-
Δίλημμα για τους ΓιατρούςΞύπνα!—1971 | 22 Αυγούστου
-
-
Δίλημμα για τους Γιατρούς
ΤΑ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ και οι γιατροί στο Ιλλινόις κατεπλάγησαν με μια απόφασι του ανωτάτου δικαστηρίου που εξεδόθη προς το τέλος του 1970. Η κατάπληξις είχε απήχησι στα μέλη του ιατρικού επαγγέλματος σ’ όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ποια ήταν η απόφασις που προκάλεσε αυτή την κατάπληξι; Το Ανώτατο Δικαστήριο του Ιλλινόις απεφάνθη ότι τα νοσοκομεία είναι υποχρεωμένα ν’ αποζημιώσουν έναν ασθενή αν προσβληθή από ηπατίτιδα λόγω μεταγγίσεως αίματος.
Η απόφασις συνεκλόνισε πολλούς γιατρούς. Δεν θα έπρεπε όμως στ’ αλήθεια να τους φανή τόσο απροσδόκητο. Γιατί όχι; Διότι από χρόνια ολόκληρα βουνά αποδείξεων συσσωρεύθησαν που αποδεικνύουν ότι η μετάγγισις αίματος μπορεί να βλάψη, ακόμη και να φονεύση.
Οι γιατροί που συμβαδίζουν με τις τελευταίες εξελίξεις στον τομέα της ιατρικής γνωρίζουν ότι αυτό είναι αληθινό, όπως είπε ο Γουίνφιλντ Μίλλερ, συνδιευθυντής του περιοδικού Μέντικαλ Ηκονόμικς: «Κανένα βιολογικό προϊόν δεν έχει μεγαλύτερη πιθανότητα θανατηφόρων σφαλμάτων στην ιατρική από το αίμα. Πολλοί γιατροί έμαθαν προς λύπην των ότι κάθε φιάλη στις τράπεζες αίματος είναι μια πιθανή φιάλη νιτρογλυκερίνης.»
Ιατρικές αυθεντίες παραδέχονται ότι κάθε χρόνο, στις Ηνωμένες Πολιτείες μόνο, συμβαίνουν περίπου 3.000 θάνατοι από ηπατίτιδα που προκαλείται από μεταγγίσεις αίματος. Επίσης υπολογίζεται ότι προκαλούνται 30.000 σοβαρές περιπτώσεις ηπατίτιδος και πολλαπλάσιος αριθμός ελαφροτέρας μορφής. Επιπρόσθετοι θάνατοι και ασθένειες προκύπτουν από άλλες επιπλοκές των μεταγγίσεων αίματος.
Εξ αιτίας τόσων θανάτων και ασθενειών ηγέρθησαν πολλές δικαστικές αγωγές εναντίον γιατρών και νοσοκομείων τα τελευταία χρόνια. Ο Δρ. Λέστερ Άνγκερ, γνωστός αιματολόγος σ’ όλο το έθνος, είπε: «Οι αγωγές που εγείρονται τώρα λόγω μεταγγίσεων αίματος είναι περισσότερες από οποιονδήποτε άλλο καιρό στη ζωή μου.»
Μια πάρα πολύ σημαντική αγωγή ήταν αυτή που έφεραν στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ιλλινόις. Ήταν η περίπτωσις μιας Κας Φράνσις Κάννιγκαμ. Είχε μπη στο νοσοκομείο Μακ Νηλ Μεμόριαλ στο Μπέργουιν, Ιλλινόις, το 1960, για θεραπεία από αναιμία. Ως μέρος της θεραπείας της τής εδόθησαν αρκετά «πάιντς» αίματος. Το αίμα όμως ήταν μολυσμένο και προσεβλήθη από σοβαρή μορφή οροηπατίτιδος. Ενήγαγε το νοσοκομείο για αποζημίωσι $50.000.
Το κατώτερο δικαστήριο απέρριψε την αγωγή της. Αλλά η Κα Κάννιγκαμ έκαμε έφεσι σε ανώτερο δικαστήριο. Οι δικηγόροι της ανέφεραν αποφάσεις για άλλες περιπτώσεις όπου πωληταί εθεωρήθησαν υπεύθυνοι δια την ασφάλεια των προϊόντων των. Ισχυρίσθησαν ότι το αίμα είναι προϊόν και ότι τα νοσοκομεία θα πρέπει να θεωρούνται υπεύθυνα όταν είναι ελαττωματικό.
