Παράδεισος: Να τον Ζωγραφίζωμε ή να τον Κηρύττωμε;
Αφήγησις υπό Ράντυ Μοράλες
ΜΕΓΑΛΩΣΑ στη νότια ακτή της νήσου Πόρτο Ρίκο, κοντά στην πόλι Κουαγιάμα. Το σπίτι μας στο ύπαιθρο βρισκόταν μεταξύ φυτειών ζαχαροκαλάμου. Ήταν πράγματι μια ωραία τοποθεσία, ένας αληθινός παράδεισος. Αυτό το περιβάλλον, πιστεύω, επηρέασε την επιθυμία μου να γίνω ζωγράφος, να ζωγραφίζω αυτή την ομορφιά πάνω στον μουσαμά.
Έτσι λοιπόν, ένα προχωρημένο απόγευμα του Αυγούστου 1948, ξεκίνησα από το Σαν Χουάν με μεγάλες προσδοκίες. Ήμουν στο δρόμο μου προς την πόλι της Νέας Υόρκης με όνειρα να γίνω καλλιτέχνης. Ήμουν μόνο 18 ετών.
Η ΣΧΟΛΙΚΗ ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΠΑΡΕΧΕΙ ΕΚΠΛΗΞΕΙΣ
Τον Σεπτέμβριο άρχισα μαθήματα στο Ινστιτούτο του Μπρούκλυν, Νέας Υόρκης. Ένα από τα βιβλία μας, με τίτλο Τέχνη δια Μέσου των Αιώνων, ήταν πολύ αποκαλυπτικό, όπως ήσαν και οι εβδομαδιαίες διαλέξεις για την ιστορία της τέχνης. Μάθαμε ότι στην αρχαία Αίγυπτο τεράστια ποσά εδαπανώντο για τη διακόσμησι των ναών και των πυραμίδων, ενώ ο λαός ετηρείτο σε άγνοια, δεισιδαιμονία και φόβο. Το ίδιο εγίνετο και σε άλλα έθνη όπως η Βαβυλών, η Ελλάς και η Ρώμη. Αλλά η μεγάλη έκπληξις ήταν όταν μελετούσαμε τη λεγόμενη Χριστιανική Τέχνη, ιδιαίτερα στη διάρκεια της περιόδου της Αναγεννήσεως.
Ταράχθηκα που έμαθα πώς η Καθολική Εκκλησία απόκτησε τα χρηματικά ποσά για να κτίση όλους αυτούς τους μυθικά διακοσμημένους καθεδρικούς ναούς της Ευρώπης, ιδιαίτερα της Ιταλίας και αυτό που είναι τώρα η Πόλις του Βατικανού. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν από τους διαφόρους πάπες για να αποκτηθή πλούτος, εξετάζοντο ελεύθερα στις αίθουσες διδασκαλίας. Θυμήθηκα από τότε το επόμενο ρητό από τη Νέα Εγκυκλοπαίδεια του Φωνκ & Γουώγκναλλς του έτους 1949 σχετικά με τον Πάπα Αλέξανδρο VI:
«Αυτός απέκτησε πλούτο και έζησε μια ζωή τέρψεων και μετά ακόμη την άνοδό του στην παπωσύνη, την οποία είχε εξασφαλίσει με δωροδοκίες στο έτος 1492. . . . Επέτυχε την αύξησι της περιουσίας των παιδιών του κυρίως από την ληστεία των ευγενών και εκκλησιαστικών και για το σκοπό αυτό έβαλε να δολοφονήσουν ή να δηλητηριάσουν μερικούς απ’ αυτούς.»
Οι τρόποι με τους οποίους οι πάπες άσκησαν την εξουσία τους για να εξασφαλίσουν χρήμα, εργάτες και καλλιτέχνες και να κτίσουν ναούς και ανάκτορα για τους λειτουργούς της εκκλησίας μου άνοιξαν βέβαια τα μάτια. Σχετικά με αυτό, ένα ειδικό τεύχος του περιοδικού Λάιφ, που εκδόθηκε ενόσω εγώ φοιτούσα στο σχολείο, μου έκανε πραγματικά εντύπωσι. Εξέταζε τα έργα του μεγάλου Ιταλού γλύπτου και ζωγράφου Μιχαήλ Άγγελου Μπουοναρρότι από την Φλωρεντία.
