Το να Υποστηρίζει Κανείς την Ανεξαρτησία του από τον Θεό Οδηγεί σε Συμφορά
«Ιεχωβά, γνωρίζω ότι η οδός του ανθρώπου δεν εξαρτάται απ’ αυτού· του περιπατούντος ανθρώπου δεν είναι το να κατευθύνη τα διαβήματα αυτού.»—Ιερ. 10:23, ΜΝΚ
1. Πότε είναι κατάλληλο να εκλέγη ένα άτομο ανεξαρτησία; Περιγράψτε.
ΣΤΗ γέννησί τους οι άνθρωποι είναι τελείως αβοήθητοι, και για κάμποσα χρόνια ακόμη εξακολουθούν να εξαρτώνται από άλλους. Αλλ’ αυτό δεν τους προξενεί βλάβη. Αν τα παιδιά πρόκειται να γίνουν ισορροπημένοι ενήλικοι, προετοιμασμένοι ν’ αντιμετωπίζουν τις ευθύνες που πρέπει να επωμίζωνται εκείνοι οι οποίοι φεύγουν από τους γονείς των για να δημιουργήσουν μια ανεξάρτητη ζωή, έχουν ανάγκη κατευθύνσεως, φροντίδος και διαπαιδαγωγήσεως. Η παροιμία λέγει: «Η ράβδος και ο έλεγχος δίδουσι σοφίαν· παιδίον δε απολελυμένον καταισχύνει την μητέρα αυτού.» (Παροιμ. 29:15) Εξ άλλου, η πλήρης εξάρτησις από τους γονείς θα ήταν πολύ ανεπιθύμητη και αφύσικη στην περίπτωσι εφήβων υιών και θυγατέρων που μπορούν να επωμισθούν τις ευθύνες των κατάλληλα όταν παντρευτούν. Μια τέτοια εξάρτησις θα ήταν επίσης εκτός αρμονίας μ’ αυτά που εδήλωσε ο Θεός τον καιρό που εγκαθίδρυσε τον γάμο: «Θέλει αφήσει ό άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα αυτού, και θέλει προσκολληθή εις την γυναίκα αυτού.» (Γέν. 2:24) Είναι φανερό, λοιπόν, ότι οι ανάγκες και οι περιστάσεις ενός ατόμου καθορίζουν αν μπορή κατάλληλα να προτιμήση να είναι ανεξάρτητος από κάποιον άλλον.
2. Μπορεί ένα άτομο ν’ ακολουθήση ορθώς μια πορεία ανεξαρτησίας από τον Θεό;
2 Μολονότι η ορθότης της ανεξαρτησίας στην εφηβική ηλικία και η πλήρης εξάρτησις στην παιδική ηλικία γίνονται ευκόλως καταφανή, πολλοί αντιμετωπίζουν δυσκολία να παραδεχθούν ότι πρέπει να υποταχθούν στον Θεό. Επιθυμούν ν’ ακολουθούν τους δικούς των κανόνες. Αλλά είναι οι περιστάσεις των τέτοιες ώστε να μπορούν ορθώς ν’ ακολουθήσουν μια πορεία ανεξαρτησίας σχετικά με τον Δημιουργό; Τα λόγια του προφήτου Ιερεμία δίνουν απάντησι σ’ αυτό το ερώτημα: «Ιεχωβά, γνωρίζω ότι η οδός του ανθρώπου δεν εξαρτάται απ’ αυτού· του περιπατούντος ανθρώπου δεν είναι το να κατευθύνη τα διαβήματα αυτού.»—Ιερεμ. 10:23, ΜΝΚ,
Η ΕΞΑΡΤΗΣΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ ΕΙΝΑΙ ΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ
3. Ποιος έχει απόλυτο δικαίωμα να καθορίζη πώς πρέπει να συμπεριφέρεται ο άνθρωπος, και γιατί;
3 Λόγω της ιδιότητός του ως Δημιουργού, ο Θεός, και όχι ο άνθρωπος που είναι δημιούργημα, έχει το απόλυτο δικαίωμα να θέτη κανόνες με τους οποίους τα νοήμονα πλάσματά του πρέπει να κατευθύνουν τα βήματά τους. Ερωτήσεις που προκαλούν σκέψεις και έχουν εγερθή πριν από πολλούς αιώνες τονίζουν το εξής γεγονός: «Ήθελε καυχηθή ή αξίνη κατά του κόπτοντος δι’ αυτής; Ήθελε μεγαλαυχήσει το πριόνιον κατά του κινούντος αυτό; ως εάν ήθελε κινηθή ράβδος κατά