Εδάφια της Ημέρας για τον Μήνα Οκτώβριο
16 Ιεχωβά, ηγάπησα την κατοίκησιν του οίκου σου, και τον τόπον της σκηνής της δόξης σου. Ο πους μου ίσταται εν τη ευθύτητι· εν εκκλησίαις θέλω ευλογεί τον Ιεχωβά.—Ψαλμ. 26:8, 12 ΑΣ. Σ 1/8/55 27-29
17 Τώρα παραστήσατε τα μέλη σας δούλα εις την δικαιοσύνην προς αγιασμόν.—Ρωμ. 6:19. Σ 1/10/55 11α
18 Έχοντες την διακονίαν ταύτην, καθώς ηλεήθημεν, . . . με την φανέρωσιν της αληθείας συνιστώντες εαυτούς προς πάσαν συνείδησιν ανθρώπων, ενώπιον του Θεού.—2 Κορ. 4:1, 2. Σ 15/3/56 27α
19 Και σεις, ως λίθοι ζώντες, οικοδομείσθε οίκος πνευματικός.—1 Πέτρ. 2:5. Σ 15/4/56 24, 25
20 Αύται αι έξ πόλεις θέλουσιν είσθαι καταφύγιον, δια τους υιούς Ισραήλ.—Αριθμ. 35:15. Σ 1/5/56 17α
21 Φέρετε πάντα τα δέκατα εις την αποθήκην . . . και δοκιμάσατέ με τώρα εις τούτο, . . . εάν δεν σας ανοίξω τους καταρράκτας του ουρανού, και εκχέω την ευλογίαν εις εσάς.—Μαλαχ. 3:10. Σ 1/6/55 37, 38
22 Ο καλός άνθρωπος εκ του καλού θησαυρού της καρδίας εκβάλλει τα καλά· και ο πονηρός άνθρωπος εκ του πονηρού θησαυρού εκβάλλει τα πονηρά.—Ματθ. 12:35. Σ 15/11/55 2, 3α
23 Αγγέλους οίτινες δεν εφύλαξαν την εαυτών αξίαν, . . . εφύλαξε με παντοτεινά δεσμά.—Ιούδ. 6. Σ 1/1/56 8
24 Εύρομεν τον άνθρωπον τούτον ότι είναι φθοροποιός, και διεγείρει στάσιν μεταξύ όλων των κατά την οικουμένην Ιουδαίων.—Πράξ. 24:5. Σ 1/3/56 12
25 Θέλετε είσθαι μισούμενοι υπό πάντων των εθνών δια το όνομά μου.—Ματθ. 24:9. Σ 15/3/56 28α
26 Τότε είπα, Ιδού, έρχομαι· εν τω τόμω του βιβλίου είναι γεγραμμένον περί εμού· χαίρω, Θεέ μου, να εκτελώ το θέλημά σου· και ο νόμος σου είναι εν τω μέσω της καρδίας μου.—Ψαλμ. 40:7, 8. Σ 15/9/55 7α
27 Ταύτα δε πάντα εγίνοντο εις εκείνους παραδείγματα, και εγράφησαν προς νουθεσίαν ημών.—1 Κορ. 10:11. Σ 15/1/56 11, 12
28 Όλη η γραφή είναι θεόπνευστος, και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν.—2 Τιμ. 3:16. Σ 15/1/55 4, 5, 3α
29 Ώμοσεν ο Ιεχωβά, και δεν θέλει μεταμεληθή, Συ είσαι ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ.—Ψαλμ. 110:4, ΑΣ. Σ 15/4/56 20
30 Εν παντί συνιστώντες εαυτούς ως υπηρέται Θεού, . . . δια δυσφημίας και ευφημίας· ως πλάνοι, όμως αληθείς· ως αγνοούμενοι, αλλά καλώς γνωριζόμενοι.—2 Κορ. 6:4, 8, 9. Σ 15/3/56 29α
31 Διότι έπρεπε να μένη εν τη πόλει του καταφυγίου αυτού μέχρι του θανάτου του μεγάλου ιερέως.—Αριθμ. 35:28. Σ 1/5/56 2, 3β