Η Σιγκαπούρη Απαγορεύει Χριστιανική Μειονότητα
ΟΤΑΝ σχηματίζεται «ένα νέο έθνος,» οι άνθρωποι σ’ όλο τον κόσμο γενικά διερωτώνται ποια πορεία θα χαράξη η κυβέρνησις για το λαό της. Ως ποιο βαθμό οι ηγέται του νέου έθνους θα δείξουν φρόνησι και περιορισμό στην άσκησι δυνάμεως και εξουσίας; Θα υπάρξη ελευθερία για όλους; Ή θα υποφέρουν οι μειονότητες; Οι άνθρωποι διερωτώνται, «Θα επιθυμούσα να ζήσω εκεί, να επισκεφθώ τον τόπο ή να έχω επιχειρήσεις εκεί;»
Ανάμεσα στα «νέα έθνη» της γης είναι και η Σιγγαπούρη, μια νησιωτική δημοκρατία έξω από το νότιο άκρον της Χερσονήσου της Μαλαισίας. Η πρωτεύουσα, που ονομάζεται επίσης Σιγγαπούρη, είναι ένα από τα πιο πολυάσχολα λιμάνια του κόσμου διότι προσεγγίζουν εκεί 40.000 περίπου πλοία κάθε χρόνο. Όταν χωρίσθηκε από την Ομοσπονδία της Μαλαισίας, η Σιγγαπούρη έγινε ανεξάρτητο κράτος το 1965. Έχει ένα πληθυσμό που αποτελείται από πολλές φυλές, και περίπου τα τρία τέταρτα αποτελούνται από ανθρώπους Κινεζικής καταγωγής, περίπου το ένα έκτο από Μαλαισίους, και το υπόλοιπο είναι όμιλοι μειονοτήτων από Ινδούς, Πακιστανούς και Ευρωπαίους. Προσέξτε, τώρα, τις δηλώσεις που έγιναν από μερικούς ηγέτες της Σιγγαπούρης το 1967. Φαινόταν να δίδουν την διαβεβαίωσι ότι η νέα κυβέρνησις δεν παρουσίαζε πράγματι καμμιά απειλή για την ελευθερία του λαού της.
Κάτω από την επικεφαλίδα «Επιτυχία . . . είναι όταν μια μειονότης δεν αισθάνεται ότι είναι μειονότης: Λη,» η εφημερίς Δη Στραίητς Τάιμς της 16 Μαρτίου 1967 ανέφερε τον Πρωθυπουργό της Σιγγαπούρης, Κο Λη Κουάν Γιου, να λέγη στο κοινοβούλιο του έθνους ότι αν ύστερ’ από 10 χρόνια η Σιγγαπούρη εξακολουθή να δείχνη απλώς ανοχή για τη θρησκεία και τα πλεονεκτήματα μιας πολυφυλετικής κοινωνίας, τότε η Κυβέρνησις θα έχη αποτύχει. Ο Πρωθυπουργός είπε ότι ‘κανένας δεν είχε να φοβάται οποιοδήποτε φυλετικό, θρησκευτικό ή γλωσσικό διωγμό ή καταπίεσι στη Σιγγαπούρη.’
Ύστερ’ από δύο μήνες (24 Μαΐου 1967) η ίδια εφημερίς παρέθετε την επικεφαλίδα: «Η ΣΙΓΓΑΠΟΥΡΗ ΗΓΕΙΤΑΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ: ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.» Και έγραφε ότι «ο Υπουργός Εργασίας, Κος Τζεκ Γέουν Θονγκ, έκαμε σήμερα έκκλησι στους Βουδδιστάς και άλλους, οποιαδήποτε και αν είναι η θρησκεία ή η φυλή των, να παίξουν το μέρος των για να μπορέση η Σιγγαπούρη να μείνη ένας προμαχών πολυφυλετικής και πολυθρησκευτικής ανοχής και να δώσουν σ’ αυτήν δύναμι και σκοπό.» Η εφημερίδα κατόπιν ανέφερε τον Κο Τζεκ να λέγη: «Η δύναμίς μας δεν έγκειται στο να περιορίσωμε τους πολίτες να πιστεύουν μόνο σε μια κρατική θρησκεία, αλλά στο να επιτρέπωμε στον καθένα να πιστεύη σε οποιαδήποτε θρησκεία, ώστε ο καθένας να είναι ευτυχισμένος και ικανοποιημένος να συνεισφέρη το καλύτερό του στη χώρα. . . . Ποτέ κανένας δεν είχε διωχθή ούτε πρόκειται ποτέ να διωχθή ή να γίνη διάκρισις εναντίον του λόγω της πίστεώς του.
Όλ’ αυτά ήσαν σε πλήρη αρμονία με τις φωτισμένες αρχές που εκτίθενται στο άρθρον 11 του Ομοσπονδιακού Συντάγματος της Σιγγαπούρης, που εγγυάται σε κάθε άτομο το δικαίωμα να ομολογή και να έχη τη θρησκεία του.
Θα προξενήση λοιπόν κάποια έκπληξι σε πολλούς να μάθουν ότι λιγώτερο από πέντε χρόνια αργότερα η Σιγγαπούρη έγινε ξαφνικά η σκηνή κυβερνητικής καταπιέσεως μιας θρησκευτικής μειονότητος, των Χριστιανών μαρτύρων του Ιεχωβά.
Υπάρχουν για την ώρα 27.000 εκκλησίες των μαρτύρων του Ιεχωβά σ’ όλη τη γη σε 207 περίπου χώρες. Εκτός απ’ εκείνες που βρίσκονται σε δικτατορικές και σε πολλές Κομμουνιστικές χώρες, αυτές οι εκκλησίες μπορούν ν’ ακολουθούν ελεύθερα τη θρησκεία τους. Εγείρεται λοιπόν προφανώς το εξής ερώτημα: Γιατί μια τέτοια ενέργεια εκ μέρους της κυβερνήσεως της Σιγγαπούρης; Είναι εκεί οι μάρτυρες του Ιεχωβά διαφορετικοί από τους αδελφούς των στα άλλα μέρη της γης; Μήπως διδάσκουν κάποια άλλη διδασκαλία ή διαφέρουν στη διαγωγή τους;
Ιδού η έκθεσις του τι συνέβη όπως το αφηγείται ο Νόρμαν Δ. Μπελλόττι, ο οποίος, μαζί με τη σύζυγό του, υπηρετούσε μέχρι προσφάτως ως ιεραπόστολος στη Σιγγαπούρη.
