ΑΖΡΙΗΛ
(Αζριήλ) [Ο Θεός Είναι Βοήθειά Μου].
1. Πατέρας του Ιεριμώθ, άρχοντα της φυλής του Νεφθαλί, την εποχή του Δαβίδ.—1Χρ 27:19, 22.
2. Κεφαλή ενός οίκου από τη μισή φυλή του Μανασσή, η οποία κατοικούσε Α του Ιορδάνη. Ήταν ένας από τους “γενναίους και κραταιούς άντρες”, οι απόγονοι των οποίων επιτράπηκε να οδηγηθούν σε εξορία από τον Ασσύριο βασιλιά Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ επειδή είχαν στραφεί στη λατρεία ψεύτικων θεών.—1Χρ 5:23-26.
3. Πατέρας του Σεραΐα, ενός από τους τρεις άντρες που στάλθηκαν να συλλάβουν τον Βαρούχ και τον Ιερεμία.—Ιερ 36:26.