Αναζήτησις του Τρόπου Προσεγγίσεως στην Πηγή της Ζωής
«Διώρισε τους προδιατεταγμένους καιρούς, και τα οροθέσια της κατοικίας αυτών· διά να ζητώσι τον Κύριον, ίσως δυνηθώσι να ψηλαφήσωσιν αυτόν και να εύρωσιν.»—Πράξ 17:26, 27.
1. (α) Από τον καιρό της αποτυχίας του Αδάμ, για ποιο πράγμα έχουν διερωτηθή οι άνθρωποι που φοβούνται τον Θεό; (β) Γιατί ο Ιεχωβά εφαίνετο τόσο απομακρυσμένος από αυτούς;
ΑΠΟ τότε που οι πρώτοι γονείς μας εξεδιώχθησαν από τον κήπο του Θεού στην ατελείωτη έρημο, τις σκέψεις των ανδρών και γυναικών που φοβούνται τον Θεό απησχόλησε ο τρόπος προσεγγίσεως στη μεγάλη Πηγή της ζωής. Το πώς να προσεγγίσουν και πάλι στον μεγάλο Δημιουργό των και ν’ απολαμβάνουν μαζί του την στενή σχέσι που αρχικά απελάμβανε ο Αδάμ υπήρξε ένα ζήτημα πρωταρχικής σπουδαιότητας γι’ αυτούς που είχαν ευλαβή διάνοια. Αυτά τα άτομα αντελήφθησαν με κάποιο τρόπο την αλήθεια, που εξέφρασε αργότερα ένας προφήτης του Θεού: «Οι οφθαλμοί σου [Ιεχωβά] είναι καθαρώτεροι παρά ώστε να βλέπης τα πονηρά, και δεν δύνασαι να επιβλέπης εις την ανομίαν.» Η ανάμνησις εκείνων των χερουβείμ, τα οποία έστεκαν στην ανατολική είσοδο της Εδέμ με «την ρομφαίαν την φλογίνην» θα παρέμεινε πολύν καιρό ως μια υπενθύμισις στον άνθρωπο ότι μόνο καθαρά και εξαγνισμένα πλάσματα μπορούν να τον πλησιάσουν με ασφάλεια. Ο Μωυσής υπενθύμισε αυτό στον λαό Ισραήλ όταν διεκήρυξε: «Ιεχωβά ο Θεός σου είναι πυρ καταναλίσκον, Θεός απαιτών αποκλειστικήν αφοσίωσιν.» Οι ατέλειες και η έλλειψις καθαρότητος του εκπεσμένου ανθρώπου τον κατέστησαν υποκείμενο στο καταστρεπτικό πυρ της δικαίας θανατικής κρίσεως του Ιεχωβά. Πώς θα μπορούσε ποτέ να πλησιάση με ασφάλεια ‘τας αιωνίους καύσεις’ του αγίου Κυριάρχου του σύμπαντος;—Αββακ. 1:13· Γέν. 3:24· Δευτ. 4:24, ΜΝΚ· Ησ. 33:14.
2. Τι έχει κάμει ο Ιεχωβά σχετικά με την αποξένωσι του ανθρώπου από αυτόν;
2 Ο άνθρωπος, αφημένος στα δικά του σχέδια, δεν θα μπορούσε, ποτέ να είχε ανακαλύψει ένα ευπρόσδεκτο τρόπο προσεγγίσεως του Δημιουργού. Ευτυχώς, δεν αφέθη μόνος. Ο Ιεχωβά εξεδήλωσε μεγάλη ευσπλαγχνία για τα πλάσματα του που ευρίσκοντο σε μειονεκτική θέσι με το ότι επροφήτευσε για τον τελικά θρίαμβο της δικαιοσύνης και ταυτοχρόνως άφησε ανοικτό για τους ανθρώπους ένα μέσον επικοινωνίας με αυτόν τον ίδιο. Στην Εδέμ υπήρχε το ‘επισκιάζον χερούβ,’ το οποίο χωρίς αμφιβολία είχε κάποια ευθύνη στο ζήτημα της προστασίας και της προαγωγής των συμφερόντων της αγνής λατρείας στη γη. Ο Θεός τώρα εξακολούθησε να χρησιμοποιή αγγελικούς μεσολαβητάς, προσφέροντας έτσι άφθονη απόδειξι του γεγονότος ότι ‘ποιεί τους αγγέλους αυτού πνεύματα, και τους λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα.’—Γέν 3:15· Ιεζ. 28:14· Εβρ. 1:7.
