Γιατί Πιστεύετε στην Τριάδα;
ΕΠΙ αιώνες εκατομμύρια ανθρώπων επίστεψαν στη δοξασία της τριάδος, που διδάσκει ότι στην ενότητα της Θεότητος υπάρχουν Τρία Πρόσωπα, ο Πατήρ, ο Υιός, και το Άγιον Πνεύμα, αυτά δε τα Τρία Πρόσωπα είναι διακεκριμένα απ’ αλλήλων. Έτσι, με τα λόγια του Αθανασιανού Συμβόλου: «Θεός ο Πατήρ, Θεός ο Υιός, Θεός το Άγιον Πνεύμα, πλην ουχί τρεις Θεοί εισιν, αλλ’ είς Θεός». (Η Καθολική Εγκυκλοπαιδεία) Την πιστεύετε σεις αυτή τη δοξασία; Γιατί;
Πολλοί άνθρωποι νομίζουν ότι η τριάς είναι Χριστιανική διδασκαλία βασισμένη στον λόγον του Θεού, στην Αγία Γραφή. Εν τούτοις, οι πρώτοι Ρωμαιοκαθολικοί συγγραφείς δεν εδίστασαν να ομολογήσουν ότι η τριάς δεν μπορούσε ν’ αποδειχθή από τη Γραφή μόνο. Ο Καρδινάλιος Χόζιους λέγεται ότι είπε: «Πιστεύομε στη δοξασία του τριαδικού Θεού, διότι την ελάβαμε από παράδοσι, μολονότι διόλου δεν μνημονεύεται στην Αγία Γραφή». (Ομολογία Καθολ. Πίστεως, Κεφ. XXVI) Κι άλλοι, επίσης, έχουν τόση ειλικρίνεια, ώστε να λέγουν ότι η τριάς είναι ειδωλολατρικής προελεύσεως. Ο Άρθουρ Βέιγκαλ, στο βιβλίο του Ο Παγανισμός στη Χριστιανοσύνη Μας, λέγει: «Ο Ιησούς Χριστός ποτέ δεν εμνημόνευσε ένα τέτοιο φαινόμενον, ούτε κι εμφαίνεται η λέξις ‘Τριάς’ σε κανένα μέρος της Καινής Διαθήκης». Λέγει ότι η ιδέα περί μιας ισοδυνάμου τριάδος «υιοθετήθη μόνον από τη [Ρωμαιοκαθολική] Εκκλησία τριακόσια χρόνια μετά τον θάνατον του Κυρίου μας· και η πηγή της ιδέας είναι εντελώς ειδωλολατρική.»
Στη σελίδα 198 του βιβλίου του ο Βέιγκαλ δίνει μια συνοπτική ιστορία της περί τριάδος δοξασίας, λέγοντας: «Στον Τέταρτον Αιώνα π.Χ. ο Αριστοτέλης έγραψε: ‘Άπαντα τρία εισίν, και τρις εν πάσι: ας χρησιμοποιούμεν λοιπόν αυτόν τον αριθμόν εις την λατρείαν των θεών· διότι, όπως λέγουν οι Πυθαγόρειοι, το κάθε τι και τα πάντα είναι δεδομένα ανά τριάδας, διότι το τέλος, το μέσον και η αρχή αυτόν τον αριθμόν έχουν εις όλα, και αυτά συναποτελούν τον αριθμόν της Τριάδος’. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, των οποίων η επιρροή στην αρχέγονη θρησκευτική σκέψι ήταν βαθιά, συνήθως παρέτασσαν τους θεούς ή τις θεές των ανά τριάδες: υπήρχε η τριάς Όσιρις, Ίσις και Ώρος, η τριάς Άμμων, Μουτ και Χόνσου, η τριάς Χνουμβ, Σάτις και Άνουβις, και λοιπά. Η Ινδουιστική τριάς των Βράχμα, Σίβα και Βισνού αποτελεί άλλο ένα από τα πολλά και ευρέως διαδεδομένα παραδείγματα της θεολογικής αυτής αντιλήψεως. Οι πρώτοι, εν τούτοις, Χριστιανοί δεν εσκέφθησαν πάντως να εφαρμόσουν αυτή την ιδέα στην ίδια των πίστι. Απέδωσαν την αφοσίωσί των στον Θεό τον Πατέρα και στον Ιησού Χριστό, τον Υιόν του Θεού, και ανεγνώρισαν τη μυστηριώδη και απροσδιόριστη ύπαρξι του Αγίου Πνεύματος· δεν υπήρχε, όμως, σκέψις περί του ότι αυτοί οι τρεις αποτελούσαν μια πραγματική Τριάδα, ισοδύναμη, κι ενωμένη σε Ένα, το δε Σύμβολο των Αποστόλων, που είναι το αρχαιότερο από τα διατυπωμένα άρθρα της Χριστιανικής πίστεως, δεν το μνημονεύει».
