Νομίζαμε ότι το Σύστημα Μπορούσε ν’ Αλλάξη
Εκατομμύρια νεαροί έχουν την πεποίθησι ότι μια αλλαγή είναι αναγκαία. Μπορεί να συμφωνήτε ή να διαφωνήτε μαζί τους, αλλά θα διαπιστώσετε ότι είναι επωφελές να δήτε γιατί βλέπουν τα πράγματα μ’ αυτόν τον τρόπο. Αυτή είναι μια αφήγησις που περιγράφει πώς ένα νεαρό ζεύγος επεδίωκε να φέρη μια αλλαγή και πώς κατάλαβε ποιος ήταν ο μόνος τρόπος για να το επιτύχη.
ΚΑΘΩΣ βλέπαμε τους 10.000 και πλέον νεαρούς που είχαν συγκεντρωθή στο Γκραντ Παρκ του Σικάγου εκείνο το απόγευμα της Τετάρτης, δύσκολα μπορούσαμε να πιστέψωμε στα μάτια μας. Όπλα είχαν τοποθετηθή στις ταράτσες των γειτονικών κτιρίων και ήσαν εστραμμένα πάνω μας. Εθνοφρουροί με ξιφολόγχες είχαν παραταχθή στα πεζοδρόμια. Και αστυφύλακες με κράνη είχαν κυκλώσει τη περιοχή. Γιατί; Τι συνέβαινε;
Ήταν Αύγουστος του 1968. Τέσσερα μίλια μακρυά στο Αμφιθέατρο, διεξήγετο Εθνική Συνέλευσις των Δημοκρατικών. Αυτό ήταν εκείνο που μας είχε κάμει να πάμε στο Σικάγο. Ελπίζαμε ότι η ομαδική παρουσία μας θα είχε κάποια επίδρασι στις αποφάσεις που θα ελάμβανε εκείνη η συνέλευσις. Ιδιαιτέρως επιθυμούσαμε να τεθή ένα τέρμα στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Αλλά γιατί υπήρχαν όπλα, προτεταμένες ξιφολόγχες και αστυνομικοί με κράνη;
Μη ξεχνάτε ότι ήταν Αύγουστος του 1968. Η ανάμιξις της Αμερικής στον πόλεμο συνέχιζε ν’ αυξάνη· το Βόρειο Βιετνάμ εξακολουθούσε να βομβαρδίζεται. Πολλοί πολιτικοί ηγέται ευνοούσαν την κλιμάκωσι του πολέμου. Επιθυμούσαν να δουν ένα στρατιωτικό θρίαμβο, και μερικοί ακόμη έφθασαν να θεωρούν διακεκριμένους υποστηρικτάς της ειρήνης ως ενόχους προδοσίας.
Εν τούτοις αυτή η τεράστια επίδειξις δυνάμεως γύρω μας εφαίνετο σε μας εντελώς περιττή. Εμείς στο Γκραντ Παρκ ήμεθα άοπλοι. Οι περισσότεροι από μας πιστεύαμε απλώς ότι οι ηγέται της Αμερικής ακολουθούσαν κακή συμβουλή. Και τώρα σχεδιάζαμε να κάμωμε μια ειρηνική πορεία βαδίζοντας μέχρι το αμφιθέατρο. Αλλ’ όσα συνέβησαν στην φίλη μου Τζην και σε μένα εκείνη την ημέρα ανέτρεψαν τον τρόπο που σκεπτόμαστε και επηρέασαν βαθειά την πορεία της ζωής μας.
Γνωρίζω ότι μερικά άτομα μπορούν να πουν: «Δεν είχατε καμμιά δουλειά να κάμετε διαδήλωσι στο Σικάγο. Σας άξιζε να πάθετε ό,τι πάθατε.»
Εν τούτοις, εκείνο τον καιρό η Τζην κι εγώ πιστεύαμε πως ό,τι εκάναμε ήταν ορθό. Εν τούτοις, τώρα μπορούμε να δούμε ότι αυτός δεν ήταν ο ορθός τρόπος για να επιτύχωμε μια αλλαγή, και τώρα λυπούμεθα για τα πράγματα που εκάναμε. Αλλά γιατί τόσες χιλιάδες—και δεκάδες χιλιάδες—νεαροί επίεζαν τόσο πολύ να γίνη μια αλλαγή εκείνα τα χρόνια; Πιστεύω ότι η δική μου πείρα θα σας βοηθήση να το κατανοήσετε.
ΕΝΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΙΚΑ ΛΑΜΠΡΟ ΜΕΛΛΟΝ
Γεννήθηκα από γονείς λευκούς της μεσαίας αστικής τάξεως στη Μιννεάπολι της Μιννεσότα το 1947. Το 1952, μετακομίσαμε στη Χαβάη, όπου ο πατέρας μου έγινε ένας επιτυχημένος εργολάβος. Ζούσαμε σ’ ένα όμορφο σπίτι με θέα στον ωκεανό και νομίζαμε ότι είχαμε οτιδήποτε ήταν αναγκαίο από υλική άποψι. Η Αμερική έδειχνε ότι ήταν η χώρα όπου τα όνειρα του καθενός μπορούσαν να εκπληρωθούν· το μέλλον φαινόταν λαμπρό.
Η ζωή μου ήταν γεμάτη με πράγματα που μου έφερναν ευχαρίστησι—έπαιζα ως οπισθοφύλακας στην πρωταθλήτρια ομάδα μας στο ποδόσφαιρο, γυμναζόμουν στο στίβο, κολυμπούσα στον γαλάζιο Ειρηνικό ωκεανό, που απλωνόταν πέρα από την πίσω αυλή του σπιτιού μας, και είχα κάποια συμμετοχή στη διοίκησι του σχολείου. Το σχέδιό μου ήταν να εγγραφώ σύντομα σε κάποιο κολλέγιο της Αμερικής.
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗ ΣΚΛΗΡΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Τον Σεπτέμβριο του 1965 γράφτηκα στο Κολλέγιο Ουίλλιαμς της Μασσαχουσέττης. Εδώ που είχα περισσότερο χρόνο για να μελετώ και να σκέπτωμαι, κάτι άρχισε να μ’ ενοχλή. Στη Χαβάη ήμουν συνηθισμένος να βλέπω την ίση μεταχείρισι μεταξύ των φυλετικών ομάδων, αλλά στην Αμερική τα πράγματα ήταν διαφορετικά.
Στις διακοπές που είχαμε την άνοιξι του 1966, πήγα στο Σικάγο για να επισκεφθώ τον μεγαλύτερο αδελφό μου που ήταν διευθυντής των Πανεπιστημιακών Κλινικών του Σικάγου. Καθώς περνούσαμε με το αυτοκίνητο μέσα από τις φτωχογειτονιές του Νοτίου Σικάγου, δεν μπορούσα να πιστέψω αυτά που έβλεπα. «Πώς μπορούν οι άνθρωποι να ζουν έτσι;» Αναρωτήθηκα. Αλλά το γεγονός ότι ζούσαν έτσι, και ότι αυτά τα άτομα ήσαν γενικά νέγροι, με επηρέασε βαθειά.
