Προσωπική Ωφέλεια από τους Νόμους και τις Αρχές της Βίβλου
«Ο δούλος σου μάλιστα νουθετείται δι’ αυτών· εις την τήρησιν αυτών η ανταμοιβή είναι μεγάλη».—Ψαλμ. 19:11.
1. Κάτω από ποιο νόμο ζουν σήμερα οι Χριστιανοί, και γιατί υπάρχουν πολλές ομοιότητες με τον Νόμο που είχε δοθή στον Ισραήλ;
ΣΗΜΕΡΑ οι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού ζουν κάτω από τον νόμο του Χριστιανικού συστήματος πραγμάτων. Ο νόμος διευθύνεται από τον Ιησού Χριστό, όχι κάτω από την παλαιά διαθήκη του νόμου του Ισραήλ, αλλά κάτω από τη νέα διαθήκη που έχει τεθή σ’ εφαρμογή με το χυθέν αίμα του Χριστού. Στις εντολές κάτω από τη διαθήκη του Μωσαϊκού νόμου υπάρχουν πολλές ομοιότητες με τις εντολές του Χριστιανικού συστήματος πραγμάτων. Αυτό έπρεπε ν’ αναμένεται διότι ‘ο νόμος ήτο άγιος, και η εντολή αγία και δικαία και αγαθή.’ Ήταν «πνευματικός». (Ρωμ. 7:12, 14) Και επειδή ο Μωσαϊκός Νόμος ήταν σκιά των μελλόντων αγαθών, μας δείχνει τον τρόπο που σκέπτεται ο Θεός καθώς και τον τρόπο που πολιτεύεται με τον λαό του.—Εβρ. 10:1.
2. Γιατί οι Ιουδαίοι κάτω από τον Νόμον είχαν ανάγκη βοηθείας, και ποια βοήθεια είχε προμηθεύσει ο Ιεχωβά;
2 Αλλά ο Νόμος κατεδίκασε το έθνος Ισραήλ διότι είχαν παραβή τη διαθήκη του Θεού. Εθεωρούντο υπό κατάραν απ’ αυτόν. (Γαλ. 3:10) Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Ιησούς Χριστός πέθανε επάνω σ’ ένα ξύλον μαρτυρίου. Με το θάνατό του μπορούσε ν’ απολυτρώση τους Ιουδαίους από την αμαρτωλότητά των που είχαν κληρονομήσει από τον προπάτορά των Αδάμ. Και ακόμη περισσότερο, με τον τρόπο του θανάτου του μπορούσε ν’ αφαιρέση την επιπρόσθετη κατάρα που ο Νόμος είχε επιφέρει στους Ιουδαίους επειδή τον παρέβαιναν. Ο απόστολος Παύλος, που ήταν ο ίδιος Ιουδαίος, το εξηγεί αυτό όταν λέγη: «Ο Χριστός εξηγόρασεν ημάς εκ της κατάρας του νόμου, γενόμενος κατάρα υπέρ ημών διότι είναι γεγραμμένον, ‘επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου’». (Γαλ. 3:13· Δευτ. 21:23) Οι ετήσιες θυσίες των της ημέρας του εξιλασμού, λέγει ο απόστολος, αγίαζαν ως το βαθμό της καθαρότητος της σαρκός, αλλά ήσαν ανίκανες να μεταδώσουν στους Ιουδαίους καθαρότητα συνειδήσεως.—Εβρ. 9:9, 13, 14.
Ο ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
3. Είναι οι Χριστιανοί καταδικασμένοι από τον νόμο του Χριστιανικού συστήματος, ή αυτός μπορεί να τηρήται ευκολώτερα; Εξηγήστε.
3 Είναι οι Χριστιανοί ομοίως καταδικασμένοι από τον νόμο του Χριστιανικού συστήματος πραγμάτων; Ή, είναι ο Χριστιανικός νόμος ευκολώτερος, ώστε να μπορούν να ζουν σύμφωνα μ’ αυτόν; Ούτε το ένα ούτε το άλλο! Ο νόμος του Χριστιανικού συστήματος πραγμάτων είναι υψηλοτέρου επιπέδου, διότι στο εδάφιο Ρωμαίους 3:31 ο απόστολος Παύλος γράφει σχετικά με τη Χριστιανική πίστι και λέγει: «Νόμον λοιπόν καταργούμεν διά της πίστεως; Μη γένοιτο αλλά νόμον συνιστώμεν». Μέσω του Χριστού Ιησού, ο Ιεχωβά αποκαθιστά τα πάντα όπως ήταν ο σκοπός του από την αρχή, όταν Αυτός ετέλεσε τον γάμο του Αδάμ και της Εύας. Παραδείγματος χάριν, κάτω από τον Ιουδαϊκό νόμο ησκείτο πολυγαμία, το δε διαζύγιο εχορηγείτο και για λόγους εκτός της μοιχείας. Δεν ήταν ακόμη ο καιρός του Θεού ν’ αποκαταστήση τον γάμο στην αρχική του θέσι. Ο Ιησούς Χριστός εξήγησε ότι ο Νόμος έκαμε απλώς παραχώρησι στους Ιουδαίους λόγω της σκληροκαρδίας των.—Ματθ. 19:7, 8.
4. Ποια υπόσχεσι είχε δώσει πριν από πολύν καιρό ο Ιεχωβά σχετικά με τους νόμους του;
4 Ο Θεός είχε υποσχεθή ότι στον ωρισμένο καιρό θα καθιστούσε το λαό του ικανό να τηρούν τους νόμους του πλήρως: «Θέλω δώσει εις εσάς καρδίαν νέαν και πνεύμα νέον θέλω εμβάλει εν υμίν, και, αποσπάσας την λιθίνην καρδίαν από της σαρκός σας, θέλω δώσει εις εσάς καρδίαν σαρκίνην. Και θέλω εμβάλει εν υμίν το πνεύμα μου, και σας κάμει να περιπατήτε εν τοις διατάγμασί μου, και να φυλάττητε τας κρίσεις μου, και να εκτελήτε αυτάς».—Ιεζ. 36:26, 27· Εβρ. 9:10.
