Τεκμήρια της Δόξας του Σολομώντα
ΣΥΜΦΩΝΑ με τη Βιβλική χρονολογία, ο Βασιλιάς Σολομών κυβέρνησε τον Ισραήλ από το 1037 Π.Κ.Χ. μέχρι το 998 Π.Κ.Χ. Είναι ενδιαφέρον ότι το βιβλίο Η Αρχαιολογία της Χώρας του Ισραήλ (The Archaeology of the Land of Israel), του καθηγητή Γιοχάναν Αχαρόνι, αποκαλύπτει πώς ο ισραηλιτικός πολιτισμός σημείωσε ριζική πρόοδο «γύρω στο 1000 Π.Κ.Χ.»
Ένα παράδειγμα που αναφέρει ο Αχαρόνι είναι οι αποδείξεις ότι τα τείχη των πόλεων ήταν συμπαγή, χτισμένα με ογκόλιθους «που είχαν κοπεί έτσι ώστε να σχηματίζουν στενόμακρους τετράγωνους οικοδομικούς λίθους, που εφάρμοζαν τέλεια». Σε αντίθεση μ’ αυτό, στις γειτονικές χώρες του Ισραήλ, τμήματα των τειχών των πόλεων «κατασκευάζονταν από πλίνθους και ξύλα».
Εκτός αυτού, πόλεις που ανοικοδομήθηκαν την εποχή περίπου του Σολομώντα παρέχουν αποδείξεις προσεγμένης πολεοδομίας, με συμμετρικές σειρές σπιτιών, καθώς και προσεκτικά ρυμοτομημένους δρόμους. Ο Αχαρόνι έκανε αξιολόγηση των ερειπίων «τεσσάρων κωμοπόλεων του Ιούδα, οι οποίες οικοδομήθηκαν με βάση το ίδιο σχέδιο . . . πρόκειται για τη Βηρ-σαβεέ, το Τελ Μπέιτ Μιρσίμ, το Μπετ Σήμες και τη Μισπά». Τι μεγάλη διαφορά ανάμεσα σ’ αυτές τις κωμοπόλεις και σ’ ένα άλλο μεγάλο κέντρο πολιτισμού—την αρχαία πόλη Ουρ της Μεσοποταμίας! Σχετικά μ’ αυτή, ο Σερ Λέναρντ Γούλεϊ έγραψε: «Δεν είχε καταβληθεί καμιά προσπάθεια στον τομέα της ρυμοτομίας . . . Δρόμοι, χωρίς καμιά οδόστρωση, πολλοί από τους οποίους ήταν αδιέξοδοι, . . . σχημάτιζαν ένα λαβύρινθο στον οποίον εύκολα χανόταν κανείς».
Ο Αχαρόνι σχολιάζει επίσης τη βελτίωση που σημειώθηκε στα οικιακά σκεύη την εποχή περίπου του Σολομώντα. «Οι αλλαγές στον υλικό πολιτισμό . . . διακρίνονται όχι μόνο από τα είδη πολυτελείας, αλλά ιδιαίτερα από τα είδη κεραμικής . . . Η ποιότητα των ειδών αγγειοπλαστικής και το ψήσιμό τους είχαν βελτιωθεί σε αφάνταστο βαθμό . . . Μια μεγάλη ποικιλία από διάφορα είδη αγγείων εμφανίστηκε ξαφνικά».
Το πιο ένδοξο χαρακτηριστικό της βασιλείας του Σολομώντα ήταν ο μεγαλοπρεπής ναός, το παλάτι και τα διοικητικά μέγαρα στην Ιερουσαλήμ. Τεράστιες ποσότητες χρυσού χρησιμοποιήθηκαν για τη διακόσμηση αυτών των κτιρίων. (1 Βασιλέων 7:47-51· 10:14-22) Πέντε χρόνια μετά το θάνατο του Σολομώντα, ο Φαραώ Σισάκ της Αιγύπτου ήρθε και απογύμνωσε την Ιερουσαλήμ από τους θησαυρούς της.—1 Βασιλέων 14:25, 26.
Τόσο στην Αίγυπτο όσο και στην Παλαιστίνη, διάφορες αρχαιολογικές επιγραφές επιβεβαιώνουν πως ο Σισάκ κατέκτησε πράγματι τον Ισραήλ. Πολλοί ιστορικοί, μάλιστα, αναγνωρίζουν ότι η λαφυραγώγηση της Ιερουσαλήμ από τον Σισάκ ανανέωσε την εξασθενημένη αιγυπτιακή οικονομία και έδωσε στον Σισάκ τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει την τεράστια επέκταση ενός αιγυπτιακού ναού πάνω στον οποίο ανέγραψε την κατάκτησή του, όπως βλέπετε σ’ αυτή τη σελίδα. Ο Σισάκ πέθανε λίγο αργότερα και μια άλλη επιγραφή αναφέρει πως ο γιος του συνεισέφερε 200 τόνους χρυσό και ασήμι στους ναούς της Αιγύπτου. Η επιγραφή δεν αποκαλύπτει την πηγή αυτού του πλούτου, αλλά ο αρχαιολόγος Άλαν Μίλαρντ, στο βιβλίο του Θησαυροί Από Τους Βιβλικούς Χρόνους (Treasures From Bible Times), ισχυρίζεται πως «ένα μεγάλο μέρος αυτού του χρυσού προερχόταν από εκείνο που είχε αρπάξει ο Σισάκ από το Ναό του Σολομώντα και από το παλάτι στην Ιερουσαλήμ».
Δεν είναι να απορεί κανείς για το ότι ακόμη και μια αθεϊστική πηγή αναγνωρίζει ότι η ένδοξη βασιλεία του Σολομώντα υπήρξε πραγματικά! Η Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια (Bol’shaia Sovetskaia Entsiklopediia) αναφέρεται σ’ αυτόν κάτω από το λήμμα «Σολομών», ως τον «βασιλιά του Ισραηλινο-ιουδαϊκού βασιλείου», προσθέτοντας ότι κυβέρνησε τότε που «το βασίλειο βρισκόταν στο ζενίθ του».