Ήθελα να μάθω πώς αισθάνονται οι νέγροι, γι’ αυτό άρχισα να διαβάζω βιβλία γραμμένα απ’ αυτούς, καθώς και αρκετές αυτοβιογραφίες. Καθώς διάβαζα για τις αδικίες που υπέφεραν—το εμπόριο των σκλάβων, τη μεταχείρισι που είχαν ως κατώτεροι, την απαγόρευσι να μπαίνουν στους δημοσίους χώρους, την κακοποίησί τους για πλαστές ή ασήμαντες προσβολές—τα μάτια μου συχνά γέμιζαν δάκρυα. Είχα οργισθή και άρχισα να διερωτώμαι τι μπορούσα να κάμω για να φέρω μια αλλαγή προς το καλύτερο.
Άρχισα να βλέπω και άλλα πράγματα, επίσης, από φυλετική άποψι, όπως ήταν ο πόλεμος του Βιετνάμ. Διάβαζα στις εφημερίδες πως οι Αμερικανοί αποκαλούσαν τους Βιετναμέζους «αλήτες» και διερωτήθηκα αν θα ρίχναμε αυτές τις βόμβες με τόση ευκολία αν οι Βιετναμέζοι ήσαν λευκοί. Άκουσα επίσης να λέγεται ότι απεκόμιζαν τεράστια κέρδη από την παραγωγή του πολεμικού υλικού όσοι ήσαν μέτοχοι στο λεγόμενο «σύστημα της στρατιωτικής βιομηχανίας»! Αυτό μ’ έκαμε να διερωτηθώ: Δεν ήταν πιθανόν να κρύβωνται πίσω από την επέκτασι του πολέμου αυτοί οι κερδοσκόποι, οι οποίοι ήσαν πρόθυμοι να θυσιάζουν τις ζωές των ανθρώπων με κλειστά τα μάτια; Άρχισα να το πιστεύω αυτό, όταν άκουσα να λέγουν ότι εκείνοι που υποβάλλουν υποψηφιότητα για την προεδρία, συχνά εξαρτώνται από τα χρήματα τέτοιων βιομηχάνων για τα έξοδα που γίνονται στις πολιτικές των εκστρατείες.
Ο Πρόεδρος Τζόνσον έκαμε εκστρατεία το 1964 υποσχόμενος να φέρη ειρήνη στο Βιετνάμ. Εν τούτοις αργότερα, καθώς περνούσαν οι μήνες, ο πόλεμος επεκτεινόταν σε άμεση αντίφασι με όσα είχε πει στους ανθρώπους. Τα δημόσια μέσα ενημερώσεως έλεγαν πολλά για τις προσπάθειες της κυβερνήσεως να εξαπατήση το κοινό. Το «χάσμα της αξιοπιστίας» διευρύνετο. Έτσι, μπορείτε να καταλάβετε γιατί πολλοί από μας τους νεαρούς δεν μπορούσαμε πια να εμπιστευώμεθα στους ηγέτας μας;
Αλλά τώρα, με την επέκτασι του πολέμου, οι φοιτηταί των κολλεγίων, άρχιζαν να στρατολογούνται. Αυτό μ’ έκαμε να λάβω μια δύσκολη απόφασι.
ΤΙ ΘΑ ΚΑΜΩ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΣΤΡΑΤΕΥΣΗ;
Επί μήνες αγωνιζόμουν να βρω την απάντησι σ’ αυτά τα ερωτήματα: Μπορώ να υποστηρίξω την προσπάθεια για την προώθησι του πολέμου; Μπορώ να πάρω όπλα και να σκοτώσω Βιετναμέζους;
Τελικά έβγαλα το συμπέρασμα ότι δεν μπορούσα. Κατά τη γνώμη μου αυτό ήταν άδικο. Γνωρίζω ότι μερικοί άνθρωποι μπορεί να διαφωνήσουν, λέγοντας: «Δεν ήσουν τίποτα άλλο παρά ένας δειλός λιποτάκτης. Όταν η πατρίδα σου σού λέγη να κάμης κάτι, το μόνο νόμιμο και δίκαιο πράγμα είναι να υπακούσης.»
Εν τούτοις, είχα αναλύσει το ζήτημα πολύ προσεκτικά. Θυμήθηκα ότι οι Γερμανοί στις δίκες της Νυρεμβέργης, καθώς και ο Αδόλφος Άιχμαν στα πιο πρόσφατα χρόνια, προσπάθησαν να δικαιολογήσουν τα εγκλήματα που διέπραξαν λέγοντας ότι υπήκουσαν απλώς σε επίσημες εντολές. Εν τούτοις βρέθηκαν ένοχοι και καταδικάσθηκαν! Θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για τις πράξεις των, μολονότι η χώρα τους τούς είχε διατάξει να κάμουν αυτές τις απεχθείς πράξεις.
Σύμφωνα με τον τρόπο που σκεπτόμουν, ο λαός των Ηνωμένων Πολιτειών ευρίσκετο σε μια όμοια κατάστασι. Οι τραγικές ιστορίες που έγραφε ο Αμερικανικός τύπος για τους άνδρες, τις γυναίκες και τα παιδιά που εβομβαρδίζοντο—με εμπρηστικές βόμβες και εκαίοντο μ’ ένα τρομερό θάνατο—μου εφαίνοντο όμοιες με τις ομαδικές εκτελέσεις ανθρώπων στους φούρνους των Γερμανικών στρατοπέδων συγκεντρώσεως. Αυτή η σκέψις μου ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο όταν ο Βιετναμέζος ηγέτης Πρωθυπουργός Κη, τον οποίον εφαίνετο να κρατούν στην εξουσία τα στρατεύματα των Ηνωμένων Πολιτειών, εδήλωσε ότι για κείνον, μόνον ο Αδόλφος Χίτλερ ήταν ήρωας.
ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΑΛΛΑΞΗ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
Η απόφασίς μου ν’ αρνηθώ την κατάταξί μου στον στρατό δεν ήταν μια απλή άρνησις του καθήκοντός μου. Αντιθέτως, είχα βαθειά αγάπη για την πατρίδα μου και γι’ αυτό άρχισα να σκέπτομαι τι μπορούσα να κάμω για να την αλλάξω προς το καλύτερο. Σκέφθηκα ότι ως κοινωνιολόγος θα μπορούσα να βοηθήσω στην επίλυσι των σοβαρών φυλετικών και εθνικών προβλημάτων της Αμερικής. Έτσι το 1967 γράφτηκα στο πρώτο έτος του Πανεπιστημίου της Χαβάης για να λάβω τα αναγκαία μαθήματα που θα με προετοίμαζαν γι’ αυτόν τον κλάδο.