ΕΚΔΙΩΚΕΤΑΙ ΥΣΤΕΡ’ ΑΠΟ ΕΙΚΟΣΙ ΤΡΙΑ ΧΡΟΝΙΑ
Η αφήγησίς του αρχίζει ως εξής:
«Το πρωινό της 12 Ιανουαρίου 1972 ανέτειλε ακριβώς όπως κάθε άλλη μέρα στις τροπικές χώρες και, πραγματικά, ήταν ένα θελκτικό πρωινό στη Σιγγαπούρη. Εγώ και η σύζυγός μου Γκλάντις γνωρίζαμε ότι, καθώς προχωρούσε η ημέρα, θα γινόταν ολοένα μεγαλύτερη ζέστη και πιθανόν η θερμοκρασία θα έφθανε τους 90 βαθμούς Φαρενάιτ (33 περίπου Εκατονταβάθμου). Εν πάση περιπτώσει ζούσαμε είκοσι τρία χρόνια εδώ. Η Σιγγαπούρη ήταν η κατοικία μας. Και μεταξύ των πόλεων της Ανατολής ήταν μια από τις πιο ωραίες, καθαρή και πράσινη. Ένας επισκέπτης μπορεί γρήγορα να παρατηρήση ότι η κοινωνία των ανθρώπων που ζουν εδώ είναι μια πλούσια κοινωνία.
«Η σύζυγός μου κι’ εγώ είχαμε έλθει στη Σιγγαπούρη στις αρχές του 1949 ως ιεραπόστολοι των μαρτύρων του Ιεχωβά. Γνωρίζοντας τα καλά πράγματα που διδάσκει η Γραφή και τη θαυμαστή ελπίδα που περιέχει η Γραφή για τους ανθρώπους με έντιμη καρδιά κάθε φυλής, είχαμε αφιερώσει τη ζωή μας στην υποβοήθησι άλλων ανθρώπων να μάθουν για το ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού. Πρόκειται για το ευαγγέλιο ή τα αγαθά νέα που περιέχονται στην προσευχή του Κυρίου, ότι η βασιλεία του Θεού θα έλθη και ότι το θέλημα του Θεού θα γίνη και στη γη όπως γίνεται στον ουρανό.—Ματθ. 6:9, 10.
«Εκείνο το πρωί της 12 Ιανουαρίου, η Γκλάντις είχε συναντήσεις για να διεξάγη αδάπανες οικιακές Γραφικές μελέτες και σύντομα προχωρούσε στο δρόμο της για να συναντήση την πρώτη οικογένεια. Εγώ άρχισα να κάνω εργασία του γραφείου της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά την οποία αντιπροσώπευα στο Τμήμα της Σιγγαπούρης. Ετοίμαζα ακριβώς κάποια αλληλογραφία για τις εκκλησίες των μαρτύρων του Ιεχωβά όταν χτύπησε το τηλέφωνο και ένας κύριος Χουάν Τζου Χονγκ ζητούσε να μιλήση μαζί μου. Συστήθηκε ως ένας αξιωματούχος του Υπουργείου Εσωτερικών και ζήτησε να πάω αμέσως στο γραφείο να τον συναντήσω. Το ζήτημα φαινόταν επείγον. Επειδή δεν είχα μεταφορικό μέσον διαθέσιμο αμέσως την ώρα εκείνη, διευθετήθηκε μια συνέντευξις για τις 2 το απόγευμα.
«Ύστερ’ από είκοσι περίπου λεπτά, ήλθε ένα αστυνομικό αυτοκίνητο ως τα γραφεία του τμήματος στην οδό Τζαλάν Σεζαράχ 11 και μου παρέδωσε ένα γράμμα από τον Κο Χουάν που επιβεβαίωνε την συνάντησι που είχαμε μόλις καθορίση από το τηλέφωνο. Υπέγραψα την απόδειξι παραλαβής και πήρα το γράμμα. Το ζήτημα φαινόταν επείγον.
«Στις 2 μ.μ. έφθασα στο γραφείο του Υπουργού των Εσωτερικών και με εισήγαγαν μέσα. Ο Κος Χουάν με χαιρέτησε αφού προηγουμένως μου τον συνέστησε ο Κος Βουν, ένας άλλος επίσημος του Υπουργείου. Χωρίς να χάνη καιρό ο Κος Χουάν μου εδήλωσε τον σκοπό της προσκλήσεως. Μου είπε ότι είχε λάβει οδηγίες από τον Υπουργό των Εσωτερικών, τον Δρα Βονγκ, να μου παραδώση μια διαταγή, που το περιεχόμενό της ήταν δακτυλογραφημένο σε μια σελίδα που μου παρέδωσε. Ήταν μια διαταγή απελάσεως, που είχε εκδοθή βάσει του νόμου της κυβερνήσεως περί εκτοπίσεων, Κεφάλαιον 109. Η Διαταγή έλεγε:
ΕΓΩ, Ο ΒΟΝΓΚ ΛΙΝ ΚΕΝ, Υπουργός και επιφορτισμένος προσωπικώς με την ευθύνη των απελάσεων, διατάσσω διά της παρούσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 του νόμου περί απελάσεων όπως ο Νόρμαν ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΜΠΕΛΛΟΤΤΙ, γεννηθείς στις 13 Οκτωβρίου 1919 στην Αυστραλία, εγκαταλείψη τη Σιγγαπούρη πριν εκπνεύση η περίοδος δεκατεσσάρων ημερών από την ημέρα της επιδόσεως εις αυτόν αντιγράφου αυτής της διαταγής, και παραμείνη έκτοτε εκτός της Σιγγαπούρης.
Και καθορίζω διά της παρούσης την 19ην Ιανουαρίου 1972 ή πριν απ’ αυτήν ως την ημερομηνίαν που ο εν λόγω Νόρμαν Ντέιβιντ Μπελλόττι οφείλει να καταθέση εγγύησι η οποία αναφέρεται στην παράγραφο (5) του εν λόγω άρθρου με το ποσόν χιλίων δολλαρίων.
Και εις εκτέλεσι των εξουσιών που παρέχει η παράγραφος (3) του εν λόγω άρθρου, διατάσσω περαιτέρω διά της παρούσης όπως σεις ο ΝΟΡΜΑΝ ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΜΠΕΛΛΟΤΤΙ, προτού εγκαταλείψετε ως ανωτέρω τη Σιγγαπούρη, παρουσιασθήτε στον Επιθεωρητή της Μεταναστεύσεως της Σιγγαπούρης.
Παρεδόθη διά της χειρός μου την 12ην Ιανουαρίου 1972.
Υπογραφή: Βονγκ Λιν Κεν
Υπουργός των Εσωτερικών της Σιγγαπούρης.
