Εγκράτεια—Μια Περιφρούρησις από τη Συμφορά
Ο ΑΝΔΡΑΣ και η γυναίκα ήσαν μαζί. Ο άνδρας εργαζόταν λίγες μέρες στο σπίτι της για κάποια επισκευή. Και οι δύο ήσαν μέλη μιας Χριστιανικής εκκλησίας. Η γυναίκα ήταν δυστυχισμένη από τον γάμο της. Άρχισε να εκμυστηρεύεται τα αισθήματά της και τα προβλήματά της στον άνδρα. Αυτός αισθάνθηκε συμπόνια και στην προσπάθειά του να την συμβουλεύση και να την παρηγορήση, τοποθέτησε το χέρι του γύρω από τους ώμους της. Ακολούθησε περισσότερη τρυφερότης και προτού περάση πολλή ώρα διέπραξαν μοιχεία.
Αυτό το ζεύγος δεν είχε σχεδιάσει ούτε προγραμματίσει να διαπράξη τέτοια αμαρτία. Μέχρι εκείνη τη στιγμή και οι δύο ζούσαν καλή ηθική ζωή και βάδιζαν σύμφωνα με την οδό που απαιτείται για τους Χριστιανούς. Μήπως τους έλειπε η αγάπη για τον Λόγο του Θεού ή για τις κατάλληλες ηθικές αρχές; Όχι πρωταρχικά. Αυτό που τους έφταιξε ήταν η αποτυχία των ν’ ασκήσουν ΕΓΚΡΑΤΕΙΑ.
Η εγκράτεια είναι ένας από τους καρπούς του πνεύματος του Θεού. Η εγκράτεια του Χριστιανού κατευθύνεται, όχι εκ κληρονομικότητος, αλλά από τη γνώσι που έχει για τον Θεό και τον Λόγο του. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον ο απόστολος Πέτρος νουθετεί, ‘Προσθέσατε εις δε την γνώσιν την εγκράτειαν’.—2 Πέτρ. 1:5,6.
Στη σειρά των εννέα καρπών του πνεύματος η αγάπη κατέχει την πρώτη θέσι πριν από την εγκράτεια. (Γαλ. 5:22, 23) Φυσικά, αν η αγάπη λειτουργούσε πάντοτε και σε τέλειο βαθμό στον Χριστιανό, θα εξασκούσε πάντοτε εγκράτεια. Αλλά επειδή όλοι, περιλαμβανομένων και των Χριστιανών είναι ατελείς η εγκράτεια είναι μια όψις της Χριστιανικής προσωπικότητος η οποία χρειάζεται συνεχή επαγρύπνησι.
Η έλλειψις της εγκρατείας μπορεί να οδηγήση σε συμφορά. Ένα άτομο μπορεί να έχη χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, καλωσύνη, αγαθωσύνη, πίστι και πραότητα. Μπορεί να τα επιδεικνύη όλα μαζί. Αλλ’ αν χάση την εγκράτεια, μπορεί να χάση πρόσκαιρα κι όλες τις άλλες ιδιότητες. Στη διάρκεια αυτού του διαλείμματος μπορεί να κάμη ανεπανόρθωτη ζημιά στη δική του ζωή και στη ζωή των άλλων.
