Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Η πατροπαράδοτη εικών του Ιησού τον παρουσιάζει με μακρά κόμη και γενειάδα, αλλ’ οι εκδόσεις της Σκοπιάς τον εμφανίζουν αγένειον και βραχύκομον. Ποιο είναι το σωστό;—Μ. Χ., Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι μεταγενέστερες εκδόσεις της Σκοπιάς παρουσιάζουν τον Ιησούν ως αγένειον και βραχύκομον διότι έτσι εμφανίζεται σε παραστάσεις του που είναι αρχαιότερες από την πατροπαράδοτη εικόνα θηλυπρεπούς εμφανίσεως. Σ’ έναν αρχαίο αμφορέα ή κύπελλο, που βρέθηκε στην Αντιόχεια της Συρίας, και το οποίον λέγεται ότι παρουσιάζει τον Ιησούν και τους μαθητάς του στο Αναμνηστικό δείπνον, ο Ιησούς είναι εγκεχαραγμένος σ’ αυτό ως ένας αγένειος νεανίας, ενώ μερικοί από τους μαθητάς του εικονίζονται ως γενειοφόροι. Για να έχετε μια φωτογραφία τούτου, ιδέτε το Λεξικό της Γραφής υπό Χάρπερ, σελίς 22, στο μέσον του άρθρου που τιτλοφορείται «Το Δισκοπότηρον της Αντιοχείας». (Μ. Σ. και Ι. Λ. Μίλλερ, 1952) Το λογοτεχνικό βιβλίο υπό Ιακ. Φίνεγκαν, Φως από το Αρχαίον Παρελθόν, ομιλεί για Χριστιανικούς πίνακες ζωγραφικής του δευτέρου αιώνος, που βρέθηκαν στην Κατακόμβη της Πρίσκιλλας, στον θάλαμο «Καπέλλα Γκρέκα», και λέγει:
«Η εικών της Αναστάσεως του Λαζάρου έχει τώρα σχεδόν εξαλειφθή, αλλ’ είναι ακόμη δυνατόν να διαπιστωθή ότι στη μια πλευρά είναι ζωγραφισμένο ένα μικρό κτίριο που περιέχει μια μούμια και στην άλλη πλευρά, η αδελφή του Λαζάρου στέκει με τους βραχίονας ανυψωμένους. Στο μέσον φαίνεται ο Ιησούς, βλέποντας προς τον τάφο και με το δεξί χέρι υψωμένο σε μια χειρονομία ομιλίας. Παρουσιάζεται κατά τον Ρωμαϊκό τύπο, και είναι ντυμένος με χιτώνα και πάλλιον [που ήταν βραχύς επενδύτης], το δε αριστερό του χέρι κρατεί το ένδυμά του. Είναι νεαρός και αγένειος, με βραχεία κόμη και μεγάλα μάτια. . . . Η εικών είναι μεγάλου ενδιαφέροντος, διότι είναι η αρχαιότερη παράστασις του Ιησού που σώζεται.»—Σελίς 371.
Περαιτέρω το βιβλίο αυτό ομιλεί για την εικόνα της θεραπείας του Παραλυτικού (Μάρκ. 2:1-12), που βρέθηκε στο χρησιμοποιούμενο και ως εκκλησία σπίτι στον ανεσκαμμένο αρχαίο οικισμό της Συριακής ερήμου Δουρά, και λέγει: «Η σχεδόν κατεστραμμένη εικών του Χριστού στην Κατακόμβη της Πρίσκιλλας στη Ρώμη πιθανώς ανάγεται, όπως είδαμε, στα μέσα του δευτέρου αιώνος. Η εικών της Δουρά χρονολογείται πιο συγκεκριμένα ακόμη κατά το πρώτο μέρος του τρίτου αιώνος. Και στις δύο εικόνες ο Ιησούς εικονίζεται ως ένας νέος αγένειος άνδρας με βραχεία κόμη και φορώντας τον συνήθη ιματισμό της εποχής. Αυτές και παρόμοιες απεικονίσεις αποτελούν τον αρχαιότερο τύπο του Χριστού, σύμφωνα με όσα είναι τώρα γνωστά για την πρώτη Χριστιανική τέχνη. Αργότερα, στον τρίτον αιώνα ο Χριστός εμφανίζεται ακόμη ως νεαρός αλλά με μακρά κυματιστή κόμη, και από τον τέταρτον αιώνα εμφανίζεται με τον πιο συνήθη γενειοφόρο τύπο.»—Σελίδες 408, 409.
