Είσθε Ελεήμων Όπως ο Πατήρ σας είναι Ελεήμων;
Ο ΙΕΧΩΒΑ Θεός είναι ’πλούσιος εις έλεος.’ Γι’ Αυτόν ο ψαλμωδός έψαλε: «Ελεήμων και οικτίρμων ο Ιεχωβά· μακρόθυμος και πολυέλεος. Αγαθός ο Ιεχωβά προς πάντας· και οι οικτιρμοί αυτού επί πάντα τα ποιήματα αυτού.»—Εφεσ. 2:4· Ψαλμ. 145:8, 9, ΜΝΚ.
Τι σημαίνει αυτό για σας; Μήπως νομίζετε ότι το έλεος του Θεού είναι μια ιδιότης η οποία εμφανίζεται μόνον όταν άτομα κρίνωνται ενώπιόν του επειδή έχουν διαπράξει κάτι κακό; Εκδηλώνει μήπως έλεος μόνον όταν ελαφρύνη την απόφασι της κρίσεώς του απέναντι στους παραβάτας;
Καθόλου. Είναι αλήθεια ότι το έλεος όπως χρησιμοποιείται στις Γραφές, μπορεί να περιγράφη μια αρνητική ενέργεια, όπως την μη επιβολή τιμωρίας. Αλλά πάρα πολύ συχνά περιγράφει μια θετική ενέργεια. Όπως έχει συζητηθή σ’ ένα παλαιότερο τεύχος του περιοδικού,* το έλεος είναι, βασικώς, «συμπόνια στην πράξι,» έκφρασις αγαθής φροντίδος ή λύπης η οποία φέρνει ανακούφισι σ’ εκείνους που βρίσκονται σε ανάγκη, σε δυσκολία ή σε κίνδυνο.
Αντί να περιορίζεται μόνο στην κρίσι, το έλεος είναι μια χαρακτηριστική ιδιότης της προσωπικότητος του Θεού. Είναι ο κανονικός τρόπος του να ενεργή απέναντι σ’ εκείνους που βρίσκονται σε ανάγκη, μια μορφή της αγάπης του που θερμαίνει την καρδιά. Ο Υιός του Θεού, ο οποίος απεκάλυψε με τι είναι όμοιος ο Πατήρ του, μας βοηθεί, με την προσωπικότητά του, τα λόγια του και τις πράξεις του, να εκτιμήσωμε ότι ο Ιεχωβά είναι πράγματι «ο Πατήρ των οικτιρμών και Θεός πάσης παρηγοριάς.» (Ιωάν. 1:18· 2 Κορ. 1:3) Πράγματι, ένας μεγάλος λόγος για τον οποίο ο Υιός του Θεού εστάλη στη γη ήταν «διά να γίνη ελεήμων και πιστός αρχιερεύς εις τα προς τον Θεόν,» ένας αρχιερεύς μέσω του οποίου μπορούμε ’να πλησιάζωμεν μετά παρρησίας εις τον θρόνον της χάριτος, διά να λάβωμεν έλεος και να εύρωμεν χάριν εν καιρώ χρείας.’—Εβρ. 2:17, 18· 4:15, 16.
Δεν σημαίνει ότι ο Θεός είναι αισθηματολόγος. Η εκδήλωσις ελέους εκ μέρους του είναι πάντοτε σε αρμονία με τις άλλες ιδιότητες και τους δικαίους κανόνας του, περιλαμβανομένης και της δικαιοσύνης και της αγιότητός του. (Ωσηέ 2:19) Έτσι, δεν πρέπει ποτέ να προσπαθούμε να καταχρώμεθα το έλεος του Θεού, με τη σκέψι ότι θα συνεχίση το έλεός του απέναντι μας οτιδήποτε και αν κάνωμε. Ο Θεός δεν εμπαίζεται κι’ εκείνοι οι οποίοι εκουσίως σπέρνουν κακό μπορούν να περιμένουν ότι θα θερίσουν κακό. (Γαλ. 6:7) Αν με εσκεμμένο τρόπο εκδηλώνωμε έλλειψι σεβασμού στις δίκαιες οδούς του Θεού με τους λόγους, τις πράξεις και την πορεία της ζωής μας, τον προσβάλλομε, και μπορεί δικαίως ’εν τη οργή αυτού να κλείση τους οικτιρμούς αυτού.’—Ψαλμ. 77:9· Ρωμ. 2:4-11.