των υψούντων αυτήν ως εάν ήθελεν υψώσει εαυτήν ή βακτηρία ως μη ούσα ξύλον;» (Ησ. 10:15) «Αλλά μάλιστα, συ, ω άνθρωπε, τις είσαι όστις ανταποκρίνεσαι προς τον Θεόν; Μήπως το πλάσμα θέλει ειπεί προς τον πλάσαντα, διατί με έκαμες ούτως; ή δεν έχει εξουσίαν ο κεραμεύς του πηλού, από του αυτού μίγματος να κάμη άλλο μεν σκεύος εις τιμήν, άλλο δε εις ατιμίαν;» (Ρωμ. 9:20, 21) Είναι το ανώτατο όριο της υπερηφανίας, ‘άνθρωποι από πηλό’ να επιμένουν να υποστηρίζουν την ανεξαρτησία τους από τον Θεό. Είναι τόσο παράλογο όσο και το να ισχυρίζεται κανείς ότι ένας βιομήχανος δεν έχει δικαίωμα να δίνη οδηγίες όσον αφορά τη χρήσι των προϊόντων του.
4. Με ποιον τρόπο ο Θεός ενετύπωσε στον Αδάμ ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί ν’ αγνοήση χωρίς συνέπειες τον θείο κανόνα για το καλό και το κακό;
4 Στον πρώτο άνθρωπο, τον Αδάμ, ο Θεός υπέδειξε ότι η περιφρόνησις του θείου κανόνος σχετικά με την κατάλληλη διαγωγή θα ωδηγούσε σε θάνατο. Ο Ιεχωβά Θεός είπε στον Αδάμ: «Από παντός δένδρου του παραδείσου ελευθέρως θέλεις τρώγει, από δε του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού, δεν θέλεις φάγει απ’ αυτού· διότι καθ’ ην ημέραν φάγης απ’ αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει.» (Γέν. 2:16, 17) Εφόσον είναι καταφανές ότι τίποτε στον απηγορευμένο καρπό δεν ήταν αυτό καθ’ εαυτό επιβλαβές, η απαγόρευσις του Θεού σχετικά μ’αυτόν ήταν το μόνο πράγμα που έκανε τη βρώσι του κάτι κακό. Επομένως, η ανυπακοή εκ μέρους του Αδάμ θα εσήμαινε ότι έπαιρνε το μέρος της συζύγου του με το να φάγη απ’ αυτόν τον καρπό. Ακολούθησε τη σύζυγό του η οποία υπεστήριξε ανεξαρτησία από τον Θεό, καθορίζοντας η ίδια τι ήταν καλό και τι ήταν κακό αντί να είναι προσκολλημένη στην κρίσι του Θεού σ’ αυτό το ζήτημα.
5. Γιατί ήταν ορθό να είναι υποτακτικός ο Αδάμ;
5 Πρέπει να σημειωθή ότι δεν υπήρχε τίποτε το παράλογο στην εντολή του Θεού, και επομένως δεν υπήρχε τίποτε το ανεπιθύμητο στο να υπακούη ο Αδάμ στον Δημιουργό του. Δεν υφίστατο αφόρητη καταπίεσι που να κάνη να φαίνεται σ’ αυτόν ότι η ανεξαρτησία και ο θάνατος ήσαν προτιμώτερα από την εξάρτησι και τη ζωή. Η εντολή του Θεού δεν είχε αναγκάσει τον Αδάμ να βρεθή σε μια δύσκολη κατάστασι. Υπήρχαν και άλλα καρποφόρα δένδρα από τα οποία μπορούσε να φάη όσο ήθελε. Όλα όσα είχε ο Αδάμ—η ζωή του, το παραγωγικό του έργο και η ωραία παραδεισιακή κατοικία του που είχε μαζί με τη σύζυγό του—ήσαν δώρα του Θεού και εκφράσεις της αγάπης του Θεού γι’ αυτόν. Από τα δημιουργικά έργα που υπήρχαν γύρω του μπορούσε ο Αδάμ ν’ αντιληφθή εύκολα ότι η σοφία του Ιεχωβά Θεού ήταν πολύ ανώτερη από τη δική του. Με τη βάσι του τι είχε κάμει ο σοφός και στοργικός Θεός του, ο Αδάμ μπορούσε να είναι βέβαιος ότι το να είναι προσκολλημένος στην κρίσι του Δημιουργού του σχετικά με το καλό και το κακό θα κατέληγε στη διαρκή ευτυχία και ευημερία του.
