Η Υπερηφάνεια Καταστρέφει, η Πραότης Σώζει
Η ΑΛΑΖΟΝΕΙΑ μισείται από τον Ιεχωβά και η υπερηφάνεια είναι μια προσβολή εναντίον του Θεού. Οι υπερήφανοι στηρίζονται στον εαυτό τους μάλλον παρά στον Ιεχωβά, τους λείπει η ταπεινοφροσύνη και δεν εκτιμούν το γεγονός ότι εξαρτώνται από τον Δημιουργό τους. Με υπερηφάνεια νομίζουν ότι κατέχουν ανώτερη σοφία και ότι έχουν φυσικές ικανότητες ανώτερες από τις συνηθισμένες. Ποια, όμως, είναι η πηγή της αληθινής σοφίας; Από πού αντλούν τις φυσικές τους ικανότητες; Δεν είναι μήπως ο άνθρωπος χρεώστης στον Δημιουργό για όλα τα καλά πράγματα; Δεν είναι ο Ιεχωβά ο Δοτήρ κάθε αγαθού δώρου; Τι έχει ο άνθρωπος που δεν το έλαβε: Γιατί θα έπρεπε ο άνθρωπος να υπερηφανεύεται για τον εαυτό του; Η γη που πατά επάνω, οι τροφές που τρώγει, ο αέρας που αναπνέει—δεν είναι μήπως πράγματα που έχει προμηθεύσει ο Δημιουργός του σύμπαντος; Ο άνθρωπος εξαρτάται από αυτές τις προμήθειες για να διατηρηθή στη ζωή, και αυτή δε ακόμη η ύπαρξίς του εξαρτάται από τον Ιεχωβά. Με διαυγή λογική ο Παύλος ερωτά: «Να μη επαίρησθε είς υπέρ του ενός κατά του άλλου. Διότι τις σε διακρίνει από του άλλου; και τι έχεις το οποίον δεν έλαβες; Εάν δε και έλαβες, τι καυχάσαι ως μη λαβών;» Η αλαζονική υπερηφάνεια και το να είναι κάνεις κλεισμένος στον εαυτό τον με το πνεύμα της αυταρκείας είναι μια προσβολή εναντίον του Ιεχωβά Θεού.—1 Κορ. 4:6, 7.
Πολλοί άνθρωποι είναι υπερήφανοι αλλά λίγοι το παραδέχονται. Παραδέχονται μόνο με ένα γενικό τρόπο ότι κάνουν λάθη, γνωρίζοντας πόσο φαντασμένοι θα παρουσιάζοντο αν υπεστήριζαν πώς είναι αλάνθαστοι. Είναι, όμως, πολύ πιο δύσκολο να τους πείσετε να παραδεχθούν ένα συγκεκριμένο λάθος. Την γενική και αόριστη αποδοχή την κάνουν επειδή δεν τους θίγει για κάτι ωρισμένο, δεν είναι όμως καθόλου πρόθυμοι να παραδεχθούν ένα συγκεκριμένο λάθος, γιατί αυτό θα ήταν ένα κατ’ ευθείαν κτύπημα στην υπερηφάνειά τους. Ακόμη όταν γνωρίζουν πως δεν μπορούν να υποστηρίξουν τη θέσι τους, η υπερηφάνειά τους τούς κάνει να προσκολλώνται με θυμό σ’ αυτήν. Όσο περισσότερο προσκολλώνται στη θέσι τους, τόσο δυσκολώτερο είναι να την εγκαταλείψουν με κάποια χάρι. Και έτσι με τη διανοητική τους κατάστασι οι υπερήφανοι επαληθεύουν την περιγραφή: «Ο νους αυτού εσκληρύνθη εν τη υπερηφανία.» (Δαν. 5:20) Σ’ αυτή την κατάστασι σκληρότητος οι ιδιότητές των για λογίκευσι νεκρώνονται. Δεν ισχυρίζονται πώς είναι αλάθητοι, αλλά ενεργούν σαν να ήσαν πράγματι τέτοιοι.
ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ.
