«Ο Λόγος ο Σος Αλήθεια Εστί»
Φύλαττε την Καρδίαν Σου
ΜΕΤΑΞΥ των τρόπων που ο Λόγος του Θεού αποδεικνύει ότι είναι πράγματι η αλήθεια είναι και οι προειδοποιητικές του αρχές. Παραδείγματος χάριν, στις Παροιμίες 4:23 διαβάζομε: «Μετά πάσης φυλάξεως φύλαττε την καρδίαν σου· διότι εκ ταύτης προέρχονται αι εκβάσεις της ζωής.» Η καρδιά περιλαμβάνει τα πιο βαθιά αισθήματα του ανθρώπου, τα ελατήριά του, τις επιθυμίες του, και τους πόθους του. Αν όλα αυτά δεν πάρουν τις ορθές κατευθύνσεις εύκολα μπορούν να οδηγήσουν ένα άτομο σε θλίψι και καταστροφή και να καταλήξουν επίσης σε θλίψι και δυστυχία για άλλους.
Όταν ο Ιησούς Χριστός ήταν στη γη επέσυρε την προσοχή σ’ αυτό το ζήτημα της προφυλάξεως της καρδιάς. Οι θρησκευτικοί ηγέται ενδιαφέρονταν περισσότερο για τελετουργική καθαρότητα παρά για την αγνότητα της καρδιάς. Έτσι τους είπε: «Διότι έσωθεν εκ της καρδίας των ανθρώπων εξέρχονται οι διαλογισμοί οι κακοί, μοιχείαι, πορνείαι, φόνοι, κλοπαί, πλεονεξίαι, πονηρίαι, δόλος, ασέλγεια, βλέμμα πονηρόν, βλασφημία, υπερηφανία αφροσύνη.»—Μάρκ. 7:21, 22.
Το ότι η αποτυχία προφυλάξεως της καρδιάς μπορεί να οδηγήση σε τέτοια αποτελέσματα έχει περιγραφή εκφραστικά για μας στο Λόγο του Θεού σχετικά με τον Αμνών τον πρωτότοκο γυιο του Βασιλέως Δαβίδ. Επειδή άφησε ένα χαμερπές και ιδιοτελές πάθος να κυριαρχήση στην καρδιά του, πέθανε μ’ ένα πρόωρο και βίαιο θάνατο. Οι λεπτομέρειες έχουν καταγραφή για μας στο 2 Σαμουήλ, κεφάλαιο 13.
Ο Αμνών ερωτεύθηκε τρελά την όμορφη Θάμαρ, την ετεροθαλή αδελφή του και παρθένο. Τόσο πολύ άφησε αυτό το πάθος να κυρίευση την καρδιά του ώστε αυτό έγινε φανερό και σε άλλους, όπως στον εξάδελφό του και σύντροφο Ιωναδάβ, ο οποίος και τον ερώτησε τι συμβαίνει. Ο Αμνών του ενεπιστεύθη: «Αγαπώ Θάμαρ, την αδελφήν Αβεσσαλώμ του αδελφού μου.» Ο Ιωναδάβ που ήταν ένα άτομο πανούργο και χωρίς αρχές, συνεβούλευσε τον Αμνών να προσποιηθή ότι είναι άρρωστος και έπειτα να ζητήση από τον πατέρα του να στείλη την ετεροθαλή αδελφή του Θάμαρ να του ετοιμάση φαγητό.
Πρόθυμα ο Αμνών ακολούθησε αυτή την ποταπή συμβουλή και ο πατέρας του, ο Βασιλεύς Δαβίδ, χωρίς να υποψιασθή κάτι έστειλε τη Θάμαρ στο σπίτι του Αμνών για να του ετοιμάση τροφή και να του την προσφέρη. Υπάκουα η Θάμαρ ανταποκρίθηκε και του έψησε λίγα «κουλούρια» μπροστά του. Όταν τα ετοίμασε, ο Αμνών διέταξε όλους τους άλλους να εγκαταλείψουν το δωμάτιο του. Έπειτα όταν έμεινε μόνος με την Θάμαρ, την έπιασε και την εβίαζε να έχη σχέσεις μαζί του. Αλλ’ αυτή, επειδή ήταν ενάρετη παρθένος, απέρριψε την πρότασί του. Ικέτευσε τον Αμνών: «Μη, αδελφέ μου, μη με ταπείνωσης· διότι δεν πρέπει τοιούτον πράγμα να γείνη εν τω Ισραήλ· μη κάμης την αφροσύνην ταύτην· και εγώ πώς θέλω απαλείψει το όνειδός μου; αλλά και συ θέλεις είσθαι ως είς εκ των αφρόνων εν τω Ισραήλ.»