Το Ανώτατο Δικαστήριο του Ιλλινόις συνεφώνησε. Απεφάνθη ότι ο πωλητής ενός προϊόντος «θα πρέπει νομικώς να υφίσταται αυτός μάλλον τις συνέπειες της βλάβης που προξενεί μ’ αυτό, παρά να επιτρέπη όπως η ζημία αυτή επιβαρύνη τον καταναλωτή ο οποίος δεν φταίει διόλου.» Επίσης ο Αμερικανικός Σύνδεσμος Δικηγόρων συνεφώνησε με το δικαστήριο. Παρετήρησαν ότι οι εκκλησίες, τα σχολεία, η Χριστιανική Ένωσις Νέων και τα ορφανοτροφεία δεν εξαιρούνται, επομένως και τα νοσοκομεία δεν πρέπει να εξαιρούνται.
Ο δικαστής του δικαστηρίου Τζων Κάλμπερτσον απέρριψε τους ισχυρισμούς της υπερασπίσεως ότι το αίμα ήταν μια «υπηρεσία» και όχι «προϊόν» και ότι τα νοσοκομεία πρέπει να εξαιρούνται της δικαστικής διώξεως. Απεφάνθη ότι το αίμα είναι προϊόν όπως και άλλα είδη «μη μεταβληθέντα από τη φυσική τους κατάστασι, που διανέμονται για ανθρώπινη κατανάλωσι.» Παρετήρησε ότι ο νόμος του Ιλλινόις θεωρεί τον διανομέα δηλητηριωδών μανιταριών υπεύθυνον αποζημιώσεως, παρ’ όλον ότι τα μανιτάρια «δεν έχουν μαγειρευθή, ή κονσερβοποιηθή, ή συσκευασθή ή επεξεργασθή κατ’ άλλον τρόπον.»
Ως αποτέλεσμα αυτής της αποφάσεως, οι γιατροί αισθάνονται ότι μια πλημμύρα δικαστικών αγωγών μπορεί να υποβληθούν εναντίον των. Αλλά μόνον τον εαυτό τους πρέπει να αιτιώνται. Διότι από χρόνια κάνουν μεταγγίσεις αίματος, επιμένοντας ότι είναι απολύτως αναγκαίες, όταν η απόδειξις έδειχνε ότι δεν είναι. Πολλές άλλες ουσίες εκτός του αίματος εξυπηρέτησαν πολύ καλά.
Η ομάς των ειδικών καρδιολόγων από το Καρδιολογικό Ινστιτούτο του Τέξας στο Χιούστον, που περιλαμβάνει τον Δρα Ντέντον Κούλεϋ, έγραψε στο Τζόρναλ οβ δη Αμέρικαν Μέντικαλ Ασσοσιαίσιον της 10ης Αυγούστου 1970: «Η τακτική μας είναι ν’ αποφεύγωμε τη χρήσι μεταγγίσεως αίματος όσες φορές είναι δυνατόν σε όλες τις εγχειρήσεις . . . Διεπιστώσαμε ότι η μετάγγισις αίματος δεν είναι απαραίτητο να συνοδεύη τις εγχειρήσεις των αγγείων, αλλ’ αντιθέτως έχει ωρισμένα μειονεκτήματα, όπως ο κίνδυνος ηπατίτιδος. . . . οι ασθενείς που αρνούνται να δεχθούν αίμα μπορούν συνήθως να υποβληθούν σε σοβαρές εγχειρήσεις χωρίς υπερβολικό κίνδυνο και ν’ απολαύσουν ευνοϊκά μετεγχειρητικά αποτελέσματα.»
Εν όψει αυτών των διαπιστώσεων, οι γιατροί θα πρέπει να θυμούνται ότι, ενώ μπορεί να συνιστούν τη χρήσι αίματος, η άρνησις του ασθενούς να τη δεχθή θα πρέπει να είναι σεβαστή. Και γενικά, τα δικαστήρια στις Ηνωμένες Πολιτείες συνεφώνησαν, αποφανθέντα ότι ο ασθενής έχει το δικαίωμα ν’ αρνηθή οποιαδήποτε θεραπεία δεν θέλει.
