Δυστυχείς Γογγυσταί
«Διατί ήθελε γογγύσει ζων υιός της γης, άνθρωπος εξαιτίας των αμαρτιών αυτού; Ας ερευνήσωμεν τας οδούς ημών, και ας εξετάσωμεν, και ας επιστρέψωμεν εις τον Γιαχβέ.»—Θρήνοι 3:39, 40, Ro.
1. Τι γνωρίζει ο Ιεχωβά για τη διάνοια του ανθρώπου, και πώς ο άνθρωπος μπορεί να είναι τώρα ευτυχής παρά τη θλίψι του κόσμου;
Ο ΙΕΧΩΒΑ γνωρίζει τη διάνοια του ανθρώπου. Γνωρίζει ότι, αν ένας άνθρωπος δεν εκπαιδεύση τη διάνοιά του να σκέπτεται ορθά, θα είναι δυστυχής. Οι σκέψεις και οι κατευθύνσεις του παλαιού αυτού κόσμου δεν είναι ορθές επειδή δεν βασίζονται στον τρόπο του σκέπτεσθαι του Θεού όπως εκφράζεται στον λόγον του. Μερικοί όμως από την ανθρώπινη οικογένεια γνωρίζουν γιατί ‘εγεννήθησαν εν αμαρτία και συνελήφθησαν εν ανομία’, και απέβλεψαν στον Ιεχωβά για ανακούφισι από την κατάστασι στην οποία βρίσκονται. Κατανοούν γιατί ένας «ζων υιός της γης» δεν πρέπει να γογγύζη, επειδή η θλίψις και η στενοχωρία που υποφέρει οφείλεται στον Αδάμ τον πρώτον ανθρώπινον πατέρα. Οι μάρτυρες του Ιεχωβά ερεύνησαν τις Γραφές και γνωρίζουν την αλήθεια για το ότι εγεννήθησαν εν αμαρτία και συνελήφθησαν εν ανομία, αλλά γνωρίζουν συγχρόνως ότι αυτό δεν σημαίνει ότι επιτρέπεται τώρα σ’ ένα Χριστιανό να αδικοπραγή. Ως Χριστιανοί πρέπει αυτοί να κυττάξουν τον εαυτό τους και να κάμουν επιμελή εξέτασι του τρόπου με τον οποίον έχουν ζήσει και πού τους έχει οδηγήσει έως τώρα, και ν’ αποφασίσουν τι θα πράξουν στο μέλλον. Έχουν φθάσει στο συμπέρασμα: «Ας επιστρέψωμεν εις τον Γιαχβέ.» Γι’ αυτό ακριβώς αφιέρωσαν τη ζωή τους στην υπηρεσία του Ιεχωβά. Γνωρίζοντας ότι οι πρώτοι τους γονείς, ο Αδάμ και η Εύα, έφεραν επάνω τους λύπη, ασθένεια και θάνατο, δεν γογγύζουν για την κατάστασί τους. Μάλλον, υπάρχει κάθε λόγος να είναι ευτυχείς· γνωρίζουν το δρόμο της απαλλαγής από αυτή τη θλίψι, επειδή ο Θεός έκαμε προμήθεια για σωτηρία. Και σεις, επίσης, μπορείτε να μάθετε το δρόμο της απαλλαγής που επρομήθευσε ο Ιεχωβά, «ο μακάριος Θεός», ο οποίος και θέλει η κτίσις του να είναι ευτυχής.
2. Μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο, ποιος είναι ο μακάριος άνθρωπος, σύμφωνα με τον Ψαλμό 1;
2 Εσείς ως άτομα μπορείτε να είσθε ευτυχής. Δεν χρειάζεται να είσθε σε μια μεγάλη συνάθροισι για να έχετε ευτυχία, μολονότι πολλοί ευτυχείς άνθρωποι που συνέρχονται, αποτελούν μια ευτυχή συνάθροισι. Οπουδήποτε στον κόσμο υπάρχει ένας δούλος του Θεού, ακόμη και αν βρίσκεται πολύ μακριά σ’ έναν ιεραποστολικό οίκο ή σ’ έναν απομονωμένο τομέα, μπορεί να έχη ευτυχία. Όταν ένα άτομο έχη την ορθή άποψι, θα αισθάνεται σαν τον άνθρωπο για τον οποίον έγραψε ο ψαλμωδός. Χρησιμοποιώντας τη μετάφρασι του Ρόδερχαμ που δίδει τη μορφή Γιαχβέ του ονόματος του Θεού αντί Ιεχωβά, διαβάζομε: «Πόσον μακάριος ο άνθρωπος, όστις δεν περιεπάτησε εν βουλή ασεβών, και εν οδώ αμαρτωλών δεν εστάθη, και επί καθέδρας χλευαστών δεν εκάθισεν· αλλ’ εν τω νόμω του Γιαχβέ είναι το θέλημα αυτού, και εν τω νόμω αυτού ομιλεί προς εαυτόν ημέραν και νύκτα.» (Ψαλμός 1:1, 2, Ro) Πόσο αληθινό είναι αυτό! Διότι όταν ένας κάθεται με τους αμαρτωλούς, γίνεται δυστυχής. Κυττάξτε ακριβώς τον κόσμο και συλλογισθήτε την κατάστασί του. Οι άνθρωποι δεν είναι πραγματικά ευχαριστημένοι. Δεν μπορούν να είναι, επειδή ο κόσμος είναι γεμάτος από κακία. Αγνοούν τον Θεό και τις προμήθειές του για ζωή. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι άνθρωποι δεν είναι ευτυχείς ούτε ατομικώς ούτε ομαδικώς. Ένας που αποφεύγει τον κόσμο είναι ευτυχής.