«Διάβασα τη διαταγή και έμεινα κατάπληκτος. Κανένας λόγος δεν εδίδετο όσον αφορά το γιατί με εξετόπιζαν. Ρώτησα τον Κο Χουάν γιατί ελάμβαναν αυτή την ενέργεια. Είπε ότι δεν εγνώριζε λεπτομέρειες διότι του εζητήθη μόνο από τον Υπουργό να μου κοινοποιήση τη διαταγή. ‘Ο Υπουργός θα ξέρη το γιατί.’ Ρώτησα αν μπορούσα να δω τον Υπουργό. ‘Όχι,’ μου απήντησε. Μήπως θα μπορούσα να πάρω μια συνέντευξι για να τον δω; Είπε ότι αυτό ήταν ‘αδύνατον.’ Ο νόμος δεν απαιτεί να δίδεται λόγος για μια απέλασι. Ο Κος Χουάν ήταν ανυπόμονος να υπογράψω το αντίγραφο της διαταγής για να λήξη η αποστολή του.
«Αλλά ώθησα το ζήτημα περισσότερο και ετόνισα ότι είναι μια κηλίδα για την υπόληψι ενός ανθρώπου να εκτοπίζεται από μια χώρα, ιδιαίτερα από ένα πολύ γνωστό μέρος όπως η Σιγγαπούρη. Μήπως με κατηγορούσαν για κάποια ανατρεπτική δραστηριότητα; Ή με χαρακτήρισαν ως Κομμουνιστή; Ένας άνθρωπος ο οποίος απελαύνεται συνήθως είναι άνθρωπος κακού χαρακτήρος και θα ήμουν ευτυχής να έχω κάποια πληροφορία όσον αφορά το γιατί μου εκοινοποιείτο μια διαταγή απελάσεως.
«Ο Κος Χουάν δεν είχε κανένα σχόλιο ν’ αναφέρη. Τότε είπα, ‘Αυτό σημαίνει, λοιπόν, ότι μπόρεσα να ζήσω σ’ αυτή τη χώρα είκοσι τρία χρόνια, στη διάρκεια των οποίων κανείς δεν εξέφρασε ένα παράπονο εναντίον μου που να γνωρίζω, κανένας από την κυβέρνησι δεν ήλθε ποτέ να μου μιλήση για το Βιβλικό εκπαιδευτικό έργο μου, κανένας επίσημος δεν είχε αρκετό ανδρισμό να με συναντήση ή να με κατηγορήση για κάποιο αδίκημα που διέπραξα, είτε πραγματικό είτε υποθετικό, και τώρα μου κοινοποιούν μια διαταγή απελάσεως και δεν μου χορηγούν το προνόμιο να γνωρίσω γιατί συμβαίνουν όλ’ αυτά ώστε να μπορέσω να δώσω μερικές εξηγήσεις.’Ο Κος Χουάν απήντησε ότι δεν είχε άλλη πληροφορία να μου δώση και ότι ‘είχε εργασία με κάποιον άλλον.’
«Υπέγραψα ότι έλαβα τη διαταγή. Αυτό το μέρος της εργασίας του είχε τελειώσει, και ο Κος Χουάν προχώρησε στο να μου διαβάση το μέρος εκείνο του νόμου το οποίο αφορά άτομα τα οποία έχουν λάβει μια εντολή απελάσεως και δεν συμμορφώνονται μ’ αυτήν.
«Τον διαβεβαίωσα ότι υπήρξα ένας νομοταγής πολίτης στη διάρκεια των είκοσι τριών ετών και ότι θα συνέχιζα να υπακούω στο νόμο. Η κυβέρνησις δεν ήταν ανάγκη να φοβάται από ένα θεοφοβούμενο άνθρωπο που αγαπά τη Γραφή. Στη διάρκεια των ετών είχα το προνόμιο να γνωρίσω πολλούς επισήμους της κυβερνήσεως και να μιλήσω σ’ αυτούς για τις υποσχέσεις της Γραφής. Ετήσιες συνελεύσεις διεξήγοντο και για πολλές απ’ αυτές χρησιμοποιήσαμε κυβερνητικούς χώρους. Συχνά είχαμε χρησιμοποιήσει την Αίθουσα Διασκέψεων της Σιγγαπούρης, το Μορφωτικό Κέντρο, το Βικτόρια Μεμόριαλ Χωλ, πολλά Κέντρα της Κοινότητος καθώς και Αίθουσες Κοινωνικών Ιδρυμάτων. Η σχέσις μου με τους επισήμους σ’ αυτά τα κτίρια ήταν πάντοτε εγκάρδια. Οι επίσημοι αυτοί δεν είχαν ποτέ παράπονα και ποτέ δεν μας αρνήθηκαν τη χρήσι αυτών των αιθουσών. Το 1963 η Εταιρία Σκοπιά είχε προγραμματίσει μια μεγάλη Διεθνή Συνέλευσι στο Θέατρο Βικτόρια και επισκέπται είχαν έλθη απ’ όλα τα μέρη του κόσμου. Για να διεξαχθούν όλες αυτές οι συνελεύσεις απευθυνόμουν στην αστυνομία για άδεια. Οι αξιωματικοί των διαφόρων αστυνομικών τμημάτων μου εφέροντο πάντοτε με σεβασμό. Πολλοί απ’ αυτούς, επίσης, πίστευαν στη Γραφή. Έτσι εξεπλάγην πάρα πολύ και με συνεκλόνισε η έκδοσις εναντίον μου μιας διαταγής απελάσεως.
«Ο Κος Χουάν έδωσε οδηγίες να κατατεθούν σ’ αυτόν τα S$1.000 στις 19 Ιανουαρίου ή πριν απ’ αυτή την ημερομηνία ως εγγύησις ότι θα εγκατέλειπα τη χώρα στον ωρισμένο καιρό. Προτού φύγω από το γραφείο του είπα ότι έμενα κατάπληκτος από την ενέργεια που είχε ληφθή εναντίον ενός ανθρώπου της Γραφής, χωρίς να δώσουν σ’ αυτόν λόγους. Τα τελευταία λόγια του Κου Χουάν την ημέρα εκείνη ήταν: Όταν θα επανέλθετε στις 19 του μηνός για να πληρώσετε τα $1.000, είναι πιθανόν να είναι η εικών πιο σαφής.’