Μια ανακοίνωσις στον πίνακα ανακοινώσεων της σχολής τράβηξε την προσοχή μου. Προσκαλούσε όλους εκείνους που ήσαν αντίθετοι στον πόλεμο του Βιετνάμ να έλθουν σε μια συγκέντρωσι των Φοιτητών για μια Δημοκρατική Κοινωνία. (ΦΔΚ). Περίπου εκείνο τον καιρό γνωρίσθηκα με την Τζην, μια συμφοιτήτριά μου, η οποία ενώθηκε μαζί μου στις προσπάθειές μου εναντίον του πολέμου.
Μέχρι τώρα, ακόμη και τα τακτικά δελτία ειδήσεων εξέθεταν τις παραπλανητικές κυβερνητικές δηλώσεις σχετικά με τον πόλεμο. Έτσι, μέχρι τους πρώτους μήνες του 1968, σύμφωνα με την σφυγμομέτρησι της κοινής γνώμης, η μειονότης, που ήταν εναντίον του πολέμου είχε γίνει πλειονότης, κι έτσι αρχίσαμε να βλέπωμε ότι διεγράφετο μια πραγματική πιθανότης επιτυχίας στις προσπάθειές μας ν’ αλλάξωμε το σύστημα. Αυτή η πιθανότης φάνηκε να επιβεβαιώνεται όταν ο Πρόεδρος Τζόνσον, στις 31 Μαρτίου 1968, ανήγγειλε ότι δεν θα υπέβαλλε υποψηφιότητα πάλι για την προεδρία. Φαινόταν ότι η κοινή γνώμη τον ωθούσε μακρυά από την εξουσία.
Λίγες μέρες αργότερα ο πρόεδρος του συλλόγου μας «Φοιτηταί για μια Δημοκρατική Κοινωνία» έκαμε μια συγκινητική ομιλία και έκαψε την κάρτα της στρατολογήσεώς του μπροστά στις μηχανές της λήψεως της τηλεοράσεως σαν ένδειξι διαμαρτυρίας για τον πόλεμο. Ενώθηκα μαζί με άλλους φοιτητάς για να κάμω το ίδιο—κάτι που ποτέ δεν θα μπορούσα να κάμω τώρα. Εκείνο το βράδυ, αυτό το περιστατικό κυριαρχούσε στις ειδήσεις της τηλεοράσεως και γράφτηκε στις εφημερίδες το επόμενο πρωί.
Τον Απρίλιο, οι φοιτηταί που ήσαν εναντίον του πολέμου στην Νέα Υόρκη κατέλαβαν το Πανεπιστήμιο της Κολόμπια και έκλεισαν τη σχολή. Στο Πανεπιστήμιο της Χαβάης οι φοιτηταί έκαμαν ομαδικές συγκεντρώσεις εναντίον του πολέμου σχεδόν κάθε μέρα. Και αργότερα τον Μάιο, όταν ο καθηγητής Όλιβερ Λη, μια φυσιογνωμία που ήταν εναντίον του πολέμου, εξεδιώχθη από το Πανεπιστήμιο, οι φοιτηταί κατέλαβαν τον περίβολο του Πανεπιστημίου αρκετές μέρες.
Η Τζην κι εγώ ήμεθα μεταξύ των εκατοντάδων φοιτητών που είχαν καταλάβει το Μπάχμαν Χωλλ και απαιτούσαν να επαναδιορισθή ο Λη στη θέσι του. Τελικά η αστυνομία μάς διέλυσε κάτω από τα εκτυφλωτικά φώτα των μηχανών λήψεως της τηλεοράσεως. Μας συνέλαβαν, αλλά μας άφησαν ελεύθερους με εγγύησι το επόμενο πρωί.
Λίγες μέρες αργότερα οι φοιτηταί σκορπίσθηκαν για τις καλοκαιρινές διακοπές. Τι θα κάναμε τώρα; Εκείνο το έτος των εκλογών τα μάτια της Αμερικής είχαν στραφή στη Δημοκρατική Συνέλευσι του Σικάγου. Μήπως μπορούσαμε να φέρωμε κάποια αλλαγή εκεί όπου ήταν πιθανόν να γίνη επηρεάζοντας τους ηγέτας που ήσαν στην εξουσία να σταματήσουν τον πόλεμο; Εκείνον τον καιρό αυτό πιστεύαμε και αποφασίσαμε να δοκιμάσωμε.
«ΜΑΚΕΛΕΙΟ ΣΤΗ ΛΕΩΦΟΡΟ ΜΙΣΙΓΚΑΝ»
Εκείνο που συνέβη την Τετάρτη στη Συνέλευσι των Δημοκρατικών ονομάζεται από τότε «το Μακελειό της Λεωφόρου Μίσιγκαν.» Εκατομμύρια θεαταί το είδαν στην τηλεόρασι. Μια ομοσπονδιακή έκθεσις την απεκάλεσε «οχλοκρατία της αστυνομίας.» Η έκθεσις παρατηρούσε ότι η βία της αστυνομίας «ξεσπούσε συχνά επάνω σε άτομα που δεν είχαν παραβή κανένα νόμο, δεν είχαν παρακούσει καμμιά διαταγή και δεν είχαν απειλήσει κανένα.» Και μπορούμε να το πιστοποιήσωμε αυτό, μολονότι μερικοί διαδηλωταί προκαλούσαν την αστυνομία με το να χρησιμοποιούν υβριστικά επίθετα.
Όταν προσπαθήσαμε ν’ αρχίσωμε την πορεία μας, αφού προηγουμένως είχαμε ακούσει ομιλίες στο Γκραντ Παρκ, η αστυνομία επετέθη. Τα δακρυγόνα μάς έκαμαν να τρέξωμε σε κάθε κατεύθυνσι. Στρατιώτες με προτεταμένες τις λόγχες ήσαν παντού, αποκλείοντας το πέρασμά μας από τις γέφυρες που ωδηγούσαν στο κέντρο της πόλεως. Τελικά βρήκαμε μια γέφυρα που δεν εφυλάσσετο τόσο πολύ και ξεφύγαμε.
Οι αριθμοί μας άρχισαν ν’ αυξάνουν καθώς περισσότεροι περνούσαν τις γέφυρες για να ενωθούν μαζί μας στη Λεωφόρο Μίσιγκαν. Μόλις φάνηκε ότι η πορεία μας θα είχε επιτυχία, η αστυνομία και οι στρατιώτες απέκλεισαν την προέλασί μας και άρχισαν να μας επιτίθενται με δακρυγόνα, με ρόπαλα και κλομπς. Όσους έβρισκαν μπροστά τους τούς έρριχναν κάτω και τους ποδοπατούσαν και το αίμα έτρεχε από τα χτυπημένα κεφάλια τους. Στρατιωτικά τζιπς που είχαν στους προφυλακτήρες των αγκαθωτό συρματόπλεγμα άρχισαν να προχωρούν σαν άροτρα μέσα στο πλήθος. Οι άνθρωποι στριμώχνοντο. Άρπαξα το χέρι της Τζην και προσπάθησα απελπισμένα να τη σπρώξω σε κάποιο ασφαλές μέρος.