ΚΑΝΕΝΑ ΝΟΗΜΟΝ ΠΛΑΣΜΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΧΩΡΙΣ ΚΙΝΔΥΝΟ ΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ
6, 7. (α) Τι έκαμε την Εύα να σκεφθή ότι η ανεξαρτησία από τον Θεό ήταν κάτι επιθυμητό; (β) Γιατί η Εύα πίστεψε τον όφι;
6 Όμοια με τον σύζυγό της Αδάμ, η Εύα είχε κάθε λόγο να παραμείνη υπάκουη στον Θεό. Είχε τις ίδιες ευλογίες. Αλλά η Εύα ήταν το πρώτο ανθρώπινο πλάσμα που ωδηγήθηκε να πιστεύση ότι η ανυπακοή στον Θεό ήταν η καλύτερη πορεία. Μια φορά, που δεν ήταν μαζί με τον σύζυγό της, άκουσε μια φωνή. Δεν ήταν η φωνή του συζύγου της ούτε η φωνή του Θεού, αλλά η φωνή ενός όφεως. Η Εύα δεν έτρεξε να φύγη από φόβο, διότι ο Θεός προηγουμένως είχε δώσει σ’ αυτήν και στον σύζυγο της εξουσία επάνω στη ζωική κτίσι, περιλαμβανομένων και των όφεων. (Γέν. 1:28) Έτσι, στάθηκε και άκουσε. Ο όφις ρώτησε: «Τω όντι είπεν ο Θεός, Μη φάγητε από παντός δένδρου του παραδείσου;» Η Εύα έδωσε ορθή απάντησι, διότι ήταν καλώς πληροφορημένη για τον απαγορευμένο καρπό και την ποινή του θανάτου που ήταν συνδεδεμένη μ’ αυτόν. Αλλ’ ο όφις διέψευσε τον Θεό, αφήνοντας να υπονοηθή ότι η Εύα παρέμενε σε άγνοια και ότι ο Θεός δεν θα επέβαλλε τον νόμο του με το να θανατώση τον παραβάτη.—Γέν. 3:1-5.
7 Η Εύα εξαπατήθηκε πλήρως και υπέκυψε στην ιδιοτελή φιλοδοξία να είναι όμοια με τον Θεό όσον αφορά το να προσδιορίζη μόνη της τι ήταν καλό και τι ήταν κακό, και έφαγε τον απαγορευμένο καρπό. Προφανώς δυο πράγματα ωδήγησαν την Εύα να νομίση ότι ο όφις έλεγε την αλήθεια: (1) Ήταν φανερό στις αισθήσεις της ότι ο καρπός του δένδρου ήταν καλός για τροφή, και (2) η εξαιρετική επιφυλακτικότης του όφεως έκαμε να φαίνεται ότι αυτό το πλάσμα δεν μπορούσε να είναι πηγή κακής πληροφορίας. Προφανώς επειδή δεν δοκίμασε κακά αποτελέσματα από την παράβασί της, η Εύα πλησίασε με εμπιστοσύνη τον σύζυγό της και τον έπεισε να φάγη τον καρπό.—Γέν. 3:1, 6.