3. Ποια παραδείγματα έχομε για την προμήθεια του Ιεχωβά να επικοινωνή με ατελείς ανθρώπους, οι οποίοι τον εκζητούν;
3 Παραδείγματος χάριν, δια μέσου ενός αγγέλου, ο οποίος εμφανίσθηκε σ’ αυτόν στην καιομένη βάτο διωρίσθηκε ο Μωυσής να είναι ο άρχων και ελευθερωτής του Ισραήλ. Και στην περίπτωσι, που ο Γεδεών έλαβε τον θείο διορισμό του ελευθερωτού και κριτού, ο αγγελικός αγγελιαφόρος έκαμε να κατεβή πυρ και να καταναλώση θαυματουργικά τη θυσία που προσεφέρετο. Ο ουράνιος αγγελιαφόρος, ο οποίος εμφανίσθηκε στους γονείς του Σαμψών να τους αναγγείλη τη γέννησι ενός πολύ ασυνήθιστου γυιού, αφού επέδωσε αυτή την καλή είδησι, ανελήφθη μέσα στη φλόγα του θυσιαστηρίου επάνω στο οποίο ο Μανωέ και η σύζυγός του προσέφεραν θυσία ολοκαυτώματος στον Ιεχωβά. Παλαιότερα στην εποχή του Λωτ, οι άγγελοι υπηρέτησαν ως απελευθερωταί εκείνου του ευσεβούς ανθρώπου και των θυγατέρων του, όταν φλογερή καταστροφή επέπεσε στις πόλεις της Περιφερείας. Αυτές είναι περιπτώσεις της προμηθείας του Θεού για να βρίσκωνται σε επικοινωνία μ’ αυτόν ευσεβείς άνθρωποι.
4. Με ποια ποικιλία τρόπων έχει χρησιμοποιήσει ο Ιεχωβά αγγελικούς αγελλιαφόρους γι’ αυτούς που αγαπούσαν δικαιοσύνη;
4 Η ακριβής αφήγησις της Γραφής αποκαλύπτει ότι οι άγγελοι διακονούν σε μεγάλη ποικιλία τρόπων τις ανάγκες του ανθρώπου και τη λατρεία του Θεού. Αυτοί παρέδωκαν κι εδίδαξαν τους λόγους του Θεού στους ανθρώπους (Λουκ. 1:29)· επλησίασαν στην παρουσία του Θεού χάριν των ανθρώπων (Ματθ. 18:10)· παρακολουθούσαν στενά τα θεία συμφέροντα εδώ στη γη, και ανέφεραν τις εξελίξεις στον Κυρίαρχο Άρχοντα. (Δαν. 10:12-14· Ζαχ. 1:10) Και σε οράσεις ενεφανίσθησαν σε ευνοουμένους ανθρώπους, με το ενιαίο σύμβολο τεσσάρων ζώντων πλασμάτων ή με τις αμέτρητες μυριάδες των, συναθροισμένες στους ουρανούς των ουρανών ενώπιον του Βασιλέως της αιωνιότητος, λατρεύοντας αυτόν με παιάνας ευχαριστιών. (Δαν. 7:10· Αποκάλ. 4:6-8) Μπορούμε να είμεθα πολύ ευγνώμονες στον Ιεχωβά για το ότι το ανθρώπινο γένος δεν έχει αποκοπή τελείως από την επικοινωνία με αυτόν.
5. Πώς έδειξε ο Ιεχωβά την επιδοκιμασία του για ένα δίκαιο πατριαρχικό σύστημα μεταξύ των ανθρώπων στη γη;
5 Ο ζωτικός ρόλος των αγγέλων στη σύνδεσι του ανθρώπου με τον Θεό, ενώ προστάτευαν, επίσης, τον αμαρτωλό άνθρωπο από το να εκτεθή με άμεσο τρόπο στην άκαμπτη δικαιοσύνη του Θεού, είχε χωρίς αμφιβολία εντυπωθή στον Ιακώβ, όταν είχε το προνόμιο να ιδή στο όνειρό του μια μεγάλη κλίμακα η οποία έφθανε από τη γη ως τον ουρανό και αγγέλους ανερχόμενους και κατερχόμενους σ’ αυτήν. Ο Ιακώβ δεν ήταν παρά ένας μόνο από μια σειρά πιστών πατριαρχών ή αρχηγών οικογενειών, στους οποίους ο Ιεχωβά ανεκοίνωσε το θέλημα και τον σκοπό του μέσω αγγελικών διακόνων. Πράγματι, αυτό το ίδιο το γεγονός θέτει την σφραγίδα της επιδοκιμασίας του Ιεχωβά επάνω σ’ εκείνο το αρχαίο πατριαρχικό σύστημα μέσω του οποίου οι άνθρωποι επρόκειτο να εξαπλωθούν σύμφωνα με τους οικογενειακούς των ομίλους και να γεμίσουν όλη τη γη. Κάτω από εκείνο το σύστημα ο πατέρας μιας οικογενείας ή φυλής ήταν ο άρχων και ιερεύς της, υπεύθυνος για την κατάλληλη συμμόρφωσι με τις αρχές της ορθής διακυβερνήσεως και καθαράς λατρείας του Ιεχωβά. Ως άρχων και ιερεύς κάθε άξιος αρχηγός οικογενείας ελάμβανε την ηγεσία στην απονομή δικαιοσύνης, η οποία ήταν σύμφωνη με το πρότυπο της δικαίας πολιτείας του Θεού, στη διατήρησι καθαράς λατρείας, στην προσφορά θυσιών υπέρ της οικογενείας, και μ’ ένα γενικό τρόπο υπηρετούσε ως εκπρόσωπος του Θεού στην οικογένεια και μεσολαβούσε ενώπιον του Θεού υπέρ αυτής.
