Δίνετε στον Θεό την Αποκλειστική Αφοσίωσι που του Αξίζει
Ο Ιεχωβά Θεός είναι άξιος να κατέχη την αποκλειστική θέσι στα αισθήματά μας. Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’ αυτό. Αυτός είναι η Πηγή της ζωής. Η ζωή όλων των πλασμάτων υπάρχει επειδή αυτός το θέλησε. Ο τρόπος της διακυβερνήσεώς του βασίζεται στην αγάπη και οι εντολές του χρησιμεύουν για να φέρνουν ευτυχία και ευημερία σ’ εκείνους που υπακούουν σ’ Αυτόν. (Ψαλμ. 19:7-11) Αληθινά, ο Ιεχωβά Θεός ως Δημιουργός, ως Πηγή της ζωής και Νομοθέτης, είναι άξιος της αφοσιώσεώς μας, της ακλόνητης προσηλώσεώς μας και της πιο θερμής αγάπης μας. (Αποκάλ. 4:11) Η αγάπη μας γι’ Αυτόν πρέπει να υπερέχη από την αγάπη μας για οτιδήποτε άλλο.
Το να δίνετε στον Ιεχωβά Θεό την αποκλειστική αφοσίωσι που του αξίζει δεν είναι πάντοτε εύκολο. Η πιστή υπηρεσία που προσφέρομε στον Θεό ως μαθηταί του Ιησού Χριστού μπορεί να οδηγήση σε ονειδισμό και σωματικά παθήματα. Ακόμη και οι στενοί συγγενείς είναι δυνατόν να στραφούν εναντίον σας. Ο Ιησούς Χριστός είπε: «Νομίζετε ότι ήλθον να δώσω ειρήνην εν τη γη; ουχί σας λέγω αλλά αλλά διαχωρισμόν. Διότι από του νυν θέλουσιν είσθαι πέντε εν οίκω ενί διακεχωρισμένοι, οι τρεις κατά των δύο, και οι δύο κατά των τριών θέλει διαχωρισθή πατήρ κατά υιού και υιός κατά πατρός, μήτηρ κατά θυγατρός και θυγάτηρ κατά μητρός, πενθερά κατά της νύμφης αυτής και νύμφη κατά της πενθεράς αυτής.» (Λουκ. 12:51-53) Τι προξενεί αυτόν τον διαχωρισμό; Ο διαχωρισμός προέρχεται από τον τρόπο με τον οποίο αντιδρούν τα μέλη της οικογενείας στα αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού. (Ματθ. 28:19, 20) Μερικοί δέχονται αυτά τα «αγαθά νέα», ενώ άλλοι τα απορρίπτουν και πολλές φορές εναντιώνονται με δριμύτητα.
Έχοντας όλα αυτά υπ’ όψιν, μπορούμε να εννοήσωμε αυτά τα λόγια του Ιησού Χριστού: «Εάν τις έρχηται προς εμέ και δεν μίση τον πατέρα αυτού και την μητέρα και την γυναίκα και τα τέκνα και τους αδελφούς και τας αδελφάς, έτι δε και την εαυτού ζωήν, δεν δύναται να ήναι μαθητής μου.» (Λουκ. 14:26) Μήπως ο Υιός του Θεού έλεγε με αυτά ότι εκείνοι που έγιναν ακόλουθοί του πρέπει να αισθάνονται εχθρότητα ή αποστροφή για τις οικογένειές των ή και για τον εαυτό τους; Όχι, διόλου. Μάλλον, έκαμε σαφές ότι η αγάπη για την οικογένεια και για τον εαυτό μας πρέπει να τίθεται σε δευτερεύουσα θέσι. Αν ένα άτομο δεν αγαπά τον Θεό περισσότερο απ’ όσο αγαπά τους συγγενείς του, δεν θα μπορούσε ν’ ανθέξη στην εναντίωσι της οικογενείας. Επίσης, αν δεν θέτη το Θείο θέλημα πριν από τις δικές του επιθυμίες, θα κάμη ό,τι μπορεί για ν’ ακολουθήση μια πορεία που θα φαινόταν πιο επωφελής έστω κι αν αυτό θα εσήμαινε αντίθεσι στις εντολές του Θεού. Γίνεται φανερό, λοιπόν, ότι μπορεί ένα άτομο να είναι μαθητής του Ιησού Χριστού μόνον αν είναι πρόθυμο να δώση στον Θεό την πρώτη θέσι, μια μοναδική θέσι, στην αφοσίωσί του, οσαδήποτε εμπόδια κι αν αντιμετώπιση γι’ αυτή την πορεία του.
