«Ο Αντίδικός σας Διάβολος»
«ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΙΣ στη Ρώμη για τους Καθολικούς ενός Βιβλίου περί Διαβόλου.» Αυτή ήταν η επικεφαλίδα ενός τηλεγραφήματος από τη Ρώμη, που εδημοσιεύθη στην εφημερίδα Ουώρλντ-Τέλεγκραμ εντ Σαν της Νέας Υόρκης στις 4 Ιανουαρίου 1954. Το βιβλίο του Παπίνι Ο Διάβολος είχε αφορισθή από το Βατικανό γιατί υπεστήριζε την θεωρία πως ενδεχομένως και αυτός ο ίδιος ο Σατανάς θα μπορούσε να συγχωρηθή από τον Θεό και πως ο άνθρωπος θα μπορούσε να βοηθήση τον Διάβολο να επανέλθη στην αρχική θέσι του ανάμεσα στους αγγέλους.
Το βιβλίο του Παπίνι βρίσκεται σε κτυπητή αντίθεσι με ένα άλλο που φέρει τον τίτλο Σατανάς, που εδημοσιεύθη στις αρχές του 1952 (στην Αγγλική), και που παρουσιάζει τις απόψεις τριάντα Ρωμαιοκαθολικών θεολόγων και υποστηρίζει πως ο Διάβολος και οι δαίμονές του είναι καταδικασμένοι να ζουν αιωνίως μακριά από τον Θεό. Το βιβλίο αυτό περιέχει πολλές εικόνες για τις ειδεχθείς αντιλήψεις που διατηρούν περί Σατανά οι διάφορες θρησκείες από το μακρινό παρελθόν ως τους προσφάτους χρόνους.
Μια ακόμη πιο διαφορετική θεωρία σχετικά με τον Διάβολο υπεστηρίχθη από ένα Ιουδαίο ραββίνο, τον Μπερνάρ Ι. Μπαμπέργκερ από τη Νέα Υόρκη, που εδήλωσε πως σύμφωνα με τις Εβραϊκές Γραφές «ο Σατανάς δεν είναι ένας στασιαστής, αλλά ένας υπηρέτης του Θεού που του ανετέθη να εκτελή ένα αχάριστο καθήκον»: είναι ένας συνδυασμός περιφερειακού εισαγγελέως, αστυνομικού και δημίου, είναι ίσως κάπως περισσότερο ανήσυχος από ό,τι πρέπει, αλλά ποτέ δεν βρίσκεται με το μέρος του κακού.
Στους περασμένους αιώνες πολλοί καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί είχαν πολύ ζωηρές ιδέες για το ποιος είναι ο Σατανάς και με τι μοιάζει, είναι ένας κακός άγγελος, έλεγαν, που ο Θεός του ανέθεσε την υπηρεσία της λίμνης του πυρός για να βασανίζη τους πονηρούς, και πως φορεί ένα μακρύ κόκκινο ένδυμα και έχει κέρατα, ουρά και κρατεί ένα μεγάλο δίκρανο. Στους συγχρόνους, όμως, καιρούς πολλοί από εκείνους που ζουν μέσα στον «Χριστιανισμό» φαίνεται ότι έχουν αφαιρέσει από τον Διάβολο όχι μόνο το κόκκινο ολόσωμο φόρεμά του, τα κέρατα, την ουρά, και το δίκρανό του, αλλά και αυτή ακόμη την ύπαρξί του. Είναι πρόθυμοι να συμφωνήσουν με κάποιον Τζαίημς Ντάγκλας, που έγραψε κάποτε στην εφημερίδα Σκόττις Νταίηλυ Εξπρές πως «ο διάβολος είναι απλώς η προσωποποίησις της πονηρίας που βρίσκομε στις καρδιές μας και στις καρδιές ανθρώπων κάθε εποχής. Ο άνθρωπος είναι ο διάβολος και ο διάβολος είναι ο άνθρωπος.»
Ποια είναι η αλήθεια σχετικά με τον Διάβολο; Αφού δεν υπάρχει καμμιά επιστημονική βεβαίωσις για την ύπαρξί του, υπάρχει κανένας τρόπος που να μάθωμε την πραγματικότητα σχετικά μ’ αυτόν; Μάλιστα, υπάρχει, γιατί ως Χριστιανοί ακολουθούμε το παράδειγμα του Ιησού Χριστού, που κατέφευγε πάντα στις Γραφές για να τακτοποιήση κάθε αντιμαχόμενο ζήτημα σχετικό με διδασκαλία. Είπε προς τον Θεό του, «Ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια,» και ο κανών του ήταν «Είναι γεγραμμένον.»—Ιωάν. 17:17· Μάρκ. 7:6-8.
