Η Μετάνοια που Υπολογίζει ο Θεός
Κάθε χρόνο χιλιάδες άνθρωποι ομολογούν μετάνοια όταν ακούσουν κάποιον ευαγγελιστήν να κηρύττη. Είναι τόσο απλό πράγμα η μετάνοια; Τι λέγει η Γραφή;
«ΜΕΤΑΝΟΕΙΤΕ· διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» Με αυτούς τους διεγερτικούς λόγους εισήγαγε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής τη διακονία του, ο δε Ιησούς Χριστός εκήρυξε το ίδιο άγγελμα μετά τη φυλάκισι του Ιωάννου. Κατόπιν, τρία χρόνια περίπου από τότε που ο Ιησούς είχε αρχίσει να κηρύττη αυτό το άγγελμα στην Γαλιλαία, είπε στους μαθητάς του «να κηρυχθή εν τω ονόματι αυτού μετάνοια και άφεσις αμαρτιών εις πάντα τα έθνη, γινομένης αρχής από Ιερουσαλήμ.» Πρώτος ο απόστολος Πέτρος, κατόπιν ο Παύλος, και σήμερα εκατοντάδες χιλιάδων Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά εκπληρώνουν αυτούς τους λόγους του Ιησού.—Ματθ. 3:1, 2· 4:17· Λουκ. 24:47.
Η μετάνοια είναι μια στοιχειώδης Γραφική διδασκαλία, που αναφέρεται σε συσχετισμό με τόσο βασικά δόγματα, όπως είναι η πίστις στον Θεό και το βάπτισμα. Απαιτείται απ’ όλα τα πλάσματα που θα ήθελαν να κερδίσουν τη σωτηρία.—Εβρ. 6:1, 2.
Σύμφωνα με τα λεξικά, μετανοώ σημαίνει «αλλάσσω κατεύθυνσι διανοίας και καρδιάς σχετικά με πράξι, διαγωγή κλπ. που έγινε στο παρελθόν ή που εσκοπεύετο να γίνη, ένεκα λύπης ή μη ικανοποιήσεως.» Σημαίνει «αισθάνομαι λύπη, συντριβή ή ανησυχία πνεύματος για ότι έπραξα ή και παρέλειψα να πράξω». Η μετάνοια επεκτείνεται πιο πέρα από το αίσθημα τύψεως συνειδήσεως, μας λέγουν, επειδή προσδίδει έμφασι στην ουσία ενός νέου σκοπού· περιλαμβάνει το να γίνη μια σαφής αλλαγή στην αντιμετώπισι των ζητημάτων.
Η λέξις, που σχεδόν κατά κανόνα μεταφράζεται «μετενόησε» στις πιο δημοφιλείς μεταφράσεις των Εβραϊκών Γραφών, είναι ναχχάμ και σημαίνει «αναστενάζω, δηλαδή, αναπνέω ισχυρά.» Συνεπώς, συμπερασματικώς, υπονοείται ότι αναστενάζει κανείς για ν’ ανακουφισθή από θλίψι, από στενοχώρια, για να μεταβάλη κατεύθυνσι σκέψεως ή διαγωγής όσον αφορά κάτι. Ένεκα αυτής της σημασίας η Αγία Γραφή κατά περιστάσεις ομιλεί ότι ο Θεός μετενόησε ή αισθάνθηκε θλίψι. Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές το αντίστοιχο ρήμα είναι μετανοώ, το οποίο απλώς σημαίνει νοώ διαφορετικά, μεταβάλλω γνώμην, αναθεωρώ. Το αντίστοιχο, όμως, Ελληνικό ουσιαστικό, μετάνοια, δεν περιλαμβάνει τη σκέψι της ανησυχίας πνεύματος ή μεταρρυθμίσεως.—Λεξικόν Στρογκ.
ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ
Για να αντιληφθούμε με απόλυτη ακρίβεια το είδος μετανοίας, που υπολογίζει ο Θεός, πρέπει πρωτίστως να εκτιμήσωμε τις αλήθειες και αρχές που περιλαμβάνονται στη Γραφική μετάνοια. Πρέπει ν’ αναγνωρίσωμε ότι υπάρχει ο Θεός, ότι Αυτός είναι ο Δημιουργός και Κτήτωρ όλων των δημιουργημάτων Του, και ότι Αυτός είναι ο Ύψιστος, Κριτής και Νομοθέτης, και συνεπώς δικαίως τηρεί όλα τα πλάσματά του υπόλογα απέναντί του. Προφανώς, εκείνο, που βρίσκεται σε συσχετισμό με αυτό το ζήτημα, πρέπει, επίσης, να ενυπάρχη στη μετάνοια, δηλαδή, ότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο δημιουργία του Θεού, αλλά είναι επίσης ελεύθερος ηθικός παράγων, ικανός να διακρίνη μεταξύ δικαίου και αδίκου, και συνεπώς δύναται να τηρηθή υπεύθυνος απέναντι του Θεού για τις πράξεις του. Με άλλα λόγια, ο Ιεχωβά Θεός, ένεκα της υπερτέρας θέσεώς του, των απείρων ιδιοτήτων του και των έργων της δημιουργίας του, είναι ο Μόνος στον οποίον όλα τα νοήμονα πλάσματά του, λόγω της υποδεεστέρας θέσεώς των και ικανοτήτων των, είναι ηθικώς υπόλογα. Παρεμπιπτόντως, αυτές οι ίδιες οι βασικές αρχές είναι εκείνες ακριβώς, πάνω στις οποίες κατά κανόνα προσκόπτουν ο άθεος, ο αγνωστικιστής και ο θεϊστής.
Επίσης περιλαμβάνεται στη διδασκαλία της μετανοίας το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι αμαρτωλός, και όχι μόνο αυτό, αλλά και ότι υπάρχουν ελαφρυντικά περιστατικά, που μπορεί να επικαλεσθή προς υπεράσπισί του, ώστε να δικαιολογήται η χορήγησις σ’ αυτόν του θείου ελέους της συγχωρήσεως. Καθώς ικέτευσε ο Βασιλεύς Δαβίδ, όταν υπέπεσε σε μια θλιβερή αμαρτία: «Ιδού, συνελήφθην εν ανομία, και εν αμαρτία με εγέννησεν η μήτηρ μου.» Αν δεν υπήρχαν ελαφρυντικές περιστάσεις, δεν θα ήταν δυνατή η αληθής μετάνοια και τότε ο Θεός, ούτε θα μπορούσε και ούτε θα ήθελε να συγχωρήση. Έτσι διαβάζομε: «Διότι εάν ημείς αμαρτάνωμεν εκουσίως, αφού ελάβομεν την γνώσιν της αληθείας, δεν υπολείπεται πλέον θυσία περί αμαρτιών· αλλά φοβερά τις απεκδοχή κρίσεως.» Να γιατί δεν ήταν δυνατή η μετάνοια ούτε για τον Αδάμ, ούτε για τον Ιούδα.—Ψαλμ. 51:5· Εβρ. 10:26, 27.
Η Γραφική μετάνοια απαιτεί, περαιτέρω, να υπάρχη κάποια προμήθεια, μέσω της οποίας, ή κάποια βάσις, επί της οποίας να δύναται να στηρίξη ο Θεός τη μεγαλειότητα του Νόμου του και εν τούτοις να λαμβάνη υπ’ όψι Του τη μετάνοια, διότι ο Ιεχωβά δεν αλλοιούται. (Μαλαχ. 3:6) Αν παρείχετο συγχώρησις χωρίς διάκρισι, όλος ο φόβος και ο σεβασμός γι’ αυτόν και τους νόμους του θα εξηφανίζοντο. Η Γραφή δείχνει ότι αυτή η προμήθεια είναι η θυσία του μονογενούς Υιού του Θεού: «Επειδή πάντες ήμαρτον, και υστερούνται της δόξης του Θεού· δικαιούνται δε δωρεάν με την χάριν αυτού, δια της απολυτρώσεως της εν Χριστώ Ιησού· . . . δια να ήναι αυτός δίκαιος, και να δικαιόνη τον πιστεύοντα εις τον Ιησούν.»—Ρωμ. 3:23-26.
