Αύξησις Ευτυχίας Μέσω Χριστιανικής Οικονομίας
ΟΣΟΙ αγαπούν τον Θεό έχαιραν πάντοτε στην προαγωγή της αληθινής λατρείας. Έτσι, όταν ο Ιησούς Χριστός και οι απόστολοί του εταξίδευαν από πόλι σε πόλι και από χωριό σε χωριό, εξαγγέλλοντας τα αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού, πολλά άτομα που ζούσαν τότε θεωρούσαν ως ένα χαρωπό προνόμιο να τους βοηθήσουν οικονομικώς. Παραδείγματος χάριν, η Μαρία η Μαγδαληνή, η Ιωάννα, η Σουσάννα και άλλες, ευχαρίστως «διηκόνουν αυτόν [αυτοίς, Κριτικόν Κείμενον] από των υπαρχόντων αυτών.» (Λουκ. 8:1-3) Ολόκληρος η εκκλησία των Χριστιανών στους Φιλίππους εμοιράζετο υλικά αγαθά μαζί με τον απόστολο Παύλο. Επομένως, μπορούσε να πη σ’ αυτούς: «Και εν Θεσσαλονίκη και άπαξ και δις μοι επέμψατε εις την χρείαν μου.» Για τη Χριστιανική τους γενναιοδωρία, δεν έμειναν χωρίς αμοιβή από τον Θεό. (Φιλιππησ. 4:14-20) Δεν υπάρχει καμμιά αμφιβολία: Πολλοί που ζουν σήμερα θα ήσαν βαθιά ευγνώμονες για τέτοιες ευκαιρίες να συμμετέχουν σε υλικές προσφορές για την υποστήριξι της αληθινής λατρείας.
Εξακολουθούν να έχουν ευκαιρία να ενεργούν ακριβώς έτσι. Οι μάρτυρες του Ιεχωβά δίνουν με χαρά τον χρόνο, τις δυνάμεις και το χρήμα τους, ώστε και άλλοι άνθρωποι με έντιμη καρδιά να μπορούν να μάθουν και να πράττουν το θείον θέλημα. (1 Τιμ. 4:16) Στις ημέρες μας, δεν υπάρχει πια ανάγκη από μια μακροχρόνιο ελπιδοφόρο αναμονή. Η κυβέρνησις της βασιλείας είναι μια πραγματικότης. Τι προνόμιο είναι να κηρύττη κανείς τα αγαθά νέα της εγκαθιδρυμένης βασιλείας του Θεού και να υποστηρίζη ένα τέτοιο έργο με υλικά μέσα, καθώς οι συνθήκες τού το επιτρέπουν!
ΣΤΑΣΙΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΝΑ ΔΙΔΩΜΕ
Εφόσον δεν πρόκειται για εμπορική επιχείρησι, οι τόποι συναθροίσεως και η δράσις των μαρτύρων του Ιεχωβά συντηρούνται με εκούσιες εισφορές. Δεν εξαναγκάζεται κανείς να δώση. Σ’ αυτό, οι μάρτυρες του Ιεχωβά ενεργούν όπως οι πρώτοι Χριστιανοί, για τους οποίους ο Τερτυλλιανός έγραψε: «Ακόμη και αν υπάρχη ένα κυτίον κάποιου είδους, αυτό δεν γεμίζει με χρήματα που πληρώνονται ως δικαίωμα εισόδου, σαν να ήταν η θρησκεία ζήτημα συμβολαίου. Ο καθένας φέρνει μια φορά τον μήνα κάποιο ταπεινό νόμισμα—ή όποτε θέλει, και μόνο αν θέλη, και εφόσον μπορεί· διότι κανείς δεν εξαναγκάζεται· είναι μια εκουσία προσφορά.» (Απολογία, XXXIX, 5) Μια τέτοια διευθέτησις βρίσκεται σε αρμονία με τα λόγια του αποστόλου Παύλου στους Χριστιανούς της Κορίνθου: «Έκαστος κατά την προαίρεσιν της καρδίας αυτού, ουχί με λύπην, ή εξ ανάγκης· διότι τον ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός.»—2 Κορ. 9:7.