3. Με ποιον τρόπο ο άνθρωπος αυτός μιλεί με τον εαυτό του, και για ποιο πράγμα;
3 Ο ψαλμωδός λέγει ότι ο άνθρωπος αυτός ‘μιλεί στον εαυτό του μέρα και νύχτα’. Αυτή είναι μια παράξενη έκφρασις, δεν είναι έτσι; Αλλά σημαίνει μελετά. Τι μελετά; Μελετά τις προμήθειες που ο Θεός εξέθεσε γι’ αυτόν στη Βίβλο, όπως ακριβώς ο Ιησούς του Ναυή μελετούσε τον λόγον του Θεού. Ο Θεός του είπε: «Δεν θέλει απομακρυνθή τούτο το βιβλίον του νόμου από του στόματός σου, αλλ’ εν αυτώ θέλεις μελετά ημέραν και νύκτα, δια να προσέχης να κάμνης κατά πάντα όσα είναι γεγραμμένα εν αυτώ· διότι τότε θέλεις ευοδούσθαι εις την οδόν σου, και τότε θέλεις φέρεσθαι μετά συνέσεως.» (Ιησούς του Ναυή 1:8) Ο Ιησούς του Ναυή έπρεπε να μιλή στον εαυτό του μέρα και νύχτα. Έπρεπε να μελετά αυτές τις αλήθειες που ο Θεός είχε λαλήσει στον Μωυσή και που τώρα ήσαν σε γραπτή μορφή. Κατόπιν, ζώντας σύμφωνα μ’ αυτές, θα ήταν ευτυχής. Ναι, ευτυχία έρχεται στον άνθρωπο που πράττει εκείνο που είναι ορθόν· η δε ατομική υπηρεσία στον Ύψιστον είναι ορθή επειδή είναι η λατρεία του Θεού.
4. Ποιο ήταν το έθνος του οποίου Θεός είχε γίνει ο Ιεχωβά, και γιατί δεν υπήρχαν πάρα πολλές ευκαιρίες ευτυχίας για το γεγονός αυτό;
4 Ο Ύψιστος Θεός δεν περιορίζει την ευτυχία σε άτομα. Πολιτεύεται μ’ ένα ολόκληρο έθνος και το κάνει μακάριο έθνος. «Πόσον μακάριον το έθνος του οποίου Θεός είναι ο Γιαχβέ, ο λαός τον οποίον εξέλεξε ως κληρονομίαν του!» (Ψαλμός 33:12, Ro) Το εκλεκτό αυτό έθνος ήταν ο Ισραήλ. Ο Θεός είχε κάμει διαθήκη με τους προπάτοράς των, τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ. Το έθνος αυτό είχε κάθε λόγο να είναι μακάριο, επειδή Θεός του ήταν ο Ιεχωβά, ο Κυρίαρχος Άρχων ολοκλήρου του σύμπαντος. Αλλά συχνά απεμακρύνοντο από το ν’ ακολουθούν τη σοφή συμβουλή του Θεού των. Αντίθετα, εξέλεγαν μια αμαρτωλή πορεία και αγνοούσαν τον Θεό, το δε αποτέλεσμα ήταν ότι ολόκληρο το έθνος έχανε την ευτυχία του. Βλέπομε από τη Βιβλική αφήγησι γι’ αυτό το έθνος, ότι δεν υπήρχαν πάρα πολλές ευκαιρίες για ευτυχία, διότι ήσαν μια σκληροτράχηλη φυλή, ένας μεμψίμοιρος λαός. Δεν απέδιδαν αληθινή λατρεία στον Ιεχωβά· για τούτο δεν ερχόταν η ευλογία του Θεού. Ο Ιησούς εξέθεσε το ζήτημα με αληθινό τρόπο όταν είπε: «Εάν τις με αγαπά, τον λόγον μου θέλει φυλάξει, και ο Πατήρ μου θέλει αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν θέλομεν ελθεί, και εν αυτώ θέλομεν κατοικήσει.» (Ιωάννης 14:23) Πολύ συχνά οι Ισραηλίτες δεν ήθελαν να παραμένουν με τον Ιεχωβά, αλλά η επιθυμία των ήταν να επιστρέψουν στην Αίγυπτο και στη λατρεία των ειδωλολατρικών θεών.
5, 6. Ποιοι αποτελούν το μακάριο έθνος τώρα, και τι συμβάλλει στην ευτυχία τους;
5 Σήμερα βλέπομε τους μάρτυρας του Ιεχωβά σαν ένα έθνος που ήγειρε ο Ιεχωβά, ένα εκλεκτό λαό που ελήφθη από όλα τα έθνη, τις φυλές και τις γλώσσες· και είναι ένα μακάριο έθνος. Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι ετήρησαν τους λόγους του Ιησού· και συνεπώς ο Πατήρ τούς αγαπά και παραμένει μαζί τους. Λατρεύουν τον Πατέρα τους τον εν ουρανοίς «εν πνεύματι και αληθεία». Δεν σκέπτονται να ενεργήσουν με τον δικό τους τρόπο, αλλά είναι πρόθυμοι να πράττουν το θέλημα του Πατρός και ν’ ακολουθούν τις εντολές του Ιησού Χριστού, του Υιού του Θεού. Βρίσκουν ευτυχία κηρύττοντας το ευαγγέλιο της Βασιλείας του Ιεχωβά σε όλο τον κόσμο για μαρτυρία. Το δώρο του Θεού σ’ αυτούς είναι η γνώσις της αληθείας, και οι μάρτυρες του Ιεχωβά είναι ευτυχείς να δίδουν αυτή την αλήθεια σε άλλους μέσα στον κόσμο. Δεν είναι ιδιοτελείς, ώστε να την κρατούν για τον εαυτό τους. Εκδίδουν Γραφές, βιβλία, βιβλιάρια και περιοδικά και τα διανέμουν ευρύτατα σε πολλές γλώσσες σε όλο τον κόσμο.