Γι’ αυτό οι Χριστιανοί προσεύχονται για εγκράτεια. Αλλιώς είναι πιθανόν να πέσουν σε παγίδα. Όλοι μας έχομε την αμαρτία μέσα στη σάρκα μας και γι’ αυτό, εκείνο το οποίον θέλομεν τούτο δεν πράττομεν, αλλ’ εκείνο το οποίον μισώμεν τούτο πράττομεν.’ (Ρωμ. 7:15) Λόγω αυτής της λυπηράς καταστάσεως ο απόστολος Παύλος είπε: «Αλλά δαμάζω το σώμα μου και δουλαγωγώ, μήπως εις άλλους κηρύξας εγώ γείνω αδόκιμος.»—1 Κορ. 9:27.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Ιησούς συμπεριέλαβε στην προσευχή που εδίδαξε στους μαθητάς του την έκκλησι: «Μη φέρης ημάς εις πειρασμόν.» (Ματθ. 6:13) Ο Θεός δεν πειράζει κανένα ώστε να τον κάμη να διαπράξη κακό· Αλλά γνωρίζει ότι όταν ένας Χριστιανός πράξη κάτι κακό, σπανίως πρόκειται για περίπτωσι που αγνοεί τη σφαλερότητα των πράξεων του. Συνήθως το άτομο γνωρίζει ότι αυτό που κάνει δεν ευαρεστεί τον Θεό. Όταν πειράζεται για ν’ αμαρτήση είναι καλό να σκεφθή, Πώς θα το δη αυτό ο Θεός; Τι επίδρασι θα έχη αυτό στις σχέσεις μου με τον Θεό; με τη Χριστιανική εκκλησία; Πώς θα επηρεάση την οικογένειά μου; Θα φέρη η πράξις μου μομφή στο όνομα του Θεού και του Χριστού; στον εαυτόν μου ως ένα Χριστιανό; στην εκκλησία; Αυτό το άτομο ή θ’ ακολουθήση αυτές τις προειδοποιητικές σκέψεις, ή θα τις απορρίψη και θα βαδίση κατ’ ευθείαν στην οδό της αμαρτίας.
Γι’ αυτό, όταν ο Χριστιανός προσεύχεται «Μη φέρης ημάς εις πειρασμόν,» ζητεί από τον Θεό να τον θυμηθή στον καιρό του πειρασμού και να επαναφέρη στη διάνοιά του τις ισχυρές προειδοποιήσεις της Αγίας Γραφής—να θέση δηλαδή σαφή σημεία που θα τον εμποδίσουν να παρεκκλίνη από τον δρόμο του. Ζητεί από τον Θεό, αν αυτός αρχίση να εξασθενή, να τον επαναφέρη στις αισθήσεις του και να τον βοηθήση να σταματήση. Ο Θεός δεν πρόκειται να τον σταματήση δια της βίας στερώντας του έτσι το δικαίωμα εκλογής, αλλά με το να ενισχύση τη διάνοια του ατόμου με την ορθή σκέψι που προέρχεται από τη θεία σοφία του Ιεχωβά ‘να κάμη την έκβασιν, ώστε να δύνασθε να υποφέρητε.’—1 Κορ. 10:13.
Αν ο Χριστιανός αποτύχη να εμπιστευθή στον Θεό κατανοώντας μέσα στην καρδιά του την έκκλησι που κάνει δια της προσευχής, τότε θ’ αρχίση να λειτουργή η αρχή: «Πειράζεται δε έκαστος υπό της ιδίας αυτού επιθυμίας, παρασυρόμενος και δελεαζόμενος· έπειτα η επιθυμία αφού συλλάβη, γεννά την αμαρτίαν.» (Ιακ. 1:14, 15) Το δοκιμαζόμενο άτομο θα δελεασθή χωρίς αντίστασι μέχρι του σημείου να ρίξη στον άνεμο κάθε προφύλαξι και κάθε αρχή, και θα προχωρήση κατ’ ευθείαν στην αμαρτωλή πράξι ‘καθώς ο βους υπάγει εις την σφαγήν.’ (Παροιμ. 7:22) Αυτό είναι εκείνο που επιθυμεί ο Διάβολος. (1 Πέτρ. 5:8) Αλλ’ ο Θεός θα στηρίξη τον Χριστιανό ο οποίος προσεύχεται σ’ αυτόν σε καιρό εντάσεως, ενσταλάζοντάς του τη δύναμι της εγκρατείας.
