Ποιος Είναι ο Ιησούς Χριστός που Όλοι τον Χρειαζόμεθα;
«Δεν υπάρχει δι’ ουδενός άλλου η σωτηρία· διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανόν δεδομένον μεταξύ των ανθρώπων, δια του οποίου πρέπει να σωθώμεν.»—Πράξ. 4:12
1. Γιατί αυτό που χρειαζόμεθα όλοι σήμερα είναι ένας παγκόσμιος σωτήρ;
ΕΝΑΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΣΩΤΗΡ—αυτό είναι εκείνο που χρειάζεται σήμερα επειγόντως όλη η ανθρωπότης. Ένας σωτήρ για όλη την ανθρώπινη οικογένεια. Καταγόμεθα όλοι από την ίδια σάρκα και το ίδιο αίμα, από μια κοινή αρχή. Είμεθα όλοι μέσα στο ίδιο διαστημόπλοιο—σ’ αυτόν τον πλανήτη γη. Αν αυτό το διαστημόπλοιο επρόκειτο να βυθισθή, θα κατεποντιζόμεθα όλοι μέσα στην αβυσσαλέα θάλασσα του αχανούς διαστήματος. Μήπως πρόκειται να συμβή αυτό σ’ εμάς; Από τον τρόπο που προχωρούν τα πράγματα στο γήινο διαστημόπλοιο μας, φαίνεται ότι αυτή η παγκόσμια καταστροφή είναι πολύ πιο κοντά απ’ όσο υπολογίζουν οι σύγχρονοι επιστήμονες. Θα συμβή όμως ένα τέτοιο τρομερό πράγμα; Ποιος και πού είναι ο παγκόσμιος σωτήρ που μπορεί να το προλάβη αυτό; Όλο και περισσότεροι άνθρωποι επιθυμούν να γνωρίζουν.
2. Σε ποιες μεγάλες σημερινές πόλεις δεν βρίσκεται ο παγκόσμιος σωτήρ και τι αποδεικνύει το γεγονός αυτό;
2 Ο παγκόσμιος σωτήρ δεν βρίσκεται σήμερα στην πόλι της Νέας Υόρκης—με το κτιριακό συγκρότημα των Ηνωμένων Εθνών. Το καθένα από τα 144 έθνη, που είναι μέλη αυτής της οργανώσεως για παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια, δυσκολεύεται να επιπλεύση. Ο παγκόσμιος σωτήρ δεν βρίσκεται στη Μόσχα της Ρωσίας, όπου μια σειρά δικτατόρων διακυβερνά με σιδερένια πυγμή και με το όραμα της μετατροπής του κόσμου σε Κομμουνιστικόν. Ο παγκόσμιος σωτήρ δεν βρίσκεται στην Ιερουσαλήμ του Ισραήλ, όπου τρεις προεξέχουσες θρησκείες του κόσμου έχουν μακροχρόνια συμφέροντα, αλλά που είναι σε διαμάχη μεταξύ τους. Ούτε μπορεί να βρεθή ο παγκόσμιος σωτήρ σε καμμιά άλλη πόλι με περασμένη ή σημερινή παγκόσμια σπουδαιότητα. Το συνεχές άγχος των εθνών και η αυξανόμενη απογοήτευσις των λαών αποδεικνύουν αυτό το γεγονός.
3. Ποια αλήθεια αρνούνται οι κοσμικοί άνθρωποι, αλλ’ είναι λογικό ν’ αποβλέπωμε σ’ έναν παγκόσμιο σωτήρα;
3 Η παγκόσμιος κατάστασις μπορεί να είναι στην πραγματικότητα εντελώς αποθαρρυντική. Εν τούτοις, οι άνθρωποι που ακολουθούν τον σύγχρονο τρόπο σκέψεως αρνούνται σταθερά να ομολογήσουν την αλήθεια. Ποια αλήθεια; Ότι η αναγκαία παγκόσμια βοήθεια θα πρέπει να έλθη από μια πηγή ανώτερη από τους ανθρώπους. Αρνούνται ν’ αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους από τους ανθρώπους, τους μόνους ισχυρούς και νοήμονες βοηθούς που μπορούν να οραματισθούν με την υλιστική τους διάνοια. Αν ακολουθήσωμε τον τρόπο με τον οποίο αυτοί σκέπτονται, μένομε χωρίς λογική κατεύθυνσι. Δεν καταλήγαμε πουθενά. Αλλ’ οσοδήποτε εξέχοντα κι αν είναι αυτά τα κοσμικόφρονα άτομα, εμείς γνωρίζομε ότι δεν είμεθα ούτε δημιουργοί ούτε δημιουργήματα του εαυτού μας. Είμεθα τόσο θαυμάσια πλασμένοι και προικισμένοι ώστε δεν είναι δυνατόν να έχωμε ‘κατασκευασθή’ από ανθρώπους. Ο Διαμορφωτής και Πλάστης μας, που μας έθεσε σ’ αυτό το γήινο διαστημόπλοιο, πρέπει να έχη υπερανθρώπινες ικανότητες. Πρέπει να απέχη τόσο πολύ από μας όσο απέχουν οι ουρανοί από το γήινο διαστημόπλοιο μας. Επειδή είμεθα θαύματα της δεξιοτεχνίας Του, Αυτός πρέπει να ενδιαφέρεται για μας. Μπορεί να θεωρήται ‘αναχρονιστικό,’ αλλ’ είναι λογικό ν’ αποβλέπωμε σ’ Αυτόν ως τον μόνον που μπορεί να μας προμηθεύση έναν παγκόσμιο σωτήρα.