Οι γιατροί πράγματι προσφέρουν μια πολύ πολύτιμη υπηρεσία. Η σκληρή τους εργασία και η βοήθειά των προς ασθενή άτομα είναι αξιέπαινες. Αλλ’ όταν ένας γιατρός αγνοή τις επιθυμίες του ασθενούς του, τότε πλέον δεν βοηθεί. Ένας τέτοιος γιατρός θα έκανε καλά να ρωτήση τον εαυτό του για ποιο πράγμα στ’ αλήθεια ενδιαφέρεται—για τον ασθενή του ή για την εργασία του και τη φήμη του;
Μερικοί γιατροί αρνήθηκαν ακόμη να προσφέρουν και την παραμικρή θεραπεία σε ασθενείς, οι οποίοι για λόγους συνειδήσεως απέρριψαν πιθανώς επικίνδυνες μεταγγίσεις αίματος. Επειδή δεν τους προσεφέρθη οποιαδήποτε βοήθεια, οι ασθενείς σε μερικές περιπτώσεις αναγκάσθηκαν να χάσουν πολύτιμο χρόνο έως ότου μεταφερθούν σε άλλο νοσοκομείο, όπου οι γιατροί θα τους εθεράπευαν σύμφωνα με τις επιθυμίες των. Επίσης, άλλοι γιατροί προσπάθησαν να λάβουν, ή και έλαβαν, δικαστικές εντολές αναγκάζοντας βιαίως ενηλίκους και βρέφη να υποστούν μεταγγίσεις αίματος «για να σώσουν μια ζωή.» Αλλά κατόπιν αυτοί οι ίδιοι οι γιατροί άλλαξαν γνώμη και έκαμαν ή επεδοκίμασαν εκτρώσεις που φονεύουν ζωή. Τέτοιες πράξεις είναι ασυνεπείς, για να πούμε το λιγώτερο.
Ποια είναι η δυσκολία μ’ αυτό το είδος των γιατρών; Ο Δρ. Έρβιν Νίκολς του Πάλο Άλτο παρεδέχθη: «Μου φαίνεται ότι μερικές από τις αντιδράσεις μας έχουν να κάμουν με το εγώ μας, επειδή . . . ο ασθενής δεν ανταποκρίνεται στις διαταγές μας.» Και ο Δρ. Τζων Μόρτον του Λος Άντζελες συμφώνησε: «Ίσως πολύ συχνά το εγώ μας μάς κάνει να σκεπτώμεθα ότι αν οι συστάσεις μας δεν γίνωνται αποδεκτές, ο ασθενής θα πρέπη να πάη κάπου αλλού.»
Αλλά τώρα, γιατροί που αψηφούν τους κινδύνους της μεταγγίσεως αίματος θέτουν τους εαυτούς των σ’ ένα σοβαρό δίλημμα. Ίσως ν’ αντιμετωπίσουν μια δαπανηρή δικαστική αγωγή.
Οι έντιμοι γιατροί, που έχουν πραγματικά στην καρδιά τους το καλό των ασθενών των, αναγνωρίζουν ότι δεν είναι οι αυθέντες των ασθενών, αλλά είναι πραγματικά υπάλληλοι. Κατανοούν ότι είναι ελεύθεροι να κάνουν συστάσεις, αλλά και ότι ο ασθενής επίσης είναι ελεύθερος να τις δεχθή ή να τις απορρίψη. Και όταν μια σύστασις απορριφθή, οι γιατροί αυτοί προσφέρουν τις καλύτερες άλλες θεραπείες που γνωρίζουν. Βοηθούν τον ασθενή όσο μπορούν καλύτερα. Για την υπηρεσία τέτοιων ανθρώπων που σέβονται τα δικαιώματα των άλλων, τα ασθενή άτομα μπορούν να είναι ευγνώμονα.
-
-
Συνήθειες στην Παρακολούθησι ΤηλεοράσεωςΞύπνα!—1971 | 22 Αυγούστου
-
-
Συνήθειες στην Παρακολούθησι Τηλεοράσεως
◆ Τι είδους συνήθειες παρακολουθήσεως τηλεοράσεως έχουν οι νεαροί Αμερικανοί; Το περιοδικό Τσέιντζινγκ Τάιμς αναφέρει: «Ο μέσος όρος των νεαρών τελειώνουν το γυμνάσιο με μια επίδοσι 11.000 ωρών που εδαπανήθησαν στην τάξι του σχολείου και 15.000 ωρών στην παρακολούθησι τηλεοράσεως.» Δεν πρέπει, λοιπόν, να απορή κανείς γιατί τόσο πολλοί νεαροί που αποφοιτούν από το γυμνάσιο αποδεικνύεται ότι είναι κακοί αναγνώσται.
-