Σε μια περίπτωσι ο Θεός διεφύλαξε τον Δαβίδ από μια μεγάλη καταστροφή με το να επαναφέρη την εγκράτεια στον Δαβίδ. Σ’ εκείνη την περίπτωσι ο Θεός χρησιμοποίησε ένα ανθρώπινο μέσο, μια γυναίκα, για να κάμη έκκλησι στον Δαβίδ ν’ αποφύγη μια καταστρεπτική πορεία. Αυτή η γυναίκα ήταν η Αβιγαία. Ο Δαβίδ και οι άνδρες του, επικηρυγμένοι από τον κακό Βασιλέα Σαούλ, εφύλαγαν τους ποιμένες και τα ποίμνια του Νάβαλ, ενός πλουσίου ανθρώπου, συζύγου της Αβιγαίας. Όταν ο Δαβίδ έστειλε μια αντιπροσωπεία ζητώντας τρόφιμα, ο Νάβαλ μίλησε υβριστικά γι’ αυτούς. Λόγω της ανοήτου, κακής πράξεως του Νάβαλ, ο Δαβίδ εξωργίσθηκε πολύ, και κατευθύνθηκε προς τον οίκο του Νάβαλ για να τους εξολοθρεύση, αλλ’ η Αβιγαία τον συνήντησε και τον παρεκάλεσε ν’ αφήση το ζήτημα στον Ιεχωβά αντί να λάβη την εκδίκησι με τα δικά του χέρια.
Ο Δαβίδ κατάλαβε τη συμφορά στην οποία θα τον έρριχνε ο θυμός του και απήντησε: «Ευλογητός Ιεχωβά ο Θεός του Ισραήλ, όστις σε απέστειλε την ημέραν ταύτην εις συνάντησίν μου· και ευλογημένη η βουλή σου και ευλογημένη συ, ήτις με εφύλαξας την ημέραν ταύτην από του να εμβώ εις αίματα.»—1 Σαμ. 25:2-35, ΜΝΚ.
Σκεφθήτε τη συμφορά που θα επέφερε ο Δαβίδ επάνω του αν ο Θεός δεν τον βοηθούσε να επανακτήση την εγκράτειά του πάνω στη βιασύνη του να εξολοθρεύση τους άνδρες του οίκου του Νάβαλ! Και σ’ αυτούς τους διεφθαρμένους καιρούς η εγκράτεια είναι εξ ίσου σημαντική για τον Χριστιανό. Οι νεαροί που προσπαθούν να ζουν σύμφωνα με τις Χριστιανικές αρχές έρχονται συνεχώς σ’ επαφή μ’ εκείνους για τους οποίους οι κακές συνήθειες είναι ένα ζήτημα ρουτίνας. Αυτοί οι άνθρωποι που δεν έχουν εγκράτεια, ασκούν ισχυρή πίεσι επάνω στους νεαρούς Χριστιανούς για να τους πείσουν να χρησιμοποιήσουν ναρκωτικά ή ν’ αναμιχθούν σε ανηθικότητα, αναταραχές, βανδαλισμούς ή βία. Χωρίς αμφιβολία είτε ο Χριστιανός είναι νέος, είτε ηλικιωμένος, αν χάση την εγκράτεια του, θα οδηγηθή σε μια πράξι που θα μπορούσε να καταστρέψη τη ζωή του και να βλάψη σοβαρά τους άλλους. Σε μια μόνο στιγμή χρόνου θα μπορούσε να δημιουργήση μια κηλίδα στο Χριστιανικό του υπόμνημα και ένα τραύμα στη συνείδησί του.
Όπως και οι άλλοι καρποί του πνεύματος, η εγκράτεια πρέπει ν’ αναπτύσσεται με τη μελέτη του Λόγου του Θεού και την εφαρμογή των εντολών του. Η εγκράτεια διακρατεί την ισορροπία και καλλιεργεί τις άλλες ιδιότητες του Χριστιανού. Μέσω ‘της επιθυμίας της σαρκός και της επιθυμίας των οφθαλμών και της αλαζονείας του βίου’ αυτός ο κόσμος ασκεί ισχυρή έλξι στον «παλαιόν άνθρωπον τον κατά την προτέραν διαγωγήν, τον φθειρόμενον κατά τας απατηλάς επιθυμίας [της παλαιάς προσωπικότητας του].» (1 Ιωάν. 2:16· Εφεσ. 4:22) Γι’ αυτό τον λόγο, οι αληθινοί Χριστιανοί αντιλαμβάνονται πόσο μεγάλη σπουδαιότητα έχει να καλλιεργήσουν την αξιόπιστη ασπίδα της εγκρατείας.