Κηρύττοντας τον Λόγον του Θεού Ορθά
ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ υπήρξε ένα από τα κύρια μέσα, που χρησιμοποιούνται για τη διάδοσι της Χριστιανοσύνης από την αρχή της ως τον παρόντα καιρό. Εν τούτοις, υπάρχουν περισσότερα από ένα είδος κηρύγματος. Δεν είναι λίγοι οι κήρυκες του «Χριστιανικού κόσμου», που ενεργούν με τρόπο εξαιρετικά συγκινητικό, που κράζουν και χειρονομούν και κάνουν έκκλησι στα αισθήματα και στις προκαταλήψεις ακόμη των ακροατών των. Αλλ’ αυτοί δεν μπορούν να εύρουν υποστήριξι στις Γραφές για τον τύπο του κηρύγματός των. Τέτοιο κήρυγμα δεν είναι του είδους, που αναφέρει ο απόστολος Παύλος, όταν συνεβούλευσε τον Τιμόθεο: «Σπούδασον να παραστήσης σεαυτόν δόκιμον εις τον Θεόν, εργάτην ανεπαίσχυντον, ορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας.»—2 Τιμ. 2:15.
Αλλ’ ούτε και οι πολλοί κήρυκες του «Χριστιανικού κόσμου», που φθάνουν στο αντίθετο άκρον, που κηρύττουν επί τέλους τον λόγον του Θεού, μ’ έναν ακατάστατο, άσκοπο τρόπο, δηλαδή, μεταβαίνοντας απλώς από το ένα θέμα στο άλλο χωρίς τάξι ή λογική σύνδεσι, κηρύττουν ορθά τον λόγον του Θεού. Δεν κάνουν το καλύτερο που μπορούν για να έχουν την επιδοκιμασία του Θεού. Το ότι πολλά Γραφικά κηρύγματα σήμερα υπάγονται δίκαια σ’ αυτή την κατηγορία, καταφαίνεται από ένα δημοσίευμα που ανεγράφη στο Βήμα του Σικάγου, Ιλλινόις, 4ης Οκτωβρίου 1963:
«Κηρύττετε τον Λόγον του Θεού, Λέγει ο Ρίττερ στη Σύνοδο. Το Καθήκον Αυτό Συχνά Μένει Ανεκπλήρωτο, Βεβαιώνει ο Καρδινάλιος. Πόλις του Βατικανού, 3 Οκτωβρίου.—Ο Καρδινάλιος Ιωσήφ Ρίττερ του Αγίου Λουδοβίκου, είπε σήμερα στη Βατικανή Οικουμενική σύνοδο ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία χρειάζεται περισσότερο κήρυγμα του λόγου του Θεού. Ο Αμερικανός καρδινάλιος, μιλώντας για πρώτη φορά σε μια συνεδρίασι της συνόδου, είπε στους 2.262 επισκόπους, που συνήχθησαν στη βασιλική του Αγίου Πέτρου, ότι το καθήκον του κηρύγματος εκπληρώνεται μόνο μ’ έναν τρόπο αμέθοδο, αν εκπληρώνεται καν.» Είπε, μεταξύ άλλων, ότι αυτό το κήρυγμα του λόγου του Θεού ήταν «ένας απαραίτητος όρος για την επιτυχία όλων των άλλων μεταρρυθμίσεων που μπορεί να κάμη η σύνοδος.» Είναι, πράγματι, αξιοσημείωτο ότι ένας καρδινάλιος θα έκανε το κήρυγμα του λόγου του Θεού τόσο βασικό, ώστε να λέγη ότι η επιτυχία όλων των άλλων μεταρρυθμίσεων που θα μπορούσε να εγκαινιάση η Β΄ Σύνοδος του Βατικανού θα εξηρτάτο απ’ αυτό.
Αφού το κήρυγμα της Γραφής είναι ωμολογουμένως τόσο βασικό, μπορεί καλώς να διατυπωθή η ερώτησις, Γιατί η κατάστασις στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία να είναι τέτοια, ώστε ένας από τους άρχοντάς της να μπορή να παραπονήται ότι «το καθήκον του κηρύγματος [του λόγου του Θεού] εκπληρώνεται μόνο μ’ έναν τρόπο αμέθοδο, αν εκπληρώνεται καν»; Θα μπορούσε αυτό να οφείλεται σε έλλειψι εκτιμήσεως της σπουδαιότητος της Γραφής της ιδίας;
Το ότι το κήρυγμα του λόγου του Θεού δεν πρέπει οπωσδήποτε να γίνεται με αμέθοδο τρόπο, πολύ δε περισσότερον ν’ αμεληθή, διασαφηνίζεται από τον ίδιο τον λόγον του Θεού. Έτσι, όταν ο Ιησούς, ευθύς μετά την ανάστασί του, συνήντησε στον δρόμο προς τους Εμμαούς δύο μαθητάς του βρισκομένους σε αμηχανία και αθυμία, τους εκήρυξε με θετικό αποτέλεσμα: «Και αυτός είπε προς αυτούς, Ω ανόητοι και βραδείς την καρδίαν εις το να πιστεύητε εις πάντα όσα ελάλησαν οι προφήται. . . . Και αρχίσας από Μωυσέως και από πάντων των προφητών, διηρμήνευεν εις αυτούς τα περί εαυτού γεγραμμένα εν πάσαις ταις γραφαίς.» Και με ποιο αποτέλεσμα; Κατόπιν είπαν: «Δεν εκαίετο εν ημίν η καρδία ημών, ότε ελάλει προς ημάς καθ’ οδόν, και μας εξήγει τας γραφάς;»—Λουκ. 24:13-32.
