Φυλάγεσθε από το να Δίδετε Έκτασι σ’ ένα Σφάλμα
Ο ΛΟΓΟΣ του Θεού, η Αγία Γραφή, μας ενθαρρύνει να είμεθα γενναιόδωροι, να δίνωμε, κι αυτό εύλογα, διότι συντελεί σε γενική ευτυχία. Αλλ’ υπάρχει ένα είδος δόσεως που δεν το ενθαρρύνει. Και ποιο είναι αυτό; Το να δίδεται έκτασις σ’ ένα σφάλμα ενός αδελφού, συντρόφου ή στενού φίλου.—Ψαλμ. 50:20· Πράξ. 20:35.
Μπορεί να προσέχετε πολύ να μη διαδίδετε ψευδείς πληροφορίες, η δε ιδέα της ροπής προς τις κακόβουλες συκοφαντίες ή την ψευδορκία με την κατάθεσι ψευδών μαρτυριών μπορεί να σας φαίνεται αποκρουστική, και είναι καλό αυτό. Αλλ’ ηξέρατε ότι σχετικά με τη χρήσι της γλώσσης ο Θεός απαιτεί και περισσότερα ακόμη ως απόδειξιν της προς τον πλησίον αγάπης;—Έξοδ. 20:16.
Σχετικά με τούτο, διαβάζομε στον Ψαλμό 15:1-3 (ΜΝΚ): «Ω Ιεχωβά, τις θέλει κατοικήσει εν τη σκηνή σου; Τις θέλει κατοικήσει εν τω όρει τω αγίω σου; Ο . . . μη καταλαλών δια της γλώσσης αυτού, μηδέ πράττων κακόν εις τον φίλον αυτού, μηδέ δεχόμενος ονειδισμόν κατά του πλησίον αυτού.» Ναι, αν θέλατε να έχετε τη φιλία του Θεού, δεν θα εδέχεσθε μομφή, είτε αληθινή είτε όχι, εναντίον ενός στενού φίλου σας.
Το γεγονός ότι ο Θεός θεωρεί πολύ σοβαρό το ζήτημα της κλίσεως προς την κακολογία, μπορεί να παρατηρηθή από έναν άλλο Ψαλμό: «Προς δε τον ασεβή είπεν ο Θεός· τι προς σε, να διηγήσαι τα διατάγματά μου, και να αναλαμβάνης την διαθήκην μου εν τω στόματί σου; Συ δε μισείς παιδείαν, και απορρίπτεις οπίσω σου τους λόγους μου. Καθήμενος λαλείς κατά του αδελφού σου· βάλλεις σκάνδαλον κατά του υιού της μητρός σου.»—Ψαλμ. 50:16, 17, 20.
Προφανώς, όταν ο ασεβής βάλλη σκάνδαλο, αυτό γίνεται με κακοβουλία ή κακεντρέχεια. Πολύ συχνά, όμως, εκείνοι που βάλλουν σκάνδαλα δεν είναι εχθροί αλλ’ είναι εκείνοι που ομολογούν ότι αγαπούν ο ένας τον άλλον. Άνδρες και γυναίκες σύζυγοι συχνά δίνει ο καθένας έκτασι σε σφάλματα του άλλου, κάνοντας τους έξω να γνωρίζουν πράγματα που πρέπει να παραμένουν κρυμμένα. Έπειτα πάλι, γονείς σχολιάζουν στους άλλους τα ελαττώματα των τέκνων των, κάνοντας, μάλιστα, τούτο κατά καιρούς, παρουσία και των τέκνων των, προς βλάβην των. Αυτό το να δίδεται έκτασις σ’ ένα σφάλμα δεν είναι άγνωστο ούτε απουσιάζει από μέλη Χριστιανικών εκκλησιών.
Πολύ εύλογα ο Θεός κατακρίνει αυτές τις διαδόσεις σφαλμάτων. Εν πρώτοις, αυτό εμπερικλείει έλλειψι αξιοπιστίας, προδοσία μιας εμπιστοσύνης, διότι ό,τι κατακρίνεται ιδιαίτερα είναι η διάδοσις ενός σφάλματος ενός αδελφού, το να επισύρωμε μομφή εναντίον ενός στενού φίλου. Λόγω της στενής συναναστροφής μέσα στην οικογένεια, στον τόπο της εργασίας ή της λατρείας, έρχεται ένας σε στενή γνωριμία με άλλους, κι έτσι έχει την ευκαιρία να παρατηρήση τα ελαττώματά των. Η πιστότης απαιτεί να μη διαδίδωνται μομφές. Εν τούτοις, ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ επέδειξε μια κατάφωρη έλλειψι πίστεως στη σύζυγό του, όταν με προθυμία παρέσχε την πληροφορία ότι αυτή ήταν η πρώτη που διέπραξε παράβασι, στην πράξι του δε αυτή δεν ωθείτο από οποιαδήποτε προηγούμενη πιστότητα στον Θεό.—Γέν. 3:3, 12.
Κάτι περισσότερο, μάλιστα, από τ’ ανωτέρω, η διάδοσις σφάλματος αποτελεί έλλειψι αγάπης. Αντιβαίνει στη συμβουλή: «Προ πάντων δε έχετε ένθερμον την εις αλλήλους αγάπην διότι η αγάπη θέλει καλύψει πλήθος αμαρτιών.» Πραγματικά, στοιχειώδης δικαιοσύνη αποκλείει το να διαδίδωμε ένα σφάλμα, διότι δεν απαιτείται το να μη κάνωμε στους άλλους ό,τι δεν θα θέλαμε να κάνουν σε μας; Ποιος θέλει να διαδίδωνται τα σφάλματα του;—1 Πέτρ. 4:8· Ματθ. 7:12.