Προσφάτως στις 7 Οκτωβρίου 1949, απεκαλύφθη το νέο ανατολικό παράθυρο της Ενοριακής Εκκλησίας Στέπνυ, μητρός εκκλησίας του Ανατολικού Λονδίνου, Αγγλίας, από τον Κόμητα του Άθλον. Η φωτογραφία του παραθύρου αυτού της εκκλησίας, όπως δημοσιεύεται στα Εικονογραφημένα Λονδίνεια Νέα, της 1ης Οκτωβρίου 1949, παρουσιάζει ένα σταυρό μ’ ένα νεανία καθηλωμένο σ’ αυτήν, αγένειον και βραχύκομο, ως εικονίζουσα τον «Χριστόν εσταυρωμένον, αλλά θριαμβεύοντα.»
Εφόσον η Γραφή δεν περιγράφει την όψι του προσώπου του Ιησού, ούτε αναφέρει αν είχε μακρά γενειάδα, ακολουθούμε την παλαιότερη αρχαιολογική ένδειξι μάλλον παρά την μετέπειτα πατροπαράδοτη άποψι που κάνει τον Ιησού να φαίνεται θηλυπρεπής και ωχρός και αγιοφανής. Μερικοί χρησιμοποιούν το εδάφιον Ησαΐα 50:6 ως απόδειξιν ότι ο Ιησούς έφερε γενειάδα: «Τον νώτόν μου έδωκα εις τους μαστιγούντας, και τας σιαγόνας μου εις τους μαδίζοντας· δεν έκρυψα το πρόσωπόν μου από υβρισμών και εμπτυσμάτων.» Αυτό μπορεί να εξεπληρώθη κατά γράμμα τυπικώς στον Ησαΐα, προσκιάζοντας τις αισχρές ύβρεις και τους ονειδισμούς, που επρόκειτο να επισωρευθούν στην τάξι του δούλου, της οποίας ο πρώτιστος ήταν ο Χριστός Ιησούς. Ο καθένας από την τάξι του δούλου υφίσταται ονειδισμούς, αλλ’ όχι κατ’ ανάγκην όλους όσοι ειδικώς κατονομάζονται ενταύθα. Η αφήγησις λέγει ότι ο Ιησούς εμαστιγώθη, ερραπίσθη κι ενεπτύσθη, αλλά δεν γίνεται μνεία περί μαδήματος των γενείων του. Αν συνέβη αυτό, γιατί να μη λεχθή κι αυτό μαζί με τις άλλες κακοποιήσεις και καθυβρίσεις; (Ματθ. 27:26· Μάρκ. 14:65) Πραγματικά, η απόδοσις του εδαφίου Ησαΐα 50:6 από τη Μετάφρασι των Εβδομήκοντα δεν κάνει μνεία περί μαδήματος των παρειών, αλλά περί ραπισμάτων: «Τον νώτόν μου έδωκα εις μάστιγας, τας δε σιαγόνας μου εις ραπίσματα, το δε πρόσωπόν μου ουκ απέστρεψα από αισχύνης εμπτυσμάτων.» Η αφήγησις των Ευαγγελίων λέγει ότι όλ’ αυτά κατά γράμμα συνέβησαν στον Ιησούν.