6. Ποιες είναι μερικές ιδέες, οι οποίες σχετίζονται με την Εβραϊκή λέξι, η οποία μεταφράζεται «ιερεύς»;
6 Η Εβραϊκή λέξις, Κοέν, με την οποία αντιστοιχεί η δική μας λέξις «ιερεύς,» έχει αβεβαία καταγωγή. Σύμφωνα με κάποιον ερευνητή, η λέξις κοέν περιλαμβάνει την ιδέα του «να κάμη ένας την εργασία ενός, ή να ενεργή ως μεσολαβητής για κάποιον άλλον.» Η λέξις σημαίνει «ιερεύς» και, σε μερικές περιπτώσεις, «αυλάρχης· αρχιτελετουργός ή αξιωματούχος.» (2 Σαμ. 8:18· 1 Χρον. 18:17) Μια συναφής Αραβική λέξις σημαίνει «προσεγγίζω, πλησιάζω, έχω στενή πρόσοδο προς.» Μια σχετική Βαβυλωνιακή λέξις έχει τη σημασία του «αφιερώματος, της προσφοράς σεβασμού στην θεότητα.» Μια άλλη αυθεντία λέγει ότι η λέξις «ιερεύς ή πρόεδρος ήταν ένας τίτλος, ο οποίος συχνά απενέμετο σε άρχοντας και βασιλείς, σε κάτι ή σε κάποιο αφιερωμένο στην θεότητα.» Ο Νώε, ο Σημ, ο Αβραάμ, ο Ιακώβ, ο Ιώβ και ο Άμραμ δεν είναι παρά λίγοι από εκείνους τους πρώτους πατριάρχας, οι οποίοι προήδρευαν πιστά στις αντίστοιχες οικογένειες των και ταυτοχρόνως έδειχναν ενδιαφέρον για τα συμφέροντα της αγνής λατρείας, αλλά η Γραφή δεν τους ονομάζει με το όνομα ιερεύς, κοέν (στην Εβραϊκή).
ΠΑΡΕΙΣΑΚΤΟΙ ΚΑΙ ΣΦΕΤΕΡΙΣΤΑΙ
7. Ονομάστε μερικούς τρόπους με τους οποίους ο Νεβρώδ ενεργούσε αντίθετα με το θέλημα του Ιεχωβά.
7 Υπήρξαν, όμως, εκείνοι οι οποίοι υπεβίβασαν πολύ το λειτούργημα της πατριαρχικής θρησκευτικής κεφαλής και έκαμαν κατάχρησί της, και οι οποίοι κατέστησαν τον εαυτό των πράγματι ακατάλληλο να εκπροσωπή τον άγιο και αγαθό Δημιουργό. Χρησιμοποίησαν το αξίωμα για την προσωπική των μεγέθυνσι, και για ν’ αφήσουν πίσω των αυτά που ενόμιζαν άφθαρτα μνημεία της προσωπικής των φήμης. Ο Νεβρώδ στέκει ως ένα αρχαίο παράδειγμα εκείνων, οι οποίοι ακολουθούν την ηγεσία του Διαβόλου και προσπαθούν ν’ αποσπάσουν από τον Θεό για τον εαυτό των τη λατρεία και υπηρεσία των ομοίων με αυτούς πλασμάτων. Φαίνεται ότι αυτός δεν ήταν ένας πρωτότοκος γυιός, κι έτσι είναι πολύ πιθανόν ότι σφετερίσθηκε την εξουσία και τη θέσι, η οποία κατάλληλα ανήκε σε μεγαλύτερους γυιούς του Χους. Η περιφρόνησίς του για την πατριαρχική διάταξι μπορεί να φανή από την εισβολή που έκαμε για να υποτάξη γειτονικές οικογένειες και φυλές, και από το ότι συνώστιζε ανθρώπους σε συμπαγείς και εύκολα κυβερνώμενες οργανώσεις πόλεων.—Γεν. 10:7-12.
8. Ποια γεγονότα σχετικά με την Ασσυρία και τη Βαβυλωνία δείχνουν ένα παράδειγμα που έθεσε ο Νεβρώδ;
8 Περιφρονώντας τον σκοπό του Θεού για τον άνθρωπο, ο Νεβρώδ εγκαθίδρυσε μια θρησκευτικο-πολιτική δικτατορία, με τον εαυτό του ως αρχηγό κράτους. Σχετικά με την πραγματοποίησι των φιλοδοξιών του καθώς και των φιλοδοξιών των διαδόχων του, έχομε αυτή την ιστορική σημείωσι: «Η θεωρία του ‘θείου δικαιώματος των βασιλέων’ εφηρμόσθη με άκαμπτο τρόπο στη Βαβυλωνία και την Ασσυρία. Όταν οι μονάρχαι ωμιλούσαν για τον εαυτό των ως διωρισμένων από αυτόν ή εκείνον τον θεό για να είναι άρχοντες της χώρας, αυτό δεν ήταν μια απλή φράσις. Ο βασιλεύς ήταν ο εκπρόσωπος της θεότητος στη γη, ο αντιπρόσωπος του ο οποίος απελάμβανε θεία εύνοια και ο οποίος είχε πρόσοδο στην εμπιστοσύνη των θεών. Στα παλαιότερα χρόνια τα ιερατικά καθήκοντα ήσαν αρρήκτως συνδεδεμένα με τη βασιλική ιδιότητα. Οι αρχαιότεροι βασιλείς της Ασσυρίας αποκαλούσαν τους εαυτούς των ‘ιερείς του Ασσούρ’.»a
