’ΑΛΕΦ
[א] (’Άλεφ).
Το πρώτο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Το όνομα αυτού του γράμματος ταυτίζεται με την εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «βόδι· αγελάδα».—Παράβαλε Ψλ 8:7· Δευ 7:13.
Στην εβραϊκή το ’άλεφ δεν είναι φωνήεν αλλά σύμφωνο και δεν έχει πραγματικό αντίστοιχο στην ελληνική. Μεταγράφεται ως ψιλή (’). Στην εβραϊκή προφέρεται ως ο μαλακότερος λαρυγγικός φθόγγος.
Τα πρώτα οχτώ εδάφια του Ψαλμού 119 αρχίζουν στο εβραϊκό κείμενο με ’άλεφ.