Ωστόσο υπάρχουν άτομα που επιμένουν ότι η δοξασία περί τριάδος είναι Χριστιανική δοξασία βασισμένη στις Άγιες Γραφές. Ας κάμωμε συνοπτική εξέτασι και ας ιδούμε.
Εν πρώτοις, οι λέξεις «τριάς», «τριαδικός», «Θεάνθρωπος», «πρώτον πρόσωπον», «δεύτερον πρόσωπον», «τρίτον πρόσωπον», «τρία πρόσωπα», δεν αναγράφονται σε κανένα μέρος του Θεοπνεύστου κειμένου, είτε της Καθολικής είτε της Προτεσταντικής Βίβλου. Σε κανένα μέρος της Γραφής δεν βρίσκομε λέξεις όπως αυτές, «Θεός ο Υιός», ή «Θεός το Άγιον Πνεύμα», αλλ’ αντ’ αυτών αναγινώσκομε «ο Υιός του Θεού», «το πνεύμα του Θεού», ή απλώς «άγιον πνεύμα». Σε κανένα μέρος της Γραφής δεν αποκαλύπτεται ο Θεός ως τρία πρόσωπα, αλλά πάντοτε ως ένας Θεός. Τώρα, αν οι ίδιες οι λέξεις, που χρειάζονται για να εκφράσουν τη δοξασία περί τριάδος, δεν αναγράφωνται στις Άγιες Γραφές, πώς μπορούμε να υποθέσωμε ότι αυτή η δοξασία βρίσκεται ή διδάσκεται εκεί μέσα; Αδύνατον.
Υπάρχουν τρία εδάφια (1 Ιωάν. 5:7· Ματθ. 28:19· 2 Κορ. 13:14), που μιλούν για τον Πατέρα, τον Υιόν και το άγιον πνεύμα σε τυπική σχέσι, αλλ’ ούτε ένα απ’ αυτά δεν λέγει τίποτα για μια τριάδα. Αν η περί τριάδος δοξασία είναι η κεντρική δοξασία της «Χριστιανικής» θρησκείας, γιατί, από 31.173 εδάφια της Γραφής, τρία μόνο θα χρησιμοποιούσαν Πατέρα, Υιόν και άγιον πνεύμα, σε τυπική σχέσι, κι ένα απ’ αυτά, δηλαδή, το 1 Ιωάννου 5:7 είναι ομολογουμένως νόθον; Ο Ιωάννης έγραψε αυτή την επιστολή Ελληνιστί στον πρώτον αιώνα, αλλά το εδάφιον 1 Ιωάν. 5:7 δεν βρίσκεται σε κανένα Ελληνικό χειρόγραφο, γραμμένο πριν από τον δέκατο πέμπτον αιώνα. Εν σχέσει με αυτό το εδάφιο, ο Επίσκοπος Λόουθ λέγει: «Πιστεύω ότι δεν υπάρχει κανείς μεταξύ μας, που να είναι εντριβής σε ελάχιστο βαθμό στην ιερή κριτική και να κάνη χρήσιν της νοήσεώς του, ο οποίος θα είχε τη διάθεσι να αγωνισθή για τη γνησιότητα του εδαφίου 1 Ιωάν. 5:7.» Ο Δρ Αδάμ Κλάρκε, στο σύγγραμμά του Κόμμεντερυ τερματίζει μια μακρά διατριβή πάνω σ’ αυτό το εδάφιο με τα εξής λόγια: «Με βραχυλογία, κανένα δικαίωμα δεν κρίνεται αρκετό ώστε βάσει αυτού να θεωρήται αυθεντικό οποιοδήποτε μέρος μιας αποκαλύψεως που λέγεται ότι προέρχεται από τον Θεό». Επομένως, το εδάφιο 1 Ιωάν. 5:7 απορρίπτεται απ’ όλους τους αμερολήπτους ερευνητάς του Θείου λόγου.