6 Οι οπαδοί των ψευδών θρησκειών του κόσμου δεν μπορούν να εννοήσουν γιατί όλοι οι μάρτυρες του Ιεχωβά είναι τόσο δραστήριοι· αλλά η δραστηριότης των είναι η λατρεία των προς τον Ύψιστον. Οι μάρτυρες του Ιεχωβά ζητούν ζωή με ευτυχία, και αποκτούν ευτυχία, καθώς ζουν τώρα. Έχουν βρει το μυστικό να είναι ευτυχείς ακόμη και σ’ αυτόν τον παρόντα πονηρό κόσμο. Απέδειξαν στον εαυτό τους ότι υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία στο να δίδουν σε όλα τα έθνη του κόσμου τις αλήθειες του λόγου του Θεού που έχουν λάβει τόσο άφθονα· δίδουν, λοιπόν, διαρκώς από ό,τι έχουν λάβει. Η οργάνωσις των μαρτύρων του Ιεχωβά είναι γεμάτη από ένα ευτυχισμένο λαό. Έχουν φιλική διάθεσι, και επιθυμούν πολύ να κάμουν άλλους να ενωθούν μαζί τους στην ευτυχία τους και στην αληθινή λατρεία του Υψίστου. Ιδού γιατί τους βρίσκει κανείς να πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι, από πόλι σε πόλι, από χώρα σε χώρα και να εκπληρώνουν την εντολή του Ιησού, ‘Τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας πρέπει να κηρυχθή σε όλο τον κόσμο για μαρτυρία.’ Οι μάρτυρες του Ιεχωβά ως έθνος είναι μακάριοι επειδή Θεός των είναι ο Ιεχωβά.
7. Ποια είναι η αιτία που μερικοί στην οργάνωσι ολισθαίνουν πίσω στον κόσμο και χάνουν την ευτυχία;
7 Ενίοτε βλέπομε έναν εδώ ή εκεί στην οργάνωσι που ολισθαίνει πίσω στον κόσμο. Γιατί συμβαίνει αυτό; Η αιτία είναι απλή. Είναι ότι έπαυσε να κηρύττη· έπαυσε να δίδη. Δεν υπάρχει θέσις για ένα άτομο στην οργάνωσι του Θεού εκτός αν λατρεύη τον Θεό. Αν παύση να λατρεύη, αποσπά τον εαυτό του από την οργάνωσι. Όταν ένας παύση να μελετά την αλήθεια και εγκαταλείψη τον Ιεχωβά, δεν έχει πια τίποτε να δώση στους άλλους. Τότε η αλήθεια δεν είναι μέσα του. Η μελέτη είναι ουσιώδης για να κρατηθή ένα άτομο στην οργάνωσι του Ιεχωβά. Αν ένας δεν λαμβάνη εξακολουθητικά τις αλήθειες και το φως που λάμπει ολοένα περισσότερο ως την τελεία ημέρα, θα γίνη αδιάφορος προς το προνόμιό του να κηρύττη τα αγαθά νέα της Βασιλείας. Γρήγορα θ’ αρχίση να αισθάνεται ότι δεν έχει τίποτε να πη στους ανθρώπους. Η αιτία τούτου είναι ότι άφησε τη διάνοιά του να γίνη οκνηρή. Στην ουσία λέγει, Δεν θέλω πια τροφή από την τράπεζα του Ιεχωβά. Κατόπιν παύει να χρησιμοποιή τη γνώσι που έχει· δεν την δίδει στους άλλους, και η ευτυχία του μαραίνεται και παρέρχεται. Η ευτυχία έρχεται κατά μέγα μέρος με το να δίδωμε.
ΤΥΠΙΚΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
8. Παρά την απελευθέρωσι από την Αίγυπτο, γιατί ο Ισραήλ δεν παρέμενε ευτυχής;
8 Κυττάξτε για λίγο τους υιούς Ισραήλ όταν ήσαν στην έρημο. Σκεφθήτε τι είχε κάμει ο Ιεχωβά γι’ αυτούς απελευθερώνοντάς τους από την Αίγυπτο. Εκεί ήσαν κάτω από μια καταδυναστευτική, υποδουλωτική οργάνωσι, αλλά τώρα ο Θεός του ουρανού, ο Ιεχωβά, τους είχε απελευθερώσει και οδηγήσει στην έρημο. Τους είχε προστατεύσει με τη χρησιμοποίησι της μεγάλης του δυνάμεως, οδηγώντας τους μέσα από την Ερυθρά θάλασσα από την Αίγυπτο στην έρημο. Τους έθρεψε επί σαράντα χρόνια καθώς περιεπλανώντο σ’ αυτό το παράδοξο έδαφος. Σκεφθήτε το μέγεθος της αγάπης του Θεού γι’ αυτόν τον λαό που τον ωδηγούσε στη Γη της Επαγγελίας. Αλλά με όλα αυτά και παρά την απελευθέρωσί τους οι Ισραηλίτες δεν ήταν ωστόσο ευχαριστημένοι. Είχαν έλλειψι αγάπης. Δεν έδιδαν αληθινή λατρεία στον Θεό ως έθνος, και δεν ήσαν ευτυχείς.
