Η Ευτυχία του Έθνους, του “Οποίου ο Θεός Είναι ο Ιεχωβά”
«Μακάριον το έθνος, του οποίου ο Θεός είναι ο Ιεχωβά· ο λαός, τον οποίον έκλεξε δια κληρονομίαν αυτού.»—Ψαλμ. 33:12, ΜΝΚ.
1. (α) Τι είναι πιθανόν να σκέπτωνται οι παλαιότεροι για τον κόσμο πριν από το 1914; (β) Ποια υπήρξε η κατάστασις πραγμάτων από το έτος εκείνο;
ΕΥΤΥΧΙΑ σήμερα; Υπάρχει κάποιο έθνος στη γη, το οποίο είναι ευτυχισμένο σήμερα; Πράγματι, ποιο έθνος θα μπορούσε να είναι ευτυχισμένο μ’ ένα κόσμο που βρίσκεται σ’ αυτή την κατάστασι σήμερα; Οι πιο ηλικιωμένοι άνθρωποι ίσως ν’ αναπολούν τις επίγειες συνθήκες των παλαιοτέρων χρόνων πριν από την έκρηξι του παγκοσμίου πολέμου το θέρος του 1914 και ν’ αναφωνούν: «Τι ευτυχισμένες ημέρες ήσαν εκείνες!» Και, πράγματι, τότε πριν από εκείνη την πρώτη παγκόσμιο σύρραξι υπήρχαν μερικά έθνη που ως σύνολο είχαν διάθεσι να είναι ευτυχισμένα, ή τουλάχιστον χαρούμενα. Αλλά δεν συμβαίνει αυτό σήμερα. Διότι από το 1914 μ.Χ. τα έθνη υπήρξαν συνεχώς σε μια κατάστασι αβεβαιότητος, ανησυχίας, ελλείψεως ασφαλείας, υποψίας και φόβου, και αυξανομένης δυσφορίας, με τους πολιτικούς άρχοντας και τους θρησκευτικούς ηγέτας να μη γνωρίζουν τη διέξοδο από τον διεθνή κυκεώνα και από τα ανθρωπίνως άλυτα προβλήματα. Για τη νεωτέρα γενεά της εποχής μας, της οποίας οι ελπίδες πρέπει να συνδέωνται με το μέλλον, η άποψις γίνεται ολοένα πιο απελπιστική. Για ν’ απολαύσουν τη ζωή αισθάνονται την ανάγκη να φύγουν από το παρόν, κι έτσι τώρα είναι καιρός να έχουν μια ανεμπόδιστη εντρύφησι!
2-4. (α) Παρά τα παγκόσμια προβλήματα, υπάρχει πράγματι ένα ευτυχισμένο έθνος σήμερα, και ποιό ενόμισαν μερικοί ότι είναι αυτό το έθνος; (β) Ποια προβλήματα αντιμετώπισε αυτό το ιδιαίτερο έθνος από την εποχή της εγκαταστάσεως του τριακοστού τετάρτου προέδρου του;
2 Παρ’ όλα αυτά, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, υπάρχει ένα ευτυχισμένο έθνος, το οποίο μπορεί να βρεθή, η δε ευτυχία και η χαρά του αυξάνουν καθώς η παγκόσμιος κατάστασις προχωρεί προς το αναπόφευκτο αποκορύφωμά της. Οι άνθρωποι, οι οποίοι προσκολλώνται τώρα σ’ αυτό το ευνοούμενο έθνος, βρίσκουν ευτυχία τώρα. Ποιο είναι αυτό το έθνος, και ποια είναι η αιτία της ευτυχίας του;
3 Όχι, δεν πρόκειται για το πιο ισχυρό έθνος το οποίο ευημερεί περισσότερο στη γη σήμερα. Εν τούτοις, ότι αυτό ήταν ένα ευτυχισμένο έθνος και ότι θα ήταν ευτυχισμένο, μπορούσε να υπονοηθή με ό,τι έλαβε χώραν την ημέρα της εγκαταστάσεως ενός προέδρου του στην πρωτεύουσα του έθνους, την Ουάσιγκτων, την 20ή Ιανουαρίου 1957. Ο τριακοστός τέταρτος πρόεδρος του έθνους εγκαθίστατο στο αξίωμά του για τη δευτέρα του περίοδο. Σύμφωνα με τη συνήθεια, έδινε τον νενομισμένο όρκο με το δεξιό χέρι του επάνω σε μια ανοικτή Αγία Γραφή. Αυτή η Αγία Γραφή δεν ήταν η Βρεττανική Βίβλος του Βασιλέως Ιακώβου ή Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασις, αλλά η Αμερικανική Στερεότυπη Μετάφρασις της Αγίας Γραφής που έχει εκδοθή το 1901 μ.