Ο Λούθηρος Μάχεται και Κατόπιν Συμβιβάζεται
Ο ΜΑΡΤΙΝΟΣ ΛΟΥΘΗΡΟΣ πρέπει να είναι στη μνήμη μας όχι μόνον ως ο άνθρωπος που μετέφρασε πρώτος την Αγία Γραφή στη Γερμανική, αλλά και ως εκείνος που επιτυχώς και με θάρρος επροκάλεσε την παντοδύναμη κυριαρχία των παπών της Ρώμης. Ο Λούθηρος εν αγνοία άναψε το σπίρτο που τελικά επέφερε την έκρηξι του βαρελιού της πυρίτιδος της ογκουμένης εναντιώσεως κατά του Καθολικισμού.
Ο Μαρτίνος Λούθηρος γεννήθηκε το έτος 1483 στο Αϊσλέμπεν της Πρωσσικής Σαξονίας. Μετά από μια θυελλώδη θρησκευτική σταδιοδρομία, άθικτος από τα φονικά χέρια των οργάνων της Ρώμης, ο Λούθηρος πέθανε φυσικό θάνατο στις 18 Φεβρουαρίου 1546. Γεννημένος ως γυιος μεταλλωρύχου, είχε λάβει μια αυστηρή ανατροφή. Ο πατέρας του Λουθήρου είχε τα οικονομικά μέσα να τον στείλη στο γνωστό Πανεπιστήμιο του Έρφουρτ στο έτος 1501· το 1505 απεφοίτησε αριστούχος των Καλών Τεχνών. Κατ’ επιθυμίαν του πατέρα του, ο οποίος ήταν κάπως αντικληρικός, ο Λούθηρος μπήκε στη νομική σχολή του Έρφουρτ, τον Μάιο του 1505. Μετά δύο μήνες ξαφνικά απαρνήθηκε τον κόσμο και μπήκε στο μοναστήρι της μονής των Αυγουστινιανών του Έρφουρτ.
Στο έτος 1507 ο Λούθηρος καθιερώθηκε στο Ρωμαιοκαθολικό ιερατείο και αργότερα συνταυτίσθηκε με το διδακτικό προσωπικό του Πανεπιστημίου της Βιττεμβέργης. Ως Αυγουστινιανός μοναχός και ιερεύς μετέβη ως προσκυνητής στη Ρώμη το 1510. Η διαφθορά, η αθρησκεία και η φαυλότης που διεπίστωσε ο Λούθηρος μεταξύ των ιερέων της Ρώμης τον εθορύβησαν πολύ. Μετά από χρόνια είπε ότι δεν θα παρέλειπε να ιδή «τη Ρώμη και με δαπάνη εκατό χιλιάδων φλωρινίων· διότι θα μπορούσα να αισθάνωμαι κάποιον φόβο ότι είχα αδικήσει τον Πάπα· αλλ’ όπως βλέπομε, έτσι μιλούμε.»1
Επιστρέφοντας απ’ τη Ρώμη στη Γερμανία εξακολούθησε τις μελέτες του στη Λατινική Γραφή που είχε στη διάθεσί του και συνέχισε, επίσης, τη διδασκαλία της θεολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βιττεμβέργης. Τον χειμώνα του 1512-1513 ο ενδόμυχος αγών της συνειδήσεως του έγινε τέτοιος ώστε άρχισε να κάνη μια ανεξάρτητη μελέτη των βασικών Καθολικών διδασκαλιών. Τέλος, στις 31 Οκτωβρίου 1517, ωργισμένος από την εκστρατεία που ανέλαβε η Καθολική Εκκλησία να πωλή συγχωροχάρτια, πράγμα που αποτελούσε γι’ αυτόν δωροδοκία του Θεού, πώλησιν αφέσεως αμαρτιών, ο Λούθηρος προσήλωσε τις ήδη περίφημες 95 «θέσεις» του στην πόρτα της εκκλησίας της Βιττεμβέργης. Αυτή και μόνον η πράξις έδωσε αρχήν σε ό,τι κατέστη γνωστόν ως Προτεσταντική Μεταρρύθμισις. Οι πολλοί ικανοποιημένοι φίλοι του Λουθήρου, χρησιμοποιώντας πρόθυμα την τότε πολύ πρόσφατη τέχνη της τυπογραφίας, ανετύπωσαν γρήγορα και έθεσαν σε ευρεία κυκλοφορία την έντονη αυτή διαμαρτυρία έτσι ώστε μέσα σε δύο εβδομάδες όλη η Γερμανία ήταν πληροφορημένη, οι δε δίκαιοι άνθρωποι κατελήφθησαν από αγανάκτησι και εναντίωσι κατά του παπισμού. Επί τέλους ήλθε κάποιος με θάρρος να «βάλη κουδούνι στη γάτα», δηλαδή, να εκθέση δημοσία την αρπακτική, επικίνδυνη, αιλουροειδή παπική ιεραρχία.2