9. Γιατί άτομα κατά καιρούς αισθάνονται το φορτίο πολύ βαρύ γι’ αυτά, και πώς ο Μωυσής είναι ένα παράδειγμα τούτου;
9 Εν τούτοις, υπήρχαν πολλά άτομα μέσα στο έθνος που είχαν τη χαρά να υπηρετούν τον Θεό και που ήσαν πιστά στις οδηγίες που τους είχαν δοθή. Μερικές φορές, ακόμη και τέτοια πιστά άτομα ησθάνοντο ότι το φορτίον ήταν πάρα πολύ γι’ αυτά ώστε να μπορέσουν να το βαστάσουν, όταν τους ανετίθετο ευθύνη. Σε τέτοια περίπτωσι είχαν έλλειψι πίστεως στις προμήθειες του Θεού. Ο Μωυσής, λόγου χάριν, εχρησίμευσε ως μεσίτης μεταξύ Θεού και Ισραηλιτών. Μια φορά, όμως, αισθάνθηκε ωσάν πάρα πολλά να απητούντο απ’ αυτόν. Οι υιοί Ισραήλ παρεπονούντο, γογγύζοντας και κράζοντας για κρέας. Είπαν κατ’ ουσίαν: ‘Αυτό το μάννα που μας δίδει ο Θεός και μας λέγει να συνάζωμε κάθε πρωί δεν μας ικανοποιεί. Εκείνο που θέλομε είναι σάρκα. Θέλομε κρέας.’ Έκραζαν στον Μωυσή να τους το προμηθεύση. Είχαν παραπονεθή συχνά προηγουμένως και τώρα ευρίσκοντο σε μια δυστυχή κατάστασι διανοίας, και οι γογγυσμοί τους τελικά έφεραν τον Μωυσή στην ίδια κατάστασι διανοίας. Για να εκτιμήσετε την πλήρη αφήγησι, διαβάστε το Αριθμοί 11:11-15. Εδώ βρίσκομε τον Μωυσή να λέγη: «Δια τι εταλαιπώρησας τον δούλον σου; και δια τι δεν εύρηκα χάριν ενώπιόν σου, ώστε έβαλες επ’ εμέ το φορτίον όλου του λαού τούτου; μήπως εγώ συνέλαβον όλον τον λαόν τούτον; ή εγώ εγέννησα αυτούς, δια να με λέγης, Λάβε αυτόν εις τον κόλπον σου, καθώς βαστάζει η τροφός το θηλάζον βρέφος, εις την γην την οποίαν ώμοσας προς τους πατέρας αυτών; πόθεν εις εμέ κρέατα να δώσω εις όλον τον λαόν τούτον; διότι κλαίουσι προς εμέ, λέγοντες, Δος εις ημάς κρέας να φάγωμεν· δεν δύναμαι εγώ μόνος να βαστάσω όλον τον λαόν τούτον, διότι είναι πολύ βαρύ εις εμέ· και αν κάμνης ούτως εις εμέ, θανάτωσόν με ευθύς, δέομαι, εάν εύρηκα χάριν ενώπιόν σου, δια να μη βλέπω την δυστυχίαν μου.»
10. Γιατί ο Μωυσής δεν ήταν ευτυχής τον καιρό εκείνο που αισθανόταν τόσο μεγάλη ευθύνη;
10 Αυτή δεν ήταν μια πολύ ευτυχισμένη κατάστασις διανοίας για ένα άτομο. Η πίστις του Μωυσέως εξασθενούσε· η εμπιστοσύνη του στον Ιεχωβά εξέλειπε. Ασφαλώς είχε γίνει τόσο πιεστικό για τον Μωυσή το να είναι συνδεδεμένος μ’ αυτόν τον λαό, ώστε τον έφερε στο σημείο να θέλη να τον θανατώση ο Θεός για να μπορέση ν’ απαλλαγή απ’ αυτούς. Ο Μωυσής έδειξε το μη ορθό πνεύμα κάτω απ’ αυτή τη βαριά δοκιμασία. Δεν ήθελε να βαστάση την ευθύνη που ο Θεός είχε θέσει επάνω του. Έπειτα, επίσης, δεν εξεδήλωνε πλήρη εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά Θεό τη στιγμή εκείνη. Ο Μωυσής ησθάνετο πολύ άσχημα· και καθώς έβλεπε τον μεγάλο αριθμό του λαού, αμφισβητούσε πραγματικά τη δύναμι του Θεού. Θα έπρεπε να είχε σκεφθή τα θαυμάσια πράγματα που είχε κάμει ο Θεός σε περασμένους καιρούς. Θα ήταν πολύ καλύτερα για τον Μωυσή να περιμένη τον Ιεχωβά και να προσεύχεται σ’ αυτόν, ερωτώντας, «Τι πρέπει να κάμω; Τι θα κάμης εσύ γι’ αυτόν τον λαό;» Ο Μωυσής δεν ήθελε να δώση σ’ αυτόν τον λαό και ενόμιζε ότι κανείς άλλος δεν θα έδινε επίσης. Δεν ήταν ευτυχής, αυτό είναι βέβαιο.