Οι μάρτυρες του Ιεχωβά είναι ευτυχείς να τιμούν τον Ιεχωβά με τα υπάρχοντά των. (Παροιμ. 3:9) Η στάσις των στο να δίνουν είναι ομοία με τη στάσι των Ισραηλιτών των ημερών του Μωυσέως, στους οποίους είχε δοθή η ευκαιρία να τιμήσουν τον Ιεχωβά με το να δώσουν χρυσό, άργυρο, χαλκό, μαλλί, λινό και άλλα πράγματα για να μπορέση να κατασκευασθή η σκηνή των για τη λατρεία. Εκείνοι που είχαν πρόθυμη καρδιά έκαναν μ’ ευχαρίστησι αυτή την «προσφοράν εις τον Ιεχωβά»· ήταν ‘προαιρετική προσφορά’. (Έξοδ. 35:4-9, 20-29 ΜΝΚ) Και πόσα έδιναν; Ας αφήσωμε το υπόμνημα να μιλήση. Ο Μωυσής έλαβε την εξής αναφορά: «Ο λαός φέρει πλειότερον παρά το ικανόν δια την υπηρεσίαν του έργου, το οποίον ο Ιεχωβά προσέταξε να γείνη.» «Και», διαβάζομε, «προσέταξεν ο Μωυσής, και εκήρυξαν εν τω στρατοπέδω, λέγοντες, Μηδείς ανήρ μήτε γυνή, ας μη κάμνη πλέον εργασίαν δια την προσφοράν του αγιαστηρίου. Και ο λαός έπαυσεν από του να φέρη· διότι η ύλη, την οποίαν είχον, ήτο ικανή δι’ όλον το έργον, ώστε να κάμωσιν αυτό, και επερίσσευεν.»—Έξοδ. 36:4-7, ΜΝΚ.
Πολλά χρόνια αργότερα, ο Βασιλεύς Δαβίδ προσέφερε πολλά για το ναό που θα οικοδομούσε ο γυιός του Σολομών. Εφόσον ο Δαβίδ αισθανόταν ευχαρίστησι για τον οίκον του Θεού του, έδωσε και εκ ‘των ιδίων του υπαρχόντων’ χρυσό και άργυρο γι’ αυτό τον σκοπό. (1 Χρον. 29:3) Κατόπιν ο αγαπητός βασιλεύς του Ισραήλ ερώτησε τον συγκεντρωμένο λαό του: «Τις λοιπόν προθυμείται να κάμη σήμερον προσφοράν εις τον Ιεχωβά;» (1 Χρον. 29:5, ΜΝΚ) Η ανταπόκρισις ήταν πράγματι ικανοποιητική. Άρχοντες και αρχηγοί του Ισραήλ έδωσαν, και «εις όσους ευρέθησαν λίθοι τίμιοι, έδωκαν αυτούς εις το θησαυροφυλάκιον του οίκου του Ιεχωβά.» Μήπως το έκαμαν αυτό απρόθυμα; Ασφαλώς όχι, διότι η αφήγησις λέγει: «Εχάρη δε ο λαός, διότι επροθυμήθησαν, επειδή με πλήρη καρδίαν προσέφεραν αυτοπροαιρέτως εις τον Ιεχωβά· και ο βασιλεύς Δαβίδ έτι εχάρη χαράν μεγάλην.»—1 Χρον. 29:6-9, ΜΝΚ.
ΑΣΚΗΣΙΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΝΩΜΕ
Ο Ιησούς Χριστός εδήλωσε: «Μακάριον είναι να δίδη τις μάλλον παρά να λαμβάνη.» (Πράξ. 20:35) Έτσι οι πιστοί δούλοι του Ιεχωβά Θεού μπόρεσαν συχνά να αυξήσουν την ευτυχία τους με τις κατάλληλες εισφορές τους. Εν τούτοις, όλοι τους δεν ήσαν εύποροι με αφθόνους οικονομικούς ή υλικούς πόρους που τους επέτρεπαν να δίνουν ελευθέρως δίχως εκ των προτέρων προγραμματισμό ή δίχως κάποια θυσία. Χωρίς αμφιβολία οι Ισραηλίται ώφειλαν να κάνουν μια Γραφική οικονομία για να είναι σε θέσι να δώσουν κάτι για τη σκηνή και για το ναό και για τη συντήρησι εκείνων οι οποίοι διακονούσαν εκεί. Πολλοί από τους πρώτους Χριστιανούς ήσαν υποχρεωμένοι να κάνουν το ίδιο για να μπορούν να δώσουν όταν υπήρχε ανάγκη. Ομοίως και σήμερα, πολλοί Χριστιανοί που έχουν πρόθυμη καρδιά, για να μπορούν να συνεισφέρουν για την πρόοδο του έργου κηρύγματος της Βασιλείας, οφείλουν να κάνουν πρόγραμμα και οικονομίες. Οφείλουν ν’ ασκήσουν μια οικονομία που να βασίζεται σε Βιβλικές αρχές.