8. Ποιος έκαμε να φαίνεται ότι μιλούσε ο όφις;
8 Αντίθετα με τις προσδοκίες της Εύας, η πορεία της ανεξαρτησίας από τον Θεό έφερε συμφορά. Ωδήγησε σε αισχύνη, στην απώλεια μιας ωραίας παραδεισιακής κατοικίας, σε σωματικούς και ψυχικούς πόνους και τελικά σε θάνατο. (Γεν. 3:7, 16-19) Τα λόγια του όφεως απεδείχθη ότι ήσαν ένα μοχθηρό ψεύδος. Εφόσον αυτό είναι το πρώτο ψεύδος που ελέχθη, εκείνος που είπε αυτό το ψεύδος, όχι ο κατά γράμμα όφις, αλλ’ εκείνος που έκανε να φαίνεται ότι ο όφις μιλούσε, πρέπει να είναι ο πατέρας ή πρωτουργός του ψεύδους. Η ταυτότης του αποκαλύφθηκε από τον Υιό του Θεού, τον Χριστό Ιησού, όταν είπε σ’ εκείνους που ζητούσαν να τον θανατώσουν: «Σεις είσθε εκ πατρός του Διαβόλου, και τας επιθυμίας του πατρός σας θέλετε να πράττητε. Εκείνος ήτο απ’ αρχής ανθρωποκτόνος, και δεν μένει εν τη αληθεία· διότι αλήθεια δεν υπάρχει εν αυτό. Όταν λαλή το ψεύδος, εκ των ιδίων λαλεί διότι είναι ψεύστης και πατήρ αυτού του ψεύδους.» (Ιωάν. 8:44) Στο Γραφικό βιβλίο της Αποκαλύψεως, αυτό το αόρατο πνευματικό πλάσμα αναφέρεται ως ο «δράκων ο μέγας, ο όφις ο αρχαίος, ο καλούμενος Διάβολος και ο Σατανάς.» (Αποκάλ. 12:9) Περιγράφεται με συμβολικό τρόπο ως «δράκων μέγας κόκκινος, έχων κεφαλάς επτά και κέρατα δέκα· και επί τας κεφαλάς αυτού διαδήματα επτά· και η ουρά αυτού έσυρε το τρίτον των αστέρων του ουρανού.»—Αποκάλ. 12:3, 4.
9. Τι είναι σημαντικό σχετικά με το γεγονός ότι η ουρά του δράκοντος έσυρε οπίσω το τρίτον των αστέρων;
9 Το γεγονός ότι η ουρά του δράκοντος σύρει το ένα τρίτο των αστέρων του ουρανού δείχνει ότι ο Διάβολος προφανώς επέτυχε να επηρεάση ένα σημαντικό αριθμό αγγέλων, ‘αστέρων του ουρανού’ (Ιώβ. 38:7), για να στασιάσουν εναντίον του Θεού. Η απόδειξις της Γραφής δείχνει ότι αυτό συνέβη στην εποχή του Νώε, που ήταν ένας μακρυνός απόγονος του Αδάμ. Την εποχή εκείνη η πλειονότης του ανθρωπίνου γένους δεν ήθελε να υποταχθή στο θέλημα του Θεού, και πολλοί άγγελοι αντίθετα με τον θείο σκοπό γι’ αυτούς, «κατέλιπον το ίδιον αυτών κατοικητήριον» στους ουρανούς και υλοποιήθηκαν παίρνοντας ανθρώπινα σώματα για να μπορούν να έχουν σεξουαλικές σχέσεις με τις ωραίες γυναίκες της γης. (Ιούδ. 6· Γέν. 6:1, 2) Υποστηρίζοντας την ανεξαρτησία τους μ’ αυτόν τον τρόπο, οι άγγελοι άρχισαν μια πορεία που ωδήγησε σε συμφορά.
10, 11. Τι συνέβη στους απειθείς αγγέλους όταν εγκατέλειψαν το υλικό σώμα;
10 Όταν ο Ιεχωβά Θεός επέφερε κατακλυσμό και κατέστρεψε όλους τους ανθρώπους εκτός από τον Νώε και τα επτά μέλη της αμέσου οικογενείας του, αυτοί οι άγγελοι αναγκάσθηκαν ν’ αφήσουν το υλικό σώμα τους και να επιστρέψουν στο πνευματικό βασίλειο. Αλλά δεν ανέκτησαν τη θέσι που είχαν εγκαταλείψει. Ο Θεός τους υποβίβασε σε μια πολύ χαμηλή κατάστασι, που ονομάζεται «τάρταρος». Σχετικά μ’ αυτό η Γραφή μάς λέγει: «Ο Θεός δεν εφείσθη αγγέλους αμαρτήσαντας, άλλα ρίψας αυτούς εις τον τάρταρον δεδεμένους με αλύσεις σκότους, παρέδωκε δια να φυλάττωνται εις κρίσιν και εάν τον παλαιόν κόσμον δεν εφείσθη, αλλά φέρων κατακλυσμόν επί τον κόσμον των ασεβών, εφύλαξεν όγδοον τον Νώε, κήρυκα της δικαιοσύνης.» (2 Πέτρ. 2:4, 5) «Και αγγέλους, οίτινες δεν εφύλαξαν την εαυτών αξίαν, αλλά κατέλιπον το ίδιον αυτών κατοικητήριον, εφύλαξε με παντοτεινά δεσμά υποκάτω του σκότους, δια την κρίσιν της μεγάλης ημέρας.» (Ιούδ. 6) Αντί ν’ αποκτήσουν ελευθερία με την ανυπακοή τους, αυτοί οι άγγελοι ήλθαν κάτω από μια μορφή περιορισμού. Γι’ αυτό ο απόστολος Πέτρος ομιλεί γι’ αυτούς ως «τα πνεύματα τα εν τη φυλακή, τα οποία ηπείθησαν ποτέ, ότε η μακροθυμία του Θεού επρόσμενεν ποτέ αυτούς, εν ταις ημέραις του Νώε, ενώ κατεσκευάζετο η κιβωτός, εις ην ολίγαι (τουτέστιν οκτώ) ψυχαί διεσώθησαν δι’ ύδατος.» (1 Πέτρ. 3:19, 20) Προφανώς λόγω αυτής της μορφής φυλακίσεως δεν μπορούν πια να υλοποιούνται και να ζουν ως σύζυγοι με γυναίκες.
