Ο Αιών της Ανταρσίας
ΚΑΜΜΙΑ γενεά δεν είδε περισσότερες ανταρσίες απ’ όσες η δική μας γενεά—όλες τις μορφές ανταρσίας, ειδικά τον στασιασμό των νέων. Ο παρών αιών της ανταρσίας θα μπορούσε ευλόγα να ονομασθή «ο στασιασμός της νεότητος», αν δεν συνέβαινε να παράγη τα σπέρματα όλης της τραγικής αυτής υποθέσεως η ανταρσία των ενηλίκων. Μια ανταρσία θέτει θεμέλιο για ένα άλλο είδος ανταρσίας.
«Εκείνο που καθιστά σοβαρό τον στασιασμό της συγχρόνου νεότητος,» εξηγεί ο Δικαστής Ελάιζα Άντλοου του Δημοτικού Δικαστηρίου Βοστόνης, «είναι το ότι έχει λίγη ομοιότητα με ό,τι εθεωρείτο άλλοτε ως νεανική εγκληματικότης.» Εξηγεί ότι «σήμερα τα εγκλήματα βιαιοπραγίας, στα οποία επιδίδονται οι νέοι, ποτέ δεν μπορούν να εκληφθούν εσφαλμένα ως παιδικές αταξίες» των προγενεστέρων αιώνων. «Η ουσία είναι,» λέγει ο ψυχολόγος Δρ Ροβέρτος Λίντνερ, «ότι η στάσις των νέων δεν αποτελεί ένα σύνηθες κοινωνικό νόσημα, αλλά μια δηλητηριώδη επιδημία που ασκεί επίδρασι στην ανθρώπινη φυλή.» Έτσι, κάθε χώρα έχει τη δική της ορολογία για τους σημερινούς νεαρούς εγκληματίας, στις Ηνωμένες δε Πολιτείες αυτοί έγιναν γνωστοί ως «αντάρται χωρίς αιτία.»
Οι νεαροί αντάρται είναι διαιρεμένοι σε δύο γενικές τάξεις. Μια ομάς αποτελείται από τους εγκληματίας εκείνους που αποκλίνουν προς τη βία. Η άλλη ομάς αποτελείται από εκείνους που στασιάζουν εναντίον των περιορισμών, ώστε να μπορούν να ζουν σύμφωνα με τις αισθησιακές επιθυμίες των, απολαμβάνοντας τη διέγερσι της στιγμής. Η τελευταία αυτή ομάς έχει ορισθή στην Αμερική ως η «Μπητ Τζενερέσιον» (η Γενεά που κτυπά). Αφότου ετέθησαν σε τροχιά οι Σοβιετικοί «σπούτνικ», οι νεαροί αυτοί αντάρται καλούνται κοινώς «μπήτνικ.» Οι αρχές κάνουν διάκρισι μεταξύ των νεαρών εγκληματιών και των λεγομένων «μπήτνικ,» εφόσον οι τελευταίοι έχουν ωρισμένα φρονήματα, αντιλήψεις και πεποιθήσεις περί ζωής και κοινωνίας. Ο τρόπος ζωής των «μπήτνικ» αποτελεί τη θρησκεία των.