Τι αποκαλύπτει η Γραφή για τον Σατανά ή Διάβολο; Με συντομία μας λέγει ότι είναι μια οντότης, ένα αόρατο πνευματικό πρόσωπο· ένα πονηρό πλάσμα που, σε τελική ανάλυσι, είναι υπεύθυνο για όλα τα παθήματα και τη φαυλότητα που εδοκίμασε πάντα το ανθρώπινο γένος· πως έγινε μόνος του διάβολος· ότι ο Θεός είχε σοβαρούς λόγους για να του επιτρέψη να ζήση ως τώρα και ότι στον καθωρισμένο καιρό του Θεού ο Διάβολος θα καταστραφή.
Δεν θα έπρεπε να μας είναι δύσκολο να παραδεχθούμε τη διδασκαλία της Γραφής σχετικά με ένα προσωπικό αόρατο Διάβολο. Γνωρίζομε ότι ο Θεός υπάρχει, αν και δεν τον έχομε ιδεί· υπήρξε πάντοτε και θα υπάρχη πάντοτε. (Έξοδ. 33:20· Ψαλμ. 14:1· 90ός 2) Και δεν μας λέγει μήπως η Γραφή πως έχει αόρατα πλάσματα που τον υπηρετούν; Ασφαλώς το λέγει. Ο ίδιος ο Ιεχωβά είπε στον Ιώβ ότι «τα άστρα της αυγής έψαλλον ομού, και πάντες οι υιοί του Θεού ηλάλαζον» όταν ετίθεντο τα θεμέλια της γης και επομένως πριν δημιουργηθή ο άνθρωπος. (Ιώβ 38:5-7 ) Ο Δανιήλ είπε πως έβλεπε χίλιες χιλιάδες να υπηρετούν τον Ιεχωβά και μύριες μυριάδες να παρίστανται ενώπιον αυτού. (Δαν. 7:9, 10) Με εντολή του Θεού πνευματικά πλάσματα υλοποιήθησαν και παρουσιάσθησαν στον Αβραάμ, στον Μωυσή, στον Γεδεών, στους γονείς του Σαμψών, στον Πέτρο, στον Ιωάννη, στον Κορνήλιο και άλλους. Επιπρόσθετα, και στη σημερινή ακόμη ημέρα οι δούλοι του Θεού είχαν επανειλημμένως απόδειξι ότι «άγγελος του Ιεχωβά στρατοπεδεύει κύκλω των φοβούμενων αυτόν, και ελευθερόνει αυτούς.»—Ψαλμ. 34:7, ΑΣ.
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΣ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ
Αφού η Γραφική μαρτυρία δεν αφήνει καμμιά αμφιβολία για την ύπαρξι αοράτων πλασμάτων που συνεργάζονται με τον Ιεχωβά Θεό, δεν θα μας ήταν δύσκολο να παραδεχθούμε τη διδασκαλία της Γραφής ότι μερικά από αυτά τα αόρατα πλάσματα εστασίασαν και έγιναν πονηρά, δεν είναι έτσι; Και αυτό ακριβώς είναι εκείνο που λέγει η Γραφή.
Στις Εβραϊκές Γραφές η πρώτη φορά που γίνεται μνεία περί του Σατανά είναι τα πρώτα δύο κεφάλαια του βιβλίου του Ιώβ, όπου ο Σατανάς παρουσιάζεται να συνομιλή με τον Ιεχωβά Θεό και παραδέχεται πώς περιήλθε τη γη και παρετήρησε τον φίλο του Θεού Ιώβ. Ασφαλώς ο Ιεχωβά δεν συνομιλούσε εδώ με ένα φανταστικό πρόσωπο, με μια αρχή ή έννοια, γιατί δεν θα μπορούσε μια απλή έννοια να πλήξη τον Ιώβ κατά τον τρόπο που δείχνει η αφήγησις πως τον έπληξε ο Σατανάς. Παρεμπιπτόντως, το ότι ο Ιώβ ήταν ένα ιστορικό πρόσωπο και όχι μια αλληγορική εικόνα γίνεται καταφανές από το ότι είναι συνδεδεμένος με τον Νώε και τον Δανιήλ, δύο πρόσωπα που ο Ιησούς ανέφερε πώς υπήρξαν. (Ιεζ. 14:14) Επίσης ο Ιάκωβος στο 5:11 τον αναφέρει σαν ένα παράδειγμα υπομονής. Αν ο Ιώβ δεν ήταν ποτέ υπαρκτόν πρόσωπον, το παράδειγμα θα ήταν δίχως σημασία.