Τελικά η Τζην, η αδελφή της κι εγώ περάσαμε μέσα από το φράγμα της αστυνομίας και τρέξαμε αρκετή ώρα μακρυά από την περιοχή που ήσαν οι ταραχές. Η ώρα ήταν εννέα μ.μ. και πεινούσαμε, γι’ αυτό φάγαμε σε κάποιο εστιατόριο. Ο μόνος τρόπος που γνωρίζαμε για να επιστρέψωμε στον τόπο που μέναμε ήταν να πάρωμε ένα τραίνο που περνούσε κοντά από την Λεωφόρο Μίσιγκαν.
ΓΙΑΤΙ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΑΜΕ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ
Πλησιάζαμε στο σταθμό, όταν μια ομάδα αστυνομικών μάς έφθασε τρέχοντας από τη γωνία. «Θέλομε να προλάβωμε το τραίνο,» είπα. Μας έβρισαν, και χωρίς να τους προκαλέσωμε μας συνέλαβαν και άρχισαν να χτυπούν την αδελφή της Τζην μόλις αυτή αντιστάθηκε. Μας έρριξαν σε μια «κλούβα.» Στο αστυνομικό τμήμα, περίπου εκατό από μας διανυκτερεύσαμε σ’ ένα δωμάτιο που το αποκαλούσαν «δεξαμενή.»
Το επόμενο πρωί παρουσιάσθηκα στον δικαστή. Αλλά δεν μου έδωσε καμμιά ευκαιρία να πω λίγα λόγια για ν’ απολογηθώ· δεν σήκωσε ούτε τα μάτια του για να με κοιτάξη! Δεν μπορούσα, με καλή συνείδησι, να παραδεχθώ ότι ήμουν ένοχος κι έτσι απεφάσισα ν’ αποδείξω ότι οι κατηγορίες ήσαν ψευδείς.
Εν τω μεταξύ η Τζην επέστρεψε στη σχολή στη Χαβάη, κι εγώ επέστρεψα στη Μασσαχουσέττη για το τελευταίο έτος των σπουδών μου. Στους μήνες που ακολούθησαν έκαμα πολλά αεροπορικά ταξίδια στο Σικάγο για να εμφανισθώ στο δικαστήριο. Εν τούτοις, κάθε φορά ο αστυνομικός που επρόκειτο να διατυπώση τις κατηγορίες εναντίον μου δεν προσήρχετο στο δικαστήριο, κι έτσι ο δικαστής ανέβαλλε την υπόθεσι για τον επόμενο μήνα. Αφού ξόδεψα αρκετές εκατοντάδες δολλάρια, ο δικηγόρος μού είπε ότι ήταν ανώφελο να επιμένω—θα εσυνέχιζαν να κάνουν το ίδιο μέχρις ότου δεν θα παρουσιαζόμουν μια φορά, ώστε να μπορέσουν να με ανακηρύξουν ένοχο.
Αυτές οι εμπειρίες μ’ έκαμαν να καταλάβω ότι το σύστημα δεν μπορούσε ν’ αναμορφωθή. Εγκατέλειψα την προσπάθειά μου να το αλλάξω, το ‘φάγε, πίε και ευφραίνου’ έγινε η φιλοσοφία μου. Παρακολουθούσα μαθήματα στη σχολή μόνο ώστε να μπορέσω ν’ αποφοιτήσω. Η Τζην ήλθε από τη Χαβάη κι αρχίσαμε να συζούμε, ενώ ταυτόχρονα κάναμε σοβαρή χρήσι ναρκωτικών. Εν τούτοις, αυτός ο τρόπος ζωής μόνο για προσωπική ευχαρίστησι δεν με ικανοποιούσε.
ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΥΠΑΡΧΗ ΚΑΠΟΥ ΕΛΠΙΔΑ;
Με το ντύσιμό μας, την εμφάνισι και τη συμπεριφορά μας, πιστεύσαμε ότι δείχναμε την αντίστασί μας εναντίον της υποκρισίας και των αδικιών του λεγομένου «κατεστημένου.» Αλλά μήπως τα ναρκωτικά, η απροκάλυπτη πορνεία και άλλα χαρακτηριστικά της ζωής μας ήταν καλύτερα; Άρχισα να διερωτώμαι. Πολλοί νεαροί θεωρούσαν τον γάμο σαν μια παλαιά συνήθεια, εν τούτοις μπορούσα να διακρίνω ότι η συνεχής αλλαγή συντρόφων στο σεξ δεν τους έφερνε πραγματική ευτυχία. Δεν ήθελα να συμβή το ίδιο σε μένα και στη Τζην και γι’ αυτό το καλοκαίρι του 1969 παντρευθήκαμε.
Μολονότι πίστευα ότι οι προσπάθειες μου για ν’ αλλάξω το σύστημα ήσαν ανώφελες, εν τούτοις ήθελα να βοηθήσω τους ανθρώπους και γι’ αυτό απεφάσισα να γίνω διδάσκαλος. Επειδή ήθελα να πάω εκεί όπου τα παιδιά είχαν μεγαλύτερη ανάγκη, άρχισα να διδάσκω στην τρίτη τάξι μιας φτωχοσυνοικίας νέγρων που ήταν στη Βόρειο Φιλαδέλφεια.
Καθώς μελετούσα τα ιατρικά αρχεία των μαθητών, διεπίστωσα ότι οι περισσότεροι υποσιτίζοντο και είχαν μικρότερο βάρος από το κανονικό. Πολλοί ζούσαν σε απίστευτα ανθυγιεινές κατοικίες, στις οποίες ήσαν στοιβαγμένες πολλές οικογένειες. Αργότερα, έμαθα ότι μερικοί είχαν ήδη ανήθικες σεξουαλικές σχέσεις με το αντίθετο φύλο. Μερικοί απ’ αυτούς έκαναν λαθρεμπόριο ναρκωτικών προς όφελος των γονέων τους. Οι περισσότεροι δεν μπορούσαν να προσθέσουν 2+3, ή να διαβάσουν τα γράμματα του αλφαβήτου. Ποτέ δεν πίστευα ότι η κατάστασις θα ήταν τόσο κακή· φαινόταν ότι δεν υπήρχε καμμιά ελπίδα! Ήταν τόσο απογοητευτικό να σκέπτεται κανείς ότι αφού είχε δαπανήσει όλες τις προσπάθειές του, δεν μπορούσε να προσφέρη παρά ελάχιστο καλό. Πού μπορούσαμε να βρούμε μια αποδοτική και ικανοποιητική επιδίωξι;
Είχαμε κάμει βαθειές έρευνες στην αστρολογία, στον αποκρυφισμό και στις Ανατολικές θρησκείες και δεν είχαμε βρει τίποτα το ικανοποιητικό σ’ αυτές. Κατόπιν συνέπεσε να διαβάσω το βιβλίο Η Πληθυσμιακή Βόμβα του Καθηγητού Πωλ Έρλιχ του Πανεπιστημίου Στάνφορντ. Όταν ο Έρλιχ επισκέφθηκε τη Φιλαδέλφεια πήγαμε κι εμείς στη διάλεξί του. Είπε ότι ήταν πια πολύ αργά, ότι τρομακτικές καταστροφές ανυπολογίστων διαστάσεων απειλούν το ανθρώπινο γένος λόγω της κακομεταχειρίσεως του περιβάλλοντος και του κακού χειρισμού των υποθέσεων της γης. Αλλά σκέφθηκα ότι ίσως υπήρχε κάποια ελπίδα στην αυξανόμενη κίνησι της οικολογίας.