● Επιτρέπεται η στείρωσις ανδρός ή γυναικός υπό οιασδήποτε περιστάσεις, λόγου χάριν, για την προστασία της ζωής μιας γυναικός ή σε περιπτώσεις εξαιρετικής οικονομικής δυσχερείας;
Τι σημαίνει στείρωσις ανθρωπίνων πλασμάτων; Σημαίνει μια εγχείρησι, που γίνεται με σκοπό την αποστέρησι ενός ανδρός ή μιας γυναικός από την ικανότητα της αναπαραγωγής. Η Αμερικανική Εγκυκλοπαιδεία μάς λέγει ότι πολλές μέθοδοι στειρώσεως θα μπορούσαν με μεγαλύτερη καταλληλότητα να ονομασθούν στέρησις γενετησίου ιδιότητος, διότι έχουν ωρισμένα «επιβλαβή συμπτώματα, τόσο φυσικά όσο και διανοητικά». Στην περίπτωσι ανδρών οι γενικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται τώρα είναι η αφαίρεσις ενός μέρους του σπερματικού αγωγού του ανδρός, μέσω του οποίου το σπέρμα της αναπαραγωγής μεταβιβάζεται στο θήλυ. Στην περίπτωσι γυναικών, γενικά γίνεται αφαίρεσις ενός μέρους των Φαλλοπείων σαλπίγγων της γυναικός, δια των οποίων το ωάριό της ή ωοκύτταρον, μεταφέρεται στη μήτρα. Στείρωσις, λοιπόν, είναι η καταστροφή της ικανότητος ενός ατόμου προς αναπαραγωγήν του είδους του δια παρεμποδίσεως των λειτουργιών των σεξουαλικών οργάνων που ενεφυτεύθησαν από τον Ιεχωβά Θεόν ή ακόμη και δι’ αφαιρέσεως των οργάνων αυτών.—Βλέπε Αμερικανικήν Εγκυκλοπαιδείαν, έκδοσις 1929.
Από ποιους επήγασε η στείρωσις; Σήμερα στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής η στείρωσις ωρισμένων ατόμων πραγματικά διατάσσεται από ένα ισχύον νομικό θέσπισμα για λόγους ευγονισμού, ή για θεραπευτικές επιδράσεις ή ως ποινή. Στο έτος 1907 η Πολιτεία της Ινδιάνας εψήφισε το πρώτο περί στειρώσεως νόμο, και άλλες Αμερικανικές πολιτείες εψήφισαν από τότε παρομοίους νόμους. Ποιος είναι ο κύριος σκοπός της νομοθεσίας αυτής; Είναι να παρεμποδίση την τεκνογονία εκείνων που είναι καθ’ έξιν εγκληματίαι ή έχουν διανοητική πάθησι ή είναι φρενοβλαβείς. Το προς τούτο επιχείρημα, λοιπόν, όπως φαίνεται, είναι η προστασία της κοινωνίας από την απόκτησι τέκνων με εγκληματικές τάσεις, ή διανοητικώς ανισορρόπων ή ανικάνων. Γι’ αυτόν τον λόγο οι πολιτείες εκείνες που εθέσπισαν τέτοιους στειρωτικούς νόμους ησθάνοντο ότι είναι δικαιολογημένες, καταστρέφοντας ή παρακωλύοντας Θεόδοτες λειτουργίες, στις οποίες ένα πλάσμα έχει ένα φυσικό δικαίωμα.