Το τεύχος του περιοδικού Λάιφ της 26ης Δεκεμβρίου 1949, έγραφε ότι ο Πάπας Ιούλιος ΙΙ «κυριολεκτικά εξανάγκασε τον Μιχαήλ Άγγελο να ζωγραφίση τις τοιχογραφίες της Σιξτίνας. . . . Ο Μιχαήλ Άγγελος αρνήθηκε δυο φορές να έλθη στη Ρώμη και να εκτελέση τις τοιχογραφίες. Συγκατατέθηκε την τρίτη φορά μόνο κατόπιν επιμονής της Φλωρεντιανής κυβερνήσεως, η οποία φοβόταν ότι ο έξαλλος πάπας θα επετίθετο κατά της Φλωρεντίας με τον παπικό στρατό.»
Εγώ δεν ήμουν ιδιαίτερα θρήσκος. Η μητέρα μου, που ήταν κατ’ όνομα Καθολική, δίδαξε και μένα και τον αδελφό μου να προσευχώμαστε προτού πάμε για ύπνο. Εγώ διατήρησα αυτή τη συνήθεια, προσευχόμενος στην παρθένο Μαρία αλλά απ’ όσα μάθαινα στο σχολείο, η πίστις μου στην Καθολική Εκκλησία αφανιζόταν. Πίστευα εν τούτοις στον Θεό, και αισθανόμουν ότι θα έπρεπε να υπάρχη ένας κατάλληλος τρόπος να τον λατρεύω.
ΑΝΑΖΗΤΗΣΙΣ ΚΑΛΥΤΕΡΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ
Ένας από τους συμμαθητές μου με προσκάλεσε να συνδεθώ με ένα σύλλογο Προτεσταντών μαθητών. Αυτοί προσκαλούσαν μέλη του κλήρου, περιλαμβανομένων και καθολικών ιερέων, Προτεσταντών διακόνων ακόμη δε και ραββίνων, να δίνουν ομιλίες. Εγώ παραβρέθηκα, αλλά απογοητεύθηκα γιατί ποτέ δεν χρησιμοποιούσαν την Αγία Γραφή. Οι κληρικοί εφαίνοντο να παρουσιάζουν απλώς δικές τους φιλοσοφικές ιδέες και γνώμες.
Στις αρχές του έτους 1950 πήγα να επισκεφθώ μια κυρία που ήταν άλλοτε γειτόνισσά μας στη Γκουαϊάμα αλλά τώρα κατοικούσε στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης. Η μητέρα μου με παρεκάλεσε να τη δω διότι ήσαν πολύ καλές φιλενάδες. Όταν πήγα εκεί μου έδωσε αντίτυπα της Σκοπιάς, περιοδικού το οποίο ποτέ άλλοτε δεν είχα δει.
Περίπου δύο μήνες αργότερα, τον Μάρτιο, ένα ανδρόγυνο μέσης ηλικίας ήρθε στην πόρτα μου, εξηγώντας ότι μιλούσαν στους γείτονές τους για την Αγία Γραφή. Τους προσκάλεσα να μπουν μέσα, και για πρώτη φορά στη ζωή μου άκουσα ότι η βασιλεία του Θεού ήταν το θέμα τους. Πρόκειται για μια κυβέρνησι που θα επιφέρη ειρήνη στη γη, θα φροντίση να μεταβάλη τα πάντα σ’ ένα περίλαμπρο παράδεισο. Ήταν η πρώτη φορά που μου δόθηκε η ευκαιρία να χειρισθώ την Αγία Γραφή και να δω ότι πραγματικά λέει γι’ αυτά τα θαυμάσια πράγματα. (Ψαλμ. 37:9-11, 29· Αποκ. 21:3, 4) Το ζεύγος αυτό μου άφησε το βοήθημα Γραφικής μελέτης «Έστω ο Θεός Αληθής,» και από τότε είχαμε τακτικά Γραφικές συζητήσεις.