Ένα άρθρο, που είχε τίτλο «Δη Μπητ Τζενερέσιον» εδημοσιεύθη στο φύλλον 7ης Δεκεμβρίου 1959 του Δελτίου Τρεχουσών Υποθέσεων, εκδιδομένου από το Τμήμα Κηδεμονικών Τάξεων του Πανεπιστημίου του Σίδνεϋ, Αυστραλίας. Το άρθρον δηλώνει ότι η «Μπητ Τζενερέσιον» έκαμε την εμφάνισί της λίγο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. «Ο Τζακ Κέρουακ, ο γνωστότατος διηγηματογράφος και ‘προφήτης’ της Αμερικανικής ομάδος, επενόησε τη φράσι ‘Μπητ Τζενερέσιον’. Το διήγημά του Στο Δρόμο περιγράφει τον τρόπο ζωής του ιδίου κι ενός κύκλου φίλων, κι επιχειρεί να περιγράψη την έντονα ιδιωτική άποψί των. Μια ομάς νέων με υψηλό φρόνημα διασχίζουν τις Ηνωμένες Πολιτείες, προσκολλώμεναι σε αυτοκίνητα ή χρησιμοποιώντας δικά τους μεταχειρισμένα, για να κάμουν θορυβώδεις διασκεδάσεις. . . , ζώντας με πολύ λίγα ή με τίποτα, ενίοτε κλέπτοντας, και πάντοτε μιλώντας με έντασι περί αγάπης, περί Θεού και περί σωτηρίας, ακούοντας με πόθο τη ‘τζαζ’ σε μικρά κοσμοβριθή κέντρα και επωφελούμενοι από τα τυχαία, γενναιόδωρα και όμορφα κορίτσια. . . . Η αναζήτησις ‘αμέσου πείρας’ σημαίνει ότι πρώτη θέσις δίδεται στη σεξουαλική ελευθερία. . . . Όπως και πολλοί ενθουσιασταί της ‘τζαζ’ η ‘Μπητ Τζενερέσιον’ μπορεί να επιδίδεται στη χρήσι της μορφίνης και άλλων ναρκωτικών φαρμάκων. . . . Ο μπήτνικ, δεν είναι τόσο έκδοτος σ’ αυτά, όσο είναι ένας ειρωνικός και αφωσιωμένος θαυμαστής της μακαρίας καταστάσεώς του.»
Για ν’ απολαύσουν έναν αυτοσχέδιο παράδεισο στη γη οι μπήτνικ ζουν για τις ηδονές της στιγμής. Αυτή η «νέα ομάς ανταρτών,» εξηγεί το δημοσίευμα του Πανεπιστημίου του Σίδνεϋ, ζούσαν μια υπόγεια ύπαρξι ως το έτος 1957, οπότε η δημοσίευσις του διηγήματος του Κέρουακ τους έδωσε ένα είδος βίβλου: «‘Οι μόνοι άνθρωποι για μένα είναι οι παράφρονες’ λέγει ο Σαλ Παραντάιζ, αφηγητής του βιβλίου Στο Δρόμο ‘εκείνοι που έχουν μανία να ζουν, μανία να μιλούν, μανία να σωθούν, που ποθούν τα πάντα συγχρόνως, εκείνοι που ποτέ δεν χασμώνται ούτε λέγουν κανένα κοινότοπο πράγμα, αλλά φλέγονται, φλέγονται, φλέγονται σαν μυθικά κίτρινα ρωμαϊκά κεριά που εξαπλώνονται σαν αράχνες ανάμεσα στ’ άστρα.’ . . . Το βιβλίο προσπαθεί επίσης να εκφράση τον αθεράπευτο ανταγωνισμό συμφέροντος μεταξύ ανθρώπων που απολαμβάνουν τον εαυτό τους ασυγκράτητα, που παίρνουν ό,τι μπορούν ν’ αποκτήσουν από τη ζωή και χλευάζουν τον ασφαλή βίον, και ανθρώπων, οι οποίοι αναχαιτίζονται από ενδοιασμούς ν’ ακολουθήσουν όλες τις ωθήσεις των και να ικανοποιήσουν όλες τις ορέξεις των.»
Το άρθρον λέγει ότι η ανταρσία των μπήτνικ «αντανακλά μια αμφισβήτησι του βιομηχανικού πολιτισμού, η οποία έχει ευρέως εξαπλωθή» και προσθέτει: «Η ρωμαντική πεποίθησις ότι κάθε νεαρό άτομο έχει μια μοναδική αποστολή να εκπληρώση, αν μόνο μπορούσε αυτός ή αυτή να γνωρίζη τι ήταν, έχει δημιουργήσει ένα γενικό ενθουσιασμό για αόριστες ιδέες, μερικώς σε αντικατάστασι μιας θνησκούσης θρησκείας. Ο Κέρουακ είναι διάσημος για την επιμονή του στο ότι η βασική ώθησις της ‘Γενεάς που κτυπά’ είναι η θρησκευτική: το να βρίσκη κάνεις τον εαυτό του σημαίνει να βρίσκη τον Θεό.»