Εκείνα που είπε ο Ιησούς Χριστός γι’ αυτό το ζήτημα ήσαν όμοια με τις αρχές που εκτίθενται στον Μωσαϊκό Νόμο. Για τα μέλη των οικογενειών ή για τους φίλους οι οποίοι ηρνούντο να δώσουν στον Ιεχωβά Θεό αποκλειστική αφοσίωσι και προσπαθούσαν να επηρεάσουν τους άλλους ν’ απιστήσουν σ’ αυτόν, ο νόμος έλεγε τα εξής: «Εάν ο αδελφός σου, ο υιός της μητρός σου, ή ο υιός σου ή η θυγάτηρ σου ή η γυνή του κόλπου σου, ή ο φίλος σου όστις είναι ως η ψυχή σου, σε παρακινήση κρυφίως, λέγων, Ας υπάγωμεν και ας λατρεύσωμεν άλλους θεούς,. . . δεν θέλεις συγκατανεύσει εις αυτόν, ουδέ θέλεις δώσει ακρόασιν εις αυτόν, ουδέ θέλει φεισθή αυτόν ο οφθαλμός σου, ουδέ θέλεις σπλαγχνισθή, ουδέ θέλεις κρύψει αυτόν· αλλά εξάπαντος θέλεις θανατώσει αυτόν· η χείρ σου θέλει είσθαι πρώτη επ’ αυτόν δια να θανάτωσης αυτόν, και η χείρ παντός του λαού έπειτα. Και θέλεις λιθοβολήσει αυτόν με λίθους, ώστε να αποθάνη διότι εζήτησε να σε αποπλάνηση από Ιεχωβά του Θεού σου.»—Δευτ. 13:6-10.
Βεβαιότατα, εχρειάζετο ανώτερη πιστότης και αφοσίωσις στον Θεό για να καταθέση εναντίον ενός στενού οικογενειακού μέλους ή φίλου και κατόπιν να είναι ο πρώτος που να μετάσχη την εκτέλεσι αυτού του ατόμου. Φυσικά, μερικοί μπορεί να το θεωρήσουν αυτό πάρα πολύ αυστηρό. Αλλά ήταν πολύ αυστηρό;
Τι θα εγίνετο αν ο ειδωλολάτρης συγγενής ή φίλος αφήνετο να εξακολουθή να ζη και να επηρεάζη τους άλλους στο κακό; Αυτό θα οδηγούσε σε πολύ σοβαρές και τραγικές συνέπειες. Η πορνεία, η ομοφυλοφιλία, η μέθη και η θυσία παιδιών ήσαν μεταξύ των βδελυρών πράξεων που συνεδέοντο με την ειδωλολατρία. (1 Βασ. 14:24 Ιερ. 19:3-5· Ωσηέ 4:13, 14· Αμώς 2:8) Σκεφθήτε πόσο βλαβερές στην ηθική υπόστασι του έθνους Ισραήλ θα ήσαν αυτές οι εξευτελιστικές πράξεις και τι θλίψι και βλάβη θα προξενούσαν. Γι’ αυτό, ο θάνατος του ειδωλολάτρου θα προστάτευε πολλούς από απερίγραπτα παθήματα που θα προκαλούσε ασφαλώς η επιρροή του αν επετρέπετο να συνεχίζεται.
Σήμερα, φυσικά, οι Χριστιανοί δεν εξουσιοδοτούνται να εκτελούν τους ειδωλολάτρας. Εν τούτοις, είναι αλήθεια ότι το να υποχωρήση κανείς σ’ ένα στενό οικογενειακό μέλος ή φίλο για να παραβή τον θείο νόμο μόνον καταστροφή μπορεί να σημάνη. Είναι αλήθεια ότι μια τέτοια υποχώρησις θα μπορούσε να φέρη πρόσκαιρη ανακούφισι από απειλές, κακολογίες και βιαιοπραγίες. Αλλά, στο βάθος, το άτομο αυτό θα γνώριζε ότι υπήρξε άπιστο στον Θεό και ακολούθησε μια πορεία που θα κατέληγε τελικά ν’ απορριφθή από τον Θεό. Ακόμη και ο συγγενής ή φίλος, στου οποίου την επιρροή υπέκυψε, θα ευρίσκετο σε μειονεκτική θέσι. Αυτός δεν θα μπορούσε να ιδή ένα παράδειγμα Χριστιανικής ζωής που θα τον έκανε να επαναξετάση τη στάσι του και ίσως να γίνη κι αυτός ένας μαθητής του Χριστού.