4. Ποιος ενέπνευσε στις ανθρώπινες καρδιές την ελπίδα ενός παγκοσμίου σωτήρος, και σε ποιον μας είπε πριν από πολύν καιρό να στραφούμε για σωτηρία;
4 Μήπως, λοιπόν, είναι πιθανόν αυτός ο Δημιουργός μας να είναι Εκείνος που ενέπνευσε στις ανθρώπινες καρδιές την ελπίδα της σωτηρίας όλης της ανθρωπότητος από κάποιο παγκόσμιο σωτήρα; Ναι! Από πού αλλού θα μπορούσε να έλθη μια τόσο τολμηρή και μεγαλειώδης ιδέα; Πάνω από επτά αιώνες π.Χ. περισσότερο από έναν αιώνα πριν από τη Βουδδιστική Εποχή, Αυτός έκαμε να καταγραφή η εξής δήλωσις: «Εις εμέ βλέψατε και σώθητε, πάντα τα πέρατα της γης· διότι εγώ είμαι ο Θεός και δεν υπάρχει άλλος. Ώμοσα εις εμαυτόν· ο λόγος εξήλθεν εκ του στόματός μου εν δικαιοσύνη και δεν θέλει επιστραφή, Ότι παν γόνυ θέλει κάμψει εις εμέ, πάσα γλώσσα θέλει ομνύει εις εμέ. Βεβαίως θέλουσιν ειπεί περί εμού, Εν τω Ιεχωβά είναι η δικαιοσύνη και η δύναμις· εις αυτόν θέλουσι προσέλθει και θέλουσι καταισχυνθή πάντες οι οργιζόμενοι εναντίον αυτού.»—Ησ. 45:22-24, ΜΝΚ.
5. Τι δεν πρέπει να μας κάμη να ντρεπώμεθα να στραφούμε στον Ιεχωβά για σωτηρία, και γιατί;
5 Η σωτηρία από τον Ιεχωβά μπορεί να φθάση στα πέρατα της γης και να περιλάβη όλη την ανθρωπότητα. Αυτός είναι Εκείνος στον οποίο πρέπει να στραφούμε με ελπίδα για αιώνια σωτηρία και να τον παρακαλέσωμε με πεποίθησι γι’ αυτήν. Το μίσος του κόσμου κατά του ονόματος του Ιεχωβά δεν πρέπει να μας κάμη να ντρεπώμεθα και ν’ απομακρυνθούμε απ’ Αυτόν. Όλοι εκείνοι που οργίζονται εναντίον του θα είναι εκείνοι που θα έλθουν αντιμέτωποι μ’ Αυτόν και θα καταισχυνθούν. Δεν θα μπορέσουν να λάβουν τη σωτηρία που επιφυλάσσεται για κείνους οι οποίοι χωρίς εξαναγκασμό στρέφονται σ’ αυτόν για σωτηρία.
6. Πώς το τελευταίο βιβλίο της Γραφής δείχνει ότι η από πολλού γενομένη πρόσκλησις του Ιεχωβά να στραφούμε σ’ αυτόν θα είχε μια παγκόσμια ανταπόκρισι;
6 Η πρόσκλησις του Ιεχωβά να στραφούμε σ’ αυτόν ως τον μόνον Θεό της σωτηρίας είχε γραφή στο εικοστό τρίτο βιβλίο της Αγίας Γραφής. Αυτό το βιβλίο περιέχει τις θεόπνευστες προφητείες ενός ανθρώπου από τη Μέση Ανατολή, του Ησαΐα γυιου του Αμώς, κατοίκου της αρχαίας Ιερουσαλήμ. Το γεγονός ότι η θεία πρόσκλησις θα είχε μια παγκόσμια ανταπόκρισι προελέχθη στο εξηκοστό έκτο και τελευταίο βιβλίο της Αγίας Γραφής που λέγεται Αποκάλυψις και εγράφη τον πρώτο αιώνα μ.Χ. Στο έβδομο κεφάλαιο, εδάφια εννέα και δέκα ο θεόπνευστος συγγραφεύς Ιωάννης, ο γυιος του Ζεβεδαίου, περιγράφει την προφητική όρασι που είδε. Ο Ιωάννης, για να δείξη ότι στην εποχή μας ένα αναρίθμητο πλήθος ανθρώπων θα εστρέφετο στον Ιεχωβά Θεό για σωτηρία, γράφει τα εξής: «Ιδού, όχλος πολύς, τον οποίον ουδείς ηδύνατο να αριθμήση, εκ παντός έθνους και φυλών και λαών και γλωσσών, οίτινες ίσταντο ενώπιον του θρόνου και ενώπιον του Αρνίου, ενδεδυμένοι στολάς λευκάς, έχοντες φοίνικας εν ταις χερσίν αυτών· και κράζοντες μετά φωνής μεγάλης έλεγον· η σωτηρία είναι του Θεού ημών, του καθήμενου επί του θρόνου, και του Αρνίου.»