ΟΧΙ ΚΑΤΑΔΙΚΗ, ΑΛΛΑ ΖΩΗ
5. Ποια είναι η διαφορά της καταστάσεως μεταξύ των Χριστιανών και του αρχαίου Ισραήλ όσον αφορά τον νόμο του Θεού;
5 Ποια είναι, λοιπόν, η διαφορά όσον αφορά την κατάστασι των Χριστιανών από την κατάστασι των Ισραηλιτών, οι οποίοι ήσαν κάτω από τον Μωσαϊκό Νόμο και ήταν καταδικασμένοι απ’ αυτόν; Η εξής: Θα ήμεθα απελπιστικά ανίκανοι να τηρήσωμε τον νόμο του Χριστού (ο οποίος είναι ο νόμος του Θεού για τους Χριστιανούς), αν δεν υπήρχε το γεγονός ότι αυτός έχει προμηθεύσει για μας μια καλύτερη θυσία από εκείνη που είχε διευθετηθή κάτω από τον Μωσαϊκό Νόμο. (Εβρ. 9:23· 10:8-10) Ενώ, ως τον καιρό της Πεντηκοστής του 33 μ.Χ., σ’ όλο το ανθρώπινο γένος ‘εβασίλευσεν’ η αμαρτία και ο θάνατος, τώρα βασιλεύει η χάρις του Θεού. (Ρωμ. 5:14, 21) Η θυσία του Χριστού προμηθεύει συγχώρησι αμαρτιών για όλους εκείνους, οι οποίοι πιστεύουν σ’ αυτόν, διότι διαβάζομε στο εδάφιο 1 Ιωάννου 2:2: «Αυτός είναι ιλασμός περί των αμαρτιών ημών και ουχί μόνον περί των ημετέρων, αλλά και περί όλου του κόσμου».
6. Γιατί κανένας δεν θα μπορούσε να τηρήση τον Νόμο, αλλά πώς οι Χριστιανοί μπορούν να τηρούν τον νόμο του Χριστού;
6 Τώρα, κανένας ατελής άνθρωπος κάτω από τον τέλειον νόμο που είχε δοθή μέσω του Μωυσέως δεν θα μπορούσε να τον τηρήση. Παράδειγμα, ίσως δεν θα διέπραττε φόνο ή μοιχεία· δεν θα εγίνετο κλέπτης· αλλά η δεκάτη εντολή θα τον κατεδίκαζε, διότι απηγόρευε την κακή επιθυμία. Ένα άτομο δεν θα μπορούσε ποτέ να υπερνικήση την αμαρτωλή σάρκα με τις δικές του προσπάθειες. Κάτω από τη διαθήκη του Νόμου, το πνεύμα του Θεού ενεργούσε για να βοηθήση τους πιστούς άνδρες να τον ευαρεστήσουν και να κάμουν το έργο που τους είχε αναθέσει. Αλλά κάτω από το νόμο του Χριστού, παρεμβαίνει η χάρις του Θεού μέσω της θυσίας του Χριστού. Μέσω του Χριστού ο Χριστιανός μπορεί πράγματι να γνωρίση τον Θεό και να έλθη πλησιέστερα σ’ αυτόν. (1 Ιωάν. 2:3, 4, 14· 4:8) Η συγχώρησις των αμαρτιών δίνει σ’ αυτόν καθαρή συνείδησι. (Εβρ. 9:14· 1 Πέτρ. 3:21) Ευρίσκεται πράγματι στην οδό για ζωή. (Ιωάν. 17:3· 2 Τιμ. 1:10) Το πνεύμα του Θεού ενεργεί με τρόπο που να τον βοηθή προοδευτικά ν’ αλλάξη την προσωπικότητά του και να πλησιάση περισσότερο την εικόνα του Θεού.—Εφεσ. 4:22-24· Κολ. 3:10.
7. Ποια βοήθεια προμηθεύει ο Ιεχωβά σήμερα για να μπορούμε να τηρούμε τους νόμους του;
7 Μολονότι δεν υπάρχει κανών για κάθε ενέργειά του, ο Χριστιανός έχει τον νόμο του Θεού γραμμένο στην καρδιά του και το πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα του πάντοτε, για να τον βοηθή να διακρίνη την ορθή πορεία που πρέπει να λάβη. Το άγιον πνεύμα χορηγεί δύναμι στο άτομο για να υπερνικά τις επιθυμίες της σαρκός. Όταν, λόγω κληρονομημένης αμαρτωλότητός του, παραβαίνη τον νόμο του Θεού, παρεμβαίνει η χάρις και το έλεος για να τον συγχωρήσουν βάσει της θυσίας του Χριστού. Μ’ αυτό τον τρόπο διακρατεί πάντοτε μια καθαρή στάσι ενώπιον του Θεού. Ένας Χριστιανός, καταδικάζεται μόνο αν είναι εκούσιος, στασιαστικός παραβάτης του νόμου του Θεού. (Ρωμ. 8:1-4) Έτσι διαβάζομε στα εδάφια Εβραίους 10:26-29: «Εάν ημείς αμαρτάνωμεν εκουσίως, αφού ελάβομεν την γνώσιν της αληθείας, δεν απολείπεται πλέον θυσία περί αμαρτιών αλλά φοβερά τις απεκδοχή κρίσεως, και έξαψις πυρός, το οποίον μέλλει να κατατρώγη τους εναντίους. Εάν τις αθετήση τον νόμον του Μωυσέως, επί δύο ή τριών μαρτύρων αποθνήσκει χωρίς έλεος· πόσον, στοχάζεσθε, χειροτέρας τιμωρίας θέλει κριθή άξιος ο καταπατήσας τον Υιόν του Θεού, και νομίσας κοινόν το αίμα της διαθήκης με το οποίον ηγιάσθη, και υβρίσας το πνεύμα της χάριτος;»
ΝΟΜΟΙ ΚΑΙ ΑΡΧΕΣ
8. Όταν πρόκειται για υπακοή στις οδηγίες του Θεού, γιατί δεν μπορούμε να κάνωμε διάκρισι μεταξύ «αρχής» και «νόμου»;
8 Μία αρχή καθορίζεται ως μία γενική ή θεμελιώδης αλήθεια· ένας πλήρης ή θεμελιώδης νόμος, διδασκαλία ή υπόθεσις στα οποία άλλα βασίζονται ή από τα οποία άλλα πηγάζουν· ένας νόμος ο οποίος ρυθμίζει τη διαγωγή. Όταν πρόκειται για υπακοή σε οδηγίες του Θεού, δεν μπορούμε να κάνωμε διάκρισι μεταξύ αρχών και νόμων. Κάθε δήλωσις του Θεού που κυβερνά το λαό του και κάθε κρίσις του Θεού είναι νόμος γι’ αυτούς.