11 Το υπόμνημα της Γενέσεως δεν αποκαλύπτει αν ο Νώε και η οικογένειά του εγνώριζαν αυτές τις λεπτομέρειες σχετικά με την τιμωρία που επεβλήθη στους απειθείς αγγέλους. Αλλά η καταστροφή του στασιαστικού κόσμου του ανθρωπίνου γένους παρέσχε μεγάλη απόδειξι του γεγονότος ότι κανένα νοήμον πλάσμα δεν μπορεί να υποστηρίξη την ανεξαρτησία του από τον Θεό χωρίς να δοκιμάση την πείρα της συμφοράς.
ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΚΑΤΑΠΤΩΣΙ
12. Πότε άρχισε ξανά ο στασιασμός ύστερ’ από τον κατακλυσμό;
12 Φαίνεται ότι θα ήταν δύσκολο να πιστεύση κανείς ότι οποιοσδήποτε θα ζητούσε έπειτα απ’ αυτό ανεξαρτησία από τον Θεό. Εν τούτοις ακριβώς αυτό συνέβη, Ο Σατανάς ή Διάβολος βρήκε ένα πρόθυμο όργανο στο πρόσωπο του Νεβρώδ, ενός δισέγγονου του Νώε. Σχετικά με τον Νεβρώδ, το υπόμνημα της Γενέσεως λέγει: «Ούτος ήρχισε να είναι ισχυρός επί της γης· αυτός ήτο ισχυρός κυνηγός εναντίον του Ιεχωβά. . . . η αρχή της βασιλείας αυτού εστάθη η Βαβυλών, και Ερέχ και Αχάδ, και Χαλνέχ εν τη γη Σεναάρ.» (Γεν. 10:8-10, ΜΝΚ) Εφόσον η Βαβέλ περιελαμβάνετο στο πρώτο βασίλειο του Νεβρώδ, πρέπει η ανέγερσις αυτής της πόλεως και του πύργου της να είχε αρχίσει με την δική του κατεύθυνσι. Αυτό το σχέδιο είχε αναληφθή κατά πρόκλησιν του Θεού, διότι ο θείος σκοπός ήταν το ανθρώπινο γένος να διασπαρή σ’ όλη τη γη. Ο Ιεχωβά Θεός ματαίωσε τα σχέδια των οικοδόμων με το να φέρη σύγχυσι στη γλώσσα τους. Και εφόσον δεν ήσαν σε θέσι πια να εννοή ο ένας τον άλλον, εγκατέλειψαν σιγά σιγά την ανέγερσι της πόλεως, και διεσκορπίσθησαν.—Γέν. 11:1-9.