Υπάρχει κι άλλη βλάβη που μπορεί να προξενήση η διάδοσις σφάλματος. Μπορεί να χωρίση καλούς φίλους: «Όστις κρύπτει παράβασιν, ζητεί φιλίαν αλλ’ όστις επαναλέγει το πράγμα, χωρίζει τους στενωτέρους φίλους.» Γιατί να εξασθενίσωμε ή να διαλύσωμε φιλίες με υποτιμητικά λόγια; Ή γιατί να μειώνωμε ή να καταστρέφωμε την αγαθή επιρροή που μπορεί να έχη ο άλλος κάνοντας γνωστά τα ελαττώματά του; Δεν θα ήταν καλύτερο να μνημονεύωμε τα ευμενή πράγματα που κάνουν οι άλλοι αντί να δίδωμε έκτασι στα σφάλματα τους;—Παροιμ. 17:9.
Μπορεί, λοιπόν, εύλογα να τεθή το ερώτημα, Τι κάνει τους ανθρώπους να διαδίδουν ένα σφάλμα; Μήπως αυτό οφείλεται στο ότι θέλουν να έχουν κάτι να πουν, χωρίς να λάβουν υπ’ όψι το αποτέλεσμα που μπορεί να έχη; Ή μήπως οφείλεται σε έλλειψι συμπαθείας, έλλειψι ικανότητος του να θέτη κανείς τον εαυτό του στη θέσι του άλλου; Αυτό γίνεται στη σπερμολογία γενικά, διότι, κι όταν ακόμη αυτή είναι εντελώς αβλαβής, συνήθως συνίσταται από φλυαρία, η οποία εκείνος, που αφορά η σπερμολογία, θα προτιμούσε να μην ελέγετο.
Επίσης, μπορεί να είναι η υπερηφάνεια, ίσως δε και μια ασυναίσθητη θέλησις να εξυψώση ένας τον εαυτό του, είναι η αιτία που κάνει έναν να δίδη έκτασι στο σφάλμα ενός άλλου. Ή μπορεί κάποιος να τρέφη ένα παράπονο και αποβλέπει σε συμπάθεια από άλλους αντί ν’ ακολουθήση τον Γραφικό κανόνα τού να πάη σ’ εκείνον, του οποίου το σφάλμα τον έθιξε και να εξομαλύνη τα πράγματα. (Ματθ. 18:15-17) Ένα άλλο ελατήριο μπορεί να είναι η αυτοδικαίωσις. Έτσι, ο Αδάμ εξεδήλωσε όχι μόνο έλλειψι πιστότητος αλλά και επιθυμία να δικαιολογήση την ιδική του παράβασι εφιστώντας την προσοχή στην παράβασι της Εύας. Όταν πρόκειται να δοθή έκτασις σ’ ένα σφάλμα, εύκολο είναι ν’ αυταπατηθή μια ανθρώπινη καρδιά. (Ιερεμ. 17:9) Μόνο ο Ιεχωβά Θεός μπορεί να το γνωρίζη αυτό πλήρως, αλλά ο λόγος του μπορεί να σας βοηθήση να γνωρίσετε καλύτερα την καρδιά σας, διότι μπορεί να «διερευνά τους διαλογισμούς και τας εννοίας της καρδίας.»—Εβρ. 4:12.
Εν τούτοις, υπάρχουν εξαιρέσεις στο ζήτημα της αποκαλύψεως σφαλμάτων, όπως όταν ένας ανακρίνεται εν σχέσει με μια δικαστική υπόθεσι. Η πιστότης στον Θεό, σε δίκαιες αρχές, στην υπόθεσι ενός ατόμου, στους προσφιλείς ενός ατόμου, μπορεί ν’ απαιτή την φανέρωσι ενός σφάλματος. Για τέτοιους σοβαρούς λόγους ο Ιησούς κατήγγειλε το σφάλμα των θρησκευτικών ηγετών της εποχής του, την υποκρισία. Και σήμερα, επίσης, μπορεί να χρειασθή να καταγγελθή το σφάλμα ενός αδελφού ή ενός στενού φίλου για να προστατευθούν τα συμφέροντα άλλων, και, ιδιαίτερα, τα συμφέροντα της Χριστιανικής εκκλησίας.—1 Κορ. 1:11· 5:1.
Αλλ’ εκτός απ’ αυτές τις εξαιρέσεις, δεν υπάρχει δικαιολογία για τη διάδοσι του σφάλματος ενός αδελφού ή στενού φίλου. Όπως καλώς ετονίσθη κατ’ επανάληψιν, όταν αντιμετωπίζωμε τον πειρασμό να πούμε κάτι προσωπικής φύσεως, καλό είναι να ρωτούμε: Είναι καλό; Είναι αληθές; Είναι αναγκαίο; Κατάλληλη ενταύθα είναι η συμβουλή του αποστόλου Παύλου: «Ας ζητώμεν τα προς την ειρήνην, και τα προς την οικοδομήν αλλήλων. Μη κατάστρεφε το έργον του Θεού.»—Ρωμ. 14:19, 20.