«Η υπερηφάνεια έχει ειδικά τάσι να ακμάζη στη θρησκευτικό πεδίο. Λίγοι εκλέγουν τη θρησκεία τους με βάσι την έρευνα και τη μελέτη της Γραφής. Την κληρονομούν από τους γονείς των, ή την παίρνουν από τους γείτονας των, ή την αφομοιώνουν από τους φίλους των, ή την υιοθετούν για επαγγελματική ωφέλεια. Όταν έχουν πια δεσμευθή, ανθίστανται στην αλλαγή. Η υπερηφάνεια είναι γρήγορη στο να διαμαρτύρεται για κάθε αποδοχή λάθους. Αλλαγή θα εσήμαινε το να παραδεχθούν ότι οι γονείς των, ή οι γείτονες των, ή ο κύκλος των φίλων τους, ή οι επαγγελματικοί τους φίλοι, έσφαλλαν. Προσκολλώνται λοιπόν στη θρησκεία τους και είναι πολύ προκατειλημμένοι ώστε δεν εξετάζουν τις διδασκαλίες της κάτω από το φως της Γραφής, πολύ υπερήφανοι ώστε δεν παραδέχονται την δυνατότητα του εσφαλμένου, πολύ σκληρυμένοι από την υπερηφάνεια ώστε δεν σκέπτονται για αλλαγή, και πολλές φορές πολύ αδιάφοροι ώστε δεν προσέχουν. Νομίζουν ότι μια αλλαγή θα εσήμαινε γι’ αυτούς το να χάσουν την εκτίμησι των ανθρώπων. Ξεχνούν όμως πως η άρνησίς τους θα τους κάμη να χάσουν τη ζωή.
Πολλοί άνθρωποι συζητούν για πολιτικά και οικονομικά ζητήματα, αλλά το έχουν ως αρχή να μη συζητούν ποτέ για θρησκεία. Γιατί; Λέγουν πώς το θέμα αυτό είναι υπερφορτισμένο με συγκινήσεις. Δεν είναι όμως οι πολιτικές συζητήσεις, στις οποίες επιδίδονται με εκρηκτική διάθεσι, γεμάτες από δυναμίτι συγκινήσεων; Έχουν τις απόψεις τους, βασιζόμενες σε μελέτη και πείρα, και τις απόψεις αυτές είναι αποφασισμένοι να τις εκθέσουν επιδεικτικά, αν και παράγουν μια θέρμη συγκινήσεων και λογομαχίες. Γιατί τότε αποφεύγουν να συζητήσουν τις θρησκευτικές των απόψεις; Συχνά επειδή είναι απληροφόρητοι. Μερικοί ούτε καν γνωρίζουν τι διδάσκει η θρησκεία τους, αλλά κι εκείνοι που γνωρίζουν, δεν γνωρίζουν Γραφικά χωρία για ν’ αποδείξουν αυτές τις διδασκαλίες. Μη έχοντας καμμιά γνώσι της Γραφής, που υποτίθεται πώς είναι η βάσις της πίστεως των, μη γνωρίζοντας Γραφικά χωρία για ν’ αποδείξουν την πίστι τους, και μη ξέροντας τίποτε για ν’ ανασκευάσουν αντίθετες πεποιθήσεις, γίνονται υπερβολικά τρωτοί στις θρησκευτικές συζητήσεις. Η υπερηφάνειά τους θα ήταν ένας εύκολος στόχος για πολλά τραύματα, και γι’ αυτό την προστατεύουν πίσω από ένα φράγμα σιωπής, με την τακτική τους να μη συζητούν περί θρησκείας. Χωρίς γνώσι, η επιχειρηματολογία τους θα ήταν μόνο αισθηματολογική με τάσι να ματαιωθή η συζήτησις. Να είσθε βέβαιοι πως αν εγνώριζαν τις θρησκευτικές τους δοξασίες και μπορούσαν να τις υποστηρίξουν Γραφικώς, δεν θα έμεναν βωβοί για ν’ αποφύγουν συγκινήσεις. Μια νοήμων θρησκευτική συζήτησις, βασισμένη επάνω στον λόγον του Ιεχωβά, είναι ζωτική. Αν η διάνοια είναι ανοικτή, όχι σφραγισμένη με προκαταλήψεις· αν η λογική μπορή να λειτουργήση ελεύθερα και δεν έχη σκοτωθή από ανόητη υπερηφάνεια· αν η Γραφή λαμβάνεται ως αυθεντία και δεν ακυρώνεται από τις ανθρώπινες δογματικές παραδόσεις, τότε η συγκίνησις υποτάσσεται στη λογική και το αποτέλεσμα θα είναι ορθά συμπεράσματα βασιζόμενα στη Γραφή.
