‘Η Μερίδα μου Έπεσε σε Τόπους Τερπνούς’
Όπως το αφηγήθηκε ο Ντ. Χ. Μακλίν
ΟΙ ώρες έρχονταν και περνούσαν και εγώ συνέχιζα να είμαι καθισμένος, δίπλα σ’ έναν άντρα της Βασιλικής Έφιππης Αστυνομίας του Καναδά. Ήμουνα κρατούμενός του. Κατευθυνόμασταν για το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Τσοκ Ρίβερ, στο Οντάριο του Καναδά και το ταξίδι των 2.400 χλμ. που κάναμε με το τρένο, μου φαινόταν ατέλειωτο.
Ήταν το έτος 1944, και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος βρισκόταν στο αποκορύφωμά του. Αλλά πώς βρέθηκα εγώ εδώ, να κατευθύνομαι στις φυλακές; Αυτό οφειλόταν κατά μεγάλο μέρος σε όσα μου είχε διδάξει ο πατέρας μου από την παιδική μου ηλικία. Συνήθιζε να τελειώνει κάθε σοβαρή συζήτηση που έκανε μαζί μου, εφαρμόζοντας στη δική του ζωή τα λόγια του ψαλμωδού: ‘Η μερίδα μου έπεσε σε τόπους τερπνούς’. Ύστερα ενθάρρυνε εμένα να αγωνίζομαι για να αποκτήσω την ίδια εμπειρία.—Ψαλμός 16:6.
Πνευματική Ανατροφή
Τα πράγματα που είχε δει ο πατέρας τα τέσσερα χρόνια που υπηρετούσε ως λοχίας, στη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, και ιδιαίτερα αυτά που είδε όσον αφορά την υποκριτική διαγωγή των κληρικών, τον είχαν απογοητεύσει. Έτσι, όταν το 1920 ένας ενθουσιώδης Σπουδαστής της Γραφής του εξήγησε τη λύση που θα δώσει ο Θεός στα παγκόσμια προβλήματα, οι αλήθειες της Αγίας Γραφής άγγιξαν μια ευαίσθητη χορδή της καρδιάς του πατέρα μου. Και η μητέρα μου έδειξε επίσης ενδιαφέρον και έγινε αφοσιωμένη δούλη του Ιεχωβά. Κατά συνέπεια, η αδελφή μου η Κέι κι εγώ είχαμε το πλεονέκτημα να πάρουμε πνευματική ανατροφή.
Με τον καιρό, ο πατέρας πούλησε την επιχείρησή του και μαζί με τη μητέρα άρχισαν να ταξιδεύουν από πόλη σε πόλη κάνοντας το ολοχρόνιο έργο κηρύγματος. Έτσι το σχολικό έτος 1928, όταν εγώ ήμουν έξι χρονών και η Κέι οχτώ, γραφτήκαμε σε οχτώ διαφορετικά σχολεία! Για τους επόμενους 18 μήνες λοιπόν συνεχίσαμε να ζούμε τριγυρνώντας σε διάφορα μέρη. Αλλά καθώς γινόταν όλο και πιο δύσκολο για τους γονείς μου να δώσουν την κατάλληλη προσοχή στην εκπαίδευσή μας, αγόρασαν ένα πρατήριο βενζίνης και γκαράζ στο οποίο ήταν προσαρτημένο κι ένα μικρό ζαχαροπλαστείο. Παρ’ όλα αυτά, εκείνοι οι 18 μήνες σκαπανικού, άφησαν αλησμόνητες εντυπώσεις στην αδελφή μου και σ’ εμένα.
Το σπίτι μας κοντά στο Χάλιφαξ, στη Νέα Σκωτία, ήταν πάντοτε ανοιχτό για τους σκαπανείς και τους περιοδεύοντες επισκόπους. Ο πατέρας ήταν γενναιόδωρος και βοηθούσε εκείνους των οποίων τα αυτοκίνητα χρειάζονταν επισκευή ή ανταλλακτικά, ενώ η μητέρα φρόντιζε για όσα χρειάζονταν οι πολλοί επισκέπτες μας στο σπίτι. Έχω ακόμη ζωντανές αναμνήσεις από τις εμπειρίες που έλεγαν εκείνοι οι ολοχρόνιοι εργάτες· εμπειρίες που ήταν πολύ ενισχυτικές για την πίστη. Θυμάμαι επίσης ότι τον καιρό που ήμουν 18 χρονών, ένας από τους περιοδεύοντες επισκόπους με προσκάλεσε να τον συνοδεύσω για τρεις εβδομάδες καθώς θα επισκεπτόταν κοντινές εκκλησίες. Αυτό το αναπάντεχο προνόμιο έχει παραμείνει χαραγμένο βαθιά στο μυαλό μου.