Χ. Αυτό το ιδιαίτερο αντίτυπο του είχε δοθή από την ευσεβή μητέρα του όταν επρόκειτο ν’ αποφοιτήση από την εθνική Στρατιωτική Ακαδημία του Ουέστ Πόιντ, Νέας Υόρκης, το 1915, το δεύτερο έτος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Είχε θέσει σκοπίμως το χέρι του στον Ψαλμό 33:12, ο οποίος, στην Αμερικανική Στερεότυπη Μετάφρασι, λέγει τα εξής: «Μακάριον το έθνος, του οποίου ο Θεός είναι ο Ιεχωβά· ο λαός, τον οποίον έκλεξε για κληρονομίαν αυτού.» Στη μεταγενέστερη έκδοσί της του 1939, η Μία Αμερικάνικη Μετάφρασις αρχίζει αυτό το εδάφιο ως εξής: «Πόσον μακάριον είναι το έθνος . . . »—Βλέπε εφημερίδα Τάιμς Νέας Υόρκης της 21ης Ιανουαρίου 1957.a
4 Μ’ αυτή τη χειρονομία, είναι πιθανόν, ο επαναδιωρισμένος πρόεδρος να είχε υπαινιχθή ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ήσαν το ευλογημένο ή μακάριο έθνος ή ότι αυτός θα υπηρετούσε ως πρόεδρος για να το κάμη ευλογημένο ή μακάριο. Αλλά στις δύο τετραετείς περιόδους που υπηρέτησε ως πρόεδρος ωδήγησε το έθνος στην ευλογία ή τη μακαριότητα που αναφέρονται στον Ψαλμό 33:12; Στη διάρκεια της πρώτης περιόδου των καθηκόντων του το έθνος του ενεπλάκη στις σκληρές πολιτικές διαμάχες του Βορείου και Νοτίου Βιετνάμ. (Βλέπε Δη Αμερικάνα Άνιουαλ, 1956, σελίς 356, σχετικά με την Ινδοκίνα και κάτω από την επικεφαλίδα «Κυριώτερα Γεγονότα του 1955») Ούτε είχαν παύσει οι δυσκολίες με τη Βόρειο Κορέα. Άλλες δυσχέρειες του έθνους, εσωτερικές και εξωτερικές εγχώριες και ξένες, πολλαπλασιάσθηκαν από τότε. Γιατί, λοιπόν, δεν πραγματοποιήθηκε από τότε η ευλογία, η ευτυχία την οποία ηύχετο ο πρόεδρος κατά τη δευτέρα εγκατάστασί του το 1957; Γιατί το έθνος δεν απεδείχθη άξιο αυτής της ευτυχίας;
5. (α) Ποιο είναι, το μυστικό του έθνους για την ευτυχία του οποίου ομιλεί ο Ψαλμός 33:12, κι έτσι ποιες κατάλληλες ερωτήσεις τίθενται; (β) Έχει καμμιά άλλη επίγεια κυβέρνησις τ’ απαιτούμενα προσόντα για να είναι το μακάριον έθνος του Θεού;
5 Κάποια βασική απαίτησις έχει παραβλεφθή, αγνοηθή. Αν επανεξετάσωμε τον Ψαλμό 33:12, μπορούμε εύκολα να ιδούμε ποια είναι η πραγματική κλείδα για την ευτυχία ενός έθνους. Το μυστικό είναι ο Θεός του και το να είναι αυτό η εκλεκτή του κληρονομία. Το εδάφιο λέγει σαφώς ότι δεν είναι ‘Μακάριον το πιο πλούσιο και το πιο ισχυρό στρατιωτικό έθνος,’ αλλά: «Μακάριον [ή, Ευτυχές] το έθνος, του οποίου ο Θεός είναι ο Ιεχωβά, ο λαός, τον οποίον έκλεξε δια κληρονομίαν αυτού.» (ΑΣ· ΜΑΜ) Έτσι, πολύ κατάλληλα ερωτούμε: Ωδήγησε ο τριακοστός τέταρτος πρόεδρος το έθνος του στο να εκλέξη τον Ιεχωβά για Θεόν του; Από το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής αυτό το έθνος έχει χαρακτηρισθή ως ένα «Χριστιανικό έθνος,» αλλά έχει λατρεύσει τον Ιεχωβά ως Θεόν του και απεδείχθη ότι είναι «ο λαός, τον οποίον έκλεξε δια κληρονομίαν αυτού»; Πού είναι τα γεγονότα που θα επιτρέψουν να δοθή μια απάντησις Ναι! ακόμη και αν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής είναι το ηγετικό έθνος στον «Χριστιανικό κόσμο»; Τέτοια γεγονότα δεν μπορούν να βρεθούν. Ούτε μπορούν να βρεθούν σε κανένα από τα άλλα 197 έθνη μεταξύ των οποίων το όνομα του Ιεχωβά έχει διακηρυχθή από τους μάρτυρας του επί πολλά έτη, ούτε ακόμη και στη Δημοκρατία του Ισραήλ.
