Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Θα ήταν σωστό να λεχθή ότι το «βασιλικόν ιερατείον» αναφέρεται μόνο στους κεχρισμένους Χριστιανούς και ότι ο όρος «γενικόν ιερατείον» περιλαμβάνει και το υπόλοιπο των κεχρισμένων Χριστιανών και τον «πολύν όχλον» των υμνητών του Ιεχωβά;—Β. Κ., Ηνωμένες Πολιτείες.
Η διδασκαλία περί «γενικού ιερατείου» είναι μια δοξασία του «Χριστιανικού κόσμου» και ως τοιαύτη καλείται επίσης «ιερατείον πάντων των πιστευόντων.» Ορίζεται από το Τρίτο Νέο Διεθνές Λεξικό του Ουέμπστερ ως «δοξασία της Προτεσταντικής Χριστιανικής Εκκλησίας: κάθε άτομο έχει άμεση πρόσοδο στον Θεό χωρίς εκκλησιαστική μεσολάβησι και κάθε άτομο συμμερίζεται την ευθύνη τού να διακονή τα άλλα μέλη της κοινότητος των πιστευόντων.» Ο όρος βασικά ενέχει τη σκέψι ότι κάθε Χριστιανός πρέπει να λέγη στους άλλους περί του λόγου του Θεού και των βουλών του και να μην αναθέτη την ευθύνη σε μια τάξι «κλήρου». «Αυτή η δοξασία», λέγει Η Βίβλος του Ερμηνευτού, «αποτελεί δήλωσιν όχι τόσο περί δικαιώματος όσο περί ευθύνης.» (Τόμ. 11. σελ. 619) Αν θεωρηθή απ’ αυτή την άποψι—της αναλήψεως ευθύνης κηρύγματος από κάθε Χριστιανό—μπορεί να λεχθή ότι αυτή η αρχή, που υπονοείται με τον όρον «γενικό ιερατείο», έχει εφαρμογή σε όλους τους Χριστιανούς.
Εν τούτοις, αν επρόκειτο να λεχθή ότι και το κεχρισμένο υπόλοιπον και ο «πολύς όχλος» είναι μέσα στο «γενικό ιερατείο», αυτό δεν θα ήταν Βιβλικώς ορθόν. Γιατί; Η δοξασία του «Χριστιανικού κόσμου» είναι ότι «όλοι οι Χριστιανοί είναι ιερείς ενώπιον του Θεού.» (Η Θεολογία Σήμερα, Οκτώβριος 1958, σελ. 303) Πραγματικά αυτό που διδάσκουν οι Γραφές είναι ότι κάθε Χριστιανός γεννημένος από το πνεύμα είναι ένας ιερεύς. Γι’ αυτό, Γραφικώς θεωρούμενοι, οι όροι ιερεύς και ιερατείον εφαρμόζονται αποκλειστικά στα 144.000 μέλη του «αγίου ιερατείου» ή «βασιλικού ιερατείου.»—1 Πέτρ. 2:5, 9· Αποκάλ. 14:1-4.
Σ’ αυτούς τους κεχρισμένους από το πνεύμα ή γεννημένους από το πνεύμα Χριστιανούς του «αγίου ιερατεύματος» εφαρμόζονται ιδιαίτερα οι λόγοι του Πέτρου περί προσφοράς ‘πνευματικών θυσιών, ευπροσδέκτων εις τον Θεόν δια Ιησού Χριστού.’ Εν τούτοις, από το έτος 1931, ένας «πολύς όχλος» προβατοειδών λάτρεων του Ιεχωβά Θεού απ’ όλα τα έθνη και τις γλώσσες συνεταυτίσθησαν με το υπόλοιπον του «αγίου ιερατείου.» (Αποκάλ. 7:9-15) Μολονότι δεν είναι από το «άγιον ιερατείον» αυτός ο «πολύς όχλος», που έχει επίγειες ελπίδες, είναι πολύτιμος στα όμματα του Θεού και Αυτός πληροί τον οίκον του με δόξα λόγω του ότι τόσο πολλοί απ’ αυτούς τους προβατοειδείς λάτρας συνταυτίζονται με την ιερατική τάξι. (Αγγαίος 2:7) Λόγω της στενής αυτής σχέσεως με το ιερατικό υπόλοιπο, αυτός ο «πολύς όχλος» έχει την ίδια υποχρέωσι με τα υπόλοιπο· δηλαδή, να διακηρύξη παντού τα θαυμάσια του Ιεχωβά Θεού. Αυτό κάνει ο «πολύς όχλος.» Στην παροχή βοηθείας προς το υπόλοιπο του «βασιλείου ιερατεύματος», ο «πολύς όχλος» παραβάλλεται, όχι με ιερείς ή Λευίτας, αλλά με τους Νεθινείμ και τους Γαβαωνίτας, οι οποίοι ήσαν πιστά αφωσιωμένοι στο υπόλοιπο των πιστών Ιουδαίων, των αρχαίων μαρτύρων του Ιεχωβά. Οι αντιτυπικοί Νεθινείμ και Γαβαωνίται συνεταυτίσθησαν με το ιερατικό υπόλοιπο στο να λατρεύουν τον Ιεχωβά μόνον ως Θεόν, γινόμενοι εθελουσίως βοηθοί στον ναό για την υποστήριξι του υπολοίπου των «ζώντων λίθων» του πνευματικού ναού.