Οι θρησκευτικοί ηγέται στις ημέρες του Ιησού ήσαν διατεθειμένοι να διεξάγουν θρησκευτικές συζητήσεις μόνο εφ’ όσον ενόμιζαν ότι είχαν ισχυρότερα επιχειρήματα και θα νικούσαν. Όταν είδαν πώς πάντα έβγαιναν νικημένοι, απεφάσισαν να μη συζητήσουν πια περί θρησκείας. Αυτό φάνηκε όταν οι Φαρισαίοι εδοκίμασαν μια πικρή πείρα με τον Ιησού: «Και ουδείς ηδύνατο ν’ αποκριθή προς αυτόν λόγον· ουδ’ ετόλμησέ τις από εκείνης της ημέρας να ερωτήση πλέον αυτόν.» Πολλοί τον ρωτούσαν με πραότητα για να μάθουν, αλλά οι υπερήφανοι εσταμάτησαν το ανταγωνιστικό τους ερωτηματολόγιο όταν είδαν τα πυρά με τα οποία απαντούσε στη βλάσφημη υπερηφάνειά τους. Δεν ενδιεφέροντο να μάθουν την αλήθεια· το μόνο που ήθελαν ήταν να κερδίσουν ένα επιχείρημα. Αν δεν μπορούσαν να υπερασπίσουν την πίστι τους, καλύτερα ήταν να μη συζητήσουν για την πίστι τους. Όταν ένας από τους δούλους του Ιεχωβά απέδειξε τους θρησκευτικούς αντιπάλους ψευδείς, «τότε φωνάξαντες μετά φωνής μεγάλης, έφραξαν τα ώτα αυτών, και ώρμησαν ομοθυμαδόν επ’ αυτόν.» (Ματθ. 22:46· Πράξ. 7:57) Δεν μπορούσαν ν’ ακούσουν την αλήθεια και τα την αναιρέσουν, ηρνούντο να την ακούσουν και να την δεχθούν, γι’ αυτό έφραξαν τ’ αυτιά των κι εσκότωσαν εκείνον που την εκήρυττε. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα. Οι υπερήφανοι επιχειρηματολογούν με ανοιχτό στόμα και κλειστή διάνοια.
Η ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ ΦΕΡΝΕΙ ΕΡΙΔΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΙΣΧΥΝΗ
Γι’ αυτό οι έριδες συνεχίζουν: «Μόνον από της υπερηφανίας προέρχεται η έρις· η δε σοφία είναι μετά των δεχομένων συμβουλάς.» Οι υπερήφανοι αρνούνται να πληροφορηθούν και να διορθωθούν και αφήνουν την φιλονεικία να λήξη εις βάρος τους. Απορρίπτουν την αλήθεια: «Εκ του πλήθους δε των συμβούλων προέρχεται σωτηρία.» Επίσης, «Όπου συμβούλιον δεν υπάρχει, οι σκοποί ματαιόνονται· εν δε τω πλήθει των συμβούλων στερεόνονται.» Όταν κανείς δεν είναι αρκετά σώφρων ώστε να προσέξη την καλή συμβουλή, ούτε αρκετά πράος για να λάβη καλή οδηγία, δεν επιτυγχάνονται καλά αποτελέσματα και η έρις συνεχίζεται, επειδή υπάρχει μια υπερήφανη αντίστασις στη λογική. Δεν υπάρχει ασφάλεια σε τέτοια υπερηφάνεια ούτε επιτυχία σε τέτοια υψηλοφροσύνη, αλλά μόνο καταστρεπτική πτώσις: «Η υπερηφανία προηγείται του ολέθρου, και υψηλοφροσύνη του πνεύματος προηγείται της πτώσεως.» Όπου εισέρχεται η υπερηφάνεια ακολουθεί η καταστροφή. Όπου προηγείται η υψηλοφροσύνη, η πτώσις δεν είναι πολύ μακριά.—Παροιμ. 13:10· 11:14· 15:22· 16:18.