6. Όπως τονίζουν τα εδάφια Ψαλμός 33:10, 16, 17, από τι δεν εξαρτάται το «μακάριον» έθνος του Θεού, αποκλείοντας έτσι ποιο ως το ενδεδειγμένο «μακάριον» έθνος του Θεού;
6 Αν εξετάσωμε τα γειτονικά εδάφια του Ψαλμού 33:12, θα παρατηρήσωμε τις εξής περαιτέρω σημαντικές λεπτομέρειες για ένα ευτυχισμένο έθνος: «Ο Ιεχωβά ματαιόνει την βουλήν των εθνών, ανατρέπει τους διαλογισμούς των λαών. Δεν σώζεται βασιλεύς δια πλήθους στρατεύματος· ο δυνατός δεν ελευθερούται δια της μεγάλης αυτού ανδρείας. Μάταιος ο ίππος προς σωτηρίαν· και δια της πολλής αυτού δυνάμεως δεν θέλει σώσει.» (Ψαλμ. 33:10, 16, 17, ΜΝΚ) Αυτό σημαίνει ότι το «μακάριον» έθνος δεν θα εξηρτάτο από τις στρατιωτικές δυνάμεις αυτού του κόσμου, αλλά η σωτηρία του από την εχθρική συμβουλή των εθνών και τις κακόβουλες σκέψεις των λαών θα προήρχετο από τον Θεόν του Ιεχωβά, όχι από ισχυρούς πολεμιστάς και ζωηρούς πολεμικούς ίππους. Δεν είναι αυτά τα χαρακτηριστικά που διακρίνουν τα έθνη και τους λαούς αυτού του κόσμου στην πιο βαριά εξωπλισμένη περίοδο ολοκλήρου της ανθρωπίνης ιστορίας. Τα έθνη και οι λαοί στενάζουν κάτω από το φορτίο που τους έχει επιβληθή εξαιτίας των δαπανών και των απαιτήσεων των επί των στρατιωτικών, ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων υπουργείων των. Άσχετα με τις προσευχές των παπών, των ιερέων, και άλλων θρησκευτικών κληρικών των και άλλων, δεν αντιλαμβάνονται ότι ο Ιεχωβά Θεός τους σώζει χωρίς τον μιλιταρισμό.
7. Πώς μπορούμε να βοηθηθούμε για να καθορίσωμε ποιο είναι το μακάριο έθνος του Ψαλμού 33:11 και τι διαπιστώνομε ότι μας λέγει η Αγία Γραφή γι’ αυτό το ζήτημα;
7 Σ’ αυτές τις ημέρες, οπότε ο εθνικισμός και η πατριωτική έπαρσις σαρώνουν πέρα ως πέρα ολόκληρη τη γη, ποιο έθνος μπορεί να δείξη τον εαυτό του ως το έθνος και τον λαό που επάνω τους εκπληρώνεται σήμερα η διακήρυξις του Ψαλμού 33:12; Ποιο, πράγματι, είναι το «μακάριον» έθνος, ο ‘εκλεκτός’ λαός; Θα μας βοηθήση να το βρούμε, αν ρίψωμε βλέμμα στο παρελθόν, στο έθνος, του οποίου ο θεόπνευστος συγγραφεύς του Ψαλμού 33 ήταν μέλος, διότι αυτός έγραψε σχετικά με το δικό του έθνος. Από την αρχή της εθνικής του ιστορίας αυτό ευνοήθηκε με θαυμαστές απελευθερώσεις από αυτόν τον Θεό, ο οποίος μόνος φέρει το όνομα Ιεχωβά. Τι δραματική απελευθέρωσις ήταν εκείνη, ακριβώς κατά τη γέννησι του έθνους, όταν αυτό απελευθερώθη από την αιχμαλωσία και δουλεία στην Αίγυπτο μετά τον εορτασμό του Πάσχα κατά το έτος 1513 π.Χ., πράγμα που είχε ως συνέχεια όχι πολλές ημέρες αργότερα την εκπληκτική απελευθέρωσι μέσ’ από την κοίτη της Ερυθράς Θαλάσσης που είχε αποξηρανθή προς τη Χερσόνησο του Σινά, ενώ οι στρατιωτικώς ωργανωμένες δυνάμεις των Αιγυπτίων επνίγησαν ως τρωκτικά μέσα στα ύδατα της θαλάσσης που είχαν πάλι ενωθή! Κανένα άλλο έθνος στην αρχαία ή νεώτερη ιστορία δεν μπορεί να υποδείξη μια τέτοια απελευθέρωσι ή οτιδήποτε σαν αυτό στην εθνική του ιστορία. Η ανατολική όχθη της Ερυθράς Θαλάσσης ήταν η σκηνή μεγάλης ευτυχίας για το έθνος που είχε θαυματουργικά διασωθή. Αληθώς ο Ιεχωβά Θεός τους είχε εκλέξει!—Έξοδ. 12:1 έως 15:21.
