Ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβδέ-νεγώ Εκράτησαν Ακεραιότητα
Ο ΔΡΟΜΟΣ της Χριστιανικής ακεραιότητος δεν ακολουθεί τη γραμμή του συμβιβασμού. Ο Χριστός Ιησούς δεν συνηγόρησε για καμμιά διαλλακτική των διαφόρων πίστεων κίνησι για να συνενώση Φαρισαίους, Σαδδουκαίους και Χριστιανούς. Ούτε και οι προ Χριστού πιστοί άνδρες έκαναν τίποτα τέτοιο. Όταν οι Ισραηλίτες μπήκαν στη γη Χαναάν δεν είχαν οδηγίες να εγκαινιάσουν Εβδομάδες Αδελφότητος για να προαγάγουν την αρμονία μεταξύ αυτών των ιδίων και των ψευδολατρών που κατοικούσαν εκεί. Μια τέτοια ασθενική συναδέλφωσις ησκήθη αργότερα, αλλά το τίμημα ήταν εκείνο που δεν έπρεπε. Πάνω στο θυσιαστήριο θρησκευτικής ειρήνης που ετοιμάσθηκε με πανουργία, εθυσίαζαν την ακεραιότητα προς τον Ιεχωβά. Καθώς περνούσαν οι αιώνες, οι αποστασίες τους, που δεν είχαν κανένα στήριγμα, ακολουθούσαν κατηφορικό δρόμο, ώσπου τελικά τους έφεραν σε εθνική καταστροφή και αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα. Αλλά σ’ όλο το Βιβλικό αυτό παρελθόν υπήρχαν διάφοροι κατά καιρούς αριθμοί ατόμων που παραμέρισαν τις πανούργες συνδιαλλακτικές παγίδες και τους ασθενικούς συμβιβασμούς αδελφότητος. Υπελόγισαν τη δαπάνη της θρησκευτικής ειρήνης και όταν αυτή ήταν εις βάρος της ακεραιότητός των προς τον Θεό, ηρνούντο να πληρώσουν αυτό το τίμημα.
Τρεις Βιβλικοί χαρακτήρες που αρνήθηκαν τη θρησκευτική ειρήνη με κάθε θυσία ήταν ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβδέ-νεγώ. Μ’ αυτά τουλάχιστον τα ονόματα ανυψώθηκαν και επέσυραν την παγκόσμια προσοχή. Όταν ήταν στη γη του Ιούδα, οι Εβραίοι αυτοί ήταν γνωστοί ως Ανανίας (που σημαίνει «ο Γιαχ ευνόησε»), Μισαήλ («ποιος είναι σαν τον Θεό») και Αζαρίας («ο Γιαχ είναι φύλαξ»), αλλά όταν εφέρθηκαν στη Βαβυλώνα από τον Ναβουχοδονόσορα στον καιρό της πρώτης αιχμαλωσίας της Ιερουσαλήμ, το 618 π.Χ., ο Ναβουχοδονόσορ άλλαξε τα ονόματά τους αντιστοίχως σε Σεδράχ («ο φεγγαρόθεος»), Μισάχ («ξένος του βασιλέως») και Αβδέ-νεγώ («δούλος του Νεβώ»).