Και τελικά, η προμήθεια για μετάνοια, που υπολογίζει ο Θεός, περιλαμβάνει το ζήτημα, Ποίος είναι Υπέρτατος; Ο Ιεχωβά Θεός ή ο Σατανάς ο Διάβολος; Η Γραφική μαρτυρία, όπως εκείνη που αναγράφεται στον Ιώβ, κεφ. πρώτον και δεύτερον, δείχνει ότι ένας από τους κυρίους τρόπους, με τους οποίους αυτό το ζήτημα θα καθορισθή είναι η από μέρους του ανθρώπου διακράτησις ακεραιότητας. Για να καταστή δυνατόν να διακρατήσουν ακεραιότητα εκείνοι που αγαπούν δικαιοσύνη—κι έτσι ν’ αποδείξουν τον Διάβολο ψεύστη, όταν εκαυχήθη ότι θα μπορούσε ν’ απομακρύνη όλους τους ανθρώπους από τον Θεό—εχρειάζετο να γίνη προμήθεια για τη μετάνοια και συγχώρησί τους. Το ότι οι δούλοι του Θεού εξετίμησαν τη σχέσι μεταξύ συγχωρήσεως και τιμής του ονόματός Του, οι Γραφές το δείχνουν επανειλημμένως: «Ένεκεν του ονόματός σου, Ιεχωβά, συγχώρησον την ανομίαν μου, διότι είναι μεγάλη.» «Βοήθησον ημάς, Θεέ της σωτηρίας ημών, ένεκεν της δόξης του ονόματός σου· και ελευθέρωσον ημάς, και γενού ίλεως εις τας αμαρτίας ημών, ένεκεν τον ονόματός σου.»—Ψαλμ. 25:11, ΜΝΚ· 79:9.
ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΤΟ ΝΑ ΜΕΤΑΝΟΗΣΗ ΚΑΝΕΙΣ
Επί πολλούς αιώνες ο Ιεχωβά Θεός παρέβλεψε τις αμαρτίες αγνοίας των εθνών, αλλά, αρχίζοντας με τη μεταστροφή του Κορνηλίου και κατά ένα ειδικόν τρόπο στον καιρόν μας, «τώρα παραγγέλλει εις πάντας τους ανθρώπους πανταχού να μετανοώσι· διότι προσδιώρισεν ημέραν, εν η μέλλει να κρίνη την οικουμένην εν δικαιοσύνη» δια του Ιησού Χριστού. Ιδιαιτέρως σχετικοί για τον καιρό μας είναι, επίσης, οι λόγοι του αποστόλου Πέτρου «δεν βραδύνει ο Ιεχωβά την υπόσχεσιν αυτού, ως τινές λογίζονται τούτο βραδύτητα αλλά μακροθυμεί εις ημάς, μη θέλων να απολεσθώσι τινές, αλλά πάντες να έλθωσιν εις μετάνοιαν.»—Πράξ. 17:30, 31· 2 Πέτρ. 3:9, ΜΝΚ.
Για να πλησιάσωμε τον Θεό και να κερδίσωμε την αγαθή του ευαρέσκεια με ειλικρινή μετάνοια, πρέπει ‘να πιστεύσωμεν, ότι είναι, και γίνεται μισθαποδότης εις τους εκζητούντας αυτόν.’ Επί πλέον, πρέπει ν’ αποκτήσωμε γνώσι των δικαίων του απαιτήσεων, που συνοψίζονται ως εξής: «Τι ζητεί ο Ιεχωβά παρά σου, ειμή να πράττης το δίκαιον, και να αγαπάς έλεος, και να περιπατής ταπεινώς μετά του Θεού σου;»—Εβρ. 11:6· Μιχ. 6:8, ΑΣ.
