αλήθεια που βρίσκεται στη Γένεσι επανελήφθη από τον απόστολο Παύλο στας Αθήνας της Ελλάδος, ότι ο Θεός «έκαμεν εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων, δια να κατοικώσιν εφ’ όλου του προσώπου της γης.» (Πράξεις 17:26) Αυτή η αλήθεια παρέχει μια στερεή βάσι για τον από πολλού ποθούμενο σκοπό για μια ενωμένη οικογένεια όλων των εθνών και φυλών.
68 Ένα άλλο αυταπόδεικτο γεγονός, που αντιμετωπίζομε, είναι η ατέλεια που ενυπάρχει σε όλο το ανθρώπινο γένος. Σ’ αυτήν οφείλονται, όχι μόνο οι ασθένειες, ο γηρασμός και ο θάνατος, αλλά και οι αδικοπραγίες, οι δυσχέρειες και τα σφάλματα· συντελεί στο έγκλημα, στην ανηθικότητα και στην αιματοχυσία. Πώς έγινε αυτό; Μόνο η απλή αφήγησις της Γενέσεως δίνει την εξήγησι. Αξίζει ν’ αναγνωσθή με περίσκεψι.
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΗ Η ΜΕΡΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΧΗ
69, 70. (α) Ποια στάσι λαμβάνουν ολοένα περισσότεροι κληρικοί σχετικά με την αφήγησι της Γενέσεως περί δημιουργίας; (β) Ποια στάσι έλαβε ο Ιησούς Χριστός;
69 Είναι ανάγκη να πιστεύωμε σ’ ολόκληρη την αφήγησι της Γενέσεως για να παραδεχθούμε την Βίβλο ως τον εμπνευσμένο Λόγο του Θεού; Ή μήπως μπορεί κανείς να εκλέγη και να παίρνη σύμφωνα με την προσωπική του προτίμησι και τις ιδέες του; Η δεύτερη στάσις φαίνεται να είναι εκείνη που προτιμούν ένας διαρκώς αυξανόμενος αριθμός των λεγομένων «Χριστιανών» κληρικών. Ως παράδειγμα τούτου, όταν οι Αμερικανοί αστροναύται ανέγνωσαν μέρη του βιβλίου της Γενέσεως στο πρώτο επιτυχές ταξίδι των γύρω από τη σελήνη, τι είπαν οι Επισκοπελιανοί κληρικοί για δύο από τους άνδρας αυτούς; Γρήγορα αρνήθηκαν ότι η αφήγησις της Γενέσεως είναι πραγματική, και ένας κληρικός την απεκάλεσε «μύθον».13
70 Αντιθέτως, ο Χριστός Ιησούς σαφώς παραδέχθηκε ως πραγματικότητα τη Βιβλική αφήγησι της Γενέσεως. Ο Ιησούς είπε στους θρησκευτικούς επικριτάς του πρώτου αιώνος:
«Δεν ανεγνώσατε ότι ο πλάσας απ’ αρχής άρσεν και θήλυ έπλασεν αυτούς; Και είπεν, Ένεκεν τούτου θέλει αφήσει άνθρωπος τον πατέρα και την μητέρα, και θέλει προσκολληθή εις την γυναίκα αυτού, και θέλουσιν είσθαι οι δύο εις σάρκα μίαν; Ώστε δεν είναι πλέον δύο, αλλά μία σαρξ. Εκείνο λοιπόν το οποίον ο Θεός συνέζευξεν, άνθρωπος ας μη χωρίζη.—Ματθαίος 19:4-6· Γένεσις 1:27· 2:24.
71-73. Ποια άλλη μαρτυρία μας δίνει η Βίβλος σχετικά με τη γνησιότητα της αφηγήσεως της δημιουργίας;
71 Ο Βιβλικός συγγραφεύς Λουκάς, που λέγει ότι ‘διηρεύνησε πάντα . . . ακριβώς,’ δίνει τη γενεαλογία του Ιησού από τη δική του εποχή και πίσω ως τον Αδάμ. Αν η αφήγησις της Γενέσεως είναι μύθος, τότε πού ακριβώς, μεταξύ του Ιησού και του Αδάμ, η γενεαλογία έγινε μυθική;—Λουκάς 1:1-4· 3:23-38.
