ΒΙΑΣΜΟΣ
Ο βιασμός ορίζεται ως παράνομη σεξουαλική επαφή που πραγματοποιείται χωρίς τη συγκατάθεση της γυναίκας, με βίαια μέσα, εξαναγκασμό, εκφοβισμό ή εξαπάτηση ως προς τη φύση της πράξης.
Ο Ιεχωβά προειδοποίησε τον Ισραήλ για τις συνέπειες που θα υφίστατο αν παρήκουε το Νόμο του. Προείπε ότι, όχι μόνο θα πλήττονταν από ασθένειες και συμφορές, αλλά και ότι θα έπεφταν στα χέρια των εχθρών τους, και πρόσθεσε: «Θα αρραβωνιαστείς γυναίκα, αλλά κάποιος άλλος θα τη βιάσει [τύπος του σαγάλ]». (Δευ 28:30) Αυτό συνέβη όταν, εξαιτίας της παρακοής τους, ο Ιεχωβά απέσυρε την προστασία του από το έθνος, και οι ειδωλολάτρες εχθροί κατακυρίευσαν τις πόλεις τους. (Παράβαλε Ζαχ 14:2.) Για τη Βαβυλώνα επίσης προλέχθηκε ότι θα υφίστατο αντίστοιχη μεταχείριση, κάτι που έγινε όταν αυτή έπεσε στα χέρια των Μήδων και των Περσών. (Ησ 13:1, 16) Σύμφωνα με τα όσα όριζε ο Νόμος, τα έθνη που καθυπέτασσε ο Ισραήλ δεν υφίσταντο κάτι τέτοιο, γιατί οι στρατιώτες απαγορευόταν να έχουν σεξουαλικές σχέσεις κατά τη διάρκεια μιας στρατιωτικής εκστρατείας.—1Σα 21:5· 2Σα 11:6-11.
Μια υπόθεση πολλαπλού βιασμού στην πόλη Γαβαά του Βενιαμίν, στις ημέρες των Κριτών, πυροδότησε μια σειρά αντιποίνων, τα οποία οδήγησαν στην παρ’ ολίγον εξάλειψη της φυλής του Βενιαμίν. Άχρηστοι άντρες της πόλης, με διεστραμμένες σεξουαλικές επιθυμίες, απαίτησαν να έχουν σεξουαλικές σχέσεις με έναν Λευίτη επισκέπτη. Αυτός, αντί να υποκύψει, τους έδωσε την παλλακίδα του που είχε διαπράξει προηγουμένως πορνεία σε βάρος του. Οι άντρες την κακοποιούσαν όλη τη νύχτα ωσότου πέθανε. Ο εβραϊκός όρος ‛ανάχ, που αποδίδεται «βιάζω» σε αυτή την αφήγηση, έχει επίσης τις έννοιες «ταλαιπωρώ», «ταπεινώνω» και «καταδυναστεύω».—Κρ κεφ. 19, 20.
Ο Αμνών, γιος του Βασιλιά Δαβίδ, βίασε την ετεροθαλή αδελφή του τη Θάμαρ, με αποτέλεσμα να τον θανατώσει ο αδελφός της ο Αβεσσαλώμ. (2Σα 13:1-18) Όταν ο ραδιούργος Αμάν ο Αγαγίτης εκτέθηκε ενώπιον του Πέρση βασιλιά Ασσουήρη για τη δολιότητά του απέναντι στους Ιουδαίους, και ειδικά απέναντι στη Βασίλισσα Εσθήρ, τη σύζυγο του Ασσουήρη, ο βασιλιάς εξοργίστηκε. Γνωρίζοντας ότι δεν θα μπορούσε να αναμένει έλεος από το βασιλιά, ο Αμάν έπεσε απελπισμένος στο ντιβάνι όπου ήταν πλαγιασμένη η Εσθήρ, ικετεύοντάς την. Όταν ο βασιλιάς ξαναμπήκε στο δωμάτιο, είδε τον Αμάν εκεί και φώναξε: «Θα γίνει και βιασμός της βασίλισσας, παρότι εγώ είμαι στο σπίτι;» Αμέσως καταδίκασε τον Αμάν σε θάνατο. Η ποινή εκτελέστηκε, και στη συνέχεια φαίνεται ότι κρέμασαν τον Αμάν στο ξύλο που είχε στήσει ο ίδιος για να κρεμάσει τον εξάδελφο της Εσθήρ, τον Μαροδοχαίο. (Εσθ 7:1-10) Στη δήλωση του βασιλιά, όπως αυτή έχει καταγραφεί (Εσθ 7:8), χρησιμοποιείται η εβραϊκή λέξη καβάς που σημαίνει «καθυποτάσσω, υποτάσσω» (Γε 1:28· Ιερ 34:16) αλλά μπορεί να σημαίνει και «βιάζω».
Υπό το Νόμο, αν ένα αρραβωνιασμένο κορίτσι διέπραττε πορνεία με άλλον άντρα, τόσο αυτή όσο και ο άντρας έπρεπε να θανατωθούν. Αλλά αν το κορίτσι είχε φωνάξει ζητώντας βοήθεια, αυτό θεωρούνταν απόδειξη της αθωότητάς της. Ο άντρας θανατωνόταν για το αμάρτημά του στο οποίο είχε εξαναγκάσει το κορίτσι, και το κορίτσι απαλλασσόταν.—Δευ 22:23-27.