Έτσι, στην κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά, όχι στον «Χριστιανικό κόσμο», βρίσκομε πραγματικά το «γενικό ιερατείο»—όχι μόνο την επιτυχή εφαρμογή του ό,τι υπονοείται απ’ αυτόν τον όρο αλλά και την ύπαρξι υπολοίπου του «βασιλείου ιερατεύματος», του οποίου η ιερατεία είναι αληθινά γενική διότι ο καθένας τους προσφέρει πνευματικές θυσίες ευπρόσδεκτες στον Θεό δια Ιησού Χριστού. (1 Πέτρ. 2:5) Επειδή οι ίδιες οι Γραφές περιορίζουν τις λέξεις ιερεύς και ιερατείον στους κεχρισμένους Χριστιανούς, είναι Βιβλικώς ορθόν να λέγεται ότι το γενικό ιερατείον περιλαμβάνει μόνο τους γεννημένους από το πνεύμα Χριστιανούς.
● Στις Πράξεις 11:8 αναγινώσκομε εκεί που είπε ο Πέτρος: «Μη γένοιτο, Κύριε, διότι ουδέν βέβηλον ή ακάθαρτον εισήλθε ποτέ εις το στόμα μου.» Πρέπει να εννοήσωμε απ’ αυτό ότι ο Πέτρος τότε συνεμορφώνετο ακόμη με τον Μωσαϊκό νόμο σ’ αυτό το θέμα;—Ρ. Μ., Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι Γραφές σαφώς τονίζουν ότι ο νόμος του Μωυσέως, που καθώριζε ωρισμένα ζώα ως καθαρά ή ακάθαρτα, εξησθένησε με τον θάνατο του Ιησού Χριστού: «[Ο Ιεχωβά] συνεζωοποίησε μετ’ αυτού, συγχωρήσας εις εσάς πάντα τα πταίσματα, εξαλείψας το καθ’ ημών χειρόγραφον συνιστάμενον εις διατάγματα, το οποίον ήτο εναντίον εις ημάς, και αφήρεσεν αυτό εκ του μέσου, προσηλώσας αυτό επί του σταυρού.»—Κολ. 2:13, 14.
Επειδή η κατάργησις του νόμου θα προκαλούσε τεράστιες αλλαγές στη ζωή των ακολούθων του Χριστού, δεν είναι εκπληκτικό ότι απητήθη κάποιο διάστημα χρόνου ώσπου να εκτιμήσουν αυτό το γεγονός, κι έτσι, μολονότι πέρασαν περισσότερα από τρία χρόνια αφότου απέθανε ο Χριστός, προφανώς ο Πέτρος δεν είχε φάγει επισήμως καμμιά τροφή ακάθαρτη. Η διαβίωσις μέσα σε μια Ιουδαϊκή κοινότητα αναμφιβόλως επέδρασε σ’ αυτό και, αν καταφρονούσε δημοσία τους περιορισμούς του Νόμου σ’ αυτά τα ζητήματα, είναι πολύ πιθανόν ότι θα προκαλούσε μια οχλαγωγία, όπως μάλιστα εξέσπασε μια τέτοια οχλαγωγία όταν ωρισμένοι Ιουδαίοι ενόμισαν ότι ο Παύλος παρέβη την αγιότητα του ναού εισάγοντας σ’ αυτόν έναν απερίτμητο.—Πράξ. 21:27-32.
