ΟΧΡΑΝ (Οχράν) [από μια ρίζα που σημαίνει «επιφέρω εξοστρακισμό (προβλήματα)»]. Ασηρίτης του οποίου ο γιος, ο Φαγιήλ, διορίστηκε αρχηγός της φυλής του Ασήρ μετά την Έξοδο από την Αίγυπτο.—Αρ 1:13, 16· 2:27· 7:72, 77· 10:26.