Καθώς φθάνομε στο να γνωρίσωμε τον Θεό και τις δίκαιες απαιτήσεις του, πρέπει ν’ αποκτήσωμε συναίσθησι της πνευματικής μας ανάγκης, να είμεθα πλήρως ενήμεροι της αμαρτωλής μας καταστάσεως και να αισθανθούμε πραγματική λύπη για τις αμαρτίες μας. Πρέπει να αισθανθούμε βαθιά, όπως ο Τελώνης, που ανέβη στον ναό για να προσευχηθή, και «μακρόθεν ιστάμενος δεν ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς να υψώση εις τον ουρανόν, αλλ’ έτυπτεν εις το στήθος αυτού, λέγων, Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ.» Ομοία ειλικρινής μετάνοια εξεδηλώθη, επίσης, από τον Έσδρα, για τις παραβάσεις των εξορίστων που επέστρεφαν και από τον απόστολο Πέτρο, αφού είχε αρνηθή τον Ιησού.—Λουκ. 18:13· Έσδρας 9:3-15· Ματθ. 26:75.
Για να λαμβάνεται υπ’ όψι από τον Θεό, πρέπει να επικαλούμεθα τέτοια ειλικρινή μετάνοια, βάσει της προμηθείας του Θεού για συγχώρησι: «Εάν ομολογώμεν τας αμαρτίας ημών, είναι πιστός και δίκαιος, ώστε να συγχωρήση εις ημάς τας αμαρτίας.» Τούτο γίνεται βάσει του Παρακλήτου που έχομε ‘προς τον Πατέρα, του Ιησού Χριστού του δικαίου.’ Είναι ο «Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου.» Βέβαια, αυτή η προμήθεια απολυτρώσεως φαίνεται γελοία σ’ αυτούς που δεν αισθάνονται την ανάγκη να μετανοήσουν.—1 Ιωάν. 1:9· 2:1· Ιωάν. 1:29.
Επίσης το ορθό ελατήριο είναι ζωτικό για τη μετάνοια. Το ελατήριό μας πρέπει ναι είναι θεοσεβής λύπη, βασισμένη στην αγάπη προς τον Θεό και τη δικαιοσύνη, και όχι απλώς στον φόβο της τιμωρίας. Μόνο «η κατά Θεόν λύπη γεννά μετάνοιαν προς σωτηρίαν αμεταμέλητον.» ‘Η χρηστότης του Θεού σε φέρει εις μετάνοιαν.’ Ένας απλώς ιδιοτελής έλεγχος συνειδήσεως δεν θα μας ωφελήση περισσότερο από τον Ησαύ, τον Φαραώ, ή τον Ιούδα.—2 Κορ. 7:10· Ρωμ. 2:4· Γέν. 27:34-37· Έξοδ. 10:16, 17· Ματθ. 27:3-5.
«ΚΑΡΠΟΥΣ ΑΞΙΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ»
Προς τα πλήθη που πήγαιναν για ν’ ακούσουν τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, αυτός έλεγε: «Κάμετε λοιπόν καρπούς αξίους της μετανοίας.» Ακριβώς όπως «η πίστις χωρίς των έργων είναι νεκρά», έτσι μετάνοια χωρίς καρπούς αξίους είναι ματαία. Ποιοι είναι αυτοί οι καρποί;—Λουκ. 3:8· Ιάκ. 2:26.