Εν τούτοις, με το μάθημα που έδωσε ο Ιεχωβά στον Πέτρο τότε όσον αφορά το ότι οι Εθνικοί γίνονται δεκτοί να καταλάβουν θέσι στο πνευματικό σώμα του Χριστού, χωρίς αμφιβολία ο Πέτρος επίσης συνεπέρανε ότι δεν υπήρχαν πια τέτοια πράγματα όπως ακάθαρτες τροφές, από θρησκευτική άποψι, βέβαια. Ο βαθμιαίος τρόπος, με τον οποίον αυτές οι αλήθειες ενετυπώθησαν στην πρώτη Χριστιανική εκκλησία, υπογραμμίζεται από τα γεγονότα που ανεγράφησαν στις Πράξεις, κεφάλαιον 15, όπου διαβάζομε για τους αποστόλους και τους πρεσβυτέρους που συνήλθαν στην Ιερουσαλήμ για ν’ αποφανθούν σε θέματα όπως η περιτομή και η βρώσις ειδωλοθύτων. Ίσως δε να μην ήταν άσκοπο να σημειωθή ότι, αφού το θέλημα του Θεού για τους δούλους του βαθμιαίως μόνο διεσαφηνίσθη σε καιρό που οι θεόπνευστοι απόστολοι ήσαν παρόντες στη Χριστιανική εκκλησία, πόσο περισσότερο πρέπει ν’ αναμένωμε ότι στην εποχή μας το θέλημα του Θεού βαθμιαίως μόνο θα διεσαφηνίζετο στους δούλους του που βρίσκονται πάνω στη γη, στην τάξι του «πιστού και φρονίμου δούλου» και στους συντρόφους των, τα «άλλα πρόβατα.»—Ματθ. 24:45-47· Ιωάν. 10:16· Παροιμ. 4:18.
● Θα ήταν αναγκαίο για έναν ψυχίατρο ν’ αλλάξη το επάγγελμά του πριν καταστή κατάλληλος για βάπτισμα και αναγνωρισθή ως ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά;—Ρ. Γ., Ηνωμένες Πολιτείες,
Όχι, δεν φαίνεται ότι θα ήταν αναγκαίον αυτό. Το γεγονός, ότι οι εκδόσεις της Σκοπιάς αποθάρρυναν τους αφιερωμένους Χριστιανούς να συμβουλεύονται κοσμικούς ψυχιάτρους παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, δεν σημαίνει ότι ένας ψυχίατρος δεν μπορεί να βοηθήση και δεν βοηθεί εκείνους που τον συμβουλεύονται. Είτε εξακολουθεί ένας ψυχίατρος ν’ ασκή το επάγγελμα του μετά την αφιέρωσί του είτε όχι, σ’ αυτόν εναπόκειται ν’ αποφασίση. Είναι πιθανόν ότι θα μπορούσε να είναι ένας πολύ καλύτερος ψυχίατρος λόγω του ότι τώρα καταλαβαίνει κι εκτιμά τις Γραφικές αρχές, ειδικά λόγω της πίστεως του στον Ιεχωβά Θεό και της αφιερώσεώς του να πράττη το θέλημα του. Βλέπε άρθρον «Γραφική Άποψις της Ψυχοσωματικής Ιατρικής», στη Σκοπιά 15ης Απριλίου 1954, σελ. 232-236 (στην Αγγλική).
Εν τούτοις, ένας αφιερωμένος Χριστιανός ψυχίατρος θα εχρειάζετο να είναι πολύ προσεκτικός να μην επηρεάζη χωρίς λόγο άλλους Χριστιανούς να προσέρχονται σ’ αυτόν για κοσμική σοφία αντί να πηγαίνουν στους επισκόπους των για ουράνια σοφία. Πραγματικά, αυτός θα έπρεπε να φέρεται κατά ένα τρόπον, που να μην υπονοήται ότι η ψυχιατρική του είναι μια ανώτερη σοφία από εκείνη, που βρίσκεται στην Αγία Γραφή. Η Γραφή περιέχει συμβουλή για την ανακαίνισι της προσωπικότητός μας πολύ καλύτερη από εκείνη της ψυχιατρικής ή της ψυχαναλύσεως. Και μόνο η δική της σοφία οδηγεί σε αιώνια ζωή.—1 Κορ. 13:1-13· Γαλ. 5:19-23· Κολ. 3:1-25.