Βοήθεια σε Λειτουργούς
ΙΚΑΝΟΙ ΝΑ ΔΙΔΑΣΚΟΥΝ
Σε μια συνέλευσι περιοχής στο Νόργουωκ, της Καλιφορνίας, ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά ανεκοίνωσε αυτή την πείρα: «Ως υπηρέτης Γραφικών μελετών, βοηθούσα έναν αδελφό στο έργο των επανεπισκέψεων. Εκάμαμε μια επίσκεψι σ’ έναν οικοδεσπότη, που εξέφρασε την αντίρρησι ότι δεν καταλάβαινε ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν τα προσόντα να τον διδάσκουν, εφόσον μάλιστα αυτός ήταν σπουδαστής που παρακολουθούσε μαθήματα σ’ ένα θεολογικό ίδρυμα. Εδαπανήσαμε περίπου μια ώρα για ν’ απαντούμε στις ερωτήσεις του επί της Βίβλου στο θέμα του βαπτίσματος. Ένοιωθε ότι η απάντησις της Γραφής ήταν αντίθετη προς ό,τι είχε διδαχθή, κι έτσι απεφάσισε να επισκεφθή μερικά άλλα μέλη του ιδρύματος ώστε να του αιτιολογήσουν την διδασκαλία που του είχαν διδάξει.
»Επεσκέφθη δύο μέλη της οργανώσεώς του για δεύτερη επανεπίσκεψι. Καθώς παρακολουθούσε τη συζήτησι, οι δύο άνδρες, που επεσκέφθη, έφθασαν στο σημείο να οργισθούν και απεχώρησαν. Απεφάσισε, λοιπόν, να πάη στον ανώτατον λειτουργό της οργανώσεως και να ιδή αν αυτός θα εκάθητο να συζητήση επί της Αγίας Γραφής. Επίστευε ότι αυτός ο ανώτατος άνθρωπος ήταν τόσο καλά εξηρτισμένος στο να διδάσκη, ώστε, αν κάποιος απλώς παρέθετε μια περικοπή της Βίβλου, αυτός μπορούσε να ειπή το κεφάλαιο και το εδάφιο όπου αυτή η περικοπή ευρίσκετο. Έτσι, παρεκάλεσε τον πρόεδρο της σχολής να έλθη, αυτός δε, απαντώντας, απεφάσισε ότι θα του ήταν ευχάριστο το να είναι παρόντες ο ιδρυτής και ο κοσμήτωρ της σχολής.
»Η ημέρα που προσδιωρίσθη ήλθε. Ο ιδρυτής και ο κοσμήτωρ, ο αντιπρόεδρος και πέντε άλλοι ήλθαν στο σπίτι μου, μαζί με τον σπουδαστή της Θεολογίας. Το θέμα της συζητήσεως ήταν το εν ύδατι βάπτισμα, επειδή αυτοί δεν επίστευαν ότι το νερό ήταν αναγκαίο για το βάπτισμα. Δεν προσέφεραν κανένα Γραφικό εδάφιο προς υποστήριξιν των σκέψεών των. Ο άνθρωπος, για τον οποίον ο σπουδαστής επίστευε ότι ήταν καλά κατηρτισμένος, είπε ότι κανένα Γραφικό εδάφιο δεν υπήρχε στη Βίβλο που να λέγη ότι ένας Εθνικός εβαπτίσθη στο νερό. Του εζήτησα αν μπορούσε να παράθεση τα Γραφικά εδάφια των Πράξεων 10:45-48. Είπε ότι θα ήθελε να πη στον αντιπρόεδρο του να διαβάση τα εδάφια. Αφού τα ανέγνωσε, απεφάσισε να τα διαβάση και ο ίδιος. Εκείνο που κατάλαβε, αφού εδιάβασε τα Γραφικά εδάφια, ήταν ότι ο απόστολος Πέτρος ήταν εκνευρισμένος και είχε λάθος στη δήλωσί του.
»Έκαμα μια σύγκρισι μεταξύ της σκέψεως του κοσμήτορος και της δηλώσεως του αποστόλου Πέτρου. Η αντίδρασις του ομίλου ήταν ότι αυτοί επίστευαν στη Βίβλο. Έπειτ’ απ’ αυτή την τρίωρη συζήτησι διέθεσα διάφορα βιβλιάρια, και λίγες ημέρες αργότερα επεσκέφθηκα τον σπουδαστή. Η αντίδρασίς του για όλα όσα είχαν συμβή ήταν ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά ήσαν εξηρτισμένοι για να διδάσκουν, οπότε στο σημείο αυτό αρχίσαμε μια συστηματική Γραφική μελέτη».
ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΠΑΣΤΟΡΑΣ
Στην Πομόνα, της Καλιφορνίας, στη Συνέλευσι των Θαρραλέων Διακόνων ανεκοινώθη η πείρα για έναν άνθρωπο, ο οποίος, αφού παρηκολούθησε μαθήματα σ’ ένα κολλέγιο για εκείνους που φιλοδοξούν να γίνουν λειτουργοί, έγινε λαϊκός λειτουργός της Εκκλησίας των Βαπτιστών. Αυτός εκήρυττε, επίσης, και σε άλλες εκκλησίες. Τώρα επλησίαζε ο καιρός για να γίνη ένας τελείως χειροτονημένος λειτουργός της εκκλησίας. Εν τούτοις, η σύζυγος αυτού του ανθρώπου από πολύν καιρό ήταν συνδρομήτρια του περιοδικού Η Σκοπιά και τελικά εσυμφώνησε να έχη σπίτι της μια Γραφική μελέτη μ’ ένα μάρτυρα του Ιεχωβά. Ο σύζυγός της, επίσης, παρακολουθούσε τη μελέτη. Ένας άλλος Μάρτυς άρχισε μια δεύτερη μελέτη με τον σύζυγό της, και αυτός γρήγορα έμαθε ότι οι Μάρτυρες εδίδασκαν την αλήθεια του λόγου του Θεού. «Αφού εμελέτησα λίγον καιρό», ο άνθρωπος ούτος ανεκοίνωσε, «είδα ότι αυτή ήταν η αλήθεια, και μάλιστα οι θρησκευτικές μου ομιλίες στην εκκλησία άρχισαν ν’ αντανακλούν την αλήθεια. Τα παιδιά μου άρχισαν να τριγυρνούν στο σπίτι και ν’ αναφέρουν το εδάφιο της Αποκαλύψεως 18:4 ‘Εξέλθετε εξ αυτής, ο λαός μου’, και εγώ αντελήφθην ότι είχα απομακρυνθή από την εκκλησία.
»Τότε άρχισαν να προβάλλονται προσφορές από τους προηγουμένως θρησκευτικούς μου συντρόφους. Η πρώτη προσφορά ήταν από έναν Βαπτιστή λειτουργό, ο οποίος μου έδωκε τα έγγραφα της χειροτονίας του, ελπίζοντας ότι εγώ θα τα χρησιμοποιούσα για να λάβω τα δικά μου από την εκκλησία. Η δεύτερη προσφορά ήταν από έναν Μεθοδιστή κληρικό, στου οποίου την εκκλησία είχα εκφωνήσει μια ομιλία· αυτός μου προσέφερε τη θέσι του βοηθού πάστορος και με ήθελε να κηρύττω τακτικά. Του είπα ότι ο μόνος τρόπος που θα μπορούσα να δώσω πλέον ομιλίες στην εκκλησία θα ήταν να τις δώσω ως ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά. Απέσυρε την προσφορά του. Κατόπιν ο πάστωρ της Εκκλησίας της Αγιότητας και Ηγιασμένης μού προσέφερε τη θέσι του πάστορος της παλαιάς του εκκλησίας, επειδή αυτός μετετίθετο σε μια νέα εκκλησία. Όλες αυτές οι προσφορές άρχισαν να έρχωνται, αφού εκείνοι διεπίστωσαν ότι εγώ επρόκειτο να γίνω ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά.
»Τελικά ο λειτουργός της εκκλησίας των Βαπτιστών, στην οποία είχα κηρύξει, είπε ότι θ’ απεκορύφωνε οποιαδήποτε προσφορά, που είχα λάβει από άλλους κληρικούς, αν δεν εγινόμουν Μάρτυς. Απέρριψα εκείνες τις τέσσερες προσφορές και εδέχθηκα την πολυτιμώτερη τιμή—να είμαι ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά. Αύριο πρωί η σύζυγος μου και εγώ πηγαίνομε να βαπτισθούμε».