Επιδιώκοντας τον Σκοπό μου στη Ζωή
Αφήγησις του Ρόμπερτ Τρέισυ
ΕΝΘΥΜΟΥΜΑΙ καλά μια παροιμία που την άκουε κανείς συχνά και που πολλές φορές ηχούσε στ’ αυτιά μου, όταν ήμουν νέος: «Ζης και μαθαίνεις κι όλα τα ξεχνάς όταν πεθαίνης». Ακριβώς, όπως τόσο πολλά άλλα πράγματα, σαν τον «Σάντα Κλως» με τα δώρα, απεδείχθησαν ψευδή, το ίδιο συνέβη και μ’ αυτή τη γνωστή κοσμική παροιμία. Η οικογένειά μου αμέσως εδέχθη το άγγελμα της Γραφής, που μας έφεραν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, αν και είχα ανατραφή αυστηρά ως Μεθοδιστής. Αρχίσαμε να βλέπομε ότι ήταν δυνατόν να μάθωμε να ζούμε για πάντα σε μια εξωραϊσμένη γη.
Όσο για μένα, άρχισα να εκτιμώ την οργάνωσι προτού κατανοήσω όλες τις διδασκόμενες αλήθειες. Αφού συνώδευσα άλλους στην υπηρεσία επί πολλούς μήνες, βαπτίσθηκα σε μια συνέλευσι ζώνης στις 3 Σεπτεμβρίου 1939, στο ψυχρό νερό ενός ποταμού στο Φούλτον της Νέας Υόρκης. Την επόμενη ημέρα, το αίμα μου άναψε, καθώς ένας βάρβαρος όχλος ωπλισμένος με ρόπαλα του μπέιζμπωλ διέσπασε τη συνέλευσί μας, ενώ ο δήμαρχος και οι αστυνομικοί παρατηρούσαν αδρανείς εκεί πλησίον. Το γεγονός αυτό, όμως, εχρησίμευσε για να κάμη πιο ισχυρή την ευχή της αφιερώσεώς μου στον Ιεχωβά.
Η μεγάλη εθνική συνέλευσις του Ντητρόιτ, Μίσιγκαν, το 1940, απεδείχθη αποφασιστικό γεγονός για τη ζωή της οικογενείας μας. Ακόμη μπορώ να οραματισθώ και τους έξη μας, τη μητέρα μου, τους δύο αδελφούς μου, τις δύο αδελφές μου και τον εαυτό μου, καθισμένους γύρω από το τραπέζι της κουζίνας και παίρνοντας την απόφασι να μη λείψωμε ποτέ από καμμιά συνέλευσι, εφόσον ήταν δυνατόν, και να εισέλθωμε στην υπηρεσία του σκαπανέως, όσο το δυνατόν γρηγορώτερα, έστω και ένας - ένας.
Λίγο αργότερα οι δύο μου αδελφοί ήσαν σε θέσι να κάνουν το προς τα εμπρός αυτό βήμα της διακονίας. Όταν ήλθε η σειρά μου, ένα οικογενειακό αυτοκινητιστικό δυστύχημα μας επεσώρευσε ένα μεγάλο οικονομικό βάρος. Οι έξη μήνες της ειδικής κοσμικής εργασίας μου έγιναν δεκαοκτώ μήνες. Τότε ήταν που είχα βαρεθή τον παλαιό κόσμο. Το να βοηθώ στην αίθουσα του καταστήματος παγωτών, που διηύθυνε ο πατέρας μου, εσήμαινε ότι έπρεπε να συναναστρέφωμαι, να εργάζωμαι και να μιλώ με ανθρώπους που είχαν λίγη ελπίδα για το μέλλον, με άτομα που σπαταλούσαν ατέλειωτες ώρες σε μικροσυζητήσεις και σπερμολογία, αρεσκόμενα σε βρωμερές ιστορίες και ανήθικη ζωή, περιγελώντας την τιμιότητα. Η Πρωτοχρονιά του 1943 ήταν η πρώτη ημέρα έργου σκαπανέως για μένα. Με την πάροδο του χρόνου, η κακοκαιρία, οι άγριοι σκύλοι, τα φανατικά άτομα, η αδιαφορία για τις Βιβλικές αλήθειες, όλα αυτά έγιναν μέρος της καθημερινής διακονίας. Εν τούτοις, είχαμε και πολλές ευτυχείς πείρες. Εκείνο, όμως, που επεσκίαζε κάθε τι άλλο, ήταν η απλή χαρά που προέρχεται από το να κάνη κανείς το ορθόν.