9. Μολονότι οι δύο μέγιστες εντολές του Νόμου δεν μπορούσαν να επιβληθούν από ανθρωπίνους παράγοντας, μπορούν ωστόσο να ονομάζονται «νόμοι»;
9 Ο Ιησούς είπε ότι η μεγίστη εντολή στο Μωσαϊκό Νόμο ήταν ν’ αγαπά ένας τον Θεό με όλη την καρδιά, την ψυχή, τη διάνοια και τη δύναμί του, και η δευτέρα ήταν ν’ αγαπά τον πλησίον του ως τον εαυτό του. (Μάρκ. 12:29-33) Αλλά, ούτε ο Νόμος που εδόθη στον Ισραήλ ούτε ο νόμος του Χριστού αναφέρει οποιαδήποτε ειδική τιμωρία που ανθρώπινοι παράγοντες θα μπορούσαν να επιβάλουν σ’ ένα Ισραηλίτη ο οποίος θ’ απετύγχανε να εκδηλώση αγάπη, εκτός αν αυτή η αποτυχία εξεδηλώνετο με κάποια καταφανή κακή πράξι, όπως κλοπή, φόνος, και άλλα. Εν τούτοις, μολονότι δεν είχε θεσπισθή καμμιά ποινή για την αποτυχία ενός ατόμου ν’ αγαπά τον Θεό και τον πλησίον, ο Χριστιανός συγγραφεύς Ιάκωβος αποκαλεί την εντολή για την αγάπη προς τον πλησίον ΝΟΜΟΝ, τον «νόμον τον βασιλικόν».—Ιάκ. 2:8.
ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ
10, 11. (α) Ονομάστε διάφορες εξουσίες, οι οποίες μπορούν να επιβάλλουν νομούς στους Χριστιανούς. (β) Είναι δυνατόν ν’ αποφύγωμε τις συνέπειες της παραβιάσεως του νόμου του Θεού που ανθρώπινοι παράγοντες δεν μπορούν να επιβάλλουν;
10 Συζητώντας αυτό το ζήτημα, είναι καλό να έχωμε υπ’ όψιν ότι υπάρχουν διάφορες διαβαθμίσεις εξουσίας κάτω από την υπέρτατη εξουσία του Ιεχωβά Θεού. Παραδείγματος χάριν, αν παραβαίνωμε τον νόμο που ρυθμίζει πράγματα της φύσεως, διαπιστώνομε ότι αυτός επιβάλλεται απλώς μέσω λειτουργιών που έχει θέσει ο Ιεχωβά μέσα σ’ αυτά τα ίδια τα πράγματα και με τον τρόπο που αυτά σχετίζονται μεταξύ των. Υπάρχει, επίσης, ο νόμος του συζύγου επί της συζύγου, ο οποίος χορηγεί σχετική εξουσία κι’ έχει τα περιοριστικά του όρια. (Εφεσ. 5:22-24) Υπάρχει ο νόμος των ‘ανωτέρων εξουσιών’ στις οποίες δεν έχει δώσει ο Θεός εξουσία, αλλά τις επιτρέπει ν’ ασκούν εξουσία στον κυβερνητικό τομέα. Διατάσσει τον Χριστιανό να υπακούη σ’ αυτή την εξουσία, αλλά και αυτή, επίσης, είναι σχετική εξουσία, κατωτέρα από την εξουσία του Θεού. Έτσι διαβάζομε στα εδάφια Ρωμαίους 13:1-4: «Πάσα ψυχή ας υποτάσσεται εις τας ανωτέρας εξουσίας· διότι δεν υπάρχει εξουσία, ειμή από Θεού· αι δε ούσαι εξουσίαι, υπό του Θεού είναι τεταγμέναι [έχουν τοποθετηθή εις τας σχετικάς θέσεις των, ΜΝΚ]. Ώστε ο εναντιούμενος εις την εξουσίαν, εναντιούται εις την διαταγήν του Θεού· οι δε εναντιούμενοι θέλουσι λάβει εις εαυτούς καταδίκην. Διότι οι άρχοντες δεν είναι φόβος των αγαθών έργων, αλλά των κακών. Θέλεις δε να μη φοβήσαι την εξουσίαν; πράττε το καλόν, και θέλεις έχει έπαινον παρ’ αυτής· επειδή ο άρχων είναι του Θεού υπηρέτης εις σε προς το καλόν. Εάν όμως πράττης το κακόν, φοβού· διότι δεν φορεί ματαίως την μάχαιραν επειδή του Θεού υπηρέτης είναι, εκδικητής διά να εκτελή την οργήν κατά του πράττοντος το κακόν».
11 Μια άλλη εξουσία που ασκείται είναι η εξουσία της εκκλησίας επάνω στα μέλη της. Αυτή είναι σχετική, διότι η εκκλησία είναι υπόλογος στον Θεό και τον Χριστό. Υπάρχουν νόμοι στη Χριστιανική διευθέτησι, τους οποίους μόνο ο Θεός μπορεί να επιβάλλη, όπως το ν’ αγαπά ένας τους Χριστιανούς αδελφούς του, να τιμά και να σέβεται τους άλλους και τα δικαιώματά των και ν’ αποφεύγη κακές επιθυμίες και πλεονεξία. Και αυτός θα τους επιβάλλη. Δεν μπορούμε ν’ αποφύγωμε τις συνέπειες μιας παραβάσεως. Ο Θεός μάς λέγει σαφώς: «Ό,τι αν σπείρη ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει».—Γαλ. 6:7.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΕΠΙΒΟΛΗ
12. Ποιοι μπορούν να επιβάλλουν τον νόμο του Θεού σε ζητήματα, στα οποία η εκκλησία δεν έχει τη δύναμι να το πράξη;
12 Είναι καλό να ενθυμούμεθα ότι οι άγγελοι είναι δραστήριοι στο να ‘συλλέξουν εκ της βασιλείας [του Θεού] . . . τους πράττοντας την ανομίαν’. (Ματθ. 13:41) Αυτά τα άτομα είναι πιθανόν να μη διαπράττουν κάποια παράβασι που μπορεί να προκαλέση επέμβασι της εκκλησίας για να τους αποβάλη. Εν τούτοις, δεν υπακούουν στον νόμο του Θεού μέσω του Χριστού, και γι’ αυτό οι άγγελοι επιβάλλουν τον νόμο με το να τους αποβάλουν.