Αναταραχή στη Διάρκεια της Απαγόρευσης
Το 1940, όταν ήμουν μόλις 17 χρονών, οι αρχές του Καναδά ανακήρυξαν παράνομη την «Οργάνωση των Μαρτύρων του Ιεχωβά» και το ευαγγελιστικό έργο των Μαρτύρων απαγορεύτηκε. Το περιοδικό Η Σκοπιά τυπωνόταν κρυφά στο σπίτι μας και από εκεί διαμοιραζόταν σε όλη την επαρχία της Νέας Σκωτίας. Θυμάμαι την αγωνία που επικρατούσε, όταν έφτανε ένας αγγελιοφόρος τα μεσάνυχτα και έφερνε τις μεμβράνες του πολύγραφου καθώς και προμήθειες χαρτιού και μελάνης.
Στη διάρκεια του πρώτου καιρού της απαγόρευσης, συμμετείχαμε ως οικογένεια στην πανεθνική μεσονύκτια διανομή ενός ειδικού βιβλιαρίου που είχε τίτλο End of Nazism (Το Τέλος του Ναζισμού). Όμως, πρέπει να παραδεχτώ ότι η καρδιά μου έτρεμε καθώς βγήκα από το αυτοκίνητο, μέσα στο σκοτάδι εκείνης της παγωμένης νύχτας. Ο πατέρας έδωσε στα γρήγορα σαφείς οδηγίες. Κατόπιν χωριστήκαμε και ο καθένας τράβηξε διαφορετικό δρόμο.
Μπορείτε να φανταστείτε την ανησυχία μας όταν η Κέι δεν επέστρεψε στο αυτοκίνητο την ώρα που είχαμε συμφωνήσει. Αφού περιμέναμε παραπάνω από μια ώρα, δεν μας έμενε τίποτε άλλο να κάνουμε παρά να γυρίσουμε σπίτι. Αισθανθήκαμε μεγάλη ανακούφιση όταν τη βρήκαμε εκεί, να μας περιμένει γεμάτη αγωνία. Την είχε πάρει η αστυνομία με το περιπολικό, αλλά όχι επειδή μοίραζε παράνομα έντυπα. Κάποιος αστυνομικός την είχε εντοπίσει και αναρωτήθηκε γιατί ένα όμορφο έφηβο κορίτσι να περπατούσε μόνο του στους δρόμους του Χάλιφαξ νωρίς-νωρίς αυτό το ψυχρό χειμωνιάτικο πρωινό. Έτσι, όταν της πρότεινε να την πάει με το αυτοκίνητο στο σπίτι, η Κέι δέχτηκε—άλλωστε είχε μοιράσει όλα τα βιβλιάριά της. Η εκστρατεία σημείωσε μεγάλη επιτυχία και δόθηκε μεγάλη δημοσιότητα απ’ άκρη σ’ άκρη του Καναδά.
Πώς Κατέληξα να Είμαι Φυλακισμένος
Αφού τελείωσα το γυμνάσιο το 1941, εργάστηκα σχεδόν δύο χρόνια σε κοσμική εργασία. Τότε παρακολούθησα μια συνέλευση περιφερείας στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου συνάντησα τον Μίλτον Μπάρτλετ, έναν ζηλωτή σκαπανέα που ήταν συνομήλικός μου. Ο ενθουσιασμός του για την αλήθεια και η ολοφάνερη χαρά που έβρισκε κάνοντας το σκαπανικό, συντέλεσαν σε μεγάλο βαθμό στην απόφασή μου να εγκαταλείψω την κοσμική εργασία μου και να αρχίσω την ολοχρόνια διακονία το Μάρτιο του 1943.
Εφόσον ίσχυε ακόμη η απαγόρευση, το να κηρύττουμε την Αγία Γραφή από σπίτι σε σπίτι ήταν στην ουσία σαν να παίζαμε τη γάτα με το ποντίκι, με την αστυνομία. Στον καινούριο μου διορισμό στη Σάρλοταουν, στο Νησί του Πρίγκιπα Εδουάρδου, ήμουν τόσο ανυπόμονος να βγω στη διακονία για να δω την αντίδραση του κόσμου, ώστε ξέχασα να σημειώσω τη διεύθυνση του σπιτιού που έμενα.