8. Πότε ωργανώθηκε ο υπό τον Μωυσή λαός ως ένα έθνος, και ποια ήταν η πρώτη εντολή που του εδόθη από τον Θεό;
8 Τον τρίτον μήνα μετά την απελευθέρωσί των από την Αίγυπτο, ο λαός αυτός υπό την ηγεσία του προφήτου Μωυσέως συναθροίσθηκε στους πρόποδες του Όρους Σινά στην Αραβική Χερσόνησο. Εκεί ωργανώθηκαν πραγματικά σε έθνος, χωριστό και διακεκριμένο από όλα τα άλλα έθνη της γης. Εκεί ευνοήθηκαν με το άκουσμα φωνής από τον Θεό που διεκήρυττε τις περίφημες Δέκα Εντολές, οι οποίες κατόπιν εδόθησαν σε γραπτή μορφή επάνω σε λίθινες πλάκες, των οποίων το γράψιμο έγινε, όχι από τον προφήτη Μωυσή, αλλά με «τον δάκτυλον του Θεού.» Αυτές οι Δέκα Εντολές ήσαν οι πρώτοι νόμοι του νομικού συμβολαίου ή διαθήκης που είχε γίνει μεταξύ του έθνους και του ουρανίου του Ελευθερωτού. Η Πρώτη από αυτές τις Δέκα Εντολές επέμενε ότι Αυτός πρέπει να είναι ο Θεός των. Είχε ως εξής: «Εγώ είμαι Ιεχωβά ο Θεός σου, ο εξαγαγών σε εκ γης Αιγύπτου, εξ οίκου δουλείας. Μη έχης άλλους θεούς πλην εμού.» Κανείς άλλος θεός δεν είχε μετάσχει στην απελευθέρωσι των, κι έτσι ο Ιεχωβά είχε δικαίωμα να ζητή την αποκλειστική των αφοσίωσι.—Έξοδ. 19:1 ως 20:18, ΜΝΚ.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΙΣ ΕΝΟΣ ΕΘΝΟΥΣ
9. Πώς αυτό το έθνος μπορούσε να εξακολουθήση σε μια ευτυχισμένη κατάστασι, και πώς τους εβοήθησε ο Ιεχωβά;
9 Εφ’ όσον το έθνος παρέμενε πλησίον του Ιεχωβά ως του Θεού των, αυτοί ήσαν ευτυχείς. Όσον καιρό εκτελούσαν το μέρος των στο εθνικό τους συμβόλαιο ή διαθήκη, όπως αυτή είχε συναφθή με μεσίτη τον προφήτη Μωυσή, ευημερούσαν στη γη που έρρεε γάλα και μέλι και στην οποίαν ο Θεός των τους είχε φέρει, κατά το 1473 π.Χ. Όταν διέρρηξαν τους νόμους και τις εντολές της εθνικής των διαθήκης κι εστράφησαν στη λατρεία των ψευδών θεών των γύρω εθνών, εισήλθαν σε δυσκολίες. Πιστός στη διαθήκη του, ο Ιεχωβά Θεός ήγειρε ειδικούς κριτάς για να τους απελευθερώνη από το χέρι των εχθρών των. Ήγειρε τους αφόβους, θαρραλέους προφήτας του για να τους προειδοποιούν περί της μωρίας μιας εσφαλμένης πορείας και περί των τρομερών συνεπειών που θα επήρχοντο απ’ αυτήν. Επειδή εταλαντεύοντο μεταξύ της λατρείας του μόνου ζώντος και αληθινού Θεού και των ψευδών δαιμόνων θεών, το έθνος είχε τις περιπέτειές του. Λόγω της αγαθότητος του Θεού προς το έθνος, ο δεύτερος βασιλεύς των, δηλαδή, ο Δαβίδ, ο υιός του Ιεσσαί του Βηθλεεμίτου, έγραψε: «Μακάριος ο λαός του οποίου Θεός είναι ο Ιεχωβά!»—Ψαλμ. 144:15, ΜΝΚ.