Επειδή θυμηθήκαμε τις απογοητεύσεις στις οποίες μας είχε οδηγήσει η ανάμιξίς μας στην κίνησι εναντίον του πολέμου, δεχθήκαμε, αλλά με δισταγμό, μια πρόσκλησι να παρακολουθήσουμε ένα οργανωτικό συνέδριο οικολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τεμπλ. Μόλις μπήκαμε σ’ ένα δωμάτιο γεμάτο από καπνούς σιγαρέττων και ακούσαμε μια διάλεξι σχετικά με τη μόλυνσι του αέρος, αντιληφθήκαμε ότι κι αυτή η κίνησις θα ήταν μάταιη. Εν τούτοις, άρχισα να διαβάζω πολλά βιβλία σχετικά με την οικολογία σ’ ένα πρόγραμμα ανωτέρας εκπαιδεύσεως στον κλάδο της οικολογίας. Ήμουν πεπεισμένος ότι η βιομηχανοποιημένη κοινωνία θα κατέρρεε σύντομα και γι’ αυτό άρχισα να προετοιμάζωμαι για τη ζωή που θα υπήρχε μετά απ’ αυτή την κατάρρευσι.
Ο πατέρας μου ήταν ιδιοκτήτης ενός παρθένου δάσους με φτέρες εκτάσεως τετρακοσίων στρεμμάτων στο νησί της Χαβάη. Αρχίσαμε να κάνωμε σχέδια για μια εντελώς αυτάρκη κοινωνία που θα μπορούσε να είναι σε οικολογική ισορροπία με την περιοχή που την περιέβαλλε. Αναζητούσαμε σοβαρά να βρούμε άλλους τρόπους ζωής, διότι είχαμε πεισθή ότι το σύστημα ήταν καταδικασμένο. Εν τούτοις, οι απαντήσεις γι’ αυτό που ψάχναμε άρχισαν να έρχωνται από μια εντελώς απροσδόκητη πηγή.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΛΠΙΔΑ ΓΙΑ ΕΠΩΦΕΛΗ ΑΛΛΑΓΗ
Στη διάρκεια των σχολικών διακοπών, ο νεώτερος αδελφός μου Δαβίδ ήλθε από τη Χαβάη και οι τρεις μας εκάμαμε ένα σύντομο ταξίδι με κατασκήνωσι σε διάφορα μέρη. Ο Δαβίδ, ο οποίος εσκέπτετο να κάμη την ιερωσύνη σταδιοδρομία του, είχε φέρει μαζί του μια Αγία Γραφή και κάθε βράδυ καθώς ήμαστε καθισμένοι γύρω από τη φωτιά μας διάβαζε μερικά κεφάλαια. Ακούγοντας μερικές αφηγήσεις, όπως την αφήγησι του Ιωσήφ και των αδελφών του και την αφήγησι του Δαβίδ και του Γολιάθ, εκπλαγήκαμε όταν διαπιστώσαμε πόσο ενδιαφέρουσα ήταν η Αγία Γραφή. Και καθώς διαβάζαμε το βιβλίο του Εκκλησιαστού, τα συμπεράσματά του σχετικά με τη ματαιότητα της ζωής κάτω απ’ αυτό το σύστημα πραγμάτων, είδαμε πόσο σύγχρονη ήταν η Αγία Γραφή.
Εκείνο το καλοκαίρι η Τζην κι εγώ είχαμε πολύ χρόνο στη διάθεσί μας. Το μοναδικό μας σχέδιο ήταν να προσπαθήσωμε να καλλιεργήσουμε αρκετά τρόφιμα στο κτήμα που είχαμε στη Φιλαδέλφεια εκτάσεως 13x13 ποδών για τη συντήρησί μας. Αγοράσαμε την Εγκεκριμένη Μετάφρασι της Αγίας Γραφής και αρχίσαμε να τη διαβάζωμε δυνατά ο ένας στον άλλον. Στην αρχή διαβάσαμε τα Ευαγγέλια και τις Πράξεις των Αποστόλων. Καθώς ακούγαμε τις καυστικές επικρίσεις του Ιησού εναντίον των θρησκευτικών ηγετών των ημερών του (Ματθαίος κεφάλαιο 23), δεν ήταν δυνατόν παρά να έλθουν στο νου μας οι κληρικοί της εποχής μας. Είχαμε αγανακτήσει από την υποκρισία τους. Ένα παράδειγμα ήταν η ενεργός υποστήριξίς τους στον πόλεμο του Βιετνάμ όταν η κοινή γνώμη ευνοούσε τον πόλεμο, και η διαμαρτυρία τους εναντίον του πολέμου μόνο μετά την εξέγερσι της κοινής γνώμης εναντίον του πολέμου.
Επίσης, διαβάζαμε τις προφητείες του Ησαΐα, οι οποίες μας είχαν εντυπωσιάσει ιδιαίτερα. Όταν συναντήσαμε τα λόγια «θέλουσι σφυρηλατήσει τας μαχαίρας αυτών δια υνία και τας λόγχας αυτών δια δρέπανα· δεν θέλει σηκώσει μάχαιραν έθνος εναντίον έθνους, ουδέ θέλουσι μάθει πλέον τον πόλεμον,» είπα στη Τζην: «Είδες, αυτός ο Ησαΐας διεμαρτύρετο εναντίον του πολέμου. Στην πραγματικότητα, είχε αντιληφθή το νόημα της οικολογίας· ήθελε να μετατρέψη τα όπλα του πολέμου σε μηχανήματα για καλλιέργεια.»—Ησ. 2:4.
Κατόπιν παρατηρήσαμε τα λόγια που ήσαν πριν απ’ αυτά που είχαμε διαβάσει, και έλεγαν ότι ‘αυτά θα συνέβαιναν εν ταις εσχάταις ημέραις’ και διερωτηθήκαμε αν κατά κάποιον τρόπο αυτά τα λόγια είχαν σχέσι με την εποχή μας. Καθώς συνεχίσαμε να διαβάζωμε, μπορούσαμε να διακρίνωμε ότι ο Ησαΐας μιλούσε για την αρχαία Ιουδαία και την Ιερουσαλήμ, δεν μπορούσαμε, όμως, να παραβλέψουμε την αξιοσημείωτη ομοιότητα με τις συνθήκες του εικοστού αιώνος. Όσο περισσότερο διαβάζαμε τόσο περισσότερο βεβαιωνόμεθα ότι αυτές οι προφητείες έπρεπε να εφαρμοσθούν με κάποιον τρόπο στο παρόν σύστημα πραγμάτων.