«Επέστρεψα σπίτι και έφερα τα νέα στη σύζυγό μου. Καθήσαμε και οι δυο προσπαθώντας να καταστρώσωμε μερικά σχέδια. Που να πάμε; Τι να πάρωμε μαζί και τι ν’ αφήσωμε πίσω; Έπρεπε ν’ αποχαιρετίσωμε όλους τους καλούς μας φίλους; Ζήσαμε εδώ είκοσι τρία χρόνια και είχαμε φίλους σ’ όλη τη Σιγγαπούρη και όχι μόνο εδώ αλλά σε όλη τη Μαλαισία. Και τι να εσήμαινε άραγε αυτή η δήλωσις: ‘Η εικών θα γίνη πιο σαφής ως τις 19 του μηνός’;
«Αρχίσαμε να συσκευάζωμε τα πράγματα. Είναι περιττό να πω ότι το κάναμε με βαριά καρδιά. Φίλοι και γείτονες μας επεσκέπτοντο με την επιθυμία να μάθουν τι σημαίνουν όλ’ αυτά. ‘Γιατί;’ ‘Γιατί;’ ‘Γιατί;’ Αλλά δεν μπορούσαμε ν’ απαντήσωμε σ’ αυτό το ερώτημα. Ο Υπουργός των Εσωτερικών Δρ Βονγκ Λιν Κεν δεν το έλεγε στη διαταγή της απελάσεως. Δεν είχε μιλήσει ποτέ μαζί μου και δεν ήταν διατεθειμένος να μου χορηγήση μια ακρόασι όταν τη ζήτησα. Η εντολή ήταν ‘να φύγετε και να μη επανέλθετε!’ Αλλά καμμιά αιτία, καμμιά εξήγησις. Ύστερ’ από δυο μέρες, το πρωί της 14 Ιανουαρίου, τα σχέδιά μας αναχωρήσεως είχαν προχωρήσει καλά. Εν τούτοις, προτού τελειώση η ημέρα, συνέβησαν πράγματα τα οποία μας εξέπληξαν όλους. Επρόκειτο να είναι μια σκοτεινή ημέρα για τη Σιγγαπούρη.
Ο ΤΟΠΟΣ ΤΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΣΦΡΑΓΙΖΕΤΑΙ
Λίγο πριν από το μεσημέρι, ήλθε η αστυνομία στην Αίθουσα Βασιλείας των μαρτύρων του Ιεχωβά στην οδό Εξέτερ Ροντ 8, που βρίσκεται ακριβώς απέναντι σε μια πολυάσχολη αγορά. Εκάρφωσαν μια διαταγή της διαλύσεως στην μπροσθινή είσοδο.
«Την ημέρα εκείνη, 14 Ιανουαρίου 1972, ο Υπουργός των Εσωτερικών, Δρ Βονγκ Λιν Κεν, είχε διαγράψει την εκκλησία των μαρτύρων του Ιεχωβά της Σιγγαπούρης. Η εκκλησία ήταν καταχωρημένη σύμφωνα με το καταστατικό της Εταιρίας πριν από δέκα περίπου χρόνια και η Αίθουσα Βασιλείας ήταν τα δηλωμένα κεντρικά γραφεία της. Εκεί ελάμβαναν χώρα τακτικές Βιβλικές μελέτες σ’ όλη τη διάρκεια των ετών και στην Αγγλική και την Κινεζική.
«Μήπως αυτές οι συναθροίσεις ήσαν μυστικές; Όχι, αλλά όλες οι συναθροίσεις ήσαν ελεύθερες για το κοινό, και τα τελευταία χρόνια η Αίθουσα ήταν πάντοτε γεμάτη τις Κυριακές. Κάθε χρόνο ελάμβανε χώρα μια ετήσια γενική συνέλευσις και τα πρακτικά της δραστηριότητος καθώς και η οικονομική έκθεσις κατετίθεντο στην υπηρεσία των Εταιριών όπως προέβλεπαν τα έντυπα που εχορηγούντο. Όλοι εκείνοι οι οποίοι ήσαν μέλη στην καταχωρημένη εκκλησία ήσαν θρησκευτικοί διάκονοι, και κανένας δεν ήταν ξένος. Ήσαν νομοταγείς, πολίται, άνθρωποι οι οποίοι ασκούσαν μια έντιμη καθημερινή εργασία, και πολλοί απ’ αυτούς εργάζονταν σε κυβερνητικές θέσεις.
«Αυτή η εκκλησία των μαρτύρων του Ιεχωβά, με την οποία η σύζυγός μου και εγώ ήμασταν ταυτισμένοι επί είκοσι τρία χρόνια, είχε κανονικές συναθροίσεις, χωρίς καμμιά θορυβώδη μουσική ή φωνές που να ενοχλούν τους γείτονας. Δεν ακολουθούσαν κάποια λεγομένη ‘Δυτική παιδεία.’ Η Γραφή την οποία χρησιμοποιούσαν ως οδηγό τους είναι ένα βιβλίο της Ανατολής, γραμμένο και διαφυλαγμένο στη Μέση Ανατολή. Κανένα από τα μέλη της εκκλησίας των μαρτύρων του Ιεχωβά της Σιγγαπούρης δεν έχει ποτέ συλληφθή ή κατηγορηθή για εγκληματική παράβασι, ή για οποιαδήποτε άλλη παράβασι σχετικά μ’ αυτό. Η εκκλησία προχωρούσε στο έργο του κηρύγματός της μ’ ένα δημόσιο τρόπο και δεν υπήρξαν ποτέ παράπονα. Πολλές χιλιάδες άτομα απελάμβαναν την τακτική ανάγνωσι των περιοδικών Σκοπιά και Ξύπνα! στις διάφορες γλώσσες των.
«Κι’ εν τούτοις τώρα η κυβέρνησις της Σιγγαπούρης έθετε υπό απαγόρευσιν αυτή τη Χριστιανική εκκλησία. Αυτοί οι έντιμοι άνδρες και γυναίκες και παιδιά δεν μπορούν πια να συνέρχωνται για Χριστιανική λατρεία στην Αίθουσα Βασιλείας. Αυτό θεωρείται παράνομο τώρα. Δεν υπάρχει γι’ αυτούς πια ελευθερία θρησκείας.
«Όργανα του νόμου ήσαν έτοιμα τώρα να εισβάλουν στην Αίθουσα της Βασιλείας και να κατακλέψουν ότι δεν ανήκε σ’ αυτούς. Αν είχαν ζητήσει από τον πρόεδρο, τον αντιπρόεδρο ή τον γραμματέα-ταμία της καταχωρημένης εκκλησίας το κλειδί της Αιθούσης, θα τους το έδιναν. Ένα απλό τηλεφώνημα θα ήταν αρκετό. Αλλά προτίμησαν την δραματικότητα και τη βία για να εισβάλουν από την μπροσθινή θύρα. Πήραν το κάθετι που είχε αξία, και ιδιαίτερα κατέσχον όλες τις Γραφές, τις Γραφικές εκδόσεις και τα βιβλία της βιβλιοθήκης.
