ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ
Γραπτή συμφωνία κατάλληλα υπογεγραμμένη και ενίοτε σφραγισμένη, που περιέχει τους νομικούς όρους για την επίτευξη ενός επιδιωκόμενου σκοπού· το επίσημο έγγραφο για τη μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας. Η μοναδική περίπτωση στην οποία χρησιμοποιείται η εβραϊκή λέξη σέφερ με αυτή τη συγκεκριμένη έννοια στην Αγία Γραφή είναι εκείνη κατά την οποία ο Ιερεμίας αγόρασε έναν αγρό από τον εξάδελφό του τον Χαναμήλ.—Ιερ 32:6-15.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι λεπτομέρειες της σύνταξης του εν λόγω συμβολαίου. Τα χρήματα της αγοράς, “εφτά σίκλοι και δέκα κομμάτια ασήμι”, ζυγίστηκαν παρουσία μαρτύρων. (Ιερ 32:9) Αν το οριζόμενο αυτό ποσό των “εφτά και δέκα” θεωρηθεί νομική διατύπωση που σημαίνει 17 σίκλους ασήμι (περ. $37), η τιμή αυτή θα ήταν λογική, λαμβανομένου υπόψη του χρόνου και των συνθηκών υπό τις οποίες πουλήθηκε το κτήμα. Επρόκειτο για καιρό πολέμου και πείνας (λίγους μήνες προτού καταλάβει ο Ναβουχοδονόσορ την Ιερουσαλήμ).
Όταν δόθηκαν τα χρήματα, συντάχθηκαν δύο συμβόλαια, πιθανώς πανομοιότυπα, «σύμφωνα με την εντολή και τις διατάξεις». Το ένα από αυτά ήταν γνωστό ως «το συμβόλαιο της αγοράς, το σφραγισμένο», ενώ το άλλο αποκαλούνταν «ανοιχτό». (Ιερ 32:11) Μόνο για το πρώτο αναφέρεται ότι υπογράφηκε από μάρτυρες, ενώ ολόκληρη η συναλλαγή έλαβε χώρα «ενώπιον όλων των Ιουδαίων που κάθονταν στην Αυλή της Φρουράς». (Ιερ 32:12) Στη συνέχεια, και τα δύο συμβόλαια τοποθετήθηκαν σε ένα πήλινο σκεύος για φύλαξη.—Ιερ 32:14.
Η συνήθεια που είχαν να συντάσσουν τα συμβόλαια εις διπλούν, αλλά να σφραγίζουν μόνο το ένα, ήταν πολύ πρακτική. Εφόσον το ένα συμβόλαιο έμενε ανοιχτό, τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να ανατρέχουν σε αυτό. Αν κάποτε το συμβόλαιο αυτό φθειρόταν ή η αυθεντικότητά του αμφισβητούνταν ή αν υπήρχαν υποψίες ότι είχε αλλοιωθεί, τότε μπορούσαν να φέρουν το σφραγισμένο αντίγραφο στους κριτές της πόλης οι οποίοι, αφού θα έλεγχαν τη σφραγίδα, θα την έσπαζαν και θα σύγκριναν τα δύο αντίγραφα.