13. Ποια απόδειξις υπάρχει ότι εκείνοι οι οποίοι ενώθηκαν με τον Νεβρώδ στον στασιασμό του εναντίον του Θεού δεν αγνοούσαν τις ενέργειές Του;
13 Εφόσον ο Νώε έζησε 350 χρόνια ύστερ’ από τον κατακλυσμό, (Γέν. 9:28) λογικώς έπεται ότι ζούσε ακόμη όταν οι προσπάθειες του δισέγγονου του Νεβρώδ είχαν ανατραπή στη Βαβέλ. Ο διασκορπισμός του λαού πρέπει να είχε λάβει χώρα σε μια εποχή που η αλήθεια σχετικά με τα προηγούμενα γεγονότα, όπως του κατακλυσμού, ήταν γνωστή. Ενδεικτικό τούτου είναι το γεγονός ότι οι μυθολογίες των αρχαίων απηχούν την αφήγησι της Γραφής, αλλά με μια παραμορφωμένη πολυθεϊστική μορφή. Μύθοι μιλούν για ζητήματα αγάπης που είχαν θεοί και επίγειες γυναίκες κάνοντας έτσι προφανώς νύξι σ’ αυτό που είχαν κάμει πριν από τον Κατακλυσμό οι απειθείς άγγελοι. Είναι δύσκολο να βρεθή ένα έθνος στη γη που δεν έχει ένα μύθο για κάποιο παγγήινο Κατακλυσμό. Επίσης, ίχνη του επεισοδίου της ανεγέρσεως ενός πύργου βρίσκονται στους μύθους.
14. Σε ποιες εξευτελιστικές πράξεις ωδήγησε ο μετακλυσμιαίος στασιασμός;
14 Όλ’ αυτό αφήνει να εννοηθή ότι οι άνθρωποι εγνώριζαν σχετικά με τον αληθινό Θεό και τη δράσι του. Εν τούτοις, εφόσον είχαν στασιάσει εναντίον του με δική τους εκλογή, είχαν παραμείνει μακρυά από την κατεύθυνσι και την καθοδήγησί του. Τους έφερε αυτό καλό; Τα Ιστορικά γεγονότα απαντούν όχι. Οι διασκορπισμένοι άνθρωποι και οι απόγονοι των άρχισαν να κάνουν θεούς είδωλα από ξύλο, πέτρα και άλλα υλικά. Προσκυνούσαν αυτά τα είδωλα και έκαναν έκκλησι σ’ αυτούς τους χωρίς ζωή θεούς για βοήθεια. Σχετικά με τη λατρεία αυτών των θεοτήτων, άρχισαν να ενασχολούνται σε στασιαστικές ενέργειες, όπως είναι η τελετουργική πορνεία, ή θυσία μικρών παιδιών, η μέθη και ο αυτοτραυματισμός στο σημείο που να κάνουν να τρέχη το αίμα. (Παράβαλε 1 Βασ. 14:24· 18:28· Ιερεμίας 19:3-5· Ωσηέ 4:13, 14· Αμώς 2:8) Η κατάπτωσις στην οποία είχαν φθάσει οι άνθρωποι αποξενωμένοι από τον Θεό περιγράφεται καλά από τον απόστολο Παύλο στην επιστολή του προς Ρωμαίους (1:21-31):
«Γνωρίσαντες τον Θεόν, δεν εδόξασαν ως θεόν, ουδέ ευχαρίστησαν αλλ’ εματαιώθησαν εν τοις διαλογισμοίς αυτών, και εσκοτίσθη η ασύνετος αυτών καρδία. Λέγοντες ότι είναι σοφοί εμωράνθησαν. Και ήλλαξαν την δόξαν του άφθαρτου Θεού εις ομοίωμα εικόνος φθαρτού ανθρώπου, και πετεινών και τετραπόδων και ερπετών.
«Δια τούτο και παρέδωκεν αυτούς ο Θεός δια των επιθυμιών των καρδιών αυτών εις ακαθαρσίαν, ώστε να ατιμάζωνται τα σώματα αυτών μεταξύ αυτών. Οίτινες μετήλλαξαν την αλήθειαν του Θεού εις το ψεύδος, και εσεβάσθησαν και ελάτρευσαν την κτίσιν μάλλον παρά τον κτίσαντα, όστις είναι ευλογητός εις τους αιώνας. Αμήν. Δια τούτο παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις πάθη ατιμίας· διότι και αι γυναίκες αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις την παρά φύσιν· ομοίως δε και οι άνδρες αφήσαντες την φυσικήν χρήσιν της γυναικός, εξεκαύθησαν εις την επιθυμίαν αυτών προς αλλήλους, πράττοντες την ασχημοσύνην, άρσενες εις άρσενας, και απολαμβάνοντες εις εαυτούς την πρέπουσαν αντιμισθίαν της πλάνης αυτών.