11. Πώς ο Μωυσής έδειξε εδώ κάποια έλλειψι πίστεως, και ποια παρόμοια στάσις θα αντιστοιχούσε μ’ αυτήν σήμερα;
11 Ο Θεός είπε στον Μωυσή ότι Αυτός θα έδινε κρέας στους Ισραηλίτες, όχι μια ημέρα, ή δύο ημέρες, ή πέντε ημέρες, ή δέκα ή είκοσι ημέρες, αλλά επί ένα ολόκληρο μήνα «εωσού εξέλθη εκ των μυκτήρων σας, και γείνη εις εσάς αηδία· διότι ηπειθήσατε εις τον Ιεχωβά όστις είναι μεταξύ σας.» (Αριθμοί 11:18-20, AS) Ο Μωυσής κατ’ ουσίαν είπε στον Θεό, ‘Δεν μπορείς να θρέψης 600.000 πεζούς. Δεν μπορείς να προμηθεύσης κρέας για να θρέψης όλον αυτόν τον λαό, δυο εκατομμύρια ή περισσοτέρους, μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά. Πράγματι, δεν υπάρχουν αρκετά πουλιά στον ουρανό για να τραφή αυτός ο λαός· δεν υπάρχουν αρκετά κτήνη στις αγέλες για να ικανοποιηθούν αυτοί όλοι. Δεν τους γνωρίζεις, Θεέ. Εγώ ξέρω τι είδους λαός είναι αυτοί. Είναι ο πιο ιδιοτελής, ο πιο σκληροτράχηλος, ο πιο δυστυχής λαός, οι πιο μεγάλοι γογγυσταί. Ω, θα ήταν καλύτερα να ήμουν νεκρός.’ Εν τούτοις, ο Ιεχωβά μίλησε στον Μωυσή με τα εξής λόγια: ‘Τόσο περιωρισμένη είναι η δύναμις του Ιεχωβά; Θα δης τώρα αν ο λόγος μου θα βγη αληθινός για σένα ή όχι.’ (Αριθμοί 11:23, AS) Μπορείτε να φαντασθήτε κάποιον να θέτη σε αμφισβήτησι τον Θεό και να λέγη ότι δεν θα μπορούσε να κάμη εκείνο που είπε ότι θα έκανε; Ο Μωυσής έθεσε εδώ σε αμφισβήτησι τη δύναμι του Θεού. Είναι ακριβώς σαν να έλεγε κανείς σήμερα ότι ο Θεός δεν μπορεί να προστατεύση τον λαό του στη μάχη του Αρμαγεδδώνος και να τον διαβιβάση στο νέο κόσμο· ότι αυτό είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο έργο. Ωραία· σταματήσατε ποτέ για να σκεφθήτε ότι ο Ιεχωβά επροστάτευσε τον Νώε και την οικογένειά του στον κατακλυσμό και τους έφερε από τον «τότε κόσμον» στον παρόντα, πονηρόν κόσμον; Αυτό αποτελεί ιστορία, και δείχνει ότι η δύναμις του Θεού έχει ήδη αποδειχθή. Δεν πιστεύετε ότι μπορεί αυτό να το πράξη πάλι; Πού είναι η πίστις σας; Ο Μωυσής ενόμιζε ότι η δύναμις του Θεού είναι περιωρισμένη· αλλά ο Ιεχωβά έχει όλη τη δύναμι στον ουρανό και στη γη. Έχει δώσει μάλιστα τέτοια δύναμι και εξουσία στον Υιό του.—Ματθαίος 28:18.
12. Γιατί το θαύμα του Θεού δεν είχε ως αποτέλεσμα την ευτυχία πολλών Ισραηλιτών, και ποιον σκοπό θα εξυπηρετούσε για μας το ιστορικό αυτό παράδειγμα;
12 Ό,τι, λοιπόν, συνέβη στην έρημο πρέπει ασφαλώς να μας κάμη εντύπωσι, έτσι ώστε να μην αμφιβάλλωμε ποτέ για τον λόγον του Θεού. Όταν διαβάζωμε τον λόγον του Θεού όπως εκτίθεται στις Εβραϊκές και στις Ελληνικές Γραφές, πρέπει να τον δεχώμεθα ως απολύτως αληθινό και ορθό. Μας μιλεί για πραγματική ζωή όπως υπήρχε πριν από πολλούς αιώνες και χρησιμοποιεί αυτά τα πράγματα ως παραδείγματα των όσων θα συμβούν στον σημερινό καιρό. Μολονότι δε αυτός ο μεγάλος μεσίτης Μωυσής έκαμε ένα λάθος, αυτό δεν είναι αιτία να θέσωμε σήμερα σε αμφισβήτησι τον Ιεχωβά και να κάμωμε ένα όμοιο λάθος. Γι’ αυτό ακριβώς εγράφησαν από πριν αυτά τα πράγματα, για τη νουθεσία μας και τη διδασκαλία μας. Οπωσδήποτε, αργότερα, έξω από το Ισραηλιτικό στρατόπεδο, τα ορτύκια που συνέλαβαν είχαν συσσωρευθή σε μεγάλες ποσότητες. Ο Ιεχωβά τα έφερε εκεί από κάπου και έδωκε στο λαό όλο εκείνο που θα μπορούσε πιθανώς να φάγη. Αλλ’ αυτοί δεν εξετίμησαν τι είχε κάμει ο Ιεχωβά, και ο Θεός δυσαρεστήθηκε από τον λαίμαργο τρόπο με τον οποίον οι Ισραηλίτες εχρησιμοποίησαν αυτές τις προμήθειες. Εδώ ο Ιεχωβά ήταν ο δότης, ένας πλουσιοπάροχος δότης· εκ μέρους, όμως, των Ισραηλιτών εδείχθηκε έλλειψις εκτιμήσεως. Ο Ιεχωβά απέδειξε στον Μωυσή ότι ο λόγος του ήταν ορθός και αξιόπιστος, και έδειξε στον Μωυσή τη δύναμί του. Η χειρ του δεν εσμικρύνθη. Απέδειξε την κυριαρχία του. Μόνο αν οι Ισραηλίτες είχαν αποδώσει αίνο στον Ιεχωβά για την αγαθότητά του, τότε θα είχαν ευτυχία στη ζωή τους.—Αριθμοί 11:31-35.