ΤΟ ΕΛΕΟΣ ΓΕΝΝΑ ΕΛΕΟΣ
Ο Υιός του Θεού είπε: «Μακάριοι οι ελεήμονες, διότι αυτοί θέλουσιν ελεηθή.» (Ματθ. 5:7) Αυτό αληθεύει σε μεγάλο βαθμό, ακόμη και στις σχέσεις μας μεταξύ μας ως ανθρώπων, έτσι δεν είναι; Ο Ιησούς έδωσε την αρχή ότι «καθώς θέλετε να πράττωσιν εις εσάς οι άνθρωποι, και σεις πράττετε ομοίως εις αυτούς.» Αφού παρώτρυνε τους μαθητάς του να ’ είναι οικτίρμονες’ όπως είναι ο Πατήρ των, και να παύσουν να κρίνουν και να καταδικάζουν άλλους, προσέθεσε: «Δίδετε και θέλει δοθή εις εσάς· μέτρον καλόν, πεπιεσμένον και συγκεκαθισμένον και υπερεκχυνόμενον θέλουσι δώσει εις τον κόλπον σας· διότι με το αυτό μέτρον με το οποίον μετρείτε, θέλει αντιμετρηθή εις εσάς.»—Λουκ. 6:31, 36-38.
Πολλές από τις θεόπνευστες παροιμίες τονίζουν αυτό το σημείο. Το εδάφιο Παροιμίαι 28:27 λέγει: «Όστις δίδει εις τους πτωχούς, δεν θέλει έλθει εις ένδειαν αλλ’ όστις αποστρέφει τους οφθαλμούς αυτού, θέλει έχει πολλάς κατάρας.» Επίσης: «Ο έχων όμμα αγαθόν, θέλει ευλογηθή· διότι δίδει εκ του άρτου αυτού εις τον πτωχόν.»—Παροιμ. 22:9.
Αλλά μια τέτοια σπλαχνική μεταχείρισις δεν είναι βεβαίως δυνατόν να περιορίζεται μόνο στο να δίδη κανείς υλικά πράγματα. Είναι ανάγκη να τραφούν και οι διάνοιες και οι καρδιές των ανθρώπων. Οι άνθρωποι χρειάζονται πνευματική διατροφή και ενθαρρυντικές ειδήσεις και ενίσχυσι. Διαφορετικά υποφέρουν από στέρησι και λιμοκτονία που είναι πιο οδυνηρή από εκείνη που προέρχεται από την έλλειψι υλικής τροφής. Αυτό αληθεύει σήμερα όσο ποτέ άλλοτε.
Σ’ ένα κόσμο που υπάρχει τόσο μεγάλη αναισθησία στις ανάγκες των ανθρώπων, όπου η σκληρή επίκρισις είναι τόσο συχνή και οι ενθαρρυντικές εκφράσεις εκτιμήσεως τόσο λίγες, το σπλαχνικό άτομο είναι πραγματικά μια αναζωογονητική ευλογία. Το να προσφέρη γενναιόδωρα τον εαυτό του, μάλιστα περισσότερο παρά τα αγαθά του, δεν θα μείνη χωρίς ανταμοιβή—ασφαλώς όχι χωρίς ανταμοιβή από τον Ιεχωβά. Ο Λόγος του Θεού λέγει: «Ο ελεών πτωχόν δανείζει εις τον Ιεχωβά και θέλει γείνει εις αυτόν η ανταπόδοσις αυτού.» (Παροιμ. 19:17, ΜΝΚ) Ναι, ο Ιεχωβά εκτιμά εκείνους οι οποίοι μιμούνται το έλεός του.