9. Πώς η ιστορία της Αιγύπτου αποδεικνύει το γεγονός ότι δεν ησκείτο κατάλληλη πατριαρχική διακυβέρνησις;
9 Η πορεία του Νεβρώδ έγινε το πρότυπο για τους φιλοδόξους άνδρες όλων των οικογενειών, οι οποίες διεσπάρησαν αργότερα από τη Βαβυλώνα προς όλες τις κατευθύνσεις, όταν ο Ιεχωβά επέφερε σύγχυσι στη γλώσσα των οικοδόμων του πύργου. (Γεν. 11:5-8) Για τους Φαραώ, διαβάζομε: «Ο Βασιλεύς παρέμενε στην Αίγυπτο ο μόνος αντιπρόσωπος μεταξύ θεών και ανθρώπων. Ακόμη και όταν ανεπτύχθη το ιερατείο, και εγίνοντο συνεχώς προσφορές στους θεούς υπέρ του ανθρωπίνου γένους, οι ιερείς δεν ήσαν οι μεσολαβηταί, διότι αυτοί εκπροσωπούσαν μάλλον τον Βασιλέα. . . . Οι ιερείς προσέφεραν θυσίες, προσήγγιζαν στους θεούς, μεσολαβούσαν μεταξύ ανθρώπου και θεού αποκλειστικώς εν ονόματι του βασιλέως.»b
10, 11. Παρατηρείται σε άλλες χώρες το παράδειγμα του Νεβρώδ;
10 Όσον αφορά την αρχαία αυτοκρατορία των Ίνκας στη χώρα που μας είναι τώρα γνωστή ως Περού, οι ερευνηταί τονίζουν τη βέβαιότητα η οποία δείχνει ότι αυτή η γραμμή αρχόντων αντικατέστησε ένα αρχαιότερο σύστημα πίστεως το οποίο περιελάμβανε την ιδέα ενός υπέρτατου Όντος, Δημιουργού των πάντων. Το νέο σύστημα «εστηρίζετο στο ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη βασιλική οικογένεια, και κατηύθυνε κυρίως στην υποστήριξι των αξιώσεων και της εξουσίας των. Μέσω αυτής, περιεβάλλοντο αυτοί οι ίδιοι με εξουσία πιο σταθερή και πιο εκτεταμένη από την εξουσία των πιο ισχυρών αριστοκρατιών της Ανατολής.»c «Το ιερατείον ήταν μια περίπλοκη ιεραρχία, της οποίας κεφαλή ήταν ο αυτοκράτωρ Ίνκα, ο οποίος ήταν τόσο θείος ώστε μόνο η αδελφή του ήταν αρκετά ιερή για να γίνη σύζυγος του. Οι κυριώτερες θέσεις ύστερ’ από τον αυτοκράτορα εκρατούντο από μέλη της βασιλικής οικογενείας Ίνκα.»d
11 Η ιστορία των Ινδιών δείχνει την ιδία πτώσι από τις πατριαρχικές διατάξεις, διότι, περιγράφοντας την ηγετική τάξι, ένας ιστορικός αναφέρει ότι «αυτοί μόνον είναι ενδεδειγμένοι να επισκοπούν τους θρησκευτικούς τύπους, και χωρίς αυτούς δεν μπορεί να εξακολουθή να τηρήται η επαφή μεταξύ ανθρώπου και θεών. Από τη στιγμή της γεννήσεως του ο Βράχμαν είναι ένα ον ανωτέρας αγιότητας· προορίζεται για υψηλοτέρους σκοπούς από τους άλλους ανθρώπους, και η διάκρισις μεταξύ αυτού και εκείνων πρέπει να εκδηλώνεται σε όλες τις πράξεις και συνήθειες του σ’ όλη του τη ζωή. Αυτός είναι ο φυσικός κύριος όλων των τάξεων.»e
12. Τι έκαμαν τον εαυτό των ιδιοτελείς άρχοντες;
12 Έτσι παρατηρούμε πώς σ’ όλη τη γη ιδιοτελή ανθρώπινα πλάσματα εστάθησαν ως εμπόδια μάλλον παρά μεσολαβηταί μεταξύ Θεού και ανθρώπων, και διεκήρυξαν ότι μόνο μέσω της δικής των μεσολαβήσεως και κατά την αρέσκειά των μπορούσαν άνθρωποι να επιτύχουν ποτέ την εύνοια του ουρανού. Με τη χρήσι μυστηριώδους θρησκευτικής δυνάμεως μπόρεσαν να εγκαθιδρύσουν και να διακρατήσουν καταπιεστική διακυβέρνησι επάνω στους συνανθρώπους των. Τα ιστορικά βιβλία είναι γεμάτα από αφηγήσεις των φρικαλεοτήτων και αθλιοτήτων που έχουν συσσωρευθή επάνω στους υποδουλωμένους υπηκόους εκείνων των μοναρχών, οι οποίοι μετεμφιέζοντο σε διακόνους της δικαιοσύνης.
ΠΙΣΤΟΙ ΠΑΤΡΙΑΡΧΑΙ
13. Εξηγήστε αν ο Νώε ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις του Θεού για πατριαρχικούς ιερείς.