13. Γιατί δεν πρέπει να είμεθα γογγυσταί, όπως διευκρινίσθηκε στην περίπτωσι του Ααρών και της Μαριάμ;
13 Κατόπιν υπάρχει μια αφήγησις στη Βίβλο για τους γογγυστάς Μαριάμ και Ααρών, που μίλησαν εναντίον του Μωυσέως. Είπαν, «Μήπως προς τον Μωυσήν μόνον ελάλησεν ο Ιεχωβά; δεν ελάλησε και προς ημάς; (Αριθμοί 12:2, AS) Σε μια προηγούμενη περίπτωσι ο Μωυσής είχε σώσει τη ζωή του αδελφού του Ααρών, όταν ο Ααρών απέτυχε ν’ ακολουθήση αληθινή λατρεία. Στο Δευτερονόμιο 9:20 (AS) αναφέρεται ότι ο Μωυσής είπε: «Και ήτο ο Ιεχωβά θυμωμένος σφόδρα κατά του Ααρών δια να εξολοθρεύση αυτόν· και εδεήθην και υπέρ του Ααρών εν τω καιρώ εκείνω.» Τώρα τα δύο αυτά εξέχοντα πρόσωπα μεταξύ των Ισραηλιτών, ο αδελφός και η αδελφή του Μωυσέως, έδειξαν ότι δεν ήσαν ευχαριστημένα με την προμήθεια του Θεού να έχη τον Μωυσήν ως εκπρόσωπόν του. Δεν τους άρεσε ο τρόπος με τον οποίον εχειρίζετο τα πράγματα ο Θεός, το αποτέλεσμα δε του γογγυσμού των ήταν ότι η Μαριάμ επατάχθη με λέπρα. Ο Μωυσής εμεσολάβησε με προσευχή για την αδελφή του, και αφού αυτή απεστάλη έξω από το στρατόπεδο για να καθαρισθή σύμφωνα με το νόμο, εσώθηκε από μια τέτοια αηδή ύπαρξι. (Αριθμοί 12:9-15) Βλέπομε, λοιπόν, ότι κανείς δεν πρέπει να γογγύζη εναντίον του Θεού επειδή αυτός δεν ενεργεί όπως εμείς θέλομε να ενεργήση. Θυμηθήτε ότι ο Ιεχωβά είναι ο Κυρίαρχος Άρχων του σύμπαντος. Γνωρίζει πώς να χειρισθή την οργάνωσί του και το έργο του πολύ καλύτερα από εκείνους που τον υπηρετούν. Όλοι πρέπει να είναι ευτυχείς εκεί που ο Ιεχωβά τούς θέτει στην οργάνωσί του και στην υπηρεσία του. Εκείνο που απαιτεί ο Θεός από μας είναι ακεραιότης και πιστότης σ’ αυτόν· και αν του τα δίνωμε αυτά, θα είμεθα ευτυχείς.
ΕΛΛΕΙΨΙΣ ΠΙΣΤΕΩΣ
14. Κατά την επιστροφή των δώδεκα από την κατασκόπευσι της Γης της Επαγγελίας, πώς εξεδηλώθη έλλειψις πίστεως και με ποια συνέπεια;
14 Ένα άλλο κτυπητό παράδειγμα έχομε όταν ο Μωυσής έστειλε τους δώδεκα κατασκόπους στη γη Χαναάν για να εξετάσουν την κληρονομία που ο Θεός είχε υποσχεθή στους Ισραηλίτες. Ο Μωυσής εξέλεξε έναν από καθεμιά από τις δώδεκα φυλές και τους απέστειλε να κατασκοπεύσουν τη γη. Θυμηθήτε ότι ο Θεός τούς είχε ειπεί: ‘Θα την δώσω σε σας. Είναι η πιο καλή χώρα σ’ αυτό το μέρος της γης, αυτή που κληρονομείτε’. Αλλά όταν οι δώδεκα επέστρεψαν, δέκα απ’ αυτούς είπαν, ‘Όχι, δεν θέλομε να πάμε εκεί. Είναι μια τρομερή χώρα που κατοικείται από γίγαντας. Θα ήταν καλύτερα να επιστρέψωμε στην Αίγυπτο και να είμεθα δούλοι. Όλο εκείνο που θα συμβή είναι ότι θα καταστραφούμε, επειδή ο λαός αυτής της γης είναι ισχυρότερος από μας.’ Αυτή ήταν μια κακή αναφορά που εδόθη για τη γη την οποίαν ο Θεός είχε δώσει στους Ισραηλίτες. Από τους δώδεκα κατασκόπους μόνο δύο, ο Ιησούς του Ναυή και ο Χάλεβ, επέστρεψαν με καλή αναφορά. Ήσαν ευγνώμονες για ό,τι είχε προμηθεύσει ο Θεός και έφεραν πίσω απόδειξι ότι ήταν μια ευνοημένη γη. Η νουθεσία τους ήταν, ‘Ας πάμε αμέσως τώρα!’ Αλλά οι περισσότεροι είπαν: ‘Α, όχι, θα σταματήσωμε ακριβώς εδώ. Είμεθα ευχαριστημένοι με την τωρινή κατάστασι των πραγμάτων.’ Οι Ισραηλίτες και δέκα από τους κατασκόπους που είχαν εξετάσει τη γη, έδειχναν μεγάλη αδιαφορία για το να εργασθούν για την κληρονομία που τους είχε υποσχεθή ο Θεός. Οι δέκα κατάσκοποι που είχαν ολίγη πίστι επηρέασαν ολόκληρο το έθνος, το δε αποτέλεσμα ήταν ότι η παλαιότερη γενεά δεν μπήκε ποτέ στη Γη της Επαγγελίας. Αντί γι’ αυτούς, τα τέκνα τους ήσαν εκείνα που έλαβαν την επαγγελία, ο δε Χάλεβ και ο Ιησούς του Ναυή τα συνώδευσαν στη Γη της Επαγγελίας επειδή ήσαν πιστοί και είχαν δώσει αληθινή αναφορά.