Ο Σατανάς αναφέρεται, επίσης, στο 1 Χρον. 21:1 ότι ήταν εκείνος που επηρέασε τον Δαβίδ να μετρήση τους Ισραηλίτες, για την οποία ενέργεια ο Ιεχωβά έστειλε μια πληγή στο έθνος· και στο Ζαχαρίας 3:2 (ΑΣ) παρουσιάζεται επίσης σαν ένα πρόσωπο, με τα εξής λόγια: «Και είπεν ο Ιεχωβά προς τον Σατανάν, Θέλει σε επιτιμήσει ο Ιεχωβά, Σατανά· ναι, θέλει σε επιτιμήσει ο Ιεχωβά, όστις εξέλεξε την Ιερουσαλήμ.»
Σχετικά με τον Σατανά ο Ιησούς είπε πώς τον είδε «ως αστραπήν εκ του ουρανού πεσόντα.» Είδε μήπως να πέφτη μια ιδέα, ή μια πονηρή έννοια; Εκείνο που δείχνει πλήρως την προσωπικότητα του Διαβόλου είναι οι παρατηρήσεις που απηύθυνε ο Ιησούς στον κλήρο των ημερών του: «Σεις είσθε εκ πατρός του διαβόλου, τας επιθυμίας του πατρός σας θέλετε να πράττητε. Εκείνος ήτο απ’ αρχής ανθρωποκτόνος, και δεν μένει τη αληθεία· διότι αλήθεια δεν υπάρχει εν αυτώ.» Ήταν μήπως ποτέ η αρχή του εσφαλμένου η ιδία με την της αληθείας;—Λουκ. 10:18· Ιωάν. 8:44.
Οι θρησκευτικοί αρχηγοί στις ημέρες του Ιησού εγνώριζαν πως υπήρχε ένας Διάβολος και κατηγορούσαν τον Ιησού πώς εκτελούσε το έργο του με τη δύναμι του άρχοντος των δαιμονίων, στην κατηγορία δε αυτή ο Ιησούς απήντησε, όχι για ν’ αρνηθή την ύπαρξι Διαβόλου, αλλά για ν’ αποδείξη πως αυτός ήταν μια προσωπικότης: «Και αν ο Σατανάς τον Σατανάν εκβάλλη, διηρέθη καθ’ εαυτού· πώς λοιπόν θέλει σταθή η βασιλεία αυτού;» (Ματθ. 12:26) Και ακόμη σχετικά με την περίπτωσι του Ιησού που επειράσθη στην έρημο, είναι μήπως λογικό να συμπεράνη κανείς πως ο τέλειος, νομιμόφρων και πάντοτε ευπειθής Υιός του Θεού, θα είχε τόσο πειρασθή από σκέψεις που είχαν γεννηθή στη δική του διάνοια; Και αν ο Διάβολος ήταν μάλλον μια κακή έννοια ή η προσωποποίησις της πονηρίας μέσα μας, πώς θα μπορούσε να πη στον Ιησού, «Ταύτα πάντα [τα βασίλεια του κόσμου και την δόξα των] θέλω σοι δώσει εάν πεσών προσκυνήσης με»; Να προσκυνήση κανείς μια έννοια; Όχι, είναι απλούστατα ανόητο να στερήση κανείς τον Διάβολο, τον Σατανά, από την προσωπικότητα του.—Ματθ. 4:9, 10.
Εκτός τούτου, ο Παύλος μάς λέγει ότι ο Σατανάς έχει εξουσία επί του θανάτου και ότι ο Χριστός Ιησούς θα τον καταστρέψη· ο Πέτρος μάς λέγει ότι, «ο αντίδικός σας διάβολος ως λέων ωρυόμενος, περιέρχεται, ζητών τίνα να καταπίη.» Ο Ιούδας μάς λέγει ότι ο Σατανάς είχε μια φιλονεικία με τον Μιχαήλ σχετικά με σώμα του Μωυσέως· και ο Ιωάννης μάς λέγει ότι ο Σατανάς έχει πλανήσει όλα τα έθνη, ότι αυτός και οι άγγελοί του επολέμησαν εναντίον του Μιχαήλ και των αγγέλων του, ότι ο Σατανάς και οι άγγελοι του εξεδιώχθησαν από τον ουρανό, ότι θα σφραγισθούν στην άβυσσο για χίλια χρόνια και ότι θα λυθούν για λίγον καιρό και τελικά θα καταστραφούν στη λίμνη του πυρός, τον δεύτερο θάνατο.—1 Πέτρ. 5:8· Εβρ. 2:14· Ιούδ. 9· Αποκάλ. 12:7-9· 20:2, 3, 7-10.