Αργότερα την ίδια εκείνη μέρα ο Ιησούς έδωσε όμοια μαρτυρία στους ένδεκα αποστόλους και άλλους που συνήχθησαν μαζί τους: «Ούτοι είναι οι λόγοι τους οποίους ελάλησα προς υμάς, ότε ήμην έτι μεθ’ υμών, ότι πρέπει να πληρωθώσι πάντα τα γεγραμμένα εν τω νόμω του Μωυσέως και προφήταις και ψαλμοίς περί εμού.» Γι’ αυτούς, επίσης, με το κήρυγμά του, «διήνοιξεν αυτών τον νουν, δια να καταλάβωσι τας γραφάς. Και είπε προς αυτούς, Ότι ούτως είναι γεγραμμένον, και ούτως έπρεπε να πάθη ο Χριστός, και να αναστηθή εκ νεκρών τη τρίτη ημέρα», και λοιπά. Σαφές είναι ότι ο Ιησούς ούτε παρημέλησε τις Γραφές ούτε τις εχρησιμοποίησε άσκοπα, αλλά, μάλλον, μ’ ένα θετικό αποτέλεσμα.—Λουκ. 24:44-46.
Ο απόστολος Παύλος ισχυρίζετο ότι εμιμείτο τον Χριστό, και μεταξύ των πολλών τρόπων, με τους οποίους το έπραττε αυτό, ήταν και το κήρυγμα των Αγίων Γραφών μ’ ένα τρόπο, που έδειχνε λογικότητα, αλληλουχία και συνέπεια, με θετικό αποτέλεσμα, όπως μπορεί να παρατηρηθή στο βιβλίο των Πράξεων, από το ένα κεφάλαιο στο άλλο. Χαρακτηριστικά είναι τα αναγραφόμενα σχετικά με το κήρυγμα του Παύλου στη Θεσσαλονίκη: «Όπου ήτο η συναγωγή των Ιουδαίων. Και κατά την συνήθειάν του ο Παύλος εισήλθε προς αυτούς, και τρία σάββατα διελέγετο μετ’ αυτών από των γραφών, εξηγών και αποδεικνύων, ότι έπρεπε να πάθη ο Χριστός και να αναστηθή εκ νεκρών, και ότι ούτος είναι ο Χριστός Ιησούς, τον οποίον εγώ σας κηρύττω. Και τινες εξ αυτών επείσθησαν, και ηνώθησαν μετά του Παύλου και του Σίλα, και εκ των θεοσεβών Ελλήνων πολύ πλήθος και εκ των πρώτων γυναικών ουκ όλίγαι.»—Πράξ. 17:1-4.
Η Γραφική αφήγησις δίνει όμοια μαρτυρία σχετικά με τον μαθητή Απολλώ και τη διακονία του στην Αχαΐα: «Ελθών, ωφέλησε πολύ τους πιστεύσαντας δια της χάριτος. Διότι εντόνως εξήλεγχε τους Ιουδαίους δημοσία, αποδεικνύων δια των Γραφών ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός.» Υπήρχε κάτι άσκοπο, αμέθοδο όσον αφορά το κήρυγμά του;—Πράξ. 18:27, 28.
Απομένει να ιδούμε μέχρι ποίου σημείου η Β΄ σύνοδος του Βατικανού θα βαδίση παράλληλα με τον Καρδινάλιο Ρίττερ σχετικά με τη σπουδαιότητα του κηρύγματος του λόγου του Θεού και με τον ορθό τρόπο της διεξαγωγής του. Αυτός μπορεί κάλλιστα να είναι μια ‘φωνή βοώντος εν τη ερήμω’ ως προς τούτο, όπως ήταν κι ένας προκάτοχός του, ο Καρδινάλιος Κέντρικ, στην πρώτη σύνοδο του Βατικανού, στην οποία έλαβε μια έντονη στάσι εναντίον του αλαθήτου του πάπα.
Όπως κι αν είναι, γεγονός παραμένει ότι το κήρυγμα, για να παραγάγη Χριστιανούς, πρέπει να βασίζεται στον λόγον του Θεού. Επί πλέον, το κήρυγμα αυτό δεν πρέπει ούτε να είναι μια εξαιρετικά συγκινητική έκκλησις, ούτε να γίνεται μ’ έναν άσκοπο, αμέθοδο τρόπο, αλλά πρέπει να είναι ένα κήρυγμα που ν’ απευθύνεται στη λογική με την παρουσίασι γεγονότων κι επιχειρημάτων με λογικό τρόπο και αλληλουχία. Οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά, καθώς και οι εκδόσεις που αυτοί χρησιμοποιούν, ενασχολούνται σ’ αυτό το είδος κηρύγματος, το οποίον και αποβαίνει αποτελεσματικό, όπως δείχνουν τα γεγονότα.