Ο πρώτιστος καρπός της μετανοίας είναι η αλλαγή κατευθύνσεως. Καθώς ο Πέτρος είπε στους Ιουδαίους του καιρού του: «Μετανοήσατε λοιπόν και επιστρέψατε, δια να εξαλειφθώσιν αι αμαρτίαι σας.» Από τούδε και στο εξής επιτρέπεται να ζούμε, «ουχί πλέον εν ταις επιθυμίαις των ανθρώπων, αλλ’ εν τω θελήματι του Θεού.» Μάλιστα, οι καρποί οι άξιοι της μετανοίας απαιτούν από μας ν’ αφιερωθούμε στο να πράττωμε το θέλημα Του Θεού και ν’ ακολουθούμε τα ίχνη του Ιησού Χριστού. Κι επειδή το πρώτο πράγμα που έκαμε ο Ιησούς, ευθύς μετά την αφιέρωσί του, ήταν το να δώση δημοσία ομολογία τούτου, συμβολίζοντάς την με το εν ύδατι βάπτισμα, δεν πρέπει να βραδύνωμε να βαπτισθούμε, αφού μια φορά αλλάξαμε πορεία και απεφασίσαμε να πράττωμε το θέλημα του Θεού.—Πράξ. 3:19· 1 Πέτρ. 4:2.
Εξέχων ανάμεσα στους αξίους της μετανοίας καρπούς είναι η επίδοσις μαρτυρίας για το όνομα του Θεού και τη βασιλεία του. Χωρίς να παράγωνται τέτοιοι καρποί, η μετάνοιά μας δεν θα ήταν αξία, διότι ενώ «με την καρδίαν πιστεύει τις προς δικαιοσύνην, . . . με το στόμα γίνεται ομολογία προς σωτηρίαν.» Υπάρχουν ποικίλοι τρόποι, με τους οποίους μπορεί να γίνη αυτή η δημοσία ομολογία και, αν αξιοποιήσωμε στο πλήρες τις ευκαιρίες μας, μπορούμε να παραγάγωμε πολύν καρπό της Βασιλείας.—Ρωμ. 10:10.
Για να φέρωμε καρπούς αξίους της μετανοίας, πρέπει επίσης, να είμεθα προσεκτικοί, ώστε συνεχώς ν’ απέχωμε από τα ιδιοτελή έργα της σαρκός. Πάντοτε πρέπει να φέρωμε στο νου μας ότι «αρκετός είναι εις ημάς ο παρελθών καιρός του βίου, ότε επράξαμεν το θέλημα των εθνών, περιπατήσαντες εν ασελγείαις, επιθυμίαις . . . αθεμίτοις.» Αντί ν’ αφήσωμε την επιθυμία για τέτοια πράγματα να επανέλθη, πρέπει να θέσωμε τα αισθήματα της αγάπης μας στη βασιλεία του Θεού και την υπηρεσία της και τη διάνοιά μας στην παραγωγή του καρπού του πνεύματος, ο οποίος είναι «αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια.»—1 Πέτρ. 4:3· Γαλ. 5:22-23.
Με το να δείχνωμε έλεος και συγχώρησι σ’ εκείνους που αμαρτάνουν σε μας και οι οποίοι μετανοούν, παρέχομε ένα περαιτέρω καρπόν άξιον της μετανοίας και χωρίς τον οποίον, η ιδική μας μετάνοια δεν θα υπελογίζετο ενώπιον του Θεού. Μόνον ο ελεήμων θα ελεηθή. Ο Ιησούς μας εδίδαξε να προσευχώμεθα, «Συγχώρησον εις ημάς τας αμαρτίας ημών, καθώς και ημείς συγχωρούμεν εις τους αμαρτάνοντας εις ημάς.» Και πόσες φορές θα πρέπει να συγχωρούμε; Ο Ιησούς απήντησε: «Δεν σοι λέγω, έως επτάκις, αλλ’ έως εβδομηκοντάκις επτά.»—Ματθ. 6:12· 18:22.
Ενώ δείχνομε ισχυρή συναίσθησι του καθήκοντος να φέρωμε τέτοιους αξίους καρπούς της μετανοίας, δεν θα έπρεπε να πάμε στο άλλο άκρο φιλοξενώντας διαρκώς σκέψεις για τις αμαρτίες μας, ωσάν να ήταν δυνατόν να τιμωρηθούμε γι’ αυτές, κάνοντας τον εαυτό μας δυστυχή. Είναι καλύτερα να έχωμε πίστι ότι «το αίμα του Ιησού Χριστού του Υιού αυτού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας.» Μακριά από το να ενθαρρύνη μια τέτοια εμμονή, η Γραφή μάς λέγει: «Μακάριος εκείνος, του οποίου . . . εσκεπάσθη η αμαρτία.—1 Ιωάν. 1:7· Ψαλμ. 32:1.