Είχα επισκεφτεί μόνο μερικά σπίτια όταν με σταμάτησε η αστυνομία, έψαξε την τσάντα μου και με συνέλαβε. Εφόσον δεν μπορούσα να δώσω μια διεύθυνση, κατέληξα στη φυλακή και εκεί με κράτησαν στην απομόνωση για τέσσερις μέρες. Ευτυχώς, η κόρη ενός Μάρτυρα της εκκλησίας είχε ακούσει κατά τύχη τον αρχηγό της αστυνομίας να μιλάει για έναν νεαρό Μάρτυρα που κρατούσαν, και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να με βγάλουν οι αδελφοί με εγγύηση.
Η δίκη μου αναβλήθηκε για μερικούς μήνες κι έτσι συνέχισα την από πόρτα σε πόρτα διακονία. Τότε μου δόθηκε ένας άλλος διορισμός, στο Γκλέις Μπέι της Νέας Σκωτίας. Λίγους μήνες αργότερα πήρα μια κλήση να εμφανιστώ στο δικαστήριο στη Σάρλοταουν. Προετοιμάστηκα με επιμέλεια για τη δίκη μου, ελπίζοντας να παρουσιάσω ισχυρές αποδείξεις υπέρ της διακονίας μου.
Ο δικαστής ικανοποιήθηκε για το γεγονός ότι είχα όλα τα προσόντα για να είμαι θρησκευτικός διάκονος. Ωστόσο πρόσθεσε ότι αποτελούσε συνήθεια να στέλνουν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, σε αρμονία με τις διατάξεις περί στρατολογίας. Αυτός είναι ο λόγος που βρέθηκα πάνω σε εκείνο το τρένο και κατευθυνόμουνα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Τσοκ Ρίβερ, στο Οντάριο. Στη διάρκεια των δύο επόμενων χρόνων στάλθηκα σε τρία διαφορετικά στρατόπεδα.
Ελευθερία—Αλλά Περισσότερες Μάχες
Απελευθερώθηκα το 1946 και ξανάρχισα το σκαπανικό στο Γκλέις Μπέι. Καθώς η απαγόρευση κάτω από την οποία βρίσκονταν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είχε λήξει, ήμασταν και πάλι ελεύθεροι να κάνουμε το έργο μας στον Καναδά έχοντας νομική προστασία. Η μόνη εξαίρεση ήταν η γαλλόφωνη Καθολική επαρχία του Κεμπέκ όπου ο θρησκευτικός διωγμός ήταν μεγάλος. Έτσι άρχισε λοιπόν αυτό που τελικά ονομάστηκε η Μάχη του Κεμπέκ.
Την Κυριακή, 3 Νοεμβρίου 1946, διευθετήθηκε μια ειδική συνάντηση στο Μόντρεαλ στην οποία παραβρέθηκε ο πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά καθώς και άλλοι από τα κεντρικά γραφεία του Μπρούκλιν. Δόθηκε στην κυκλοφορία το φυλλάδιο με τον καυστικό τίτλο Το Φλογερό Μίσος του Κεμπέκ για τον Θεό για τον Χριστό και για την Ελευθερία Αποτελεί Ντροπή για Ολόκληρο τον Καναδά και καθορίστηκαν οι γενικές γραμμές ενός προγράμματος διανομής του φυλλαδίου σε ολόκληρο το έθνος. Στους σκαπανείς έγινε η πρόταση να υποβάλουν αιτήσεις για την επόμενη τάξη της Γαλαάδ, ώστε να λάβουν εκπαίδευση η οποία θα τους εξάρτιζε για να συνεχίσουν αυτή την ειδική εκστρατεία στο Κεμπέκ. Υπέβαλα και εγώ την αίτησή μου και μέσα σε μερικούς μήνες έλαβα μια πρόσκληση για την ένατη τάξη της Γαλαάδ.
Ζωή σε μια Νέα Χώρα
Επειδή ήμουν προετοιμασμένος για το Κεμπέκ, έπεσα από τα σύννεφα, όταν μετά την αποφοίτηση διορίστηκα ως επίσκοπος περιοχής στο Οντάριο του Καναδά, όπου θα επισκεπτόμουνα τις αγγλόφωνες εκκλησίες. Κι όμως αυτό δεν ήταν τίποτα μπροστά στο σοκ που ένιωσα έξι μήνες αργότερα, όταν πήρα γράμμα από την Εταιρία μ’ ένα διορισμό για την Αυστραλία.