Οι δύο δοκιμασίες ακεραιότητος που εξιστορούνται πρώτα στην προφητεία του Δανιήλ ήταν προκαταρκτικές μόνο. Υπήρξε καιρός που οι τρεις αυτοί Εβραίοι μαζί με τον Δανιήλ επρόκειτο να διδαχθούν τη σοφία των Χαλδαίων κατά διαταγήν του Ναβουχοδονόσορος, η δε τροφή των θα προήρχετο από τις προμήθειες του βασιλέως. Αλλά το κρέας από το οψοφυλάκιο του βασιλέως μπορεί να ήταν από ζώα που ελογίζογτο ακάθαρτα κατά τον Μωσαϊκό νόμο, μπορεί να ήταν από ζώα που, όταν εσφάγησαν, δεν εχύθη όπως έπρεπε το αίμα τους και—το πιο απαράδεκτο—μπορεί να ήταν από ζώα που είχαν θυσιασθή στους δαιμονικούς θεούς. Όσο για τον οίνο του βασιλέως, μπορεί να ήταν σχετισμένος με σπονδές στους εθνικούς αυτούς θεούς. Γι’ αυτό οι τρεις Εβραίοι και ο Δανιήλ αποφάσισαν ‘να μη μιανθούν’ με το κρέας ή τον οίνον του βασιλέως. Το ότι αυτοί εζήτησαν άλλη τροφή, εκίνησε το ενδιαφέρον του επιστάτου, ο οποίος φοβήθηκε πως δεν θα είχαν τόση σωματική ευεξία όπως οι άλλοι αιχμάλωτοι νέοι, αλλά ο Δανιήλ ως εκπρόσωπος και των τεσσάρων είπε: «Δοκίμασον, παρακαλώ, τους δούλους σου δέκα ημέρας· και ας δοθώσιν εις ημάς όσπρια να τρώγωμεν, και ύδωρ να πίνωμεν· έπειτα ας θεωρηθώσι τα πρόσωπα ημών ενώπιόν σου, και το πρόσωπον των νεανίσκων οίτινες τρώγουσιν από των εδεσμάτων του βασιλέως.» Η δοκιμή έγινε, τα αποτελέσματα ήταν ικανοποιητικά, οι δε τέσσερες επετράπη να συνεχίσουν τη διατροφή τους με όσπρια και νερό, όχι για λόγους διαιτητικούς, αλλά για να διαφυλάξουν την ακεραιότητά τους. Ο Θεός ευλόγησε την πορεία τους, τους έδωσε σοφία, τους έκανε να υπερέχουν απ’ όλους τους άλλους όταν ήταν ενώπιον του Ναβουχοδονόσορος, το αποτέλεσμα δε ήταν ότι «ίσταντο ενώπιον του βασιλέως» κι έφθασαν να είναι δέκα φορές ανώτεροι από όλους τους άλλους σοφούς του βασιλείου.—Δανιήλ 1:1-20
Η δεύτερη δοκιμασία επήλθε όταν ο Ναβουχοδονόσορ είδε όνειρο, ελησμόνησε το όνειρό του, εζήτησε να του πουν οι σοφοί του και το όνειρο που λησμόνησε και την ερμηνεία του, εξωργισμένος δε επειδή απέτυχαν να το πράξουν, διέταξε να εξοντωθούν όλοι οι σοφοί. Το βεβιασμένο αυτό διάταγμα της εξοντώσεως περιελάμβανε και τον Δανιήλ και τους τρεις Εβραίους, αν και αυτοί δεν είχαν ειδοποιηθή γι’ αυτή τη συζήτησι. Ο Δανιήλ εζήτησε να μάθη το λόγο του σκληρού αυτού διατάγματος, και όταν τον έμαθε, πήγε ν’ αναγγείλη τα νέα στους Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ. Το αποτέλεσμα ήταν κοινή προσευχή στον Ιεχωβά και εκζήτησις του ελέους του και του φωτισμού του, για να μη απολεσθούν μαζί με τους άλλους σοφούς της Βαβυλώνος. Ο Ιεχωβά ενήργησε για τη διαφύλαξι των δούλων του που είχαν προσηλωθή στην ακεραιότητά τους. Απεκάλυψε το όνειρο και την ερμηνεία του στον Δανιήλ, απαντώντας στην κοινή προσευχή που δεν είχε γίνει άστοχα. Ο Δανιήλ μετέδωσε την πληροφορία στον Ναβουχοδονόσορα, αποδίδοντας στον Ιεχωβά Θεό την τιμή της αποκαλύψεως της μυστικής αυτής υποθέσεως. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο βασιλεύς εξύψωσε τον Δανιήλ σε μια θέσι αμέσως μετά απ’ αυτόν, και προήγαγε τους Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ ώστε να αναλάβουν τις υποθέσεις της επαρχίας της Βαβυλώνος.—Δανιήλ 2:1-28, 46-49.