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΣΩΤΗΡ
7, 8. (α) Με ποια έννοια πρέπει να νοηθή η ονομασία «το Αρνίον»; (β) Από πού αρχίζει η Αποκάλυψις να χρησιμοποιή αυτή την ονομασία και για να δείξη τι;
7 Γιατί όμως αυτός ο όχλος, που αποτελείται από άτομα όλων των φυλών, εθνών, και χρωμάτων, ομολογεί ότι οφείλει τη σωτηρία του, όχι μόνο στον Θεό αλλά και στο «Αρνίον»; Μπορούμε να προσδιορίσουμε σαφώς την ταυτότητα αυτού που συμβολικά καλείται «Αρνίον»; Ναι!
8 Ασφαλώς είναι ανάγκη να τον προσδιορίσωμε. Κατ’ αρχήν, η ονομασία «Αρνίον» δεν χρησιμοποιείται σαν μια έκφρασις που δείχνει στοργή, όπως όταν λέμε σε κάποιον που μας είναι αγαπητός, «Μικρό μου μανάρι!» Αντιθέτως, αυτός ο προσδιορισμός εφιστά την προσοχή μας σε θυσία, σε μια πολύ αναγκαία θυσία προς όφελος όλων μας. Στο βιβλίο της Αποκαλύψεως, η ονομασία «Αρνίον» (ή «του Αρνίου») εφαρμόζεται σ’ αυτόν εικοσιεπτά φορές. Η χρήσις της ονομασίας «το Αρνίον» αρχίζει από το πέμπτο κεφάλαιο για να δείξη στον συγγραφέα Ιωάννη τον ζωτικό ρόλο που επρόκειτο να παίξη αυτό το «Αρνίον.» Στον Ιωάννη ελέχθησαν τα εξής: «Μη κλαίε· Ιδού, υπερίσχυσεν ο λέων, όστις είναι εκ της φυλής Ιούδα, η ρίζα του Δαβίδ, να ανοίξη το βιβλίον και να λύση τας επτά σφραγίδας αυτού.» (Αποκάλ. 5:5) Όταν ο Ιωάννης έπαυσε να κλαίη, τι είδε; Λέγει: «Και είδον και ιδού εν μέσω του θρόνου . . . Αρνίον ιστάμενον ως εσφαγμένον.»—Αποκάλ. 5:6.
9. Ποιος είναι αυτός ο Λέων από τη φυλή του Ιούδα, και τι δείχνει αυτός ο τίτλος γι’ αυτόν;
9 Ποιο είναι λοιπόν αυτό το Αρνίον που η Αγία Γραφή το ονομάζει ‘λέοντα όστις είναι εκ της φυλής Ιούδα’ και ζωοπάροχη «ρίζα» του πρώτου Ιουδαίου βασιλέως της Ιερουσαλήμ, που ελέγετο Δαβίδ; Είναι ο Ιησούς Χριστός, ο κατά σάρκα απόγονος του πατριάρχου Αβραάμ και του Βασιλέως Δαβίδ που ήσαν από τη φυλή του Ιούδα. (Γέν. 49:9, 10· Ματθ. 1:1-6) Το ότι καλείται «ο λέων όστις είναι εκ της φυλής Ιούδα,» σημαίνει ότι αυτός ήταν ο «Σηλώ» που επρόκειτο να έλθη και στον οποίο ‘θα ήταν η υπακοή των λαών.’ Αυτό εσήμαινε ότι αυτός επρόκειτο να είναι ο Βασιλεύς (όπως ήταν και ο προπάτωρ του Δαβίδ) μιας πραγματικής κυβερνήσεως, στην οποία θα υπετάσσοντο όλοι οι λαοί της γης για το καλό τους. Όπως ο Δαβίδ είχε χρισθή ως βασιλεύς και ήταν επομένως κεχρισμένος, έτσι και ο βασιλικός του Απόγονος θα ήταν κεχρισμένος, τον οποίο οι Εβραίοι ωνόμαζαν «Μεσσία,» αλλά οι Ελληνόφωνοι Ιουδαίοι ωνόμαζαν «Χριστόν.» Γι’ αυτό έχομε και την έκφρασι «Ιησούς Χριστός» (Ιησούς ο Κεχρισμένος) ή «Χριστός Ιησούς» (ο Κεχρισμένος Ιησούς). Αλλ’ αφού παρομοιάζεται μ’ ένα βασιλικό λέοντα της Ιουδαίας γιατί παρομοιάζεται επίσης και με «αρνίον»;
10. Σύμφωνα με ό,τι είδε ο Ιωάννης, τι συνέβη σ’ αυτό το Αρνίον, και με αποτέλεσμα ποιας εξαγοράς;
10 Ο συγγραφεύς Ιωάννης εξηγεί το γιατί, διότι μας αναφέρει τι άλλο είδε και άκουσε, λέγοντας: «Και ότε έλαβε το βιβλίον, . . . ψάλλουσι νέαν ωδήν, λέγοντες, Άξιος είσαι να λάβης το βιβλίον και να ανοίξης τας σφραγίδας αυτού, διότι εσφάγης και ηγόρασας ημάς εις τον Θεόν δια του αίματος σου εκ πάσης φυλής και γλώσσης και λαού και έθνους, και έκαμες ημάς εις τον Θεόν ημών βασιλείς και ιερείς, και θέλομεν βασιλεύσει επί της γης,»—Αποκάλ. 5:8-10.
11. Για ποιον σκοπό εσφάγη αυτός ο όμοιος με αμνό, και πώς ο Ησαΐας, κεφάλαιον πεντηκοστό τρίτο, το προείπε αυτό;
11 Αυτός, λοιπόν, ο «λέων όστις είναι εκ της φυλής Ιούδα» (της φυλής που κάνει βασιλείς) εσφάγη ως θυσία, όπως ακριβώς προέβλεπε ο Νόμος του Θεού που είχε δοθή στο έθνος Ισραήλ μέσω του Μωυσέως για τη θυσία ενός αμώμου αμνού υπέρ των αμαρτιών. Ήταν ο δίκαιος «δούλος» του Ιεχωβά, για τον οποίο ο θεόπνευστος προφήτης Ησαΐας έκαμε τις επόμενες προρρήσεις: «Αυτός ήτο κατατεθλιμμένος και βεβασανισμένος, αλλά δεν ήνοιξε το στόμα αυτού· εφέρθη ως αρνίον επί σφαγήν, και ως πρόβατον έμπροσθεν του κείροντος αυτό άφωνον, ούτω δεν ήνοιξεν το στόμα αυτού . . . παρέδωκε την ψυχήν αυτού εις θάνατον, και μετά ανόμων ελογίσθη, και αυτός εβάστασε τας αμαρτίας πολλών, και θέλει μεσιτεύσει υπέρ των άνομων.»—Ησ. 53:7, 12· Πράξ. 8:30-35.
12. Γιατί δεν μπορούμε παρά να δεχθούμε ότι έχομε ανάγκη του Αρνίου επειδή είμεθα αμαρτωλοί και παραβάται;
12 Αυτό παρουσιάζει ένα σοβαρό λόγο για τον οποίο έχομε ανάγκη του Ιησού Χριστού. Έχομε ανάγκη αυτού του θυσιασμένου Αμνού, ο οποίος προσεφέρθη στον Ιεχωβά Θεό, τον Δημιουργό του ανθρώπου. Η προφητεία του Ησαΐα, που μόλις παραθέσαμε, ομιλεί για τους αμαρτωλούς και τους ανόμους. Οι άνθρωποι όμως γενικά δεν θέλουν να τους αποκαλούν οι άλλοι αμαρτωλούς και ανόμους. Εν τούτοις, κανένας μας δεν μπορεί ν’ αρνηθή, ότι όλοι έχομε ελαττώματα και τάσεις προς αδικοπραγία. Αυτά τα κληρονομήσαμε από κάπου. Μπορούμε όλοι να τα επιρρίψωμε στους γονείς μας. Αλλά κι εκείνοι με τη σειρά τους απέκτησαν ατέλεια και κακές τάσεις από τους γονείς των. Έτσι μπορούμε ν’ ανατρέξωμε πίσω με μια αδιάσπαστη αλυσίδα και να φθάσωμε στο πρώτο νυμφευμένο ζεύγος, που η Βίβλος αποκαλεί Αδάμ και Εύα. Η κατηγορία εναντίον των γονέων ότι εκληροδότησαν στα τέκνα τους ατέλεια και εσφαλμένες τάσεις σταματά στον Αδάμ και στην Εύα. Γιατί; Διότι ο Αδάμ και η Εύα δεν έλαβαν την ατέλεια και την αμαρτωλότητά των από τον Ιεχωβά Θεό, τον Δημιουργό των και ουράνιο Πατέρα των. «Τα έργα αυτού είναι τέλεια,» και αυτός έκαμε τον Αδάμ και την Εύα τελείους, εφόσον αυτοί δημιουργήθηκαν κατ’ εικόνα αυτού.—Δευτ. 32:4· Λουκ. 3:38· Γέν. 1:26-28.
13. Ποιο ερώτημα εγείρεται ως προς τον τρόπο της γεννήσεώς μας, και τι εμπόδισε όλους εμάς να γεννηθούμε τέλειοι;
13 Στα περασμένα έξη χιλιάδες χρόνια, κανένας από μας δεν γεννήθηκε στον παράδεισο, δηλαδή στον Κήπο της Εδέμ. Αλλ’ ο Αδάμ και η Εύα δημιουργήθηκαν και τοποθετήθηκαν εκεί. (Γέν. 2:7-25) Φυσικά, ο αρχικός εκείνος παράδεισος δεν θα μπορούσε να χωρέση όλους εμάς άνετα σήμερα· θα έπρεπε να επεκταθή για να περιλάβη όλη την υδρόγειο σφαίρα. Αλλά γιατί δεν γεννηθήκαμε όλοι σ’ έναν επίγειο παράδεισο που έχει το μέγεθος της υδρογείου; Και γιατί γεννηθήκαμε όλοι ατελείς, υποκείμενοι σε κακές τάσεις σε ασθένειες και σε θάνατο; Η μόνη λογική εξήγησις θα μπορούσε να είναι το ότι το πρώτο ανθρώπινο ζεύγος, από το οποίο καταγόμεθα όλοι, έσφαλε. Η αξιόπιστη ιστορική αναγραφή της Αγίας Γραφής συμφωνεί με μια τέτοια λογική εξήγησι. Προτού ακόμη αποκτήσουν τέκνα ο Αδάμ και η Εύα ακολούθησαν μια εσφαλμένη οδό. Αυτό σημαίνει ότι δεν έκαμαν εκείνο που τους είπε ο Θεός να κάμουν. Παρήκουσαν σ’ αυτόν τον ουράνιο Πατέρα τους. Έτσι αμάρτησαν, δηλαδή απεμακρύνθησαν από το σημείο της ανθρώπινης τελειότητος.
14. Γιατί ο Θεός είχε δίκαιο να διώξη τον Αδάμ και την Εύα από τον παράδεισο, και ποιο έλεος από μέρους Του ωδήγησε στο να είμεθα εμείς ζωντανοί σήμερα;
14 Μπορούμε να κατηγορήσωμε τον Θεό για την καταδίκη του Αδάμ και της Εύας, εφόσον τους είχε προειδοποιήσει ότι θα ετιμωρούντο και για την ελάχιστη πράξι ανταρσίας απέναντι αυτού ως του Υπερτάτου Νομοθέτου και Κριτού; Δεν θα μπορούσαμε να το κάμωμε αυτό. Μπορούμε μήπως να κατηγορήσωμε τον Θεό επειδή τους εξεδίωξε από τον παράδεισο; Όχι! Ο Δημιουργός του Κήπου της Εδέμ έχει δικαιώματα ιδιοκτησίας. Αυτός έχει απόλυτο δικαίωμα ν’ αποφασίζη ποιοι πρέπει να νέμωνται την ιδιοκτησία του. Παρατηρήστε πώς ιδιοτελείς και απερίσκεπτοι άνθρωποι μετατρέπουν ωραία συγκροτήματα κατοικιών σε μέρη που μοιάζουν με τρώγλες και φτωχογειτονιές. Παρατηρήστε πώς η ανθρώπινη φυλή γενικά καταστρέφει τη γη στο σύνολο της, απειλώντας την με πυρηνικό πόλεμο, με όλη την καταστροφή και τη μόλυνσι που σημαίνει αυτό για την επιφάνεια της γης. Όταν το σκεπτώμεθα αυτό, είναι αξιοθαύμαστο που ο Θεός επέτρεψε στους αμαρτωλούς Αδάμ και Εύα να περάσουν τη ζωή τους έξω από τον παράδεισο της Εδέμ για να γεμίσουν τη γη ως το βαθμό που είναι κατοικημένη σήμερα. Ήταν ασφαλώς σπλαχνικό από μέρους του Θεού ν’ αφήση τον Αδάμ και την Εύα να συνεχίσουν τη ζωή τους ώστε να γεννήσουν τέκνα, κι έτσι να είμεθα εμείς τώρα ζωντανοί επάνω στη γη ύστερα από έξη χιλιάδες χρόνια—Γέν. 3:1 έως 4:2.
15. Τι είδους πατέρας απεφάσισε να είναι ο Αδάμ στους απογόνους του, και γιατί εμείς όλοι αμαρτήσαμε μέσα σ’ αυτόν;
15 Ο Αδάμ, όταν ετέθη σε δοκιμασία μαζί με την σύζυγο του Εύα, έπρεπε ν’ αποφασίση τι είδους πατέρας θα ήταν στους απογόνους του, δηλαδή, αν θα ήταν ένας Θεοφοβούμενος πατέρας, τελείως ευπειθής στον ουράνιο Πατέρα του και σε αδιάσπαστη σχέσι μαζί Του, ή ένας στασιαστικός πατέρας εναντίον του Ζωοδότου του και με την καταδίκη του θανάτου, την ποινή της αμαρτίας. (Γέν. 2:15-17) Ο Αδάμ προτίμησε να είναι του δευτέρου είδους πατέρας μας. Δεν μπορούμε, λοιπόν, ν’ αποδώσωμε την ατέλεια και την αμαρτωλότητά μας στον Θεό, τον Δημιουργό του ανθρώπου. Εμείς οι ίδιοι δεν μπορούμε να κάμωμε τίποτε, αλλά τώρα συμβαίνει ακριβώς αυτό που έγραψε ο Βιβλικός συγγραφεύς του πρώτου αιώνος, ο Χριστιανός απόστολος Παύλος, ο οποίος είπε: «Δι’ ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον και δια της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον.» (Ρωμ. 5:12) Αφού ο Θεός ενεφύτευσε αναπαραγωγικό σπέρμα στον πρώτο άνθρωπο, όλοι εμείς οι απόγονοι του ήμαστε στην οσφύ του όταν αμάρτησε ο Αδάμ. Έτσι όλοι μας αμαρτήσαμε μέσα σ’ αυτόν και το αποτέλεσμα ήταν να γεννηθούμε όλοι μας αμαρτωλοί, με την καταδίκη του θανάτου.
16. Ποια ισορροπία της θείας δικαιοσύνης δεν πρέπει να παραβλέπωμε, και πώς μας το βεβαιώνει αυτό η επιστολή 1 Κορινθίους 15:21, 22;
16 Εδώ ας μη παραλείψωμε να παρατηρήσωμε ένα σπουδαίο πράγμα που διδάσκεται στην Αγία Γραφή. Ποιο είναι αυτό; Το εξής: Ότι όπως ακριβώς ο Θεός υπολογίζει τον ένα άνθρωπο Αδάμ υπεύθυνο για όλη την αμαρτία και την ποινή της τον θάνατο που επικρατεί στον κόσμο σήμερα, έτσι μπορεί να υπολογίση έναν άλλο άνθρωπο, ίσον προς τον Αδάμ, ως άξιον να εξαλείψη την αμαρτία του κόσμου και να άρη την ποινή της αμαρτίας από το ανθρώπινο γένος που γεννήθηκε στην αμαρτία. Με μια τέτοια σοφή και σπλαχνική διευθέτησι, η πλάστιγγα της θείας δικαιοσύνης ισορροπεί τέλεια. Αυτό είναι κάτι που όλοι μας έχομε ανάγκη, και αυτό μας το βεβαιώνει η Αγία Γραφή, στα εδάφια 1 Κορινθίους 15:21, 22, με τα εξής λόγια: «Επειδή ο θάνατος ήλθε δι’ ανθρώπου, ούτω και δι’ ανθρώπου η ανάστασις των νεκρών. Επειδή καθώς πάντες αποθνήσκουσιν εν τω Αδάμ, ούτω και πάντες θέλουσι ζωοποιηθή εν τω Χριστώ.»
17. Πώς μόνο μπορούσε να παραχθή στη γη ένας άνθρωπος ίσος με τον Αδάμ, και σε ποιους ανηγγέλθη κατάλληλα η γέννησις αυτού;
17 Τι θαυμάσια και οικονομική διευθέτησις αποδεικνύεται ότι είναι αυτή, και τόσο απλή μάλιστα! Εκείνο που χρειαζόμαστε ήταν μόνον ένας άνθρωπος, ίσος με τον Αδάμ όταν ήταν τέλειος και αναμάρτητος. Πώς μπορούσε να γεννηθή ένας τέτοιος άνθρωπος στη γη, αφού κανείς από μας τους απογόνους του πρώτου ανθρωπίνου ζεύγους δεν γεννήθηκε ίσος με τον Αδάμ όταν ήταν τέλειος μέσα στην Εδέμ; Ο άνθρωπος που είχαμε ανάγκη θα μπορούσε να δοθή μόνο μ’ ένα θαύμα του Παντοδυνάμου Θεού. Το θείο αυτό θαύμα έγινε προς το τέλος του πρώτου αιώνος π.Χ. Είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνισι εκείνου τον οποίον η Αποκάλυψις κατ’ επανάληψιν ονομάζει «Αρνίον.» Μολονότι αυτός ήτο σαν αρνίον, ήταν επίσης ‘ο Λέων εκ της φυλής Ιούδα’ και «η ρίζα του Δαβίδ.» Όλη η μαρτυρία της Αγίας Γραφής δείχνει ότι αυτός ήταν ο Ιησούς Χριστός, που γεννήθηκε στη Βηθλεέμ, την πόλι του Δαβίδ, στις αρχές του φθινοπώρου του έτους 2 π.Χ. Σε αρμονία με το γεγονός ότι αυτός έγινε ένας θυσιαστικός αμνός, η γέννησίς του ανηγγέλθη από τον άγγελο του Θεού στους εκλεκτούς μάρτυρας του Θεού, στους ποιμένας που αγρυπνούσαν τη νύχτα φυλάγοντας τα ποίμνια τους.—Λουκ. 2:4-18· Ματθ. 2:1-18.
18. Τίνος Υιός εκλήθη αυτός που ήταν «εκ σπέρματος Δαβίδ» με την ανάστασι εκ νεκρών;
18 Αυτό ήταν, όπως το χαρακτηρίζει ο απόστολος Παύλος «το ευαγγέλιον του Θεού, το οποίον προϋπεσχέθη δια των προφητών αυτού εν ταις αγίαις γραφαίς, περί του Υιού αυτού, όστις εγεννήθη εκ σπέρματος Δαβίδ κατά σάρκα, και απεδείχθη Υιός Θεού εν δυνάμει κατά το πνεύμα της αγιωσύνης, δια της εκ νεκρών αναστάσεως Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών.»—Ρωμ. 1:1-4.
19. Σε ποιο επίπεδο ανακηρύχθηκε ο Ιησούς ως Υιός του Θεού με την ανάστασι, αλλά τι ήταν προηγουμένως όταν ήταν στη γη;
19 Τώρα, σχετικά με το να είναι ένας με μια πραγματική έννοια υιός του Θεού, σύμφωνα με τη σαρκική γενεαλογία του όπως αναγράφεται στο κατά Λουκάν ευαγγέλιο 3:23-38, μπορεί κατάλληλα να λεχθή ότι ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ ήταν ‘υιός του Θεού.’ Αλλ’ αυτός παρήκουσε στον ουράνιο Πατέρα του, πέθανε, και έφερε έτσι την αμαρτία και τον θάνατο σε όλους μας. Αυτός είναι ακόμη νεκρός· δεν έχει αναστηθή εκ νεκρών. Έπαυσε να είναι ‘υιός του Θεού.’ Αλλ’ ο Ιησούς Χριστός αναστήθηκε στο πνευματικό επίπεδο κι έτσι ανακηρύχθηκε πάλι Υιός του Θεού με εξουσία μεγαλύτερη από εκείνη που είχε στη γη. Και όταν ακόμη ήταν επάνω στη γη και μολονότι είχε γεννηθή ως σαρκικός άνθρωπος από την Ιουδαία παρθένο που ελέγετο Μαρία, ο Ιησούς ήταν Υιός του Θεού. Δεν υπάρχει λόγος ν’ αμφισβητήσωμε αυτό το γεγονός. Γιατί;
20. Πώς συνέβη ώστε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, όχι από δικό του συλλογισμό, εμαρτύρησε ότι ο Ιησούς ήταν ο Υιός του Θεού;
20 Εκείνο τον καιρό οι ανάγκες των περιστάσεων απαιτούσαν να υπάρχη στη γη ένας ‘υιός του Θεού.’ Ο Ιησούς Χριστός απέδειξε ότι είναι ο απαιτούμενος Υιός του Θεού. Όταν μεγάλωσε και έφθασε σε ηλικία τριάντα ετών, βαπτίσθηκε στο νερά από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, τον γυιο του Ιουδαίου ιερέως Ζαχαρία. Τι είπε ο Ιωάννης δημοσία ότι ήταν ο Ιησούς Χριστός; Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είπε στους μαθητάς του ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ο Υιός του Θεού. Ο Ιωάννης το ήξερε αυτό, όχι απλώς από κάποιο δικό του συλλογισμό. Γιατί; Διότι αμέσως μετά το βάπτισμα του Ιησού, ο Ιωάννης άκουσε τη φωνή του Θεού που έλεγε από τον ουρανό: «Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην.» (Ματθ. 3:13-17· Μάρκ. 1:9-11· Λουκ. 3:21, 22) Ο Ιωάννης, λοιπόν, είπε δημοσία: «Και εγώ είδον και εμαρτύρησα, ότι ούτος είναι ο Υιός του Θεού.»—Ιωάν. 1:34.
21. Γιατί ο Ιησούς δεν μπορούσε να έχη έναν ανθρώπινο σαρκικό πατέρα, και ποιος ωμολόγησε ότι είναι πατέρας του;
21 ‘Εν τούτοις, το προνόμιο του Ιησού να είναι υιός του Θεού δεν άρχισε με την ανθρώπινη γέννησί του μέσω της Μαρίας, της Ιουδαίας παρθένου. Επειδή ο Ιησούς γεννήθηκε από μια παρθένο που δεν είχε σεξουαλικές σχέσεις μ’ έναν άρρενα απόγονο του Αδάμ, δεν μπορούσε να έχη ανθρώπινο σαρκικό πατέρα. Κανένας άγγελος δεν ήταν πατέρας του, διότι η Μαρία δεν είχε σεξουαλικές σχέσεις μ’ έναν υλοποιημένο άγγελο όπως έγινε με τις μητέρες εκείνων των ονομαστών γιγάντων, στις ημέρες του Νώε που κατεσκεύασε την κιβωτό. (Γέν. 6:1-4) Ο άγγελος Γαβριήλ που εμφανίσθηκε στη Μαρία και της εξήγησε πώς μ’ ένα θαυματουργικό τρόπο θα εγίνετο μητέρα του Ιησού, δεν ήταν ο πατέρας του πρωτοτόκου γυιου της Μαρίας. (Λουκ. 1:26-38· Ματθ. 1:18-25) Η σύγχρονη επιστήμη σήμερα μπορεί ν’ αμφισβητή την παρθενική γέννησι του Ιησού με το να ισχυρίζεται ότι είναι αδύνατον να συμβή κάτι τέτοιο, αλλ’ ο άγγελος Γαβριήλ απομάκρυνε κάθε πιθανή αμφιβολία από τη διάνοια της Μαρίας λέγοντας: «Ουδέν πράγμα θέλει είσθαι αδύνατον παρά τω Θεώ.» (Λουκ. 1:37) Επομένως ο Θεός ωμολόγησε ενώπιον όλου του σύμπαντος την Πατρότητά του για το βρέφος Ιησούν από τη γενεαλογική γραμμή του Δαβίδ.
22. Πώς τα λόγια του Ιωάννου και τα λόγια του Ιησού στην προσευχή του προς τον Θεόν δείχνουν ότι ο Ιησούς υπήρξε Υιός του Θεού στον ουρανό;
22 Όλα αυτά είναι αληθινά, αλλά μήπως η γέννησις του Ιησού στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας ήταν η αρχή της υπάρξεως του ως Υιού του Θεού; Όχι! Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής που γεννήθηκε περίπου έξη μήνες πριν από τον Ιησού, είπε δημοσία τα εξής σχετικά με τον Ιησού τον οποίο εβάπτισε: «Ιδού, ο Αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου. Ούτος είναι περί ου εγώ είπον, Οπίσω μου έρχεται ανήρ, όστις είναι ανώτερος μου, διότι ήτο πρότερός μου.» (Ιωάν. 1:29, 30) Εφόσον ο Ιησούς δεν υπήρχε ως άνθρωπος στη γη πριν από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, πού υπήρχε πριν από τον Ιωάννη; Ήταν ψηλά στον ουρανό. Εκεί υπήρχε ως Υιός του Θεού. Εκεί είχε προσωπική επαφή και επικοινωνία με τον ουράνιο Πατέρα του. Αυτό εξηγεί το γεγονός ότι τη νύχτα που προηγήθηκε του μαρτυρικού του θανάτου έξω από τα τείχη της Ιερουσαλήμ, είπε στην προσευχή του προς τον ουράνιο Πατέρα του: «Εγώ σε εδόξασα επί της γης, το έργον ετελείωσα, το οποίον μοι έδωκας δια να κάμω. Και τώρα δόξασόν με συ, Πάτερ, πλησίον σου με την δόξαν την οποίαν είχον παρά σοι πριν γείνη ο κόσμος.»—Ιωάν. 17:4, 5.
23. Από πού έστειλε ο Θεός τον Υιόν του στον κόσμο και πώς;
23 Εκείνος, λοιπόν, που έγινε Ιησούς Χριστός, «ο Αμνός του Θεού,» υπήρχε ως Υιός του Θεού μαζί με τον ουράνιο Πατέρα του στο αόρατο πνευματικό βασίλειο. Για να γίνη λοιπόν ανθρώπινος υιός του Θεού με το όνομα Ιησούς Χριστός, έπρεπε ν’ αφήση τον Παντοδύναμο Θεό να μεταβιβάση τη ζωή του από τον ουρανό στο ανθρώπινο οργανισμό της Ιουδαίας παρθένου. Μ’ αυτό τον τρόπο ο Θεός εξακολούθησε να είναι Πατέρας του κατά τη γέννησί του στη Βηθλεέμ. Μόνον από τον ουρανό μπορούσε ο Θεός να μεταφέρη τη ζωή του Υιού του θαυματουργικά κι έτσι ο Θεός έστειλε τον Υιόν του όπως ακριβώς είπε ο Ιησούς Χριστός στον Ιουδαίο άρχοντα Νικόδημο: «Τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον υιόν αυτού τον μονογενή δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον. Επειδή δεν απέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού εις τον κόσμον δια να κρίνη τον κόσμον, αλλά δια να σωθή ο κόσμος δι’ αυτού.»—Ιωάν. 3:16, 17.
24. Γιατί χρειαζόμεθα τον Υιόν του Θεού, «το Αρνίον»;
24 Μ’ αυτόν τον τρόπο βλέπομε πώς ο Θεός έδωσε τον μόνο άνθρωπο τον οποίον χρειαζόμαστε για την αιώνια σωτηρία μας, τον μόνον που ήταν ίσος με τον Αδάμ τον καιρό που ήταν τέλειος και αναμάρτητος μέσα στον Κήπο της Εδέμ. Αυτός ο άνθρωπος μόνον μπορούσε να προσφέρη τον εαυτό του στον Θεό με το να θυσιασθή ως «ο Αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου.» (Ιωάν. 1:29) Επειδή κι εμείς έχομε τις δικές μας αμαρτίες χρειαζόμεθα κι εμείς αυτόν τον Σωτήρα.