Ο πάπας της Ρώμης, εμβρόντητος απ’ αυτή την αποστασία της Γερμανίας, εξέδωκε τελικά «βούλαν» αφορισμού εναντίον του Λουθήρου στο 1520, αποβάλλοντάς τον από την Καθολική Εκκλησία. Δείχνοντας άγνοια προς την πράξι αυτή του πάπα ο Λούθηρος ως ιερεύς εξακολούθησε να κηρύττη και να διδάσκη. Στις 10 Δεκεμβρίου 1520 ο Λούθηρος παρέδωσε δημοσία και θεαματικά στις φλόγες το γραπτό αυτό παπικό διάταγμα. Έδωσε επίσης για ευρεία δημοσίευσι τις μεγάλες μεταρρυθμιστικές πραγματείες του, την Ομιλία προς τους Γερμανούς Ευγενείς, τη Βαβυλωνιακή Αιχμαλωσία της Εκκλησίας και την Ελευθερία Ενός Χριστιανού.3
Το επόμενο έτος, 1521, ο Ρωμαίος αυτοκράτωρ Κάρολος Ε΄ συνεκάλεσε συνέλευσιν ανωτάτων εκκλησιαστικών λειτουργών και Γερμανών πριγκήπων στην πόλι Βορμς προς ακρόασιν της υπερασπίσεως του Λουθήρου εναντίον των παπικών διαταγμάτων. Μετά από μια δίωρη υπεράσπισι που ελέχθη Γερμανιστί και επανελήφθη επί δύο ώρες Λατινιστί, ο Λούθηρος ετερμάτισε ως εξής: «Παρεκτός αν πεισθώ από τις μαρτυρίες των Γραφών ή από προφανή αιτία (διότι δεν πιστεύω ούτε πάπα ούτε συνέδρια μόνο, αφού είναι φανερό ότι συχνά επλανήθησαν και διεφώνησαν μεταξύ των), είμαι δεσμευμένος από τις Γραφές που παρέθεσα, και η συνείδησίς μου κρατείται αιχμάλωτη από τον λόγον του Θεού· και επειδή δεν είναι ούτε ασφαλές ούτε ορθόν να ενεργή κανείς εναντίον της συνειδήσεως, δεν μπορώ να ανακαλέσω και δεν θα ανακαλέσω τίποτε. Ο Θεός να με βοηθήση. Αμήν.»4
Τον Απρίλιο του 1523 συνέπεσε να δραπετεύσουν εννέα μοναχές από τη μονή του Ίμπτς παρά την Γρίμμαν και να καταφύγουν στη Βιττεμβέργη ζητώντας την προστασία του Λουθήρου. Μεταξύ αυτών ήταν η Αικατερίνη φον Μπόρα, την οποίαν ο Λούθηρος ενυμφεύθη στο 1525, για περαιτέρω πρόκλησι της Καθολικής Εκκλησίας. Εν καιρώ απέκτησαν έξη τέκνα, τρεις γυιούς και τρεις θυγατέρες.5
ΟΙ ΑΡΧΙΚΕΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΛΟΥΘΗΡΟΥ
Στα έτη που επακολούθησαν, ο Λούθηρος έκαμε την πρώτη μετάφρασι ολοκλήρου της Βίβλου στη Γερμανική. Επίσης έκαμε μεγάλη πρόοδο στις Γραφικές του σπουδές κι έφθασε να συλλάβη μερικές πολύ ακριβείς αναλαμπές των Γραφικών αληθειών. Σημειώστε τις ακόλουθες περικοπές από τα πρώτα έργα του Λουθήρου, τα οποία ετυπώθησαν και διενεμήθησαν ευρέως.