Η Γραφή συνδέει στενά το έλεος με την αγαθότητα. Αφού υπεσχέθη ν’ αποκαλύψη ’όλη την αγαθότητά του’ στον Μωυσή, ο Ιεχωβά έκαμε τον άγγελό του να περάση μπροστά από τον προφήτη και να μιλήση για το έλεος και την αγαθότητα του θεού. (Έξοδ. 33:19· 34:6, 7) Ο Ψαλμός 145:9, επίσης, παραλληλίζει την αγαθότητα με το έλεος, λέγοντας: «Αγαθός ο Ιεχωβά προς πάντας· και οι οικτιρμοί αυτού επί πάντα τα ποιήματα αυτού.»
Ο βαθμός στον οποίο ο ελεήμων άνθρωπος μπορεί να υποκινήση αμοιβαία αισθήματα συμπόνιας σε άλλους φαίνεται από την έκφρασι του Παύλου εις Ρωμαίους 5:7, όπου λέγει: «Διότι μόλις υπέρ του δικαίου θέλει αποθάνει τις· επειδή υπέρ του αγαθού ίσως και τολμά τις να αποθάνει.» Όπως είδαμε, η αγαθότης περιλαμβάνει το έλεος. Γιατί, λοιπόν, είναι πιθανώτερο να τολμήση να πεθάνη κάποιος για ένα ’αγαθό άνθρωπο’ παρά για ένα ’δίκαιο άνθρωπο’;
Ένας άνθρωπος είναι πιθανόν να θεωρήται από τους άλλους ως «δίκαιος» αν είναι απλώς έντιμος, και όχι ένοχος ανηθικότητος. Είναι ένας άνθρωπος που δεν κατηγορείται για κακές πράξεις, αλλ’ ο ’αγαθός άνθρωπος’ προχωρεί πέρα απ’ αυτό. Δεν ενδιαφέρεται να κάνη μόνο το ορθό και κατάλληλο. Ωθείται από έλεος να κάμη ακόμη περισσότερο από ότι απαιτεί η δικαιοσύνη, διότι ωθείται από ολόψυχη εκτίμησι των άλλων και από ζωηρή επιθυμία να τους ευεργετήση, να τους βοηθήση, να συντελέση όσο μπορεί περισσότερο στην ευτυχία τους. Μολονότι ο «δίκαιος» κερδίζει σεβασμό και θαυμασμό, η συγκίνησις που προκαλεί στην καρδιά δεν είναι τόσο ισχυρή όσο του «αγαθού.» Ναι, διότι ο άνθρωπος ο οποίος είναι θερμός, ευγενής, ελεήμων, βοηθητικός, του οποίου η αγαθότης είναι πραγματικά αξιοσημείωτη και κερδίζει αφοσίωσι στην καρδιά των άλλων για ένα τέτοιο άνθρωπο, λέγει ο Παύλος, θα μπορούσε να είναι κανείς πρόθυμος να πεθάνη. Και αν οι άνθρωποι μπορούν να δείξουν τέτοια εκτίμησι για ένα σπλαχνικό άτομο, πόσο περισσότερο μπορεί να το κάμη ο Θεός! Διότι με το να θυσιάση ο Θεός τον αγαπητό του Υιό δίνει παράδειγμα ότι αγαπά την αγαθότητα και την ευσπλαχνία.—Ρωμ. 5:6-8.
Η ΕΛΛΕΙΨΙΣ ΣΥΜΠΟΝΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΔΥΣΑΡΕΣΤΗ
Αν το έλεος φέρνη έλεος, το αντίθετο αληθεύει επίσης. Η παραβολή του Ιησού για τον ανήλεο δούλο ο οποίος, ενώ του χαρίσθηκε ένα τεράστιο χρέος από τον βασιλικό κύριο του, κατόπιν δεν έδειξε συμπόνια απέναντι στον σύνδουλο ο οποίος ώφειλε σ’ αυτόν μόνον ένα μικρό ποσόν, το περιγράφει καλά αυτό. Η έλλειψις ελέους απ’ αυτόν τον άνθρωπο ήταν αποκρουστική σε άλλους δούλους οι οποίοι το ανέφεραν στον κύριό τους· και ο κύριος εκάλεσε τον ανήλεο δούλο μπροστά του και είπε: «Δούλε πονηρέ, παν το χρέος εκείνο σοι άφηκα, επειδή με παρεκάλεσας· δεν έπρεπε και συ να ελεήσης τον σύνδουλόν σου, καθώς εγώ σε ηλέησα;» Ωργισμένος ο κύριος διέταξε να ρίξουν αυτό τον ανήλεο δούλο στη φυλακή.—Ματθ. 18:32-34.