Το κορύφωμα της δοκιμασίας ακεραιότητος των τριών Εβραίων επήλθε όταν ο Ναβουχοδονόσορ έστησε μια ισχνή, αλλά υψηλή εικόνα που υψωνόταν στον ουρανό. Αναφέρεται ότι ήταν χρυσή, αλλά επειδή ήταν από ενενήντα έως εκατόν πέντε ποδών ύψους, ασφαλώς είχε μόνο μια λεπτή επίστρωσι του πολυτίμου αυτού μετάλλου. Είναι πιθανόν ότι η εικών αυτή ήταν θρησκευτική, καθώς επίσης και εθνική, διότι ο Ναβουχοδονόσορ ήταν πολύ θρήσκος, όπως φανερώνεται από τις πολλές του επιγραφές που βρέθηκαν και οι οποίες αποδίδουν ευχαριστίες και τιμές σε δαιμονικούς θεούς, ιδιαίτερα δε στον προστάτη θεό του Βέελ-Μερωδάχ. Όταν έγιναν τα εγκαίνια της εικόνος ενώπιον μιας συγκεντρώσεως όλων των αξιωματούχων των επαρχιών, ο κήρυξ του βασιλέως απέστειλε την εξής προκήρυξι που αντήχησε πάνω απ’ τις πεδιάδες Δουρά: «Εις εσάς προστάττεται, λαοί, έθνη, και γλώσσαι, καθ’ ην ώραν ακούσητε τον ήχον της σάλπιγγος, της σύριγγος, της κιθάρας, της σαμβύκης, του ψαλτηρίου, της συμφωνίας, και παντός είδους μουσικής, πεσόντες προσκυνήσατε την εικόνα την χρυσήν, την οποίαν έστησε Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς· και όστις δεν πέση και προσκυνήση, την αυτήν ώραν θέλει ριφθή εις το μέσον της καμίνου του πυρός της καιομένης.»—Δανιήλ 3:4-6.
Μόλις ο λαός γενικά άκουσε την εθνική μουσική, έσπευσε να λάβη την καθιερωμένη σωματική στάσι· όχι όμως και οι Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ. Απεκλείετο γι’ αυτούς η εικονολατρία· απεκλείετο η κρατολατρία· απεκλείοντο οι υποκλίσεις κολακείας ή υποτελείας, άσχετα με το τι απαιτούσε το εθνικό έθιμο. Η προς τον Θεό ακεραιότης προηγείτο από το προς την πολιτεία καθήκον. Τότε φθονερά άτομα έτρεξαν προς τον βασιλέα και ψιθύρισαν ότι οι τρεις Εβραίοι δεν επέδειξαν τον οφειλόμενο σεβασμό στον βασιλέα και στην πολιτεία και στους θεούς. Με μια τυφλή και αλόγιστη παραφορά για την φαινομενική αυτή ανταρσία και βλασφημία, ο Ναβουχοδονόσορ εκάλεσε τους τρεις ανυποτάκτους ενώπιόν του και τους παρέσχε μια ειδική ευκαιρία να προσαρμοσθούν και συμμορφωθούν προς τον ορθόδοξο τρόπο λατρείας, Μήπως η ακεραιότης των Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ εμαράθηκε και διαλύθηκε σαν καπνός όταν αυτοί αντιμετώπισαν την κάμινον του πυρός; Κρίνατε μόνοι σας από την πρόθυμη και ευθεία απάντησί τους: «Ναβουχοδονόσορ, ημείς δεν έχομεν χρείαν να σοι αποκριθώμεν περί του πράγματος τούτου. Εάν ήναι ούτως, ο Θεός ημών, τον οποίον ημείς λατρεύομεν, είναι δυνατός να μας ελευθερώση εκ της καμίνου του πυρός της καιομένης· και εκ της χειρός σου, βασιλεύ, θέλει μας ελευθερώσει. Αλλά και αν ουχί, ας ήναι γνωστόν εις σε, βασιλεύ, ότι τους θεούς σου δεν λατρεύομεν, και την εικόνα την χρυσήν, την οποίαν έστησας, δεν προσκυνούμεν.»—Δανιήλ 3:7-18.