«Ο θυρωρός ο οποίος έμενε στον επάνω όροφο είχε βγη έξω. Μπήκαν στο διαμέρισμά του και έκλεψαν προσωπικά του αντικείμενα, ακόμη και το προσωπικό του αντίτυπο της Γραφής! Η αίθουσα ήταν τώρα σφραγισμένη. Όταν ο θυρωρός επέστρεψε το απόγευμα δεν μπορούσε ούτε να μπη στο σπίτι του. Ένας πολίτης κλειδώθηκε έξω από το σπίτι του μόνο με τα ρούχα που φορούσε επάνω του! Μη μπορώντας να περάση από την σφραγισμένη πόρτα για να μπη μέσα να πλυθή και ν’ αλλάξη τα ρούχα του, αναγκάσθηκε να δανεισθή ρούχα για ν’ αλλάξη.
«Ο τραπεζικός λογαριασμός της Εκκλησίας των Μαρτύρων του Ιεχωβά της Σιγγαπούρης κατεσχέθηκε επίσης από τις αρχές. Αυτά τα χρήματα ήσαν όλα εισφορές εκούσιες που είχαν γίνει από άτομα με καλή καρδιά που επιθυμούσαν να επεκταθή το έργο της Γραφικής εκπαιδεύσεως στη Σιγγαπούρη. Κανένα ποσόν απ’ αυτά τα χρήματα δεν είχε αποκτηθή από εράνους, ούτε τα είχε ζητήσει από τους ανθρώπους. Η εκκλησία δεν ενησχολείτο ποτέ σε κανένα είδος εμπορικών επιχειρήσεων.
«Το βράδυ της Παρασκευής, 14 Ιανουαρίου, είχε προγραμματισθή μια τακτική συνάθροισις στις 7 μ.μ. στην Αίθουσα Βασιλείας. Λόγω της προετοιμασίας των για τη συνάθροισι, πολλοί μάρτυρες καθώς και φίλοι των δεν είχαν ακούσει τη ραδιοφωνική εκπομπή της κυβερνητικής ενεργείας. Φθάνοντας στην Αίθουσα Βασιλείας είδαν με έκπληξι ότι η θύρα ήταν σφραγισμένη. Ανάμεσα σ’ αυτού ήταν ο προεδρεύων της καταχωρημένης εκκλησίας. Κανένας δεν τους είχε πει τίποτε για την απαγόρευσι. Κανένας επίσημος δεν είχε δείξει την ευγενή συμπεριφορά να ειδοποιήση τον συμπολίτη του για την ενέργεια της κυβερνήσεως εναντίον της θρησκείας του και της ελευθερίας της λατρείας του και της μελέτης της Γραφής. Απογοητευμένοι αυτοί οι άνδρες και οι οικογένειές των ώφειλαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΙΣ ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΚΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ
«Την ίδια εκείνη ημέρα ήλθε ένα άλλο πλήγμα. Ο Υπουργός της Παιδείας, Κος Τζεκ Γεούν Θονγκ, έλαβε μέτρα εναντίον των εκδόσεων που τυπώνει η Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά. Η απόφασις αυτή που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα της κυβερνήσεως της ημέρας εκείνης έλεγε τα εξής:
Εις εκτέλεσιν της εξουσίας την οποία παρέχει η παράγραφος (1) του άρθρου 3 του νόμου περί Ανεπιθυμήτων Εκδόσεων, ο Υπουργός Παιδείας απαγορεύει διά της παρούσης την εισαγωγή, πώλησι και κυκλοφορία όλων των εντύπων που εκδίδονται ή εκτυπώνονται από τη Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά.
«Ο Κος Τζεκ ήταν ο ίδιος ο οποίος πριν από πέντε χρόνια ως Υπουργός εργασίας, παρώτρυνε όλους να βοηθήσουν τη Σιγγαπούρη να παραμείνη ‘ένα φρούριο πολυφυλετικής και πολυθρησκευτικής ανοχής.’ Η υπόσχεσις που είχε δώσει τότε ήταν ότι ‘κανένας δεν είχε διωχθή ούτε πρόκειται ποτέ να διωχθή ή να γίνη διάκρισις εναντίον του λόγω της πίστεώς του.’ Εν τούτοις, τώρα η θρησκευτική ελευθερία αφαιρέθηκε διά της βίας από τη μειονότητα των μαρτύρων του Ιεχωβά, και ο Κος Τζεκ ήταν αναμεμιγμένος σ’ αυτή την ενέργεια.
«Τελικά, το απόγευμα της 14 Ιανουαρίου, κάποια δήλωσις είχε γίνει για να δικαιολογηθή η ενέργεια της κυβερνήσεως εναντίον αυτής της θρησκευτικής μειονότητος. Το ραδιόφωνο και η Τηλεόρασις της Σιγγαπούρης, αναγγέλλοντας τη διάλυσι της εκκλησίας των μαρτύρων του Ιεχωβά της Σιγγαπούρης και την απαγόρευσι των εκδόσεων της Σκοπιάς, παρουσίασε τη δήλωσι που είχε εκδόσει για τον τύπο το Υπουργείο των Εσωτερικών. Η δήλωσις έλεγε τα εξής:
Η κυβέρνησις διέγραψε σήμερα την εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Σιγγαπούρη με το αιτιολογικό ότι η συνεχής ύπαρξίς της είναι επιζήμια για τη δημοσία ευημερία και την τάξι στη Σιγγαπούρη. Η διδασκαλία αυτού του δόγματος και η φύσις της προπαγάνδας του βασίζονται στον ισχυρισμό ότι ο ‘Σατανάς’ και η διαχείρισίς του είναι υπεύθυνοι για όλες τις ωργανωμένες Κυβερνήσεις και θρησκείες. Το αποτέλεσμα του επικειμένου ‘Αρμαγεδδώνος’ θα είναι η καταστροφή όλων εκτός των μαρτύρων του Ιεχωβά οι οποίοι θα κληρονομήσουν τη γη. Λόγω αυτής της διδασκαλίας το δόγμα ζητεί ουδετέρα στάσι από τα μέλη του εν καιρώ πολέμου. Αυτό ωδήγησε πολλούς Μάρτυρες του Ιεχωβά που εκλήθησαν σε Εθνική Υπηρεσία ν’ αρνηθούν κάθε στρατιωτικό καθήκον. Μερικοί απ’ αυτούς αρνούνται μάλιστα και να φορέσουν στολές.