ΙΕΧΩΒΑ: Σε μια έκθεσι για το Ιερεμίας 23:1-8 ο Λούθηρος λέγει: «. . . αλλ’ αυτό το όνομα Ιεχωβά ανήκει αποκλειστικά στον αληθινό Θεό.»—Από Μια Επιστολή εκ του Προφήτου Ιερεμία, περί βασιλείας του Χριστού και της εν Χριστώ ελευθερίας, που εκηρύχθη δια του Μαρτ. Λουθήρου, Βιττεμβέργη, 1527.
ΘΝΗΤΗ Η ΨΥΧΗ: «Επιτρέπω στον Πάπα να δημιουργή άρθρα πίστεως για τον εαυτό του και για τους πιστούς του—όπως είναι το ότι ‘η ψυχή αποτελεί την ουσιαστική μορφή του ανθρωπίνου σώματος,’ ‘ότι η ψυχή είναι αθάνατη,’ με όλες τις τερατώδεις εκείνες γνώμες που βρίσκονται μέσα στη Ρωμαϊκή μολυσματική σωρεία θεσπισμάτων.»—Από τα Έργα του Λουθήρου, Τόμος 2, σελ. 107, Βιττεμβέργη, 1562, που εδημοσιεύθησαν για πρώτη φορά στο 1520. Επίσης Σκοπιά της Σιών 1905, σελ. 228
ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ: «Γι’ αυτό η Γραφή αποκαλεί τον θάνατο ύπνο. Διότι, όπως ένας που κοιμήθηκε, όταν αφυπνίζεται το πρωί, δεν γνωρίζει τίποτε για το πώς επήλθε ο ύπνος του, ούτε και για τον ίδιο τον ύπνο, ούτε και για την αφύπνισι, έτσι κι εμείς θα εγερθούμε στην εσχάτη ημέρα με σπουδή και δεν θα γνωρίσωμε ούτε πώς φθάσαμε στον θάνατο ούτε πώς επεράσαμε απ’ αυτόν.» Κυρκοπόστ, Τόμ. 1, αριθ. 29, παρ. 9, σελ. 259.6 Βλέπε επίσης Ανατύπωσιν Σκοπιάς, Τόμ. 1, σελ. 408
ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ: «Περί αυτής πρέπει να νοηθή ότι όσοι κείνται στα νεκροταφεία και κοιμούνται κάτω από τη γη, δεν κοιμούνται τόσο βαθιά όσο εμείς στα κρεββάτια μας. Διότι μπορεί να είναι τόσο βαθύς ο ύπνος σας ώστε να πρέπει να κληθήτε δέκα φορές ώσπου ν’ ακούσετε μία. Αλλ’ οι νεκροί θα ακούσουν στην πρώτη κλήσι του Χριστού, και θα αφυπνισθούν όπως βλέπομε εδώ για τον νεανίαν αυτόν και τον Λάζαρον.»—Ευαγ. Λουκ. 7:11-17, παρ. 8.6
ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ: «Ας είναι αυτό σε σας μια εξαίρετη αλχημεία και ένα αριστούργημα που δεν μετατρέπει τον χαλκόν ή τον μόλυβδον σε χρυσόν για σας, αλλά μεταβάλλει τον θάνατο σε ύπνο και τον τάφο σας σε τερπνό θάλαμο αναπαύσεως, όλον δε τον χρόνον μεταξύ του θανάτου του Άβελ και της εσχάτης ημέρας σ’ ένα βραχύτατο χρονικό διάστημα. Η Γραφή δίνει παντού αυτή την παρηγορία.»—Κυρκοπόστ, 1: α Τόμ, αρ. 109, παρ 39-47, σελ 434-436.6
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΘΥΣΙΑΖΕΤΑΙ ΧΑΡΙΝ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΥ
Ούτε ο Λούθηρος ούτε οι σημερινοί θαυμασταί του παρέμειναν προσηλωμένοι στις διδασκαλίες αυτές και σε πολλές ακόμη βασικές Γραφικές διδασκαλίες που υπεστήριζε ο Λούθηρος. Δυστυχώς, οι θαυμασταί του εκείνοι ακολούθησαν μια πορεία νοθείας και συμβιβασμού.
