ΜΑΘΗΜΑ 17
Ο Μωυσής Διάλεξε να Λατρεύει τον Ιεχωβά
Στην Αίγυπτο, η οικογένεια του Ιακώβ έγινε γνωστή ως Ισραηλίτες. Όταν ο Ιακώβ και ο Ιωσήφ πέθαναν, άρχισε να κυβερνάει ένας καινούριος Φαραώ. Εκείνος φοβόταν ότι οι Ισραηλίτες γίνονταν πιο δυνατοί από τους Αιγυπτίους. Αυτός ο Φαραώ λοιπόν έκανε τους Ισραηλίτες δούλους. Τους ανάγκαζε να φτιάχνουν τούβλα και να δουλεύουν πολύ σκληρά στα χωράφια. Αλλά όσο πιο σκληρά τους ανάγκαζαν οι Αιγύπτιοι να δουλεύουν, τόσο πιο πολλοί γίνονταν οι Ισραηλίτες. Επειδή αυτό δεν άρεσε στον Φαραώ, διέταξε να σκοτώνουν όλα τα νεογέννητα αγοράκια των Ισραηλιτών. Μπορείς να φανταστείς πόσο φοβισμένοι πρέπει να ήταν οι Ισραηλίτες;
Μια Ισραηλίτισσα, η Ιωχαβέδ, είχε ένα όμορφο αγοράκι. Για να το προστατέψει, το έβαλε σε ένα καλάθι και το έκρυψε στα καλάμια του Νείλου Ποταμού. Η αδελφή του μωρού, η Μαριάμ, έμεινε εκεί κοντά για να δει τι θα γινόταν.
Η κόρη του Φαραώ πήγε να κάνει μπάνιο στο ποτάμι και είδε το καλάθι. Εκεί μέσα βρήκε ένα μωράκι να κλαίει, και το λυπήθηκε. Η Μαριάμ τη ρώτησε: “Να πάω να βρω μια γυναίκα για να σου θηλάζει το παιδί;” Όταν η κόρη του Φαραώ είπε ναι, η Μαριάμ έφερε τη μητέρα της, την Ιωχαβέδ. Η κόρη του Φαραώ τής είπε: “Πάρε αυτό το μωρό, θήλαζέ το για εμένα, και εγώ θα σε πληρώνω”.
Όταν το παιδί μεγάλωσε, η Ιωχαβέδ το έφερε στην κόρη του Φαραώ, η οποία του έδωσε το όνομα Μωυσής και το μεγάλωσε σαν να ήταν δικό της παιδί. Ο Μωυσής μεγάλωσε ως πρίγκιπας και μπορούσε να έχει ό,τι ήθελε. Αλλά δεν ξέχασε ποτέ τον Ιεχωβά. Ήξερε ότι στην πραγματικότητα ήταν Ισραηλίτης, όχι Αιγύπτιος. Και διάλεξε να υπηρετεί τον Ιεχωβά.
Όταν ήταν 40 χρονών, ο Μωυσής αποφάσισε να βοηθήσει τον λαό του. Όταν είδε έναν Αιγύπτιο να δέρνει κάποιον Ισραηλίτη δούλο, χτύπησε τον Αιγύπτιο τόσο δυνατά ώστε πέθανε. Ο Μωυσής έκρυψε το σώμα στην άμμο. Όταν το έμαθε ο Φαραώ, προσπάθησε να σκοτώσει τον Μωυσή. Αλλά ο Μωυσής το έσκασε και πήγε στη γη Μαδιάμ. Ο Ιεχωβά τον φρόντιζε εκεί.
«Μέσω πίστης ο Μωυσής . . . αρνήθηκε να αποκαλείται γιος της κόρης του Φαραώ, επιλέγοντας να υφίσταται κακομεταχείριση με τον λαό του Θεού».—Εβραίους 11:24, 25