Όμοια αισθήματα εξέφρασε ο Δαβίδ όταν άκουσε την αφήγησι του Νάθαν για τον πλούσιο ο οποίος πήρε το μοναδικό πρόβατο ενός πτωχού ανθρώπου για να προσφέρη γεύμα σ’ ένα καλεσμένο. Ωργισμένος ο Δαβίδ εφώναξε: «Άξιος θανάτου ο άνθρωπος, όστις έπραξε τούτο!» Γιατί; «Επειδή δεν εσπλαχνίσθη» τον συνάνθρωπό του. Αλλ’ ο Δαβίδ, μολονότι ήταν σπλαχνικός στην καρδιά ο ίδιος, όπως έδειξε η έκφρασίς του, εδέχθη το χτύπημα με το να του λεχθή: «Συ είσαι ο άνθρωπος!» Ώστε, λοιπόν, μολονότι είναι πιθανόν να δείχνωμε έλεος, δεν μπορούμε να είμεθα ικανοποιημένοι από τον εαυτό μας αλλά πρέπει να προσέχωμε συνεχώς την προτροπή, «Γίνεσθε λοιπόν οικτίρμονες, καθώς και ο Πατήρ σας είναι οικτίρμων.»—2 Σαμ. 12:1-7· Λουκ. 6:36.
Η σοβαρότης αυτού του ζητήματος φαίνεται από τη δήλωσι της Γραφής ότι οι «άσπλαχνοι» υπολογίζονται μεταξύ εκείνων οι οποίοι θεωρούνται από τον Θεό ως «άξιοι θανάτου.» (Ρωμ. 1:31, 32) Σκεφθήτε την περίπτωσι των Φαρισαίων, για τους οποίους ο Ιησούς είπε ότι ήσαν μία τάξις, προωρισμένη για τη Γέεννα, την αιώνια καταστροφή. (Ματθ. 23:23, 33) Είναι καταφανές ότι η έλλειψις ελέους συντελούσε κατά μέγα μέρος στο να είναι άξιοι αυτής της καταδίκης. Όταν τους επέπληξε διότι ’κατεδίκαζαν τους αθώους,’ ο Ιησούς είπε σ’ αυτούς ότι έπρεπε να γνωρίζουν τι σημαίνει, ’έλεον θέλω και ουχί θυσίαν.’—Ματθ. 9:11-13· 12:7· Ωσηέ 6:6.
Στη ρίζα του προβλήματος των Φαρισαίων ήταν ο υπερβολικός τρόπος προσκολλήσεως στο γράμμα του νόμου με τον οποίο έβλεπαν όλα τα ζητήματα. Ενδιαφέρονταν πολύ για κανόνες, διατάξεις, και τρόπους ενεργείας, αλλά παρέβλεπαν ή έδιναν λιγώτερη προσοχή στις πιο σοβαρές αρχές του Λόγου του Θεού και στις θεμελιώδεις εντολές της αληθινής λατρείας. Ασφαλώς δεν ήσαν σαν Εκείνον που ωμολογούσαν ως τον ουράνιο Πατέρα των. (Ιωάν. 8:41) Μήπως βλέπομε στον εαυτό μας κάποια τάσι να γίνωμε όμοιοι μ’ αυτούς;
Μολονότι το έλεος του Θεού δεν περιορίζεται καθόλου σε καιρούς κρίσεως, ωστόσο αυτοί οι καιροί είναι ασφαλώς ευκαιρίες που το έλεος γίνεται πολύ καταφανές. Και πόσο θα επιθυμούσαμε να είμεθα αντικείμενα ελέους του Θεού σε τέτοιους καιρούς!
[Υποσημειώσεις]