15. Ποια, λοιπόν, κατάλληλα ερωτήματα αντιμετωπίζομε σήμερα, και πώς θ’ απαντήσωμε σ’ αυτά;
15 Έχετε πίστι στις προμήθειες του Θεού σήμερα; Είσθε πρόθυμος να προχωρήσετε υπό την διεύθυνσι του Θεού; Είναι η προτίμησίς σας να παραμείνετε σ’ αυτόν τον παλαιόν, θνήσκοντα, διεφθαρμένον κόσμον; ή θα θέλατε μάλλον να ενωθήτε με ανθρώπους σαν τον Χάλεβ και τον Ιησούν του Ναυή, ανθρώπους που βλέπουν προς τα εμπρός και είναι μαχηταί για το νέο κόσμο; Αν προτιμάτε ν’ ακολουθήσετε τη διεύθυνσι του Ιεχωβά, τότε θα κηρύξετε τούτο το ευαγγέλιο της Βασιλείας σε όλο τον κόσμο για μαρτυρία και θα ασκήσετε την αληθινή λατρεία του Υψίστου.—Αριθμοί 13:1-33· 14:1-3.
16. Πώς εγόγγυσαν οι Ισραηλίτες εις Κάδης, και γιατί;
16 Προσέξτε ακόμα μια φορά το γογγυσμό των Ισραηλιτών εις Κάδης κατά το τεσσαρακοστό έτος της οδοιπορίας των: «Και δια τι ανεβιβάσατε ημάς εκ της Αιγύπτου, δια να φέρητε ημάς εις τον κακόν τούτον τόπον; ούτος δεν είναι τόπος σποράς, ή σύκων, ή αμπέλων, ή ροδίων· ουδέ ύδωρ υπάρχει δια να πίωμεν.» (Αριθμοί 20:5) Οι Ισραηλίτες δεν είχαν λιμοκτονήσει έως εδώ στην οδοιπορία τους. Τα υποδήματά τους δεν είχαν καν φθαρή, και δεν είχαν πεθάνει από δίψα. Αλλά εκεί εγόγγυζαν πάλι. Όχι, δεν μπορούσαν να περιμένουν τον Ιεχωβά. Το μεγάλο ζήτημα ήταν το νερό. Ήθελαν άφθονο νερό, και το ήθελαν αμέσως για τον εαυτό τους και για τα κτήνη τους. Και έτσι εγόγγυζαν.
17. Πώς μερικοί σήμερα που είναι λίγον καιρό στην αλήθεια δείχνουν έλλειψι πίστεως, και γιατί δεν είναι ευτυχείς;
17 Βρίσκομε ανθρώπους σαν αυτούς σήμερα, που είναι μάλιστα και συνταυτισμένοι με την οργάνωσι του Θεού. Μερικοί ήσαν με την οργάνωσι επί έξη μήνες, άλλοι επί ένα έτος, όταν ξαφνικά τους ακούμε να γογγύζουν και ν’ αρχίζουν να λέγουν: ‘Τίποτε δεν συμβαίνει. Ενόμιζα πως λέγατε ότι ο Αρμαγεδδών λίγο μόνο απέχει. Πράγματι, διδάσκομαι γι’ αυτό επί ένα ολόκληρο έτος τώρα και ο Αρμαγεδδών δεν ήλθε ακόμη. Μήπως νομίζετε ότι πρόκειται να είμαι προσκολλημένος σ’ αυτή την οργάνωσι σε όλη μου τη ζωή;’ Η στάσις μερικών είναι ότι, αν ο Θεός δεν κατευθύνη τα πράγματα σύμφωνα με το δικό τους τρόπο, δεν θα παραμείνουν με την οργάνωσι. Αλλά ο Θεός δεν μας εζήτησε να τον συμβουλεύσωμε. Πρέπει να είμεθα ευγνώμονες στον Ιεχωβά για ό,τι μας έχει δώσει. Κατανοούμε τις αλήθειές του και εκτιμούμε τις επαγγελίες του, και τις πιστεύομε. Είμεθα ευτυχείς στη λατρεία μας και στην υπηρεσία μας και έχομε το προνόμιο να φέρνωμε πολλή παρηγορία στους ανθρώπους καλής θελήσεως. Εκείνοι που μπορούν να το ιδούν αυτό, ευφραίνονται στο έργο τους κατά τον σημερινό καιρό, ενώ το άτομο που είναι αρχάριο ή έχει διάθεσι επικρίσεως, μπορεί να μην το έχη μάθει αυτό ακόμη· ίσως ούτε καν διέθεσε καιρό για να μελετήση. Θέλει μόνο να γογγύζη. Τέτοια άτομα είναι πολύ όμοια με τους Ισραηλίτες που δεν μπορούσαν ποτέ να περιμένουν τον Ιεχωβά. Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν έχουν ευτυχία, ούτε εκτιμούν τις προμήθειες που ο Θεός έκαμε σε περασμένους καιρούς και κάνει ακόμη. Θέλουν τα πράγματα κατά το δικό τους τρόπο, και όχι κατά τον τρόπο του Θεού.