10. Πότε έφθασε στο αποκορύφωμα της η ευτυχία αυτού του έθνους, αλλά ποια γεγονότα ωδήγησαν στην πτώσι του Έθνους ως του ‘μακαρίου’ έθνους του Θεού;
10 Η ευτυχία αυτή του εκλεκτού λαού του Θεού έφθασε στο αποκορύφωμά της στη διάρκεια της βασιλείας του υιού και διαδόχου του Δαβίδ, του Βασιλέως Σολομώντος της Ιερουσαλήμ. (1 Βασ. 4:20-25) Αυτή η ευτυχία του έθνους εχάθη επειδή οι άρχοντες και ο λαός υπεχώρησαν στη λατρεία των δαιμόνων. Εφήμερες αναρρώσεις από τέτοιες υποτροπιάσεις μέσα στην ψευδή λατρεία δεν απεδείχθησαν εντελώς επαρκείς ώστε να σώσουν το έθνος από τη συμφορά για την οποία ο Ιεχωβά Θεός τους είχε προειδοποιήσει με τους όρους της ιεροπρεπούς διαθήκης του με το έθνος. Στον καθωρισμένον απ’ αυτόν χρόνον, αυτός ο ίδιος εχειρίσθη την ανατροπή της εκλεκτής του γραμμής βασιλέων, την καταστροφή της πρωτευούσης πόλεως Ιερουσαλήμ και την ερήμωσι του εθνικού του εδάφους, την καταστροφή του περίφημου ναού του που είχε οικοδομηθή από τον Βασιλέα Σολομώντα στην Ιερουσαλήμ, και την εξορία στη μακρινή γη της Βαβυλωνίας ενός υπολοίπου που επέζησε.
11. Ποιες προσπάθειες κατέβαλλε ο Ιεχωβά για να σώση τον λαό του, αλλά ποια στάσι έλαβαν αυτοί;
11 Ο Ιεχωβά δεν μπορεί να εμπαίζεται επί χρόνον απεριόριστον ακόμη και από το έθνος και τον λαό που ομολογούν ότι έχουν αυτόν ως Θεόν των. Στο γεγονός αυτό δίδεται έμφασις στο 2 Χρονικών 36:15-21 (ΜΝΚ), όπου περιγράφονται οι τελευταίες ημέρες του ελευθέρου, ανεξαρτήτου έθνους. Εκεί διαβάζομε: «Και παρήγγειλεν εις αυτούς Ιεχωβά ο Θεός των πατέρων αυτών δια χειρός των απεσταλμένων αυτού, εγειρόμενος πρωί και εξαποστέλλων· διότι εφείδετο του λαού αυτού και του κατοικητηρίου αυτού [του ναού]. Αλλ’ αυτοί συνεχούς εχλεύαζον τους απεσταλμένους του αληθινού Θεού, και κατεφρόνουν τους λόγους αυτού, και έσκωπτον τους προφήτας αυτού, εωσού η οργή του Ιεχωβά ανέβη κατά του λαού αυτού, ώστε δεν ήτο θεραπεία.
12. Περιγράψτε το τέλος του έθνους εκείνου που είχε την ευλογία του Θεού.
12 «Διά τούτο έφερεν επ’ αυτούς τον βασιλέα των Χαλδαίων, και εθανάτωσε τους νεανίσκους αυτών εν μαχαίρα εντός του οίκου του αγιαστηρίου αυτών, και δεν εφείσθη νέου ή παρθένου, γέροντος, ή κεκυφότος· πάντας παρέδωκεν εις την χείρα αυτού. Και πάντα τα σκεύη του οίκου του αληθινού Θεού, μεγάλα και μικρά, και τους θησαυρούς του οίκου του Ιεχωβά, και τους θησαυρούς του βασιλέως [Σεδεκία], και των αρχόντων αυτού, τα πάντα έφερεν εις Βαβυλώνα. Και κατέκαυσαν τον οίκον του αληθινού Θεού, και κατέσκαψαν το τείχος της Ιερουσαλήμ, και πάντα τα παλάτια αυτής κατέκαυσαν εν πυρί, και πάντα τα πολύτιμα σκεύη αυτής ηφάνισαν. Και τους εκφυγόντας την μάχαιραν μετώπισεν εις Βαβυλώνα, όπου ήσαν δούλοι εις αυτόν και εις τους υιούς αυτού, μέχρι του καιρού της βασιλείας των Περσών δια να πληρωθή ο λόγος του Ιεχωβά ο δια στόματος Ιερεμίου, εωσού η γη [του Ιούδα] χαρή τα σάββατα αυτής· διότι πάντα τον καιρόν της ερημώσεως αυτής εφύλαττε σάβαττον, εωσού συμπληρωθώσιν εβδομήκοντα έτη.»—Παράβαλε με 2 Βασιλέων 24:20 έως 25:26.