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΣ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΩΝ
Όχι μόνο η Γραφική μαρτυρία είναι τόσο σαφής και πειστική σχετικά με την ύπαρξι του Σατανά ή Διαβόλου, αλλά είναι εξίσου σαφής και σχετικά με την ύπαρξι των δαιμόνων, ή κατωτέρων διαβόλων. Από το Γένεσις 6:1-4 μαθαίνομε πως μερικοί άγγελοι, «υιοί του Θεού», ηνώθησαν με τον Σατανά στην ανταρσία του κατεβαίνοντας στη γη και συγκατοικώντας με τις θυγατέρες των ανθρώπων, οι δε απόγονοί των έγιναν μιγάδες, άνθρωποι αλλά από αγγελικούς πατέρες, και γίγαντες. Ο Πέτρος αναφέρεται σ’ αυτούς ως «αγγέλους αμαρτήσαντας,» και αυτοί, μαζί με τους γίγαντας απογόνους των, ήσαν, χωρίς αμφιβολία, ένοχοι κατά μέγα μέρος για το ότι η γη είχε εμπλησθή από αδικία και βία.—2 Πέτρ. 2:4· Γέν. 6:5, 11.
Έτσι διαβάζομε στο Δανιήλ 10:12-21 ότι ένας άγγελος που ο Ιεχωβά είχε στείλει με ένα μήνυμα στον Δανιήλ, κρατήθηκε επί τρεις εβδομάδες από έναν πονηρό άγγελο, ώσπου ο Μιχαήλ, ένας από τους άρχοντας, ήλθε και τον απελευθέρωσε, επιτρέποντας έτσι σ’ αυτόν αγγελιαφόρον να μεταβή στον Δανιήλ με το άγγελμά του. Ο άγγελος εκείνος έφερε στον Δανιήλ ένα προφητικό άγγελμα. Ασφαλώς όλα αυτά δεν ήσαν απλώς μια πλούσια φαντασία! Οι Ισραηλίτες που προσέφεραν τις θυσίες των σε ψευδείς θεούς επληροφορούντο ότι εθυσίαζαν σε δαίμονας και ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί την ίδια έκφρασι για θυσίες που γίνονται σε είδωλα. Ο Ιησούς ανεγνώρισε την ύπαρξι του Βεελζεβούλ, του άρχοντος των δαιμονίων, δείχνοντας έτσι ότι υπήρχαν και άλλοι δαίμονες.—Δευτ. 32:17· Ψαλμ. 106:37· 1 Κορ. 10:20, 21· Ματθ. 12:27.
Σχετικά με την επαφή που είχε ο Ιησούς με αυτούς τους δαίμονας, ενώ πολλά βιβλία έχουν γραφή με την προσπάθεια να εξηγήσουν την καταπίεσι των δαιμόνων απλώς ως ψυχιατρικές περιπτώσεις, παραφροσύνη, επιληψία ή παροξυσμό, εν τούτοις μια προσεκτική εξέτασις της Γραφής δεν επιτρέπει τέτοιες υποθέσεις.
Αν το να κατέχεται ένα άτομο από δαιμόνια σημαίνει απλώς φρενοβλάβεια ή παραφροσύνη (Ματθ. 4:24), τότε ο ένας παράφρων μετά τον άλλον δεν θα μπορούσαν να πιστοποιήσουν τη Μεσσιανική ιδιότητα του Ιησού, καθώς συνέβη με τα κατεχόμενα από δαιμόνια εκείνα άτομα· ούτε μπορούμε να συμπεράνωμε ότι ο Ιησούς ο ίδιος εγνώριζε καλά τα πράγματα ή ότι εσκεμμένως διέπραττε μια απάτη και υπέθαλπε μια απάτη για λόγους εντυπώσεως. Τα δαιμόνια που ευρίσκοντο μέσα σ’ εκείνα τα άτομα ήσαν και αυτά προσωπικότητες, όπως ακριβώς διαβάζομε: «Και δαιμόνια πολλά εξέβαλε, και δεν άφινε τα δαιμόνια να λαλώσιν, επειδή εγνώριζον αυτόν ότι είναι ο Χριστός.»—Μάρκ. 1:34, ΜΝΚ.