«Και καθώς απεδοκίμασαν το να έχωσιν επίγνωσιν του Θεού, παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις αδόκιμον νουν, ώστε να πράττωσι τα μη πρέποντα· πλήρεις όντες πάσης αδικίας, πορνείας, πονηρίας, πλεονεξίας, κακίας· γέμοντες φθόνου, φόνου, έριδος, δόλου, κακοηθείας· ψιθυρισταί, κατάλαλοι, μισόθεοι, υβρισταί, υπερήφανοι, αλαζόνες, εφευρεταί κακών, απειθείς εις τους γονείς, ασύνετοι, παραβάται συνθηκών, άσπλαγχνοι, αδιάλλακτοι, ανελεήμονες.»
15. Εξακολουθούν να υπάρχουν οι εξευτελιστικές πράξεις που περιγράφει ο απόστολος Παύλος;
15 Σήμερα δεν υπάρχει ανάγκη να μας υπενθυμίση κανείς ότι αυτά ακριβώς τα πράγματα που αναφέρει ο απόστολος Παύλος εξακολουθούν να υπάρχουν και έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα φόβου και δυσπιστίας. Κάθε μέρα περιφρόνησις του θείου κανόνος για το καλό και το κακό απειλεί τη ζωή και την ευτυχία και την ευημερία των άλλων. Κλοπή, βιαιοπραγίες και επιθέσεις από κακοποιούς, εγκληματίες και διεστραμμένους είναι συνήθη γεγονότα. Η σεξουαλική ανηθικότης έχει οδηγήσει σε εξάπλωσι των απεχθών αφροδισίων νοσημάτων, έχει καταστρέψει οικογένειες, αποστερήσει τέκνα από την αναγκαία καθοδήγησι γονέων και συνετέλεσε σε εξαφάνισι της ζωής μέσω των εκτρώσεων. Σωματική, συναισθηματική και διανοητική βλάβη είναι καταφανής μεταξύ εκείνων οι οποίοι έχουν περιφρονήσει τον Δημιουργό. Το αποτέλεσμα αυτού του αναλλοίωτου νόμου του Θεού είναι σαφές: «Ότι αν σπείρη ο άνθρωπος, αυτό και θέλει θερίσει.»—Γαλ. 6:7.
ΟΦΕΛΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΑΚΟΗ ΣΤΟΝ ΘΕΟ
16, 17. Ποια οφέλη προκύπτουν από την υπακοή στο νόμο του Θεού;
16 Εξ άλλου, διαρκή οφέλη προκύπτουν από πιστή προσκόλλησι στον νόμο του Θεού. Αυτό οφείλεται στο ότι ο Παντοκράτωρ, επειδή είναι Θεός αγάπης (1 Ιωάν. 4:8) και απείρως σοφός (Ρωμ. 16:27), έχει θέσει μόνο νόμους οι οποίοι είναι για τα πιο καλά συμφέροντα του ανθρώπου. Αυτοί οι νόμοι έχουν σκοπό να προστατεύσουν τον άνθρωπο από βλάβη και να φροντίσουν ώστε να προέλθη καλό σ’ αυτόν. Όλοι οι θείοι νόμοι που διέπουν τις ανθρώπινες σχέσεις βασίζονται σε αγάπη για τον συνάνθρωπο μας. Όπως έγραψε ο απόστολος Παύλος: «Εις μηδένα μη οφείλετε μηδέν, ειμή το να αγαπάτε αλλήλους· διότι ο αγαπών τον άλλον εκπληροί τον νόμον. Επειδή το, Μη μοιχεύσης, Μη φονεύσης, Μη κλέψης, Μη ψευδομαρτυρήσης, Μη επιθυμήσης και πάσα άλλη εντολή, εν τούτω τω λόγω συμπεριλαμβάνεται, εν τω ‘θέλεις αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν.’ Η αγάπη κακόν δεν κάμνει εις τον πλησίον.»–Ρωμ. 13:8-10.