13. Ποια επίδρασι είχε στο όνομα του Ιεχωβά και στον λαό του Θεού η καταστροφή της Ιερουσαλήμ;
13 Με την ανατροπή εκείνη του βασιλείου των, την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού της λατρείας της, την ερήμωσι όλης της γης του Ιούδα, και τη μεταφορά του υπολοίπου των επιζώντων σ’ εξορία στη Βαβυλώνα, το έθνος απέθανε. Επειδή ο Θεός του ήταν διεθνώς γνωστόν ότι είναι ο Ιεχωβά, ο Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, η εθνική αυτή συμφορά έφερε μέγα όνειδος επάνω στο όνομα και την φήμη του Ιεχωβά. Όσον αφορά τους εξορίστους στη Βαβυλώνα, οι ελπίδες των έγιναν ως κοιλάς γεμάτη από ξηρά, διασκορπισμένα οστά, χωρίς καθόλου ανθρώπινη δύναμι για ανάστασι. (Ιεζ. 37:1-12) Η εθνική των εστία στον Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ δεν ήταν πλέον η «γη» ενός λαού με εθνικότητα και που έφερε συνεπώς το όνομα «η γη του Ιούδα.» Έγινε μια χώρα υπό απαγόρευσιν, που την απέφευγαν οι δεισιδαίμονες ξένοι, και η οποία κατέστη εντευκτήριο αγρίων ζώων και πτηνών, έρημος και ζούγκλα. Αυτό είχε προλεχθή στα προειδοποιητικά αγγέλματα των προφητών Ιερεμία και Μιχαία.—Ιερεμ. 32:43· 33:10, 12· Μιχ. 3:9-12· Ιερεμ. 26:18.
14. Ποια ερωτήματα τίθενται, τώρα σχετικά μ’ αυτό το έθνος, και τι είχε ειπεί η προφητεία της Αγίας Γραφής;
14 Θα εγίνετο ποτέ άρσις αυτού του ονείδους κατά του ονόματος του Ιεχωβά ως εθνικού Θεού και του ονόματος του ως Παγκοσμίου Κυριάρχου και θα ενεδύετο αυτό πάλι με δόξα; Θα εγίνετο ποτέ αναγέννησις του έθνους που ήταν συνδεδεμένο με το όνομά του και την κυριαρχία του; Επρόκειτο η υπό απαγόρευσιν, αποφευγόμενη σαν μεταδοτική νόσος, και διαμορφωμένη σαν ζούγκλα γη ν’ αναγεννηθή από την κατάστασί της των ερειπίων και της ερημώσεως για να είναι διεθνώς γνωστή ως η γη του Ιούδα; Όσο σχεδόν αδύνατος μπορεί να εφαίνετο στα ειδωλολατρικά έθνη, ειδικώς την Βαβυλώνα, αυτή η αναγέννησις της γης, του έθνους, και της λατρείας του ναού του Ιεχωβά, ήταν μέσα στις προθέσεις του Ιεχωβά Θεού! Είχε καταγραφή στις Βιβλικές προφητείες του Ιεχωβά Θεού!
15, 16. Τι αισθάνθηκε την ώθησι να προείπη ο Ησαΐας για την Ιερουσαλήμ, και ποια υπόσχεσι είχε κάμει ο Ιεχωβά σχετικά με το λαό τον;
15 Ο προφήτης Ησαΐας ήταν ένας που είχε εμπνευσθή να προείπη με ακριβείς όρους τη θαυματουργική αναγέννησι. Για την παρηγορία του μικρού υπολοίπου που προσεκολλάτο στην καθαρή λατρεία του Ιεχωβά Θεού, ο προφήτης Ησαΐας εκινήθη να προείπη πώς ο Θεός, καθήμενος ως Κριτής κατά το έτος 607 π.Χ., θα ενεργούσε ώστε η ταραχή της εισβολής και καταστροφής να γέμιση την Ιερουσαλήμ και τον ναό της κι έτσι ν’ ανταποδώση στους εχθρούς της λατρείας ό,τι άξιζαν, αλλά κατόπιν, μ’ ένα αξιοσημείωτο τρόπο, το κατεστραμμένο έθνος και η χώρα θ’ ανεγεννώντο. Έλεγε ο Ησαΐας:
16 «Ακούσατε τον λόγον του Ιεχωβά, σεις οι τρέμοντες τον λόγον αυτού· Οι αδελφοί σας, οίτινες σας μισούσι και σας αποβάλλουσιν ένεκεν του ονόματός μου, είπαν, Ας δοξασθή ο Ιεχωβά· πλην αυτός θέλει φανή εις χαράν σας, εκείνοι δε θέλουσι καταισχυνθή. Φωνή κραυγής έρχεται εκ της πόλεως, φωνή εκ του ναού, φωνή του Ιεχωβά, όστις κάμνει ανταπόδοσιν εις τους εχθρούς αυτού. Πριν κοιλοπονήση, εγέννησε· πριν έλθωσιν οι πόνοι αυτής, ηλευθερώθη και εγέννησεν αρσενικόν. Τις ήκουσε τοιούτον πράγμα; τις είδε τοιαύτα; ήθελε γεννήσει η γη εν μια ημέρα; η έθνος ήθελε γεννηθή εν ταυτώ; αλλ’ η Σιών άμα εκοιλοπόνησεν [η Ιερουσαλήμ], εγέννησε τα τέκνα αυτής.»—Ησ. 66:5-8, ΜΝΚ.