Το ‘πατρικό’ σώμα της Εκκλησίας των Μαρτύρων του Ιεχωβά της Σιγγαπούρης είναι η Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά ενσωματωμένη στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Αυτή η Εταιρία έχει ένα Αυστραλό ιεραπόστολο (τον Κο Κ. Δ. Μπελλόττι) στη Σιγγαπούρη, καθήκον του οποίου είναι να φροντίζη για την εισαγωγή των εκδόσεων της Εταιρίας και τη διανομή τους στην Εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Σιγγαπούρη καθώς και σε άλλους. Με τη διάλυσι της Εκκλησίας των Μαρτύρων του Ιεχωβά της Σιγγαπούρης, δεν υπάρχει περαιτέρω ανάγκη τέτοιων εκδόσεων ούτε και γι’ αυτόν να παραμείνη στη Σιγγαπούρη. Η κυβέρνησις απηγόρευσε επομένως τις εκδόσεις της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά και ζήτησε από τον Κο Μπελλότι να εγκαταλείψη τη χώρα.
Ο ΒΙΒΛΙΚΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΖΗΜΙΟΣ Ή ΩΦΕΛΙΜΟΣ
«Την επομένη ημέρα, 15 Ιανουαρίου, οι εφημερίδες δημοσίευσαν την απαγόρευσι. Εντόπιοι δημοσιογράφοι και φωτογράφοι καθώς και ανταποκριταί ξένων εφημερίδων πολιόρκησαν το γραφείο του τμήματος για περισσότερη πληροφορία· έλεγαν ότι το ζήτημα δεν ήταν σαφές. Δεν μπορούσα να δώσω άλλη πληροφορία εκτός από εκείνη που ανέφερε η δήλωσις του τύπου που έκαμε η κυβέρνησις. Εγώ ήμουν υπό απαγόρευσι διότι εισήγα Γραφές και Γραφικές εκδόσεις στη Δημοκρατία, όπως ακριβώς έκαμα τα προηγούμενα είκοσι τρία χρόνια. Στους αξιωματούχους της εκκλησίας των μαρτύρων του Ιεχωβά της Σιγγαπούρης δεν ελέχθη τίποτε. Προφανώς το ‘έγκλημά’ τους ήταν ότι διάβαζαν τη Γραφή με τις συγγενείς εκδόσεις της.
«Σημειώστε τη δήλωσι της κυβερνήσεως για τον τύπο ότι η συνεχής ύπαρξις της Εκκλησίας των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Σιγγαπούρη ‘είναι επιζήμιος για την ευημερία και την τάξι στη Σιγγαπούρη.’ Ποια απόδειξις, ποια γεγονότα υπάρχουν για να υποστηρίξουν μια τέτοια δήλωσι; Ασφαλώς, το ότι μια μικρή μειονότης πιστεύει ότι ο Θεός σύντομα θα δώση ένα τέλος σε κάθε πονηρία και θ’ αποκαταστήση σ’ αυτή τη γη μια παραδεισιακή κατάστασι και ότι ‘οι πραείς θα κληρονομήσουν τη γη,’ δεν πρόκειται να διαταράξη την τάξι κανενός έθνους, μεγάλου ή μικρού. Παρατηρήστε οποιαδήποτε χώρα στη γη σήμερα και δεν θα βρήτε καμμιά απόδειξι ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά υπήρξαν ποτέ μια ανατρεπτική δύναμις όσον αφορά την τάξι οποιασδήποτε χώρας. Όπως ο απόστολος Παύλος, και αυτοί ‘απηρνήθησαν τα κρυπτά της αισχύνης μη περιπατούντες εν πανουργία, μηδέ δολόνοντες τον Λόγον του Θεού, αλλά με την φανέρωσιν της αληθείας συνιστώντες εαυτούς προς πάσαν συνείδησιν ανθρώπων, ενώπιον του Θεού.’ (2 Κορ. 4:2) Προσπαθούν ειλικρινά να υπακούσουν στην παρότρυνσι του αποστόλου Πέτρου: ‘Να έχητε καλήν την διαγωγήν σας μεταξύ των εθνών, ίνα ενώ σας καταλαλούσιν ως κακοποιούς, εκ των καλών έργων, όταν ίδωσι αυτά, δοξάσωσι τον Θεόν εν τη ημέρα της επισκέψεως.’—1 Πέτρ. 2:12.
«Επί είκοσι τρία χρόνια η σύζυγός μου κι’ εγώ χρησιμοποιήσαμε τις εκδόσεις της Βιβλικής και φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά στο Γραφικό εκπαιδευτικό έργο μας στη Σιγγαπούρη. Όπως ακριβώς ο Ιησούς και ο απόστολος Παύλος μπορούσαν να πουν, έτσι κι’ εμείς μπορούμε να πούμε ότι τίποτε δεν έχει γίνει ‘εν κρυπτώ,’ ‘εν γωνία, αλλά ανοιχτά, ‘δημοσία.’ (Ιωάν. 18:20· Πράξ. 26:26) Συμμετείχαμε στη διανομή Γραφών στην Αγγλική, την Κινεζική και την Ταμιλική και προσφέραμε τις υπηρεσίες μας αδάπανα για να βοηθήσωμε ανθρώπους που αγαπούν τη Γραφή ν’ αποκτήσουν καλύτερη κατανόησί της. Σ’ ένα κόσμο ο οποίος απομακρύνθηκε και απομακρύνεται ολοένα περισσότερο από τους υψηλούς κανόνας διαγωγής που υπάρχουν στη Γραφή, οι μάρτυρες του Ιεχωβά διαπιστώνουν ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι ανυπόμονοι να γνωρίσουν τι λέγει ο Θεός γι’ αυτά στο Λόγο του. Δεν προσπαθούσαμε να προωθήσωμε μια νέα θρησκεία σε κάποιον, αλλά βοηθούσαμε εκείνους οι οποίοι επιθυμούσαν να γνωρίσουν περισσότερα για τη Γραφή και για την ελπίδα που δίνει για το μέλλον.
«Αντί να ευνοούν ή να υποδαυλίζουν αταξία ή αναρχία, οι μάρτυρες του Ιεχωβά διδάσκουν ότι είναι δίκαιο να υποτάσσωνται οι άνθρωποι στην εξουσία. Αναγνωρίζουν ότι αυτή είναι διάταξις του Θεού το να επιτρέπη στις ανθρώπινες κυβερνήσεις να λειτουργούν στο παρόν σύστημα πραγμάτων και ότι επομένως ‘ο εναντιούμενος εις την [κυβερνητικήν] εξουσίαν, εναντιούται εις την διαταγήν του Θεού.’ (Ρωμ. 13:1, 2) Πιστεύουν, φυσικά, στη διδασκαλία της Γραφής ότι ο Θεός σύντομα πρόκειται ν’ αντικαταστήση όλες τις ανθρώπινες μορφές κυβερνήσεως με την τελεία διακυβέρνησι του Υιού του Χριστού Ιησού, από τον ουρανό. (Δαν. 2:44) Αλλά οι μάρτυρες του Ιεχωβά γνωρίζουν ότι αυτό θα γίνη με θεία δύναμι, όχι με το να προσπαθούν να φέρουν αυτή την αλλαγή μόνοι τους. Γι’ αυτό είναι προσεκτικοί να μη επεμβαίνουν στη λειτουργία των κυβερνήσεων που υπάρχουν.