Χωρίς να θέλομε να επικρίνωμε τις πολιτείες εκείνες, που ενεργούν με τέτοιους νόμους στειρώσεως, αλλά για δική μας πληροφορία, ερωτούμε, Βασίζεται αυτή η νομοθεσία στον Θείο νόμο που εδόθη στη θεοκρατική του οργάνωσι; Επήγασε η στείρωσις από την οργάνωσι του λαού του; Ή μήπως έχει την προέλευσί της απ’ αυτόν τον κόσμο, του οποίου οι ανωτέρω πολιτείες αποτελούν μέρος;
Γιατί θα ήθελε ο Θεός να καταστρέψη μια φυσική λειτουργία που έθεσε στον άνδρα και στη γυναίκα για ένα βάσιμο σκοπό; Πώς θα μπορούσε με συνέπεια ο Θεός να είναι ο πρωτουργός ενός νόμου που διέτασσε ή επέτρεπε στείρωσι, όταν απέκλειε τους ευνούχους από την εκκλησία του ή απηγόρευε στο εκλεκτό του έθνος Ισραήλ να κάνη ευνούχους, ενός νόμου που θα ώριζε τον ευνουχισμό αρρένων Ισραηλιτών που θα ήσαν ασφαλείς επιστάται του κοιτώνος Ισραηλιτισσών ή θα ήσαν αξιόπιστοι σε άλλες θέσεις ευθύνης; Ο Θεός δεν επεδοκίμαζε αυτόν τον τρόπον φρουρήσεως γυναικείων διαμερισμάτων. «Ο έχων τα κρύφια αυτού τεθλασμένα ή αποκεκομμένα, δεν θέλει εισέλθει εις την συναγωγήν του Ιεχωβά,» λέγει το Δευτερονόμιον 23:1 (ΜΝΚ). Αυτά τα όργανα σχετίζονται με το σπέρμα της αναπαραγωγής. Σύμφωνα με τούτο, κανένα μέλος της οικογενείας του αρχιερέως Ααρών δεν μπορούσε να υπηρετή στον ναόν του Θεού ως ιερεύς αν ήταν βεβλαμμένος μ’ αυτόν τον τρόπο. (Λευιτ. 21:16-21) Ο Θεός ήθελε ιερείς που θα εγίνοντο πατέρες άλλων ιερέων· ήθελε Ισραηλίτας, που θα μπορούσαν να παραγάγουν άλλους Ισραηλίτας.
Ο Θεός είναι ο Δοτήρ αναπαραγωγικών δυνάμεων στα ανθρώπινα πλάσματα· έδωσε το παράδειγμα, κάνοντας νόμους για την προστασία των δυνάμεων αυτών. Ο νόμος του έλεγε: «Θέλει δοθή ζωή αντί ζωής, οφθαλμός αντί οφθαλμού, οδούς αντί οδόντος, χειρ αντί χειρός, πους αντί ποδός.» (Δευτ. 19:21) Αλλά τώρα υποθέστε ότι ο σύζυγος μιας γυναικός εφιλονείκησε μ’ έναν άλλον άνδρα. Η γυναίκα για να προστατεύση τον σύζυγό της και να τον προφυλάξη από το να χτυπηθή ή ηττηθή, άπλωσε το χέρι της κι έπιασε σφιχτά τα ιδιαίτερα μέρη του άλλου ανδρός, για να τον εξουδετερώση! Κάνοντας τούτο η γυναίκα αναμφιβόλως κατέστρεφε τις αναπαραγωγικές δυνάμεις του ανδρός εκείνου· παρέβαινε τον Θείον νόμον που ήταν εναντίον της συντριβής των όρχεων ενός ανδρός και τον έκανε ακατάλληλον για την εκκλησία του Θεού. Η γυναίκα αυτή δεν θα μπορούσε να ισχυρισθή ότι χρησιμοποιούσε «γιουγίτσου» [τεχνικήν παλαιστικών ελιγμών] κι ενεργούσε προς άμυναν του συζύγου της και συνεπώς για τη δική της αυτοπροστασία. Έπρεπε να τιμωρηθή! Πώς;
Κατέστρεψε τις αναπαραγωγικές δυνάμεις ενός συν-Ισραηλίτου της. Μήπως, λοιπόν, ο Θεός διέτασσε ν’ αποκοπούν οι Φαλλόπειες σάλπιγγές της ή ν’ αχρηστευθούν τα γεννητικά της όργανα προς παρεμπόδισιν της τεκνογονίας της; Ή, μήπως βάσει του όμοιου προς όμοιον, είπε ο Θεός ότι, αφού αυτή κατέστρεψε τον σύζυγο μιας άλλης γυναικός, πρέπει να καταστραφούν του δικού της ανδρός τα ιδιαίτερα μέρη από τη σύζυγο του ανδρός, του οποίου αυτή κατέστρεψε τα ιδιαίτερα μέρη; Μήπως έλεγε ο Θεός να στειρώνεται αυτή ή ο σύζυγός της προς πρόληψιν της αναπαραγωγής κακούργων; Ο νόμος του Θεού εσέβετο αυτήν και τις αναπαραγωγικές δυνάμεις του συζύγου της, διότι έλεγε: «Θέλεις αποκόψει την χείρα αυτής· ο οφθαλμός σου δεν θέλει φεισθή.» (Δευτ. 25:11, 12) Ο Θείος νόμος το έλεγε αυτό ευθύς μετά την επιδοκιμασία του ανδραδελφικού γάμου μέσα σε μια οικογένεια. Αυτός ο νόμος ώριζε ότι εκείνος που ηρνείτο να τελέση ανδραδελφικό γάμο με τη χήρα του θανόντος αδελφού του, έπρεπε να καταφρονήται δημοσία, επειδή ηρνείτο να χαρίση στη χήρα του αδελφού του ένα τέκνον στο όνομα του θανόντος αδελφού του.—Δευτ. 25:5-10.