Όσον καιρό η βενζίνη ήταν με το δελτίο, εκάναμε έργο σε αγροτικές περιοχές με το ποδήλατο, γυρίζοντας τη νύχτα στο σπίτι κατακουρασμένοι. Αλλά η τροφή και η ανάπαυσις έκαναν την επόμενη ημέρα μια άλλη ημέρα γεμάτη από δυνατότητες. Μια ημέρα, που ο σύντροφός μου στην υπηρεσία αρρώστησε, επήγα από συναίσθησι του καθήκοντος μόνος μου στην έξω από την πόλι περιοχή. Το βράδυ εκείνο επέστρεψα με το ποδήλατο σπίτι γεμάτος συγκίνησι από το κήρυγμα της ημέρας, αφού είχα διαθέσει οκτώ μεγάλα βιβλία.
Η αναγγελία σχετικά με τη Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Σκοπιάς εκινητοποίησε τη διάνοια πολυαρίθμων σκαπανέων, ως επίσης και την ιδική μου. Εφάνη πολύ μεγάλο το διάστημα προτού μου δοθή το προνόμιο να κληθώ εκεί. Αναλογιζόμενος τα δύο προηγούμενα έτη υπηρεσίας μου ως σκαπανέως, αισθανόμουν ότι θα μπορούσα να κάμω κάτι καλύτερο. Υπήρχαν, όμως, τόσα άλλα να γίνουν εκτός από τη μαρτυρία. Το σπίτι έπρεπε να βαφή, έπειτα η σκεπή εχρειάζετο κεραμίδια και έπρεπε να βάλωμε και παράθυρα για την εποχή των καταιγίδων. Έπειτα πάλι, η βιοποριστική εργασία αφαιρούσε πολύ χρόνο. Ένας ώριμος αδελφός μ’ ενεθάρρυνε να γράψω στην Εταιρία Σκοπιά, εκθέτοντας ειλικρινά την κατάστασί μου, γιατί δεν μπορούσα να ξεπεράσω την αναλογία και υποσχόμενος ότι, αν μου εδίδετο η ευκαιρία, θα επήγαινα σε οποιονδήποτε τόπο διορισμού που η Εταιρία θα διάλεγε να με στείλη. Η απάντησις της Εταιρίας περιελάμβανε μια αίτησι εισόδου στην υπηρεσία ειδικού σκαπανέως.
Έπειτ’ από λίγο βρήκα τον εαυτό μου να ζω σ’ ένα από τα ρυμουλκούμενα σπίτια, τρία μίλια μακριά από το μέρος που είχα ζήσει επί 22 χρόνια. Χωρίς καθυστέρησι η οικογένειά μου είχε πωλήσει το σπίτι και τα περισσότερα έπιπλα, αγόρασε ένα ρυμουλκούμενο σπίτι και ήλθε μαζί μου για έργο σκαπανέως. Η ομάδα μας απετελείτο από τη μητέρα μου, ένα αδελφό μου και τις δύο αδελφές μου. Τα εφόδια περιελάμβαναν δύο αυτοκίνητα και ένα ρυμουλκούμενο όχημα, που δεν είχε πληρωθή ακόμη. Οικονομική κατάστασις: χρήματα καθόλου. Η ζωή ήταν γεμάτη ερωτηματικά!
Πέντε μήνες στην υπηρεσία ειδικού διαγγελέως και κατόπιν στη Γαλαάδ ως σπουδαστής της έκτης σειράς. Στη σχολή δεν υπήρχε χρόνος να σκεφθώ το παρελθόν ή το μέλλον, αλλά μόνον το παρόν. Οι διάνοιές μας είχαν προσαρμοσθή για την πρόσληψι των εκτεταμένων μαθημάτων. Η ζωή του ιδρύματος ήταν αυστηρή, αλλά δεν την θέλαμε και διαφορετική. Το πώς να μελετούμε και το πώς ν’ ακολουθούμε τις οδηγίες ήσαν τα σπουδαία σημεία που πήραμε μαζί μας καθώς εξωρμήσαμε προς όλες τις κατευθύνσεις μετά την αποφοίτησί μας.