Αλλ’ ο Αμνών δεν ήθελε ν’ ακούση τη λογική. Το πάθος του ήταν εντελώς ιδιοτελές. Δεν ενδιεφέρετο να την κάμη ευτυχισμένη, όπως συνήθως συμβαίνει όταν ένας νέος ερωτεύεται μια κοπέλλα. Έτσι την εξηνάγκασε, ναι, εβίασε την ετεροθαλή αδελφή του, μια όμορφη παρθένο πριγκίπισσα. Έπειτα, όπως συνήθως συμβαίνει σε παρόμοιες περιπτώσεις, αφού είχε ικανοποιήσει το καθαρά ιδιοτελές πάθος του, την εμίσησε.
Έπειτα η αφήγησις αναφέρει ότι ο Αμνών άρχισε να τη μισή τόσο πολύ όσο προηγουμένως την είχε «αγαπήσει» ή επιθυμήσει, και την διέταξε να φύγη. Αλλ’ αυτή αρνήθηκε να φύγη. Έτσι αυτός διέταξε τον υπηρέτη του: «Έκβαλε τώρα ταύτην απ’ εμού έξω, και μόχλωσον την θύραν κατόπιν αυτής.» Τώρα δεν ήταν η «αγαπημένη» Θάμαρ, αλλά «αυτή.» Ο υπηρέτης του Αμνών υπήκουσε στην εντολή του και έβγαλε τη Θάμαρ έξω από το δωμάτιο. Η Θάμαρ πολύ συντετριμμένη και ταπεινωμένη έρριψε στάχτη στο κεφάλι της (καθώς ήταν η συνήθεια εκείνον τον καιρό όταν περνούσαν μεγάλη θλίψι), έσχισε την ωραία ενδυμασία της και έφυγε κλαίοντας.
Ο πραγματικός αδελφός της Αβεσσαλώμ βλέποντας την αθλία κατάστασί της υποψιάσθηκε τι είχε συμβή. Της είπε να μη πη τίποτα γι’ αυτό και την πήρε στο σπίτι του όπου παρέμεινε απομονωμένη. Αλλ’ ο Αβεσσαλώμ άρχισε να μισή τον Αμνών γι’ αυτή την πράξι και έκαμε σχέδια για να εκδικηθή την τιμή της αδελφής του. Δυο χρόνια αργότερα με την ευκαιρία των εορτών της κουράς των προβάτων, ο Αβεσσαλώμ προσεκάλεσε τον πατέρα του Βασιλέα Δαβίδ και τους υπηρέτας του να παρευρεθούν. Ο Δαβίδ αρνήθηκε και έτσι ο Αβεσσαλώμ τον έπεισε να έλθη ο Αμνών και οι υπόλοιποι υιοί του βασιλέως.
Πριν από την εορτή ο Αβεσσαλώμ διέταξε τους υπηρέτας του, μόλις ο Αμνών θα μεθούσε από το κρασί που θα έπινε, να τον φονεύσουν όταν θα τους έλεγε «Πατάξατε τον Αμνών.» Οι υπηρέται του ακούοντας εφόνευσαν τον Αμνών, οπότε οι υπόλοιποι υιοί του βασιλέως διελύθησαν πανικόβλητοι. Έτσι ο Αμνών επλήρωσε με τη ζωή του επειδή απέτυχε να προφυλάξη την καρδιά του, επειδή υπέκυψε σ’ ένα ιδιοτελές πάθος με το να διαφθείρη την παρθενία της ετεροθαλούς αδελφής του Θάμαρ.