Αν αυτό αλήθευε, τότε θα εσήμαινε ότι το διεφθαρμένο σύστημα των ημερών μας επρόκειτο να καταστραφή, όπως μια προφητεία παρακάτω έλεγε: «Και η γη εμολύνθη υποκάτω των κατοίκων αυτής· διότι παρέβησαν τους νόμους, ήλλαξαν το διάταγμα, ηθέτησαν διαθήκην αιώνιον. Δια τούτο η αρά κατέφαγε την γην και οι κατοικούντες εν αυτή ηρημώθησαν· δια τούτο οι κάτοικοι της γης κατεκαύθησαν και ολίγοι άνθρωποι έμειναν.»—Ησ. 24:5, 6.
Μπορούσαμε να πιστέψωμε αυτές τις προφητείες; Πιστεύαμε σ’ έναν Παντοδύναμο Θεό και θαυμάζαμε τη δημιουργία της ζωής και τους φυσικούς κύκλους της γης. Μας κατέπλησσε το γεγονός ότι οι μικροσκοπικοί σπόροι που φυτεύαμε στο έδαφος μπορούσαν σύντομα να μετατραπούν σε μια τόσο μεγάλη ποικιλία τροφών. Μήπως ο Δημιουργός που έκαμε αυτά τα θαύματα ήταν ο Θεός που έδωσε στον Ησαΐα αυτή την προφητεία που έμοιαζε ν’ ανταποκρίνεται τόσο καλά στις ημέρες μας;
Αρχίσαμε να το πιστεύωμε. Αλλ’ αν, όπως έδειχνε η Γραφή, αυτό το σύστημα επρόκειτο να καταστραφή, μήπως επρόκειτο κάτι καλό να το αντικαταστήση; Θέλαμε να μάθωμε. Για να βοηθηθούμε στην έρευνά μας πήραμε μια μετάφρασι στη σύγχρονη Αγγλική γλώσσα, τη Βίβλο της Ιερουσαλήμ, και μερικές φορές δαπανούσαμε σχεδόν ολόκληρη την ημέρα για να τη διαβάζωμε μαζί.
ΕΝΑΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΣ ΘΕΟΣ ΜΕ ΣΚΟΠΟ
Σε όλες τις σελίδες αυτής της Βίβλου της Ιερουσαλήμ υπήρχε το όνομα «Γιαχβέ» αντί των τίτλων «Κύριος» και «Θεός.» Θυμήθηκα από τα μαθήματα των θρησκευτικών που εκάναμε στο κολλέγιο ότι το Γιαχβέ (ή ο πιο δημοφιλής τύπος Ιεχωβά) είναι η Αγγλική αντίστοιχη λέξις του ονόματος του Θεού που υπάρχει, στα πρωτότυπα χειρόγραφα της Αγίας Γραφής. Το γεγονός ότι διαβάζαμε το όνομα του Θεού πολλές φορές, άρχισε να μας επηρεάζη. Αρχίσαμε να βλέπωμε τον Θεό σαν ένα πραγματικό πρόσωπο, κάποιον με τον οποίον μπορούσαμε να επικοινωνούμε και ο οποίος είχε κάποιο σκοπό. Αλλά διερωτηθήκαμε, τι είδους πρόσωπο είναι αυτός ο Γιαχβέ;
Η εκτίμησίς μας για τον Γιαχβέ ηύξανε καθώς διαβάζαμε τους σκοπούς του. Είχαμε προσέξει ιδιαίτερα τα σημεία όπου η Αγία Γραφή προλέγει την καταστροφή αυτού του διεφθαρμένου συστήματος, εφόσον αυτό ήταν εκείνο που κι εμείς πιστεύαμε. Αλλά τώρα αρχίσαμε να παρατηρούμε ότι μιλούσε επίσης για ένα νέο σύστημα. Καθώς διαβάζαμε τις προφητείες που αναγράφονται στο τελευταίο μέρος του βιβλίου του Ησαΐα, στο 65 κεφάλαιο, αρχίσαμε να σκεπτώμεθα ότι ίσως υπήρχε μια ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Εκεί λέγει:
«Ιδού, νέους ουρανούς κτίζω και νέαν γην . . . και θέλουσιν οικοδομήσει οικίας και κατοικήσει, και θέλουσι φυτεύσει αμπελώνας και φάγει τον καρπόν αυτών . . . δεν θέλουσι κοπιάζει εις μάτην ουδέ θέλουσιν τεκνοποιεί δια καταστροφήν· διότι είναι σπέρμα των ευλογημένων του Γιαχβέ και οι έκγονοι αυτών μετ’ αυτών. Και πριν αυτοί κράξωσιν, εγώ θέλω αποκρίνεσθαι· και ενώ αυτοί λαλούσιν, εγώ θέλω ακούσει. Ο λύκος και το αρνίον θέλουσι βόσκεσθαι ομού, και ο λέων θέλει τρώγει άχυρον ως ο βους· . . . εν όλω τω αγίω μου όρει δεν θέλουσι κάνει ζημίαν ουδέ φθοράν, λέγει ο Γιαχβέ.»—Ησ. 65:17-25 Βίβλος Ιερουσαλήμ.
Μπορούσε αυτός ο Γιαχβέ να δημιουργήση πραγματικά ένα νέο σύστημα στο οποίο ένας τόσο ευχάριστος τρόπος ζωής θα μπορούσε να γίνη πραγματικότης; Αν αυτός ήταν Εκείνος που δημιούργησε αυτό το θαυμαστό σύμπαν, τότε είμεθα βέβαιοι ότι θα μπορούσε να εκπληρώση αυτές τις υποσχέσεις. Αλλά διερωτώμεθα: Πρόκειται ο Γιαχβέ να διαφυλάξη ανθρώπους μέσα από την επερχόμενη καταστροφή του κόσμου, για να ζήσουν σ’ ένα νέο σύστημα; Αν ναι, ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι;
Καμμιά από τις εκκλησίες που γνωρίζαμε δεν φαινόταν να ταιριάζη με την περιγραφή. Απ’ όσα γνωρίζαμε, οι διεφθαρμένοι άνθρωποι που υπεστήριζαν την πολιτική και την κερδοσκοπία ήσαν, κατά το μεγαλύτερο μέρος, σεβαστά μέλη αυτών των εκκλησιών. Και μέλη αυτών των εκκλησιών ήσαν εκείνοι που πολεμούσαν στον πόλεμο της νοτιοανατολικής Ασίας. Όσο περισσότερο διαβάζαμε τη Γραφή, τόσο περισσότερο φαινόταν ότι οι εκκλησίες καταδικάζονται απ’ αυτό ακριβώς το βιβλίο που ισχυρίζονται ότι ακολουθούν.
Σε λίγες μέρες επρόκειτο να διδάξω πάλι και θα άρχιζα να εργάζωμαι στο Πανεπιστήμιο για το ανώτερο πτυχίο της οικολογίας. Επίσης αρχίσαμε ν’ αποθαρρυνώμεθα με την ανάγνωσι της Αγίας Γραφής, εφόσον είχαμε τόσες αναπάντητες ερωτήσεις. Σε μια στιγμή απογνώσεως εκάμαμε κάτι που δεν είχαμε κάμει ποτέ προηγουμένως. Η Τζην κι εγώ σκύψαμε τα κεφάλια μας και προσευχηθήκαμε δυνατά στον Γιαχβέ, παρακαλώντας τον να μας καθοδηγήση πού έπρεπε να στραφούμε και τι να κάμωμε.