13. (α) Πώς η αφιέρωσις του Χριστιανού τον υποχρεώνει να υπακούη σε κάθε λόγο του Ιεχωβά; (β) Σχετικά μ’ αυτό, ποια είναι η αντίθεσις μεταξύ του πνεύματος του κόσμου και της στάσεως του Χριστιανού;
13 Οι Χριστιανοί οφείλουν να εκτιμήσουν αυτά τα γεγονότα. Η αφιέρωσίς των δεν είναι σε μια οργάνωσι ή σ’ ένα έργο. Ούτε είναι σ’ ένα άνθρωπο ή σε μια κυβέρνησι· είναι μόνο στον ίδιο τον Δημιουργό, τον Ιεχωβά Θεό, μέσω του Ιησού Χριστού. Επομένως, κάθε εντολή από το στόμα του είναι νόμος γι’ αυτούς και γνωρίζουν ότι οφείλουν να ζουν σύμφωνα μ’ αυτόν, όπως ακριβώς είπε ο Ιησούς στον Διάβολο: «Με άρτον μόνον δεν θέλει ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με πάντα λόγον εξερχόμενον διά στόματος Ιεχωβά». (Ματθ. 4:4, ΜΝΚ) Αν δεν ζουν σύμφωνα μ’ αυτόν, τότε αυτός θα επιβληθή εναντίον των. Το πνεύμα του Θεού τούς κινεί να τον αγαπούν και όχι να νομίζουν ότι μπορούν να εκλέγουν σε ποιον από τους νόμους του θα υπακούσουν και ποιον θα παρακούσουν ή θ’ αγνοήσουν. Είναι το πνεύμα του κόσμου το να προσπαθή ένα άτομο να τα «καταφέρη» με τις παραβάσεις. Το πνεύμα του κόσμου είναι ότι, αν ένα άτομο δεν συλληφθή, έχει ουσιαστικώς αποφύγει τις ποινές του νόμου. Όπως παρετήρησε ένας σχολιαστής, πολλοί άνθρωποι ζουν σύμφωνα με την ενδεκάτη εντολή: «Μη συλληφθής».
ΟΛΟΙ ΟΙ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΠΙΒΑΛΛΟΝΤΑΙ
14. (α) Παραμένουν ατιμώρητοι εκείνοι οι οποίοι αμαρτάνουν και δεν ανακαλύπτονται; (β) Ποιον κανόνα αναφέρει ο απόστολος Παύλος σχετικά μ’ αυτό;
14 Είναι αλήθεια ότι συχνά ένα άτομο παραβαίνει κάποιο νόμο της χώρας και το έγκλημα δεν αποκαλύπτεται ποτέ. Επομένως, αυτό το άτομο δεν υφίσταται την ποινή που έχει τεθή από τον νόμο της χώρας. Μερικοί πιθανόν να διαπράξουν μοιχεία και να μη αποκαλυφθούν ποτέ. Συνεπώς νομίζουν ότι έχουν διαφύγει την ποινή του νόμου της οικογενείας και του νόμου της χώρας. Ίσως σε μερικές περιπτώσεις αποφεύγουν ακόμη και την ανακάλυψι από τη Χριστιανική εκκλησία, τουλάχιστον για ένα διάστημα. Ως αποτέλεσμα νομίζουν ότι μπορούν να συνεχίσουν ν’ αμαρτάνουν ατιμώρητοι. Όπως διαβάζομε, στο εδάφιο Εκκλησιαστής 8:11: «Επειδή η κατά του πονηρού έργου απόφασις δεν εκτελείται ταχέως, διά τούτο η καρδία των υιών των ανθρώπων είναι όλη έκδοτος εις το να πράττη το κακόν». Αλλ’ αποφεύγουν αυτοί οι άνθρωποι πράγματι τις συνέπειες των πράξεών των; Όχι! Επειδή όλοι οι νόμοι και οι αρχές του Θεού είναι βέβαιο ότι επιβάλλονται, είτε μέσω των φυσικών λειτουργιών, από ένα όργανον του Θεού, ή από τον ίδιο τον Θεό. Ο απόστολος Παύλος αναφέρει τον κανόνα που ρυθμίζει αυτά τα ζητήματα: «Τινών ανθρώπων αι αμαρτίαι είναι φανεραί, και προπορεύονται αυτών εις την κρίσιν· εις τινάς δε και επακολουθούσιν».—1 Τιμ. 5:24.
ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
15. (α) Ποιος είναι ο πρώτιστος σκοπός της ενεργείας της εκκλησίας εναντίον ενός παραβάτου του νόμου του Θεού; (β) Πότε και σε ποιον επιβάλλεται η πειθαρχική ενέργεια;
15 Στη Χριστιανική εκκλησία υπάρχουν καθωρισμένοι νόμοι κατά της μοιχείας, της αιμομιξίας, της ομοφυλοφιλίας, της κτηνοβασίας, του φόνου, της κλοπής και άλλων, που το καθένα, όταν διαπραχθή από ένα Χριστιανό, θα επιφέρη μομφή από μέρους του κόσμου κατά της εκκλησίας. Αυτά τα έχει θέσει η Βίβλος υπό την εξουσία της εκκλησίας, δηλαδή, απαιτείται ν’ αναληφθή κάποια ενέργεια. (1 Κορ. 5:1-5, 13) Αυτή η ενέργεια δεν είναι η τιμωρία που απαιτεί ο νόμος, τουλάχιστον σε καμμία περίπτωσι την πλήρη τιμωρία για την πράξι. Η εκκλησία ενεργεί, κυρίως όχι για να τιμωρήση το άτομο, αλλά για να τηρηθή η ιδία καθαρή από μομφή, ακαθαρσία και μόλυνσι, με την αποκοπή από την επικοινωνία (αποβολή) αυτού του ατόμου ως μέλους της εκκλησίας. Μπορεί, αν αυτό το άτομο δείχνη μετάνοια, να λάβη πειθαρχικά μέτρα και να επιβάλη σ’ αυτόν ωρισμένους περιορισμούς. Αν αποκοπή από την επικοινωνία (αποβληθή), αυτό δεν γίνεται ως πειθαρχική ενέργεια, αλλά για να κρατηθή το άτομο έξω από την καθαρή οργάνωσι του Θεού. Η ενέργεια αυτή χρησιμεύει, επίσης, ως παράδειγμα με σκοπό να υπάρχη πειθαρχία στην εκκλησία. Έτσι πρέπει ν’ αντιλαμβανώμεθα τα εδάφια 1 Τιμόθεον 1:20· 5:20, όπου διαβάζομε: «Εκ των οποίων είναι ο Υμέναιος και Αλέξανδρος, τους οποίους παρέδωκα εις τον Σατανάν, διά να μάθωσι να μη βλασφημώσι». «Τους αμαρτάνοντας έλεγχε ενώπιον πάντων, διά να έχωσι φόβον και οι λοιποί».
16. Γιατί μπορούμε να πούμε ότι η κατάλληλη εκκλησιαστική ενέργεια εναντίον του παραβάτου είναι έκφρασις του θελήματος του Θεού;
16 Η εκκλησία ενεργεί σύμφωνα με την εξουσία που της έχει δοθή από τον Θεό να διατηρή την εκκλησία σε καλή στάσι ενώπιον του Θεού και να διεκδικήση τη δικαιοσύνη του Θεού ενώπιον του κόσμου. Αυτός ο ίδιος ο Θεός εδήλωσε στα εδάφια 1 Κορινθίους 6:9, 10 ότι το να πράττη ένας αυτά θα τον αποκλείση από τη Βασιλεία. Σ’ αυτή την περίπτωσι εφαρμόζονται τα εξής λόγια του Ιησού: «Όσα εάν δέσητε επί της γης [σεις οι επίγειοι αντιπρόσωποι του Θεού], θέλουσιν είσθαι δεδεμένα εν τω ουρανώ». (Ματθ. 18:18) Ο Θεός έχει ήδη κάμει σαφές το θέλημά του σ’ αυτό το ζήτημα. Η Χριστιανική εκκλησία το εκτελεί με το ν’ αποβάλη τον παραβάτη.
ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ
17. Πώς ο νόμος του ν’ αγαπά ένας τον πλησίον του είναι πιο εκτεταμένος απ’ αυτόν που υπήρχε στον Νόμο που είχε δοθή στον Ισραήλ;
17 Εξ άλλου, στο Χριστιανικό σύστημα πραγμάτων υπάρχουν, επίσης, νόμοι, όπως το ν’ αγαπά ένα άτομο τον Θεό και τον συνάνθρωπό του· πράγματι, ο Χριστιανικός νόμος σ’ αυτό το ζήτημα είναι πιο εκτεταμένος από τον νόμο του Μωυσέως. Πώς; Αυτός ο τελευταίος νόμος έλεγε: «Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν». (Λευιτ. 19:18) Αλλά ο Ιησούς είπε στους αποστόλους του: «Αύτη είναι η εντολή μου, να αγαπάτε αλλήλους, καθώς σας ηγάπησα». Και προχώρησε για να δώση τον ορισμό της αγάπης, λέγοντας: «Μεγαλητέραν ταύτης αγάπην δεν έχει ουδείς, του να βάλη τις την ψυχήν αυτού υπέρ των φίλων αυτού». (Ιωάν. 15:12, 13) Αυτό είναι ΝΟΜΟΣ. Σε μέρη όπως η Ρωσία, οι μάρτυρες του Ιεχωβά το πράττουν ακριβώς αυτό. Αγαπούν εκείνους που αγαπούν τον Θεό και τον νόμο του, και με μεγάλο κίνδυνο για την ελευθερία των, ακόμη και για τη ζωή των, κομίζουν σ’ αυτούς τους ανθρώπους τ’ αγαθά νέα της Βασιλείας. Ένας συμπληρωματικός νόμος είναι να μη αγαπούμε τον κόσμο ή να είμεθα φίλοι του. Στο εδάφιο 1 Ιωάννου 2:15 αναφέρεται: «Μη αγαπάτε τον κόσμον μηδέ τα εν τω κόσμω· Εάν τις αγαπά τον κόσμον, η αγάπη του Πατρός δεν είναι εν αυτώ». Επίσης στο εδάφιο Ιακώβου 4:4 (ΜΝΚ): «Μοιχαλίδες, δεν εξεύρετε ότι η φιλία του κόσμου είναι έχθρα του Θεού; όστις λοιπόν θελήση να ήναι φίλος του κόσμου, εχθρός του Θεού καθίσταται».
ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΙΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΩΝ
18, 19. Πώς ο νόμος περί παρακολουθήσεως των Χριστιανικών συναθροίσεων είναι ένας νόμος που οι Χριστιανοί οφείλουν να τον λάβουν εξίσου σοβαρά όσο και τους άλλους νόμους της Χριστιανικής διευθετήσεως;
18 Κατόπιν, υπάρχει ένας νόμος ότι πρέπει να παρακολουθούμε τις συναθροίσεις του λαού του Θεού για τη μελέτη της Αγίας Γραφής, όπως αναγράφεται στα εδάφια Εβραίους 10:24, 25, όπου διαβάζομε: «Ας φροντίζωμεν περί αλλήλων, παρακινούντες εις αγάπην και καλά έργα· μη αφίνοντες το να συνερχώμεθα ομού, καθώς είναι συνήθεια εις τινας, αλλά προτρέποντες αλλήλους· και τοσούτω μάλλον, όσον βλέπετε πλησιάζουσαν την ημέραν». Μας δίδεται η εντολή να μην έχωμε καν τις επιθυμίες και την ακόρεστη δίψα αυτού του κόσμου για υλικά πράγματα καθώς και τους φλογερούς πόθους του για αισθησιακή ικανοποίησι. (1 Ιωάν. 2:15, 16) Γι’ αυτά τα ζητήματα υπάρχουν ασφαλώς κυρώσεις ή απαιτήσεις τιμωρίας, μολονότι η επιβολή της κυρώσεως δεν περιλαμβάνεται στην εξουσία της εκκλησίας· αυτή επιβάλλεται από τον ίδιο τον Θεό. Επομένως, ένας ο οποίος υπακούει ή παρακούει σ’ ένα απ’ αυτούς τους νόμους είναι βέβαιο ότι θα λάβη πείρα της ανταποδόσεως που αντιστοιχεί. Σ’ αυτό το ζήτημα, εφαρμόζεται πλήρης τιμωρία από την εκκλησία στο άτομο που παραβαίνει τον νόμο περί μοιχείας και το οποίο έχει αποκοπή από την επικοινωνία; Όχι, διότι αν αυτό δεν μετανοή, θα λάβη τελικά την πλήρη τιμωρία, τον θάνατο, όχι από την εκκλησία, αλλά από την χείρα του Θεού.—Εβρ. 10:26-31.
19 Ας υποθέσωμε, χάριν εξεικονίσεως, ότι ένα άτομο παραμελεί την παρακολούθησι των συναθροίσεων. Φθάνει ως το σημείο να είναι τελείως απομακρυσμένος από την εκκλησία, και να μη ενδιαφέρεται καθόλου για όλες τις διευθετήσεις του Ιεχωβά για να συνέρχεται ο λαός Του. Η εκκλησία δεν λαμβάνει καμμιά ενέργεια εναντίον του· έχουν αναγνωρίσει την εσφαλμένη πορεία του και προσπάθησαν να τον βοηθήσουν· αλλά αυτός απεμακρύνθη μόνος του και διέκοψε τη συναναστροφή. Τώρα, αν παραμείνη σ’ αυτή την κατάστασι, δεν εξακολουθεί, ωστόσο, να βρίσκεται σε κίνδυνο; Βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο, διότι στην επερχόμενη ‘μεγάλη θλίψι’ θα καταστραφή τόσο ασφαλώς όσο το άτομο που έχει λάβει φανερά μια εσφαλμένη πορεία.—Ματθ. 24:21, 22.
ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΟΦΗ
20. Πώς ο νόμος περί κακών συναναστροφών θα επιβληθή στον παραβάτη;
20 Ένα άλλο παράδειγμα είναι ο νόμος κατά των κακών συναναστροφών. Ο Ιεχωβά διέταξε τους Ισραηλίτας να μη κάνουν συμβιβασμούς της πίστεως ούτε να συνάπτουν γάμους με τα ειδωλολατρικά έθνη, διότι αυτό θα κατέληγε στο ν’ αποκρυνθούν τα τέκνα των από το ν’ ακολουθούν τον Θεόν των. (Δευτ. 7:2-4) Λέγει στο λαό του σήμερα να μη αποτελή μέρος του κόσμου και, επί πλέον, ούτε και να έχη στενή συναναστροφή με τους ανθρώπους του κόσμου. Ο απόστολος Παύλος τονίζει τον λόγο: «Φθείρουσι τα καλά ήθη αι κακαί συναναστροφαί». (1 Κορ. 15:33) Η εκκλησία δεν θα αναλάβη δυσμενή ενέργεια εναντίον ενός ατόμου απλώς διότι έχει αγνοήσει αυτόν τον νόμο. Αλλά το άτομο βρίσκεται σε δυσμενή θέσι ενώπιον του Θεού. Επί πλέον, οι κακές συναναστροφές με τον καιρό θα τον οδηγήσουν ασφαλώς σε καταφανείς κακές πράξεις, όπως η μέθη, η κλοπή ίσως δε και ακόμη χειρότερες, κάποιο είδος ενοχής αίματος λόγω απροσέκτου οδηγήσεως, ίσως ανθρωποκτονίας εξ αμελείας ή εκ προμελέτης.
ΚΑΤΑΛΛΗΛΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ
21. Πώς πρέπει να βλέπωμε τη συμβουλή σχετικά με χαρακτηριστικά, εμφάνισι και όμοια ζητήματα, και τι μπορούμε να κερδίσωμε ή να χάσωμε αν την ακολουθήσωμε ή την απορρίψωμε;
21 Κατόπιν μερικές φορές λαμβάνομε συμβουλή ή προειδοποίησι, ίσως από τη Βίβλο, μέσω του περιοδικού Η Σκοπιά, ή από ένα υπεύθυνο άτομο στην εκκλησία, σχετικά με ωρισμένες κακές συνήθειες, ή ακατάλληλη αμφίεσι· ή είναι πιθανόν ν’ ακολουθούμε έθιμα που δεν συμβιβάζονται με τη Χριστιανική διαγωγή. Οι πράξεις μας πιθανόν να προσβάλλουν άλλους ή να τους κάνουν να προσκόψουν. Ίσως να δίνουν εσφαλμένη εντύπωσι της διακονίας μας στους έξω. Δεν πρέπει ν’ αγνοούμε μια τέτοια προειδοποίησι απλώς επειδή δεν υπάρχει κάποια ποινή που μπορεί να επιβάλη η εκκλησία. Αντιθέτως, πρέπει να προσέξωμε και ν’ ανακαινίσωμε την προσωπικότητά μας, να μη κυβερνώμεθα από τις απατηλές επιθυμίες της παλαιάς προσωπικότητος, αλλά να μεταμορφωνώμεθα διά της ανακαινίσεως του νοός μας. (Εφεσ. 4:22-24) Δεν πρέπει ν’ ανθιστάμεθα με τη στάσι του ότι δεν θέλομε να μας πη οποιοσδήποτε άλλος τι είναι καλύτερο για μας. Ο Ιεχωβά είναι στην πραγματικότητα εκείνος που μας ομιλεί, για να μπορέσωμε να κερδίσωμε ζωή. Στη νέα τάξι του Θεού θα πρέπει να επιτυγχάνωμε πνευματική πρόοδο πρώτα για να φθάσωμε σε σωματική θεραπεία και τελειότητα. Αν δεν καταβάλλωμε αυτή την προσπάθεια τώρα, θα είμεθα το είδος των ανθρώπων που θα θέλη να έχη ο Ιεχωβά στη νέα του γη;
ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ
22. Πώς η υπακοή στον νόμο για κήρυγμα είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου για μας;
22 Κατόπιν υπάρχει ο νόμος που έθεσε ο Ιησούς: «Θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη· και τότε θέλει ελθεί το τέλος». (Ματθ. 24:14· 2 Τιμ. 4:2) Εφόσον είμεθα αφιερωμένοι στον Ιεχωβά Θεό κι’ εφόσον ο Χριστός Ιησούς είναι ο από τον Θεό Αρχηγός, με το αίμα του οποίου μας έχει αγοράσει ο Θεός, οι λόγοι του είναι εντολή, νόμος για μας. (Πράξ. 3:23· 20:28· 1 Κορ. 6:20) Και πάλι, στα εδάφια Ματθαίος 28:19, 20, ο Ιησούς λέγει: «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς». Επιβάλλεται μια άμεση ποινή αν δεν κηρύττετε; Όχι. Εν τούτοις, η άρνησις ενός ατόμου να κηρύσση το ευαγγέλιον της Βασιλείας μπορεί να το κρατήση έξω από τη βασιλεία του Θεού, όπως μπορεί να το κάμη η μοιχεία, η ομοφυλοφιλία και ο φόνος. Στο εδάφιο Ρωμαίους 10:10 διαβάζομε: «Με την καρδίαν πιστεύει τις προς δικαιοσύνην, και με το στόμα γίνεται ομολογία προς σωτηρίαν». Ο Ιησούς εξέφραζε τον νουν του Θεού επάνω σ’ αυτά τα πράγματα όταν, ομιλώντας για το Μωσαϊκό Νόμο, είπε: «Όστις λοιπόν αθετήση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων, και διδάξη ούτω τους ανθρώπους, ελάχιστος θέλει ονομασθή εν τη βασιλεία των ουρανών,» που σημαίνει ότι δεν θα βρεθή εκεί καθόλου.
ΠΡΟΦΥΛΑΞΤΕ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΣΑΣ
23. Τι υπάρχει το εσφαλμένο στο άτομο, το οποίο προσέχει να υπακούη μόνο στους νόμους που γνωρίζει ότι άνθρωποι μπορούν να τους επιβάλλουν;
23 Συνεπώς, ένα άτομο μπορεί να υπακούη σε μερικούς από τους νόμους του Θεού διότι πρόκειται για ζητήματα που η εκκλησία μπορεί ν’ αναλάβη ενέργεια για επανόρθωσι ή αποκοπή από την επικοινωνία. Αλλά είναι πιθανόν ν’ αγνοή άλλους νόμους του Θεού, οι οποίοι δεν επιβάλλονται από ανθρωπίνη εξουσία. Αυτό το άτομο δεν έχει ορθή κατάστασι διανοίας. Σκέπτεται όμοια με τον πονηρόν άνθρωπο που λέγει: «Δεν βλέπει ο Γιαχ». (Ψαλμ. 94:7, ΜΝΚ) Το πνεύμα του είναι κακό και η στάσις του σαρκική, όχι πνευματική. Είναι ανάγκη ν’ ανακαινίση τη διάνοιά του και ν’ αποκτήση τον «νουν του Χριστού». (1 Κορ. 2:14-16) Ένα τέτοιο άτομο δεν έχει στην καρδιά του αγάπη για τον Θεό ή για τον πλησίον του. Σκέπτεται μόνο τον εαυτό του και δεν αναγνωρίζει ότι ο Ιεχωβά Θεός απαιτεί πιστότητα και στα πιο μικρά πράγματα και ότι ζητεί από τους δούλους του λογαριασμό για όλα.—Λουκ. 16:10· Ρωμ. 14:12· Εβρ. 4:13.
24. Ποιο παράδειγμα έχομε όσον αφορά τη σπουδαιότητα της διαφυλάξεως της καρδιάς;
24 Ένας Χριστιανός πρέπει να είναι βέβαιος ότι η καρδιά του είναι δικαία, ότι τον υποκινεί προς την ορθή κατεύθυνσι. Διαφορετικά, πρέπει να προσέξη την καρδιά του και ν’ αρχίση να υπηρετή τον Θεό διότι αγαπά αυτόν και τον νόμο του. Αν ένα άτομο δεν αγαπά τον Ιεχωβά μ’ όλη του την καρδιά, θα καταλήξη να γίνη όμοιος μ’ εκείνους που αναφέρονται από τον απόστολο Ιωάννη ότι εξήλθαν από τη Χριστιανική εκκλησία κι’ έγιναν αποστάται. Ο Ιωάννης λέγει: «Παιδία, εσχάτη ώρα είναι [προτού εκδηλωθή πλήρως η μεγάλη αποστασία (όταν παρήλθαν από τη σκηνή οι απόστολοι)]· και καθώς ηκούσατε, ότι ο αντίχριστος έρχεται, και τώρα πολλοί αντίχριστοι υπάρχουσιν· όθεν γνωρίζομεν ότι είναι εσχάτη ώρα. Εξ ημών εξήλθον, αλλά δεν ήσαν εξ ημών, διότι, εάν ήσαν εξ ημών, ήθελον μένει μεθ’ ημών· αλλά εξήλθον, διά να φανερωθώσιν ότι δεν είναι πάντες εξ ημών». (1 Ιωάν. 2:18, 19) Αυτά τα άτομα δεν ήσαν από το ορθά σκεπτόμενο, νομιμόφρον είδος. Είχαν παραλείψει να χρησιμοποιούν την καρδιά και τη διάνοιά των στο να επικαλούνται τον Θεό, να μελετούν τον νόμο του Χριστού και κατόπιν να εφαρμόζουν αυτές τις αρχές στη ζωή των.
Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΠΙΤΥΧΕΙ
25. Μπορούν να επιτύχουν οι Χριστιανοί στην υπακοή στον νόμο του Χριστού, και τι είναι εκείνο που τους καθιστά ικανούς να το πράττουν;
25 Ευτυχώς, οι Χριστιανοί μπορούν να υπακούουν στον νόμο του Χριστού και να έχουν την επιδοκιμασία του Θεού. Αυτό είναι δυνατόν μέσω της χάριτος του Θεού που ασκείται σ’ εμάς βάσει, της θυσίας του Χριστού. Δεν είναι το γράμμα του νόμου, αλλά το πνεύμα του Θεού εκείνο που μας καθοδηγεί σε επιτυχία. (2 Κορ. 3:6) Αν καθοδηγούμεθα από το πνεύμα, τότε δεν θα διαπράττουμε παράβασι. Αν βαδίζωμε κατά το πνεύμα, θα κάνωμε τα έργα του πνεύματος και όχι τα έργα της σαρκός. Πράγματι, μολονότι δεν είμεθα κάτω από το Μωσαϊκό Νόμο, μπορούμε ωστόσο να τηρούμε τις δίκαιες απαιτήσεις του νόμου με το να βαδίζωμε σύμφωνα με το πνεύμα! (Ρωμ. 8:4, 5) Αν, λόγω των σαρκικών αδυναμιών μας, παραβαίνωμε από απροσεξία τον νόμο του Θεού που εδόθη μέσω του Χριστού, θα το παραδεχθούμε. Θα αισθανθούμε θλίψι γι’ αυτό, θα μετανοήσωμε, θα επιστρέψωμε και θ’ αλλάξωμε την πορεία μας και θα επικαλεσθούμε τον Θεό μέσω του Χριστού Ιησού για να μας συγχωρήση. Επί πλέον, θα στραφούμε στην οργάνωσί του για βοήθεια, και θα επιτύχωμε. Αυτό είναι δυνατόν διότι ο Χριστός είναι ο Μέγας Αρχιερεύς μας, ο οποίος προσέφερε τη ζωή του ως αντίλυτρον. Ο Ιεχωβά θα χορηγήση χάρι και βοήθεια σε καιρό ανάγκης. Έτσι, διαβάζομε στο εδάφιο Εβραίους 4:16: «Ας πλησιάζωμεν λοιπόν μετά παρρησίας εις τον θρόνον της χάριτος, διά να λάβωμεν έλεος, και να εύρωμεν χάριν προς βοήθειαν εν καιρώ χρείας».
26. Πώς μπορούμε να επωφεληθούμε στη Χριστιανική μας πορεία από την εξέτασι των πιστών ανδρών των αρχαίων χρόνων;
26 Όταν παρατηρήσωμε οπίσω τα παραδείγματα που ο Θεός έχει παραθέσει για μας στο παρελθόν, διαπιστώνομε ότι όλοι εκείνοι οι άνθρωποι πίστεως ‘περιεπάτησαν μετά του Θεού.’ Το έπρατταν από καρδιά. Ακολουθούσαν την οδόν της αληθείας. Δεν ήταν ανάγκη να έχουν ένα γραπτό κανόνα που να τους καθοδηγή σε κάθε κίνησι που έκαναν, αλλά η αγάπη των για τον Θεό έχει αμειφθή με την εύνοιά του και αυτός τους κατηύθυνε στην οδό που έχουν βαδίσει έτσι ώστε να μη προσκόψουν σε πλήρη πτώσι. Αν πλησιάζωμε τον Ιεχωβά, θα μας πλησιάση και αυτός. (Ιάκ. 4:8) Οφείλομε να μελετούμε τον Λόγο του για να το πράττωμε αυτό. Είναι αποθήκη σοφίας. Πράγματι, η σοφία προσωποποιείται από τον συγγραφέα των Παροιμιών και παρουσιάζεται να λέγη: «Τους εμέ αγαπώντας αγαπώ· και οι ζητούντες με θέλουσι με ευρεί. Πλούτος και δόξα είναι μετ’ εμού, αγαθά διαμένοντα, και δικαιοσύνη. Οι καρποί μου είναι καλήτεροι χρυσίου, και χρυσίου καθαρού· και τα γεννήματά μου, εκλεκτού αργυρίου. Περιπατώ εν οδώ δικαιοσύνης, αναμέσον των τρίβων της κρίσεως, διά να κάμω τους αγαπώντας με να κληρονομήσωσιν αγαθά, και να γεμίσω τους θησαυρούς αυτών».—Παροιμ. 8:17-21.
27. Πώς ο Ψαλμός 19:9 μας δείχνει ότι οι νόμοι του Ιεχωβά είναι ορθοί από πνευματική, ηθική και φυσική άποψι;
27 Ναι, οι νόμοι του Ιεχωβά μπορούν να μας κατευθύνουν στη ζωή και είναι ορθοί από κάθε άποψι, πνευματική, ηθική και φυσική. Αυτός λέγει, «Ο φόβος του Ιεχωβά [είναι] καθαρός, διαμένων εις τον αιώνα· αι κρίσεις του Ιεχωβά αληθιναί, δίκαιαι εν ταυτώ».—Ψαλμ. 19:9, ΜΝΚ.
[Εικόνα στη σελίδα 595]
Κάθε εντολή του Θεού είναι νόμος για τους Χριστιανούς, είτε αυτός επιβάλλεται μέσω οποιουδήποτε ανθρωπίνου παράγοντος είτε όχι
[Εικόνα στη σελίδα 597]
Ο νόμος του Θεού μάς κατευθύνει να συναθροιζώμεθα μαζί για λατρεία. Αν επίμονα τον αγνοούμε, θα μας διαφυλάξη ο Θεός μέσα από την ‘μεγάλη θλίψι’;
[Εικόνα στη σελίδα 598]
Ανταποκρινόμεθα ευνοϊκά στη συμβουλή του Λόγου του Θεού όσον αφορά την ανάγκη της σεμνής εμφανίσεως;
[Εικόνα στη σελίδα 599]
Είναι πράγματι η αγάπη για τον Ιεχωβά και τον νόμον του που σας υποκινεί να κηρύττετε τη βασιλεία του; Αυτό είναι εκείνο που ευαρεστεί τον Θεό