Παρατηρήστε την περίπτωσι του δαιμονισμένου ανθρώπου, που ζούσε στα βουνά και αλυσίδες δεν μπορούσαν να τον συγκρατήσουν, ο οποίος απαντώντας σε ερώτησι του Ιησού είπε: «Λεγεών είναι το όνομά μου· διότι πολλοί είμεθα.» Η αφήγησις προχωρεί τότε και λέγει: «Ήτο δε εκεί προς τα όρη αγέλη μεγάλη χοίρων βοσκομένη· και παρεκάλεσαν αυτόν πάντες οι δαίμονες, λέγοντες, Πέμψον ήμας εις τους χοίρους, δια να εισέλθωμεν εις αυτούς. Και ο Ιησούς ευθύς επέτρεψεν εις αυτούς. Και εξελθόντα τα πνεύματα τα ακάθαρτα, εισήλθον εις τους χοίρους· και ώρμησεν η αγέλη κατά του κρημνού εις την θάλασσαν, (ήσαν δε έως δύο χιλιάδες,) και επνίγοντο εν τη θαλάσση.»—Μάρκ. 5:6-13.
Πώς θα μπορούσε να εξηγηθή αυτή η περίπτωσις χωρίς να παραδεχθή κανείς την ύπαρξι δαιμόνων; Μήπως ο Μάρκος, ο Ματθαίος και ο Λουκάς, που κατέγραψαν αυτά, όλοι τους είχαν απατηθή; Ήσαν μήπως όλα αυτά απλώς συμπτώσεις και διέπραξε ο Ιησούς μια απάτη; Ή θα μπορούσαμε μήπως να φαντασθούμε την παραφροσύνη ενός ανθρώπου να μπαίνη μέσα σε δύο χιλιάδες χοίρους κάνοντάς τα να εξορμήσουν στη θάλασσα και να πνίγουν; Όχι, το να αρνηθή κανείς τη σαφή μαρτυρία των Γραφών σχετικά με την ύπαρξι του Διαβόλου και των δαιμόνων, δεν σημαίνει μόνο ότι αμφισβητεί την αυθεντικότητα των Γραφών, αλλά δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από όσα η άρνησις θα εφαίνετο πως λύνει.
Από που προήλθε ο Σατανάς; Ασφαλώς ο Θεός δεν τον εδημιούργησε Σατανά, γιατί όλα τα έργα Αυτού είναι τέλεια. (Δευτ. 32:3, 4) Ο Σατανάς ήταν κάποτε ένας τέλειος άγγελος και υπηρέτησε ως φύλαξ του πρώτου ανθρωπίνου ζεύγους στην Εδέμ. Σχετικά μ’ αυτόν διαβάζομε: «Εστάθης εν Εδέμ τω παραδείσω του Θεού·. . . Ήσο χερούβ κεχρισμένον, δια να επισκιάζης· και εγώ σε έστησα· Ήσο εν τω όρει τω αγίω του Θεού· . . . Ήσο τέλειος εν ταις οδοίς σου αφ’ ης ημέρας εκτίσθης, εωσού ευρέθη αδικία εν σοι . . . Η καρδία σου υψώθη δια το κάλλος σου.»—Ιεζ. 28:13-18.
Και τι είναι εκείνο που έφθειρε τη σοφία του; Η φιλοδοξία του να γίνη όμοιος του Υψίστου, του Ιεχωβά Θεού, που προδόθηκε χιλιάδες χρόνια αργότερα με αυτά τα λόγια του: «Θέλω αναβή εις τον ουρανόν, θέλω υψώσει τον θρόνον μου υπεράνω των άστρων του Θεού· και θέλω καθίσει επί το όρος της συνάξεως, προς τα μέρη του βορρά· θέλω αναβή επί τα ύψη των νεφελών· θέλω είσθαι όμοιος του Υψίστου.» (Ησ. 14:13, 14) Λαμβάνοντας την ανωτέρω γραφική περικοπή σε αρμονία με την γνωστή περιγραφή των όσων έλαβαν χώραν στην Εδέμ, έχομε την εικόνα ενός αγγέλου διωρισμένου ως φύλακος επάνω στο πρώτο ανθρώπινο ζεύγος που αφήκε τον διορισμό του αυτόν να τον κάμη να υπερηφανευθή και να φιλοδοξήση να γίνη όμοιος με τον Ιεχωβά Θεό, κάνοντας αρχή με την αποξένωσι του πρώτου ανθρωπίνου ζεύγους από τον Δημιουργό του. Έγινε μόνος του ένας απατεών, εναντιούμενος, καταβροχθιστής Διάβολος.—Γέν. 3:1-19.
Δεν είναι, λοιπόν, μύθος το ότι «Ο αντίδικός σας διάβολος, ως λέων ωρυόμενος, περιέρχεται, ζητών τίνα να καταπίη.»—1 Πέτρ. 5:8.