Απ’ όλα τα προηγούμενα είναι πολύ προφανές ότι δεν μπορεί να υπάρξη σωτηρία λόγω μετανοίας στην επιθανάτιο κλίνη.
ΘΕΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΝΑ ΦΕΡΩΜΕ ΚΑΡΠΟΥΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ
Μεταξύ των μέσων, που έχει προμηθεύσει ο Θεός για να φέρωμε καρπούς αξίους της μετανοίας, εξέχει η προσευχή. Χρειαζόμεθα να επικοινωνούμε με τον Θεό με την προσευχή, αινώντας και ευχαριστώντας αυτόν, καθώς και ζητώντας εξακολουθητικά απ’ αυτόν συγχώρησι, σοφία και δύναμι για να πράττωμε το θέλημά του. Οι προσευχές μας πρέπει ανιδιοτελώς να περιλαμβάνουν δεήσεις για την παροχή εκ μέρους του στους αδελφούς μας ευτυχίας και ευημερίας.—Φιλιππησ. 4:6· Κολ. 4:2.
Επίσης είναι επιτακτική η τακτική συμμελέτη του λόγου του Θεού με τα βοηθήματα που προνοητικά επρομήθευσε για να εννοούμε κάθε τι που διαβάζομε στον λόγο του. Δεν μπορούμε να ζούμε «με άρτον μόνον, . . . αλλά με πάντα λόγον εξερχόμενον δια στόματος Ιεχωβά.» Μόνο μ’ επιμελή μελέτη μπορούμε να προοδεύωμε και να γίνωμε τέλειοι. . . . ητοιμασμένοι εις παν έργον αγαθόν.—Ματθ. 4:4, ΜΝΚ· 2 Τιμ. 3:17.
Η Χριστιανική επικοινωνία είναι ένα άλλο μέσον που ο Θεός μάς επρομήθευσε για να φέρωμε καρπούς αξίους της μετανοίας. Όπως και τα μέλη του ανθρωπίνου σώματος έχουν ανάγκη το ένα του άλλου, έτσι και οι Χριστιανοί. Γι’ αυτό, δεν πρέπει να αφήνωμε το να συνερχώμεθα ομού στις εκκλησιαστικές συναθροίσεις, όπου μπορούμε να παροτρύνωμε και παρακινήσωμε ο ένας τον άλλο σε αγάπη και καλά έργα.—1 Κορ. 12:12-27· Εβρ. 10:23-25.
Αν κάποιος αφιερωμένος Χριστιανός διαπιστώση ότι υπέπεσε σε σοβαρό αμάρτημα, πρέπει να σπεύση να μετανοήση για την εσφαλμένη διαγωγή του. Πρώτα στον Θεό και κατόπιν στους υπευθύνους της ορατής Του οργανώσεως πρέπει να κάμη ανοικτή ομολογία του πταίσματός του, να εκφράση τη μετάνοιά του και ένθερμα να ζητήση συγχώρησι. Με το να κάμη ευθεία μετά ταύτα την οδό που ακολουθεί και ταπεινά να υποταχθή σε οποιαδήποτε πειθαρχική διαπαιδαγώγησι, που δυνατόν να του επιβληθή, μπορεί να αποδείξη ότι πράγματι η μετάνοιά του οφείλεται σε θεοσεβή λύπη και ότι ειλικρινά θέλει να περιπατή στις οδούς της δικαιοσύνης.
Αληθινά, η Γραφική αλήθεια για τη μετάνοια, που υπολογίζει ο Θεός, ικανοποιεί την καρδιά και τη διάνοια. Μεγαλύνει τη σοφία και τη δικαιοσύνη του Θεού και, πάνω απ’ όλα, την αγάπη του και το έλεός του.