Το Τουρκικό Ανώτατο Δικαστήριο Αποφυλακίζει τους Μάρτυρες του Ιεχωβά
ΜΕΓΑΛΗ χαρά υπήρχε ανάμεσα στους 23 Μάρτυρες του Ιεχωβά που αποφυλακίστηκαν στις 14 Ιουνίου 1985, αφού έμειναν ένα χρόνο στη φυλακή της Άγκυρας. Το 1984 είχαν καταδικαστεί από το Δικαστήριο Κρατικής Ασφάλειας της Άγκυρας σε ποινές που κυμαίνονταν από τέσσερα ως έξι χρόνια. Το δικαστήριο αυτό τους είχε βρει ένοχους για παράβαση του άρθρου 163 του ποινικού κώδικα, ο οποίος απαγορεύει τη θρησκευτική δράση που έχει σκοπό να ‘αλλάξει την κοινωνική, οικονομική, πολιτική, ή νομική τάξη του κράτους’. Το δικαστήριο απέρριψε τη θρησκευτική τους υπόσταση.—Βλέπε Η Σκοπιά, 1ης Σεπτεμβρίου 1985.
Η απόφαση είχε πάει στο εφετείο, και στις 29 Μαΐου 1985, παραχωρήθηκε ακρόαση μπροστά στο Ανώτατο Δικαστήριο της Τουρκίας. Σ’ αυτή την ακροαματική διαδικασία, έγινε μια αίτηση για ακύρωση της απόφασης με βάση το ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αποτελούν πραγματικά θρησκευτική ομάδα και ότι δεν υπάρχει απόδειξη για την κατηγορία του εγκλήματος.
Ο συνήγορος υπεράσπισης τόνισε ότι σε όλες τις προηγούμενες δικαστικές περιπτώσεις της χώρας οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν απαλλαχθεί απ’ αυτή την ίδια κατηγορία, και ότι όλοι οι ειδικοί στο νόμο που είχαν εξετάσει τη δράση των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη διάρκεια των 20 και πλέον τελευταίων χρόνων δεν είχαν διαπιστώσει καμιά παράβαση του νόμου. Οι δικηγόροι επίσης έδειξαν ότι η απόφαση βασιζόταν πάνω σε προκατειλημμένες και ψεύτικες πληροφορίες.
Το Δικαστήριο Αποφασίζει
Στις 19 Ιουνίου 1985, το Ανώτατο Δικαστήριο έβγαλε την ομόφωνη απόφασή του. Ακύρωσε την απόφαση του Δικαστηρίου Κρατικής Ασφάλειας και διέταξε την άμεση αποφυλάκιση των 23 Μαρτύρων. Το Δικαστήριο τόνισε ότι κάτω από το σύνταγμα της Τουρκίας όλες οι θρησκείες έχουν το ίδιο δικαίωμα να ασκούν τη λατρεία τους και να εξαπλώνουν τα πιστεύω τους, με τον όρο ότι δεν παρεμβαίνουν στις υποθέσεις του Κράτους.
Το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε ότι οι κατηγορούμενοι είχαν καταδικαστεί «απλώς και μόνο επειδή ήταν . . . Μάρτυρες του Ιεχωβά». Και ότι η απόφαση είχε βασιστεί στις αναφορές δυο θρησκευτικά προκατειλημμένων «ειδικών». Αυτοί είχαν αναφέρει ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν «απαράδεκτοι από την άποψη της θρησκευτικής ενότητας και λατρείας». Αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο έδειξε πως αυτό δεν ήταν με κανένα τρόπο απόδειξη ότι οι πράξεις των Μαρτύρων παραβίαζαν το άρθρο 163.
Το Δικαστήριο συμπέρανε ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν είχαν ξεπεράσει τα όρια της θρησκευτικής ελευθερίας που τους εγγυάται το σύνταγμα. Το Δικαστήριο έδειξε ότι επομένως «δεν είχε λάβει χώρα καμιά παράβαση ή κακή χρήση της ελευθερίας για κακούς σκοπούς».
Η απόφαση αυτή εναρμονίζεται με τα γεγονότα. Εναρμονίζεται επίσης και με την απόφαση του Εφετείου του 1980. Το δικαστήριο εκείνο είχε δηλώσει σαφώς ότι η δράση των Μαρτύρων του Ιεχωβά δεν είναι υπονομευτική και δεν αποτελεί κίνδυνο για τη χώρα. Έλεγε επίσης: «Αν κάποια μέρα συμβούν αυτά που πιστεύουν οι κατηγορούμενοι και εγκαθιδρυθεί η κυβέρνηση του Θεού σ’ όλο τον κόσμο, η τιμωρία των κατηγορουμένων γι’ αυτήν ακριβώς την πεποίθηση δεν θα εμποδίσει να συμβούν τα γεγονότα. Αλλά αν η προσδοκία τους είναι απλώς μια φανταστική ιδέα και κούφια πεποίθηση, η πεποίθησή τους με κανέναν τρόπο δεν θα προκαλέσει βλάβη στη λαϊκή τάξη του Κράτους μας».
Έτσι αποδείχτηκαν ψεύτικες όλες οι κατηγορίες, καθώς επίσης και οι πληροφορίες που δόθηκαν από τους δυο θρησκευτικά προκατειλημμένους «ειδικούς». Και πάλι αποδείχτηκε η μη πολιτική και καθαρά θρησκευτική φύση του έργου των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Επιθυμία για Πλήρη Αθώωση
Μολονότι η απόφαση ακυρώθηκε, η υπόθεση παραπέμφθηκε στο Δικαστήριο Κρατικής Ασφάλειας για επανεξέταση. Ελπίζεται ότι αυτή τη φορά το Δικαστήριο θα κρίνει σύμφωνα με τα γεγονότα και θα απαλλάξει τελείως τους κατηγορούμενους από τις κατηγορίες.
Τα άτομα σε όλο τον κόσμο που αγαπούν την ελευθερία θα συνεχίσουν να παρακολουθούν την έκβαση αυτού του ζητήματος. Θέλουν να δουν αν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά θα απολαύσουν πλήρη ελευθερία λατρείας. Αν αποδειχθεί αυτό, τότε μπορεί σωστά να λεχθεί ότι η Τουρκία προσπαθεί να ζήσει σύμφωνα με τον ισχυρισμό της ότι είναι δημοκρατική χώρα.