Λίγοι Χριστιανοί μόνο είναι υλικώς πλούσιοι. Όταν, όμως, προσφέρουν ένα μέτριο ποσόν, δεν πρέπει να το θεωρούν ασυνεπές. Κάποτε ο Ιησούς παρετήρησε τους πλουσίους να βάζουν τα δώρα τους στο γαζοφυλάκιο του ναού. Κατόπιν είδε μια πτωχή χήρα να ρίχνη δύο λεπτά. Δεν την εκύτταξε περιφρονητικά. Απεναντίας, είπε: «Αληθώς σας λέγω, ότι η πτωχή αύτη χήρα έβαλε περισσότερον πάντων· διότι άπαντες ούτοι εκ του περισσεύματος αυτών έβαλον εις τα δώρα του Θεού· αύτη όμως εκ του υστερήματος αυτής έβαλεν όλην την περιουσίαν όσην είχε.» (Λουκ. 21:1-4) Αυτό που έκαμε εκείνη ήταν άξιο μεγάλου επαίνου, μολονότι σε κατά γράμμα αξία το δώρο της ήταν μικρό.
Άτομα όπως αυτή η χήρα, και άλλα, επίσης, ίσως να διαπιστώσουν ότι είναι δυνατόν ν’ αυξήσουν την ευτυχία τους με το να προσφέρουν Χριστιανικά, αν δεν είναι σπάταλα. Η σοφή χρήσις των υλικών αγαθών θα τα κάνη συχνά να διαρκούν περισσότερο. Το εδάφιο Παροιμίαι 21:20 υπαινίσσεται την ανάγκη συνετής χρήσεως των υλικών αγαθών και της προσεκτικής φροντίδος για τ’ αγαθά, όταν λέγη: «Θησαυρός πολύτιμος και μύρα ευρίσκονται εν τω οίκω του σοφού· ο δε άφρων άνθρωπος καταδαπανά αυτά.»
Είναι σε αρμονία με το θέλημα του Θεού ν’ απολαμβάνη ο άνθρωπος τον καρπό του μόχθου του. (Εκκλησ. 3:12, 13) Αλλά, όταν δεν αποφεύγωνται οι υπερβολές, συχνά θα διαπιστώση κανείς ότι δεν έχει ούτε αρκετά για μια άνετη ζωή. Ο Χριστιανικός τρόπος ζωής και η καλλιέργεια των καρπών του πνεύματος του Θεού, όπως η εγκράτεια, καθιστούν δυνατό για τους δούλους του Ιεχωβά ν’ αποφεύγουν ακρότητες, οι οποίες είναι δυνατόν ν’ απαιτήσουν χρήματα, που θα ήθελαν να δαπανήσουν για την προώθησι της Χριστιανικής διακονίας. (Γαλ. 5:22, 23) Ορθώς αναφέρεται στο εδάφιο Παροιμίαι 21:17: «Ο αγαπών ευθυμίαν θέλει κατασταθή πένης· ο αγαπών οίνον και μύρα δεν θέλει πλουτήσει.» Επειδή αποφεύγουν τις υπερβολές, οι Χριστιανοί δεν είναι μόνο ευσεβείς· είναι, επίσης, οικονόμοι περισσότερο από πολλούς άλλους στον κόσμο του ανθρωπίνου γένους. Αντί να χρησιμοποιούν όλο το περίσσευμα των πόρων τους για διασκέδασι και πολυτέλειες, αυτοί οι πιστοί άνθρωποι το διατηρούν κι έτσι μπορούν να κάνουν αυτό που θα ήθελαν να κάμουν. Μπορούν να κάμουν κάποιες υλικές εισφορές για το έργο του κηρύγματος των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού σε όλη τη γη.
