ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ
Υπέρμετρη αυτοεκτίμηση· παράλογο αίσθημα ανωτερότητας από το οποίο διακατέχεται κάποιος για τα ταλέντα, την ομορφιά, τον πλούτο, τη θέση του και ούτω καθεξής· περιφρονητική συμπεριφορά ή μεταχείριση· θρασύτητα ή αλαζονική διαγωγή· υπεροπτική στάση. Η υπερηφάνεια μπορεί, σπανιότερα, να έχει καλή χροιά, δηλαδή να αναφέρεται στο ότι κάποιος καμαρώνει ή ευχαριστιέται για μια ενέργεια ή ένα απόκτημα. Μερικά συνώνυμα της υπερηφάνειας είναι ο εγωισμός, η αλαζονεία και η υπεροψία.
Το εβραϊκό ρήμα γκα’άχ σημαίνει κατά κυριολεξία «ψηλώνω· ανεβαίνω ψηλά» και αποτελεί τη ρίζα αρκετών εβραϊκών λέξεων που μεταδίδουν την ιδέα της υπερηφάνειας. Αυτοί οι συγγενικοί τύποι αποδίδονται «υπεροψία», «αυτοεξύψωση» και, τόσο με καλή όσο και με κακή έννοια, «εξοχότητα» και «ανωτερότητα».—Ιωβ 8:11· Ιεζ 47:5· Ησ 9:9· Παρ 8:13· Ψλ 68:34· Αμ 8:7.
Στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο χρησιμοποιούνται οι λέξεις ὑπερηφανία και ὑπερήφανος. Η λέξη καυχάομαι του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, η οποία σημαίνει «καυχιέμαι, υπερηφανεύομαι, αγάλλομαι», χρησιμοποιείται τόσο με καλή όσο και με κακή έννοια, η δε χρήση της καθορίζεται από τα συμφραζόμενα.—1Κο 1:29· Ρω 2:17· 5:2.
Η Υπερηφάνεια Είναι Απατηλή και Καταστροφική. Το υπερήφανο άτομο μπορεί να μην αναγνωρίζει ότι είναι υπερήφανο και να αποδίδει τις ενέργειές του σε άλλες αιτίες προκειμένου να μην παραδεχτεί την υπερηφάνειά του. Ο καθένας πρέπει να εξετάζει τον εαυτό του και τα κίνητρά του εξονυχιστικά για να διακρίνει αν έχει αυτό το κακό χαρακτηριστικό. Ο απόστολος Παύλος δείχνει την ανάγκη που υπάρχει για καλό κίνητρο, καθώς και την αυτογνωσία που πρέπει να έχει ένα άτομο σε σχέση με αυτό, λέγοντας τα εξής: «Αν δώσω όλα τα υπάρχοντά μου για να θρέψω άλλους και αν παραδώσω το σώμα μου ώστε να καυχηθώ αλλά δεν έχω αγάπη, δεν ωφελούμαι καθόλου».—1Κο 13:3.
Ο Ιησούς Χριστός κατονόμασε την υπερηφάνεια μαζί με το φόνο, την κλοπή, τη βλασφημία και άλλες αδικοπραγίες και είπε ότι τέτοια πράγματα βγαίνουν «από μέσα, από την καρδιά των ανθρώπων». (Μαρ 7:21, 22) Η επίγεια μητέρα του Ιησού, η Μαρία, είπε για τον Ιεχωβά: «Έχει διασκορπίσει εκείνους που είναι υπερήφανοι σε ό,τι αφορά την πρόθεση της καρδιάς τους».—Λου 1:51.
Επομένως, πρέπει κανείς να ξεριζώσει την υπερηφάνεια από την προσωπικότητά του για δικό του όφελος. Το πιο σημαντικό είναι ότι πρέπει να το κάνει αυτό αν θέλει να ευαρεστεί τον Θεό. Αυτό συμβαίνει επειδή τα υπερήφανα άτομα, όχι μόνο είναι απεχθή στους έντιμους ανθρώπους, αλλά, ακόμη χειρότερα, επισύρουν την εναντίωση και του Ιεχωβά Θεού. (Ιακ 4:6· 1Πε 5:5) Θα πρέπει μάλιστα να φτάσει κάποιος στο σημείο να μισεί την υπερηφάνεια, επειδή ο Λόγος του Θεού λέει: «Ο φόβος του Ιεχωβά σημαίνει να μισεί κανείς το κακό. Την αυτοεξύψωση και την υπερηφάνεια και τον κακό δρόμο και το διεστραμμένο στόμα τα έχω μισήσει».—Παρ 8:13.
Το άτομο που δεν απαλλάσσεται από την υπερηφάνειά του θα υποφέρει. «Η υπερηφάνεια προηγείται της συντριβής και το υπεροπτικό πνεύμα της πτώσης» (Παρ 16:18), και «το σπίτι εκείνων που αυτοεξυψώνονται θα το κατεδαφίσει ο Ιεχωβά». (Παρ 15:25) Υπάρχουν πολλά παραδείγματα συντριβής την οποία υπέστησαν υπερήφανα άτομα, δυναστείες και έθνη.—Λευ 26:18, 19· 2Χρ 26:16· Ησ 13:19· Ιερ 13:9· Ιεζ 30:6, 18· 32:12· Δα 5:22, 23, 30.