Τον Ιούνιο επέστρεψα στο Πόρτο Ρίκο για τις θερινές διακοπές μου. Όταν γύρισα στο σχολείο προς το τέλος του θέρους, ξανάρχισα τις Βιβλικές συζητήσεις μου και άρχισα να παρακολουθώ συναθροίσεις εκκλησίας στο κτίριο 124 Κολούμπια Χάιτς, όπου βρίσκονταν τα κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Λίγο αργότερα άρχισα να μετέχω με άλλους στο θαυμάσιο άγγελμα για μια παραδεισιακή γη. Αυτό το έκανα πηγαίνοντας από σπίτι σε σπίτι, μιμούμενος έτσι το παράδειγμα των Χριστιανών του πρώτου αιώνα. (Πράξ. 20:20) Κατόπιν, στις 13 Μαρτίου 1951, βαπτίσθηκα συμβολίζοντας την αφιέρωσί μου στον Ιεχωβά Θεό.
Τελικά βρήκα την αλήθεια που ελευθερώνει τους ανθρώπους. Ο Ιησούς Χριστός είπε: «Θέλετε γνωρίσει την αλήθειαν, και η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει.» (Ιωάν. 8:32) Ναι, μ’ ελευθέρωσε από τη φωτιά της κολάσεως, από το καθαρτήριο και άλλες ψεύτικες δοξασίες που διδάσκονταν εν ονόματι του Θεού. Ελευθερώθηκα από υποταγή σε θρησκευτικούς ηγέτες που τόσο συχνά βλέπομε να αγαπούν τα πλούτη, το χρήμα και την επίγεια εξουσία. Ελευθερώθηκα από την πεποίθησι ότι η ειρήνη του κόσμου εξαρτάται από τους πολιτικούς αρχηγούς για να επιλύσουν τα παγκόσμια προβλήματα. Και ελευθερώθηκα από το φόβο της καταστροφής της γης από τρομερά ατομικά όπλα στα χέρια των ασεβών ανθρώπων.
ΚΑΡΡΙΕΡΑ ΣΑΝ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ Ή ΣΑΝ ΚΗΡΥΚΑΣ;
Το 1952 μελετούσα για να γίνω καλλιτέχνης για τέσσερα σχεδόν χρόνια. Τι θα έκανα; Επιστρέφοντας στο Πόρτο Ρίκο, η επιθυμία μου να μεταδώσω τα όσα είχα μάθει από την Αγία Γραφή ήταν ακόμη πιο ισχυρή από την επιθυμία μου να είμαι καλλιτέχνης. Έτσι, τον Αύγουστο του 1952, άρχισα να υπηρετώ στο ολοχρόνιο έργο του κηρύγματος ως σκαπανεύς. Ως το τέλος του έτους ιδρύσαμε μια μικρή εκκλησία από οκτώ ή εννέα νέους Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Γκουαϊάμα. Σε λίγο η εκκλησία αυξήθηκε σε 18 άτομα.
Κατόπιν, τον Ιούλιο του 1954, ένας άλλος Μάρτυς του Ιεχωβά και εγώ προσκληθήκαμε να γίνωμε ειδικοί σκαπανείς. Ο τόπος διορισμού μας ήταν το Γιώκο, μια πόλις στη νότια ακτή του Πόρτο Ρίκο. Δεν υπήρχαν Μάρτυρες του Ιεχωβά εκεί, αλλά σε λίγο βρήκαμε ενδιαφερόμενα άτομα, μολονότι οι τοπικοί θρησκευτικοί αρχηγοί προειδοποίησαν τους ανθρώπους να μη μας ακούουν. Μολονότι ο σύντροφός μου έφυγε ύστερα από επτά μήνες, εγώ παρέμεινα επί δύο χρόνια, προσπαθώντας να συντηρηθώ κάνοντας κάποιο καλλιτεχνικό έργο. Σήμερα υπάρχουν τρεις ισχυρές εκκλησίες Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Γιώκο.
ΕΙΔΙΚΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Το έτος 1957 προσκλήθηκα στην ιεραποστολική σχολή Γαλαάδ στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης. Οι επιδείξεις αποφοιτήσεως της 31ης σειράς σπουδαστών της Σχολής Γαλαάδ έγιναν στις 27 Ιουλίου 1958, στο Στάδιο Γιάνκη και στη διάρκεια της Διεθνούς Συνελεύσεως των Μαρτύρων του Ιεχωβά το «Θείο Θέλημα.» Ένα καταπληκτικό σύνολο 180.291 θεατών ήσαν παρόντες! Διορίσθηκα στο ιεραποστολικό έργο στην Ονδούρα, και τελικά έφθασα εκεί τον Δεκέμβριο του 1958.