13 Με τη σύγκρισι, παρατηρούμε πόσο αναψυκτικό είναι να στραφούμε στο υπόμνημα των πιστών πατριαρχών, οι οποίοι εξεπλήρωσαν τις ευθύνες των φέροντας τιμή στον Θεό και ευλογία στους ανθρώπους! Πάρτε τον Νώε, παραδείγματος χάριν. Στη γέννησί του είχε προφητευθή γι’ αυτόν ότι θα έφερνε παρηγορία στην οικογένειά του, και τα μεταγέστερα γεγονότα απέδειξαν ότι αυτή η προφητεία ήταν αληθινή. Ήταν ένας εκζητητής του Θεού, τόσο ώστε βρήκε μεγάλη εύνοια στα όμματα του Ιεχωβά. Πολύ επιποθούσε να φθάση τη δικαιοσύνη του Θεού, εφέρετο άψογα στους συνανθρώπους του σε αντίθεσι με τον πονηρό τρόπο του Νεβρώδ, και περιεπάτησε ταπεινά με τον Θεό. Υπήρξε ένας κήρυξ δικαιοσύνης στους συγχρόνους του, δίνοντας έτσι απόδειξι για το βαθύ του ενδιαφέρον για την ευημερία του ανθρωπίνου γένους. Μολονότι η πλειονότης τον αγνόησε και τον εχλεύασε, αυτός είχε την ευλογία να δη τη δική του οικογένεια ν’ ανταποκρίνεται στη διδασκαλία που της είχε δώσει και να επιζήση μαζί μ’ αυτόν από την παγγήινη καταστροφή. Όταν εξήλθε από την κιβωτό της επιβιώσεως, εξήσκησε πιστά το ιερατικό λειτούργημα με το να κατευθύνη τη λατρεία και να προσφέρη θυσία ευγνωμοσύνης στον Ιεχωβά για τον εαυτό του και την οικογένεια του.—2 Πέτρ. 2:5· Γεν. 8:20.
14. Ποια είναι μερικά γεγονότα σχετικά με τον Αβραάμ που δείχνουν ότι ήταν ανήσυχος να εκπληρώση τα θέλημα του Ιεχωβά όσον αφορά τους αρχηγούς των οικογενειών;
14 Η ιστορία του Αβραάμ αποκαλύπτει ότι ήταν μια διακεκριμένη κεφαλή οικογενείας με ένα οξύ αίσθημα των θρησκευτικών ευθυνών του, μολονότι δεν ήταν αυτός ο πρωτότοκος υιός, και ιδιαιτέρως από τη στιγμή, που, επειδή ο πατέρας του Θάρα είχε πεθάνει, αυτός ωδήγησε την οικογένεια του στη γη για την οποία είχε μιλήσει σ’ αυτόν ο Θεός. Όταν ο Ιεχωβά επεβεβαίωσε σ’ αυτόν τη διαθήκη, μέσω της οποίας το σπέρμα του θα κατελάμβανε τη γη όπου αυτός παροικούσε, ο Αβραάμ εκλήθη να εκτελέση ιερατικά καθήκοντα, τοποθετώντας σε τάξι τα σφάγια των θυσιών. (Γεν. 15:9-18) Κατόπιν πάλι, όταν, με τη θαυματουργό επέμβασι του Θεού, ανέθρεψε ένα γυιό και κληρονόμο, ο οποίος παρείχε λαμπρή υπόσχεσι στη γεροντική ηλικία του και κατόπιν διετάχθη να θυσιάση αυτόν τον μονογενή γυιό, τον βλέπομε να ενεργή ως ιερεύς της οικογενείας. Σε όλα τα ταξίδια του ήγειρε θυσιαστήρια για τη λατρεία του Ιεχωβά, επικαλούμενος δημοσία το άγιον όνομα του Θεού του ώστε οι λαοί οι οποίοι ήσαν τότε στη γη Χαναάν να έχουν ακούσει για τον αληθινό Θεό. Εδίδαξε, επίσης, πιστά τον οίκο του ν’ αποδίδη σεβασμό και ν’ αγαπά τον Κυρίαρχο Θεό. Να ενθυμήσθε, επίσης, πώς εξήσκησε το λειτούργημα του μεσολαβητού, όταν παρακαλούσε τον Ιεχωβά υπέρ των δικαίων κατοίκων οι οποίοι πιθανόν να υπήρχαν στην πονηρή πόλι των Σοδόμων πλησίον των Γομόρρων.—Γεν. 12:8· 13:18· 18:19, 22-32.
15. Τι είδους ιερεύς ήταν ο Μελχισεδέκ;
15 Κατόπιν συναντούμε το υπόμνημα του Μελχισεδέκ. Βλέπομε εδώ κάποιον για τον οποίον η Γραφή δεν δίνει γενεαλογία, ούτε καμμιά πληροφορία για το μήκος της ζωής του ή για τον χρόνο του θανάτου του. Αλλά είναι ο πρώτος στη Γραφή που ονομάζεται «ιερεύς,» συγκεκριμένως «ιερεύς του Θεού του Υψίστου,» από το οποίο μπορούμε να συμπεράνωμε ότι στο βασίλειο της Σαλήμ διετήρησε με πιστότητα τη λατρεία του αληθινού Θεού, παραμένοντας αποχωρισμένος από τις ανήθικες, εξευτελιστικές θρησκευτικές συνήθειες των ειδωλολατρών Χαναναίων που ευρίσκοντο γύρω του. Εξήλθε για να συναντήση και να ευλογήση τον νικηφόρον Αβραάμ καθώς αυτός επέστρεφε από τη διάσωσι του Λωτ. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κατευθύνθηκε από τον Ιεχωβά να ενεργήση έτσι, και, δείχνοντας ότι και ο Αβραάμ αντελήφθη έτσι την κατάστασι, ο πατριάρχης εκείνος απέδωσε στον ιερέα-βασιλέα της Σαλήμ, γενναιόδωρη μερίδα, ένα δέκατον από όλα τα λάφυρα που είχε λάβει από την ηττημένη κοινοπραξία των βασιλέων του βορρά.—Γεν. 14:18-20.