Ο πρώτος μου διορισμός σ’ εκείνη τη νέα χώρα ήταν να υπηρετώ μια περιοχή η οποία κάλυπτε ολόκληρη την πολιτεία της Δυτικής Αυστραλίας, μια απέραντη περιοχή 2.528.000 τετρ. χιλιομέτρων! Κάποια άλλη από τις πρώτες περιοχές που υπηρέτησα στην κεντρική περιοχή της Αυστραλίας, περιλάμβανε έναν απόμερο οικισμό που ονομαζόταν Γουίλιαμ Κρικ. Ο μόνος Μάρτυρας που υπήρχε εκεί, διατηρούσε ένα απομονωμένο μαγαζί τροφίμων που βρισκόταν στο σιδηροδρομικό σταθμό. Κάποια μέρα έμεινα κατάπληκτος όταν είδα ένα καραβάνι από καμήλες στις οποίες κάθονταν Αυστραλοί ιθαγενείς, να έρχεται αργά προς το μαγαζί. Είχαν έρθει για να αγοράσουν εφόδια. Η συζήτηση έγινε περίπου ως εξής:
Πελάτης: Θέλω μπότες.
Καταστηματάρχης: Μεγάλες ή μικρές;
Πελάτης: Μεγάλες.
Μ’ αυτά τα λόγια ολοκληρώθηκε η αγοραπωλησία και ο πελάτης βγήκε με βαριά βήματα από το μαγαζί για να φορτώσει τις νέες του μπότες πάνω στην καμήλα. Κατόπιν μπήκε ένας άλλος πελάτης.
Πελάτης: Θέλω φόρεμα για τη λούμπρα (Λέξη των ιθαγενών που σημαίνει σύζυγος).
Καταστηματάρχης: Παχιά ή αδύνατη;
Πελάτης: Αδύνατη.
Ο καταστηματάρχης του έδειξε το φόρεμα και ο πελάτης το πλήρωσε και το έχωσε σε μια τσάντα για να το φορτώσει στην καμήλα που στεκόταν έξω.
Με τη Σύντροφο της Ζωής μου
Τρία χρόνια αφότου είχα φτάσει στην Αυστραλία, παντρεύτηκα μια όμορφη κοπέλα από το Μπρίσμπεϊν, τη Τζιουν Ντόμπσον. Μετά το γάμο μας, κάναμε σκαπανικό για ένα χρόνο και κατόπιν μας κάλεσαν πάλι στο έργο του περιοδεύοντα επισκόπου, πρώτα στο έργο περιοχής και κατόπιν στο έργο περιφερείας.
Όταν ήμουν ανύπαντρος υπηρετούσα πολλές περιοχές που βρίσκονταν στην ενδοχώρα, με τη μοτοσικλέτα. Τώρα όμως, η γυναίκα μου και εγώ ταξιδεύαμε με αυτοκίνητο. Ο δρόμος που διέσχιζε την τραχιά Πεδιάδα Νούλαρμπορ, όπου οι θερμοκρασίες ξεπερνούν συνήθως τους 46 βαθμούς Κελσίου, δεν ήταν ασφαλτοστρωμένος για 1.200 χιλιόμετρα περίπου και είχε όλο ψιλή σκόνη. Καθώς περνούσαμε, αυτή η σκόνη σηκωνόταν, κάνοντας το αυτοκίνητό μας να μοιάζει με βενζινάκατο που σχίζει τα νερά. Σφραγίζαμε προσεκτικά όλες τις πόρτες και τα παράθυρα με αυτοκόλλητη ταινία για να μην μπει μέσα αυτή η ύπουλη λεπτή σκόνη. Αυτό αύξανε ανυπόφορα τη θερμοκρασία μέσα στο αυτοκίνητο, αλλά τουλάχιστον μας γλίτωνε από το να γεμίσουμε με λίγδα και σκόνη.
Στη διάρκεια των χρόνων που ήμασταν στο έργο περιφερείας, διασχίσαμε την αυστραλιακή ήπειρο ξανά και ξανά, καθώς επισκεπτόμασταν αναρίθμητες κωμοπόλεις και πόλεις, και υπηρετούσαμε σε συνελεύσεις περιοχής που γίνονταν σε κάθε πιθανή τοποθεσία. Όταν αρχίσαμε το έργο περιφερείας το 1953, υπήρχε μόνο μια περιφέρεια στην Αυστραλία. Τώρα υπάρχουν πέντε.