Με το ν’ αποφεύγουν την οκνηρία και με το να κάνουν έντιμα έργα, οι Χριστιανοί ακολουθούν, επίσης, Βιβλικές αρχές κι έτσι διαπιστώνουν συχνά ότι είναι δυνατόν ν’ αυξήσουν την ευτυχία των με Χριστιανικές προσφορές. Το εδάφιο Εκκλησιαστής 4:5 φέρνει σκέψι, όταν λέγη: «Ο άφρων περιπλέκει τας χείρας αυτού, και τρώγει την εαυτού σάρκα.» Και ο Βασιλεύς Λεμουήλ των αρχαίων χρόνων κατέγραψε επαινετικά λόγια για την εργατική, τη φιλόπονο σύζυγο. (Παροιμ. 31:10-31) Ο απόστολος Παύλος συνιστούσε την έντιμη εργασία ώστε ένα άτομο «να έχη να μεταδίδη εις τον χρείαν έχοντα.»—Εφεσ. 4:28.
ΠΟΙΟΙ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΝ ΣΤΟ ΠΡΟΝΟΜΙΟ;
Όταν παρουσιάσθη ανάγκη μεταξύ των αγίων στην Ιουδαία, στους Κορινθίους Χριστιανούς, οι οποίοι ήθελαν να τους βοηθήσουν, εδόθησαν υποβοηθητικές υποδείξεις από τον απόστολο Παύλο. Τους έγραψε: «Περί δε της συνεισφοράς τής υπέρ των αγίων, καθώς διέταξα εις τας εκκλησίας της Γαλατίας, ούτω κάμετε και σεις. Κατά την πρώτην της εβδομάδος έκαστος υμών ας εναποθέτη παρ’ εαυτώ, θησαυρίζων ό,τι αν ευπορή· ώστε όταν έλθω, να μη συνάγωνται τότε συνεισφοραί.» (1 Κορ. 16:1, 2) Μια τέτοια διευθέτησις μπορεί ν’ αποδειχθή ωφέλιμη σε μια Χριστιανική οικογένεια, όπου υπάρχει μια ζωηρή επιθυμία να δώσουν.
Άσκησις Χριστιανικής οικονομίας σημαίνει να είναι κανείς με λογικό τρόπο οικονόμος. Αυτό υπονοεί ότι οι Βιβλικές αρχές πρέπει να διέπουν τη χρήσι των υλικών του πόρων. Μπορεί, όμως, να περιλαμβάνη, επίσης, μια διευθέτησι. Όπως ακριβώς ένα άτομο ή μια οικογένεια μπορεί ν’ αποταμιεύη μερικά χρήματα για μια επείγουσα ανάγκη, έτσι και οι Χριστιανοί μπορούν τακτικά να θέτουν κάτι κατά μέρος για να συνεισφέρουν στην υποστήριξι της αληθινής λατρείας. Ο Παύλος είχε κάτι όμοιο υπ’ όψιν, όταν συνιστούσε στους Κορινθίους να θέτουν κατά μέρος κάτι στο σπίτι τους «κατά την πρώτην της εβδομάδος.» Ο πατέρας, ο οποίος είναι η κεφαλή της οικογενείας, μπορεί να κάνη αυτές τις διευθετήσεις στο σπίτι του, αν το επιθυμή. (Εφεσ. 5:21-6:4) Έτσι, ίσως, να μπορέσουν διάφορα μέλη της οικογενείας, ή ακόμη και όλα, να συμμετάσχουν στο να δίνουν με κατάλληλο Χριστιανικό τρόπο.
Είναι άξιο να σημειωθή ότι ο απόστολος έδωσε τη συμβουλή του γι’ αυτό το ζήτημα στις εκκλησίες στη Γαλατία, καθώς και στην εκκλησία στην Κόρινθο. Οι εκκλησίες, ως τέτοιες, ήσαν ευχαριστημένες να συνεισφέρουν. Ομοίως σήμερα, ολόκληρες εκκλησίες συχνά συνεισφέρουν χρήματα που περίσσευσαν για την πρόοδο του έργου της Βασιλείας. Αυτό το κάνουν με το να ετοιμάσουν και να ψηφίσουν αποφάσεις γι’ αυτό τον σκοπό. Φυσικά, υπάρχουν πολλά άτομα με πρόθυμη καρδιά που διαπιστώνουν ότι είναι δυνατόν να συμμετέχουν στην υποστήριξι της Χριστιανικής δράσεως κηρύγματος σε όλη τη γη, με το να κάνουν προσωπικές εισφορές γι’ αυτό τον σκοπό. Αυτός ο κατάλληλος τρόπος να δίνουν αυξάνει την ευτυχία τους. Η Εταιρία Σκοπιά βεβαιώνει πάντοτε δι’ επιστολής λήψιν των εισφορών που γίνονται σ’ αυτή. Άτομα ή εκκλησίες, που επιθυμούν να κάνουν τέτοιες εισφορές, μπορούν να τις στέλλουν στο πλησιέστερο γραφείο τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά.