72 Επίσης, ο Ιούδας, ο ετεροθαλής αδελφός του Ιησού Χριστού, περιγράφει τον Ενώχ ως τον ‘έβδομον από Αδάμ’. (Ιούδας 14) Τι λογική υπάρχει στο να μνημονευθή ένας άνθρωπος ως ο «έβδομος» κατά σειράν, αν ο πρώτος στη γραμμή είναι απλώς ένας μύθος;
73 Ο πολυμαθής απόστολος Παύλος δεν αμφισβητούσε την ακρίβεια της αφηγήσεως της Γενέσεως σχετικά με τον Αδάμ και την αρχή της αμαρτίας. Λέγει: «Δι’ ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον, και δια της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον. Αλλ’ εβασίλευσεν ο θάνατος από Αδάμ μέχρι Μωυσέως και επί τους μη αμαρτήσαντας κατά την ομοιότητα της παραβάσεως του Αδάμ.» (Ρωμαίους 5:12, 14) Πάνω σ’ αυτή τη βάσι αναφέρεται ότι η λυτρωτική θυσία του Ιησού Χριστού ισχύει για όλο το ανθρώπινο γένος ως απογόνους του Αδάμ.
74, 75. Γιατί αυτοί που απορρίπτουν την αφήγησι της Γενέσεως απορρίπτουν συγχρόνως και τη Χριστιανοσύνη; Τι φρονείτε σεις σχετικά μ’ αυτό;
74 Εκείνοι που απορρίπτουν την αφήγησι της Γενέσεως δεν κατανοούν ότι κάνοντας τούτο απορρίπτουν τη Χριστιανοσύνη. Γιατί; Διότι η απολυτρωτική θυσία του Ιησού Χριστού κατέστη αναγκαία ως αποτέλεσμα του τι είχε κάμει ο Αδάμ. Όποιος δέχεται τη λυτρωτική θυσία του Ιησού Χριστού πρέπει και να πιστέψη ότι η αφήγησις της Γενέσεως είναι πραγματικότης, διότι το ένα αποτελεί τη βάσι του άλλου. Δεν είναι δυνατή η κατά το ήμισυ αποδοχή.
75 Τι, λοιπόν, δείχνουν οι αποδείξεις; Ότι υπάρχει κάθε λόγος να παραδεχθούμε την περί δημιουργίας αφήγησι της Γενέσεως ως γεγονός. Μολονότι διαφωνεί με ωρισμένες θεωρίες, εναρμονίζεται με τ’ αποδεδειγμένα επιστημονικά γεγονότα. Φθάνει πολύ πιο πέρα από τις λεπτομέρειες περιωρισμένης αξίας και παρέχει απαντήσεις σε ερωτήματα της ζωής που είναι μεγίστου ενδιαφέροντος για όλους μας.
[Υποσημειώσεις]
Η «θεωρία της Μεγάλης Εκρήξεως» παραδέχεται ότι το σύμπαν προήλθε από την έκρηξι ενός μόνου όγκου ύλης και ότι επεκτείνεται συνεχώς. Η «θεωρία του Στατικού Σύμπαντος» παραδέχεται ότι το σύμπαν έχει και είχε πάντοτε την παρούσα διάρθρωσί του και ότι η ύλη συνεχώς σχηματίζεται. Η «θεωρία της Διαστολής Συστολής» παραδέχεται ότι το σύμπαν τακτικά διαστέλλεται και συστέλλεται σε περιόδους χιλιάδων εκατομμυρίων ετών.
Για μια πλήρη εξέτασι των αποδείξεων που αναιρούν τη θεωρία της εξελίξεως, βλέπε το βιβλίο Ο Άνθρωπος Προήλθε από Εξέλιξι ή από Δημιουργία; (στην Αγγλική)
[Εικόνα στη σελίδα 13]
Η γη όπως την είδαν οι αστροναύτες, όταν περιστρέφονταν γύρω στη σελήνη. Μπόρεσαν να ιδούν ότι, όπως είπε η Βίβλος πριν από χιλιάδες χρόνια, η γη είναι στρογγυλή και κρέμεται «επί το μηδέν.».
[Εικόνα στη σελίδα 16]
Οι επιστήμονες παραδέχονται: «Σχεδόν τελείως αγνοούμε την πρώτη ιστορία του σύμπαντος.» «Δεν γνωρίζομε πώς εμφανίσθηκε ‘αρχικά’ το σύμπαν.»
[Εικόνα στη σελίδα 31]
Όλοι οι άνθρωποι κατάγονται από τον Αδάμ και την Εύα, λέγει η Βίβλος. «Όλοι οι λαοί της γης αποτελούν μια και μόνη οικογένεια κι έχουν κοινή προέλευσι,»αναγνωρίζουν οι επιστήμονες.