18. Γιατί ο Μωυσής δεν μπήκε στη Γη της Επαγγελίας, και με ποια προειδοποίησι για μας σήμερα;
18 Επιστρέφοντας πάλι στην αφήγησι αναφορικά με τους Ισραηλίτες που εγόγγυζαν για την έλλειψι νερού, βλέπομε ότι ο Μωυσής τούς είπε ότι θα είχαν αμέσως νερό, αλλά αμέλησε να δώση τον αίνο σ’ Εκείνον που του έδωσε τη δύναμι να προμηθεύση νερό. Διαβάστε την αφήγησι εις Αριθμούς 20:10-13: «Και συνεκάλεσαν ο Μωυσής και ο Ααρών την συναγωγήν έμπροσθεν της πέτρας· και είπε προς αυτούς, Ακούσατε τώρα, σεις οι απειθείς· να σας εκβάλωμεν ύδωρ εκ της πέτρας ταύτης; Και υψώσας ο Μωυσής την χείρα αυτού εκτύπησε με την ράβδον αυτού την πέτραν δις· και εξήλθον ύδατα πολλά· και έπιεν η συναγωγή, και τα κτήνη αυτών. Και είπεν ο Ιεχωβά προς τον Μωυσήν και τον Ααρών, Επειδή δεν με επιστεύσατε, δια να με αγιάσητε έμπροσθεν των υιών Ισραήλ, δια τούτο σεις δεν θέλετε φέρει την συναγωγήν ταύτην εις την γην, την οποίαν έδωκα εις αυτούς. Τούτο είναι το ύδωρ Μεριβά [λοιδορία]· διότι οι υιοί Ισραήλ ελοιδόρησαν κατά του Ιεχωβά, και αυτός ηγιάσθη εν αυτοίς.» Επειδή παρέλειψε να αγιάση τον Ιεχωβά ενώπιον των Ισραηλιτών που εγόγγυσαν τότε, ο Μωυσής δεν έλαβε την κληρονομία που ο Κύριος Ιεχωβά τούς είχε υποσχεθή. Ούτε εκείνοι που γογγύζουν σήμερα για τον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται ο Θεός τα πράγματα, και που δεν αποδίδουν στον Θεό τη δόξα, θα κληρονομήσουν τις ευλογίες του νέου κόσμου. Θα εκλείψουν προτού αυτές έλθουν, μολονότι είναι τόσο κοντά.
19, 20. Ποια πρέπει να είναι, και πράγματι είναι, η στάσις των μαρτύρων του Ιεχωβά απέναντι του ότι ο Θεός δίδει περαιτέρω το «ύδωρ της αληθείας» στους ανθρώπους;
19 Ο Μωυσής, ως δούλος του Θεού για τη συναγωγή, είχε ασφαλώς εδώ μια θαυμαστή ευκαιρία να τιμήση τον Ιεχωβά και να κατευθύνη τις διάνοιες των Ισραηλιτών προς τον μόνο αληθινό Θεό. Αλλά ο Μωυσής ήταν πάρα πολύ δυσαρεστημένος με τον λαό· τους εθεώρησε ως στασιαστάς και ελησμόνησε ότι ο Θεός επολιτεύετο μαζί τους. Δεν έπρεπε να τους επιτιμήση με τον τρόπο που τους επετίμησε. Μολονότι ήσαν γογγυσταί, αποτελούσαν όμως ακόμη την οργάνωσι του Θεού και απέκειτο στον Ιεχωβά να τους μεταχειρισθή με τον τρόπο που ήθελε. Αν Αυτός ήθελε να δώση στους Ισραηλίτες νερό, ήταν δική του υπόθεσις, και η θέσις του Μωυσέως δεν ήταν ν’ αφήση τον Θεό έξω από την εκτέλεσι της πράξεως αυτής. Αν ο Ιεχωβά σήμερα θέλη να δώση σε περισσοτέρους ανθρώπους την ευκαιρία ν’ ακούσουν την αλήθεια για να μπορέσουν να μάθουν την οδόν της ζωής προτού ξεσπάση ο Αρμαγεδδών, τότε δεν είναι καλό οποιοσδήποτε από μας να γογγύζη. Μάλλον πρέπει να χαίρωμε επειδή υπάρχει περισσότερος χρόνος για να κηρύξωμε το ευαγγέλιο. Βέβαια, μερικοί θα πουν ότι βραδύνει ο Θεός· δεν οφείλεται, όμως, στη μακροθυμία του Ιεχωβά σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες το ότι χιλιάδες ανθρώπων έμαθαν ότι υπάρχει σωτηρία; Διαβάστε μόνοι σας τα όσα αναφέρονται εις 2 Πέτρου 3:15.
20 Υπάρχουν πάντοτε μερικοί που θα γογγύζουν και θα επικρίνουν. Αλλά γιατί να ενωθούμε με τους γογγυστάς και να μπούμε στη δική τους κατάστασι διανοίας; Αν ο Θεός θέλη να δώση την αλήθεια σε περισσοτέρους ανθρώπους και να συνάξη περισσότερα ακόμη από τα άλλα πρόβατα, τότε πρέπει να είμαστε χαρούμενοι. Οι μάρτυρες του Ιεχωβά σ’ αυτές τις ημέρες είναι βέβαια ευτυχείς που έχουν ακόμη την ευκαιρία να κηρύττουν τ’ αγαθά νέα. Δεν υπάρχει αιτία για να γογγύζουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά επειδή έχουν περισσότερο καιρό για να κηρύξουν, αλλά πρέπει μάλλον να είναι ευτυχείς επειδή τους επιτρέπεται να συνεχίσουν την αληθινή λατρεία. Με χαρά πρέπει να λέγουν, ‘Δωρεάν ελάβομεν, δωρεάν ας δώσωμεν.’