Η υπερηφάνεια φέρνει όχι μόνο έριδες αλλά και καταισχύνη: «Όταν εισέλθη υπερηφανία, εισέρχεται και καταισχύνη· η δε σοφία είναι μετά των ταπεινών.» Οι υπερήφανοι είναι απόλυτα βέβαιοι, πεπεισμένοι πώς έχουν δίκηο, απρόθυμοι να εξετάσουν αντίθετες απόψεις. Αρνούμενοι να σκεφθούν ότι μπορεί να σφάλλουν, κατευθύνουν όλη τη σκέψι τους στο να δικαιώσουν τον εαυτό τους μάλλον παρά να τον εξετάσουν. Αρπάζουν με την τάσι του ανθρώπου που εύκολα απατάται, κάθε τι που υποστηρίζει τη θέσι τους και απορρίπτουν αυθαίρετα κάθε τι αντίθετο με την άποψί τους. Η δυσμένεια έρχεται όταν αποδειχθή ότι σφάλλουν, αν και ακόμη και τότε η υπερηφάνεια μπορεί να τους σκληρύνη ώσπου ν’ αρνηθούν ν’ αντιμετωπίσουν την καταισχύνη και ν’ αλλάξουν. Και όταν η υπερηφάνεια αυτή ασκήται σχετικά με την εκλογή της ορθής θρησκείας, και οι περιπλανώμενοι υπερήφανοι αρνούνται να λογικευθούν, τότε ακολουθεί η καταστροφή. Η υπερηφάνειά τους τούς φέρνει τύφλωσι. Τύφλωσι στη λογική. Αρνούμενοι να παραδεχθούν το εσφαλμένο, δεν έρχονται κάτω από τον σωφρονιστικό έλεγχο. «Διότι λύχνος είναι η εντολή, και φως ο νόμος, και οι έλεγχοι της παιδείας οδός ζωής.» Απειθάρχητοι, οι υπερήφανοι συνεχίζουν την οδό της καταστροφής και χάνουν την οδό της ζωής. Γι’ αυτό είναι γραμμένο: «Η υπερηφανία του ανθρώπου θέλει ταπεινώσει αυτόν· ο δε ταπεινόφρων απολαμβάνει τιμήν.»—Παροιμ. 11:2· 6:23· 29:23.
Όχι μόνο οι υπερήφανοι αντιστέκονται στον Ιεχωβά, αλλά και ο Ιεχωβά αντιτάσσεται στους υπερηφάνους, ενώ εξυψώνει τους ταπεινούς: «Πάντες δε υποτασσόμενοι εις αλλήλους, ενδύθητε την ταπεινοφροσύνην· διότι “ο Θεός αντιτάσσεται εις τους υπερηφάνους, εις δε τους ταπεινούς δίδει χάριν.” Ταπεινώθητε λοιπόν υπό την κραταιάν χείρα του Θεού, δια να σας υψώση εν καιρώ.» Ο Ιησούς ανήγγειλε τον ίδιο θείο κανόνα, αφού προηγουμένως εξέθεσε τους θρησκευτικούς αρχηγούς που έφεραν πομπώδεις τίτλους: «Όστις δε υψώση εαυτόν, θέλει ταπεινωθή· και όστις ταπεινώση εαυτόν, θέλει υψωθή.» Στον Αρμαγεδδώνα οι αυτοεξυψούμενοι υπερήφανοι θα ταπεινωθούν, θα γίνουν χώμα και θα καταστραφούν. Οι ταπεινοί από το άλλο μέρος θα εξυψωθούν και θα διαφυλαχθούν χάρις στην πραότητά τους. Γι’ αυτό, η θεία συμβουλή λέγει: «Ζητείτε τον Ιεχωβά, πάντες οι πραείς της γης, οι εκτελέσαντες τας κρίσεις αυτού· ζητείτε δικαιοσύνην, ζητείτε πραότητα, ίσως σκεπασθήτε εν τη ημέρα της οργής του Ιεχωβά.»—1 Πέτρ. 5:5, 6· Ματθ. 23:12· Σοφον. 2:3, ΑΣ.
ΠΡΑΟΤΗΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΣΩΤΗΡΙΑ
Όπως ακριβώς με την υπερηφάνεια έρχονται έριδες και φιλονεικίες, έτσι και με την πραότητα έρχεται ειρήνη και λογίκευσις. Οι πράοι εκτιμούν την άνωθεν σοφία μάλλον παρά την σοφία του υπερήφανου αυτού κόσμου. Αφού είναι δέκται της θείας καθοδηγήσεως, ο Ιεχωβά δεν τους αφήνει: «Θέλει οδηγήσει τους πράους εν κρίσει, και θέλει διδάξει τους πράους την οδόν αυτού.» Και πάλι: «Θέλει δοξάσει τους πράους εν σωτηρία.» Είναι σκοπός του Ιεχωβά ‘να κηρυχθούν τα αγαθά νέα στους πράους’. Σας συμβουλεύει να είσθε πράοι, ώστε να δεχθήτε «μετά πραότητος τον εμφυτευθέντα λόγον, τον δυνάμενον να σώση τας ψυχάς σας.» Η υπερηφάνεια δεν είναι επιδεκτική για το σπόρο της αληθείας, αλλά η πραότης είναι σαν την καλή γη που δέχεται τον σπόρο και τον πολλαπλασιάζει.—Ψαλμ. 25:9· 149:4· Ησ. 61:1, ΑΣ· Ιάκ. 1:21.