17, 18. Πότε έλαβε χώραν η «αναγέννησις», και πώς ήταν ως το θαύμα τού να προκύψη γέννησις πριν από τους πόνους του τοκετού;
17 Προς έκπληξιν όλων των ειδωλολατρικών εθνών, τα οποία μισούσαν την Σιών ή Ιερουσαλήμ, αυτή η θαυμασία «αναγέννησις» έλαβε χώραν κατά το έτος 537 π.Χ., ή ακριβώς εβδομήντα έτη μετά την ερήμωσι της γης του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ ή Σιών. Η αναγέννησις ήλθε πολύ γρήγορα ως εάν δεν είχαν προηγηθή πόνοι γεννήσεως, ως να συνέβη προτού έχουν τον καιρό οι ωδίνες του τοκετού να βασανίσουν το σώμα της μητέρας. Πώς;
18 Η Βαβυλών, που αρνήθηκε ν’ απελευθερώση τους Ιουδαίους από την εξορία, διετήρησε την παγκόσμιο κυριαρχία της έως τη νύχτα της 16 Τισρί (ή 5-6 Οκτωβρίου) του έτους 539, του εξηκοστού ενάτου έτους των προειπωμένων εβδομήντα ετών της ερημώσεως επάνω στον Ιούδα και την Ιερουσαλήμ ή Σιών. Στο πρώτο ήμισυ του εβδομηκοστού έτους, κατά την άνοιξι περίπου, ο Κύρος ο Μέγας, ο Πέρσης κατακτητής της Βαβυλώνος, εξέδωκε το διάταγμά του που επέτρεπε και ενεθάρρυνε τους Ιουδαίους εξορίστους να επιστρέψουν στην προηγούμενη εθνική των εστία για ν’ ανοικοδομήσουν τον ναό του Ιεχωβά με μια ξανακτισμένη πόλι Ιερουσαλήμ ή Σιών. Με το τέλος αυτού του εβδομηκοστού έτους στις αρχές του φθινοπώρου του 537 π.Χ. [1 Τισρί 537 = 28-29 Σεπτεμβρίου π.Χ.] το πιστό υπόλοιπο επανήλθε κι εγκατεστάθη στην αγαπημένη των χώρα, κατοικώντας στις τοποθεσίες πολλών παλαιοτέρων πόλεων.—Έσδρας 1:1 έως 3:6.
19. Τι συνέβη στην Ιερουσαλήμ ύστερ’ από λίγους μόλις μήνες από την απελευθέρωσι;
19 Έτσι δεν υπήρχε καθόλου μακρά περίοδος πόνων γεννήσεως σε μορφή οποιασδήποτε γεμάτης πόνους εγέρσεως εκ μέρους των «τέκνων» της Σιών (ή Ιερουσαλήμ) για ν’ απελευθερωθούν από τη Βαβυλωνιακή εξορία και αγώνος κατά τον δρόμο τους προς παλιννόστησι στην ερημωμένη γη για να επανεγκατασταθούν ως έθνος. Μέσα σε λίγους μήνες μετά το διάταγμα απελευθερώσεως του Κύρου του Μεγάλου, ένα υπόλοιπο αληθών λάτρεων του Ιεχωβά Θεού ήσαν πάλι στη χώρα, η οποία δεν ήταν πια κάτω από την απαγόρευσι του Ιεχωβά. Έγινε η γη ενός λαού με μια τοπική κυβέρνησι, που είχε έναν απόγονο του Ιουδαίου Βασιλέως Δαβίδ ως κυβερνήτη της, και έναν αρχιερέα εξουσιοδοτημένο από τον Ιεχωβά Θεό. Με αυτόν τον τρόπο, με το δικό του έδαφος και τη δική του τοπική κυβέρνησι, το έθνος των λάτρεων του ενός ζώντος και αληθινού Θεού ανεγεννήθη. Υπήρχε πάλι μια Σιών ή Ιερουσαλήμ ως εθνική κυβέρνησις, και αυτή η Σιών είχε τα «τέκνα» της ή κατοίκους και υπηκόους που εκαθάριζαν και καλλιεργούσαν πάλι την εδαφική της περιοχή, τη γη του Ιούδα. Εκεί αποκατεστάθη η λατρεία του Θεού της.