Καθαρά το τέλος του Αμνών αποδεικνύει την αληθινότητα της Γραφικής αρχής για τη σπουδαιότητα της προφυλάξεως της καρδιάς. Και η αποτυχία του Αμνών σχετικά μ’ αυτό έφερε επίσης πολλή θλίψι σε άλλους στην όμορφη Θάμαρ και χωρίς αμφιβολία στους στενούς γνωρίμους της. Βεβαίως προξένησε θλίψι και στον πατέρα της. Αλλ’ είναι πολύ πιθανόν ότι εξ αιτίας του δικού του αμαρτήματος προς τον Ουρίαν σχετικά με την Βηθ-σαβεέ, ο Δαβίδ δεν μπορούσε να ενεργήση εναντίον του Αμνών. Με τον βίαιο θάνατο του Αμνών η προφητεία που είχε εκφέρει ο Νάθαν τον καιρό του μεγάλου αμαρτήματος του Δαβίδ άρχισε να εκπληρώνεται.—2 Σαμουήλ 12:10.
Τι μάθημα υπάρχει σ’ αυτό για τους Χριστιανούς σήμερα; Το ότι είναι ζωτικό να προφυλάττη κανείς την καρδιά του. Αν ένας νέος αποτύχη να ενεργήση έτσι, μπορεί ν’ αφήση ιδιοτελή σεξουαλικά πάθη να κυριεύσουν την καρδιά του και το νου του ώστε όχι μόνο να ερωτευθή μια κοπέλλα, αλλά επίσης να σχεδιάση να βρεθή μόνος μαζί της για να μπορέση να την δελεάση να διαπράξη πορνεία μαζί του μόνο για να ικανοποιήση το ιδιοτελές πάθος του. Αυτή μπορεί να υποκύψη ή ανόητα να σκεφθή ότι μ’ αυτό τον τρόπο θα του έδειχνε ότι πραγματικά τον αγαπούσε ή ότι με το να υποκύψη θα μπορούσε να είναι βεβαία ότι θα την παντρευτή. Αλλ’ αν πραγματικά την αγαπούσε, θα ήθελε τότε να περιμένη ώσπου να είχαν έναν έντιμο γάμο.
Τι ανοησία να βαδίζη κανείς ενάντια στο Λόγο του Θεού: «Φεύγετε την πορνείαν»! Υπάρχει πάντοτε ένα αίσθημα ενοχής κατόπιν. Συχνά η κοπέλλα μένει έγκυος. Έπειτα τι θα κάμουν; Θα την παντρευθή το αγόρι κάτω από πίεσι; Και αν ακόμα το κάμη, το κορίτσι θα ντρέπεται γεννώντας ένα νόθο παιδί.—1 Κορ. 6:18.
Αλλ’ αυτό δεν είναι όλο. Για έναν νέο που συνδέεται με την αληθινή Χριστιανική εκκλησία μια τέτοια πράξις θα μπορούσε λογικά να τον οδηγήση σε αποκοπή του από την εκκλησία. Και αν ζητήση αποκατάστασι, πρέπει να δείξη την ειλικρίνειά του με το να παρακολουθή τις εκκλησιαστικές συναθροίσεις χωρίς κανείς να του ομιλή και σε όλο το διάστημα να δίνη αποδείξεις μετανοίας. Έπειτα θα πρέπει να τεθή σε δοκιμασία για λίγο καιρό και επί έτη αργότερα θα του αρνούνται ειδικά προνόμια και προώθησι στην οργάνωση του Ιεχωβά.
Χωρίς καμμιά αντίρρησι γι’ αυτό, η Γραφή αποδεικνύεται αληθινή με τις προειδοποιητικές αρχές της. Το να προφυλάττεται η καρδιά είναι φρόνιμη πορεία, διότι απ’ αυτήν προέρχονται αι εκβάσεις της ζωής. Αποτυχία στην προφύλαξί της φέρει θλίψι και καταστροφή στον άνθρωπο σήμερα, όπως έφερε και στον καιρό του Βασιλέως Δαβίδ. Φέρει επίσης θλίψι στους άλλους. Και κάτι που δεν πρέπει να παραβλέψωμε είναι το γεγονός ότι μια τέτοια πορεία δυσαρεστεί τον Ιεχωβά Θεό.—Ψαλμ. 90:7, 8.