17 Βέβαια κανένα λογικό άτομο δεν μπορεί ν’ αρνηθή ότι θα είχε να ωφεληθή αν οι άνθρωποι παντού εξεδήλωναν γνήσια αγάπη για τον πλησίον. Ναι, μόνο με την υποταγή στο νόμο του Θεού μπορούν οι άνθρωποι να έχουν ευτυχία, ειρήνη και ασφάλεια. Ένας προσεκτικός μελετητής του νόμου, ο Άγγλος νομομαθής Ουίλλιαμ Μπλάκστον, αισθάνθηκε την ώθησι να βγάλη το εξής συμπέρασμα: «[Ο Θεός] έχει τόσο στενά συνδέσει, τόσο αχώριστα συνυφάνει τους νόμους της αιωνίας δικαιοσύνης με την ευτυχία κάθε ατόμου, ώστε η τελευταία να μη μπορή να επιτευχθή χωρίς τον σεβασμό της πρώτης · και αν η πρώτη τηρήται με ακρίβεια, δεν μπορεί παρά να οδηγήση στην τελευταία.» Έχοντας υπ’ όψιν ότι ο νόμος του Θεού είναι για το καλό μας, πρέπει να αισθανώμεθα την ώθησι να εκφράζωμε εκτίμησι γι’ αυτό, όπως έκαμε ο ψαλμωδός: «Επτάκις της ημέρας σε αινώ δια τας κρίσεις της δικαιοσύνης σου. Ειρήνη πολλήν έχουσιν οι αγαπώντες τον νόμον σου και εις αυτούς δεν υπάρχει πρόσκομμα.»—Ψαλμ. 119:164, 165.
ΠΑΡΑΜΕΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΙ ΣΤΟΝ ΘΕΟ
18. Γιατί η πλήρης γνώσις της Γραφής είναι ουσιώδης για να ευαρεστήση ένα άτομο τον Θεό;
18 Φυσικά, αν ένα άτομο πρόκειται ν’ απολαύση τις ευλογίες που προέρχονται από πιστή προσκόλλησι στον κανόνα του Θεού για το καλό και το κακό, πρέπει να έχη πλήρη γνώσι αυτού του κανόνος όπως αποκαλύπτεται στη Γραφή. Είναι καταφανές ότι ένα άτομο που δεν έχει ποτέ εξετάσει τον θείο κανόνα ή έχει απλώς δεχθή τον λόγο κάποιου άλλου σχετικά μ’ αυτό, δεν μπορεί να είναι βέβαιο ότι συμπεριφέρεται ορθά από την άποψι του Θεού. Η παροιμία λέγει: «Υπάρχει οδός, ήτις φαίνεται ορθή εις τον άνθρωπον, αλλά τα τέλη αυτής φέρουσιν εις θάνατον.»—Παροιμ. 14:12.
19. (α) Γιατί η γνώσις μόνον δεν είναι αρκετή για να παραμείνη κανείς επιδοκιμασμένος δούλος του Ιεχωβά; (β) Τι άλλο χρειάζεται εκτός από γνώσι;
19 Ωστόσο, η γνώσις δεν είναι αρκετή για να συνεχίση ένα άτομο να είναι υποτακτικό στο Δημιουργό του. Ο Αδάμ, παραδείγματος χάριν, γνώριζε ότι η λήψις του απηγορευμένου καρπού θα εσήμαινε θάνατον γι’ αυτόν «δεν ήπατήθη.» (1 Τιμ. 2:14) Εν τούτοις, ο Αδάμ παρέβη τον νόμο του Θεού εσκεμμένως. Γιατί; Διότι έδωσε μεγαλύτερη αξία στη σχέσι του με την αμαρτωλή σύζυγό του παρά στη σχέσι του με το Δημιουργό του. Αυτό δείχνει ότι ένας άνθρωπος μπορεί να είναι και να παραμείνη επιδοκιμασμένος δούλος του Θεού μόνο αν έχη αδιάρρηκτη αγάπη για τον Δημιουργό του, αγάπη η οποία υπερβαίνει κάθε άλλη αφοσίωσι. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είναι πρόθυμος να θυσιάση το καθετί, ακόμη και τη ζωή του, για να παραμείνη ευπειθής στον Θεό, όταν εξωτερικές πιέσεις το καθιστούν αυτό δύσκολο. Έχετε τέτοια αγάπη; Η διαρκής ευημερία σας εξαρτάται από το να έχετε αυτή την αγάπη και να την διατηρήσετε. Όπως είπε ο Ιησούς Χριστός: «Όστις αγαπά την ψυχήν αυτού, θέλει απολέσει αυτήν· και όστις μισεί την ψυχήν αυτού εν τω κόσμω τούτω, εις ζωήν αιώνιον θέλει φυλάξει αυτήν.»—Ιωάν. 12:25.