«Η ουδετέρα στάσις των στις κοσμικές συρράξεις και στη συμμετοχή στις στρατιωτικές δραστηριότητες δεν βασίζεται σε κάποιο αιρετικό δόγμα ή προπαγάνδα, αλλά στη σαφή δήλωσι της Γραφής. Ο Ιησούς Χριστός ήταν εκείνος ο οποίος είπε στους ακολούθους του: Εάν ήσθε εκ του κόσμου, ο κόσμος ήθελε αγαπά το ιδικόν του· επειδή όμως δεν είσθε εκ του κόσμου, αλλ’ εγώ σας εξέλεξα εκ του κόσμου, διά τούτο σας μισεί ο κόσμος. . . . Δεν είναι δούλος μεγαλήτερος του κυρίου αυτού. Εάν εμέ εδίωξαν, και σας θέλουσι διώξει· εάν τον λόγον μου εφύλαξαν, και τον υμέτερον θέλουσιν φυλάξει.’—Ιωάν. 15:19, 20.
«Οι μάρτυρες του Ιεχωβά ζουν σε αρμονία με τα λόγια που βρίσκονται στον τοίχο του κτιρίου των Ηνωμένων Εθνών, λόγια που έχουν ληφθή από τη Γραφή στην προφητεία του Ησαΐα 2:4: ‘Θέλουσι σφυρηλατήσει τας μαχαίρας αυτών διά υνία και τας λόγχας αυτών διά δρέπανα· δεν θέλει σηκώσει μάχαιραν έθνος εναντίον έθνους, ουδέ θέλουσι μάθει πλέον τον πόλεμον.’ Η Σιγγαπούρη είναι μέρος του οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών. Είναι αλήθεια ότι τα έθνη σήμερα δεν ζουν σύμφωνα μ’ αυτά τα λόγια. Εξακολουθούν να συσσωρεύουν όπλα και να μαθαίνουν πόλεμο. Αλλ’ είναι δίκαιο να καταδικάζωνται ως ‘επιζήμιοι για την δημοσία ευημερία και τάξι’ εκείνοι οι οποίοι ζουν σύμφωνα μ’ αυτά τα λόγια, ναι, και οι οποίοι είναι μάλιστα πρόθυμοι να υποφέρουν μάλλον παρά να τα παραβούν; Σ’ ένα κόσμο που σταθερά γεμίζει από βία, πώς μπορεί να λεχθή ότι τέτοια άτομα δίνουν κακό παράδειγμα με τον ειρηνικό και ήσυχο τρόπο της ζωής των; Δεν θα ήταν ολόκληρος αυτός ο κόσμος πιο ασφαλής, πιο καλός, πιο ευχάριστος τόπος για να ζη κανείς αν όλοι, ή έστω η μεγάλη πλειονότης των ανθρώπων, ακολουθούσαν το παράδειγμα αυτών των ειλικρινών Χριστιανών;
«Στη διάρκεια της διαμονής μου στη Σιγγαπούρη είδα πολλές οχλαγωγίες όπου πολλοί άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους. Αλλ’ ούτε ένας μάρτυς του Ιεχωβά δεν είχε ποτέ αναμιχθή σ’ αυτή την αταξία. Καμμιά από τις εκδόσεις της Εταιρίας Σκοπιά δεν συνηγόρησε ποτέ για την χρήσι βίας.
«Εξ άλλου, είναι επιζήμιο για μια χώρα όταν οι μάρτυρες του Ιεχωβά τονίζουν αυτό που η Αγία Γραφή λέγει στην Αποκάλυψι κεφάλαιο 16, εδάφια 14-16, ότι ο μεγάλος πόλεμος του Θεού έρχεται και ότι αυτός ονομάζεται ‘Αρμαγεδδών’; Ένας άνθρωπος ο οποίος προειδοποιεί τον γείτονά του για μια συμφορά που προσεγγίζει και δείχνει σ’ αυτόν τον τρόπο διαφυγής σε ασφάλεια θεωρείται καλός φίλος. Οι μάρτυρες του Ιεχωβά δίνουν μια τέτοια προειδοποίησι, και το κάνουν αυτό από φιλικότητα προς τους ανθρώπους όλων των χωρών. Φυσικά, δεν μπορούν παρά να δώσουν μόνο την προειδοποίησι. Όσον αφορά το αν οι άνθρωποι θα την πιστέψουν ή όχι, είναι δικό τους ζήτημα.
«Στις 18 Ιανουαρίου επανήλθα στο Υπουργείο των Εσωτερικών για να πληρώσω τα S$1.000. Τα λόγια του Κου Χουάν, ‘Η εικών θα είναι λίγο πιο καθαρή στις 19 του μηνός είχε ήδη εκπληρωθή. ‘Μια μικρή κοινότης Χριστιανών δεν μπορούσαν πια να συναθροίζωνται για λατρεία. Ο θρησκευτικός τόπος της λατρείας υπέστη επίθεσι και η ιδιοκτησία των κατασχέθηκε και σφραγίσθηκε· ο τραπεζικός λογαριασμός των έγινε παγωμένος.
«Τώρα, όταν προσέφερα στον Κο Χουάν τα χρήματα, ζήτησε συγγνώμη λέγοντας ότι με είχε πληροφορήσει κακώς. Εκείνο που στην πραγματικότητα ζητούσε ήταν να προσέλθη κάποιο ντόπιο άτομο και να υπογράψη μια δήλωσι η οποία θα εγγυάτο ότι εγώ θα εγκατέλειπα τη χώρα στον ωρισμένο καιρό. Αν εγώ αθετούσα, τότε αυτός ο άνθρωπος θα έχανε τα χρήματά του και εγώ θα συλλαμβανόμουν με όλες τις συνέπειες. Επειδή είχα αποκτήσει πολλούς καλούς φίλους στη Σιγγαπούρη, δεν υπήρξε πρόβλημα για μένα να φέρω έναν να υπογράψη το γραμμάτιο.
ΟΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΦΕΥΓΟΥΝ ΣΤΕΝΟΧΩΡΗΜΕΝΟΙ
«Ο καιρός πέρασε. Ο αποχαιρετισμός ήταν μια γεμάτη δάκρυα πείρα, ωστόσο όμως η πίστις στον αληθινό Θεό Ιεχωβά εξακολουθούσε να είναι ισχυρή. Η αλήθεια δεν είναι ‘προπαγάνδα,’ αλλά κάτι που παρηγορεί και ενισχύει την καρδιά. Δίνει στους ανθρώπους με έντιμη καρδιά σκοπό στη ζωή. Τους κάνει καλύτερους άνδρες και γυναίκες.