Πού, λοιπόν, έγκειται η μορφή για τους σημερινούς νεαρούς αντάρτες; Στην ανταρσία των ενηλίκων—συζύγων αμφοτέρων των φύλων, και, ναι, του κλήρου του «Χριστιανικού κόσμου».
Οι ύπανδρες γυναίκες, στασιάζοντας κατά της εξουσίας των ανδρών των ως κεφαλών, εστασίασαν πραγματικά εναντίον του Θεού, ο οποίος παραγγέλλει στον λόγον του: «Αι γυναίκες, υποτάσσεσθε εις τους άνδρας σας ως εις τον Κύριον.» (Εφεσ. 5:22) Πατέρες, οι οποίοι παραλείπουν ν’ αναθρέψουν τα τέκνα των «εν παιδεία και νουθεσία του Ιεχωβά», εστασίασαν κατά του Θεού. (Εφεσ. 6:4, ΜΝΚ) Όταν οι ίδιοι οι γονείς είναι σε κατάστασι ανταρσίας, η πειθαρχία, συνοχή κι ευτυχία του οίκου συντρίβονται· ετέθη το θεμέλιον της ανταρσίας των νεαρών.
Ο κλήρος υπήρξε ανίσχυρος ν’ αναχαιτίση την ανταρσία των νέων, διότι κι οι ίδιοι οι κληρικοί υπήρξαν για πολύν καιρό στασιασταί εναντίον του Θεού. Οι θεμελιωτισταί κληρικοί, σε άμεση παράβασι του Θείου λόγου, προσέθεσαν παραδόσεις και φιλοσοφίες ανθρώπων. Οι νεωτερισταί κληρικοί εστασίασαν κατά του Θεού απορρίπτοντας την Αγία Γραφή και θέτοντας τον σύγχρονο άνθρωπο πάνω σ’ ένα βάθρο για λατρεία. Οι μπήτνικ, θεωρώντας τις θρησκείες του «Χριστιανικού κόσμου» σαν «μια θνήσκουσα θρησκεία,» ανέπτυξαν δική τους θρησκεία. Η ανταρσία των είναι και κατά του Θεού και των θείων εντολών του, αλλ’ αυτοί δεν έλαβαν καθοδηγία από τη σύγχρονη κοινωνία, η οποία αφ’ εαυτής απέρριψε τον Θεό με τις πράξεις της.
Ο «Χριστιανικός κόσμος», λοιπόν, είναι σε ανταρσία κατά του Θεού, διότι η μάζα των καθ’ ομολογίαν Χριστιανών έγινε, όπως λέγει η Γραφή, «εκ των ανθισταμένων εις το φως.» (Ιώβ 24:13) Η Αγία Γραφή είναι το Βιβλίον του Φωτός, και το «ευαγγέλιον της βασιλείας» που είπε ο Ιησούς ότι θα εκηρύττετο «εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη,» είναι ένα άγγελμα φωτός. (Ματθ. 24:14) Οι καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί του «Χριστιανικού κόσμου», απορρίπτοντας την εγκαθιδρυμένη βασιλεία του Θεού, καθιστούν τον εαυτό τους «εκ των ανθισταμένων εις το φως.»
Έτσι ανεπτύχθη ο στασιασμός των νέων σ’ αυτόν τον αιώνα της ανταρσίας. Είναι μια ανταρσία κατά του Θεού, των θείων εντολών του και της εγκαθιδρυμένης βασιλείας του.