16, 17. Τι ήταν εκείνο που ήταν αρεστό στον Ιεχωβά σχετικά με την πορεία του Ισαάκ και του Ιακώβ;
16 Ο Ισαάκ και ο Ιακώβ παρέμειναν προσκολλημένοι στη διδασκαλία του Αβραάμ, και ο καθένας στη δική του γενεά εξεδήλωνε πιστότητα στο ‘χρίσμα’ του από τον Θεό, την αποστολή του να έχη κάποιο μέρος στην προετοιμασία και την οικοδομή ενός σπέρματος ή αγίου έθνους το οποίο τελικά θα κληρονομούσε τη γη της επαγγελίας. Συνεχώς ελάμβαναν κατεύθυνσι και προστασία από τον Ιεχωβά ως ειδικοί αντιπρόσωποί του. Γι’ αυτούς, η Γραφή λέγει πώς οι οφθαλμοί του Ιεχωβά ήσαν επάνω των για καλό: «Δεν αφήκεν άνθρωπον να αδικήση αυτούς· μάλιστα υπέρ αυτών ήλεγξε βασιλείς, λέγων, Μη εγγίσητε τους κεχρισμένους μου, και μη κακοποιήσητε τους προφήτας μου.» (Ψαλμ. 105:14, 15) Και αυτοί, επίσης, ετήρησαν αυστηρώς το θέλημα του Θεού γι’ αυτούς, δηλαδή, να παραμείνουν στη χώρα εκείνη ως προσωρινοί κάτοικοι, σε αντίθεσι με τους απλήστους, υλιστικούς σφετεριστάς στη Χαναάν. Προΐσταντο της αληθινής λατρείας και την προωθούσαν στους οίκους των. Οπουδήποτε και αν μετέβαιναν, παρουσίαζαν μια εξαιρετικά αξιέπαινη αντανάκλασι του Θεού τον οποίον ελάτρευαν.
17 Στην αρχή της εφηβικής του ηλικίας ο Ιακώβ περιγράφεται ως «άνθρωπος απλούς, κατοικών εν σκηναίς.» (Γεν. 25:27) Το ότι αυτός, μολονότι δεν ήταν ο πρωτότοκος γυιός, είχε μεγάλη εκτίμησι για την ευλογία και την εύνοια του Ιεχωβά, και ότι συγχρόνως διέκρινε την πλήρη αδιαφορία του αδελφού του Ησαύ γι’ αυτά τα πράγματα, μπορεί να γίνη αντιληπτό από τις διαπραγματεύσεις για την κατοχή των πρωτοτοκίων. Το υλικό πλεονέκτημα δεν εφαίνετο τόσο πολύ μεγάλο στη διάνοια του όσο τα πολύτιμα προνόμια και οι ευθύνες που θα μετεβιβάζοντο κατάλληλα στον κληρονόμο του πιστού Ισαάκ. Η βαθιά εκτίμησις του Ιακώβ για όλη την προστατευτική φροντίδα, με την οποία τον είχε περιβάλει ο Ιεχωβά όλους αυτούς τους ταραχώδεις καιρούς, τον ώθησαν να υποσχεθή να δίνη τακτικά ένα δέκατο από το εισόδημα του στην υπηρεσία της αληθινής λατρείας. (Γεν. 28:22) Μεταξύ των ειδικών διαταγμάτων του Θεού, που εδόθησαν μέσω του πιστού εκπροσώπου, δεν ήσαν μικρότερης σπουδαιότητος οι ευλογίες που εχορηγήθησαν στους γυιούς του λίγο πριν από τον θάνατο του.—Γεν. 49:1-28.
18. Πώς ο Ρουβήν έγινε μόνος του ακατάλληλος για τα προνόμια των πρωτοτοκίων, και με ποιο αποτέλεσμα;
18 Σύμφωνα με το πατριαρχικό έθιμο ο πρωτότοκος γυιός του, Ρουβήν, έπρεπε να είναι εκείνος που θα κληρονομούσε τα πρωτοτόκια στον Ισραήλ. Εν τούτοις, ο Ρουβήν κατέστησε ο ίδιος τον εαυτό του ακατάλληλο, όταν διέπραξε πορνεία με την παλλακήν του ιδίου του πατρός του, την μητέρα μερικών αδελφών του. Έτσι έδειξε τελεία περιφρόνησι για το δικαίωμα των ιερών σχέσεων μέσα στον οίκο του πατρός του. Ήταν, επομένως, ακατάλληλος για να δίνη την πρέπουσα ηγεσία ως κάτοχος των πρωτοτοκίων. (Γέν. 49:4) Έτσι, η διπλή μερίδα των πρωτοτοκίων εδόθη αργότερα στον Ιωσήφ, η εξουσία εδόθη στον Ιούδα, και το ιερατείο στον οίκο του Λευί. Ακόμη και όταν οι απόγονοι του Ρουβήν, Δαθάν και Αβειρών, προσπάθησαν στην εποχή του Μωυσέως να διεκδικήσουν το χαμένο δικαίωμα της εξουσίας, ο Ιεχωβά ενήργησε ταχέως για να υποστηρίξη τον λόγο του που είχε δώσει μέσω του Ιακώβ. Εκείνοι οι Ρουβηνίται επλήρωσαν με τη ζωή των το τόλμημα των ν’ αμφισβητήσουν το δικαίωμα του Ιεχωβά να υποβιβάζη εκείνους οι οποίοι τον δυσαρεστούν και να εξυψώνη εκείνους οι οποίοι τον ευαρεστούν.—Αριθμοί κεφ. 16.