Λόγου χάριν, στο 1530 ο φίλος του Λουθήρου Μελάγχθων, που ήταν φιλόλογος Ελληνιστής, τον έπεισε να συμμετάσχη σε μια πρότασι που είναι τώρα γνωστή ως Εξομολόγησις του Άουγκσμπουργκ. Ο Μελάγχθων έγραψε το έγγραφον αυτό που ωμοίαζε με σύμβολο πίστεως και το παρουσίασε στο Άουγκσμπουργκ ενώπιον της συνελεύσεως του Αυτοκράτορος Καρόλου Ε΄ μαζί με τους πριγκηπικούς, και ιεραρχικούς συγκυβερνήτας του, για να κάμη ένα συμβιβασμό μεταξύ των απειραρίθμων ακολούθων του Λουθήρου και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Μ’ αυτόν τον τρόπο ο Μελάγχθων και ο Λούθηρος ήλπιζαν να επιφέρουν μια εσωτερική κάθαρσι της παπικής εκκλησίας, παροτρύνοντας την να μεταρρυθμίση μερικούς από τους τρόπους ενεργείας της. Αλλ’ η συνέλευσις απεριφράστως απέρριψε την πρότασι. Οι υποστηρικταί του Λουθήρου αφέθησαν να κρατούν τον σάκκο του συμβιβασμού, ο οποίος ήταν πλήρης από μισές αλήθειες και απαρνήσεις μερικών από τις προγενέστερες ορθές απόψεις του Λουθήρου.
Η Εξομολόγησις του Άουγκσμπουργκ μιλεί, μεταξύ άλλων, περί τριάδος και των ψυχών των ασεβών που θα βασανίζωνται αιώνια: «Οι εκκλησίες μας, με κοινήν συγκατάθεσιν, διδάσκουν ότι το ψήφισμα της Συνόδου της Νικαίας σχετικά με την Ενότητα της Θείας Ουσίας και με τα Τρία Πρόσωπα, είναι αληθινό . . . της αυτής ουσίας και εξουσίας, που είναι επίσης συναιώνιοι ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα . . . ότι, κατά την Συντέλειαν του κόσμου, ο Χριστός θα εμφανισθή για κρίσι και θα εγείρη όλους τους νεκρούς· Αυτός θα δώση στους ευσεβείς και εκλεκτούς αιώνια ζωή και αιώνια χαρά, αλλά τους ασεβείς και τους διαβόλους θα τους καταδικάση να βασανίζωνται ατελεύτητα.»—Άρθρα I και XVII.7
Πάνω σ’ αυτή τη δια συμβιβασμού θυσία, την Εξομολόγησι του Άουγκσμπουργκ, ιδρύθησαν πολλά από τα σημερινά χωριστά Λουθηρανικά δόγματα. Έτσι, η μεγάλη μάχη του Λουθήρου υπέρ της αληθείας αμαυρώθηκε πολύ από αντιγραφικούς συμβιβασμούς.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1 Ιστορία της Χριστιανικής Εκκλησίας υπό Σαφ, Τομ. VI, σελ. 105, 109, 11, 112, 125, 126, 130.
2 Αυτόθι, σελ. 135, 156.
3 Αυτόθι, σελ, 206, 213, 220, 227, 247
4 Αυτόθι, σελ. 287, 305.
5 Αυτόθι, σελ. 456, 462.
6 Ο Λούθηρος και Η Τελική Μεταρρύθμισις, υπό Ι. Λη, σελ. 30, 31.
7 Η Σύστασις και Η Σημασία της Εξομολογήσεως του Άουγκσμπουργκ, υπό Κ. Μπέργκεντοφ 1930, σελ. 33, 76.