Ο ΙΕΧΩΒΑ ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΙ
20, 21. Τι έκαμε ο Ιεχωβά «εν μια ημέρα» και «εν ταυτώ», και για τη διεκδίκησι τίνος πράγματος;
20 Ποιος άκουσε ποτέ για κάτι σαν αυτό; Ποιος ποτέ είχε ιδεί πράγματα όπως αυτές οι εθνικές, θρησκευτικές εξελίξεις; Όλο αυτό συνέβη αιφνίδια, τόσο απροσδόκητα, και χωρίς προηγούμενο. Αληθώς, χωρίς την ταλαιπωρία των ωδίνων της γεννήσεως, η επίγειος οργάνωσις του Ιεχωβά Σιών παρέδωκε στο βασίλειο της πραγματικότητας το «αρσενικόν» στη μορφή ενός εθνικού σώματος λαού. Γρήγορα, ως «εν μια ημέρα,» μια χώρα με εθνικό προσδιορισμό εγεννήθη από την ερήμωσι. «Εν ταυτώ» ο Παντοδύναμος Θεός Ιεχωβά έκαμε ώστε ένα ωργανωμένο έθνος λαού, που ήταν σε διαθήκη μαζί του, να γεννηθή, ναι, να αναγεννηθή. Επειδή στον καιρόν ακριβώς που επρόκειτο ν’ αρχίσουν οι ωδίνες, η οργάνωσις του Ιεχωβά Σιών εγέννησε τα «τέκνα αυτής,» εκείνους οι οποίοι, απετέλεσαν το «αρσενικόν» έθνος. Τι άλλο ήταν αυτό παρά η εκπλήρωσις της προφητείας του Ιεχωβά, προς διεκδίκησιν του λόγου του ο οποίος ουδέποτε αστοχεί; Αυτός ήταν ο υπεύθυνος γι’ αυτή τη γέννησι από μέρους της επιγείου οργανώσεως του Σιών. Αυτή η γέννησις έπρεπε να έλθη, χωρίς οποιαδήποτε αποβολή ή νεκρογέννησι, ακριβώς όπως αυτός είχε προείπει, λέγων:
21 «Εγώ ο φέρων εις την γένναν, δεν ήθελον κάμει να γεννήση; λέγει, ο Ιεχωβά. ‘Ή, εγώ ο κάμνων να γεννώσιν, ήθελον κλείσει την μήτραν;’ λέγει ο Θεός σου.»
22. Ποιος εμφανίσθηκε στην πραγματικότητα στη σκηνή αυτού του εκπληκτικού γεγονότος, και για την ευλογία τίνος;
22 Σε αρμονία με αυτούς τους λόγους του εδαφίου Ησαΐας 66:9 (ΜΝΚ) δεν επρόκειτο να υπάρξη καμμιά απογοήτευσις για τον Παντοδύναμον Θεό Ιεχωβά κατά την τελευταία και κρίσιμο στιγμή. Και η γραπτή ιστορία αποδεικνύει ότι δεν υπήρξε. Σ’ αυτό το εκπληκτικό γεγονός κανείς άλλος εκτός από τον Ιεχωβά δεν εφάνη επί της σκηνής των διεθνών πραγμάτων για αγαλλίασι εκ μέρους εκείνων ‘οι οποίοι τρέμουν εις τον λόγον του.’ Ενώ οι θρησκευτικοί μισηταί και διώκται των είχαν τεθή σε καταισχύνη, ποια αληθινή αιτία για ανεκλάλητη ευτυχία υπήρχε από μέρους του αναγεννημένου έθνους «του οποίου ο Θεός είναι ο Ιεχωβά»! Η «χαρά του Ιεχωβά» έφθασε να είναι το φρούριόν των.—Νεεμ. 8:10, ΜΝΚ.
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε το βιβλιάριον «Η Θεραπεία των Εθνών Επλησίασε», που εξεδόθη το 1957, σελίς 5, παράγραφος 4