Σημειώστε γιατί ο Ιεχωβά εκλέγει να ευνοήση τον πράο επάνω από τον υπερήφανο: «Επειδή βλέπετε την πρόσκλησίν σας, αδελφοί, ότι είσθε ου πολλοί σοφοί κατά σάρκα, ου πολλοί δυνατοί, ου πολλοί ευγενείς. Αλλά τα μωρά του κόσμου εξέλεξεν ο Θεός, δια να καταισχύνη τους σοφούς· και τα ασθενή του κόσμου εξέλεξεν ο Θεός, δια να καταισχύνη τα ισχυρά· και τα αγενή του κόσμου και τα εξουθενημένα εξέλεξεν ο Θεός, και τα μη όντα, δια να καταργήση τα όντα. Δια να μη καυχηθή ουδεμία σαρξ ενώπιον αυτού.» (1 Κορ. 1:26-29) Οι υπερήφανοι είναι τόσο απασχολημένοι με την αντανάκλασι της υποτιθεμένης δόξης των, ώστε δεν έχουν χρόνο να φροντίσουν για την αντανάκλασι της δόξης του Ιεχωβά. Οι πράοι όμως καταφρονημένοι από τους υπερηφάνους είναι κατάλληλοι για να τους χρησιμοποιήση ο Ιεχωβά και εξυψώνονται με το να λαμβάνουν μέρος στην υπηρεσία του. Η αντιστροφή αυτή των πραγμάτων είναι ένας κόλαφος για την κοσμική σοφία.
Εκείνοι που σκληρύνονται μέσα στην υπερηφάνειά των, δεν θα ήσαν περισσότερο εύκαμπτοι απέναντι των σκοπών του Ιεχωβά στον νέο κόσμο της δικαιοσύνης από όσο είναι τώρα. Θα ήσαν ακατάλληλοι, ταραξίαι, δημιουργοί θλίψεων για να εξυψωθούν πάλι, ενώ ο Ιεχωβά δεν θα επιτρέψη μια τέτοια θλίψι να διαφθείρη την ειρηνική ζωή του νέου κόσμου. (Ναούμ 1:9) Για ν’ αποδείξωμε πως θα είμαστε πράοι τότε, πρέπει να δείξωμε πραότητα τώρα. Πρέπει να προσέξωμε την αλήθεια του Ιεχωβά, να διορθωθούμε από αυτήν, και με προθυμία να την διακηρύξωμε. Το ζήτημα δεν είναι ν’ αποδείξετε πώς εσείς έχετε δίκηο και κάποιος άλλος άδικο, αλλά αφήσετε τον λόγον του Θεού να σταθή αληθινός, έστω και αν αποκαλύπτη πώς οι προηγούμενες πεποιθήσεις σας ήσαν εσφαλμένες. (Ρωμ. 3:4) Αν και οι υπερήφανοι μπορεί να ενεργούν αντίθετα προς την πρόσκλησι του Θεού, εν τούτοις οι πράοι δεν πρέπει ν’ απολακτίσουν την πρόσκλησι που τους γίνεται να λογικευθούν: «Έλθετε τώρα, και ας διαδικασθώμεν, λέγει ο Ιεχωβά· εάν αι αμαρτίαι σας ήναι ως το πορφυρούν, θέλουσι γείνει λευκαί ως χιών· εάν ήναι ερυθραί ως κόκκινον, θέλουσι γείνει ως λευκόν μαλλίον.» Τώρα είναι ο καιρός να διαδικασθή κανείς με τον Ιεχωβά μελετώντας με πραότητα τον λόγον του. Το να το αρνηθή κανείς αυτό με υπερηφάνεια θα εσήμαινε το να πεθάνη σε καταισχύνη.—Ησ. 1:18, ΑΣ.