ΜΑΘΑΙΝΟΜΕ ΠΩΣ ΘΑ ΕΛΘΗ Η ΑΛΛΑΓΗ
Αφού προσευχηθήκαμε, ανάψαμε τα σιγαρέττα της μαριχουάνας. Αλλά σχεδόν αμέσως χτύπησε το κουδούνι της πόρτας. Μήπως ήταν η αστυνομία; Καθώς η Τζην έτρεχε τρομαγμένη μέσα στο σπίτι κρύβοντας τα ναρκωτικά και ρίχνοντας στον αέρα αποσμητικό, βγήκα έξω από την πόρτα, και την κλείδωσα πίσω μου.
Έξω στεκόταν μια νεαρή νέγρα γυναίκα η οποία είπε ότι ήταν μάρτυς του Ιεχωβά. Άρχισε να μου μιλάη γι’ αυτά ακριβώς τα πράγματα για τα οποία είχαμε προσευχηθή. Μου πρόσφερε το βιβλίο Η Αλήθεια που Οδηγεί στην Αιώνιο Ζωή, το οποίο δέχθηκα. Κατόπιν τη ρώτησα: «Πού μπορώ να ιδώ εγώ προσωπικά τους μάρτυρες του Ιεχωβά;» Μας προσκάλεσε στη συνάθροισί τους στην τοπική Αίθουσα Βασιλείας και μας έδωσε επίσης αντίτυπα των περιοδικών Σκοπιά και Ξύπνα!
Ήταν Σάββατο μεσημέρι, και η Τζην κάθησε στο ένα δωμάτιο για να διαβάση Την Σκοπιά και το Ξύπνα! ενώ εγώ άρχισα να διαβάζω το βιβλίο Αλήθεια σ’ ένα άλλο δωμάτιο. Δεν πέρασε πολλή ώρα, και ξαφνικά αρχίσαμε να φωνάζωμε ο ένας τον άλλο: «Έ, άκουσε αυτό!» «Αυτό είναι καταπληκτικό!» Μέχρι αργά εκείνη τη νύχτα τελείωσα το βιβλίο. Στη διάρκεια των προηγουμένων δύο μηνών είχα διαβάσει ολόκληρη την Αγία Γραφή, και τώρα η κατανόησις των μερών της που εσχετίζοντο μεταξύ των άρχισε να λαμβάνη σχήμα στην διάνοιά μου.
Από τότε που ήμουν νέος συνήθιζα να προσεύχωμαι με τον τρόπο που ο Ιησούς εδίδαξε τους μαθητάς του: «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά σου· ελθέτω η βασιλεία σου· γενηθήτω το θέλημα σου, ως εν ουρανώ, και επί της γης.» (Ματθ. 6:9, 10) Νόμιζα ότι η βασιλεία του Θεού ήταν μια ειρηνική κατάστασις της διανοίας και της καρδίας. Αλλ’ όχι! Φυσικά! Τώρα μπορούσα να διακρίνω ότι η βασιλεία του Θεού είναι μια πραγματική κυβέρνησις! Είναι το μέσον το οποίον ο Θεός θα χρησιμοποιήση για να εξαλείψη αυτό το διεφθαρμένο σύστημα πραγμάτων!
Αυτό το κατάλαβα ακόμη καλύτερα όταν διάβασα πάλι το εδάφιο Δανιήλ 2:44, που λέγει: «Και εν ταις ημέραις των βασιλέων εκείνων θέλει αναστήσει ο Θεός του ουρανού βασιλείαν, ήτις εις τον αιώνα δεν θέλει φθαρή· . . . θέλει κατασυντρίψει και συνετελέσει πάσας ταύτας τας βασιλείας, αυτή δε θέλει διαμένει εις τους αιώνας.» Έτσι, κατάλαβα ότι οι προηγούμενες προσπάθειες που έκανα για ν’ αλλάξω το σύστημα λαμβάνοντας μέρος σε δημόσιες διαδηλώσεις δεν ήταν μόνο ανώφελες, αλλ’ αντίθετες μ’ εκείνα που λέγει η Αγία Γραφή στην προς Ρωμαίους επιστολή 13:1-7. Μπορούσα τώρα να διακρίνω ότι οι αληθινοί Χριστιανοί παραμένουν ουδέτεροι σχετικά με τις πολιτικές υποθέσεις και περιμένουν τον Θεό ν’ αλλάξη το σύστημα με το να το καταστρέψη.
Άρχισα, επίσης, να κατανοώ ότι όταν η κυβέρνησις του Θεού θα καταστρέψη αυτό το σύστημα, ο Θεός θα φροντίση ώστε ο αρχικός σκοπός που είχε για τη γη να γίνη παράδεισος θα εκπληρωθή, όπως ακριβώς έδειχναν εκείνες οι προφητείες που είχαμε διαβάσει. Αλλά τώρα έμαθα κάτι θαυμάσιο που δεν το είχα προσέξει—ότι το θέλημα του Θεού είναι να ζη ο λαός του αιώνια σ’ αυτόν τον επίγειο παράδεισο! Εδάφια όπως το επόμενο, πραγματικά με εντυπωσίασαν: «Οι δίκαιοι θέλουσι κληρονομήσει την γην, και επ’ αυτής θέλουσι κατοικεί εις τον αιώνα.»—Ψαλμ. 37:29.
Αλλ’ όπως άρχισα να διακρίνω, το κλειδί είναι η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. Ναι, ο Θεός ενδιαφέρεται, και έχει μια πραγματική κυβέρνησι μέσω της οποίας θα εκπληρώση τους σκοπούς του. Το κεφάλαιο του βιβλίου Αλήθεια, «Γιατί ο Θεός Επέτρεψε την Ανομία Έως τις Ημέρες Μας;» με βοήθησε να κατανοήσω τη φαινομενική του βραδύτητα στο να επέμβη. Διευκρινίζει πώς ήταν ανάγκη να διευθετηθούν ωρισμένα σημαντικά ζητήματα, τα οποία επηρεάζουν ακόμη και το πνευματικό βασίλειο, προτού καταστρέψη αυτό το διεφθαρμένο σύστημα.
Εν τούτοις μήπως όλα αυτά ήσαν μια απλή θεωρία; Υπήρχε καμμιά χειροπιαστή απόδειξις ότι η κυβέρνησις του Θεού πραγματικά υπάρχει; Ήθελα να μάθω.
ΕΚΕΙΝΟ ΠΟΥ ΑΝΑΖΗΤΟΥΣΑΜΕ
Την επόμενη μέρα, στις 6 Σεπτεμβρίου 1970, η Τζην κι εγώ πήγαμε στην Αίθουσα Βασιλείας, μόλις είχε αρχίσει η συνάθροισις. Παρετηρήσαμε ότι όλοι ήσαν καθαροί κι έδειχναν πολύ χαρούμενοι. Ακόμη και τα μικρά παιδιά συμμετείχαν στο πρόγραμμα διαβάζοντας εδάφια με ευχέρεια από την Αγία Γραφή. Γνωρίζοντας την κατάστασι που επικρατούσε στο σύστημα των σχολείων, αντιλήφθηκα ότι οι γονείς αυτών των παιδιών πρέπει να είχαν δείξει ένα πραγματικό ενδιαφέρον γι’ αυτά. Εντυπωσιάσθηκα επίσης από τη γνώσι της Αγίας Γραφής που είχαν αυτοί οι άνθρωποι. Αλλ’ εκείνο που μας εντυπωσίασε περισσότερο συνέβη όταν τελείωσε η συνάθροισις.
Περισσότεροι από 100 άνθρωποι, από μικρά παιδιά μέχρι ηλικιωμένους, ήλθαν κοντά μας και μας χαιρέτησαν με τον πιο φιλικό χαιρετισμό. Εκπλαγήκαμε ιδιαίτερα γι’ αυτό, επειδή εγώ είχα μακρυά μαλλιά και γενειάδα, και η Τζην ήταν ντυμένη μ’ ένα τρόπο που έδειχνε ότι ήμεθα χίππυς. Επίσης, όλοι τους ήσαν νέγροι, επειδή αυτή ήταν μια συνοικία νέγρων. Στο σχολείο που εδίδασκα χρειάσθηκε πολύς καιρός μέχρις ότου με δεχθούν οι νέγροι. Εφαίνοντο καχύποπτοι απέναντι των λευκών, αλλ’ αυτό δεν συνέβαινε καθόλου στην Αίθουσα Βασιλείας.
Προσκληθήκαμε να επανέλθωμε την Πέμπτη το βράδυ για τη Θεοκρατική Σχολή. Όταν φθάσαμε, όλοι μας δέχθηκαν σαν παλιούς φίλους. Αυτό που μας εντυπωσίασε περισσότερο ήταν ότι ο σκοπός αυτών των συναθροίσεων ήταν κυρίως ν’ αποκτήσουν βαθύτερη κατανόησι της Αγίας Γραφής. Μπορέσαμε επίσης να διακρίνωμε ότι όσα μάθαιναν αυτοί οι άνθρωποι επηρέαζαν πραγματικά τη ζωή τους. Προσκληθήκαμε σ’ ένα γεύμα, και ο σύζυγος μάς ενεθάρρυνε να δεχθούμε να κάνωμε μια δωρεάν εβδομαδιαία Γραφική μελέτη, την οποία και δεχθήκαμε.
Μετά από λίγες εβδομάδες η Τζην κι εγώ ξέραμε ότι είχαμε βρει εκείνο που αναζητούσαμε. Εδώ ήσαν άνθρωποι οι οποίοι πραγματικά αγαπούσαν ο ένας τον άλλον και οι οποίοι προετοιμάζοντο μ’ εμπιστοσύνη για μια ζωή σ’ ένα νέο σύστημα. Κάθε άποψις της ζωής των εκυβερνάτο από τους νόμους του Θεού, όπως αυτοί εκτίθενται στην Αγία Γραφή—γι’ αυτό ήσαν ασφαλείς υπήκοοι της κυβερνήσεως του Θεού. Και καθώς εξακολουθούσαμε να μελετούμε, η εκπλήρωσις των Γραφικών προφητειών μάς έπεισε ότι ζούμε κοντά στο τελευταίο μέρος αυτής της γενεάς η οποία θα δη την κυβέρνησι του Θεού να συντρίβη ολόκληρο το πονηρό σύστημα πραγμάτων.—Ματθ. 24:3-14.
Διακρίναμε αμέσως πόσο σπουδαίο και επείγον ήταν ν’ ακούσουν όλοι οι άνθρωποι αυτή τη ζωτική πληροφορία για τη βασιλεία του Θεού, κι έτσι ζητήσαμε να λάβωμε μέρος στο έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά οι οποίοι μετέδιδαν αυτή την αλήθεια στους άλλους. Είχαμε σταματήσει τη χρήσι των ναρκωτικών και πολύ σύντομα αλλάξαμε την εμφάνισί μας και τον τρόπο της ενδυμασίας μας. Τον Ιανουάριο του 1971, βαπτισθήκαμε ως μάρτυρες του Ιεχωβά για να συμβολίσουμε την αφιέρωσί μας να υπηρετούμε τον Ιεχωβά Θεό. Σταμάτησα την εργασία μου ως διδασκάλου, άρχισα να κάνω κάποια άλλη εργασία, και η Τζην κι εγώ αρχίσαμε το ολοχρόνιο έργο κηρύγματος. Αυτό μας έκαμε ν’ απολαύσωμε πολλές ευλογητές πείρες.
Αφού εκπαιδευθήκαμε ως ιεραπόστολοι στη Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Εταιρίας Σκοπιά που λειτουργεί στη Νέα Υόρκη, πρόκειται τώρα να πάμε στην Αφρική για να κηρύξωμε το ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού. Πόσο θαυμάσιο θα είναι να μπορούμε να δείχνωμε στους ανθρώπους από τον Λόγο του Θεού, την Αγία Γραφή, ότι η φτώχεια, οι πόλεμοι, οι προκαταλήψεις και οι αδικίες αυτού του συστήματος πρόκειται σύντομα να τελειώσουν για ν’ αντικατασταθούν από δίκαιες συνθήκες κάτω από τη διακυβέρνησι της Βασιλείας του Θεού! (2 Πέτρ. 3:13)—Από συνεργάτη μας.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 294]
«Καθώς διάβαζα τις αδικίες . . . τα μάτια μου συχνά γέμιζαν δάκρυα.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 295]
«Ακόμη και τα τακτικά δελτία ειδήσεων εξέθεταν τις παραπλανητικές κυβερνητικές δηλώσεις σχετικά με τον πόλεμο.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 296]
«Η αστυνομία και οι στρατιώτες απέκλεισαν την προέλασί μας και άρχισαν να μας επιτίθενται με δακρυγόνα, με ρόπαλα και κλομπς.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 297]
«Πολλοί νεαροί θεωρούσαν τον γάμο σαν μια παλαιά συνήθεια.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 298]
‘Οι κληρικοί έκαμαν διαμαρτυρία μόνον μετά την εξέγερσι της κοινής γνώμης εναντίον του πολέμου.’
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 299]
«Όσο περισσότερο διαβάζαμε τη Γραφή τόσο περισσότερο φαινόταν ότι οι εκκλησίες καταδικάζονται απ’ αυτό ακριβώς το βιβλίο που ισχυρίζονται ότι ακολουθούν.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 301]
«Εδώ ήσαν άνθρωποι οι οποίοι πραγματικά αγαπούσαν ο ένας τον άλλον.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 300]
Η Τζην κι εγώ βρήκαμε τις απαντήσεις που αναζητούσαμε