Ο Ναβουχοδονόσορ έγινε έξω φρενών από την απότομη αυτή απόρριψι του τελεσιγράφου του, και εξεμάνη από την παραφορά του· με μια όψι αλλοιωμένη από τη λύσσα του εξεφώνησε τις διαταγές του: Φέρτε τους πιο δυνατούς στρατιώτας! Ας δέσουν τους τρεις αυτούς στασιαστάς! Πετάχτε τους μέσα στο πύρινο καμίνι! Πρώτα όμως υπερθερμάνατέ το ώσπου να γίνη επτά φορές θερμότερο από όσο είναι συνήθως! Οι υποτελείς του βασιλέως έσπευσαν αμέσως να υπακούσουν. Τόσο έντονη ήταν η θερμότης της καμίνου ώστε εκείνοι που έρριξαν μέσα τους τρείς Εβραίους κουβαριάσθηκαν από τις πύρινες φλόγες! Και οι Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ: Εβάδιζαν άθικτοι μέσα στο πύρινο καμίνι, και καθώς ο Ναβουχοδονόσορ εγούρλωσε τα άπιστα μάτια του, είδε έναν τέταρτο μαζί τους σαν Υιόν Θεού. Ο θερμοκέφαλος βασιλεύς εψυχράνθηκε ταχύτερα από όσο είχε ανάψει, και εκάλεσε τους τρεις Εβραίους να βγουν έξω. Οι έκπληκτοι παρατηρηταί είδαν ότι οι Εβραίοι βγήκαν χωρίς καμμιά βλάβη, ούτε μια τρίχα τους δεν εκάηκε, ούτε τα ρούχα τους δεν εβλάβησαν, ούτε μυρωδιά καπνού δεν είχε μείνει απάνω τους. Ο Ναβουχοδονόσορ είπε:
«Ευλογητός ο Θεός του Σεδράχ, Μισάχ, και Αβδέν-εγώ, όστις απέστειλε τον άγγελον αυτού, και ηλευθέρωσε τους δούλους αυτού, οίτινες ήλπισαν επ’ αυτόν, και παρήκουσαν τον λόγον του βασιλέως, και παρέδωκαν τα σώματα αυτών, δια να μη λατρεύσωσι μηδέ να προσκυνήσωσιν άλλον θεόν, εκτός του Θεού αυτών. Δια τούτο εκδίδω πρόσταγμα, ότι πας λαός, έθνος, και γλώσσα, ήτις λαλήση κακόν εναντίον του Θεού του Σεδράχ, Μισάχ, και Αβδέ-νεγώ, θέλει καταμελισθή, και αι οικίαι αυτών θέλουσι γείνει κοπρώνες· διότι άλλος θεός δεν είναι, δυνάμενος να ελευθερώση ούτω.»—Δανιήλ 3:19-29.
Με το εδάφιο που ακολουθεί και αναφέρει περαιτέρω προαγωγές των Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ στην επαρχία της Βαβυλώνος, η Γραφή περατώνει την αφήγησί της για τους τρεις Εβραίους. Στην Καθολική Γραφή του Ντουαί, η δραματική πείρα των ανδρών που ήταν στο καμίνι εξωραΐζεται με εξήντα επτά νόθα εδάφια παρεντεθειμένα μεταξύ των εδαφίων εικοστού τρίτου και εικοστού τετάρτου του τρίτου κεφαλαίου. Τα εδάφια αυτά, όπως και τα άλλα απόκρυφα συγγράμματα, αντιφάσκουν στον ίδιο τον εαυτό τους και αποτελούν ένα μη θεόπνευστο θρύλο που αναπτύχθηκε στην παράδοσι των Ιουδαίων. Εν τούτοις, η Γραφή κάνει αργότερα έναν υπαινιγμό της πείρας των Σεδράχ, Μισάχ και Αβδέ-νεγώ όταν αναφέρει για κείνους που «έσβεσαν δύναμιν πυρός» με την πίστι.—Εβραίους 11:33, 34.
Στον καιρόν αυτόν που θρησκείες, έθνη και πολιτικές ιδεολογίες συγκρούονται σε μια ανταγωνιστική προσπάθεια να έχουν την υποστήριξι ή υποταγή των ατόμων, ο Χριστιανός πρέπει πρώτα ν’ αποβλέπη στην υποταγή του και ακεραιότητα προς τον Ιεχωβά Θεό. Η βία ή ο διωγμός, τα πανούργα σχέδια ή απατηλά κινήματα, οι κρατικές απειλές ή κομπασμοί, καμμιά από ης μεθόδους αυτές δεν πρέπει ν’ αφεθή να εκφοβίση, να αποσπάση ή ν’ απομακρύνη τον Χριστιανό από την ακεραιότητά του. Το ν’ αποχωρισθή κανείς από την ακεραιότητά του σημαίνει, να εγκολπωθή τον θάνατο· το να διακρατήση κανείς σταθερά την ακεραιότητά του σημαίνει να κερδίση ζωή. Διατηρήστε την ακλόνητα όπως ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβδέ-νεγώ.