Επειδή οι Χριστιανοί ενδιαφέρονται πολύ για την πρόοδο του έργου κηρύγματος των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού, μερικοί αποφασίζουν να θέσουν μερικά από τα χρήματά των ή όλα στη διάθεσι της Εταιρίας στο θάνατό τους. Τέτοιες δωρεές δεν ζητούνται, μπορούν, όμως, να χορηγηθούν υποβοηθητικές πληροφορίες, όταν γίνη αίτησις.
Εν τούτοις, μερικοί Χριστιανοί, οι οποίοι διαθέτουν πλεονάσματα αγαθών, με χαρά τα θέτουν αμέσως σε χρήσι για τα συμφέροντα της Βασιλείας. Υπάρχει μια διευθέτησις για «δωρεές υπό όρους», οι οποίες παρέχουν τέτοια ευκαιρία. Αυτοί, που επωφελούνται από αυτές, μπορούν να κάνουν αναλήψεις, αν προκύψουν απροσδόκητες περιστάσεις. Τα άτομα που θα επιθυμούσαν περισσότερες πληροφορίες για τη διευθέτησι των «δωρεών υπό όρους» μπορούν να γράψουν στο πλησιέστερο γραφείο της Εταιρίας.
Οι δωρεές που λαμβάνονται από την Εταιρία χρησιμοποιούνται όλες για τη διάδοσι του αγγέλματος της βασιλείας του Θεού. Παραδείγματος χάριν, με αυτά τα μέσα συντηρούνται ιεραποστολικοί οίκοι και η δράσις σε διάφορες χώρες. Έτσι συνεχίζεται η λειτουργία των τυπογραφικών εγκαταστάσεων, που είναι τόσο αναγκαία για τη διανομή Γραφικών εκδόσεων. (Ματθ. 24:45-47) Έτσι, οι υπηρέται περιοχής και περιφερείας, περιοδεύοντας, μπορούν να επισκέπτονται τις Χριστιανικές εκκλησίες σε όλη τη γη και να δίνουν πνευματική βοήθεια. Με τον ίδιο τρόπο ο Παύλος είχε βοηθηθή από τους Χριστιανούς στους Φιλίππους. Και άλλοι, οι οποίοι ενασχολούνται στην ολοχρόνιο διακονική υπηρεσία, βοηθούνται, επίσης, μ’ αυτό τον τρόπο. Και, με τις εκούσιες προσφορές που συγκεντρώνονται στο κυτίον εισφορών στην τοπική Αίθουσα Βασιλείας, οι μάρτυρες του Ιεχωβά και άλλοι οι οποίοι ενδιαφέρονται για το έργο των καθιστούν δυνατή τη διατήρησι αυτών των τόπων συναθροίσεως, όπου μπορούν να συναθροίζωνται άτομα για ν’ ακούσουν να συζητήται ο Λόγος του Θεού.
Οι πρώτοι πιστοί στον Χριστό ήσαν συχνά γενναιόδωροι στην υποστήριξι που προσέφεραν για τη δράσι του ιδίου του Ιησού και εκείνων που τον ακολουθούσαν στο έργο του αίνου του Ιεχωβά Θεού και της διακηρύξεως των σκοπών του. Το να ενεργούν έτσι ήταν ένα προνόμιο. Για να το επιτύχουν αυτό εκείνοι που συνεισέφεραν, ώφειλαν να κάνουν κάποια οικονομία που να βασίζεται σε υγιείς Γραφικές αρχές. Αλλά τι χαρά προέκυπτε από μια τέτοια κατάλληλη προσφορά για την πρόοδο της αληθινής λατρείας! Η κατάστασις είναι η ιδία και σήμερα. Πολλοί, με τη φρόνιμη χρήσι του χρήματος και των αγαθών των, βλέπουν ότι μπορούν να υποστηρίξουν υλικώς το παγγήινο έργο του κηρύγματος της Βασιλείας, Αυξάνουν την ευτυχία τους μέσω Χριστιανικής οικονομίας.