Ο διορισμός μου μ’ έφερε στην περιοχή του Μπόστον ως υπηρέτη δια τους αδελφούς. Τον καιρό εκείνο επικρατούσε μεταξύ μερικών Μαρτύρων η γνώμη ότι οι απόφοιτοι της σχολής Γαλαάδ ήσαν θαυματοποιοί, που είχαν μάθει σε πέντε μήνες το πλείστον του ό,τι υπήρχε για να μαθευτή. Και γιατί όχι, αφού μπορούσαν να ετοιμάσουν μια ωριαία ομιλία μέσα σε μια στιγμή, έτσι δεν είναι; Μερικές από τις εκκλησίες, όπου υπηρέτησα, είχαν υπηρέτας που ήσαν στην αλήθεια όταν εγώ γεννήθηκα. Αν και στην αρχή εδοκίμασα το αίσθημα ότι είμαι αρκετά άπειρος, γρήγορα προσαρμόσθηκα στο νέο μου διορισμό.
Μια μέρα άνοιξα ένα φάκελλο από το γραφείο του Προέδρου και εκεί ευρίσκετο—ένας διορισμός στο εξωτερικό, στη Νότιο Αμερική. Μετά τη διεθνή συνέλευσι του 1946 στο Κλήβελαντ, πήγα στο Μπέθελ για ν’ απορροφήσω, μέσα σ’ ένα μήνα, όλες τις πληροφορίες, που ήταν δυνατόν σχετικά με εργασία Γραφείου. Η οικογένειά μου ήλθε στη Νέα Υόρκη για να με αποχαιρετήση και προτού το αντιληφθώ βρέθηκα στο τραίνα με κατεύθυνσι το Μαϊάμι και δύο μέρες αργότερα πετούσα πάνω από την Καραϊβική θάλασσα προς την Κολομβία. Δώδεκα ώρες μετά την αναχώρησί μας από το Μαϊάμι, προσγειωθήκαμε στην Μπογκοτά, τον προορισμό μας. Ποια ήταν η πρώτη μου εντύπωσις; Ειλικρινά, ήταν μια ριζική αλλαγή. Μέσα σε λίγες ώρες είχαμε αναρπαγή από μια ζωή κι επέσαμε σ’ ένα διαφορετικό κόσμο, ανάμεσα σε μια ξένη φυλή, που μίλαγε μια γλώσσα που δεν μπορούσαμε να καταλάβωμε. Μια ψιλή βροχή έπεφτε στην πόλι και στους κατοίκους της, που δεν είναι έγχρωμοι, καθώς κατευθυνόμεθα στον ιεραποστολικό οίκο.
Η πείρα που απεκόμισα ήταν ότι η ζωή του ιεραποστόλου δεν είναι εύκολη. Τ’ αποτελέσματα προέρχονται μόνον με σκληρή εργασία, σε συνδυασμό με πολλή υπομονή προς ανθρώπους που δεν είχαν την ευκαιρία να διαβάσουν την Αγία Γραφή και οι οποίοι δεν είναι συνηθισμένοι σε οργάνωσι. Πάντως, μια ανέκφραστη χαρά προέρχεται με το να δίνης μαρτυρία σ’ ένα άτομο, που ποτέ πριν δεν έχει ακούσει για τους Μάρτυρας του Ιεχωβά, κι έπειτα να μελετάς μαζί του και να τον βλέπης να προχωρή, να αφιερώνεται και να γίνεται ένας ώριμος ευαγγελιζόμενος. Το να μαθαίνης να μιλάς Ισπανικά και να μαθαίνης να καταλαβαίνης τους ανθρώπους, υπήρξαν σπουδαίοι παράγοντες στην απόλαυσι του ιεραποστολικού έργου. Επίσης, φροντίσαμε να έχωμε στο νου μας ότι προσπαθούμε να διδάξωμε τους ανθρώπους να ζουν με τον τρόπο του Νέου Κόσμου και όχι με τον τρόπον της Βορείου Αμερικής.
Ένα πράγμα, που πάρα πολύ μ’ εβοήθησε, ήταν η στάσις της μητέρας μου. Αν και έγινε ανάπηρη σε μεγάλο βαθμό λόγω μιας αρθρίτιδος ύστερ’ από την αναχώρησί μου από τις Ηνωμένες Πολιτείες, εν τούτοις δεν μου ζήτησε ποτέ να ξαναγυρίσω στο σπίτι και να μείνω κοντά της. Κατανοεί ότι οι απόφοιτοι της σχολής Γαλαάδ πρέπει να βρίσκωνται εκεί όπου έχουν εκπαιδευθή για να εργάζωνται—σε απομεμακρυσμένα μέρη της υδρογείου.