«Και στον Κο Χουάν, στο γραφείο του Υπουργείου των Εσωτερικών, και στον Βοηθό Επιθεωρητή της Μεταναστεύσεως Κον Ταν Χαν Τουάν, ο οποίος κρατούσε το διαβατήριό μου πριν από την αναχώρησί μου, εξήγησα ότι δεν διατηρούσα κανένα αίσθημα εκδικήσεως απέναντι στην κυβέρνησι της Σιγγαπούρης. Είχα έλθει στη χώρα ως ένας σεβαστός φιλοξενούμενος και φεύγω ως ένας σεβαστός φιλοξενούμενος. Η παραμονή μου στη χώρα ήταν πολύ ευχάριστη. Αλλά ήμουν πολύ στενοχωρημένος να βλέπω ότι κάτι τρομερό συνέβη, το ν’ αφαιρεθή από πολίτας της Σιγγαπούρης η ελευθερία της λατρείας, μια προσπάθεια καταπιέσεως της συνειδήσεώς των και της εκφράσεως της πίστεώς των. Είναι θλιβερό ότι μια τέτοια σκληρή μεταχείρισις έγινε σε μια μειονότητα ειλικρινών νομοταγών Χριστιανών, που η μόνη επιθυμία τους είναι να ζουν ειρηνική ζωή σε αρμονία με τις διδασκαλίες της Γραφής. Άλλες προοδευτικές χώρες μίλησαν πολύ ευνοϊκά για την καλή Χριστιανική διαγωγή των μαρτύρων του Ιεχωβά. Είναι πράγματι αίσχος το ότι αυτοί οι μάρτυρες του Ιεχωβά δεν μπορούν να συναθροίζωνται για λατρεία στη Σιγγαπούρη, η οποία αποτελεί μέλος της Βρεττανικής Κοινοπολιτείας Εθνών, και ότι ακόμη και διάφορες μεταφράσεις της Γραφής που χρησιμοποιούν, και οι οποίες εκτυπώνονται στα πιεστήρια της Εταιρίας Σκοπιά, έχουν τεθή υπό απαγόρευσι από την κυβέρνησι μαζί με τις εκδόσεις που χρησιμοποιούν για να εξαγγείλουν τη βασιλεία του Θεού.
«Το βράδυ της 25 Ιανουαρίου 1972, η σύζυγός μου κι’ εγώ αναχωρήσαμε από τη δημοκρατία της Σιγγαπούρης. Αφήσαμε πίσω μας τους αγαπητούς παληούς φίλους της Εκκλησίας των Μαρτύρων του Ιεχωβά της Σιγγαπούρης.»
ΤΙ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΚΑΝΕΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΤΕ;
Οι προσευχές μας αναπέμπονται υπέρ αυτού του μικρού ομίλου των Χριστιανών στη Σιγγαπούρη. Ίσως κι’ εσείς επιθυμείτε να εκφράσετε το ενδιαφέρον σας γι’ αυτούς με προσευχή στον Ιεχωβά Θεό, παρακαλώντας τον να προστατεύση εκείνους που τον αγαπούν και να ευλογή την ευημερία της διακηρύξεως του Λόγου της αληθείας του, ακόμη και κάτω από δυσκολίες. (2 Κορ. 1:8-11· 2 Θεσσ. 3:1, 2) Όπως είπε ο απόστολος Παύλος όταν ήταν φυλακισμένος για το κήρυγμα του ευαγγελίου της βασιλείας του Θεού: «Αλλ’ ο λόγος του Θεού δεν δεσμεύεται.»—2 Τιμ. 2:9.
Μπορεί να θέλετε επίσης να εκφράσετε το ενδιαφέρον σας στην κυβέρνησι της δημοκρατίας της Σιγγαπούρης, εκφράζοντας σ’ αυτή την έκκλησί σας για μια συνετή και ανεπηρέαστη επανεξέτασι της ενέργειας που έχει ληφθή. Ασφαλώς το «νέον έθνος» της Σιγγαπούρης δεν έχει να φοβηθή τίποτε από ανθρώπους που παραμένουν προσκολλημένοι στους υψηλούς κανόνας της Χριστιανικής διαγωγής όπως εκτίθενται στη Γραφή. Η εμμονή των στην ουδετερότητα όσον αφορά τις κοσμικές συρράξεις δεν αποτελεί ασφαλώς αιτία για να σφραγισθή ο τόπος της λατρείας Χριστιανών ανδρών, γυναικών και τέκνων.
Είθε η επικεφαλίδα της εφημερίδος του 1967, «Η ΣΙΓΓΑΠΟΥΡΗ ΗΓΕΙΤΑΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ: ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ,» ν’ αποδειχθή και πάλι αληθινή το 1972. Ναι, είθε οι κυβερνητικοί ηγέται της Δημοκρατίας της Σιγγαπούρης να θέσουν ένα φωτισμένο παράδειγμα και να τιμήσουν τον εαυτό τους ως άνδρας σοφής κρίσεως με την αποκατάστασι αυτής της μικρής μειονότητος, των Χριστιανών μαρτύρων του Ιεχωβά, στη θρησκευτική των ελευθερία. Ακολουθούν τα ονόματα και οι διευθύνσεις των μελών της κυβερνήσεως της Δημοκρατίας της Σιγγαπούρης στους οποίους πιθανόν να θέλετε να γράψετε:
His Excellency Dr. B. H. Sheares
President of the Republic of Singapore
The Istana
Singapore 9
Republic of Singapore
Mr. Lee Kuan Yew
Prime Minister of the Republic of Singapore
Prime Minister’s Office
City Hall
Singapore 6
Republic of Singapore
Dr. Goh Keng Swee
Minister of Defence
Ministry of Defence
Pearl’s Hill
Singapore 2
Republic of Singapore
Dr. Wong Lin Ken
Minister for Home Affairs
Ministry of Home Affairs
Pearl’s Hill
Singapore 2
Republic of Singapore
Mr. Jek Yeun Thong
Minister for Culture
Ministry of Culture
City Hall
Singapore 6
Republic of Singapore
Mr. S. Rajaratnam
Minister for Foreign Affairs
Ministry of Foreign Affairs
City Hall
Singapore 6
Republic of Singapore
Mr. E. W. Barker
Minister of Law and National Development
National Development Building
Maxwell Road
Singapore 2
Republic of Singapore
Mr. Michael Chai
Acting Controller of Immigration
Immigration Department
Empress Place
Singapore 6
Republic of Singapore