Επιστολές που Δεν Παλαιώνουν
ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ γνωρίζουν καλά ότι οι επιστολές έπαιζαν ένα σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξι και διάδοσι της πίστεώς των. Πολλά από τα βιβλία της Γραφής αρχικά ήσαν επιστολές που είχαν γραφή στις διάφορες εκκλησίες. (Κολ. 4:16) Αλλά ο καιρός της χρησιμοποιήσεως επιστολών για τη διάδοσι του Χριστιανικού αγγέλματος δεν παρήλθε.
Ένα παγωμένο χειμωνιάτικο πρωινό, με θερμοκρασία κάτω από το μηδέν, μία μάρτυς του Ιεχωβά στο Οχάιο απεφάσισε να κάμη μια επανεπίσκεψι σε μια γυναίκα η οποία είχε πάρει από αυτήν μια Γραφή καθώς και έντυπα μελέτης της Γραφής. Επειδή εστερείτο μεταφορικού μέσου για να μεταβή αυτοπροσώπως σ’ αυτή τη γυναίκα, η Μάρτυς απεφάσισε να γράψη. Έγραψε μια Γραφική ομιλία, και εσώκλεισε ένα αντίτυπο του περιοδικού Η Σκοπιά μαζί με την επιστολή.
Τρεις περίπου ημέρες αργότερα έλαβε απάντησι από τη γυναίκα. Η ευχαριστήριος επιστολή της έλεγε, εν μέρει, τα εξής: «Διάβασα την επιστολή σας (μια πολύ καλή Γραφική ομιλία) πολλές φορές κι επίσης είδα τις παραπομπές στη Γραφή. Επί πλέον, προσπάθησα να διαβάζω μερικές κάθε μέρα και παραιτήθηκα σχεδόν από όλα τα κοσμικά περιοδικά μου για να έχω περισσότερο χρόνο να διαβάζω τη Γραφή μου και τα Γραφικού περιεχομένου βιβλία. Επιθυμώ να στείλω αυτό το γράμμα ώστε να το λάβετε αυτή την εβδομάδα για να σας ευχαριστήσω που με θυμηθήκατε κι εστείλατε το περιοδικό.»
Μερικές φορές, όπως μπορούμε να το αντιληφθούμε, το γράψιμο επιστολών μπορεί ν’ αποβή μια πηγή αμέσου προσωπικής ικανοποιήσεως. Άλλες φορές τ’ αποτελέσματα είναι εξίσου ωφέλιμα, μολονότι ο αρχικός αλληλογράφος των πιθανόν να μη το γνωρίζη.
Μία μάρτυς του Ιεχωβά στη Νέα Υόρκη συμμετείχε στην τακτική από σπίτι, σε σπίτι διακονία. Σε κάποια θύρα συνήντησε ένα άνδρα, ο οποίος εδήλωσε ότι ήταν αφωσιωμένος Καθολικός, ότι εγνώριζε καλά τους μάρτυρας του Ιεχωβά, και ότι οριστικά δεν είχε κανένα ενδιαφέρον να γίνη και αυτός μάρτυς του Ιεχωβά. Όταν η Μάρτυς έμαθε ότι ο οικοδεσπότης ήταν πολύ ταραγμένος με την πρόσφατη απώλεια της συζύγου του, του ωμίλησε με συντομία για την ελπίδα της αναστάσεως.
Εξαιτίας του γεγονότος ότι είχε εκφρασθή τόσο σαφώς για τους μάρτυρας του Ιεχωβά, θα έπρεπε ν’ απορή ένας για το είδος της υποδοχής που μπορούσε ν’ αναμένη η διάκονος στην επανεπίσκεψι. Αλλ’ αυτή εξεπλάγη πολύ.
Η διάκονος αντελήφθη γρήγορα ότι, από τότε που αυτή είχε κάμει την αρχική επίσκεψι, ο οικοδεσπότης είχε λάβει μια επιστολή από μία Μάρτυρα η οποία έλαβε, τ’ όνομα και τη διεύθυνσί του από τη στήλη θανάτων στην εφημερίδα. Μολονότι ο άνθρωπος αυτός ήταν ξένος σ’ αυτή, του έγραψε μια ευγενική επιστολή και του εξηγούσε την ένδοξη ελπίδα της αναστάσεως που δίνει η Γραφή. Αυτός ο άνθρωπος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι έπρεπε ασφαλώς να ερευνήση για μια οργάνωσι, η οποία δαπανούσε χρόνο να πηγαίνη από σπίτι σε σπίτι και να γράφη επιστολές παρηγορίας στους ανθρώπους.
Ως μέσον διαδόσεως των αγαθών νέων της εγκαθιδρυμένης βασιλείας του Θεού, οι επιστολές δεν είναι, ασφαλώς κάτι πεπαλαιωμένο.