Δεκατρία χρόνια έχουν περάσει αφ’ ότου άρχισε η ζωή μου ως ιεραποστόλου. Μπορώ ειλικρινά να τη συστήσω σε άλλους; Η απάντησίς μου καταδεικνύεται άριστα στην πείρα που είχα, όταν επέστρεψα στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1950, έπειτα από απουσία τριών ετών και πλέον. Θα ήθελα να μείνω εκεί; Προτού ακόμη περάσουν δύο μήνες, ήμουν ανήσυχος να επιστρέψω στον τόπο του διορισμού μου, στην Κολομβία. Είναι συγκινητικό να κάνης έργο περιοχής και περιφερείας σ’ αυτή τη χώρα, να γίνεσαι μάρτυς του βαπτίσματος εκατό και πλέον ατόμων σε μια φορά και να βλέπης τις γραμμές των ευαγγελιζομένων να ογκούνται από τριάντα σε 1.400 και πλέον μέσα σε μερικά χρόνια που πέρασαν τόσο γρήγορα.
Το 1952 ενυμφεύθηκα μια απόφοιτο της σχολής Γαλαάδ και έπειτα από επτά χρόνια εγγάμου ζωής και οι δυο μας τώρα με ευτυχία επιδιώκομε μαζί τον σκοπό μας στη ζωή ως ιεραπόστολοι. Ύστερ’ από πέντε χρόνια, χωρίς να γυρίσωμε στις Ην. Πολιτείες, μπορέσαμε να παρευρεθούμε στη Διεθνή Συνέλευσι Νέας Υόρκης το Θείον Θέλημα το 1958. Πώς μπορεί κανείς να περιγράψη το ένδοξο αυτό γεγονός με λίγα λόγια; Βεβαίως υπερέβη τις προσδοκίες μας. Οι ομιλίες ήσαν προτρεπτικές, οι συμβουλές ισχυρές. Τα γιγαντιαία σχέδια επεκτάσεως εφαίνοντο θαυμασίως λογικά. Ήμουν βέβαιος ότι τούτο το ευαγγέλιον της εγκαθιδρυμένης βασιλείας του Θεού θα εκηρύσσετο σε όλο τον κόσμο με το πνεύμα του Ιεχωβά επάνω σ’ εμάς.
Η επίσκεψις συγγενών και το αντίκρυσμα παλαιών φίλων ήταν κάτι που πέρασε γρήγορα και ήταν πια καιρός να επιστρέψωμε στον ιεραποστολικό μας διορισμό. Είμεθα ευτυχείς που φέραμε μαζί μας μια τριμελή οικογένεια για να υπηρετήση εκεί, όπου η ανάγκη είναι μεγάλη. Αυτοκίνητα γεμάτα αδελφούς Κολομβιανούς ανέμεναν να μας συναντήσουν στο αεροδρόμιο. Τι χαρούμενη επιστροφή στο σπίτι μας!
Τώρα απολαμβάνω ένα νέο προνόμιο—το να υπηρετώ ως υπηρέτης ζώνης στη Ζώνη των Δυτικών Ινδιών, επισκεπτόμενος γραφεία τμημάτων και ιεραποστολικούς οίκους και κάνοντας εκθέσεις στο γραφείο του Προέδρου για το τι ακριβώς συμβαίνει σ’ αυτό το μέρος του κόσμου.
Καθώς αναλογίζομαι τα πολλά θαυμάσια χρόνια, που έχουν περάσει στην ολοχρόνια διακονία ως σκαπανέως και ιεραποστόλου, θα εφαίνετο παράξενο να σκεφθώ για κάποιον άλλο τρόπο ζωής. Το σπίτι σου είναι εκεί που ζης. Με τη χάρι του Ιεχωβά αισθανόμεθα χαρά να συνεχίζωμε την υπηρεσία σε μια χώρα, όπου υπάρχει τεραστία ποσότης έργου για να γίνη. Γνωρίζομε ότι η χαρά μας προέρχεται από το να πράττωμε εκείνο που είναι ορθόν, και όχι με το να σκεπτώμαστε μόνον. Τέλος, το να μάθη κανείς να ζη για πάντα είναι ένα θαυμάσιο πράγμα, από δε το 1943, όταν άρχισα την υπηρεσία σκαπανέως, ασφαλώς έμαθα ότι «η ζωή αυτού [οποιουδήποτε] δεν συνίσταται εκ των υπαρχόντων αυτού.»—Λουκ. 12:15.