Όσον αφορά τα εδάφια Ματθαίος 28:19 και 2 Κορινθίους 13:14, αυτά δεν λέγουν τίποτα περί της υπάρξεως τριών ισοδυνάμων προσώπων σε ένα Θεό. Δεν λέγουν ότι ο καθένας απ’ αυτούς που μνημονεύονται είναι Θεός. Δεν λέγουν ότι και οι τρεις είναι ίσοι σε ουσία, δύναμι κι αιωνιότητα. Δεν λέγουν ότι όλοι αυτοί πρέπει να λατρεύωνται. Εφόσον δεν τα λέγουν αυτά, δεν διδάσκουν την τριάδα, διότι όλοι αυτοί οι ισχυρισμοί γίνονται εν σχέσει με την τριάδα. Ο Πήμποντυ, ένας μεγάλης εκτιμήσεως συγγραφεύς, στο βιβλίο του Διαλέξεις επί Χριστιανικών Δοξασιών, σελίς 41, λέγει: «Είμαι πρόθυμος να δηλώσω, χωρίς φόβον αντιφάσεως, ότι η δοξασία περί ισότητος του Πατρός, του Υιού, και του Αγίου Πνεύματος δεν μπορεί να βρεθή σε κανένα γνήσιο Χριστιανικό έργον των πρώτων τριών αιώνων, και ότι δεν μπορεί να βρεθή, ως προς την Θεία φύσι, σε κανένα γνήσιο Χριστιανικό έργον των πρώτων δύο αιώνων, καμμιά δήλωσις δοξασίας ισοδύναμη ή παρεμφερής ή συνεπής με τη σύγχρονη δοξασία περί της Τριάδος». Γιατί αυτό; Διότι η περί τριάδος δοξασία είναι ειδωλολατρικής προελεύσεως, όπως τονίζουν οι ιστορικοί. Οι πρώτοι Χριστιανοί του πρώτου αιώνος δεν την επίστευαν. Αυτοί δεν ελάτρευαν ένα τρισυπόστατον θεό. Δεν υπάρχει κανείς απολύτως Γραφικός λόγος για να πιστεύη κανείς στην τριάδα. Η παράδοσις μόνη δεν αποτελεί αρκετόν λόγο, διότι ο Ιησούς εδήλωσε ότι ‘ο λόγος του Θεού ηκυρώθη ένεκα των παραδόσεων’.—Ματθ. 15:6.
Οι πιστοί δούλοι του Θεού επίστευαν ότι ο Θεός είναι ένας: «Ιεχωβά ο Θεός ημών είναι είς Ιεχωβά», είπε ο Μωυσής. (Δευτ. 6:4, ΜΝΚ) Ο Ιησούς Χριστός είπε το ίδιο στο κατά Μάρκον 12:29. Είναι σοβαρό το ότι λατρεύομε τον αληθινό Θεό Ιεχωβά, διότι δεν υπάρχει σωτηρία σε κανέναν άλλον: «Πας όστις αν επικαλεσθή το όνομα του Ιεχωβά, θέλει σωθή», είπε ο Πέτρος. Επικαλείσθε αυτόν, λατρεύετε τον Ιεχωβά, λάβετε γνώσιν του αληθινού Θεού και του Ιησού Χριστού, διότι αυτό σημαίνει αιώνια ζωή.—Πράξ. 2:21, ΜΝΚ· Ιωάν. 17:3.