Σε λίγο διορίσθηκα να επισκέπτωμαι εκκλησίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά ως επίσκοπος περιοχής. Η περιοδεία στη χώρα ήταν πραγματικά μια δοκιμασία! Συχνά ταξίδευα με μια βαρονέζα (τοπικό λεωφορείο), άλλες φορές με το τραίνο ή με το καγιούκο (τοπική βάρκα με κουπιά), κατά καιρούς με αεροπλάνο, ακόμη και με μουλάρι ή άλογο για να πάω σε πιο απομακρυσμένες περιοχές.
Ποτέ δεν θα λησμονήσω την πρώτη φορά στη ζωή μου που ταξίδεψα με άλογο· στην πραγματικότητα ήταν ένα μουλάρι. Κάποιος είχε βάλει ένα σπιρούνι στο δεξί παπούτσι, και νομίζω πως θα κλώτσησα το μουλάρι πολύ σκληρά ώστε ώρμησε καλπάζοντας, ενώ εγώ προσπαθούσα να μην πέσω. Τελικά μπόρεσα να το σταματήσω, σώζοντας έτσι τη ζωή μου!
Τον Ιανουάριο, του 1961 νυμφεύθηκα την Τζόνεθ Φίσερ, που ήταν ιεραπόστολος. στην Ονδούρα από το έτος 1952. Στο τέλος εκείνου του έτους γεννήθηκε η πρώτη κόρη μας Ιωαννέτα Ροζ. Μετά απ’ αυτό μείναμε στην Ονδούρα για δύο χρόνια σχεδόν, αλλά λόγω των αυξανομένων οικογενειακών ευθυνών ξαναπήγαμε στην Γκουαϊάμα και αρχίσαμε να συνεργαζώμαστε με την εκκλησία των 20 περίπου διαγγελέων της Βασιλείας.
Ήταν χαρά μας να βλέπωμε την εκκλησία της Γκουαϊάμα να αυξάνη. Μεταξύ εκείνων που μπορέσαμε να βοηθήσωμε ήταν η μητέρα μου. Δέχθηκε τις Βιβλικές αλήθειες που διδάσκαμε, και πολύ χαρήκαμε όταν βαπτίσθηκε. Πέθανε στο έτος 1970, και προσεύχομαι να την ενθυμηθή ο Ιεχωβά στην ανάστασι. Είναι βέβαια μια ελπίδα που μας ενθαρρύνει να συνεχίσωμε την υπηρεσία μας στον στοργικό μας Πατέρα.
Στις 6 Ιουνίου 1976 μου έγινε πρόσκλησις να γίνω μέλος της Επιτροπής του Τμήματος Μαρτύρων του Ιεχωβά, που επισκοπεί τη δράσι των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Πόρτο Ρίκο. Άλλο ένα προνόμιο υπηρεσίας μου ήλθε στο 1978 όταν έλαβα πρόσκλησι να φοιτήσω στη Σχολή Γαλαάδ για μέλη επιτροπών Τμημάτων. Επίσης η σύζυγός μου και εγώ ευλογηθήκαμε με πέντε παιδιά, και είναι μια πραγματική χαρά να τα βλέπωμε να υπηρετούν τον Δημιουργό τους πρόθυμα και να εμπιστεύωνται σ’ αυτόν.
Πέρασαν πολλά, πάρα πολλά χρόνια ως τώρα, αφότου η ζωγραφική υπήρξε η κυρία επιδίωξις της ζωής μου. Σκεφθήτε ότι και τώρα ακόμη είναι κάτι σημαντικό για μένα. Βρίσκω πραγματική ευχαρίστησι σ’ αυτήν, και με βοηθεί να προμηθεύω τα προς το ζην στην οικογένειά μου. Ελπίζω ότι, αν είναι θέλημα του Ιεχωβά, στην παραδεισιακή του γη θα μπορέσω να επιδιώξω πληρέστερα την επιθυμία μου να αναπαραγάγω στον μουσαμά τα θαυμάσια των μεγαλειωδών δημιουργημάτων του.