Το 1960 μας ήρθε μια απροσδόκητη πρόσκληση—να υπηρετήσουμε στο Μπέθελ του Σίδνεϊ, που βρισκόταν στο Στράτφιλντ. Η αντίθεση με το έργο του περιοδεύοντα επισκόπου ήταν μεγάλη, αλλά τελικά συνήθισα να δουλεύω σε γραφείο. Σύντομα όμως μας περίμενε ακόμη μια έκπληξη. Αφού υπηρετήσαμε στο Μπέθελ για 18 μήνες, η Τζιουν και εγώ λάβαμε μια πρόσκληση να παρακολουθήσουμε το νέο 10μηνο κύκλο μαθημάτων της Σχολής Γαλαάδ.
Αντίθετα με την προηγούμενη εκπαίδευσή μου στη Γαλαάδ, η οποία είχε γίνει στο Σάουθ Λάνσινγκ της Νέας Υόρκης, αυτή τη φορά βρισκόμασταν στο Μπρούκλιν, στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Όταν αποφοιτήσαμε, διοριστήκαμε πάλι στην Αυστραλία και για άλλη μια φορά στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου. Υπηρετήσαμε με αυτή την ιδιότητα μέχρι το 1981, οπότε προσκληθήκαμε πάλι στο Μπέθελ του Σίδνεϊ. Εκεί μπορέσαμε να συμμετάσχουμε στο τεράστιο έργο μεταφοράς ολόκληρου του γραφείου τμήματος, του εργοστασίου και της οικογένειας Μπέθελ από το Στράτφιλντ στις νεόχτιστες εγκαταστάσεις του Ίγκλμπουρν, περίπου 48 χλμ. από το κέντρο του Σίδνεϊ.
«Σε Τόπους Τερπνούς»
Η εργασία μου εδώ, στο τμήμα υπηρεσίας, είναι μια καθημερινή απόλαυση. Το γεγονός ότι γνωρίζω προσωπικά τόσους πολλούς αδελφούς και αδελφές απ’ όλη την ήπειρο, εξαιτίας των τόσων χρόνων που ήμουνα στο έργο περιφερείας, με κάνει να έχω το αίσθημα ότι είμαι εκεί, μαζί με τους επισκόπους περιοχής, καθώς οι εκθέσεις τους φτάνουν κάθε εβδομάδα. Οι εκθέσεις των επισκόπων περιφερείας με μεταφέρουν στα ακροατήρια και στις Αίθουσες Συνελεύσεων με όλη εκείνη την ατμόσφαιρα μιας συνέλευσης περιοχής. Εδώ, με την οικογένεια Μπέθελ που ξεπερνάει τα 110 άτομα, σ’ αυτή την ημιαγροτική περιοχή που είναι απαλλαγμένη από το θόρυβο και τη μόλυνση της πόλης, η γυναίκα μου και εγώ αισθανόμαστε ότι η ζωή στο Μπέθελ είναι ο ύψιστος ‘τερπνός τόπος’.
Κάποια μέρα προς το τέλος του φθινοπώρου, το Μάιο του 1984, ο συντονιστής της Επιτροπής του Τμήματος, ο Χ. Β. Μούριτς, μου είπε με ήσυχο τόνο ότι είχα λάβει ένα διορισμό από το Κυβερνών Σώμα να υπηρετώ ως μέλος της Επιτροπής Τμήματος της Αυστραλίας. Τα αισθήματά μου εκείνο το απόγευμα ήταν τα ίδια μ’ εκείνα που είχα νιώσει το 1947 όταν διάβασα το γράμμα που με διόριζε να υπηρετήσω σ’ αυτή τη θαυμάσια χώρα που βρίσκεται στην άλλη άκρη του κόσμου.
Κάνοντας μια ανασκόπηση των 65 χρόνων που είμαι στην οργάνωση του Ιεχωβά, αισθάνομαι ότι τα λόγια του εδαφίου Ψαλμός 16:6 είχαν προσωπική εκπλήρωση σ’ εμένα. Πράγματι, ‘η μερίδα’ έπεσε για μένα σε πολύ «τερπνούς τόπους». Αν χρειαζόταν να προγραμματίσω απ’ την αρχή τη ζωή μου, θα διάλεγα χωρίς δισταγμό ακριβώς την ίδια πορεία που έχω ακολουθήσει. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιο ευχάριστο αποτέλεσμα—καμιά πιο ανταμειφτική εμπειρία.