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΙΤΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΛΗΓΩΘΗ Η ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ
Καλύτερα είναι να ζημιωθή η υπερηφάνεια παρά να λήξη η ζωή. Ίσως η υπερηφάνεια τραυματισθή που αλλάξατε θρησκεία. Ίσως πληγωθή που θα πρέπει να ομολογήσετε σ’ έναν άλλον ότι σφάλλετε. Στην πραγματικότητα δεν θα έπρεπε καθόλου να υπάρχη αίσθημα τραυματισμού. Δεν πρόκειται να παραδεχθήτε ένα άλλο άτομο σαν πιο έξυπνο από σας, γιατί δεν είναι οι σκέψεις ενός άλλου ατόμου που δεχθήκατε για ν’ αντικαταστήσετε τις δικές σας. Αν με το να λογικευθήτε επάνω στον λόγο του Ιεχωβά μαθαίνετε πως οι πεποιθήσεις σας είναι εσφαλμένες, αυτό δεν αποδείχθηκε από τις σκέψεις άλλων ανθρώπων, αλλά από τις εκτεθειμένες, εμπνευσμένες σκέψεις του Ιεχωβά Θεού. Δεν θα παραδεχθήτε πρόθυμα πως η θεία διάνοια του Ιεχωβά, εκείνου που εδημιούργησε όλο το σύμπαν, είναι αμέτρητα ανώτερη από τη δική σας; Αποτελεί μείωσιν για σας το να διορθώσετε τις σκέψεις σας με τις σκέψεις του Ιεχωβά; Είναι ανάγκη οιαδήποτε υπερηφάνεια να πληγωθή, όταν αφήνωμε τη σοφία του Ιεχωβά ν’ αντικαταστήση την ανθρώπινη μωρία; Αντί να σκυθρωπάζωμε με παιδαριώδη υπερηφάνεια, δεν θα έπρεπε μάλλον να χαρούμε με πραότητα και ευγνωμοσύνη που μπορούμε να τον βρούμε, να τον επικαλεσθούμε, να επιστρέψωμε σ’ αυτόν, να συγχωρηθούμε από αυτόν; Ακούστε: «Ζητείτε τον Ιεχωβά, ενόσω δύναται να ευρεθή· επικαλείσθε αυτόν, ενόσω είναι πλησίον. Ας εγκαταλίπη ο ασεβής την οδόν αυτού, και ο άδικος τας βουλάς αυτού· και ας επιστρέψη προς τον Ιεχωβά, και θέλει ελεήσει αυτόν· και προς τον Θεόν ημών, διότι αυτός θέλει συγχωρήσει αφθόνως. Διότι αι βουλαί μου δεν είναι βουλαί υμών, ουδέ οδοί υμών αι οδοί μου, λέγει ο Ιεχωβά. Αλλ’ όσον είναι υψηλοί οι ουρανοί από της γης, ούτως αι οδοί μου είναι υψηλότεροι των οδών υμών, και αι βουλαί μου των βουλών υμών.—Ησ. 55:6-9, ΑΣ.
Τώρα είναι καιρός να εκζητήσωμε τον Ιεχωβά, ενόσω μπορεί ακόμη να ευρεθή. Τώρα μπορεί να μας δεχθή. Στον Αρμαγεδδώνα θα πλησιάση για να καταστρέψη εκείνους που αρνούνται να λογικευθούν επάνω στον λόγον του τώρα. Οι πονηροί θα έπρεπε να εγκαταλείψουν την πορεία τους, οι υπερήφανοι θα έπρεπε να εγκαταλείψουν τις δικές των σκέψεις. Όλοι πρέπει να επιστρέψουν στον Ιεχωβά, στις οδούς του, στις σκέψεις του, ώστε να συγχωρηθούν και να ζήσουν για πάντα. Δεν τραυματίζεται η ανθρώπινη υπερηφάνεια με το να επιστρέψη κανείς σε οδούς αποδεδειγμένα υψηλότερες από τις ανθρώπινες και σε σκέψεις ομολογουμένως υψηλότερες από τις ανθρώπινες. Αν κανείς έχη μια τόσο σκληρή υπερηφάνεια που τον εμποδίζει να δεχθή τη σοφία του Ιεχωβά για να κρατήση τις ανθρώπινες σκέψεις, αυτός ο άνθρωπος είναι πράγματι μωρός! Και πολύ δίκαια η υπερηφάνεια των υπερηφάνων ανθρώπων θα τους οδηγήση σε καταστροφή στον Αρμαγεδδώνα. Και η πραότης των πράων θα τους σώση σε ζωή στον νέο κόσμο του Ιεχωβά.