19. Τι μπορούμε να συμπεράνωμε για τον Ιώβ από το υπόμνημα των πειρών του;
19 Ως ένας του οποίου η υπομονή και η ευσέβεια είχαν πράγματι τεθή σε δοκιμασία από ένα συνδυασμό συμφορών, οι οποίες τον άφησαν άτεκνο, χωρίς φίλους και με το μαρτύριο των φρικτών πόνων της ασθενείας, ο Ιώβ λάμπει ως ένας ακόμη αληθινός λάτρης του Θεού. Στην οικογένεια και τις γνωριμίες του συνιστούσε την αξία του Θεού του, και ποτέ δεν τον κατηγορούσε με τον παραλογισμό ότι αυτός επέτρεπε τα τρομερά κτυπήματα που υφίστατο ο Ιώβ. Ανόμοια με τους απίστους ιερείς των αρχαίων και συγχρόνων καιρών, δεν κατηγορούσε τον Θεό ότι έσφαλλε επιτρέποντας το κακό. Ακόμη και στην προηγουμένη κατάστασι της ευημερίας του είχε πάντοτε υπ’ όψι του τη στάσι των τέκνων του ενώπιον του Θεού, και ήταν άγρυπνος να προσφέρη θυσίες υπέρ αυτών, μήπως, όπως ο ίδιος έλεγε, «οι υιοί μου ημάρτησαν, και εβλασφήμησαν τον Θεόν εν τη καρδία αυτών.» (Ιώβ 1:5) Όταν υφίστατο τις συκοφαντίες των εναντιουμένων, υπεστήριξε τη δικαιοσύνη και το όνομα του Ιεχωβά. Τελικά, όταν ο Ιώβ θεραπεύθηκε κι ελευθερώθηκε από όλες τις θλίψεις του, η ζωή των επικριτών του με την οξεία γλώσσα εξηρτάτο από τη δική του προσευχή για την αποδοχή των θυσιών των μετανοίας ενώπιον του Θεού. Το έσχατο τέλος του Ιώβ ασφαλώς δείχνει ότι είχε ευαρεστήσει τον Ιεχωβά στην υπηρεσία του ως ιερέως και κεφαλής της οικογενείας.—Ιώβ 42:8, 12.
20. Παρουσιάστε τα γεγονότα της ζωής του Μωυσέως, που αποδεικνύουν ότι ήταν ένας πιστός υποστηρικτής των σκοπών του Θεού.
20 Στην προχωρημένη ηλικία των ογδόντα ετών ανετέθη στον Μωυσή από τον άγγελο του Ιεχωβά να γίνη προφήτης, ελευθερωτής, άρχων, μεσίτης και ιερεύς στο έθνος Ισραήλ. (Ψαλμ. 99:6) Ο πρώτος διορισμός του ήταν να οδηγήση το τυπικό εκείνο έθνος έξω από τη δουλεία της Αιγύπτου. Ως μεσίτης μεταξύ των σκληροτραχήλων ομοεθνών του Ισραηλιτών και του Ιεχωβά ώφειλε να επεμβαίνη, επανειλημμένως, για ν’ αποτρέψη τα καταστρεπτικά κτυπήματα, τα οποία εσκόπευε να επιφέρη ο Ιεχωβά σ’ ένα απειθή και αχάριστο λαό. (Έξοδ. 32:10-14· Αριθμ. 14:11-19) Μ’ αυτή την ιδιότητα εχρησίμευσε, επίσης, ως μεσίτης της διαθήκης του Θεού με το έθνος Ισραήλ ενώ δεν είχε γίνει ακόμη καμμιά άλλη προμήθεια για ένα εθνικό ιερατείο. Ως ένας αξιόπιστος αγγελιαφόρος ανεκοίνωσε ολόκληρη τη συμβουλή του Θεού στο λαό, και επέμεινε στη συμμόρφωσί των με τις θείες απαιτήσεις. Δαπανήθηκε προθύμως στο έργο της απονομής δικαιοσύνης στις πελώριες κατασκηνώσεις των. Ήταν ζηλωτής στην υπεράσπισι της δικαίας λατρείας και ταχύς στο να ενεργήση εναντίον εκείνων οι οποίοι την έβλαπταν. Με όλη την ευθύνη του και τα θεόδοτα προνόμια που απελάμβανε, δεν υπάρχει ούτε ίχνος ιδιοτελούς φιλοδοξίας στο υπόμνημα που αφορά αυτόν. Μπορούσε να εξακολουθή να λέγεται «πραΰς σφόδρα υπέρ πάντας τους ανθρώπους, τους επί της γης.»—Έξοδ. 18:17, 18· 32:32· Αριθμ. 12:3.