Όλ’ αυτά μας δίνουν μια ιδέα του τι φρονεί ο Θεός, όταν ένα άτομο ή ένα έθνος αφιερωμένο σ’ αυτόν βλάπτη τ’ αναπαραγωγικά όργανα, παρεμποδίζοντας την φυσιολογική τους λειτουργία. Είναι αληθές ότι ο Μωσαϊκός νόμος, που περιείχε τις ανωτέρω διατάξεις, κατηργήθη εν τω Χριστώ, αλλ’ ο Θεός δεν μετέβαλε τη στάσι του περί στειρώσεως. Η έννοια, η δύναμις, η βασική, έμφυτη ιδέα και το νόημα των ανωτέρω νόμων παραμένουν εν ισχύι ως προς τους Χριστιανούς, οι οποίοι υπόκεινται σ’ ένα νόμο ανώτερο ακόμη κι απ’ εκείνον που είχε δοθή δια Μωυσέως. Ένας αφιερωμένος Χριστιανός είναι υπό τον νόμον της αγάπης του Ιεχωβά Θεού εξ όλης της καρδίας του, διανοίας, ψυχής και δυνάμεως. Η δύναμις και το αποτέλεσμα της στειρώσεως είναι εναντίον τούτου, διότι η στείρωσις επηρεάζει επιβλαβώς το μη δυνάμενον να έχη σεξουαλικές ιδιότητες άτομον φυσικώς και διανοητικώς. Ο Χριστιανός δεν είναι ένας καθ’ έξιν εγκληματίας ή ένας ηλίθιος που χρειάζεται στείρωσιν.
Αν ένας γιατρός ισχυρίζεται ότι το ν’ αποκτήση μια σύζυγος άλλο ένα παιδί αυτό θα εσήμαινε τον θάνατό της, τότε τι θα γίνη; Τότε υπάρχει ένας άλλος τρόπος να προληφθή η εγκυμοσύνη της, η οποία εγκυμοσύνη θα μπορούσε να την θέση σε κίνδυνο, παρά να παραβή τον νόμον του Θεού, του οποίου ο όλος σκοπός είναι αντίθετος στο να καταστήση σεξουαλικώς ανίκανον άνδρα ή γυναίκα. Αν γονείς ζουν σε πενία και δεν θα μπορούσαν να έχουν άλλο παιδί, τότε υπάρχει άλλος τρόπος να ληφθή φροντίς γι’ αυτή την οικονομική κατάστασι αντί να καταστρέφωνται αυτά τα όργανα, με τα οποία επροικίσθησαν ο τέλειος άνδρας και η γυναίκα, και τα οποία εισέρχονται τόσο έντονα στους ευγενείς σκοπούς της εγγάμου ζωής. Υπάρχει ανάγκη ασκήσεως του πνεύματος Κυρίου του Θεού, του οποίου ένας από τους καρπούς είναι η εγκράτεια.—Γαλ. 5:22, 23.
Όταν ένας Χριστιανός κατανοήση τον αγαθόν σκοπό, για τον οποίο πρέπει να ασκηθή εγκράτεια, τότε φαίνεται σ’ αυτόν λογικός και ενισχύεται στο να την ασκήση, με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού.