Ο Παύλος Γράφει στους Φιλιππησίους μια Επιστολή Αγάπης και Χαράς
Η ΠΟΛΙΣ των Φιλίππων ιδρύθηκε με τη στρατιωτική μεγαλοφυΐα του Φιλίππου του Μακεδόνος (πατρός του Μεγάλου Αλεξάνδρου), ο οποίος της έδωσε και το όνομά του. Αυτή η πόλις έγινε η κυριώτερη πόλις της Μακεδονίας η οποία (Μακεδονία) αποτελεί τώρα μέρος της βορείου Ελλάδος και της νοτίου Γιουγκοσλαβίας. Οι ιστορικοί εγκωμιάζουν πολύ τις ωραίες ιδιότητες των Μακεδόνων και φαίνεται ότι οι σπόροι της αληθείας που εσπάρησαν εκεί από τον απόστολο Παύλο έπεσαν πράγματι σε καλό και γόνιμο έδαφος.—Λουκ. 8:8, 15.
Ο Παύλος μαζί με τους συνταξιδιώτας του επεσκέφθη τους Φιλίππους στο δεύτερο ιεραποστολικό του ταξίδι, περίπου τα έτη 49-52 μ.Χ. Είχαν εμποδισθή από το πνεύμα του Θεού να κηρύξουν σε ωρισμένους άλλους τόπους. Τότε, μια νύκτα ο Παύλος είδε ένα όραμα στο οποίο κάποιος Μακεδών του έκαμε την εξής έκκλησι: «Διάβα εις Μακεδονίαν και βοήθησον ημάς.» Ο Λουκάς αφηγείται τα εξής: «Και ως είδε το όραμα, ευθύς εζητήσαμεν να υπάγωμεν εις την Μακεδονίαν, συμπεραίνοντες ότι ο Κύριος προσκαλεί ημάς, δια να κηρύξωμεν το ευαγγέλιον προς αυτούς.»—Πράξ. 16:6-10.
Είναι πιθανόν ότι ζούσαν πολύ λίγοι Ιουδαίοι στους Φιλίππους. Μια ένδειξις γι’ αυτό είναι ότι, ο Παύλος αντί να πάη στη συναγωγή το Σάββατο κατά την συνήθειά του, πήγε έξω από την πύλη της πόλεως όπου ήσαν γυναίκες συγκεντρωμένες για προσευχή στην όχθη ενός ποταμού.
Ενδιαφέρει επίσης να σημειωθή ο ρόλος που έπαιξαν οι γυναίκες στην εκκλησία των Φιλίππων. Ο Παύλος πήγε σ’ ένα μέρος όπου είχαν συγκεντρωθή γυναίκες για προσευχή. Εκεί ήταν μια προσήλυτη γυναίκα, η Λυδία, που έδειξε εξαιρετική γενναιοδωρία και φιλοξενία, κάτι που αργότερα έγινε το χαρακτηριστικό αυτής της εκκλησίας. Αφού αυτή βαπτίσθηκε, παρεκάλεσε την ομάδα των ιεραποστόλων: «Εάν με εκρίνατε ότι είμαι πιστή εις τον Κύριον, εισέλθετε εις τον οίκον μου και μείνατε.» Και ο Λουκάς προσθέτει: «Και μας εβίασεν.» (Πράξ. 16:11-15) Επίσης, ήσαν και δύο γυναίκες για τις οποίες ο Παύλος ενδιαφερόταν, η Ευωδία και η Συντύχη, που ‘συνηγωνίσθησαν μετ’ αυτού εις το ευαγγέλιον ομού και με τον Κλήμεντα’, έναν αδελφό.—Φιλιππ. 4:2, 3.
Ο ΔΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Υπήρχε ένας ένθερμος δεσμός αγάπης μεταξύ του Παύλου και των Φιλιππησίων. Φυσικά, ο Παύλος έδειξε αγάπη πρώτος ταξιδεύοντας εκεί και κηρύττοντας σ’ αυτούς, και αυτοί ανταποκρίθηκαν με θέρμη. Σε τέσσερις τουλάχιστον περιπτώσεις αυτοί απέστειλαν χρήματα στον Παύλο. Δυο φορές ενόσω ο Παύλος ήταν στη Θεσσαλονίκη αυτοί ήσαν οι μόνοι που το έκαμαν αυτό, όπως λέγει και ο ίδιος: «Ουδεμία εκκλησία συνεκοινώνησε μετ’ εμού περί δόσεως και λήψεως, ειμή σεις μόνοι, διότι και εν Θεσσαλονίκη και άπαξ και δις μοι επέμψατε εις την χρείαν μου.» (Φιλιππ. 4:15, 16) Μολονότι ο Παύλος βρέθηκε σε ανάγκη όταν ήταν στην Κόρινθο, δεν έγινε βάρος σε κανέναν από τους αδελφούς εκεί, διότι «οι αδελφοί ελθόντες από Μακεδονίας προσανεπλήρωσαν την στέρησίν μου.» (2 Κορ. 11:9) Κατόπιν, όταν ο Παύλος ήταν φυλακισμένος στη Ρώμη, οι Φιλιππήσιοι του έστειλαν ένα δώρο. (Φιλιππ. 4:10-14) Φαίνεται ότι αυτό το δώρο, μαζί με την ευκαιρία να επικοινωνήση μαζί τους, παρακίνησαν τον Παύλο να γράψη την επιστολή στους Φιλιππησίους το 60 ή 61 μ.Χ.
Η επιστολή του Παύλου προς τους Φιλιππησίους μπορεί αληθινά να χαρακτηρισθή σαν μια επιστολή αγάπης. Συμφωνεί μ’ αυτό και το γεγονός ότι ο Παύλος αυτοσυστήνεται όχι με την υπηρεσιακή δραστηριότητά του ως αποστόλου, αλλά ως ένας ‘δούλος του Χριστού.’ Αυτό επίσης φαίνεται από το ότι δεν υπάρχουν σ’ αυτήν εκφράσεις δικαίας αγανακτήσεως, ούτε επικρίσεις λόγω υιοθετήσεως ψευδών διδασκαλιών.
Επί πλέον, αυτή η επιστολή περιέχει εκφράσεις στοργής, όπως αυτές: «Μάρτυς μου είναι ο Θεός, ότι σας επιποθώ πάντας με σπλάγχνα Ιησού Χριστού.» Ο Παύλος αρκείται ‘να μένη εν σαρκί’ διότι «είναι αναγκαιότερον δια σας.» Επίσης, τους χαρακτηρίζει ‘αγαπητούς αδελφούς.’—Φιλιππ. 1:8, 24· 2:12· 4:1.
ΜΙΑ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΑΓΑΛΛΙΑΣΕΩΣ
Η επιστολή του Παύλου προς τους Φιλιππησίους αφθονεί επίσης από χαρά. Ο ίδιος ο Παύλος είναι χαρούμενος και τους νουθετεί να χαίρουν. Θα μπορούσε να λεχθή ότι ολόκληρη η επιστολή υπερχειλίζει από το ίδιο είδος πνεύματος που είχαν ο Παύλος και ο Σίλας, οι οποίοι, αφού εδάρησαν, εφυλακίσθηκαν και ετέθησαν υπό δεσμά εκεί ακριβώς στους Φιλίππους, ακούσθηκαν τα μεσάνυχτα να ψάλλουν και να προσεύχονται μεγαλοφώνως.—Πράξ. 16:25.
Έτσι, στην αρχή ο Παύλος λέγει ότι αναπέμπει δεήσεις γι’ αυτούς με χαρά. Λέγει επίσης ότι η φυλάκισίς του κατέληξε σε προώθησι του ευαγγελίου και σε τίποτε άλλο. Πραγματικά, όπως λέγει, ‘τα δια τον Χριστόν δεσμά μου έγειναν φανερά εις όλον το πραιτώριον, [τη Φρουρά του αυτοκράτορος] και οι πλειότεροι των αδελφών πεποιθότες εις τα δεσμά μου τολμώσι περισσότερον να κηρύττωσιν αφόβως τον λόγον.’ Είναι αλήθεια ότι μερικοί εκήρυτταν τον Χριστό από κακά ή εσφαλμένα ελατήρια, ελπίζοντας να προξενήσουν στον Παύλο περισσότερα παθήματα. Επειδή το αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να γίνη ο Χριστός ακόμη πιο γνωστός, η αντίδρασις του Παύλου ήταν η εξής: «Εις τούτο χαίρω αλλά και θέλω χαίρει.»—Φιλιππ. 1:13-18.
Ο Παύλος άσχετα με τις θυσίες τις οποίες έμελλε να υποστή, λέγει τα εξής: «Χαίρω και συγχαίρω μετά πάντων υμών ωσαύτως δε και σεις χαίρετε και συγχαίρετε μετ’ εμού.» Στέλνει σ’ αυτούς τον Τιμόθεο ώστε όταν επιστρέψη, να δώση χαρά στον Παύλο. Στέλνει επίσης τον Επαφρόδιτο για να χαρούν οι Φιλιππήσιοι όταν τον δουν. «Δέχθητε λοιπόν αυτόν εν Κυρίω μετά πάσης χαράς.» (Φιλιππ. 2:17-19, 25-29) Αρχίζει τα όσα αναγράφονται στο τρίτο κεφάλαιο με το ίδιο πνεύμα, νουθετώντας τα εξής: «Το λοιπόν, αδελφοί μου, χαίρετε εν Κυρίω.» Και πώς αρχίζει το τέταρτο κεφάλαιο; «Όθεν, αδελφοί μου, αγαπητοί και επιπόθητοι, χαρά και στέφανός μου.» Και κατόπιν προσθέτει: «Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε· πάλιν θέλω ειπεί, Χαίρετε.» Παρακάτω, ο Παύλος χρησιμοποιεί πάλι μια χαρωπή φράσι, λέγοντας: «Εχάρην δε εν Κυρίω μεγάλως ότι τώρα τέλος πάντων εδείξατε αναθάλλουσαν την υπέρ εμού φροντίδα περί του οποίου και εφροντίζετε, πλην δεν είχετε ευκαιρίαν.»—Φιλιππ. 4:1, 4, 10.
ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΠΟΛΥ ΚΑΤΑΛΛΗΛΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
Μολονότι ο Παύλος δεν έκρινε αναγκαίο να επικρίνη τους Χριστιανούς των Φιλίππων, εν τούτοις, αισθάνθηκε την ανάγκη να τους δώση μια καλή εποικοδομητική νουθεσία για να έχουν το ορθό φρόνημα, την ορθή διαγωγή και ζήλο, πράγματα που είναι πολύ επίκαιρα για την εποχή μας. Προσεύχεται «να περισσεύση η αγάπη σας έτι μάλλον και μάλλον εις επίγνωσιν και εις πάσαν νόησιν, δια να διακρίνητε τα διαφέροντα, ώστε να ήσθε ειλικρινείς και απρόσκοπτοι μέχρι της ημέρας του Χριστού, πλήρεις καρπών δικαιοσύνης.» «Μόνον πολιτεύεσθε αξίως του ευαγγελίου του Χριστού.» (Φιλιππ. 1:9-11, 27) Πόσο κατάλληλη είναι αυτή η συμβουλή για μας σήμερα! Με όλους τους πειρασμούς για αδικοπραγία που βλέπομε γύρω μας, πόσο προσεκτικοί πρέπει να είμεθα για να μη παρασυρθούμε από τα πιο ασήμαντα πράγματα! Επίσης, πόσο ουσιώδες είναι να υποστηρίζωμε το κήρυγμα των αγαθών νέων με διαγωγή αντάξια αυτών!
Στη συνέχεια, ο Παύλος εκφράζει την επιθυμία να μάθη αν οι Φιλιππήσιοι αδελφοί ‘στέκουν εις εν πνεύμα, συναγωνιζόμενοι εν μια ψυχή δια την πίστιν του ευαγγελίου· και μη φοβιζόμενοι εις ουδέν από των εναντίων.’ (Φιλιππ. 1:27, 28) Λόγω της αυξανομένης εναντιώσεως στο κήρυγμα των αγαθών νέων της Βασιλείας του Θεού, αυτή η νουθεσία είναι εξ ίσου κατάλληλη και για την εποχή μας.
Τα επόμενα λόγια του Παύλου μάς ενθαρρύνουν να είμεθα ενωμένοι με αγάπη, στοργή και σπλάγχνα οικτιρμών, χωρίς να κάνωμε τίποτε από αντιζηλία ή κενοδοξία αλλά «εν ταπεινοφροσύνη θεωρούντες αλλήλους υπερέχοντας εαυτών.» Για να ενισχύση τη νουθεσία του μάς υποδεικνύει το παράδειγμα του Ιησού και την αμοιβή του: Μολονότι είχε ‘μορφήν Θεού, ο Ιησούς δεν εφιλοδόξησε να γίνη ίσος με τον Θεό, αλλά εταπείνωσε τον εαυτό του όχι μόνο με το να έλθη στη γη ως ένας άνθρωπος, αλλά μέχρι του σημείου να πεθάνη επάνω στο ατιμωτικό ξύλο του μαρτυρίου. Επειδή έλαβε αυτή την πορεία, ο Θεός «εχάρισεν εις αυτόν το υπέρ παν όνομα.»—Φιλιππ. 2:1-11.
Και πάλι ο Παύλος δίνει συμβουλή για την καλή διαγωγή: «Πράττετε τα πάντα χωρίς γογγυσμών και αμφισβητήσεων, δια να γίνησθε άμεμπτοι και ακέραιοι, τέκνα Θεού αμώμητα.» Η υποχρέωσις του Χριστιανού είναι να δίνη μαρτυρία με έργα και με λόγια, και ‘να λάμπη ως φωστήρ εν τω κόσμω κρατών τον λόγον της ζωής.’ Μας προειδοποιεί επίσης να φυλαγώμεθα από εκείνους που καυχώνται στη σάρκα. Υπενθυμίζει όλα εκείνα στα οποία θα μπορούσε να καυχηθή, αλλά τα θεωρεί ως σκύβαλα για να κερδίση τον Χριστό. Λησμονώντας όσα είναι οπίσω, ο Παύλος επεκτείνεται με ζήλο στα όσα είναι εμπρός. (Φιλιππ. 2:12-16· 3:2-14) Και μήπως αυτό δεν είναι εκείνο που πρέπει να κάνουν όλοι οι Χριστιανοί;
Λόγω της σημερινής οικονομικής καταστάσεως που χειροτερεύει σ’ όλον τον κόσμο, καθώς και της συνεχούς αυξήσεως των εγκλημάτων και της βίας, πόσο επίκαιρη είναι η συμβουλή του αποστόλου ότι πρέπει, παρ’ όλα αυτά, να χαίρωμε! Επίσης, λέγει να ‘μη μεριμνούμε περί μηδενός, αλλ’ εν παντί πράγματι ας γνωρίζωνται τα ζητήματά μας προς τον Θεόν.’ Τότε, ‘η ειρήνη του Θεού η υπερέχουσα πάντα νουν θέλει διαφυλάξει τας καρδίας μας και τα διανοήματά μας.’ Πράγματι, ο Χριστιανός, λόγω της καλής σχέσεως του με τον ουράνιο Πατέρα του, μπορεί να έχη ηρεμία και ησυχία.—Φιλιππ. 4:6, 7.
Δεν μπορούμε ακόμη να παραβλέψωμε το γεγονός ότι ο Παύλος μάς δίνει μια θαυμάσια έμμεση νουθεσία με το καλό του παράδειγμα σε ζήλο, εκτίμησι, πίστι και αυτάρκεια: «Έμαθον να ήμαι αυτάρκης εις όσα έχω.» «Τα πάντα δύναμαι δια του ενδυναμούντος με Χριστού.»—Φιλιππ. 4:11, 13.
Ασφαλώς, ποτέ δεν γράφτηκαν λόγια που να μας λέγουν πιο ωραία και πιο κατάλληλα τι πρέπει να γεμίζη τις καρδιές και τις διάνοιές μας απ’ αυτά που βρίσκονται στο εδάφιο Φιλιππησίους 4:8: «Το λοιπόν, αδελφοί, όσα είναι αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα καθαρά, όσα προσφιλή, όσα εύφημα, αν υπάρχη τις αρετή και εάν τις έπαινος, ταύτα συλλογίζεσθε.» Τι προφύλαξι αποτελεί η μελέτη αυτών των πραγμάτων μέσα στον χείμαρρο της αισχρότητος και της πορνογραφίας που ακούγεται και παρατηρείται παντού!
Αληθινά, η προς Φιλιππησίους επιστολή του Παύλου είναι μια επιστολή αγάπης και χαράς και είναι πολύ ωφέλιμη για όλους τους Χριστιανούς που ζουν σήμερα.