21. Ποια εκλογή είχε ο Μωυσής, και ποια κατάλληλη εκλογή έκαμε;
21 Ας ενθυμούμεθα ότι ο Μωυσής είχε διδαχθή όλη την σοφία της Αιγύπτου στην αυλή του Φαραώ. Είχε την ευκαιρία να παρατηρήση τις ιερατικές τάξεις της χώρας εκείνης με όλα τα σχέδια που είχαν να ελέγχουν τον λαό και αυτοί να πλουτίζουν, ενώ υπεστήριζαν πάντοτε τον καταπιεστικόν άρχοντα ως τον ευνοούμενο των θεών. Μολονότι η οδός της προσωπικής φιλοδοξίας θα μπορούσε να φέρη σ’ αυτόν πλούτη και δύναμι στην Αίγυπτο, προτίμησε να συνταυτισθή με τον λαό του Ιεχωβά και να δεχθή τους ονειδισμούς, οι οποίοι θα είχαν συσσωρευθή επάνω σ’ ένα λαό του οποίου ο Θεός δεν του είχε καν προμηθεύσει μια χώρα, που να είναι δική του. Οι Αιγύπτιοι χλευασταί δεν αντελαμβάνοντο καθόλου τι επεφυλάσσετο σ’ αυτούς και στην υπερήφανη χώρα των.—Εβρ. 11:24-26.
22. Μολονότι ο Ιεχωβά εξακολουθούσε να επικοινωνή μέσω αγγέλων μ’ εκείνους που αγαπούσαν δικαιοσύνη, ποια ερωτήματα ζητούσαν απάντησι, και ποια ελπίδα προσεγγίσεως στον Θεό υπήρχε;
22 Ως την εποχή του Μωυσέως η εύνοια της επικοινωνίας με τον Δημιουργό με τη βοήθεια αγγελικών αγγελιαφόρων δεν είχε περιορισθή παρά σε λίγους μόνο ευσεβείς οίκους. Μολονότι αυτό βοήθησε να τηρήται ζώσα η πίστις σ’ ένα μεγάλο και αγαθοποιό Θεό, ωστόσο υπήρχαν τόσο πολλά ερωτήματα αναπάντητα. Πώς μπορούσαν ατελείς άνθρωποι να συμφιλιωθούν με τον αγνό Δημιουργό των; Θα μπορούσε ποτέ να καταργηθή ο φραγμός που υπήρχε μεταξύ αυτών και του Θεού και τον οποίο τέλειοι άγγελοι και πιστοί αλλά ατελείς πατριάρχαι ήσαν ανίκανοι να καταργήσουν; Πώς θα μπορούσε να καταργηθή η δουλεία στην αμαρτία και τον θάνατο; Θα εξακολουθούσαν έτσι οι γονείς των ανθρώπων ν’ ανθίζουν ως ο χόρτος και να παραμένουν για λίγο καιρό και κατόπιν να πεθαίνουν; Αυτοί οι ίδιοι οι πιστοί αρχηγοί οικογενειών θα έκαναν συχνά στοχασμούς επάνω σ’ αυτά τα ερωτήματα καθώς θα παρατηρούσαν στον ουρανό τη νύκτα και θ’ αντελαμβάνοντο λίγο την απεραντοσύνη της δημιουργίας του Θεού. Δεν μπορούσαν παρά ν’ αναμένουν υπομονητικά ωσότου ο Ιεχωβά αποκαλύψη τους σκοπούς του σ’ αυτούς βήμα προς βήμα. Αυτός είχε δώσει στους δούλους του εκ των προτέρων πληροφορία για τον μεγάλο Κατακλυσμό, για την καταστροφή της γης των Σοδόμων και για μια βεβαία απελευθέρωσι από τη γη της Αιγύπτου. Είχαν πράγματι ένα Θεό ο οποίος μπορούσε να εκπληρώση τον λόγο του και θα το έκανε. Ασφαλώς αυτό αποτελούσε αρκετή βάσι για να ελπίζουν ότι στον ωρισμένο καιρό Αυτός θ’ απεκάλυπτε τον τρόπο προσεγγίσεως στη ζωή και ειρήνη μαζί Του!
[Υποσημειώσεις]
a Η Θρησκεία της Βαβυλωνίας και της Ασσυρίας, υπό Μ. Τζάστρω, σελ. 374 (στην Αγγλική).
b Αρχαίες Θρησκείες (Έκδ. 1750), έκδοτης Β. Φερμ, σελίδες 37, 293 (στην Αγγλική).
c Νέο Μηνιαίο Περιοδικό του Χάρπερ, Ιούνιος 1853, Το Αρχαίον Περού—ο Λαός Του και τα Μνημεία Του (στην Αγγλική).
d Αρχαίες Θρησκείες (Έκδ. 1750), έκδοτης Β. Φερμ, σελίδες 37, 293 (στην Αγγλική).
e Ιστορία της Θρησκείας, υπό Άλλαν Μένζις, σελ. 337 (στην Αγγλική).
[Εικόνα στη σελίδα 525]
Σ’ ένα όνειρο εδείχθη στον Ιακώβ ότι οι άγγελοι έχουν μέρος στην επικοινωνία του Θεού με τον άνθρωπο
[Εικόνα στη σελίδα 528]
Ο Νώε ωδήγησε την οικογένεια του σε λατρεία