Ο Υιός του Θεού έδωσε ένα καλό παράδειγμα μη αφήνοντας τους συγγενείς του να τον επηρεάσουν εσφαλμένα. Σε μια περίπτωσι οι συγγενείς του είπαν: «Είναι έξω εαυτού.» (Μάρκ. 3:21) Και παρά τα θαυμαστά έργα που έκαμε ο Ιησούς, «ουδέ οι αδελφοί αυτού επίστευον εις αυτόν.» (Ιωάν. 7:5) Αλλά η απιστία των συγγενών του δεν έκαμε τον Ιησού να εγκαταλείψη το έργο του. Συνέχισε να κάνη το έργο του Θεού. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Μετά τον θάνατο και την ανάστασι του Ιησού, οι αδελφοί του ήσαν προφανώς μέσα στον όμιλο των 120 περίπου μαθητών που έλαβαν το Άγιο Πνεύμα την Πεντηκοστή το έτος 33 μ.Χ. (Πράξ. 1:14· 2:1-4) Επειδή ο Ιησούς έδωσε έμφασι στις πνευματικές και όχι στις σαρκικές σχέσεις, οι αδελφοί του τελικά απέκτησαν μια καλή πνευματική σχέσι με τον Ιεχωβά Θεό.
Οι συγγενείς και οι φίλοι δεν είναι οι μόνοι που θα μπορούσαν να κάμουν ένα άτομο να μη αποδίδη αποκλειστική αφοσίωσι στο Θεό. Στην πραγματικότητα οποιοσδήποτε ή οτιδήποτε παίρνει αδικαιολόγητη σπουδαιότητα στη ζωή μας μπορεί να μας κάμη να μη είμεθα αποκλειστικά αφωσιωμένοι στον Θεό. Λόγου χάριν, η Γραφή αναφέρει ότι η πλεονεξία είναι ειδωλολατρία. (Κολ. 3:5) Αυτό οφείλεται στο ότι το αντικείμενο του πάθους ενός ατόμου απομακρύνει την αφοσίωσι από τον Θεό κι έτσι αυτό το αντικείμενο γίνεται είδωλο. Λάβετε υπ’ όψιν την περίπτωσι του ατόμου που επιθυμεί ν’ αποκτήση εξέχουσα θέσι στον κόσμο. Ο χρόνος και οι ενέργειές του αποσπώνται πλήρως στην επιδίωξι αυτού του σκοπού. Δεν σκέπτεται ποιο θα είναι το θέλημα του Θεού σ’ αυτό το ζήτημα. Είναι φανερό ότι αυτό το άτομο δεν είναι αποκλειστικά αφωσιωμένο στον Θεό. Ένα άλλο συμφέρον αποτελεί το κύριο ενδιαφέρον του—το αντικείμενον της αγάπης του.
Εφ’ όσον ο Ιεχωβά Θεός δίκαια απαιτεί αποκλειστική αφοσίωσι, πρέπει να προσέχωμε να μη λάβη κανένα πράγμα αδικαιολόγητη σπουδαιότητα στη ζωή μας, ώστε να παραγκώνιση την αφοσίωσι γι’ Αυτόν. Τίποτα απ’ όσα έχει να προσφέρη αυτός ο κόσμος δεν πρέπει να μας κάμη να παραβλέψωμε το ορθό πράγμα να παραμείνωμε αποκλειστικά αφωσιωμένοι στον Ιεχωβά. Πρέπει να προσέξωμε τη θεία νουθεσία: «Μη αγαπάτε τον κόσμον μηδέ τα εν τω κόσμω. Εάν τις αγαπά τον κόσμον, η αγάπη του Πατρός δεν είναι εν αυτώ διότι παν το εν τω κόσμω, η επιθυμία της σαρκός και η επιθυμία των οφθαλμών και η αλαζονεία του βίου, δεν είναι εκ του Πατρός, αλλ’ είναι εκ του κόσμου. Και ο κόσμος παρέρχεται και η επιθυμία αυτού όστις όμως πράττει το θέλημα του Θεού μένει εις τον αιώνα.» (1 Ιωάν. 2:15-17) Αν το κύριο ενδιαφέρον μας είναι να δίνωμε στον Ιεχωβά Θεό την αποκλειστική αφοσίωσι που του αξίζει, μπορούμε να είμεθα βέβαιοι ότι θα μας χαρίση την αιώνιο ζωή.