Αν κάποιος επιτρέπει στην υπερηφάνεια να μεγαλώνει, αυτή μπορεί να τον κυριεύσει σε τέτοιον βαθμό ώστε ο Ιεχωβά να τον κατατάξει με εκείνους τους οποίους παραδίδει σε αποδοκιμασμένη διανοητική κατάσταση και είναι άξιοι θανάτου. (Ρω 1:28, 30, 32) Ιδιαίτερα πρέπει να προφυλάσσει κανείς τον εαυτό του από την υπερηφάνεια στις «τελευταίες ημέρες» διότι, όπως προειδοποίησε ο απόστολος Παύλος, η υπερηφάνεια θα ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα αυτών των κρίσιμων καιρών.—2Τι 3:1, 2.
Η υπερηφάνεια είναι απατηλή. Ο απόστολος Παύλος συμβουλεύει: «Αν κάποιος νομίζει ότι είναι κάτι ενώ δεν είναι τίποτα, απατάει τον ίδιο του το νου». (Γα 6:3) Ο υπερήφανος φαίνεται να ακολουθεί την οδό που είναι πιο επωφελής ή συμφέρουσα για τον ίδιο, αλλά δεν λαβαίνει υπόψη του τον Θεό. (Παράβαλε Ιερ 49:16· Απ 3:17.) Η Αγία Γραφή αναφέρει: «Καλύτερα να είναι κανείς ταπεινός στο πνεύμα μαζί με τους πράους παρά να μοιράζει λάφυρα μαζί με εκείνους που αυτοεξυψώνονται».—Παρ 16:19.
Καύχηση. Το ρήμα καυχάομαι του ελληνικού κειμένου χρησιμοποιείται συχνά με την έννοια της εγωιστικής υπερηφάνειας. Η Αγία Γραφή δείχνει ότι κανένας άνθρωπος δεν έχει λόγο να καυχιέται για τον εαυτό του ή τα επιτεύγματά του. Στη Χριστιανική εκκλησία της Κορίνθου, μερικοί φούσκωναν από υπερηφάνεια για τον εαυτό τους ή για άλλους ανθρώπους, πράγμα που προκαλούσε διαιρέσεις στην εκκλησία. Σκέφτονταν με σαρκικό τρόπο, αποβλέποντας σε ανθρώπους και όχι στον Χριστό. (1Κο 1:10-13· 3:3, 4) Αυτά τα άτομα δεν νοιάζονταν για την πνευματική ευημερία της εκκλησίας, αλλά ήθελαν να καυχιούνται για την εξωτερική εμφάνιση, χωρίς να ενδιαφέρονται πραγματικά να βοηθήσουν τους συγχριστιανούς τους να αναπτύξουν αγαθή καρδιά ενώπιον του Θεού. (2Κο 5:12) Γι’ αυτό, ο απόστολος Παύλος έλεγξε με δριμύτητα την εκκλησία, δείχνοντας ότι δεν είχαν περιθώριο να καυχιούνται για κανέναν άλλον παρά μόνο για τον Ιεχωβά Θεό και για ό,τι είχε κάνει εκείνος για αυτούς. (1Κο 1:28, 29· 4:6, 7) Ο κανόνας ήταν ο εξής: «Αυτός που καυχιέται ας καυχιέται για τον Ιεχωβά».—1Κο 1:31· 2Κο 10:17.
Ο ετεροθαλής αδελφός του Ιησού, ο Ιάκωβος, προχώρησε ακόμη περισσότερο και καταδίκασε όσους καυχιούνταν για ορισμένα κοσμικά σχέδια τα οποία σκόπευαν να φέρουν σε πέρας, λέγοντάς τους: «Υπερηφανεύεστε για τους αλαζονικούς κομπασμούς σας. Κάθε τέτοια υπερηφάνεια είναι πονηρή».—Ιακ 4:13-16· παράβαλε Παρ 27:1.
Καλή Χροιά. Η λέξη γκα’άχ του εβραϊκού κειμένου, η λέξη καυχάομαι του ελληνικού κειμένου και οι συγγενικοί τους τύποι χρησιμοποιούνται επίσης με θετική έννοια σε σχέση με το καμάρι ή την ευχαρίστηση που νιώθει κανείς από μια ενέργεια ή ένα απόκτημα. Ο ψαλμωδός είπε για τον Ισραήλ ότι ήταν «το καμάρι του Ιακώβ, τον οποίο αγάπησε» ο Ιεχωβά. (Ψλ 47:4) Σε μια προφητεία αποκατάστασης, ο Ησαΐας είπε ότι οι καρποί του τόπου θα αποτελούσαν «καύχημα». (Ησ 4:2) Ο απόστολος Παύλος είπε στην εκκλησία της Θεσσαλονίκης ότι, ως αποτέλεσμα της πίστης, της αγάπης και της υπομονής τους, «εμείς οι ίδιοι υπερηφανευόμαστε για εσάς μεταξύ των εκκλησιών του Θεού». (2Θε 1:3, 4) Οι Χριστιανοί είναι υπερήφανοι για το ότι ο Ιεχωβά είναι ο Θεός τους, για το ότι τον έχουν γνωρίσει και για το ότι αυτός τους έχει αναγνωρίσει. Ακολουθούν την αρχή: «Εκείνος που καυχιέται ας καυχιέται για το εξής πράγμα: για το ότι έχει ενόραση και έχει γνώση για εμένα, ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά, Αυτός που εκδηλώνει στοργική καλοσύνη, κρίση και δικαιοσύνη στη γη».—Ιερ 9:24· παράβαλε Λου 10:20.